Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020

«Εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».

Μοναχός Νεκτάριος, Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη – Μονῆς Χιλανδαρίου Καρυαί – ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Τά λόγια αὐτά τά ἀκοῦμε κάθε φορά ἀπό τά χείλη τῶν Ἱερέων, ὅταν μᾶς ἀξιώνει ὁ Θεός νά προσερχόμαστε στήν Μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων: «Μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος (ἡ δούλη) τοῦ Θεοῦ (τάδε), Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».

Ἡ ἔννοια τῆς ἀφέσεως τῶν ἀνθρωπίνων ἁμαρτιῶν βεβαίως, δέν πρωτο-διδάσκεται στό Μυστήριον αὐτό, τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ ὅλη Καινή Διαθήκη ἔχει, στά διάφορα βιβλία της, κατάσπαρτη τήν ἔννοια τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν. Στά Ἱερά Εὐαγγέλια, ὁ Δεσπότης καί Ἐλεήμων Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, κάθε τόσο, κάνει λόγο γιά ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἡ ὁποία μάλιστα Ἐκεῖνον ἔχει ὡς πηγή προελεύσεως καί ἀπό  Ἐκεῖνον μόνον ἐκπορεύεται καί παρέχεται δωρεάν στόν πεπτωκότα ἄνθρωπο. Χωρία, ὅπως: «Τέκνον (ἤ θύγατερ-γύναι) ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι», ἤ «Ἐξουσίαν ἔχει ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας», ἤ «Ἄν τινων ἀφεῖτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς», ἤ «Λάβετε φάγετε-πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες … εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καί ἄλλα, εἶναι ἀρκετά χαρακτηριστικά. Καί ὄχιμόνον ὁ Φιλάνθρωπος καί ἀναμάρτητος Κύριος, ἀλλά καί οἱ ἄμεσοι διάδοχοι Αὐτοῦ, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, τόσο στίς «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» ὅσο καί στίς Ἐπιστολές, συνεχίζουν προφορικῶς καί γραπτῶς τό ἴδιο Κυριακό μοτίβο, σάν τήν ἠχώ πού ἐπαναλαμβάνει τό πρῶτο ἀκουσθέν λάλημα. Ἄς θυμηθοῦμε ἐπί παραδείγματι, τελείως πρόχειρα, τόν συστατικό λόγο τοῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου, ἀπό τόν Ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο: «Ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; Προσκαλεσάσθω τούς πρεσβυτέρους … κἄν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ». Καί τόσα ἄλλα χωρία.
Καί ἔτσι, ἀμέσως-ἀμέσως θεμελιώνεται ὁ Χριστιανισμός ὡς ἡ μοναδική θρησκεία, στήν ὁποία, ὄχι μόνο γίνεται ἁπλός λόγος περί ἀφέσεως ἁμαρτιῶν, ἀλλά καί ἀληθῶς παρέχεται αὐτή, στούς ἐκζητοῦντας (βεβαίως) αὐτήν. Καί τοῦτο, διότι ὁ Ἱδρυτής αὐτῆς εἶναι «Θεός Ἰσχυρός, Ἐξουσιαστής … πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ὁ Ἅγιος Προφητάναξ Δαυίδ, δέν τό λέγει σαφῶς; «Καί ὁ Κύριος ἡμῶν, παρά πάντας τούς θεούς», δηλαδή τούς ἀνύπαρκτους, τῶν εἰδωλολατρῶν. Καί ἀπό Αὐτόν τόν Φιλάνθρωπον Δεσπότην παρέχεται αὐτή ἡ ἄφεση. Τό ἀναφέραμε ἤδη τό σχετικό χωρίο: «Ἐξουσίαν ἔχει ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας». Δέν τό λέει αὐτό κάποιος, ὁ ὁποιοσδήποτε. Αὐτόν τόν λόγο «ἔφη τό σεπτόν καί σεβάσμιον στόμα» τοῦ Λυτρωτοῦ ἡμῶν Χριστοῦ, τοῦ μόνου ἔχοντος ἀληθῶς τήν τοιαύτην ἐξουσίαν.
Γιά νά φαντασθοῦμε ἐπί τροχάδην, νοερῶς, ὅλες συλλήβδην τίς θρησκεῖες, μηδέ καί τῆς Ἑβραϊκῆς ἐξαιρουμένης, πού (στό κάτω-κάτω) στηρίζεται στήν Παλαιά Διαθήκη. Οὔτε μία δέν θά βροῦμε, πού νά παρέχει στούς μύστας της, στούς πιστούς καί ἀκολούθους της ἀληθῆ καί πραγματική-ὀντολογική ἄφεση ἁμαρτιῶν. Ἀκόμη κι ἄν κάποια ἀπό αὐτές ἔστω καί θεωρητικῶς, κάνει λόγο ἤ διδασκαλία σχετική, ὅμως ἀπό ἀπόψεως πραγματικῆς καί ὀντολογικῆς οὐδέποτε μπόρεσε νά ἰσχυρισθεῖ, ὅτι παρέχει τέτοιου εἴδους ἄφεση. Μόνο τῆς χριστιανικῆς μας θρησκείας εἶναι «προνόμιο» αὐτό. Ἀκόμη καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, πού στέκεται στό μεταίχμιο Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, παρεῖχε βάπτισμα μετανοίας, προετοιμαστικό βεβαίως τοῦ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλά πού δέν παρεῖχε ἄφεση ἁμαρτιῶν. Κάτι πού χορηγεῖται, γιά πρώτη φορά στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, μέ τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ. Θἄλεγε κανείς, ὅτι ἔστω καί γι’ αὐτόν μόνον τόν λόγο, θἄξιζε νά γίνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι Χριστιανοί, ἀφοῦ ὅλοι «ἤμαρτον καί ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν ἐποχῶν καί ὅλων τῶν θρησκειῶν, ἄλλος λίγο - ἄλλος πολύ, ζητᾶνε καί ποθοῦνε αὐτή τήν ἄφεση, χωρίς βεβαίως νά τήν βρίσκουν στίς μάταιες θρησκεῖες τους. Τό μαρτυροῦν αὐτό, ὅλες οἱ ἐξιλαστήριες θυσίες, αἰματηρές ἤ ἀναίμακτες, πού προσέφεραν κατά καιρούς οἱ πρό Χριστοῦ ἄνθρωποι, μηδέ τῶν ἀρχαίων ἡμῶν Ἑλλήνων προγόνων ἐξαιρουμένων.
Γιά θυμηθεῖτε τόν Ἅγιο Ἰώβ τόν Δίκαιο, ὁ ὁποῖος οὔτε Ἑβραῖος δέν ἦταν καλά-καλά, ἄν καί ξεπερνοῦσε στήν θεοσέβεια πολλούς Ἑβραίους τῆς ἐποχῆς του. Εἶναι γνωστό, τί ἔκανε:  Ἐπειδή τά πολλά παιδιά του, γλεντῶντας κάθε βράδυ, ποιός ξέρει τί ἔκαναν πάνω στή διασκέδασή τους, ἐκεῖνος κάθε πρωί, προσέφερε ἐξιλαστήρια θυσία γιά κάθε ἕνα παιδί του ξεχωριστά. «Μήπως» ἔλεγε, τά παιδιά του, πάνω στό γλέντι τους «διανοήθηκαν κάτι κακό στήν καρδιά τους»· ὄχι δηλαδή «ἔκαναν», ἀλλά «διανοήθηκαν»! Ἀκοῦτε θεοσεβῆ σκέψη; Κι ὅμως, ἀκόμη κι αὐτοῦ τοῦ Δικαίου Ἁγίου, οἱ θυσίες δέν συνοδεύονταν ἀπό βεβαιότητα πραγματικῆς ἀφέσεως ἁμαρτιῶν. Παραμένανε στό στάδιο τῆς ἐλπίδος, κατά τό λαϊκό ρητό: «στό ἄγνωστο, μέ βάρκα τήν ἐλπίδα». Πάνω στό ἴδιο μοτίβο σκέψεως καί κάποιοι  Ἕλληνες πρόγονοί μας ἔκτισαν βωμούς παρομοίων θυσιῶν «τῷ Ἀγνώστῳ Θεῷ».
