Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6, 31)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς μιλήσω ἁπλᾶ.
Ἠ περικοπὴ αὐτὴ περιέχει ἕνα νόμο. Περὶ νόμου λοιπὸν θὰ εἶνε
σήμερα ὁ λόγος. Γιὰ νόμους μιλᾶνε οἱ φυσικοὶ ἐπιστήμονες, γιὰ νόμους
μιλᾶνε οἱ δικηγόροι καὶ οἱ δικασταί, γιὰ νόμο μιλάει καὶ τὸ
Εὐαγγέλιο. Ἀπ᾽ ὅλους αὐτοὺς τοὺς νόμους ποιός εἶνε ὁ ἀνώτερος; Ἐγὼ
νομίζω, ὅτι ἀνώτερος, ἡ κορυφὴ ὅλων τῶν νόμων, εἶνε αὐτὸς ποὺ ἀκούσαμε
σήμερα στὸ εὐαγγέλιο.
* * *
⃝ Ὑπάρχουν, ἀδελφοί μου, νόμοι φυσικοί.
῾Ρίξτε μιὰ ματιὰ τὴ νύχτα στὸν οὐρανό. Πόσα εἶνε τὰ ἄστρα;
Ἑκατομμύρια, δισεκατομμύρια, ἀμέτρητα. Τὸ καθένα ἔχει δρομολόγιο,
ὅπως τὰ πούλμαν. Καὶ ἡ γῆ ἕνα πούλμαν εἶνε ποὺ τρέχει μέσα στὸ ἄπειρο
καὶ κάνει ἕναν ὁλόκληρο κύκλο σὲ 365 μέρες. Ἄλλο ἀστέρι κάνει κύκλο σὲ 1
χρόνο, ἄλλο σὲ 2, ἄλλο σὲ 3, ἄλλο σὲ 5 ἢ 10 χρόνια. Κι αὐτὸς ὁ ἥλιος,
ποὺ φαίνεται ἀκίνητος, ἔχει ἕνα τεράστιο δρομολόγιο. Καὶ τὰ δρομολόγια
αὐτὰ εἶνε στὴν ὥρα τους, ἔχουν ἀκρίβεια, ρολόι ζενίθ.
Ποιός τὰ ἔφτειαξε, τὰ ῥύθμισε, τὰ κυβερνᾷ; Μία ἡ ἀπάντησις· ὁ
Θεός. «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ
ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψαλμ. 18,2). Καὶ πῶς τὰ κυβερνᾷ ὁ Θεός; Ἔχετε
δεῖ τὴν πρωτοχρονιὰ παιδάκια νὰ κρατοῦν μπαλλόνια; Ὅπως τὸ παιδὶ
κρατάει μὲ μιὰ κλωστὴ τὰ μπαλλόνια, ἔτσι ὅλα αὐτὰ τὰ οὐράνια σώματα τὰ
κρατάει ὁ Θεὸς μὲ μιὰ ἄλλη ἀόρατη κλωστή. Ἡ κλωστὴ αὐτή, λένε οἱ
φυσικοί, εἶνε ὁ νόμος τῆς παγκοσμίου ἕλξεως ποὺ κάνει τὸ ἕνα νὰ
ἕλκεται ἀπὸ τὸ ἄλλο. Πῶς γίνεται αὐτό; Μυστήριο· ἂν ρωτήσῃς τοὺς
ἐπιστήμονες τί εἶνε αὐτὴ ἡ ἕλξις, δὲν μποροῦν νὰ τὸ ἐξηγήσουν. Τὰ
κρατάει ὅλα αὐτὰ στὸ χέρι του ὁ Μεγαλοδύναμος καὶ τὰ κυβερνάει μὲ τὸ
νόμο τῆς παγκοσμίου ἕλξεως. Κόπηκε ἡ κλωστὴ τοῦ παιδιοῦ; ἔφυγαν τὰ
μπαλλόνια· κόπηκε ἡ κλωστὴ τοῦ χαρταετοῦ; πάει ὁ ἀετός. Ἂν λοιπὸν
σταματήσῃ νὰ λειτουργῇ ὁ νόμος τῆς παγκοσμίου ἕλξεως, θὰ γίνουν ὅλα
συντρίμμια. Ὅπως τ᾽ αὐτοκίνητα, ἂν χάσουν τὸ φρένο, τρακάρει τὸ ἕνα
πάνω στ᾽ ἄλλο, ἔτσι καὶ τὰ οὐράνια σώματα· θὰ γίνῃ ἕνα ἀπέραντο ἐρείπιο.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νόμο τῆς παγκοσμίου ἕλξεως ὑπάρχουν κι ἄλλοι
φυσικοὶ νόμοι, τοὺς ὁποίους σπουδάζουν οἱ ἐπιστήμονες. Ἡ ἐπιστήμη δὲν
κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ ἀνακαλύπτει, μελετᾷ κ᾽ ἐκμεταλλεύεται τοὺς
νόμους ποὺ ἔθεσε ὁ Θεός.
