Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

Από τις ΜΕΘ των νοσοκομείων, στη ΜΕΘ της Εκκλησίας

 

Κισιώτης Στέφανος, θεολόγος

Εποχή του κορωνοϊού. Μια οδυνηρή πραγματικότητα. Όπως εξελίσσονται τα πράγματα, όλοι θα μολυνθούμε. Ποιοι θα ζήσουν και ποιοι θα πεθάνουν είναι άγνωστο. Το σύστημα Υγείας στην Πατρίδα μας έφτασε στα όριά του. Οι ειδικοί και οι αρμόδιοι ομολογούν ότι δεν αντέχει. Ακόμη κι αν σε κάθε σπίτι είχαμε από ένα γιατρό και από ένα νοσηλευτή κι αν μπορούσαμε να στήσουμε μια ΜΕΘ, το θετικό ιατρικό αποτέλεσμα θα ήταν αμφίβολο. Ο θάνατος πλησιάζει όλο και περισσότερο τους ανθρώπους. Ο φόβος απλώνεται σχεδόν σε όλους. Δεν είναι καιρός για εφησυχασμό. Στις μέρες μας επιβεβαιώνεται καθημερινά αυτό που διδάσκει η Αρχαία Τραγωδία ότι ως άνθρωποι είμαστε «άποροι και αμήχανοι». Δεν υπάρχει για μας η λύτρωση, ο τρόπος διαφυγής, η οδός της σωτηρίας…

Κι αν ο κορωνοϊός ηττηθεί, ο θάνατος έρχεται ως η τελική κατάληξη της επίγειας ζωής από αμέτρητες αιτίες, αλλά και ως φθορά σε κάποια ηλικία… Λοιπόν, τι κάνουμε; Υπάρχει αδιέξοδο! Ο θάνατος μάς περιμένει όλους, είναι η τελική κατάληξη όλων των ανθρώπων γενικά, χωρίς καμιά εξαίρεση.

Όμως, εκτός από την αντιμετώπιση της πανδημίας και το ζήτημα της ασθένειας γενικά με την ιατρική επιστήμη, αλλά και το ζήτημα του θανάτου, υπάρχει και ένας άλλος τρόπος προσέγγισης όλης αυτής της αδιέξοδης κατάστασης. Στην Παράδοσή μας, στην πίστη μας, στην εκκλησιαστική ζωή, σεβόμενοι απόλυτα την ιατρική επιστήμη, μαθαίνουμε να ζούμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να αντιμετωπίζουμε  τις όποιες δυσκολίες της ζωής, με κυριότερη τον θάνατο. Μαθαίνουμε, πώς να «πεθαίνουμε».

 Η Ορθόδοξη Εκκλησία καλεί τον πιστό να αγωνιστεί και να αποκτήσει η ζωή του πνευματικό περιεχόμενο, χωρίς να απομακρύνεται από τον κόσμο, αλλά ζώντας μέσα σ’  αυτόν. Τον καλεί να ζήσει στον κόσμο, χωρίς να αποκτήσει απόλυτη ταύτιση μ’ αυτόν. Να χρησιμοποιεί τον κόσμο στα όρια της ελευθερίας. Να μην υποτάσσεται σ’ αυτόν, στην ύλη. Να τον αξιοποιεί για το συμφέρον όλων των ανθρώπων, γιατί η εν Χριστώ ζωή του δίνει όραμα ζωής με τελικό στόχο την ελευθερία από τις όποιες δεσμεύσεις συνταιριασμένη πάντοτε με την αγάπη.

Αγωνιζόμενος ο πιστός να αποκτήσει αυτές τις πνευματικές προϋποθέσεις, αλλά και σε όποιο πνευματικό επίπεδο  φτάσει, ζει - βιώνει την ζωή του Χριστού στο μέτρο της πίστεώς του. Το πιο σημαντικό απ’ αυτή την ζωή είναι ότι αντιμετωπίζει την τελική κατάληξη της ζωής του, τον θάνατο, ο οποίος για τον πιστό «ουκ έσται έτι», γιατί ο Χριστός ανέστη εκ των νεκρών «θανάτω θάνατον πατήσας». Αυτός είναι «η Ζωή και η Ανάσταση». Αυτή είναι η ουσία της χριστιανικής ζωής. Ο θάνατος για τον πιστό είναι «κοίμηση», ύπνος. Γι’ αυτό και ο νεκρός λέγεται «κεκοιμημένος» και «μακαρίτης», δηλ. ευτυχισμένος και τα νεκροταφεία, «κοιμητήρια».

