Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Περί υπακοής σε καιρό αποστασίας (Α΄)

 Περί υπακοής – Αββά Κασσιανού - Μητροπολιτικός Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου  Κορυδαλλού
Ἄν πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε τὶς διδασκαλίες καὶ νὰ ὑπακούομε στὶς ἐντολὲς τῶν ποιμένων ποὺ δὲν ὑπακούουν στὸν Χριστὸ καὶ δὲν διδάσκουν ὅσα Αὐτὸς, οἰ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἅγιοι ἐδίδαξαν.
Ἕνα ἀπο τὰ παράξενα τοῦ σημερινοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου εἶναι τὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς. Ὅλοι ζητοῦν ὑπακοὴ ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ ὅλοι δηλώνουν ὅτι ὅτιδήποτε κάνουν ἀποτελεῖ καρπὸ ὑπακοῆς. Δὲν γνωρίζω ἄλλην ἐποχὴ μὲ τόσους νὰ παρουσιάζονται ἐραστὲς τῆς ὑπακοῆς.
Ὁ ἱερεῦς κλείνει τὸν ναό του καὶ δὲν ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ μποῦν μέσα νὰ λειτουργηθοῦν, λέγοντας ὅτι κάνει ὑπακοὴ στὸν Δεσπότη. Ὁ πνευματικὸς ἐπικρίνει τὸν ἐξομολογούμενο γιατὶ πῆγε καὶ κοινώνησε σὲ ἄλλη ἐκκλησία -ὅταν εἶχε κλείσει τὴν δική του- καὶ τοῦ βάζει καὶ κανόνα ἤ τοῦ ἀπαγορεύει νὰ ξαναπάει σὲ ἄλλον ναὸ λέγοντας του ὅτι δὲν κάνει ὑπακοὴ στὶς ἐντολὲς τῆς ἐκκλησίας. Ὁ Δεσπότης ἀπειλὴ τοὺς ἱερεῖς του ὅτι ἄν μάθῃ ὅτι λειτούργησαν θὰ τοὺς στείλει ὁ ἵδιος στὸν εἰσαγγελέα καὶ ζητᾶ ἀπόλυτη ὑπακοή-ὑποταγὴ στὶς ἐντολές του. Ἄλλος ἐπικρίνει ὅποιον ἱερέα δὲν ἔκλεισε τὸν ναὸ ἤ ἐκοινώνησε πιστούς δείχνοντας ἀνυπακοή. Ἄλλος τοὺς προειδοποιεῖ ὅτι ἄν μπλέξουν μὲ τὴν ἀστυνομία μὴν περιμένουν καμμία βοήθεια. Ἄλλοι πάλι ἀπαγορεύουν στοὺς ἄνθρώπους νὰ εἰσέλθουν στὸν ναὸ ἄν δὲν φοροῦν μάσκες. Ρωτᾶς γιατὶ φορᾶς μάσκα καὶ ἄλλος λέει γιὰ τὸν φόβο τῶν μικροβίων, ἀλλος γιατὶ κάνει ὑπακοὴ στὸν παπᾶ ἄλλος γιὰ τὸν φόβο τοῦ προστίμου. Οἱ δεσπότες λένε ὅτι ὑπακούουν στὴν κυβέρνησι καὶ τοὺς εἰδικούς…
Ἐν περιλήψει οἱ πιστοὶ δηλώνουν ὅτι κάνουν ὑπακοὴ στοὺς ἱερεῖς, οἱ ἱερεῖς ὅτι κανουν ὑπακοὴ στὸν ἐπίσκοπο, οἱ δὲ ἐπισκόποι ὅτι ὑπακούουν στὴν «Ἐκκλησία» (κατὰ περίπτωσι σὲ πατριάρχες, Ἀρχιεπισκόπους, ΔΙΣ, Συνόδους κλπ). Καὶ ἡ «Ἐκκλησία», διὰ στόματος προκαθημένων ἤ ἱεραρχῶν δηλώνει ὅτι κάνει ὑπακοὴ στὴν Πολιτεία καὶ τοὺς εἰδικοὺς, οἱ ὁποῖοι μεριμνοῦν γιὰ τὸ κοινὸ καλό, στὶς μέρες μας γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ λαοῦ.
