Αλλά μοιάζει -αν κι έσχατο πλέον- με την απαγόρευση των καμπανοκρουσιών το Πάσχα που μας πέρασε.
Ποιος είσαι που αποφάσισες κάτι τέτοιο και ποια είναι η ιδιότητά σου;
Σε ποια Ελλάδα μεγάλωσες;
Πήδηξες ποτέ στο νερό Γενάρη μήνα να πιάσεις τον Σταυρό, φοβόσουν ή φθονούσες τα παληκάρια που έβγαιναν απο κει μέσα σαν αστακοί από το κρύο και οι κοπέλες τα θαύμαζαν;
Έβγαινες εσύ να τραγουδήσεις: "Σήμερα τα φώτα και οι φωτισμοί" μωρέ στο χωριό ή στην πόλη σου;
Στριμώχτηκες ποτέ στον μόλο μπας και σε ρίξουν κατά λάθος μέσα και έτσι πέσεις χωρίς να σε γδάρει η μάνα σου που σαι κορίτσι πράμα και σου βαλε τα καλά σου;
Τι μυρίζει μωρέ εσένα η Ελλάδα σου;
(πιτόγυρο σκέφτηκες το νοιώθω)
Η δικιά μου μυρίζει Βασιλικό Γιασεμί και μοσχολίβανο.
Ακτές γιομάτες κοχύλια, φύκια και καλοκαιρινές αγκαλιές και φιλιά ανθρώπων που πήγαν πίσω στην Αθήνα για το χειμώνα.
Φωτιές και πρόβειο γάλα.
Λεβάντες και βιολέτες ...
Σήμερα η Ελλάδα μου μυρίζει μπαρούτι.
Μυρίζει εμφύλιο και σιχαμένο φόβο.
Από γωνία σε γωνία, από βότσαλο σε κοχύλι, από πικροράδικο σε θυμάρι, όλα τα πλάσματα φοβούνται πια.
Παράγινε ο άνθρωπος...
"μέγα πλήγμα ο άνθρωπος"
Αλλά εγώ δεν θέλω να μου πάρουν τον βασιλικό, το γιασεμί και το λιβάνι μου.
Γιατί θέλω τα παληκάρια ατρόμητα και τις κοπέλες να κοκκινίζουν.
Πρόσφατα θεωρούσα ότι πλέον θα μπορούσα να φύγω από δω. Αν είναι να ' μαι "φυλακή" ας είναι τουλάχιστον σε μια "προηγμένη χώρα" που θα εξασφαλίσει το παιδί μου, κάπου που τα αυτονόητα δεν θα υπογραμμίζονται συνεχώς.
Και τότε άνοιξα την πόρτα να πάω έξω κι είδα τον ουρανό.
Και κατάλαβα ότι, ό,τι και να μας πάρουν, εμείς θα χουμε πάντα τον Ουρανό.
Και τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια και το Πάσχα και ότι μας κρατά κοντά στον Ουρανό.
Γιατί έστω κι ένας παπάς να κατέβει στο νερό, έστω και μια ρίζα βασιλικός να θυσιαστεί, θα φύγεις καλικάντζαρε που νομίζεις πως αποφάσισες.
Και όσο για τα γιασεμιά, να το ξέρεις ανθίζουν κρυφά στις καρδιές που εσύ δεν μπορείς να εισέλθεις...