Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

Γέρων Ιουστίνος Πίρβου: «Ο απλός άνθρωπος αντιλαμβανόταν πάντα πιο γρήγορα την πραγματικότητα. Ο διανοούμενος δεν έχει την αίσθηση της μάχης που δίνει»



Είμαστε μάρτυρες μιας γενικής παθητικότητας και μιας παράλυσης της θέλησης του ρουμανικού λαού, ο οποίος σχεδόν δεν αντιδρά απέναντι σε όλους αυτούς τους αντιχριστιανικούς βομβαρδισμούς. Αυτό έχει την εξήγησή του: δυστυχώς, ο λαός δεν ξέρει πιά τί να πιστέψει, δεν εμπιστεύεται κανέναν πολιτικό ηγέτη, κανένα μέσο ενημέρωσης, ούτε έντυπο, ούτε την τηλεόραση. Γι’ αυτόν τον λόγο στέκεται τόσο αδιάφορος.

            Αυτή η κατάσταση επιβλήθηκε έτσι, ώστε να διαλύσει τα πρότυπα ενός λαού και να καταστρέψει τις αξίες των ανθρώπων. Για τον κοινό θνητό είναι πιο πειστικός εκείνος πουν ξέρει να προσφέρει καλύτερα «άρτον και θεάματα». Ξυπνάει πότε-πότε κάποιος από αυτόν τον λήθαργο, θυμώνει και προσπαθεί να κάνει μια μικρή επανάσταση. Αλλά αυτή η «επανάσταση» φθάνει μόνο μέχρι τον Λόφο του Πατριαρχείου ή μέχρι το Κοτροτσένι (σ.τ.μ. κυβερνητικό μέγαρο)· εκεί διαλύεται. Από την εξέγερσή του δεν απομένει τίποτα, παρά μόνον ένας μεμονωμένος επαναστάτης.
            Τί σήμαινε παλιά μια απεργία; Συγκλόνιζε όλον τον λαό με τη σοβαρότητα και την αποφασιστικότητα εκείνων που διαμαρτύρονταν. Τώρα υπάρχουν τόσοι αντιπερισπασμοί που δεν ξέρεις πιά για ποιόν και γιατί διαμαρτύρεσαι. Τώρα δεν εμπιστεύεσαι ούτε τον αδελφό σου, που είναι πλάϊ σου.
            Είδα ότι ελάχιστοι ιατροί διαμαρτύρονται ενάντια στο απάνθρωπο σύστημα που επικρατεί στην Υγεία. Είναι μία θλιβερή πραγματικότητα το γεγονός ότι οι διανοούμενοί μας ήταν και παραμένουν οι πιο αδύναμοι χαρακτήρες. Είναι φοβισμένοι, κάνουν εύκολα πίσω, για να διατηρήσουν τις θέσεις τους. Παρατήρησα το ίδιο και στη φυλακή. Πιο εύκολα αντιστέκονταν οι απλοί άνθρωποι, παρά οι διανοούμενοι. Ήταν ελάχιστοι οι διανοούμενοι που αντιστέκονταν. Ο απλός άνθρωπος αντιλαμβανόταν πάντα πιο γρήγορα την πραγματικότητα.
            Ο διανοούμενος δεν έχει την αίσθηση της μάχης που δίνει, της δυσκολίας. Αυτός είχε συνηθίσει μ’ έναν μισθό, με μια καλή οικονομική κατάσταση και γι’ αυτό αποσύρθηκε από οποιαδήποτε κοινή δράση. Εντάχθηκε σέ πολιτικά κόμματα, πρώτα-πρώτα για να προστατεύσει την περιουσία του. Ο ιατρός σήμερα είναι όπως ο παπάς. Έχει μικρό μισθό, αλλά τον αυξάνει παίρνοντας χρήματα από τις τσέπες του φτωχού κι έτσι πλουτίζει, χωρίς να έχει μεγάλο μισθό. Ο σημερινός μας ιατρός δεν συναισθάνεται πώς έχει να επιτελέσει λειτούργημα. Τώρα, επειδή είναι χαμηλοί οι μισθοί, αυτός φεύγει στο εξωτερικό, όπου οι αποδοχές είναι μεγαλύτερες.
            Στο τέλος όμως και τα δυτικά κράτη θα καταντήσουν στην κατάσταση που βρισκόμαστε κι εμείς. Δεν θα κρατήσει πολύ αυτό που γίνεται σήμερα. Ο ευρωπαϊκός σοσιαλισμός φροντίζει για το σχέδιο αυτό. Το σύστημα δούλεψε με τέτοιον τρόπο, ώστε ο απλός χωρικός να αποβλακώνεται και ο διανοούμενος να εκτίθεται. Ακόμη και ο ιατρικός κόσμος συνέβαλε σ’ αυτό: ήταν ένας παράγοντας μέσω του οποίου το σύστημα πέτυχε και συνεχίζει να πετυχαίνει το σατανικό έργο της μείωσης του πληθυσμού, μέσω επικίνδυνων εμβολίων και χημικών δηλητηρίων.
            Τώρα οι διανοούμενοί μας διαπίστωσαν ότι είναι ωραίο  να έχεις ένα όμορφο σπίτι, να πηγαίνεις για μπάνια σε λουτροπόλεις, στο εξωτερικό…και δεν έχουν πιά χρόνο να υπερασπίζονται το έθνος. Μ’ αυτόν τον τρόπο και ο χωρικός και ο διανοούμενος καταλήγουν να γίνονται εργαλεία του συστήματος και να ζουν ωραία. Εάν υπήρχε μία κυβέρνηση αληθινών ηγετών, πιστών διανοουμένων, θα υπήρχε δυνατότητα βελτίωσης της κατάστασης. Aλλά με τέτοια παράσιτα που μας κυβερνούν… γίνονται παράσιτα και οι υφιστάμενοί τους, όποιο κι αν είναι το επάγγελμά τους-δήμαρχοι, δάσκαλοι, ακόμη και ιατροί.
            Δεν είναι εύκολο να κυβερνάς έναν Ορθόδοξο λαό, διότι αυτός έχει ορθόδοξες ρίζες και μια ξεχωριστή ευαισθησία. Με τέτοιον πολιτισμό και τέτοια βαθειά και πλούσια πνευματικότητα, το «τυπικό» του μασονισμού δεν μπορεί να εφαρμοστεί.
            Ο Έλληνας, παραδείγματος χάριν, αντιμετωπίζει πατροπαράδοτα με τον ίδιο σεβασμό έναν πρόεδρο κι έναν μητροπολίτη. Δεν σκύβει σαν να είναι δούλος. Το να είσαι δουλοπρεπής δεν σημαίνει ότι σέβεσαι την Εκκλησία. Ναι, να σέβεσαι την Εκκλησία, αλλά με αξιοπρέπεια, όχι να γίνεσαι ένα σκουλήκι, να γλύφεις τις αρβύλες.
            Εμείς οι Ρουμάνοι βρισκόμαστε κάτω από τη σλαβονική επιρροή, η οποία δημιούργησε ένα άλλο είδος ανθρώπου και με τη δουλοπρεπή «ταπεινότητα» μας έφερε σ’ αυτήν την κατάσταση παραμόρφωσης. Αυτή η λεγόμενη «ταπεινότητα» γεννήθηκε λόγω καταπίεσης. Τώρα, εμάς μας χαρακτηρίζει ο φόβος και ο αθεϊσμός. Τώρα, ο Ρουμάνος μας λέει μόνον ανέκδοτα.