Ρώτησαν ένα γέροντα:
– Γιατί χτυπιόμαστε τόσο πολύ από τους δαίμονες;
– Επειδή πετάμε τα όπλα μας, απάντησε εκείνος, εννοώ την ατιμία, την ταπείνωση, την ακτημοσύνη και την υπομονή.
Μιά φορά ήρθαν κάποιοι στη Θηβαΐδα, σ᾿ ένα γέροντα, και του έφεραν ένα
δαιμονισμένο για να τον θεραπεύσει. Και ο γέροντας, (μολονότι αρχικά
δεν δεχόταν, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο, τελικά), επειδή πολύ τον
παρακάλεσαν, λέει στο δαίμονα:
– Βγές από το πλάσμα του Θεού!
– Βγαίνω, αποκρίθηκε ο δαίμονας. Αλλά σε ρωτάω ένα πράγμα και απάντησέ
μου: Ποιοί είναι τα «ερίφια» και ποιοί τα «πρόβατα» (Ματθ. 25:31-33);
– Τα «ερίφια» είμαι εγώ, απάντησε ο γέροντας.
Όσο για τα «πρόβατα», ο Θεός τα γνωρίζει.
Μόλις άκουσε (αυτά τα λόγια) ο δαίμονας, κραύγασε:
– Νά, για την ταπείνωσή σου βγαίνω!
Και βγήκε (από τον άνθρωπο) την ίδια ώρα.
«Μικρός Ευεργετινός»