⃝ Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους ὑπάρχει καὶ ἄλλος νόμος, ὁ ἠθικὸς νόμος.
Δηλαδή· ὅπως τὰ ἄστρα ἔχουν τροχιὰ στὴν ὁποία βαδίζουν, ἔτσι ὁ
Θεὸς ἔθεσε ὁρισμοὺς καὶ γιὰ τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Γιατὶ κάθε
ἄνθρωπος τί εἶνε; ἕνα ἄστρο ἔμψυχο. Κι ὁ Θεός, ὅπως κυβερνᾷ τὸ ὑλικὸ
σύμπαν μὲ τὸ νόμο τῆς ἕλξεως, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ ἔθεσε ἄλλους νόμους. Ἀλλὰ τὰ
μὲν οὐράνια σώματα δὲν ἐκτρέπονται ἀπὸ τὸ δρομολόγιό τους, ἐνῷ ὁ
ἄνθρωπος, λόγῳ τῆς ἐλευθερίας ποὺ ἔχει, δὲν θέλει νὰ βαδίζῃ πάντοτε
ἐπάνω στὸ δρομολόγιο ποὺ τοῦ ὥρισε ὁ Θεός· γι᾽ αὐτὸ στὶς ἀνθρώπινες
κοινωνίες καὶ τὰ ἔθνη συμβαίνουν συγκρούσεις.
Τί ὥρισε ὁ Θεός; Πόσα δάχτυλα ἔχετε; Δέκα. Κόβεις ἕνα δάχτυλό
σου; Ὄχι. Δέκα δάχτυλα ἔχεις, δέκα ἐντολὲς ὑπάρχουν· αὐτὸς εἶνε ὁ
Δεκάλογος. Ἂν ἡ ἀνθρωπότης ὑπήκουε σ᾽ αὐτὸν ὅπως ὁ ἥλιος τὸ φεγγάρι τὰ
ἄστρα ὑπακούουν στὸν παγκόσμιο νόμο τῆς ἔλξεως, θὰ ὑπῆρχε ἁρμονία.
Ὅπως ὑπάρχει ἁρμονία στὸν οὐράνιο κόσμο, ἔτσι θὰ ὑπῆρχε κ᾽ ἐδῶ στὴ γῆ.
Τὸ λέμε στὴν κυριακὴ προσευχή, μὰ ποιός τὸ προσέχει· «Γενηθήτω τὸ θέλημά
σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,10). Ὅπως γίνεται στὸν
οὐρανό, ποὺ ἄγγελοι καὶ οὐράνια σώματα ἐκτελοῦν τοὺς ὁρισμούς σου,
ἔτσι κ᾽ ἐδῶ στὴ γῆ νὰ τηροῦμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ νόμο σου.
Δὲν ἐκτελοῦμε δυστυχῶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἂν πῇς σὲ κάποιον,
Κόψε τὸ δάχτυλό σου, δὲν τὸ κόβει, ἀλλὰ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ τὸν κόβει.
Περιέκοψαν τὸν Δεκάλογο, ἐλάχιστες ἐντολὲς κράτησαν. Εἴδατε ἄνθρωπο μὲ
κομμένα δάχτυλα; Ἐγὼ εἶδα· θλιβερό. Μὰ τὸ πιὸ θλιβερὸ εἶνε ὅτι
πολλοὶ εἶνε ἠθικὰ κουλοί· ὁ ἕνας κόβει μία ἐντολή, ὁ ἄλλος ἄλλη…· ἔτσι
στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία δημιουργοῦνται συγκρούσεις.
⃝ Τὶς διάφορες ἀταξίες, ποὺ συμβαίνουν στὴν κοινωνία, ἔρχονται νὰ τὶς διορθώσουν οἱ νόμοι τῶν ἀνθρώπων, οἱ νόμοι τοῦ κράτους.
Καὶ βγαίνουν πλῆθος νόμοι. Γιατί; Μόλις ψηφίζεται καὶ
ἐφαρμόζεται ἕνας νόμος, κάποιοι φωνάζουν· Ἄδικος! Καὶ βγαίνει ἄλλος
νόμος, κατόπιν ἄλλος, ἄλλος… Κάθε νόμος ἱκανοποιεῖ τοὺς μέν, ἀλλὰ
δυσαρεστεῖ τοὺς δέ. Γιατὶ ὅλοι εἶνε ἀτελεῖς. Ἔτσι καὶ στὸ κράτος μας.
