1ον
«Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν τὸ παιδίον, καὶ ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τὸ κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῇ κοιλίᾳ (:καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ ἡμέρες γιὰ νὰ γίνει στὸ παιδὶ ἡ περιτομή, τοῦ ἔκαναν περιτομή, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ καὶ μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ὅτι ἦταν γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ τοῦ δόθηκε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ὅπως δηλαδὴ τὸ εἶχε ὀνομάσει ὁ ἄγγελος προτοῦ ἀκόμα συλληφθεῖ τὸ παιδὶ στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του)» [Λουκ. 2, 21].
Ἐδῶ λοιπὸν μὲ αὐτὰ ποὺ ἀναγνώσαμε πρὶν λίγο, βλέπουμε ὅτι ὑποτασσόταν στοὺς νόμους τοῦ Μωυσῆ ἢ μᾶλλον βλέπουμε ὁ ἴδιος ὁ νομοθέτης καὶ Θεὸς νὰ ὑποτάσσεται ὡς ἄνθρωπος στοὺς δικούς Του νόμους. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο τὸ κάνει αὐτό, θὰ μᾶς τὸ διδάξει ὁ σοφότατος Παῦλος: «οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράση, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν (:ἔτσι κι ἐμεῖς, οἱ Χριστιανοί, ὅταν ἤμασταν σὲ νηπιώδη πνευματικὴ κατάσταση, ἤμασταν ὑποδουλωμένοι κάτω ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου(δηλαδὴ κάτω ἀπὸ τὴ στοιχειώδη καὶ ἀνεπαρκῆ θρησκευτικὴ γνώση ποὺ ἔχει ὁ κόσμος τῶν ἀτελῶν καὶ παχυλῶν ἀνθρώπων). Ὅταν ὅμως ἦρθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ποὺ εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐξαπέστειλε τὸν Υἱό του, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα καὶ ἔζησε σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, γιὰ νὰ ἐξαγοράσει αὐτοὺς ποὺ βρίσκονταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ὥστε νὰ λάβουμε τὴν υἱοθεσία,ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ)» [Γαλ. 4,3-4]. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν ἐξαγόρασε ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ νόμου ἐκείνους ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ νόμου, ἀλλὰ ὅμως δὲν τὸν εἶχαν ἀκόμη τηρήσει. Καὶ τοὺς ἐξαγόρασε μὲ ποιὸν τρόπο; Ἐκπληρώνοντάς τον.
Ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλον τρόπο. Γιὰ νὰ καταργήσει τὰ ἐγκλήματα τῆς παράβασης τοῦ Ἀδάμ, παρουσίασε τὸν ἑαυτό Του γιὰ χάρη μας εὐπειθῆ καὶ ὑπάκουο σὲ ὅλα στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα Του. Γιατί ἔχει γραφεῖ: «ὥσπερ γὰρ διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου ἁμαρτωλοὶ κατεστάθησαν οἱ πολλοί, οὕτω καὶ διὰ τῆς ὑπακοῆς τοῦ ἑνὸς δίκαιοι κατασταθήσονται οἱ πολλοί (:Διότι, ὅπως μὲ τὴν παρακοὴ τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου [:τοῦ Ἀδὰμ] ἔγιναν ἁμαρτωλοὶ καὶ ἔνοχοι τὸ πλῆθος τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀδάμ, ἔτσι καὶ μὲ τὴν τέλεια ὑπακοή, ποὺ ἔδειξε ὁ Ἕνας, ὁ Χριστός, στὸν Πατέρα, θὰ γίνουν δίκαιοι τὸ πλῆθος τῶν ὅσων πιστέψουν σὲ Αὐτὸν)» [Ρωμ. 5,19].Ἔθεσε λοιπὸν μαζὶ μὲ ἐμᾶς τὸν αὐχένα Του στὸ νόμο, κάνοντάς το καὶ αὐτὸ κατ’ οἰκονομία, γιατί ἔπρεπε νὰ ἐκπληρώσει ὅλον τὸν νόμο.
