«Όταν οι εχθροί σου θα έχουν ξεμάθει την ορθογραφία τους, να ξέρεις ότι η νίκη πλησιάζει». Βλαντιμίρ Βολκώφ, Ρώσος λογοτέχνης
Αν είχαμε υπουργούς Παιδείας με ιθαγένεια ελληνική και με αίσθηση του τι βάρους και ποιότητας πολιτισμού είναι φορείς και όχι αχθοφόροι τυμπανιαίας αποφοράς ιδεών, το πρώτο πράγμα που θα καθιέρωναν στο Δημοτικό σχολείο είναι η ετυμολογία. Ένα δίωρο την εβδομάδα, θα αφιερωνόταν στην διδασκαλία του, γοητευτικότατου και πολύ ευχάριστου στους μαθητές, ταξιδιού στα γενέθλια, στην καταγωγή, στην αλήθεια των λέξεων. (Έτυμον σημαίνει αληθινό, πραγματικό). Θα μπορούσε να γραφτεί ένα μικρό ετυμολογικό λεξικό, για τις δύο μεγαλύτερες τάξεις, την Ε΄ και την Στ΄, στο οποίο θα ετυμολογούνταν λέξεις της καθημερινής εμπειρίας των μαθητών. Τα κέρδη θα ήταν πολλαπλά και ευεργετικά.
Πρώτον: Το αυτονόητο. Η μικρή, εξοπλιστική ηλικία είναι πρόσφορη για την διδασκαλία της Γλώσσας και δη αντικειμένων που σχετίζονται με τα αρχαία ελληνικά. Πολλοί που πρόλαβαν το γερό ελληνικό σχολείο, με τους καλλιεργημένους δασκάλους, θυμούνται ακόμη και αρχικούς χρόνους ρημάτων.
Δεύτερον: Θα αναχαιτιστεί η ορθογραφική ακαταληψία, αδιαφορία και ακαταστασία. Και γι’ αυτό σίγουρα δεν φταίνε τα παιδιά. Από την μια τα ανεπαρκή, ελλιπή και ακατάλληλα γλωσσικά εγχειρίδια. Από την άλλη η διαιώνιση της απαράδεκτης σύσταση «δεν διορθώνουμε τα ορθογραφικά λάθη», (θυμόμαστε ακόμη το κρανιοκενές σύνθημα «κάτω τα αιματοβαμμένα γραπτά», λόγω του κόκκινου στυλού). Αποτέλεσμα; Σε κάθε κείμενο δεκάδες τσαλακωμένες λέξεις, αγνώριστες, νεκρές. Από την εμπειρία μου: Αν εξηγήσεις στο παιδί ότι η λέξη «χειρ», σημαίνει χέρι, πολύ εύκολα θα βρει την χειραψία, το χειροκροτώ, τον χειρουργό, την χειροτεχνία και την χειροδικία. Και μάλιστα κατανοούν και τα δεύτερα συνθετικά των λέξεων, όπως άπτω (=αγγίζω), κροτώ, έργο, τέχνη και δίκη.
Τρίτον: Αποστολή της Παιδείας είναι και η σύνδεση των νέων με το παρελθόν. «Να μην βαριέστε το ψάξιμο και να μην κουράζεστε στο σκάψιμο», έλεγε ο Παλαμάς. Σκάψιμο στις ρίζες των λέξεων είναι η ετυμολογία και προϋπόθεση για εις βάθος οικείωση της γλώσσας μας. «Σκάβοντα»ς ο μικρός μαθητής την λέξη «φθονώ», για παράδειγμα, καταλήγει στην Οδύσσεια και στις «αμμουδιές του Ομήρου» και θα του πει ο δάσκαλος, διαβάζοντας το λεξικό, ότι προέρχεται από το «φθίνω» και να το «φθινόπωρο». Και ότι ο Θεός μάς χαρίζει τα καλούδια του «αφθόνως», μα εμείς φθονούμε και λιώνουμε, φθίνουμε από ζήλεια, ζηλοφθονούμε… Μιλάμε για πανίδα και χλωρίδα στο μάθημα των Φυσικών και αγνοούμε ότι η πανίδα ετυμολογείται από τον μυθικό ποιμενικό θεό «Παν», όπως και ο πανικός. (Στο λεξικό ομηρικών λέξεων του Ιω. Πανταζίδη, του 1872, καταγράφονται 10.855 λέξεις, από τις οποίες 3.055 τις χρησιμοποιούμε αυτούσιες, πατρίδα, θάλασσα, όπλο, γάμος, πέλαγος…).