 Ἕνα τεράστιο δένδρο δηλαδή αὐτὴ ἡ ὑπακοή. Ἔχει ἀπλώσει κλώνια καὶ κλαδιὰ παντοῦ, ἔχει πολυποίκιλες φυλλωσιές καὶ στὴ σκιά του συνωστίζονται κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἐπίσκοποι καὶ Πατριάρχες, μοναχοὶ καὶ ἡγούμενοι, ἐπιστήμονες καὶ ἀγράμματοι, ταιριαστοὶ καὶ ἀταίριαστοι μὲ ἕνα κοινὸ στοιχεῖο:  Ὅλοι εἴτε ὑπακούουν εἴτε ἀπαιτοῦν ὑπακοή. Εἶναι τόσο πυκνὲς οἱ φυλλωσίὲς ὅμως ποὺ δὲν φαίνεται νὰ βλέπουν τοὺς καρπὸς τοῦ δέντρου ἤ εἶναι τέτοια ἡ ἐπίδρασι του σὲ ὅσους εἶναι στὴ σκιά του, σὰν τὴ συκιά σ᾿ ὅσους κοιμηθοῦν ἀπὸ κάτω, ποὺ ἐνῷ βλέπουν δὲν καταλαβαίνουν:
Κλείσιμο ἐκκλησιῶν, διακοπὴ τῆς Θείας Λειτουργίας ἤ Λειτουργίες χωρὶς πιστοὺς οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νὰ παρακολουθοῦν τὰ ἐν τῷ ναῷ τελούμενα ἀπὸ τηλεοράσεως, συλλήψεις ἱερέων καὶ ἐπισκόπων, πρόστιμα, θεώρησις τοῦ ναοῦ ὡς ἐστίας μολύνσεως, πιστοὶ μὲ μάσκες μέσα στὸν ναό, ἄρνησις προσκυνήσεως εἰκόνων καὶ ἁγίων λειψάνων, μετάδοσις τῆς Θείας κοινωνίας μὲ κουταλάκια μιᾶς χρήσεως καὶ ὅσα ἄλλα ἐσοφίσθησαν διάφοροι πολυπράγμονες λειτουργοί.
 Δηλαδὴ σύγχισις, ψυχρότης μεταξὺ ἀδελφῶν, διαίρεσις τοῦ πληρώματος, διωγμοί, ἀπώλεια τῆς ἐμπιστοσύνης στὸν Θεό καὶ στὴν  πρόνοια του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, μετατροπὴ τῆς εὐσέβειας σὲ δεισιδαιμονία καὶ θρησκεία, ὑπονόμευσις τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
Ἐπειδὴ εἶναι προφανὲς ὅτι δὲν μπορεῖ ἡ κατὰ Θεὸν ὑπακοὴ νὰ ἔχει τέτοια ἀποτελέσματα καὶ ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία δὲν στηρίζεται στὴν γνώμη τοῦ ὁποιουδήποτε εἴτε κληρικοῦ εἴτε λαϊκοῦ, εἴτε Πατριάρχη, εἴτε ἐπισκόπου,  εἴτε ἐν ἐξουσίαις ἤ σοφίᾳ διαβοήτου, καλὸ εἶναι νὰ δοῦμε τὶ πραγματικά λέει ἡ ἐκκλησία καὶ οἱ ἅγιοί μας γιὰ τὴν ὑπακοή.
