Σάββατο 4 Απριλίου 2020

«ΣΥΝΕΡΓΟΙ ΘΕΟΥ…» (9)



Σὰν οἰκοδόμημα φάνταζε τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ στὴν Ἐνορία, ὅπου καθένας ἀπὸ τοὺς συνεργάτες τοῦ παπα–Μάρκου ἔβαζε τὸ λιθάρι του. Ἄλλου ἦταν ὀγκόλιθος, ἄλλου πέτρα, ἄλλου μικρὸ πετραδάκι. Ὅλοι καὶ ὅλα χρειάζονται στὴν οἰκοδομή. Ἦρθε ἡ ὥρα ποὺ ἔβαλε καὶ ἡ Ἑλένη κάτι ἐλάχιστο. Ἕνα κόκκο ἄμμου. Ἡ διάκριση τοῦ παπα– Μάρκου τὰ διέβλεπε ὅλα.

Ἦταν τότε ποὺ φοροῦσε πατερίτσες. Ἕνα σοβαρὸ διάστρεμμα τὴν εἶχε καθηλώσει ἐκτὸς ὑπηρεσίας (εἶχε ἄδεια ἀπὸ τὴ δουλειά της). Ἦρθε στὸ σπίτι της ὁ παπα– Μᾶρκος γιὰ ἕνα Ἁγιασμό.
Θεϊκὸ χάδι ἦταν αὐτὸς ὁ ἁγιασμός. Δὲν ἦταν μόνο τὰ ἱερὰ λόγια καὶ ἡ χάρη ποὺ ἀναδίνουν. Δὲν ἦταν μόνο ἡ εὐλογία τοῦ Ἁγιασμοῦ. Ἦταν καὶ κάτι ἄλλο. Ἡ ἴδια ἡ ἐπίσκεψη. Μέσα στὸ καθημερινὰ φορτωμένο πρόγραμμά του ὁ πνευματικὸς πατέρας βρῆκε χρόνο νὰ ἐπισκεφτεῖ τὸ «λαβωμένο πρόβατο». Δὲν ξέφευγε ἀπὸ τὴ φροντίδα του κάποιο. Ὅλα τὰ εἶχε ἔννοια.
-Τί νὰ κάνουμε πατέρα Μᾶρκο; Συμβαίνουν αὐτά. Ἔχει πάρει ἄδεια ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία της, εἶπε ὁ Μιχάλης.
Ρώτησε ποῦ ὑπηρετεῖ. Παρ’ ὅλο ποὺ εἶχε πάει πολλὲς φορὲς γιὰ ἐξομολόγηση, δὲν ἔτυχε νὰ τοῦ πεῖ πὼς εἶναι ἐκπαιδευτικός. Ἀμέσως κάποια σπιθίτσα ἄναψε στὸ βλέμμα του:
-Θὰ μπορούσατε τώρα ποὺ ἔχετε χρόνο νὰ μᾶς κάνετε τὶς διορθώσεις στὰ «Ἐνοριακὰ Νέα»;
Ναί, μιά ἀπὸ τὶς φροντίδες τοῦ παπα–Μάρκου ἦταν καὶ ἡ ἔκδοση ἑνὸς ἐνοριακοῦ περιοδικοῦ, γιὰ νὰ ἔχει ἡ Ἐκκλησία φωνή, γιὰ νὰ συνεχίζεται ἡ ἐπικοινωνία ἀπὸ τὸν ναὸ στὸ σπίτι, ἀλλὰ κυρίως νὰ καταρτίζονται οἱ πιστοὶ πνευματικὰ μὲ ἀνάλογα ψυχωφελῆ ἄρθρα. Ἡ ἔγνοια του ἦταν πῶς νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία, τὸ σύνολο τῶν πιστῶν, ποὺ εἶναι Σῶμα Χριστοῦ. Καὶ δὲν ἔχανε τὴν παραμικρὴ εὐκαιρία νὰ «ἁλιεύει» συνεργάτες γι’ αὐτὸ τὸ πολύπλευρο ἔργο. Τὸν ρώτησε τί ἀκριβῶς θὰ κάνει. Καὶ τῆς ἐξήγησε μὲ ἁπλότητα ἀλλὰ καὶ γνώση.