Ὅταν λοιπὸν ἦρθε ἡ ὀγδόη ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία συνηθιζόταν νὰ γίνεται ἡ περιτομὴ στὴ σάρκα, ὅπως ὅριζε ὁ νόμος, δέχεται τὴν περιτομὴ καὶ ὁ ἴδιος ποὺ ἔδωσε τὸν νόμο στὸν Μωυσῆ, καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν στὸν Ἀβραάμ. Δέχεται ἐπίσης καὶ τὸ ὄνομα, δηλαδὴ τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, τὸ ὁποῖο ἑρμηνεύεται «Σωτηρία τοῦ λαοῦ». Γιατί ἔτσι θέλησε ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας νὰ ὀνομάζεται ὁ Υἱός Του, ὁ ὁποῖος κατὰ σάρκα γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα· γιατί τότε ἔγινε σωτηρία λαοῦ, καὶ ὄχι ἑνός, ἀλλὰ καὶ κάθε ἔθνους, καὶ ὅλης τῆς οἰκουμένης. Συγχρόνως δηλαδὴ μὲ τὴν τέλεση τῆς περιτομῆς, πῆρε καὶ τὸ ὄνομα.
Ἐμπρὸς λοιπὸν νὰ δοῦμε πάλι τί σήμαινε τὸ γεγονὸς αὐτό. Ὁ μακάριος Παῦλος εἶπε: «ἡ περιτομὴ οὐδέν ἐστι, καὶ ἡ ἀκροβυστία οὐδὲν ἐστιν (:Τίποτε δὲν εἶναι ἡ περιτομὴ καὶ δὲν συντελεῖ σὲ τίποτε γιὰ τὴ σωτηρία μας, καὶ τίποτε ἐπίσης δὲν εἶναι ἡ ἀκροβυστία[:ἡ μὴ περιτομὴ)]»[Α΄ Κορ. 7,19]. Ἆραγε ὁ τῶν ὅλων Θεὸς πρόσταξε μέσῳ τοῦ πάνσοφου Μωυσῆ νὰ τηρεῖται τὸ τίποτε ,δηλαδὴ κάτι ποὺ σὲ τίποτε δὲν μᾶς ὠφελεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας, καὶ ἀπείλησε μάλιστα μὲ τιμωρία ἐκείνους ποὺ παραβαίνουν αὐτὴν τὴν ἐντολή; Ναί, θὰ μποροῦσα νὰ πῶ. Γιατί ὅσον ἀφορᾶ τὴ φύση τοῦ πράγματος, δὲν εἶναι ἀπολύτως τίποτε· ὅμως ἔκρυβε μέσα του τύπο μυστηρίου. Γιατί κατὰ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀναστήθηκε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καὶ μᾶς ἔδωσε τὴν πνευματικὴ περιτομή. Γιατί ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς εἶπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος(:λοιπόν, πηγαίνετε τώρα καὶ διδάξτε σὲ ὅλα τὰ ἔθνη τὴν ἀλήθεια. Καὶ αὐτοὺς ποὺ θὰ πιστέψουν καὶ θὰ γίνουν μαθητές σας, βαπτίστε τους στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος)» [Ματθ. 28,19].
Καὶ Αὐτοῦ πάλι προτύπωση ἦταν ἐκεῖνος ὁ ἀρχαῖος Ἰησοῦς, δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ ὁποῖος μετὰ ἀπὸ τὸν Μωυσῆ ἔγινε ἀρχηγὸς τῶν Ἰσραηλιτῶν· γιατί πρῶτα πέρασε τοὺς Ἰσραηλίτες στὴν ἀπέναντι ὄχθη τοῦ Ἰορδάνη, καὶ ἔπειτα εὐθὺς ἀμέσως τοὺς ἔκανε τὴν περιτομὴ μὲ πέτρινα μαχαίρια. Λοιπόν, ὅταν διαβοῦμε τὸν Ἰορδάνη, τότε ὁ Χριστὸς μᾶς περιτέμνει μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὄχι καθαρίζοντας τὴ σάρκα, ἀλλὰ ἀποκόπτοντας μᾶλλον τὸν μολυσμὸ τῆς ψυχῆς μας.