Ἡ ὑπακοὴ ἀναφέρεται πάντοτε στὸν Θεό, στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐπειδὴ ἀπὸ τὸν Χριστὸ μάθαμε περὶ Θεοῦ ἡ ὑπακοὴ ἀναφέρεται στὸν Χριστὸ καὶ τὶς ἐντολές του ὅπως τὶς μετέφεραν οἱ αὐτήκοοι μαθητὲς του ποὺ ἔγραψαν τὰ εὐαγγέλια, ὁπότε μιλάνε οἱ ἅγιοι πατέρες καὶ γιὰ  ὑπακοὴ στὸ Εὐαγγέλιο.
Σὲ ὅποιον ὑπακοῦς γίνεσαι δοῦλος του. Ὑπακοῦς στὶς ἁμαρτίες; Εἶσαι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου. Ὑπακοῦς στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ; Δοῦλος τοῦ Θεοῦ.
Οὐκ οἴδατε ὅτι ᾧ παριστάνετε ἑαυτοὺς δούλους εἰς ὑπακοήν, δοῦλοί ἐστε ᾧ ὑπακούετε, ἤτοι ἁμαρτίας εἰς θάνατον ἢ ὑπακοῆς εἰς δικαιοσύνην; ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 6,16
Ὑπακοῦς στὴν Πολιτεία καὶ στοὺς ἄρχοντες καὶ στοὺς εἰδικοὺς; Εἶσαι δοῦλος τῆς πολιτείας καὶ τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν εἰδικῶν, ἐφ᾿ ὅσον ἡ ὑπακοή σου αὐτὴ παραβλάπτει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. (Θὰ τὸ δοῦμε παρακάτω) καὶ ἐφ` ὄσον κατὰ τὸ Ψαλμικὸν ἐντέλεσαι Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἶς οὐκ ἔστιν σωτηρία.
Σὲ καμμία ἀπολύτως περίπτωσι στὴν ἐκκλησία οἱ ἅγιοι πατέρες ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους μέχρι σήμερα δὲν μιλοῦν γιὰ ἀπροϋπόθετη ὑπακοὴ σὲ ἄνθρώπους -ἔννοοῦμε κληρικοὺς ὁποιασδήποτε βαθμίδος ἀπὸ διακόνους μέχρι Πατριάρχες. Πολὺ δὲ περισσότερο δὲν μιλοῦν γιὰ ὑπακοὴ σὲ ἄρχοντες καὶ εἰδικούς.
Τὸ μέτρο, τὸ κριτήριο, τὸ τεκμήριο γνησιότητος, ἡ προϋπόθεσις γιὰ νὰ τεθεῖ ζήτημα ὑπακοῆς ἀπὸ κάποιον καὶ νὰ γίνει ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὸν ἄλλο εἶναι τὸ ἐξῆς: Ὁ μὲν ἀποζητῶν τὴν ὑπακοή, εἴτε εἶναι πνευματικὸς, εἴτε ἐκκλησιαστικὸ σώμα εὐρύτερο, εἴτε ὁ ἡγούμενος ἤ ὁ προϊστάμενος στὸ μοναστήρι, αὐτὸ ποὺ ζητᾶ ἀπὸ τὸν πιστὸ πρέπει νὰ εἶναι ἀπολύτως σύμφωνο μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν παράδοσι τῶν ἁγίων. Τότε ἐφ᾿ ὅσον οἱ ἐντολὲς του ἐναρμονίζονται πλήρως πρὸς τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε μπορεῖ νὰ ζητᾶ ἀπόλυτη ὑπακοὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους:
Ὁ πνευματικὸς ἐν ἀνθρώποις πατὴρ πρὸς τοὺς τοῦ Θεοῦ νόμους τὰς ἑαυτοῦ διατάξεις ἁρμόζων, ἀναμφίλεκτον τὴν ὑπακοὴν ἀπαιτεῖ. ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ PG31, 1388 Β
Ὅλα αὐτὰ ποὺ στὶς μέρες μας ζητοῦνται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς νὰ ἐφαρμοστοῦν εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ; Τὸ νὰ κλείνεις π.χ. τοὺς ναοὺς νὰ σταματᾶς τὴν Θεία Λειτουργία, τὴν μεγαλύτερη προσφορὰ τοῦ Θεοῦ στὴν κτίσι εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρηθῇ ὅτι ἐναρμονίζεται μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ὅσοι πιστεύουν καὶ λένε τέτοια πράγματα ἄς τὸ ξανασκεφτοῦν, ἐφ᾿ ὅσον ὑπάρχει ἐκ μέρους τους τέτοια δυνατότης, ὅσοι δὲ συναισθάνονται τί συμβαίνει ἄς παρακαλέσουν ὅντως τὸν Θεό νὰ λυπηθῇ τὸ πλάσμα του καὶ τὴν ἐκκλησία του.
