Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

Ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή προσφορά τοῦ Ἁγίου Ὄρους σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἰδίως πρός τούς νέους καί νεάνιδες, πού ἀναζητοῦν τήν πραγματική ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ;


Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, ανδρική
ΡΩΜΗΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΕΛΛΗΝΟΚΥΠΡΙΟΙ (κατά φύσιν καί κατά μετοχήν στήν Ἑλληνική Παιδεία Ἕλληνες τῆς Κύπρου) «Πνευματικός διάλογος μέ Ὀρθοδόξους νέους ἐκ Θεσσαλονίκης»
Ἐρώτηση 4η

Ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή προσφορά τοῦ Ἁγίου Ὄρους σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἰδίως πρός τούς νέους καί νεάνιδες, πού ἀναζητοῦν τήν πραγματική ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ;


Ἀπάντηση

Ἡ ἀληθινή προσφορά τοῦ Ἁγίου Ὄρους σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἰδίως πρός τούς νέους καί νεάνιδες, πού ἀναζητοῦν τήν πραγματική ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, περιγράφεται πολύ ἁπλά καί κατανοητά, βαθειά θεολογικά καί μέ πνευματική διάκριση, στό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ ἁγίου Γέροντος, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, Ἀρχιμ. π. Γεωργίου Γρηγοριάτη-Καψάνη «Ὀρθόδοξος Μοναχισμός καί Ἅγιον Ὄρος», ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, 3η ἔκδοση, 1998.

Μερικά ἀποσπάσματα ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ π. Γεωργίου Γρηγοριάτη-Καψάνη «Ἡ θεολογική μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους», σελίδες 29-48, παραθέτουμε ἐδῶ πρός ὠφέλειά μας :

«… Τό Ἅγιον Ὄρος στό σύνολό του, μέ τό παρελθόν καί τό παρόν του, δίδει μαρτυρία Χριστοῦ. Μαρτυρία πίστεως, ἀγάπης, ἐλπίδος. Μαρτυρία ζωῆς αἰωνίου. Μαρτυρία ζωῆς ἀληθινῆς καί εὐαγγελικῆς καί γι’αὐτό μαρτυρία θεολογική. ‘’Τέλος δέ ἀγνείας, θεολογίας ὑπόθεσις’’, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος…».

«… α) Μαρτυρία ἀληθινῆς μετανοίας.

Στό Ἅγιον Ὄρος βιώνεται ἡ μετάνοια, ὡς βάσις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἐρώτησαν κάποτε ἕναν Ἁγιορείτη Γέροντα : ‘’Τί εἶναι τό Ἅγιον Ὄρος;’’ καί αὐτός ἀπάντησε : ‘’Χαρά γίνεται ἐν οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι’’. Ἐδῶ ἔχουμε πολλούς, πού μετανοοῦν.

Πράγματι τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόπος μετανοίας. Οἱ μοναχοί του ἦλθαν ἐδῶ, γιά νά ζήσουν τήν ἀληθινή μετάνοια…».

«… Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στό Ἅγιον Ὄρος τό ὅλο κλῖμα μᾶς καλεῖ σέ μετάνοια, πνευματικό ἀγῶνα καί βία στόν ἑαυτό μας (ὄχι νά ἀσκοῦμε βία στούς ἄλλους), γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ…».

«… Αὐτή ἡ μετάνοια ἐλκύει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀσφαλίζει τόν μοναχό καί φέρει στήν ψυχή του εἰρήνη καί χαρά πνευματική…».

«… Ἔτσι, τό Ἅγιον Ὄρος κηρύττει σιωπηλά τήν μετάνοια καί ὑπενθυμίζει σέ ὅλους ὅτι ἡ ἀληθινή μετάνοια δέν ἐξαντλεῖται σέ μιά ἠθικιστική καί φαρισαϊκή αὐτοδικαίωση, οὔτε περιορίζεται χρονικά, ἀλλά ἀποτελεῖ ὑπόθεση ὁλοκλήρου τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ…».

«… β) Μαρτυρία τοῦ ζῶντος Θεοῦ.

Ἔχοντας ὁ μοναχός τήν Χάρι τῆς μετανοίας, γνωρίζει τόν Ἀληθινό Θεό, καί ὄχι κάποια ἰδέα τοῦ Θεοῦ… Δέν εἶναι ὁ ἀπρόσιτος Θεός τῶν φιλοσόφων. Δέν εἶναι ἡ ἀπόλυτος οὐσία τῶν δυτικῶν (Εὐρωπαίων, ἀμερικανῶν, παπικῶν, προτεσταντῶν, ἀθέων, νεοειδωλολατρῶν, καταστροφικῶν σεκτῶν καί λατρειῶν)…».

«… Ἡ διάκρισις, θεοπρεπής καί ἁγία, θείας οὐσίας καί θείων ἐνεργειῶν ἐν τῷ Τριαδικῷ Θεῷ ἐπιστεύετο πάντοτε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως φαίνεται στά ἔργα τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου καί τῶν ἄλλων Πατέρων…».

«… Ἡ Ἐκκλησία, μέ μεγάλες Συνόδους στήν Κωνσταντινούπολι (1341, 1347, 1351 μ.Χ. πού ἀποτελοῦν μαζί την ἑννάτη (9η) Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο), ἐδικαίωσε τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ καί ἐδέχθη τήν διδασκαλία του ὡς διδασκαλία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου εἶναι μεγάλη εὐλογία γιά τόν κόσμο…».

«… Ὁ Θεός, με τις ἄκτιστες ἐνέργειές Του, εἰσέρχεται στον κόσμο, οὐσιώνει, συντηρεῖ και κατευθύνει τον κόσμο. Εἶναι παρών στην Δημιουργία Του.

Ἄν, ὅμως, ὁ Θεός εἶναι μόνο οὐσία, χωρίς θεῖες ἐνέργειες, ἄν ἡ Χάρις εἶναι κτιστή (κτῖσμα), ὅπως λέγουν οἱ δυτικοί, τότε ὁ ἄνθρωπος δέν ἡμπορεῖ νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, νά βλέπη τόν Θεό, νά γίνεται ὁ ἴδιος Θεός, γιατί κτῖσμα (κτιστή Χάρις) δέν ἡμπορεῖ νά θεώση τό κτῖσμα (κτιστόν δημιουργημένον ἄνθρωπον)…».

«… Τήν ἄκτιστο θεία Χάρι, πού λείπει ἀπό τήν φύσι, πρέπει νά τήν ἀντικαταστήσουν οἱ ἄτεγκτοι φυσικοί νόμοι, ὅπως τήν ἀπουσία τῆς ἀκτίστου Χάριτος ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Χριστιανῶν πρέπει νά ἀντικαταστήσει ἕνα ἠθικιστικό καί νομικιστικό σύστημα, μέ κεφαλή τόν ‘’πρῶτο καί ἀλάθητο’’ Πάπα Ρώμης.

Ἕνας Θεός, πού δέν θεώνει τόν ἄνθρωπο, εἶναι ἀδιάφορο γιά τόν ἄνθρωπο, ἄν ὑπάρχει ἤ ὄχι. Ἔτσι νομίζω ἐξηγεῖται τό κῦμα τῆς ἀθεΐας στήν Δύσι καί ἡ οἰκοδόμησι τῆς ἐπιστήμης καί τῆς φιλοσοφίας ἐπάνω στήν ἀθεΐα…».

«… γ) Μαρτυρία Θεανθρωποκεντρικῆς ζωῆς καί ἤθους.

Ἡ μετάνοια καί ἡ γνώσις τοῦ ζῶντος Θεοῦ ἐπιτρέπουν στόν Χριστιανό, καί ἐν προκειμένῳ στόν Ἁγιορείτη, νά προσανατολίση τήν ἐλευθερία του πρός τό πραγματικό κέντρο καί πηγή τῆς ζωῆς καί τοῦ κόσμου, τόν Τριαδικό Θεό.

Νά ζῆ, ὄχι ἀνθρωποκεντρικά, ἀλλά Θεανθρωποκεντρικά. Κέντρο τῆς ζωῆς νά εἶναι ὁ Θεός ἐν Χριστῷ.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζῆ Θεναθρωποκεντρικά, ζῆ εὐχαριστιακά. Δηλαδή, δέχεται τούς ἀνθρώπους καί τά πράγματα ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή του καί ἀνταποδίδει στόν Κύριο τήν εὐχαριστία, ἀντιπροσφέροντας τόν ἑαυτό του στόν Θεό καί στά τέκνα τοῦ Θεοῦ…».

«… Ὁ θυσιαζόμενος καί προσφερόμενος ἐν ἀγάπῃ σέ μᾶς Θεός ἐν Χριστῷ χαριτώνει τόν μετέχοντα στήν Εὐχαριστία χριστιανό καί τόν βοηθεῖ νά ἀποκτᾶ ‘’ὁμοήθειαν Θεοῦ’’, νά συμμερίζεται τήν θυσία Του καί τήν ἀγάπη Του, νά προσφέρεται στούς ἀδελφούς Του.

Ζῶ, λοιπόν, Θεανθρωποκεντρικά σημαίνει ζῶ εὐχαριστιακά, λειτουργικά, ἐκκλησιαστικά, θυσιαστικά…».

«… Δέν αἰσθανόμεθα ὅτι, ἔξω ἀπό τήν Θεία Λειτουργία καί τήν Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ὁ κόσμος δέν ἡμπορεῖ νά ἐνωποιηθῆ καί νά μεταμορφωθῆ ἐν καινότητι ζωῆς. Προσπαθοῦμε νά ἀντικαταστήσουμε αὐτό, πού κάνει ὁ Θεός γιά τόν κόσμο μέσα στήν Ἐκκλησία καί στήν λειτουργική ζωή, μέ αὐτό, πού κάνουμε ἐμεῖς γιά τόν κόσμο, εἴτε μέ ἔντονη κοινωνική δρᾶσι, εἴτε μέ πολιτικούς ἀγῶνες.

Ἐπιδιώκουμε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά βοηθῆ καί νά βελτιώνη τόν κόσμο καί ὄχι ὁ κόσμος νά γίνη Ἐκκλησία, δηλαδή νά ἐμβολιασθῆ στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, νά πεθάνη καί νά ἀναστηθῆ…».

«… Φῶς μοναχῶν, ἄγγελοι (ἀγγελική πολιτεία). Φῶς γιά τούς λαϊκούς ἡ μοναχική πολιτεία, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης στήν Κλίμακα. Οἱ χριστιανοί στόν κόσμο δέν ἠμποροῦν βέβαια νά κάνουν ὅ,τι κάνουν οἱ μοναχοί. Ἠμποροῦν, ὅμως, νά ζοῦν κατά τό πνεῦμα καί τά κριτήρια τῆς μοναχικῆς πολιτείας, πρᾶγμα πού τούς βοηθεῖ νά διατηρήσουν μέσα στόν ἀγχώδη καί ταραγμένο κόσμο τήν ἐσωτερική ἑνότητα καί ἰσορροπία…».

«… δ) Μαρτυρία Ὀρθοδόξου κοινωνικῆς ζωῆς.

Τό Ἅγιον Ὄρος μαρτυρεῖ γιά τήν μυστική ἐν Χριστῷ ζωή. Συγχρόνως μαρτυρεῖ καί γιά τόν εὐαγγελικό τρόπο ὀργανώσεως τῆς κοινωνικῆς ζωῆς… Διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων : «Πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά, καὶ τὰ κτήματα καὶ τὰς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καὶ διεμέριζον αὐτὰ πᾶσι καθότι ἂν τις χρείαν εἶχε· καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας, αἰνοῦντες τὸν Θεὸν καὶ ἔχοντες χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν»[1]. Μετάφραση : «Ὅλοι δέ οἱ πιστοί ἦταν ἑνωμένοι διά τοῦ αὐτοῦ φρονήματος καί σκοποῦ καί εἶχαν τά πάντα κοινά. Ἀκόμη καί τά κτήματα καί τίς περιουσίες τους ἐπωλοῦσαν καί τά ἐμοίραζαν σέ ὅλους, ἀναλόγως μέ τήν ἀνάγκη καθενός. Καί καθημερινῶς συχνάζοντας μέ ἀκούραστο ζῆλο καί μέ ὁμοψυχία στόν ναό καί τελῶντας τήν Θεία Εὐχαριστία σέ σπίτια, μετελάμβαναν τροφή μέ ἀγαλλίαση καί εἰλικρίνεια ψυχῆς. Καί ἐδόξαζαν τόν Θεό καί ἀπολάμβαναν ἐκτίμηση ἀπό ὅλο τόν λαό…»[2].

«… Οἱ μοναστηριακές τράπεζες (ἑστιατόρια) στρώνονται καθημερινά μέ ἀγάπη, ὄχι μόνο γιά τούς μοναχούς, ἀλλά καί γιά τούς ἀδελφούς προσκυνητάς καί ἐπισκέπτας, πού κατακλύζουν τά ἱερά σκηνώματα (Μονές, Σκῆτες, Κελλιά). Αὐτό γίνεται μόνο στό Ἅγιον Ὄρος. Γίνεται μέ θυσία καί κόπο τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων…».

«… Πρός αὐτή τήν ἀγάπη, ἑνότητα καί κοινοκτημοσύνη πρέπει νά προσανατολίζωνται καί οἱ χριστιανικές κοινωνίες στόν κόσμο, ἐάν θέλουν νά ἐκπληρώσουν τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ…».

«… ε) Μαρτυρία Ὀρθοδόξου Πίστεως.

Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι ἐπίσης πολύτιμος ὅσον ἀφορᾶ τά θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως…

… Σήμερα, ὑπό τήν ἐπίδρασι τῆς ἐκκοσμικεύσεως, παραθεωρεῖται τό δόγμα καί ἡ παραδοθεῖσα Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία καί ἐπιδιώκεται ἡ λεγομένη ἀπό μερικούς «ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν» ἐπί πρακτικοῦ καί πραγματιστικοῦ ἐπιπέδου, χωρίς νά θεωρῆται ἀναγκαία ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως.

Ἁπλά καί σοφά εἶπε ἕνας Ἁγιορείτης Γέροντας (ὁ ἅγιος Παΐσιος Καππαδόκης Ἁγιορείτης) : «Τά ὀρθόδοξα δόγματα καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν μπαίνουν στήν Εὐρωπαϊκή Κοινή Ἀγορά (ΕΟΚ, τώρα Εὐρωπαϊκή Ἕνωσι)»…».

«… Λέγουν ἐπίσης συχνά οἱ Ἁγιορεῖτες Γέροντες : «Ἄν σιωπήσουμε γιά τήν πίστη, πού κνδυνεύει, τότε γιατί καθόμαστε τόσα χρόνια πάνω στά βράχια αὐτά τοῦ Ἁγίου Ὄρους;…».

«… Ὁ πόνος, ἡ ἀνησυχία, οἱ διαμαρτυρίες τοῦ Ἁγίου Ὄρους τελικά εἶναι στοιχεῖα τοῦ ἀγῶνος γιά τό πλήρωμα, τήν καθολικότητα (τήν οἰκουμενικότητα, τήν παγκοσμιότητα τῆς ἀληθείας καί ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ). Νά μήν κενωθῆ ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ (πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ). Νά μή νοθευθῆ, νά μήν ἀλλοιωθῆ τό Εὐαγγέλιο. Νά μή θεολογοῦμε, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ἀριστοτελικά (σχολαστικά, μόνο διανοητικά), ἀλλά ἁλιευτικά (ἀποστολικά)…».

«… Τό Ἅγιον Ὄρος ἀγρυπνεῖ, διακονεῖ, σιωπᾶ, προσεύχεται. Στό Ἅγιον Ὄρος ἀκούγεται ἡ κραυγή τῆς Νύμφης πρός τόν Νυμφίον της Χριστόν : «Καὶ τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ νύμφη λέγουσιν· ἔρχου. Καὶ ὁ ἀκούων εἰπάτω· ἔρχου… Ναὶ ἔρχομαι ταχύ. Ἀμήν, ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ»[3]…».

Συμπέρασμα : Ἡ θεολογική μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιά τούς νέους ἀνθρώπους ἀφορᾶ τήν ζωή καί τήν πίστη ἐν Χριστῷ, ἐν Πατρί, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, μέσα στήν Μία, Ἁγία, Καθολική (οἰκουμενική πληρότητα καί ἀγάπη καί ἀλήθεια), Ἀποστολική Ἐκκλησία.





[1] Πράξ. 2, 44 - 46.

[2] ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ, Ἡ Καινή Διαθήκη, κείμενον-ἑρμηνευτική ἀπόδοσις μέ μετάφραση στήν δημοτική, ἐκδ. Σαΐτης, Ἀθήνα 2012, σσ. 542-545.


[3] Ἀποκ. 22, 17, 20.