Ο θάνατος είναι τραγικό γεγονός. Ιδιαίτερα μάλιστα στην παρούσα περίοδο όπου χιλιάδες άνθρωποι νοσούν και πεθαίνουν και των οποίων ο θάνατος είναι φρικτός. Δυστυχώς όμως, στην εποχή μας ζούμε μακριά από την πνευματική μας Παράδοση, χωρίς πίστη, χωρίς ελπίδα είτε γιατί την αγνοούμε είτε γιατί την απορρίπτουμε. Η φωνή της Εκκλησίας θεωρείται εξωπραγματική. Τελικά, εφαρμόζουμε στην καθημερινή μας ζωή αυτό που αναφέρει ο απόστολος Παύλος: «φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Γι’ αυτό ο κοσμικός - καταναλωτικός- υλιστικός τρόπος ζωής, που είναι χωρίς Χριστό, καταλήγει στο θάνατο. Είναι ένα τέλος χωρίς καμιά συνέχεια.   

Στις μέρες μας η εισαγωγή των νοσούντων στις ΜΕΘ δίνει μια ελπίδα ζωής ή και ίαση και επαναφορά των ασθενών στην προηγούμενη υγειά ζωή τους. Όλος αυτός ο αγώνας είναι αξιέπαινος και αξιοθαύμαστος για τους μοχθούντες γιατρούς και νοσηλευτές! Μαζί με αυτούς πρέπει να τιμήσουμε και τον αγώνα  των ειδικών επιστημόνων για την ανακάλυψη φαρμάκων και εμβολίων που θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της πανδημίας.

Όμως, όπως είπαμε, ο θάνατος κάποια στιγμή θα επανέλθει. Γι’ αυτό η Εκκλησία προτείνει, αφού πρώτα στηρίζει την προσπάθεια και τον αγώνα γιατρών και νοσηλευτών, αλλά και όσων μοχθούν εργαστηριακά, προτείνει την εν Χριστώ ζωή, η οποία στηρίζει τον άνθρωπο πνευματικά και τον οπλίζει με την δύναμη εκείνη που νικά τον θάνατο, τον κάθε θάνατο. Υπάρχει μια Ορθόδοξη ΜΕΘ η οποία παράλληλα με την νοσοκομειακή δημιουργεί τα μόνα «αντισώματα» που πολεμούν  τον θάνατο. Αυτή είναι η: Μετάνοια – Εξομολόγηση – Θεία Κοινωνία.  Γι’ αυτό και οι ναοί πρέπει να ανοίξουν. Δεν μπορεί να είναι κλειστοί. Είναι η μόνη εστία Ζωής, παρηγοριάς και ελπίδας. Μέσα στις Εκκλησιές κρύβεται με τρόπο μυστικό και προσφέρεται σ’ όσους το επιθυμούν το Φάρμακο της Ζωής, το Φάρμακο της Αθανασίας, ο ίδιος ο Χριστός. Αν δεν ταπεινωθούμε, αν δεν μετανοήσουμε για τον υλιστικό και απάνθρωπο τρόπο ζωής  που ζούμε, θα βρισκόμαστε δυστυχώς σε πνευματικό αδιέξοδο, με τρομερά  αναπάντητα ερωτήματα και με πολλά «γιατί», τα οποία βασανιστικά  θα μας ταλαιπωρούν  και θα μας τρώγουν την ζωή. Γιατί είναι αλήθεια, πως ο χρόνος της ζωής μας κυλά και φεύγει με διάφορα και αδιάφορα ταυτόχρονα ενδιαφέροντα, όπου εικόνες, ειδήσεις, ασχολίες, νέα και παλαιά… διαδέχονται το ένα το άλλο ασταμάτητα. Τότε  χάνεται η ουσία της ζωής μας, τότε νιώθουμε ένα απύθμενο κενό μέσα μας, τότε ο θάνατος έρχεται καθημερινά και μας πλησιάζει. Κι όσο κι αν τον αποκρύβουμε με όλα τα εφήμερα και ρέοντα που κάνουμε, αυτός μας πλησιάζει μέρα με τη μέρα. Ο Παύλος επιμένει λέγοντας να ζούμε: «τον καιρόν εξαγοραζόμενοι».