-Νὰ ᾽ναι εὐλογημένο.
Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀρχὴ ποὺ ἀσχολήθηκε μὲ τὰ «Ἐνοριακὰ Νέα» ἡ Ἑλένη. Βέβαια μετὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας της βρέθηκε πρόσωπο κατάλληλο γιὰ τὴ διόρθωση, ποὺ εἶχε περισσότερη χρονικὴ εὐχέρεια. Ἀλλὰ … ἡ συνεργασία δὲν διακόπηκε.
- Μπορεῖτε νὰ μᾶς γράφετε κάτι κάθε μήνα;
- Ἔμμετρο ἢ πεζό;
- Ὅ,τι φωτίσει ὁ Θεός.
- Τὸ θέμα θὰ μοῦ τὸ δίνετε κάθε φορά ἐσεῖς;
- Ὅ,τι φωτίσει ὁ Θεός, ἐπανέλαβε μὲ κείνη τὴν παιδικὴ ἀφοπλιστικὴ ἁπλότητα.
Καὶ ὁ Θεὸς οἰκονομοῦσε κάθε μήνα νὰ δίνει τὴ μικρή, τὴν ἐλάχιστη συνδρομή της. Εἶδε ὅτι ἔλειπε κάτι ἔμμετρο. Καὶ βάλθηκε νὰ τὸ καλύψει μὲ ἕνα ἁπλὸ ποίημα, κατὰ τὶς «ἐπιταγὲς» τοῦ κάθε μήνα. Κάποιο μήνα – εἴτε γιατί δὲν εἶχε ἔμπνευση, εἴτε γιατί δὲν εὐκαιροῦσε – δὲν ἔδωσε τὴ «συνδρομή» της.
Καὶ τότε αὐθόρμητα, ἀνεπιτήδευτα, ὅπως τὸ συνήθιζε, βγῆκε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ παπα–Μάρκου:
-Δηλαδὴ αὐτὸ τὸν μήνα δὲν θὰ ἔχουμε ποίημα;
Ὁ τρόπος ποὺ τὸ εἶπε, τῆς φάνηκε σὰν ἀθῷο παιδικὸ παράπονο. Ἔσκυψε τὸ κεφάλι καὶ ὑπαγόρευσε στὸν ἑαυτό της:
«Θὰ προσπαθήσεις ἄλλη φορά νὰ μὴν ἀπογοητεύσεις τὸν γέροντά σου. Ἂν δὲν ἔχεις ἔμπνευση, θὰ προσευχηθεῖς καὶ ὁ Θεὸς θὰ οἰκονομήσει».
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ποιήματα, ποὺ ἀφοροῦσαν θέματα τοῦ μήνα ποὺ ἔτρεχε, πολλὲς φορὲς ὁ παπα–Μᾶρκος τῆς ἀνέθετε καὶ κάποιο «ἐπετειακό», ἂς τὸ ποῦμε, θέμα. «Θὰ μπορούσατε νὰ γράψετε γιὰ τὰ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ
τῆς κτίσεως τοῦ ἁγίου Γεωργίου;»
«Αὐτὸ τὸ μήνα συμπληρώνονται ἑκατὸ τεύχη «Ἐνοριακῶν Νέων». Θὰ γράψετε κάτι;»
Κι ἐκείνη ἐρχόταν σὲ δύο –τρεῖς μέρες μὲ τὸ φύλλο τὸ χαρτὶ στὸ χέρι καὶ μερικὲς ἀράδες γραμμένες γιὰ τὸ θέμα:
Ἑκατόχρονα (μὲ ἀκροστιχίδα)
Εὐλογημένη ἡ χρονιὰ ποὺ χτίσανε λατόμοι
Καρπάθιοι τὴν ἐκκλησιὰ τοῦ μάρτυρα ἅϊ – Γιώργη
π’ τὴν πλευρὰ τοῦ Διόνυσου, ἑκατὸ χρόνια τώρα.
