μθ΄. Σπήλαιον εὐωδιάζον
Τό
ἔτος 1985, Φεβρουάριο καί Μάρτιο, κάποιος μοναχός διῆλθε στήν
περιοχή τῶν Σταυρονικητιανῶν Κελλιῶν πρός τόν Τίμιο
Πρόδρομο τό περισσότερο μέρος τῆς Σαρακοστῆς. Αἰσθάνθηκε
κάποτε εὐωδία δυνατή. Ἀναζητώντας τήν προέλευση,
ὡδηγήθηκε σ᾿ ἕνα σπήλαιο. Εἶναι μία ὑγρή σπηλιά πού μπροστά
εἶχε φραχθῆ ἡ εἴσοδος μέ τοῖχο. Ἐκεῖ πέρασε ἑκουσίως
φυλακισμένος γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ κάποιος μοναχός
ἔγκλειστος.
Μπροστά σήμερα ἔχει μικρό τειχάκι καί πιό πέρα ἴχνη ἀπό κελλί. Ὑπάρχει γραπτή μαρτυρία ὅτι ὁ Δικαῖος τῆς Ρουμανικῆς Σκήτης τοῦ Προδρόμου ἱερομόναχος Ἀντίπας, ἄνθρωπος ἐνάρετος, ἀφοῦ ἔφερε τήν Σκήτη στήν πιό μεγάλη ἀκμή πού γνώρισε ποτέ, παραιτήθηκε καί ἦρθε καί κλείσθηκε μέ τόν μαθητή του σέ μία σπηλιά κοντά στοῦ Σταυρονικήτα. Δέν εἶναι γνωστό, ἄν πρόκειται γιά τό ἴδιο πρόσωπο μέ αὐτό τοῦ ἐγκλείστου ἤ γιά δύο διαφορετικά. Γεγονός εἶναι ὅτι αὐτός ὁ ἔγκλειστος ἦταν ἁγιασμένη ψυχή, ἁγίασε καί εὐωδίασε τήν σπηλιά καί τήν περιοχή.
Μπροστά σήμερα ἔχει μικρό τειχάκι καί πιό πέρα ἴχνη ἀπό κελλί. Ὑπάρχει γραπτή μαρτυρία ὅτι ὁ Δικαῖος τῆς Ρουμανικῆς Σκήτης τοῦ Προδρόμου ἱερομόναχος Ἀντίπας, ἄνθρωπος ἐνάρετος, ἀφοῦ ἔφερε τήν Σκήτη στήν πιό μεγάλη ἀκμή πού γνώρισε ποτέ, παραιτήθηκε καί ἦρθε καί κλείσθηκε μέ τόν μαθητή του σέ μία σπηλιά κοντά στοῦ Σταυρονικήτα. Δέν εἶναι γνωστό, ἄν πρόκειται γιά τό ἴδιο πρόσωπο μέ αὐτό τοῦ ἐγκλείστου ἤ γιά δύο διαφορετικά. Γεγονός εἶναι ὅτι αὐτός ὁ ἔγκλειστος ἦταν ἁγιασμένη ψυχή, ἁγίασε καί εὐωδίασε τήν σπηλιά καί τήν περιοχή.
ν΄. Κατακρίσεως ἐπακόλουθα
Διηγήθηκε
ὁ γερω–Σάββας ὁ Καψαλιώτης ὅτι παλαιότερα ὑπηρετοῦσε
στήν Δάφνη ἕνας ἀστυνομικός πού εἶχε κατά νοῦν νά γίνη
μοναχός. Ὅταν ὅμως ἔβλεπε μοναχούς, τούς κατέκρινε
λέγοντας: «Τί καλόγηροι εἶστε σεῖς; Ὅταν θά γίνω ἐγώ
καλόγηρος, θά δεῖτε πῶς εἶναι ἡ καλογερική». Τοῦτο
ἐπαναλάμβανε συχνά κατακρίνοντας καί ἐξουθενώνοντας τούς
πατέρες. Ἔγινε πράγματι καλόγηρος σ᾿ ἕνα Κελλί στήν
Κερασιά. Ἀντί ὅμως νά δώση τόν ἑαυτό του ὡς τύπο
καλογερικῆς, ὅπως ἤλπιζε, ἔγινε γιά τήν ὑπερηφάνειά του καί
τήν μεγάλη ἰδέα πού εἶχε γιά τόν ἑαυτό του «πτῶμα ἐξαίσιον»
καί παράδειγμα σωφρονισμοῦ γιά τούς ἄλλους. Διότι ἔπαθε ὁ
νοῦς του καί γύριζε σάν σαστισμένος στούς δρόμους. Κουνοῦσε
δῆθεν τό χέρι του ὅτι σταυροκοπιέται καί τά χείλη του ὅτι
προσεύχεται. Περιπλανιόταν στούς δρόμους, χωρίς νά ξέρη ποῦ
πηγαίνει. Ἦταν θέαμα ἐλεεινό καί ἀξιοδάκρυτο. Δέν εἶναι
γνωστό τό τέλος του. Ὁ Θεός νά τόν ἐλεήση, καί ἐμᾶς νά μᾶς
φυλάξη ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί τήν κατάκριση γιά νά μήν
πάθωμε τά ἴδια. Ἀμήν.
να΄. Ἡ πρόνοια τῆς Πορταΐτισσας
Στῶν
Ἰβήρων κάποια χρονιά, ὅταν ἀκόμη ἦταν ἰδιόρρυθμο (πρίν τό
1990), ἐπειδή τελείωναν οἱ ἐλιές τοῦ Μοναστηριοῦ, οἱ πατέρες
ἀποφάσισαν νά μή δίνουν στούς ἐργάτες ἐλιές.
Τήν
ἑπομένη ἡμέρα ὅμως ἦρθε ἕνα καΐκι μέ 40 δοχεῖα ἐλιές καί
εἰδοποίησαν νά ἔρθουν νά τίς παραλάβουν. Ἀφοῦ τίς
ξεφόρτωσαν, θέλησαν νά καλέσουν στό Μοναστήρι καί νά
εὐχαριστήσουν αὐτόν τόν ἄνθρωπο. Ἀλλ᾿ ἐκεῖνος ἔφυγε ἀμέσως
καί τελικά οὔτε ἔμαθαν ποιός ἦταν αὐτός πού τίς ἔφερε.
Οἱ
πατέρες ὅμως πίσω ἀπό ὅλα αὐτά διέκριναν τήν πρόνοια τῆς
θαυματουργῆς Πορταΐτισσας, πού σ᾿ ὅλο τό Ὄρος, καί πιό πολύ σ᾿
αὐτό τό Μοναστήρι, εἶναι τόσο αἰσθητή μέχρι σήμερα μέ τά
συνεχῆ θαύματα τῆς εἰκόνος καί τήν κίνηση τῆς κανδήλας. Καί
βεβαιώθηκαν γιά μία ἀκόμη φορά ὅτι ἡ Παναγία ἐπιθυμεῖ νά
μή σταματᾶ ἡ εὐλογία καί ἡ ἐλεημοσύνη ἀπό τό Μοναστήρι
της, καί ὅτι αὐτή ἔχει τόν τρόπο νά οἰκονομῆ τά ἀπαραίτητα.