Βλέπετε – κακά τά ψέμματα - ἡ ἁμαρτία, τά πάθη μας, καθώς καί οἱ ἐνοχές πού τά συνοδεύουν, εἶναι (ἀλλοίμονο) ὁ δεύτερος σιαμαῖος ἑαυτός μας, μέχρις ἐσχάτης μας ἀναπνοῆς. Αὐτή εἶναι, ἄν θέλετε καί ἐντός εἰσαγωγικῶν, «ἡ μοῖρα μας» σ’ αὐτή τήν ἄχαρη κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος τῆς παρούσης ζωῆς καί παρεπιδημίας μας. Κι ὅλοι μας συγχώρηση ζητᾶμε. Εἶναι βέβαια καί ἀρκετοί ἄνθρωποι, πού προσπαθοῦν νά ἀπωθήσουν τίς ἐνοχές πού προαναφέραμε· κι αὐτό τό ἐπιχειροῦν ποικιλοτρόπως καί ἐκτός χριστιανισμοῦ, χωρίς ἐπιτυχία βεβαίως. Μιά τέτοια «προσπάθεια» καί «ἐπιχείριση» εἶναι καί ἡ γιόγκα καί κάθε σχετική καί παράλληλη ἐπίδοση, πού ἕλκει τήν καταγωγή ἀπό τά ἐξωχριστιανικά ἀνατολικά θρησκεύματα. Φυσικά, ἡ ἀποτυχία τους εἶναι δεδομένη, διότι μετά τήν παρέλευση τῆς ψευδο-καταστάσεως αὐτῆς τῆς ἀπωθήσεως τῶν ἐνοχῶν τους, ξαναπροσγειώνονται στήν πραγματικότητα, βιώνοντας πάλιν καί πολλάκις αὐτές τίς ἐνοχές, ἐντονότερα μάλιστα.
Μόνος ὁ Δεσπότης μας Χριστός, ὄχι ὡς «Ἄγνωστος Θεός», ἀλλ’ ὡς «Θεός ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» καί – πάνω ἀπ’ ὅλα - ὡς Θεός «ἑσθιόμενος καί μηδέποτε δαπανώμενος» (στήν Ἁγία Τράπεζα) «ἀλλά τούς ἐσθίοντας ἁγιάζων», Αὐτός λέγουμε, ὅτι εἶναι ὁ Μόνος «ἔχων ἐξουσίαν» νά χορηγεῖ ἀληθῆ ἄφεση ἁμαρτιῶν καί ὄχι ἐλπιζόμενη, ἀβέβαιη ἤ ἀναμενόμενη. Καί μάλιστα ἄφεση, πού συνεχῶς παρέχεται, ἐφ’ ὅρου ζωῆς. Τί διαβάζουμε σχετικῶς; «Ὁσάκις ἄν πέσῃ, ἔγειραι καί σωθήσει». Ἄφεση ἀενάως ἐπαναλαμβανόμενη. Τί πιό παρήγορο καί τί πιό ἐλπιδοφόρο μήνυμα; Νά ξέρεις δηλαδή, ὅτι ὅσες φορές κι ἄν ἁμαρτήσεις, σέ περιμένει ἕνα Ἱερόν Ἐπιτραχήλιον, γιά νά σέ ξαλαφρώσει; Νά ξέρεις, ὅτι ὁ Ἱερεύς-Ἐξομολόγος, σάν «ἀπορριματοφόρον ὄχημα» τοῦ Θεοῦ, παίρνει ἐπ’ ὤμου, πάνω στόν τράχηλό του - ἐξ οὗ καί Ἐπι-τραχήλιον φορεῖ - τόν κάδο τῶν ἀπορριμάτων-ἁμαρτιῶν σου, γιά νά τόν πετάξει καί νά τόν ἀδειάσει ἀνεπιστρεπτί στήν ἄβυσσο, στόν ὠκεανό τῆς θείας εὐσπλαγχνίας; Καί νά ξέρεις, τέλος, ὅτι μετά τήν Ἐξομολόγηση, θά σέ ὁδηγήσει - ὅταν καί ὅποτε ἐκεῖνος κρίνει – στό Ἅγιον Ποτήριον; Ὁπότε, δέν θά ἔχεις λάβει ἁπλῶς ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἀλλά καί τόν ἀρραβῶνα τῆς αἰωνίου ζωῆς! Ποῦ ἀλλοῦ θά τά βρεῖς αὐτά, ταλαίπωρε ἄνθρωπε; Ὅλα γιά σένα τά ἔκανε ὁ Θεός, «Ἄνθρωπε, Ἄνθρωπε, Ἄνθρωπε!» ἀναφωνεῖ τρισσῶς ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος τῆς Σερβίας (τοὐπίκλην Πόποβιτς).
