Νά κάνης μία εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, του Προδρόμου, νά έχης καί τόν άγιο του παιδιού σου. Καί όταν τό παιδί σηκώνεται από τόν ύπνο καί σου γυρεύη ψωμί, μή τού δίνης, μόνο νά πάρης τό ψωμί νά τό βάλης μπροστά στήν εικόνα του Χριστού καί νά του ειπής:
Εγώ παιδί μου, δέν έχω ψωμί. ο Χριστός έχει. Σήκω νά κάνης τόν σταυρό σου, νά παρακαλέσουμε τόν άγιό σου νά παρακαλέση τόν Χριστό νά σού τό δώση. Καί έτσι τό παιδί παρακινείται γιά τήν αγάπη του ψωμιού καί, ευθύς όπου ξυπνά, τόν άγιό του βλέπει. Βλέποντας τότε ο διάβολος τό παιδί πώς έχει τήν ελπίδα του στόν Χριστό καί στόν άγιό του, κατακαίεται καί φεύγει. Καί έτσι νά συνηθίζετε τά παιδιά σας, νά τά παιδεύετε από μικρά, γιά νά συνηθίζουν στόν καλό δρόμο.
Καί άν θέλης νά ζήση τό παιδί, εγώ νά σού ειπώ πώς νά κάνης. νά κάνης του παιδιού σου ένα φόρεμα καί άλλο ένα εκείνου του πτωχού παιδιού καί γιά τό χατίρι εκείνου του πτωχού παιδιού χαρίζει ο Θεός τήν ζωή του παιδιού σου. Καί νά αγαπάς τά πτωχά παιδιά καλύτερα από τά δικά σου. Άν όμως ζητής πώς νά δίνης του παιδιού σου να τρώγη καί νά πίνη καλά, νά έχη όμορφα φορέματα, καί γιά εκείνο τό πτωχό νά μή σέ μέλη, αύριο βλέπεις τό παιδί σου αποθαμένο καί καίεται η καρδιά σου. Καί ενώ τό πτωχό, τό ξυπόλητο, τό γυμνό, τό πεινασμένο, τό καταφρονεμένο τό βλέπεις θρεμμένο καί είνε σάν τό γουρουνόπουλο, τό δικό σου γίνεται σάν χτικιασμένο.