Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Ποιος ήταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης


Στην Ισκαρία ζούσε κάποτε ο Εβραίος Ρόβελ και μια ημέρα η γυναίκα του είδε ένα φοβερό όνειρο, ότι εάν μείνει έγκυος και γεννήσει αγόρι, αυτό το παιδί θα γίνει η καταστροφή των Εβραίων. Την ίδια νύχτα η γυναίκα έμεινε έγκυος και όταν γεννήθηκε το παιδί αυτό, θέλησε να το φονεύσει για να μην καταστρέψει το Έθνος τους. Κρυφά από τον άνδρα της, έβαλε το μωρό σ’ ένα πλεκτό πισσαρισμένο κιβώτιο και το έριξε στη θάλασσα της Γαλιλαίας. Το κιβώτιο έπλεε και τα κύματα το παρέσυραν στο απέναντι νησί όπου ζούσαν βοσκοί. Αυτοί βρήκαν το παιδί και το έτρεφαν, ώσπου το έδωσαν σε μια γυναίκα να το θηλάζει και η οποία το ονόμασε Ιούδα...
Όταν το παιδί άρχισε να περιπατεί, το έφεραν στην Ισκαρία για να βρούν άνθρωπο να το αναθρέψει. Συμπτωματικά το «υιοθέτησε» ο πατέρας του παιδιού ο Ρόβελ! Η μητέρα του χωρίς να γνωρίζει ότι ήταν το δικό της παιδί, το αγαπούσε ενθυμούμενη το βρέφος που είχε ρίξει στη θάλασσα και αφού γέννησε και άλλο αγόρι, τα ανέτρεφε και τα δύο μαζί. Ο Ιούδας όμως ήταν από μικρός πονηρός και έδερνε τον αδελφό του, ζηλεύοντάς τον και θέλοντας να πάρει εκείνος μόνος του την περιουσία του πατρός του. Τότε ο φιλοχρήματος Ιούδας φόνευσε κρυφά τον αδελφό του και φοβούμενος μην συλληφθεί έφυγε στα Ιεροσόλυμα. Έτσι, οι γονείς του δεν γνώριζαν πλέον τι έγιναν τα παιδιά τους, και ο δυναμικός καί όμορφος Ιούδας, ως φιλάργυρος που ήταν, όταν πήγε στα Ιεροσόλυμα, γνώρισε τον Εβραίο βασιλιά Ηρώδη που του εμπιστεύτηκε την φροντίδα του οίκου του.
Μετά από πολλά χρόνια ο πατέρας και η μητέρα του Ιούδα, έφυγαν από την Ισκαρία λόγω διαφόρων προβλημάτων και ήρθαν στα Ιεροσόλυμα. Έχοντας αρκετά πλούτη, αγόρασαν οικία με ωραίους κήπους και δένδρα κοντά στα ανάκτορα του βασιλιά Ηρώδη και μια ημέρα καθώς ο βασιλιάς θαύμαζε τους κήπους του Ρόβελ, προθυμοποιήθηκε ο Ιούδας να πάει κρυφά καί να του φέρει φρούτα. Έγινε όμως αντιληπτός από τον πατέρα του που δεν τον γνώριζε και αφού διαπληκτίστηκε μαζί του και είδε ότι δεν τον έβλεπε κανείς, τον σκότωσε. Αφού έφερε στον βασιλιά τους καρπούς, του είπε ότι είχε σκοτώσει τον Ρόβελ. Ο Ηρώδης τότε για να μην προσβληθεί το παλάτι, ζήτησε από τον Ιούδα να λάβει για γυναίκα του την χήρα, χωρίς να ξέρουν ότι ήταν η μητέρα του, ώστε να γίνει κληρονόμος της περιουσίας της. Έτσι η γυναίκα εν αγνοία της, έλαβε σύζυγο για αρκετά χρόνια το γιο της, αποκτώντας μαζί του και παιδιά! Μια ημέρα καθώς εκείνη έκλαιγε ενθυμούμενη τα βάσανά της, διηγήθηκε λεπτομερώς τα του βίου της στον Ιούδα. Τότε εκείνος, έχοντας ακούσει από τους βοσκούς ότι τον περισυνέλεξαν από τη θάλασσα μέσα σ’ ένα καλάθι όταν ήταν βρέφος, συνειδητοποίησε ότι αυτούς που είχε σκοτώσει ήταν ο αδελφός και ο πατέρας του και ότι είχε πάρει για γυναίκα του την μητέρα του και αφού της είπε ότι εκείνος είναι ο γιος της που τον είχε ρίξει στη θάλασσα και ότι είχε σκοτώσει τον αδελφό και τον πατέρα του, έφυγε μακριά της.
Ο Ιούδας τότε, προσπαθώντας να μετανοήσει, έμαθε ότι στην Ιουδαία κήρυττε ένας σπουδαίος διδάσκαλος, ο Ιησούς Χριστός, που καλούσε τους αμαρτωλούς να μετανοήσουν και θεράπευε ψυχές και σώματα ασθενούντων. Αφού πήγε σ’ Αυτόν για να σώσει την ψυχή του, ο Χριστός τον έκανε μαθητή Του και του εμπιστεύτηκε να κρατά τα χρήματα που προοριζόταν για την συντήρηση των υπολοίπων Μαθητών και του Χριστού. Όμως, ο Ιούδας δεν εγκατέλειψε το πάθος της φιλαργυρίας και έκλεβε χρήματα, φθάνοντας στο σημείο να προδώσει τον Ιησού Χριστό για τριάκοντα αργύρια και να καταδικασθεί από τους Εβραίους σε σταυρικό θάνατο. Καταλαβαίνοντας ότι είχε παραδώσει αθώο αίμα, επέστρεψε τα αργύρια και αντί να μετανοήσει ειλικρινά, προτίμησε να κρεμασθεί σ’ ένα δένδρο και να βρει τραγικό θάνατο.
σ.α.