Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Ο άνθρωπος ως απόγονος του Αδάμ

 

Κατά το πνεύμα της Αγίας Γραφής και μάλιστα της Καινής Διαθήκης και κατά την ερμηνεία και το πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας, κάθε άνθρωπος που έρχεται σ’ αυτόν τον κόσμο είναι απόγονος του Αδάμ, και επομένως έχει μέσα του τη φθορά, έχει μέσα του την αμαρτία. Την αμαρτία ως αρρώστια· όχι απλώς ότι έκανε τούτο κι εκείνο. Και αυτό ξεκινάει από την πτώση των πρωτοπλάστων.

Η φθορά, η ασθένεια, ο πόνος, η κακοδαιμονία γενικώς, είναι συνέπειες της αμαρτίας, συνέπειες της πτώσεως, κατά το πνεύμα των Πατέρων και της Αγίας Γραφής, και δεν είναι τιμωρία του Θεού. Είναι φυσική συνέπεια της πτώσεως.

Δηλαδή, ο άνθρωπος δεν αρρωσταίνει, δεν παθαίνει, δεν υποφέρει, δεν θλίβεται, δεν βασανίζεται σ’ αυτόν τον κόσμο, διότι τον τιμωρεί ο Θεός. Δεν βγάζει, όπως λέει η Παλαιά Διαθήκη (Γέν. 3:16-19), η γη αγκάθια, ούτε φέρνει στον κόσμο η γυναίκα τα παιδιά της με τον πόνο που τα φέρνει, διότι τιμωρήθηκε από τον Θεό, αλλά διότι αυτά είναι η φυσική συνέπεια της πτώσεως.

Οι μη ορθόδοξοι, δηλαδή οι καθολικοί και οι προτεστάντες, πιστεύουν ότι ο Θεός θύμωσε με την πτώση του ανθρώπου και πάταξε, τιμώρησε τον άνθρωπο.

Κατά την ορθόδοξη θεολογία ο Θεός είναι πάντοτε ο αγαθός Θεός, ο γεμάτος αγάπη Θεός· είναι πάντοτε ο Θεός που θέλει τη σωτηρία του ανθρώπου. Είναι ο Θεός που δεν θυμώνει, δεν οργίζεται, και ό,τι συμβαίνει στον άνθρωπο, συμβαίνει, διότι αυτή είναι η φυσική συνέπεια της αμαρτίας του.

Όπως ένα μικρό παιδί το οποίο φεύγει από το χέρι της μητέρας του, καθώς περπατούν στον δρόμο, στην εξοχή, και σκοντάφτει, πέφτει και κτυπάει στο γόνατό του. Δεν κτύπησε, δεν μάτωσε, δεν πονάει, επειδή το τιμώρησε η μητέρα του, αλλά επειδή έφυγε από το χέρι της μητέρας του.

Όλα αυτά που βρήκαν τον άνθρωπο και τον βασανίζουν μέχρι σήμερα και θα τον βασανίζουν, ενόσω θα υπάρχει στον κόσμο αυτό, οφείλονται στο ότι φεύγει από το χέρι του Θεού. Όχι ότι τον σπρώχνει ο Θεός ή του λέει «καλά να πάθεις». Φεύγει ο ίδιος ο άνθρωπος, πάει πιο πέρα και σκοντάφτει. Ζει δηλαδή στο σκοτάδι, ζει έτσι που να σκοντάφτει, να πέφτει και να πληγώνεται.

Κατά το πνεύμα της Αγίας Γραφής γενικότερα και ειδικότερα της Καινής Διαθήκης και κατά το πνεύμα των Πατέρων, όλα αυτά κατ’ αρχήν συμβαίνουν, διότι ο άνθρωπος έκανε του κεφαλιού του και έγινε αντάρτης απέναντι στον Θεό. Συγχρόνως όμως είναι επίσης και μια παιδαγωγία.

Ενώ όλα αυτά που συμβαίνουν και στον καθένα μας και στους γύρω μας και σ’ εκείνους που είναι μακριά μας είναι κακά, ενώ αυτά καθ’ εαυτά είναι κόλαση, ενώ αυτά καθ’ εαυτά είναι θάνατος, φθορά, θλίψη, βάσανο και ό,τι χειρότερο μπορεί να φαντασθεί ο άνθρωπος, ενώ λοιπόν αυτά καθ’ εαυτά είναι αυτό που βλέπουμε και αυτό που ζούμε, όμως μέσα στη χάρη του Θεού, μέσα στην ευσπλαχνία και στην αγάπη του Θεού είναι μέσα τα οποία χρησιμοποιεί ο Θεός, για να οδηγήσει τον άνθρωπο στη σωτηρία.

Είναι παιδαγωγικά μέσα, τα οποία χρησιμοποιεί ο Θεός τελικά για τη σωτηρία του ανθρώπου, για το καλό του ανθρώπου. Ακόμη και ο θάνατος. Λένε πολύ-πολύ συγκεκριμένα και χαρακτηριστικά οι Πατέρες ότι ο θάνατος θέτει τέρμα στο κακό, και δεν το αφήνει να γίνει αθάνατο στον άνθρωπο. (*)

Και ο θάνατος δηλαδή, που είναι η μεγαλύτερη, η φοβερότερη, η τρομερότερη συνέπεια της αμαρτίας, της πτώσεως, είναι για το καλό του ανθρώπου.

 (*) Βλ. Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Έργα, εκδ. “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, τόμ. 5, Θεσσαλονίκη, σ. 56.

 Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Γονείς και παιδιά”, τόμος Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2004, σελ. 159.