Τὸ ἁπλὸ ξωκκλήσι, ἀνάκτορο τοῦ Βασιλιᾶ τῆς πλάσης,
λόλευκο ἀνάμεσα σὲ χείμαρρο πρασίνου.
Χρόνοι ὀγδόντα κύλησαν ὡς τὴ χαρμόσυνη ὥρα.
Ρέει ἡ Χάρη «ὕδωρ ζῶν», γίνεται ἐνορία,
λόφωτη κι ὁλόγιομη, πνευματικὸς μαγνήτης,
Ναὸς μὲ δράση καὶ ζωή καὶ μ’ ἅγιο πετραχήλι.
μποτε τὰ χιλιόχρονα μιά μέρα νὰ γιορτάσει.
«Ἐνοριακὰ Νέα» - τεύχη 100
Ἡ ἐνορία ἔχει φωνὴ τὰ ΕΝΟΡΙΑΚΑ τὰ ΝΕΑ, ποὺ σάλπιγγα εἶναι στοῦ πιστοῦ τὸ σπίτι κάθε μήνα, λόγο Χριστοῦ νὰ διαλαλεῖ, νὰ φέρνει ἅγια μαντάτα, γιὰ ἐκδηλώσεις καὶ γιορτές, γιὰ δράση καὶ γι’ ἀγῶνες.
Μῆνες περάσαν καὶ χρονιὲς καὶ μὲ τὸ τεῦχος τοῦτο γίνονται τεύχη ἑκατό, σὰν φύλλα σὲ περβόλι πάνω σὲ θαλερὸ δεντρί, ποὺ φύτεψεν ἡ πίστη κι ὅλο αὐξάνει καρπερὸ μὲ τοῦ Θεοῦ τὴ Χάρη.
Τὸ ἔκανε μὲ χαρά. Τὸ νὰ ὑπακοῦς σὲ ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι πρότυπο ὑπακοῆς στὸ θεῖο θέλημα, εἶναι πράγματι χαρά. Καὶ ἡ ἁπλὴ ταπεινὴ ἔμπνευση, (θαρρεῖς πὼς ἦταν ἄνωθεν εὐλογία), μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ ἐπίγειου ἐμνευστῆ ἐρχόταν ἀβίαστα.
«Τὸν πύργο χτίζουμε ὅλοι ἀντάμα», λέει ὁ ποιητής. Ὁ καθένας ὅ,τι δύναται. Ἀκόμη καὶ ὁ μικρούλης κόκκος ἄμμου ἔχει γιὰ τὸν παπα– Μᾶρκο ἀξία «εἰς οἰκοδομὴν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ».
«Δίλεπτον»
Τὰ «Ἐνοριακὰ Νέα» εἶναι ἕνα πλούσιο περιοδικό, ποὺ ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς ἐνορίτες, ἀλλὰ καὶ στοὺς φίλους τῆς ἐνορίας.
Ἤδη ὅμως ἔχει ἐκδοθεῖ ἕνα ξεχωριστὸ περιοδικό, ποὺ ἀφορᾶ στὴ μεγάλη του ἀγάπη, τὰ παιδιά. Ὁ παπα–Μᾶρκος ἤθελε νὰ ἔχουν τὸ δικό τους ἔντυπο, ποὺ νὰ εἶναι ἐποικοδομητικό, ἀλλὰ συγχρόνως εὐχάριστο καὶ … εὔπεπτο. Νὰ δίνει πνευματικὴ τροφή, ἀλλὰ χωρὶς νὰ κουράζει. Νὰ δίνει φῶς Χριστοῦ μὲ τρόπο κατανοητὸ καὶ εὐφρόσυνο.