Επιχείρηση «πανάκεια» ονόμασαν οι Άγγλοι το πρόγραμμα εμβολιασμού των υπηκόων τους, στην αειθαλή και αστείρευτη πηγή, την γλώσσα μας, προσέτρεξαν, και για την εννοιολογική της σαφήνεια και για την ομορφιά της, αλλά και γιατί η λέξη περιβάλλεται με κύρος και σοβαρότητα. (Είμαι σίγουρος ότι οι ημέτεροι αυτόχθονες δυτικολάγνοι και ξιπασμένοι οψίπλουτοι θα επέλεγαν μια αγγλική). Η πανάκεια παράγεται, από το παν+άκος, που σημαίνει θεραπεία, εξού και ανήκεστος, ανίατος ασθένεια. Η δε Πανάκεια, με κεφαλαίο, ήταν μια από τις κόρες του Ασκληπιού, κατά την μυθολογία, μαζί με την Υγεία και την Ιασώ - από το ιάομαι-ιώμαι- που σημαίνει θεραπεύω και από δω παράγεται ο ιατρός, η ίαση και όλα τα συμπαρομαρτούντα. Το φυτό μαραίνεται χωρίς την ρίζα του. Το ίδιο συμβαίνει και με το ολόδροσο δένδρο της γλώσσας μας.
Τέταρτον: Πλην της ανορθογραφίας πληγή πυορρούσα και… ανήκεστος είναι η λεξιπενία. Όσοι διδάσκουμε πολλές φορές ακούμε τους μαθητές μας να ομολογούν με αμηχανία και θλίψη «δεν ξέρω πώς να το πω, κύριε!». Και πώς αλλιώς; Με τις καμμιά σαρανταριά «συνταγές μαγειρικής», που περιέχουν τα βιβλία τάχα και Γλώσσας, θα εμπλουτιστεί το λεξιλόγιό τους; Και ας το προσέξουμε αυτό, απουσιάζουν από τα βιβλία οι «μεγάλες λέξεις». Ο σπουδαίος Φώτης Κόντογλου στην «Βασάντα», γράφει. «Μία μία σβήνουν από την γλώσσα μας λέξεις μεγάλες, όπως η τιμή, η αξιοπρέπεια, η αγνότητα, η αρετή, η φιλία… Δεν αισθανόμαστε πως το να λείπουνε από το στόμα μας τέτοιες λέξεις, σημαίνει πως σβήσανε από μέσα μας οι ευγενέστερες φλέβες του ανθρώπινου μεγαλείου». Τώρα με την τηλεκπαίδευση, ψυχοβγάλτης για γονείς και δασκάλους, ακούμε τους μαθητές να χρησιμοποιούν την ανάμεικτη και παρδαλή, με όρους των νέων τεχνολογιών, γλώσσα - όλες ξένες οι λέξεις της- και αισθανόμαστε ότι μας μιλούν περίπου… κινέζικα. Το μάθημα της ετυμολογίας προσφέρεται και για παραγωγή λέξεων, «λέξεων μεγάλων». Αν γνώριζε ο μαθητής την ετυμολογία και τα συνθετικά λέξεων όπως αρτοποιείο, ρυπογόνος, υδρόγειος, οικονομία, ναύσταθμος -τυχαία τα παραδείγματα- θα μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει εκατοντάδες άλλες. (Με πόσο ενθουσιασμό άκουγαν οι μαθητές μου την ετυμολογία των λέξεων «χριστιανός» και «Έλληνας». Η πρώτη από το Χριστός +άνειμι ή ανέω, που σημαίνει σηκώνω τον Χριστό, «ενδέδυμαι», ντύνομαι τον Χριστό. («Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε», διαβάζουμε στην προς Γαλάτας επιστολή του αποστόλου Παύλου). Για το δε δεύτερο, εθνικό μας όνομα, δυσετυμολόγητο λόγω αρχαιότητας, επιλέγω μια κατανοητή και νόστιμη μάλλον παρετυμολογία. Προέρχεται από το εν+λας, που σημαίνει πέτρα, λίθος. Από δω το λαξεύω, το λατομείο, το λεωφορείο. Σχετίζεται με τον μύθο του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος και της Πύρρας. Όταν έμειναν μόνοι ζήτησαν από τον Δία, να ξαναγίνει το ανθρώπινο γένος. Ο Δίας τους είπε να πετούν λίθους πίσω τους. Και έτσι από τους λίθους του Δευκαλίωνα έγιναν οι άντρες και από της Πύρρας, οι γυναίκες, δηλαδή, ο λαός. (Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για το Ελλάς. Από τους Σελλούς, από το αλς-άλιος, ήλιος και λοιπά).