Οἱ πιστοί πάλι ἐμβρόντητοι ἀκοῦν τοὺς πνευματικοὺς νὰ τοὺς ἀπαγορεύουν νὰ πάνε στὴν ἐκκλησία νὰ μεταλάβουν, ἤ τοὺς ἐξαναγκάζουν νὰ φοροῦν μάσκες ἐντὸς τοῦ ναοῦ, ἤ νὰ κοινωνοῦν μὲ πλαστικὰ κουταλάκια, ἤ νὰ παρακολουθοῦν τὴν λειτουργία ἀπὸ τὴν τηλεόρασι ἤ νὰ τοὺς λένε πῶς καὶ ἄν δὲν πᾶνε τὸ Πάσχα στὴν Ἐκκλησία δὲν χάνουν τίποτα καὶ τὰ τόσα ἄλλα ποὺ ἐκστομίζονται καὶ συμβαίνουν στὶς μέρες μας. Καὶ ὅλα αὐτὰ παρουσιάζονται ὡς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ περιβάλονται μὲ τὸν μανδύα τῆς ὑποχρεωτικῆς ὑπακοῆς καὶ κάθε ἀντίλογος παρουσιάζεται ὡς αὐθάδεια καὶ ἱεροκατηγορία. Ἡ πραγματικὴ ὅμως διδασκαλία τῆς ἐκκλησίας εἶναι σαφῆς καὶ ξεκάθαρη καὶ φιλάνθρωπη:
 Ἄν διαταχθοῦμε κάτι ποὺ συμπίπτει μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, ἤ ὁδηγεῖ πρὸς τὰ ἐκεῖ, πρέπει μὲ φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια νὰ τὸ ἀποδεχθοῦμε ἐφαρμόζοντες αὐτὸ ποὺ ἔχει εἰπωθῇ: «Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων μὲ ἀγάπη Χριστοῦ». Ὅταν ὅμως διαταχθοῦμε ἀπὸ κάποιον κάτι ἐνάντιο στὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὴν φθείρει ἤ τὴν μολύνει, τότε εἶναι καιρὸς νὰ ποῦμε: «Πρέπει νὰ πειθαρχῇς στὸν Θεὸ μᾶλλον, παρὰ στοὺς ἀνθρώπους». (ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ)
Ὥστε ἂν μέν τι συνεμπῖπτον τῇ ἐντολῇ τοῦ Κυρίου, ἢ συμβαλλόμενον ἐπιταχθῶμεν, ὡς τοῦ Θεοῦ θέλημα σπουδαιότερον καὶ ἐπιμελέστερον καταδέχεσθαι χρὴ, πληροῦντας τὸ εἰρημένον· Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ· ὅταν δέ τι ἐναντίον τῇ τοῦ Κυρίου ἐντολῇ, παραφθεῖρον ἢ μολῦνον αὐτὴν ἐπιταχθῶμεν παρά τινος, καιρὸς εἰπεῖν τότε· Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ PG31.1160 BC
Πιὸ σαφὲς δὲν γίνεται. Καὶ ἄν προσέξουμε λίγο θὰ διαπιστώσουμε ὅτι οἱ ἅγιοι φροντίζουν νὰ φυλάξουν τὴν ἐκκλησία ἀπὸ ὁποιαδήποτε πονηρὴ ἐνέργεια ἀκόμα καὶ ἄν δὲν εἶναι προφανής. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος στὸ ἐπιλεγμένο χωρίο, νὰ ἐξετάζουμε ὅ,τι διαταχθοῦμε ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς νὰ κάνουμε, ἄν εἶναι ἐνάντιο στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ διευκρινίζει: Ἄν φθείρει τὴν ἐντολή, ἤ ἄν τὴν μολύνει. Ἡ φθορᾶ εἶναι τὸ προφανὲς, τὸ ἐξωτερικὸ, αὐτὸ ποὺ τὸ βλέπεις μὲ μιὰ ματιά. Ἐκεῖ δηλαδὴ ποὺ ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ προφανέστατα καταπατείται. Ἄν σοῦ πεῖ πήγαινε καὶ κλέψε ἤ πόρνευσε ἀμέσως θὰ καταλάβεις ὅτι κάτι δὲν πάει καλά. Ὅτι εἶναι ἐνάντιο στὴν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ἄν σοῦ λένε μὴν προσκυνήσεις τὴν εἰκόνα ἤ μὴν κοινωνήσεις γιατὶ μπορεῖ νὰ κολήσεις ἁρρώστια ἤ μὴν πᾶς στὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ κάτσε στὸ σπίτι καὶ βλέπε τὴν λειτουργία ἀπὸ τὴν τηλεόρασι καὶ προσευχήσου ἐκεί εἶναι προφανὲς ὅτι παραβαίνουν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν παράδοσι τῶν ἁγίων. (Τώρα πῶς πατριάρχες καὶ ἐπίσκοποι καὶ παπάδες καὶ καλόγεροι δὲν τὸ βλέπουν καὶ ἰσχυρίζονται τὰ ἀντίθετα, εἶναι ἄξιον δακρύων καὶ στὴν συνέχεια θὰ προσπαθήσουμε νὰ τὸ διασαφήσουμε ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων). Ἄν σοῦ λένε ὅτι «δὲν πειράζει, δὲν κινδυνεῦει ἡ πίστις ἀπὸ ὅλα αὐτά, οἱ πιστοί κινδυνεύουν» αὐτὸ δὲν φαίνεται ἀμέσως. (Κάτι γράψαμε γι᾿ αὐτό παλαιώτερα) Αὐτὸ, ποὺ δὲν φαίνεται ἀμέσως, εἶναι μόλυνσις τῆς ἐντολῆς, μόλυνσις τῆς πίστεως. Ὅπως τὸ μολυσμένο νερὸ ποὺ ἔχει μέσα κάποιο μικρόβιο δὲν διακρίνεται ἀπὸ τὸ καθαρό, ἔτσι καὶ στὸ θέμα τῶν ἐντολῶν. Ὅποιος πίνει μολυσμένο νερὸ κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖ ἄρρωστος βαρειὰ καὶ θὰ πεθάνει καὶ ὅποιος ἀκολουθεῖ μιὰ μολυσμένη ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία καὶ ζωὴ σιγά σιγά θὰ φτάσει σὲ πνευματικὸ θάνατο. Ἡ πορεία τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ ἡ κατάντια τῆς ἱεραρχίας μας, μεγάλου μέρους τοῦ κλήρου καὶ τοῦ συνόλου σχεδόν τοῦ λαοῦ τὸ ἀποδεικνύουν. Ἔνας λαὸς ἀποίμαντος, ἀκατήχητος, σχεδὸν δεισιδαίμων καὶ ἄ-χριστος καὶ ἀχρηστευμένος,  ποὺ ὅμως ἀκόμη καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάστασι νοιώθει τὴν ἔλξι τῆς θείας χάριτος, ἀγαπᾶ κατὰ βάθος τὸν Χριστὸ τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους, ἔχει τὸ ὀρθόδοξο ἔνστικτο καὶ τὸ DNA καὶ περιμένει μιὰ κίνησι, ἕνα παράδειγμα, μιὰ πνοὴ ὑγιοῦς ζωῆς, ἕναν λόγο ἁγιότητος γιὰ νὰ γίνει τὸ κλίκ καὶ νὰ ἀλλάξει πορεία καὶ νὰ συνεχίσει τὸ τραγούδι  καὶ τὸν χορὸ τῶν πατέρων καὶ τῶν ἁγίων καὶ νὰ μὴ μείνει στὸν φόβο καὶ τὴν χαμαίρπεια ποὺ τοῦ διδάσκουν πλέον οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες του ἐπιτελῶντας τὸ ἔργο τοῦ ἀρχεκάκου.
Καὶ πρέπει νὰ μὴν ἀκολουθήσουμε τὶς λανθασμένες διδασκαλίες καὶ προτροπὲς τῶν ποιμένων μας. Δὲν πρέπει νὰ ὑπακούσουμε. Πρέπει νὰ ἀκολουθήσουμε τὴν διδασκαλία του Χριστοῦ τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων πατέρων καὶ ὄχι τῶν σημερινῶν ποιμένων.
Νὰ θυμώμαστε τὸν Κύριο ποὺ λέει: «Δὲν θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὸν ποὺ φρονεῖ διαφορετικά, ἀλλὰ θὰ φύγουν ἀπ᾿αὐτὸν· γιατὶ δὲν ξέρουν τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνή» καὶ τὸν ἀπόστολο ποὺ τολμᾶ, γιὰ τὴν ἀσφάλειά μας, μὲ τὰ λόγια του νὰ τὰ βάλει ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους: «Καὶ ἄν ἀκόμη καὶ μεῖς οἱ ἴδιοι, ἤ καὶ ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σᾶς λέει διαφορετικὰ ἀπὸ ὅσα σᾶς εἴπαμε, νὰ εἶναι ἀναθεματισμένος».
 Ἀπὸ αὐτὰ διδασκόμαστε ὅτι αὐτὸν ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, ἤ προτρέπει νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ εἶναι ἐμποδισμένο, ἀκόμη καὶ ἄν εἶναι πολὺ κοντινὸς ἄν εἶναι δηλαδὴ ὁ παπᾶς μας ἤ ὁ πνευματικός μας ἤ ὁ δεσπότης μας ἤ εὐγενὴς ἤ φημισμένος ἤ ξακουστὸς (ὅπως λένε ὁ τάδε σπουδαῖος πνευματικὸς ἤ γέροντας)  ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο πρέπει νὰ εἶναι τὸν ἀποφεύγει ἤ ἀκόμη καὶ νὰ τὸν σιχαίνεται. Φευκτὸς ἢ καὶ βδελυκτὸς ὀφείλει εἶναι ἑκάστῳ τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον.