Ρώτησα ἕναν ἀρεοπαγίτη· –Μπορεῖτε νὰ γνωρίζετε ὅλους τοὺς νόμους;
–Ἀδύνατον, πάτερ· ἀπ᾽ τὸν καιρὸ τοῦ Ὄθωνος καὶ τοῦ Καποδίστρια μέχρι
σήμερα ἔχουν ψηφιστῆ εἰκοσιπέντε χιλιάδες νόμοι! καὶ συνεχῶς βγαίνουν
ἄλλοι. Καὶ ὅ,τι γίνεται στὴν Ἑλλάδα, γίνεται παντοῦ.
Τὸ ἀποτέλεσμα. Παλιὰ οἱ γιαγιάδες, ἐκεῖ ποὺ ἔπλεκαν, πήγαινε ὁ
μικρός, ὁ διαβολάκος, καὶ παίζοντας τοὺς μπέρδευε τὸ κουβάρι, κι αὐτὲς
παιδεύονταν μετὰ νὰ τὸ ξεμπλέξουν. Ἔ, ἔτσι εἶνε σήμερα. Ὁ κόσμος μας
κατήντησε κουβάρι μπερδεμένο· οἱ νομοθέτες μάταια προσπαθοῦν νὰ τὸ
ξεμπλέξουν, καὶ στὴν προσπάθειά τους αὐτὴ τὸ μπλέκουν περισσότερο.
* * *
Ἐμπρός, ἀδέρφια μου, ἐμπρός!
Ὑπάρχει μιὰ χρυσῆ κλωστή, ποὺ ἅμα τὴν τραβήξῃς τὸ κουβάρι θὰ ξεμπλέξῃ.
Ποιά εἶνε, Χριστέ μου, ἡ κλωστή; Εἶνε ὁ θεῖος νόμος! Ἔχουμε αὐτιά;
Νάτο – τ᾽ ἀκούσατε; Αὐτὰ ὅλα τὰ εἶπα, γιὰ νὰ φτάσω στὸ νόμο αὐτόν.
Ποιός εἶνε ὁ νόμος; Εἶνε νόμος ἀλληλεγγύης, τὸν ὁποῖο διατύπωσε ὁ
Χριστὸς μὲ πέντε λόγια. Νὰ ψάξῃς ὅλα τὰ βιβλία, φιλοσοφίες, κοράνια
κ.τ.λ., δὲν θὰ βρῇς τελειότερο νόμο. Τί λέει ὁ Χριστός· «Καθὼς θέλετε
ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ.
6, 31). Εἶνε σὰν τὸ νόμισμα, ποὺ ἔχει δύο ὄψεις. Νὰ τὸ κάνω λιανὰ νὰ τὸ
καταλάβετε; Μερικὰ παραδείγματα καὶ τελείωσα.
Τρία εἶνε τὰ ἀπαραίτητα γιὰ κάθε ἄνθρωπο.
Τὸ πρῶτο εἶνε ἡ περιουσία. Δὲν λέω γιὰ τεράστιες περιουσίες·
αὐτὲς εἶνε τοῦ διαβόλου. Ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὰ λίγα καὶ ἀναγκαῖα· μιὰ
καλύβα, μιὰ καρέκλα… Ὅσο φτωχὸς καὶ νά ᾽σαι, θά ᾽χῃς ἕνα πουκάμισο. Καὶ
Διογένης νὰ γίνῃς, θά ᾽χῃς ἕνα πιθάρι νὰ μπαίνῃς μέσα. Ἕνας μόνο ἦταν
τελείως ἀκτήμων, ὁ Χριστός· δὲν εἶχε «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ.
8,20. Λουκ. 9,58). Καὶ ἐρωτᾷ ὁ Χριστός· Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ σὲ κλέψῃ, νὰ
σὲ γελάσῃ στὸ ζύγι, νὰ σοῦ φάῃ τὸ μεροκάματο, νὰ σὲ ἀπατήσῃ; Ὄχι! Ἔ,
ἔτσι κ᾽ ἐσὺ νὰ μὴν τὸν κλέψῃς. Τὸ κλεμμένο εἶνε φωτιά. Λέει ὁ ἅγιος
Κοσμᾶς· ἂν ἕνας τσοπᾶνος ἔχῃ 100 πρόβατα καὶ μέσ᾽ στὸ κοπάδι του ῥίξῃ 1
κλεμμένο, θὰ χάσῃ καὶ τὰ ἄλλα. Ὅπως λοιπὸν θέλεις οἱ ἄλλοι νὰ
σέβωνται τὰ δικά σου, κ᾽ ἐσὺ νὰ σέβεσαι τὰ δικά τους.
