Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

Τέσσερα πράγματα δημιουργοῦν ἁμαρτωλοὺς ἐρεθισμοὺς στὸ σῶμα. Ποιὰ εἶναι αὐτά;

Τὸ κοιμηθῆναι εἰς κόρον, ὅταν κοιμᾶται κανεὶς πολύ.
Πράγματι, μὲ τὸν πολὺ ὕπνο θρέφεται ἡ σάρκα καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει καθαρὴ ζωή. Ἀποκτᾶ τότε μία νωθρότητα ὁ μοναχὸς καὶ χάνει τὸ ἄοκνο, χάνει τὴν ἀγρυπνία, χάνει τὴν μελέτη. Ὁ πολὺς ὕπνος βλάπτει κάθε ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ ἐπιτύχει κάτι στὴν ζωή του. 
Καὶ φαγεῖν εἰς πλησμονήν, καὶ τὸ νὰ τρώγει τόσο, ὥστε νὰ χορταίνει.
Ἡ ἐντολὴ τῶν Πατέρων εἶναι νὰ τρώγει κανεὶς τόσο μόνον, ὅσο χρειάζεται γιὰ νὰ συνεχίσει τὴν ζωή του, καὶ πάντοτε νὰ πεινᾶ. Ἡ πεῖνα εἶναι στοχεῖο μνήμης τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως, ἡ πλησμονὴ τῆς γαστρὸς εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος ζεῖ χωρὶς Θεόν, ὁ ὁποῖος εἶναι νωθρὸς στὴν πνευματικὴ ζωή του καὶ δὲν ἔχει πνευματικὴ ἢ ἄλλη δημιουργία. Δὲν ζεῖ φυσικὰ καὶ ὁμαλά, γι’ αὐτὸ προσπαθεῖ νὰ ἀναπληρώσει τὴν φυσικότητα τῆς ζωῆς του μὲ τὸ πολὺ φαγητό. Ἰδιαίτερα, ἂν τὸ φαγητὸ μᾶς ἀρέσει, τότε ἐκεῖ ὑπάρχει τέλεια ἁμαρτία. 

Καὶ ἀπὸ εὐτραπελίας.
Εὐτραπελία εἶναι ὄχι ἁπλῶς νὰ λέγει κανεὶς ἀνάρμοστους λόγους, ἀλλὰ νὰ εἶναι καὶ εὔκολος στὸ νὰ τρέπεται σὲ λόγους. Ἄνθρωπος ἐπιρρεπὴς στοὺς λόγους, καὶ ἂν δὲν εἶναι ἐν πορνικαῖς διαθέσεσι, ἔστω καὶ καλυμμένες κάτω ἀπὸ μύρια καλύμματα, θὰ περιπέσει ὁπωσδήποτε. Διότι τὸ ἐπιρρεπὲς στοὺς λόγους εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ βασανιστικὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ θέλουν νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεὸν καὶ ἀποκαλύπτει τὴν σκληρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ. 

Ὅταν ἔχεις ἐνώπιόν σου τὴν αἴσθηση κάποιου μεγάλου, δὲν μιλᾶς, μόνον τὸν βλέπεις καὶ ἀκοῦς ἢ ἀπαντᾶς σὲ ὅ,τι σὲ ρωτᾶ. Τὸ ὅτι ὁμιλῶ, φανερώνει ὅτι δὲν ἔχω μπροστά μου τὸ ὅραμα τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχω προοπτικὴ ποὺ μὲ ὁδηγεῖ στὸν οὐρανό. Τὰ λόγια εἶναι σημάδια ποὺ κρύβουν ὅλες τὶς ἁμαρτίες, ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικές, διότι καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ καὶ ἡ κρίση τοῦ ἀνθρώπου συγχύζονται. Μιλώντας ἢ ἀκούγοντας ἄλλους νὰ μιλοῦν, συμφύρεσαι μὲ ὅλον τὸν κόσμον, τὸν ὁποῖον φέρνεις μπροστά σου ἤ σο τὸν φέρνουν. Ἐρημώνει τότε ἡ ψυχή σου, ξεγυμνώνεται τὸ πνεῦμα σου, καὶ μένει πλέον ἡ σάρκα ἀνίκανη, νὰ ἀντισταθμίσει τὸ καλό, ὅποτε τί θὰ κάνει; θὰ πέσει σὲ ὅλες τὶς δυσωδίες. 

Καὶ ἀπὸ κοσμήσεως.
Κόσμησις εἶναι ἡ φροντίδα καὶ ἡ περιποίησις τοῦ ἑαυτοῦ μας, τοῦ περιβάλλοντός μας, οἱουδήποτε πράγματός μας, τὸ νὰ θέλωμε νὰ γίνονται ὅλα ὄμορφα. Ἰδιαίτερα ἡ κόσμησις τοῦ ἑαυτοῦ μας – τὸ πλύσιμο, τὸ χτένισμα, τὸ περιποιημένο ροῦχο -, ὅσο καὶ νὰ ποῦμε ὅτι μᾶς τὴν ἐπιβάλλει ὁ χρόνος ἢ ὁ χῶρος, στὴν πραγματικότητα δείχνει ἐσωτερικὴ κοσμικότητα. Τὸ ὑπερβολικὸ λοιπὸν φαγητό, ὁ ὑπερβολικὸς ὕπνος, ἡ εὐτραπελία καὶ ἡ κόσμησις πληθύνουν τὴν πορνεία ἐν τῷ σώματι.