Ο Ορθόδοξος τρόπος ζωής δεν είναι φενάκη, δεν είναι  ψέμα ή απάτη. Στηρίζεται πάνω στην Ορθόδοξη Ανθρωπολογία, στην μελέτη της ανθρώπινης ύπαρξης. Στηρίζεται στην Θεολογία, η οποία ως εμπειρική επιστήμη, διδάσκει την κάθαρση του ανθρώπου από πάθη και αδυναμίες, μέσω της ασκητικής – αγωνιστικής πνευματικής ζωής, μέσω της προσευχής, της λατρείας του αληθινού Θεού και με τον τρόπο αυτό μας οδηγεί στη βίωση των μυστηρίων της Εκκλησίας. Το πιο σημαντικό, μαζί με όλα αυτά, είναι η συμμετοχή του πιστού στη Θεία Κοινωνία, όπου ο άνθρωπος γεύεται Σώμα και Αίμα Χριστού «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον».

Γι’ αυτό επιμένουμε: Πρέπει να μπούμε ενσυνείδητα  στην ΜΕΘ της Εκκλησίας, για  μια νέα ζωή, για να αποκτήσουμε δυνάμεις πνευματικές και αυτοπεποίθηση. Γι’ αυτό οι Εκκλησίες πρέπει να είναι ανοιχτές. Μέσα σ’ αυτές ο κάθε πιστός  που θέλει  μπορεί να ζήσει την εν Χριστώ ζωή δια Πνεύματος Αγίου. Γιατί η Εκκλησία θα του παράσχει την ουσιαστική ελπίδα και την βέβαιη πίστη ότι ο θάνατος δεν είναι αθάνατος! Ότι υπάρχει ουσιαστική και ατέλειωτη ζωή που συνεχίζεται στην αιωνιότητα. Στην Εκκλησία πιστεύουμε, μετά πάντων των Αγίων, ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, που έγινε άνθρωπος, που πέθανε πάνω στον Σταυρό και αναστήθηκε. Με τον θάνατό Του προσέλαβε στον εαυτό Του τον θάνατο, τον νίκησε και τον κατήργησε με την Ανάστασή Του. Γι’ αυτό η σχέση του κάθε πιστού που μετέχει στη ζωή του Χριστού, κάνει τον πιστό μέτοχο της Ζωής και της Ανάστασης του Χριστού. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας εύχεται: «τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών εν ειρήνη και μετανοία εκτελέσαι». Και αμέσως μετά, «χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών… και καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος του Χριστού αιτησώμεθα».

Αυτές οι πνευματικές προϋποθέσεις υποστασιάζονται, παίρνουν σάρκα και οστά, όταν ο πιστός μετέχει στη Θεία Ευχαριστία, η οποία και γι’  αυτό και ονομάζεται Θεία Κοινωνία.

Αν κρατήσουμε τις Εκκλησίες μας κλειστές, τότε οδηγούμε τους Ορθόδοξους πιστούς, τον λαό μας, σε φτώχεια πνευματική και σε πραγματικό αδιέξοδο, «άπορο» και «αμήχανο». Τότε αυτή η πανδημία, που ζούμε, θα κυριαρχήσει  στις ψυχές  και στα σώματα των ανθρώπων, οι οποίοι θα μαστίζονται ταυτόχρονα από «πείνα» και «δίψα» πνευματική.