Τὸ δεύτερο εἶνε ἡ ζωή. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάρῃ μαχαίρι νὰ σοῦ
κόψῃ τὴ μύτη ἢ τ᾽ αὐτί, νὰ σὲ ἀκρωτηριάσῃ; νὰ βάλῃ δυναμίτη στὸ σπίτι νὰ
σοῦ τινάξῃ στὸν ἀέρα τὴν οἰκογένεια; νὰ ῥίξῃ στὸ φαΐ σου δηλητήριο; νὰ
νοθεύσῃ τὸ φάρμακό σου; Ὄχι! Ἔ, ὅπως θέλεις οἱ ἄλλοι νὰ σέβωνται τὴ
ζωή σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ τὴ δική τους.
Πάνω ἀπ᾽ ὅλα ὅμως εἶνε ἡ τιμή. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ προσβάλῃ τὴν
οἰκογενειακή σου τιμή, νὰ ἀτιμάσῃ τὴ γυναῖκα ἢ τὸ κορίτσι σου; Ὄχι,
προτιμῶ νὰ πεθάνω! Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ θέλεις νὰ σέβωνται οἱ ἄλλοι τὴν τιμὴ
τῆς οἰκογενείας σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ νὰ σέβεσαι τὴν τιμή τους. Αὐτὸ
σημαίνει «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε
αὐτοῖς ὁμοίως».
Εἶνε δύσκολα αὐτά; Δὲν θέλεις νὰ σοῦ κάνουν κακό, μὴν κάνῃς κ᾽
ἐσύ. Αὐτὴ εἶνε μία ἡ πλευρά, ἡ ἀρνητική. Ἡ ἄλλη, ἡ θετική, ποιά εἶνε·
πεινᾷς, θέλεις νὰ σοῦ δώσουν ψωμί· διψᾷς, νὰ σοῦ δώσουν νερό· εἶσαι
γυμνός, νὰ σὲ σκεπάσουν· εἶσαι ἄστεγος, νὰ σὲ στεγάσουν· εἶσαι
ἄρρωστος, θέλεις γιατρὸ – φάρμακο· ἢ πέθανε ὁ πατέρας σου; νὰ σ᾽
ἐπισκεφθοῦν. Ὅπως θέλεις οἱ ἄλλοι νὰ σοῦ κάνουν καλό, κάνε κ᾽ ἐσὺ καλό.
Αὐτὸς εἶνε ὁ τέλειος νόμος, δὲν ὑπάρχει ἄλλος.
Λένε ὅτι ἕνας βασιλιᾶς στὴ ῾Ρώμη, βλέποντας ὅτι τὸ βασίλειο
δὲν πάει καλά, εἶπε στοὺς σοφοὺς νὰ τοῦ βροῦν ἕνα νόμο νὰ ταιριάζῃ γιὰ
ὅλους τοὺς πολῖτες, μὰ δὲν εὕρισκαν· ὅταν τέλος ἄνοιξε τὸ Εὐαγγέλιο
βρῆκε τὸ ῥητὸ «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς
ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»· τὸν ἔγραψε σὲ πινακίδες καὶ τὶς κρέμασε
παντοῦ. Ἂν ἐφαρμόσουμε αὐτὸ τὸ νόμο, θὰ ὑπάρχῃ εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια. Ἂν
μποροῦσα θὰ πήγαινα στὰ Ἡνωμένα Ἔθνη νὰ τὸν γράψω μὲ γράμματα φωτεινά,
νὰ τὸν βλέπουν ὅλοι οἱ λαοί. Ἂν ἄκουγε αὐτὸ τὸ νόμο ἡ ἀνθρωπότης,
θὰ εἶχε εἰρήνη γιὰ χίλια χρόνια. Ἀντὶ αὐτοῦ δυστυχῶς ἰσχύει ὁ νόμος
τῆς ζούγκλας, «τὸ μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό»· γι᾽ αὐτὸ βρισκόμαστε
σὲ παραμονὲς 3ου παγκοσμίου πολέμου.
Ἂς παρακαλέσουμε τὴν Παναγιὰ καὶ τοὺς ἁγίους, ὁ Θεὸς νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ τὸν κόσμο· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος