Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Ἀγὼν μετανοίας

ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ
Ὁ Ἀπ. Παῦλος (Κολ. β΄, 1) τονίζει: «Θέλω γὰρ ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω περὶ ὑμῶν καὶ τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καὶ ὅσοι οὐχ ἑωράκασι τὸ πρόσωπόν μου ἐν σαρκί». Μετάφραση Π. Τρεμπέλα: Σᾶς εἶπα κοπιάζω καὶ ἀγωνίζομαι. Διότι θέλω νὰ γνωρίζετε, πόσον μεγάλον ἀγῶνα, ποίας προσευχὰς καὶ ποίας φροντίδας ἔχω διὰ σᾶς καὶ δι’ ἐκείνους, ποὺ μένουν εἰς τὴν Λαοδίκειαν καὶ δι’ ὅσους δὲν ἔχουν ἴδει τὸ πρόσωπόν μου καὶ δὲν μὲ ἐγνώρισαν σωματικῶς.
Δὲν μποροῦμε νὰ πετύχουμε κάτι στὴν ζωή μας χωρὶς προσωπικὸ ἀγώνα. Ἡ ζωή μας εἶναι ὁλόκληρη ἕνας ἀγώνας κυρίως πνευματικός. Ὅλοι οἱ πατέρες καὶ γενικὰ οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἀγωνίσθηκαν, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὶς ἀρετές, δηλαδὴ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου καὶ νὰ κερδίσουν τὴν αἰώνια Βασιλεία.
  • Ὁ θεῖος Χρυσόστομος στὴν Ι΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ» μᾶς συμβουλεύει:
«Ἡ Χάρη δὲν ἔρχεται μόνη της, ἀλλ’ ἔρχεται σ’ ἐκείνους ποὺ τὴν θέλουν καὶ προσπαθοῦν… Γιατί, τὸ ἕνα μέρος εἶναι τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ δώση τὴ Χάρη, τὸ δὲ ἄλλο τοῦ ἀνθρώπου, τὸ νὰ προσφέρη τὴν Πίστη. Ἀλλὰ καὶ στὸν μετέπειτα χρόνο χρειάζεται πολλὴ προσπάθεια. Γιατὶ δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ βαπτιστοῦμε καὶ νὰ πιστέψουμε, γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν καθαρότητά μας. Ἀλλά, ἐὰν θέλουμε νὰ ἀπολαμβάνουμε συνεχῶς αὐτὴ τὴν λαμπρότητα, πρέπει νὰ παρουσιάσουμε ἀντάξιο πρὸς αὐτὴ βίο. Αὐτὸ δὲ τὸ ἔκανε σ’ ἐμᾶς ὁ Θεός. Γιατὶ τὸ νὰ γεννηθοῦμε στὴ μυστηριακὴ γέννηση καὶ νὰ καθαρθοῦμε ἀπ’ τὰ προηγούμενα ἁμαρτήματα, ἐνεργεῖται ἀπ’ τὸ βάπτισμα. Τὸ νὰ μείνουμε ὅμως στὸ ἑξῆς καθαροὶ καὶ νὰ μὴ δεχθοῦμε ἀργότερα καμμιὰ κηλίδα, ἀνάγεται στὴ δική μας ἐξουσία καὶ προσπάθεια».
«Ἄς μιμηθοῦμε τὴν ἀνδρεία, ἄς ἐπιδιώξουμε μὲ ζῆλο τὴν ἀρετή, κι ἄς μὴ μᾶς φοβίζη τίποτε, οὔτε νὰ μᾶς τρομάζη κανένας πειρασμός. Γιατὶ αὐτὰ ἐνισχύουν τὴν εὐσέβεια, αὐτὰ εἶναι φτερὰ τῆς Πίστεως, αὐτὰ μᾶς κάνουν δυνατοὺς κι ἀκατάβλητους, αὐτὰ μᾶς δίνουν τὴν εὔνοιά Του καὶ μᾶς φέρνουν περισσότερη τὴ χάρη Του» (Ἀπὸ τὴν Ὁμιλία του “Εἰς τὴν Σαμαρείτιδα”).
  • Στὸ Περιοδικὸ «Ὁ Ποιμὴν» ἀναφέρεται ἀπό τό Γεροντικό ἕνα παράδειγμα γιὰ τὰ ἀποτελέσματα τοῦ καλοῦ ἀγώνα:
Κάποια μέρα ἕνας χριστιανὸς πῆγε στὸν Ὅσιο Παφνούτιο καὶ τοῦ λέγει:
«- Πάτερ, ἐγὼ μὲ κάποιον παπᾶ μάλωσα καὶ δὲν ξέρω, ἄν μὲ καταράσθηκε ἤ εἶπε κακὸ λόγο, ἀλλὰ ἤδη αὐτὸς κοιμήθηκε καὶ δὲν συγχωρηθήκαμε. Τώρα τί γίνεται;
– Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ σὲ βοηθήσω σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, ἀλλὰ ὑπάρχει κάποιος ἄνθρωπος ἅγιος, ποὺ θὰ σὲ στείλω κι αὐτὸς θὰ σὲ βοηθήση.
