Στὴν πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολὴ (Α΄ Κορ.
ια΄ 27, 28) διαβάζουμε: «῞Ωστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ
ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος
τοῦ Κυρίου. Δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου
ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω·». Μετάφραση: ῞Ωστε ὅποιος τρώγει τὸν
ἄρτον αὐτὸν καὶ πίνει τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, θὰ εἶναι ἔνοχος
καὶ ὑπόδικος διὰ βαρεῖαν ἀσέβειαν καὶ ὕβριν ἐναντίον τοῦ σώματος καὶ τοῦ
αἵματος τοῦ Κυρίου. ῍Ας ἐξετάζῃ δὲ κάθε ἄνθρωπος τὸν ἑαυτὸν του μὲ
πολλὴν προσοχήν, καὶ ἔτσι προετοιμασμένος ἂς τρώγῃ ἀπὸ τὸν καθαγιασμένον
ἄρτον καὶ ἀπὸ τὸ καθαγιασμένον ποτήριον.
- Ἡ θεία Κοινωνία εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διευκρινίζει: «Ἄν σήμερα πάρεις μέρος στὴν θεία Κοινωνία, ἀφοῦ καθάρισες τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, μὲ κάθε ἀκρίβεια ἐπιτέλεσες Πάσχα».
«Πολλοὶ μεταλαμβάνουν τὴ θυσία αὐτὴ μιὰ
φορὰ τὸ χρόνο, ἐνῶ ἄλλοι δύο καί ἄλλοι πολλές φορές. Τί λοιπόν; Ποιούς
θά ἀποδεχθοῦμε; αὐτούς πού μεταλαμβάνουν μία φορά; Αὐτούς πού πολλές
φορές; Αὐτούς πού λίγες; Οὔτε αὐτούς πού μεταλαμβάνουν μία φορά, οὔτε
αὐτούς πού πολλές φορές, οὔτε αὐτούς πού λίγες, ἀλλά ἐκείνους πού
μεταλαμβάνουν μέ καθαρή συνείδηση, μέ καθαρή καρδιά καί μέ βίο
ἀνεπίληπτο. Ὅσοι εἶναι τέτοιοι, ἄς πλησιάζουν πάντοτε∙ ἐνῶ ὅσοι δέν
εἶναι τέτοιοι, ἄς μή προσέρχονται οὔτε μία φορά. Γιατί ἆραγε; Διότι
λαμβάνουν γιά τούς ἑαυτούς τους καταδίκη καί κατάκριση καί κόλαση καί
τιμωρία. [Ἀπ’ τὴν ΙΖ΄ Ὁμιλία του «Εἰς τὴν πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολήν»].
- Στὸ βιβλίο «Θαύματα ποὺ εἶδαν τὰ μάτια μου», Ἐκδ. «Ὀρθοδόξου Τύπου», ὁ π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος ἀναφέρει φοβερὰ γεγονότα:
«Τὸ 1959 ἔμενε κάτω στὸ Λυκαβηττό, στὸ
τέρμα τῆς ᾿Ασκληπιοῦ, μιὰ εὐγενεστάτη Γερόντισσα καρδιοπαθής. Αὐτὴ ἔζησε
στὴ Ρωσία, γιατὶ ὁ ἄνδρας της ἦταν πρόξενος ἐκεῖ. Κατόπιν στὴν
Μασσαλία. Ἐκεῖ ἔγινε ἀπὸ Παπική, ᾿Ορθόδοξη. Ἦταν ὀγδονταπέντε χρονῶν,
ἀλλὰ δὲν ἤθελε νὰ κοινωνήση.
῞Ενα βραδάκι, ποὺ ἐξομολογοῦσα στὸ ῾Ι.
Ναὸν τῆς Ρόμβης, κοντὰ στὴ Μητρόπολι, μοῦ τηλεφώνησαν νὰ πάω ἐπειγόντως,
διότι μὲ θέλει ἡ Γερόντισσα καὶ ὁ γιατρὸς τοὺς εἶπε ὅτι θὰ πεθάνη
ἀπόψε.
Ἐπῆρα μαζί μου τὰ ῎Αχραντα Μυστήρια μήπως τὴν καταφέρω νὰ κοινωνήση.
—Φεύγω γιὰ τὸν οὐρανό, μοῦ λέγει, ὅταν μπῆκα καὶ μὲ εἶδε.
—Δὲν πᾶς πουθενά, τῆς εἶπα. Σοῦ ἔφερα τὸ φάρμακο. ῎Εχεις τίποτα νὰ μοῦ πῆς;
᾿Εξομολογήθηκε πρόθυμα καὶ κοινώνησε μὲ
προθυμία. Φεύγοντας τῆς εἶπα ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μεγάλος. Πράγματι εἶναι
μεγάλος, διότι μετὰ τὴν Θεία Κοινωνία καλυτέρευσε. Τὸ πρωΐ φώναξαν τὸ
γιατρό.