Ἀλλά καί πέρα ἀπό τά δύο μνημονευθέντα ψυχοσωτήρια μυστήρια τῆς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μήπως κι ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἱεροπραξίες, ὡς πρός τήν βαθύτερη ἔννοιά τους, δέν ἀποβλέπουν καί δέν κατατείνουν σ’ αὐτή τήν ὄντως ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας;  Ἤδη προαναφέρθηκε τό Ἀποστολικό λόγιο περί τοῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου. Νά καί ἕνα ἄλλο, μικρό ἴσως καί ἀσήμαντο γιά τούς πολλούς, ὅμως χαρακτηριστικά εὔγλωττο παράδειγμα: Ἡ Εὐχή τῆς εὐλογήσεως τῶν νέων σταφυλιῶν, πού διαβάζει ὁ Ἱερεύς κάθε καλοκαίρι πάνω στά πρῶτα συγκομιζόμενα σταφύλια. Ἐκεῖ ἀναφέρεται, ὅτι ὁ ἀμπελουργός πού φύτεψε - ἴσως κεκοιμημένος πλέον – τό ἀμπέλι, ἤ πού τό καλλιεργεῖ καί τό περιποιεῖται συνεχῶς, τό ἔκανε καί τό κάνει, μέ τήν ἐλπίδα, ὅτι ὁ «καρπός τοῦτος τῆς ἀμπέλου ὁ νέος», θά βγάλει μαζί καί τό κρασί, πού θά προσφερθεῖ στήν Θεία Εὐχαριστία καί θά μεταβληθεῖ σέ Αἷμα Χριστοῦ, ὡς ἐξιλασμός τῶν ἁμαρτιῶν του. Νά σκέπτεσαι, δηλαδή, ὅτι οἱ κόποι μιᾶς ὁλόκληρης χρονιᾶς, ἐπαναλαμβανόμενοι κατ’ ἔτος, σ’ αὐτόν τόν σκοπό κατατείνουν καί ἀπό αὐτόν νοηματοδοτοῦνται: στόν ἐξιλασμό καί στήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τῶν κοπιώντων, διά τοῦ Δεσποτικοῦ Αἵματος!
Εἶναι νά μήν ἀναφωνήσεις, ἀναλογιζόμενος ὅλα τά ἀνωτέρω: «Τίς Θεός μέγας, ὡς ὁ Θεός ἡμῶν; Σύ εἶ ὁ Θεός, ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος»! Ἀπό αὐτό τό τελευταῖο εὐτελές παράδειγμα, ὡς ἐξ ὄνυχος τόν λέοντα, ἄς φαντασθοῦμε καί ὅλα τά ἄλλα, παρομοίως.
Μά, μήπως καί ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, εὐκαίρως-ἀκαίρως, γιά ἄφεση ἁμαρτιῶν δέν κάνει λόγο;
Μέ αὐτές καί μέ τίς σχετικές μέ αὐτές σκέψεις, μιά καί ἡ περίοδος τοῦ ἔτους τό ἀπαιτεῖ, ἄς κάνουμε πανιά, γιά νά διαπλεύσουμε τό ὄντως «Μέγα Πέλαγος» τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, γιά νά φθάσουμε στόν λιμένα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως, «πνευματικῶς ἐναγαλλιόμενοι». Τότε, κατ’ ἐκείνην τήν «σωτήριον καί φωταυγῆ» νύκτα, θά γευθοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, «βρωθήσεται ἡμῖν ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν μας καί εἰς ζωήν ἡμῶν τήν αἰώνιον». Ἀμήν!
Καλόν Στάδιον! (κατά τήν Κυπριακή ἔκφραση)Τριώδιον 2020
 «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»agnikolaos.gr Ἀρ. Τεύχους 211 ΜΑΡΤΙΟΣ 2020