– Ποιὸς εἶναι αὐτός;
– Πήγαινε κάτω στὴν Ἀλεξάνδρεια στὸ τάδε μέρος, σ’ ἕνα ὑπόγειο ὑπάρχει ἕνας τσαγκάρης. Πὲς του ὅτι σ’ ἔστειλα ἐγώ, ἀνάφερε τὴν ὑπόθεσή σου κι αὐτὸς θὰ σὲ βοηθήση.
Κι ὁ χριστιανός εἶπε μέσα του: «Κύριε, ἐλέησον· ἕνας ἀσκητής δέν μπορεῖ καί μπορεῖ ἕνας λαϊκός;» Ἀλλά γιά τήν ὑπακοή, πῆγε τόν βρῆκε καί τοῦ εἶπε τήν ὑπόθεση. Τοῦ λέγει ὁ τσαγκάρης:
-Γιά περίμενε ἐδῶ μέχρι νά νυχτώση.
Περίμενε, νύχτωσε καί τόν παίρνει μαζί του καί πᾶνε ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία τῆς πόλεως. Τοῦ λέγει:
-Περίμενε ἐδῶ.
Πηγαίνει ὁ τσαγκάρης μπροστά στήν μεγάλη πόρτα τῆς ἐκκλησίας, τήν σταυρώνει αὐτός ὁ ἅγιος κι ἁγνός χριστιανός, κι ἀνοίγει μόνη της. Μέσα ἡ ἐκκλησία ἦταν φωτοστόλιστη κι ἀκουγόντουσαν ψαλμωδίες οὐράνιες. Μπαίνει μέσα καί κοιτάζει καί βγαίνει ἔξω. Λέγει στόν ἄνθρωπο:
-Γιά πήγαινε μέσα καί κοίταξε δεξιά-ἀριστερά στούς χορούς· θά δῆς τόν ἱερέα ἐκεῖ;
Πηγαίνει μέσα βλέπει καί βγαίνει λέγοντας:
-Ναί, εἶναι στόν ἀριστερό χορό καί ψάλλει.
-Ἔλα μαζί μου.
Μπαίνουν μέσα καί πάει ὁ ἅγιος χριστιανός μπροστά καί λέγει στόν ἱερέα:
-Πάτερ, συγχώρησε τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ… γιατί ἔσφαλε σάν ἄνθρωπος. Ἐσύ σάν ἅγιος ἄνθρωπος δός του τήν συγγνώμη.
-Συγχωρημένος καί λελυμένος νά εἶσαι!
Τόν παίρνει καί βγαίνουν ἔξω καί τοῦ λέει:
-Μηδαμῶς νά ἀναφέρης σέ κανένα αὐτό, πού εἶδες. Πήγαινε στό καλό, ἀδελφέ μου, καί σώζου.
Βλέπετε, παιδιά μου, τί κάνει ὁ κόπος ὁ ἀσκητικός; Τί κάνει ὁ ἀγώνας τῆς ψυχῆς; Τί ἔκανε αὐτός ὁ κοσμικός, γιά νά ἁγνίση τήν ψυχή του; Μέ τό ὅτι εἶπε στήν κοπέλλα, πού παντρεύτηκε, νά ζήσουν σάν ἀδέλφια, τελείωσε τό θέμα ἐκεῖ; Ὄχι· καί νήστευαν καί ἀγρυπνοῦσαν μαζί καί ἔκαναν μετάνοιες καί διάβαζαν τό Εὐαγγέλιο καί διάβαζαν πατερικά βιβλία καί πήγαιναν στήν ἐκκλησία καί ἐξομολογοῦντο καί μετελάμβαναν καί ἔδιωχναν τίς κακές σκέψεις καί ἀγωνιζόντουσαν μεταξύ τους μέ κάθε προσοχή. Κι ἔτσι ἔφτασαν στήν ἁγιότητα μέσα στόν κόσμο.
Ἄρα κι ἐδῶ ἀποδεικνύεται ὅτι καί μέσα στόν κόσμο, ὅταν ὁ χριστιανός κάνη ἕνα τέτοιο πνευματικὸ ἀγώνα, ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἐξαιρεῖ κανένα. Ἀλλά «προφάσεις προφασιζόμενοι, λέμε ὅτι εἴμεθα στόν κόσμο καί δέν μποροῦμε. Μᾶς νικάει ἡ ἐπιθυμία. Τί χρειαζόμεθα; Τόν ἀγώνα αὐτόν ὄχι μόνο τόν σωματικό, ἀλλά καί τόν ψυχικό».