Τὸ ἰδιαίτερο καὶ εὐαίσθητο αὐτὸ ἔργο εἶχε ἀναλάβει μὲ ἐπιτυχία ἄνθρωπος μὲ φόβο Θεοῦ, μὲ πεῖρα στὰ παιδαγωγικὰ καὶ ἀγάπη γιὰ τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς ἐφήβους, ἡ κυρία Γ. φιλόλογος.
Ὁ Θεὸς στέλνει πάντα τοὺς κατάλληλους ἀνθρώπους στὸν ἀμπελώνα Του, ὅταν βλέπει πὼς ὁ (ἐπίγειος) ἀρχιεργάτης ἀμπελουργὸς ἔχει ταπείνωση καὶ ἀφοσίωση στὸ θέλημά Του.
Τὸ «Δίλεπτον», αὐτὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ νεανικοῦ περιοδικοῦ, ἀναδείχτηκε ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ καλύτερα στὸ εἶδος του. Μιά μικρὴ προσφορὰ μὲ μεγάλο οὐσιαστικὸ νόημα καὶ ὠφέλεια, σὰν τὸ δίλεπτο τῆς χήρας τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἀποδείχτηκε «δῶρο» εὐπρόσδεκτο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ εὐχάριστο γιὰ τὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς μεγάλους.
Διαβάζουμε τυχαῖα σὲ μιά ἀπὸ τὶς σελίδες του:
«Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἑλληνομαθής, μὲ σπουδὲς στὴν Ἀθήνα, χρησιμοποίησε τὴν ἀρχαία λογοτεχνία, “τὴν θύραθεν παιδεία”, ὡς μέσον, γιὰ νὰ δείξει στοὺς νέους (στοὺς ὁποίους δὲν ἦταν εὔκολη ἡ μελέτη τῶν Γραφῶν), ὅτι μποροῦν νὰ προπαιδευτοῦν μὲ τὰ Ἑλληνικὰ κείμενα, ὥστε νὰ κατανοήσουν τὰ ἱερὰ μαθήματα. Ἂν συνηθίσουν νὰ βλέπουν τὸ εἴδωλο τοῦ ἥλιου μέσα στὸ νερό, θὰ καταφέρουν νὰ ἰδοῦν καὶ τὸ φῶς του κατάματα. Καὶ συμβουλεύει:
Δὲν πρέπει νὰ παραδίνετε τὸ πηδάλιο τοῦ νοῦ σας στοὺς σοφούς, νὰ σᾶς ὁδηγοῦν ὅπου θέλουν. Πρέπει νὰ γνωρίζετε τί νὰ δέχεσθε καὶ τί νὰ παραβλέπετε. Ὅταν σᾶς παρουσιάζουν πράξεις ἢ λόγια ἐναρέτων ἀνθρώπων νὰ τοὺς θαυμάζετε καὶ νὰ προσπαθεῖτε νὰ τοὺς μιμηθεῖτε. Ἂν ὅμως σᾶς παρουσιάζουν μοχθηρούς, πρέπει νὰ ἀποφεύγετε κλείνοντας τὰ αὐτιά σας, ὅπως ἔκανε ὁ Ὀδυσσέας (στοὺς συντρόφους) γιὰ τὰ μελωδικὰ τραγούδια τῶν Σειρήνων, γιατί: Ἄριστος εἶναι ὅποιος μόνος του ἀντιλαμβάνεται τὰ πρέποντα». 
Ἔτσι ἁπλά, κατανοητὰ τὸ «Δίλεπτον» ἔκανε ἔργο ἀπὸ τὶς γραμμὲς τῶν φύλλων του στὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν. Κι ὁ παπα-Μᾶρκος γι’ αὐτὴν τὴν ἀπήχηση χαιρόταν σὰν παιδί.
ΕΛΕΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ, «ΕΝΑΣ ΟΣΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ», Ὁ πατὴρ Μᾶρκος Μανώλης μὲ τὸ βλέμμα μιᾶς ἐνορίτισσας, τοῦ ἁγίου Γεωργίου Διονύσου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΚΑΝΙΓΓΟΣ 10, 10677 ΑΘΗΝΑ 2019