Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ» (6)

Περασμα αγγελου int Η ημέρα της δίκης στο εφετείο

Στὸ δικαστικὸ μέγαρο στὶς 15-11-1961 ὑπῆρχε γενικὴ νευρικότητα σὲ ὅλους τοὺς χειρισμοὺς τῆς δίκης γιατὶ ἦταν ἀμέτρητος λαός. Σχεδὸν ὅλος ὁ λαὸς τῆς Κατερίνης καὶ τῶν περιχώρων ἦταν ἐπικίνδυνα μαζεμένος.
Οἱ ἀρχὲς ἀνησύχησαν σοβαρά. Ἀκόμη καὶ ἡ ἀνωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακῆς Θεσσαλονίκης βρισκόταν σὲ ἑτοιμότητα. Ἀλλὰ κι αὐτὴ σὲ περίπτωση ταραχῶν θὰ ἔχανε τὸν ἔλεγχο.
Σʼ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὁ πιὸ ἔξυπνος καὶ ψύχραιμος χειρισμὸς τῶν ἀρχῶν θὰ ἦταν ὁ ἐξῆς.

Νὰ συνεχιζόταν κανονικὰ ἡ δίκη μὲ τὴν ἀκροαματικὴ διαδικασία. Νὰ ἀκουγόταν μὲ ὑπομονὴ ὅλοι οἱ μάρτυρες. Νὰ ἀκουγόταν καὶ ὁ Καντιώτης καὶ τὸ κλίμα τῆς δίκης νὰ ἦταν ἐναντίον τῶν πορνείων καὶ ὑπὲρ τῆς ἠθικῆς, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ πρωτόδικο κλίμα ποὺ ἦταν ἐναντίον τῶν τιμίων γυναικῶν ποὺ εἶχαν καταδικασθεῖ. Νὰ κατέθετε καὶ νὰ ἀνέπτυσε ὁ Καντιώτης τὶς θέσεις του. Τότε θὰ ἐκτονωνόταν ἡ κατάσταση. Καὶ τέλος μὲ τὴν πανηγυρικὴ ἀθώωση τῶν ἡρωϊκῶν ἐκείνων κατηγορουμένων γυναικῶν ὁ λαὸς θὰ πανηγύριζε γιὰ τὴν ἠθικὴ νίκη καὶ θὰ χειροκροτοῦσε τὰ μέλη τοῦ δικαστηρίου. Ὁ Καντιώτης σὲ λίγο θὰ ἔφευγε καὶ θὰ ἐρχόταν ἡρεμία.
Ὅμως τὸ δικαστήριο δὲν ἐφήρμοσε αὐτὴν τὴν τακτική. Δὲν μπορῶ νὰ γνωρίζω τὰ ἐσωτερικὰ βάθη τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν. Ὅμως εἶχε διαδοθεῖ παντοῦ διὰ τοῦ ψιθύρου ὅτι ὁ Καντιώτης θὰ βγάλει στὴ φόρα ὅλες τὶς παρανομίες. Μποροῦσαν νὰ δικαιώσουν τὶς κατηγορούμενες. Γιατί δὲν τὸ ἔκαναν;

Θυμᾶμαι ἕναν πολιτευτὴ ὑλιστικῶν ἀντιλήψεων ποὺ ἔκανε ραδιοφωνικὴ ἐκπομπὴ μὲ ἀνοιχτὸ τηλέφωνο λίγες μέρες μετὰ τὸ Πάσχα. Ἕνας ἀκροατὴς τοῦ εἶπε ἀντὶ γιὰ χαιρετισμό:

– «Χριστὸς Ἀνέστη».

Ὁ πολιτευτὴς ἔχασε τὴ λαλιά του. Ζοῦσε ἔξω ἀπὸ τὸ κλίμα τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ ἀκροατὴς συνεχίζει ἐπίμονα καὶ τοῦ λέει:

«Περιμένω νὰ ἀκούσω, ἀληθῶς ἀνέστη κύριε…».

Ὁ πολιτευτὴς εἶπε:

– «Στὸ χέρι μας εἶναι νὰ ἀναστήσουμε τὴν κοινωνία».

Δὲν τοῦ πήγαινε τοῦ πολιτευτοῦ ἡ γλώσσα νὰ πεὶ τὸ «ἀληθῶς ἀνέστη».

Καὶ στὴν περίπτωση τῆς δίκης πῶς νὰ πάει ἡ γλῶσσα νὰ εὐθυγραμμισθοῦν μὲ τὸν Καντιώτη!

