Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

Ἡ ἀρετὴ τῆς παρρησίας

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τῶν χριστιανῶν ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας, τοῦ πλούτου, τοὺς ὑποκριτὲς καὶ τοὺς πονηρούς, ποὺ μὲ ποικίλους τρόπους – τηρώντας μερικοὺς τύπους ἀνεκτῆς συμπεριφορᾶς – παραπλανοῦν τὸ λαὸ καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἐκμεταλλεύονται; Τέτοιοι ἦταν καὶ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Σαδδουκαῖοι στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριτοῦ. Αὐτοὶ ἦταν καὶ οἱ μόνιμοι ἀντίπαλοί του, οἱ ὁποῖοι πάντα τὸν παρακολουθοῦ­σαν καὶ προσπαθοῦσαν νὰ βροῦν αἰτίες καὶ ἀφορμὲς, γιὰ νὰ τὸν κατηγορήσουν καὶ νὰ τὸν διασύρουν στὰ μάτια τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν ἀγαποῦ­σε καὶ μὲ ἰδιαίτερη προθυμία πρόσεχε τὴ διδασκαλία του καὶ δεχόταν μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ εὐχαριστία τὴ θεραπεία τῶν ἀσθενῶν ἀλλὰ καὶ τῶν καταδυναστευομένων ἀπὸ τὰ δαιμόνια.

Εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ προσέξουμε πῶς ἀντιμετώπισε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος τοὺς Φαρισαίους καὶ τοὺς Σαδδουκαίους, ποὺ τὸν συνάντησαν στὴν ἔρημο καὶ ἤθελαν νὰ βαπτισθοῦν. Δὲν δίστασε νὰ τοὺς ἐλέγξει μὲ σκληρὴ γλώσσα, γνωρίζοντας ὅτι ἦταν ἁμαρτωλοὶ καὶ ὑποκριτές. Τοὺς ὑποδέχεται μὲ μία παρομοίωση, ποὺ αἰφνιδιάζει, ἀλλὰ καὶ ἀποκαλύπτει τὴν κακότητα καὶ μοχθηρία τους. Τοὺς εἶπε: «Γεννήματα ὀχιᾶς, ποιὸς σᾶς εἶπε πώς ἔτσι θὰ ξεφύγετε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ πλησιάζει; Ἂν θέλετε νὰ γλυτώσετε, κάνετε ἔργα ποὺ ταιριάζουν σ’ αὐτοὺς ποὺ πραγματικὰ μετανοοῦν» (Ματθ. γ΄ 7-8).

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης χρησιμοποίησε αὐστηρὸ ἔλεγχο. Δὲν ἀνεχόταν τὴν ὑποκριτικὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴ δολιότητα. Συγχρόνως τοῦ ἔδειξε τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Τοὺς ζητάει ἄξιους καρποὺς μετανοίας. Τοὺς μιλάει γιὰ τὸν Μεσσία ποὺ ἦρθε ἀνάμεσά τους καὶ γιὰ τὸ ἔργο του, ὄντας βέβαιος ὅτι δὲν θὰ τὸν πιστέψουν γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς διαβεβαιώνει ὅτι οἱ ἀμετανόητοι ποὺ δὲν θὰ δεχτοῦν τὸν Μεσσία θὰ τιμωρηθοῦν ἀπὸ τὸν ἴδιο.

Εἶναι ἐντυπωσιακὰ τὰ λόγια του πρὸς τοὺς συν­ομιλητές του: «Τὸ τσεκούρι (τοῦ Θεοῦ) βρίσκεται κιόλας στὴ ρίζα τῶν δέντρων. Κάθε δέντρο ποὺ δὲν δίνει καλὸ καρπὸ, θὰ κοπεῖ σύρριζα καὶ θὰ ριχτεῖ στὴ φωτιά. Ἐγὼ σᾶς βαπτίζω μὲ νερό, καὶ τὸ βάπτισμά μου εἶναι βάπτισμα μετανοίας. Αὐτὸς ὅμως ποὺ ἔρχεται ὕστερα ἀπὸ μένα, εἶναι πιὸ ἰσχυρὸς ἀπὸ μένα, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος οὔτε τὰ ὑποδήματά του νὰ κρατήσω. Αὐτὸς θὰ σᾶς βαπτίσει μὲ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ φωτιά. Κρατᾶ στὸ χέρι του τὸ λιχνιστήρι, γιὰ νὰ ξεκαθαρίσει τὸ ἁλώνι του· τὸ σιτάρι θὰ τὸ συνάξει στὴν ἀποθήκη του, μὰ τὸ ἄχυρο θὰ τὸ κατακάψει στὴ φωτιὰ ποὺ δὲν σβήνει ποτὲ» (Ματθ. γ΄ 10- 12).

Πολλοὶ συνειδητοὶ χριστιανοὶ δὲν ἔχουν τὴν ἀρετὴ τῆς παρρησίας, τὴν ὁποία δυστυχῶς θεωροῦν ἁμαρτία. Αὐτὴ τὴν ἐσφαλμένη ἀντίληψη τὴν καλλιεργοῦν μερικοὶ πνευματικοὶ στὰ τέκνα τους μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι οἱ χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ μιλοῦν καὶ νὰ ἐλέγχουν τὰ κακῶς κείμενα στὴν κοινωνία καὶ εἰδικότερα στὴν Ἐκκλησία! Γι’ αὐτοὺς δὲν ἔχουν καμιὰ ἀξία οἱ ἀντιρρήσεις καὶ οἱ ἀντιδράσεις. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀρέσκονται στὸ ἠθικὸ τέλμα καὶ ἂς εἶναι ἔντονη ἡ δυσοσμία του. Οἱ Μάρτυρες βέβαια τῆς Ἐκκλησίας δὲν συμφωνοῦν μαζί τους καὶ θλίβονται βαθύτατα ἀπὸ τὸ σημερινὸ κατάντημα πολλῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι διακατέχονται ἀπὸ φόβο καὶ δειλία, μὲ ἔντονο τὸ δουλικὸ φρόνημα στὴ ζωή τους. Χρειάζεται ἀφύπνιση καὶ πνευματικὴ ἀνησυχία καὶ ὄχι ἐγκληματικὴ ἀδιαφορία.