Καὶ ἄς ἀκούσουμε τὴν ἵδια τὴ φωνὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γιατὶ πολλοὶ ἴσως νομίζουν  ὅτι εἶναι δικά μου λόγια αὐτά:
Μνημονεύοντας τοῦ Κυρίου λέγοντος· Ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν· καὶ τοῦ Ἀποστόλου τολμήσαντος ὑπὲρ τῆς ἡμετέρας ἀσφαλείας καὶ αὐτῶν καθάψασθαι τῶν ἀγγέλων δι' ὧν φησι· Κἂν ἡμεῖς αὐτοὶ, ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν, παρ' ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. Ἐξ ὧν παιδευόμεθα, ὅτι, κἂν πολὺ γνήσιός (=εὐγενὴς τὴν καταγωγὴν, δικός μας) τις ᾖ, κἂν ὑπερβαλλόντως ἔνδοξος (=φημισμένος, δοξασμένος) ὁ κωλύων τὸ ὑπὸ τοῦ Κυρίου προστεταγμένον, ἢ προτρέπων ποιεῖν τὸ ὑπ' αὐτοῦ κεκωλυμένον, φευκτὸς ἢ καὶ βδελυκτὸς ὀφείλει εἶναι ἑκάστῳ τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον. ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ PG31.1160 CD
Βλέπετε καὶ τὴν διαφορά. Ἤ μᾶς ἐμποδίζει νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ ἔχει διατάξει ὁ Κύριος ἤ μᾶς προτρέπει νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ ὁ Κύριος ἀπαγορεύει. Ὅταν κλείνουν τὶς ἐκκλησίες καὶ σοῦ λένε νὰ προσεύχεσαι στὸ σπίτι ἐμποδίζουν τὴν προτροπὴ ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν Θεό. Ὅταν σὲ ὑποχρεώνουν νὰ βάλεις μάσκα (καὶ νὰ σκανδαλίσεις τὸν ἀδελφό σου) σὲ προτρέπουν νὰ κάνεις αὐτὸ ποὺ ὁ ἀπόστολος πρόσεχε νὰ μὴν σκανδαλίσῃ τοὺς ἀδελφούς ἀκόμη καὶ ἄν ἔπραττε κάτι ποὺ εἶχε τὸ δικαίωμα (ἀργότερα ἴσως ἐξηγηθοῦν αὐτά).
Μὴν νομίσει κανεὶς ὅτι ἐπειδὴ σὲ αὐτὸ τὸ κείμενο βάλαμε λίγα λόγια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου διαλέξαμε κάτι ποὺ μόνον ἕνας ἅγιος λέει. Ὅλοι οἱ ἅγιοι τὰ λένε αὐτά. Ἀλλὰ ἐτοῦτα γράφονται γιὰ τοὺς ἐλαχίστους ἀδελφοὺς, ὅσους ἔχουν πίστι καὶ εὐλάβεια ἀπλὴ καὶ θεωροῦν τὸν ἱερέα καὶ τὸν δεσπότη καὶ τὸν μοναχὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ καὶ κάθε λόγο τους χρησμὸ καὶ ἐντολή καὶ πονεῖ ἡ ψυχή τους καὶ στενοχωριοῦνται ὅταν τοὺς ἀκοῦν νὰ λένε αὐτὰ τὰ λόγια καὶ μπεδρεύονται καὶ δὲν ξέρουν τί νὰ κάμουν. Γι᾿ αὐτοὺς γράφονται. Γιὰ νὰ δοῦν τί πραγματικά λέει ἡ Ἐκκλησία  καὶ οἱ ἅγιοι, ὅτι εἶναι ἀντίθετα μὲ ὅσα τοὺς λένε άλλὰ ταιριάζουν μὲ ὅσα μέσα τους νοιώθουν ὥστε νὰ ξεκουραστεῖ ὁ λογισμὸς καὶ ἡ ψυχή τους. Γιατὶ πᾶνε τοὺς ὑγιεῖς νὰ τοὺς βγάλουν ἄρρώστους καὶ τοὺς ἀρρώστους ὑγιεῖς. Πᾶνε νὰ φτιάξουν τὸν νέο ἐκκλησιαστικὸ ἄνθρωπο. Ἕνα ὑπάκουο θρησκευόμενο ρομπότ ποὺ θὰ ἐξυπηρετεῖ τὰ προσωπικά τους σχέδια καὶ τὶς προσωπικές τους φιλοδοξίες. Ὀφείλει κάθε ψυχὴ ποὺ τὸ καταλαβαίνει ἐλεύθερα καὶ μὲ κάθε τίμημα νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν ὁδὀ τῶν πατέρων. Καὶ αὐτὴ ἡ ὁδὸς, αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἕως θανάτου.
Ἡ γὰρ ὑπακοὴ μέχρι θανάτου ἔχει τὸν ὅρον. ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ PG31, 1181 C D