Τὰ τηλέφωνα τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν ἐξέφραζαν τὴν ταραχὴ καὶ ἀνησυχία.

Τέλος ἡ δίκη ἄρχιζε. Ὁ δικηγόρος κατέθεσε στὸν πρόεδρο τὰ ὀνόματά μας καὶ μᾶς πρότεινε γιὰ μάρτυρες ὑπερασπίσεως.

Πρῶτος κατὰ σειρὰν ἦταν ὁ Καντιώτης. Δεύτερος ὁ συνετὸς καὶ σεβαστὸς Γυμνασιάρχης Πετρόπουλος Νικόλαος, Θεολόγος. Ἐμεῖς ἤμασταν τελευταῖοι στὴ σειρά.

Ἡ ὑπεράσπιση ὀργανώθηκε μὲ ἐπιτελικὴ λεπτομέρεια. Εἴχαμε βρεῖ τὰ παιδάκια ποὺ χωρὶς τὴ γνώση τῶν γονέων τους τὰ ἔστελναν στὸν οἶκο ἀνοχῆς νὰ ἀγοράζουν προφυλακτικά. Ἐπίσης καὶ τὴν 14χρονη κοπελίτσα ποὺ μπῆκαν στὴν αὐλή της κατὰ λάθος οἱ φαντάροι.

Αὐτὰ τὰ παιδιὰ ἐμψυχωμένα τώρα βρισκόταν σὲ ἑτοιμότητα μέσα στὸ ἀκροατήριο καὶ στὴν απραμικρὴ δυσπιστία καὶ ἀμφισβήτηση τῆς κατηγορούσης ἀρχῆς ἤ τοῦ δικαστηρίου, μόλις τὰ καλούσαμε θὰ ἐμφανίζονταν ἀπὸ τὸ πλῆθος νὰ βεβαιώσουν τὸ μέγεθος τῆς προκλήσεως ποὺ περιφρονοῦσε κυνικὰ τὴν κοινὴ γνώμη. Τὸ ἀγωνιστικό μας φρόνημα βρισκόταν σὲ ἔξαρση. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ κόψει τὸ δρόμο τοῦ ἐπαναστατημένου λαοῦ ποὺ ξυπνᾶ κι ἀγωνίζεται.

Ὁ λαὸς μοιάζει μὲ τὸ κοιμισμένο λιοντάρι ποὺ οἱ ἐξουσιασταί του τὸ τρέφουν μὲ ὑπνωτικά. Ἀλλὰ ἄν ξυπνήσει αἰφνιδιαστικὰ τότε ὅλοι σαρώνονται.

Ὁ ξυπνημένος λαὸς μοιάζει μὲ τὸν κρυμμένο ἥλιο ποὺ ἀνατέλλει, ποὺ μόλις διαλύσει τὰ σκοτάδια, τότε ἀμέσως ὅλα τὰ σκοτεινόβια ἐξαφανίζονται καὶ κρύβονται στοὺς κρυψῶνες τους.

Ὁ Βίκτωρ Οὐγκὼ εἶχε πεῖ:

– «Τίποτε δὲν φοβάμαι ὅσο τὴν ἰδέα ποὺ ἦρθε ἡ ὥρα της».

Καὶ τώρα ὁ Καντιώτης τὴν ἠθικὴ ἰδέα τὴν ἔκανε βίωμα τοῦ λαοῦ καὶ τὴν ξύπνησε στὴν ὥρα της. Τὰ πάντα βρισκόταν σὲ ἔκρηξη.

Τὸ δικαστήριο ἄρχιζε. Ὅλοι ἤμασταν ἕτοιμοι γιὰ τὸν δικαστικὸ ἀγῶνα. Διαβάστηκαν τὰ ὀνόματα τῶν κατηγορουμένων καὶ τῶν μαρτύρων. Διαβάστηκε καὶ τὸ κατηγορητήριο.

Οἱ κατηγορούμενες τώρα δὲν εἶναι ἐγκαταλειμμένες στὰ χέρια τῶν ἀντιδίκων. Δίπλα τους εἶναι ὁ δυναμικὸς καὶ πανέξυπνος Καντιώτης ποὺ σὲ κάθε στιγμὴ εἶνα πρόθυμος νὰ παίξει τὸ κεφάλι του κορώνα – γράμματα καὶ πίσω του ἀκολουθεῖ ἕνας ὁλόκληρος λαὸς ποὺ ξυπνᾶ κι ἀγωνίζεται.