Μὰ δὲν πέθανε, λέγει;
῞Οταν τὴν ἐπισκέφθηκε, ἐθαύμαζε. Εἶδε
ὅτι τὰ φάρμακά του καὶ ἡ ἐπιστήμη του μπροστὰ στὴ Θ. Κοινωνία ἦταν
ἄχρηστα! Πλησίασε τὰ 90 χρόνια.
῾Η Θεία Κοινωνία εἶναι παντοδύναμο
φάρμακο. Θὰ ἔπρεπε νὰ γραφοῦν τόμοι ὁλόκληροι γι᾿ αὐτό. Ποῦ εἶναι τώρα
ἐκεῖνοι οἱ ὀλιγόπιστοι, ποὺ δυσκολεύονται νὰ μεταλάβουν μήπως κολλήσουν
μικρόβια. Τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι πῦρ καταναλίσκον, ποὺ καίει
τὰ πάντα, ἔλεγεν ἕνας καθηγητής Φιλόσοφος. Καὶ πράγματι ἀπὸ τὰ
ἑκατομμύρια, ποὺ κοινωνοῦν, δὲν ἔπαθε ποτὲ κανεὶς. Ἄν ἦταν ὅπως λέγουν
αὐτοί, δὲν θὰ ζοῦσε κανένας ῾Ιερεύς, διότι ἐμεῖς στὸ τέλος καταλύομε τὸ
Ἅγ. Ποτήριον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον κοινώνησαν ἑκατοντάδες πολλὲς φορὲς καὶ
πολλοὶ μὲ πολλὲς ἀρρώστιες καὶ ὅμως ποτὲ δὲν ἔπαθε κανεὶς τίποτε. Οἱ
῾Ιερεῖς εἶναι οἱ μακροβιώτεροι τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ ῾Ιερεῖς, ποὺ λειτουργοῦν χρόνια στὰ Φθισιατρεῖα, εἶναι ὑγιέστατοι.
῾Ο Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων
Φωστίνης, ὅταν ἦτο ῾Ιεροκήρυξ Ἀττικῆς, ἐπῆγε νὰ λειτουργήση στὸ
Φθισιατρεῖο τῆς Σωτηρίας. Τοῦ ἔφεραν μιὰ μεγάλη πιατέλα μὲ πολλὰ
κουταλάκια.
—Τὶ τὰ θέλετε αὐτά; εἶπε στοὺς νοσοκόμους.
— Μᾶς εἶπαν οἱ γιατροί, νὰ κοινωνήσετε μὲ αὐτὰ τοὺς ἀσθενεῖς καὶ πρῶτα τοὺς ἐλαφρότερους καὶ κατόπιν τοὺς βαρειά.
— ῎Εχω τὴν Ἁγία Λαβίδα. Δὲν χρειάζονται αὐτά.
῞Οταν, ἔλεγε, τοὺς κοινώνησα καὶ
ἐπρόκειτο νὰ καταλύσω τὸ ῞Αγ. Ποτήριον, τραβήχθηκα πρὸς τὴν ὡραία Πύλη
καὶ κατέλυσα ἐπιδεικτικὰ ἐνώπιον ὅλων, γιὰ νὰ μάθουν οἱ γιατροί, ὅτι ἡ
θ. Κοινωνία εἶναι «πῦρ καταναλίσκον».
- Στὸ βιβλίο «Θαύματα καὶ ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὴν θεία Κοινωνία» Ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου ἀναφέρεται ἕνα ἀκόμη θαῦμα:
«Σὲ παλιὲς βιογραφίες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου
τῆς Κροστάνδης (1829-1908), ἀναφέρεται καὶ ἡ ἀκόλουθη περίπτωση
θεραπείας μιᾶς ἡλικιωμένης γυναίκας, μετά ἀπό τή Θεία Μετάληψη.
«Νά Κοινωνήσετε, συνιστοῦσε ὁ π. Ἰωάννης, καί ὁ Κύριος θά σᾶς κάνει καλά.
– Εἶμαι πολύ ἡλικιωμένη, ἔλεγε ἡ ἄρρωστη, καί γι’ αὐτό δέν θά μπορέσω νά γιατρευτῶ.
– Δέν εἶναι δική μας δουλειά νά γνωρίζουμε τούς καιρούς καί τίς προθεσμίες τοῦ Θεοῦ, ἀπάντησε ἐκεῖνος.
– Κοινώνησε στό παρελθόν, συμπλήρωσαν οἱ συγγενεῖς της.
– Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, δήλωσε τότε ὁ
ἅγιος, κοινωνοῦσαν καθημερινά, κι ἐσεῖς δέν θέλετε νά τήν κοινωνήσετε
τώρα, ποὺ ἔχει τόση ἀνάγκη;
Τελικά ἡ ἄρρωστη κοινώνησε καὶ πολύ σύντομα γιατρεύτηκε».