ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθεν κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι. Καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον τοῦ προφήτου ᾽Ησαΐου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρεν τὸν τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον, Πνεῦμα κυρίου ἐπ᾽ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέν με εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς, ἀπέσταλκέν με κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἐνιαυτὸν κυρίου δεκτόν. Καὶ πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισεν· καὶ πάντων οἱ ὀφθαλμοὶ ἐν τῇ συναγωγῇ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ. Ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι Σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ.
(Λουκ. δ΄ 16 – 22)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς στὴ Ναζαρέτ, ἐκεῖ ὅπου εἶχε ἀνατραφεῖ καὶ εἶχε μεγαλώσει. Κι ὅπως συνήθιζε ἀπὸ τὴν παιδική του ἀκόμη ἠλικία, μπῆκε τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου στὴ συναγωγὴ καὶ σηκώθηκε ἀπὸ τὴ θέση του γιὰ νὰ διαβάσει κάποια προφητικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴ Βίβλο. Καὶ τοῦ παρέδωσαν τὸ βιβλίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα.
Ξεδίπλωσε τότε τὸ βιβλίο ποὺ ἦταν τυλιγμένο σὲ κυλινδρικὸ σχῆμα καὶ βρῆκε τὸ μέρος ἐκεῖνο ὅπου ἦταν γραμμένο τὸ ἑξῆς: Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μένει καὶ ἀναπαύεται σὲ μένα τὸν Μεσσία, γιὰ νὰ συνεργάζεται μαζί μου στὸ σωτηριῶδες ἔργο μου. Καὶ μένει τὸ Πνεῦμα αὐτὸ σὲ μένα, διότι ὁ Κύριος μὲ ἔχρισε ὡς ἄνθρωπο καὶ μὲ ἀπέστειλε νὰ κηρύξω τὸ εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας σ᾿ ἐκείνους ποὺ στεροῦνται τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι πνευματικὰ φτωχοὶ καὶ βρίσκονται σὲ ἄθλια κατάσταση. Μὲ ἔστειλε νὰ θεραπεύσω ἐκείνους ποὺ ἡ καρδιὰ τους ἔχει συντριβεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω ἄφεση καὶ ἐλευθερία στοὺς δούλους καὶ αἰχμάλωτους τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ χαρίσω τὸ φῶς σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τυφλωμένο τὸ νοῦ τους ἀπὸ τὸ σκοτισμὸ τῶν παθῶν. Μὲ ἔστειλε νὰ ἐλευθερώσω ἀπὸ κάθε ἐνοχὴ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καταπληγωθεῖ καὶ συντριβεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω καὶ νὰ ἀναγγείλω τὴν ἔναρξη τῆς νέας περιόδου, ἡ ὁποία εἶναι ἀρεστὴ στὸ Θεὸ καὶ ἐπιθυμητὴ στοὺς ἀνθρώπους· διότι τὴν περίοδο αὐτὴ πραγματοποιεῖται ἀπὸ τὸν Μεσσία ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Κι ἀφοῦ τύλιξε τὸ βιβλίο, τὸ ἔδωσε πάλι στὸν ὑπηρέτη τῆς συναγωγῆς καὶ κάθισε γιὰ νὰ ἐξηγήσει καὶ νὰ ἀναπτύξει τὴν περικοπὴ ποὺ διάβασε. Καὶ τὰ μάτια ὅλων ὅσων ἦταν στὴ συναγωγὴ εἶχαν στραφεῖ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ προσοχὴ σ᾿ αὐτόν. Ἄρχισε λοιπὸν νὰ τοὺς λέει ὅτι σήμερα πραγματοποιήθηκε καὶ ἐπαληθεύθηκε ἡ προφητεία αὐτὴ μὲ τὸ κήρυγμα ποὺ ἀκούγεται τὴ στιγμὴ αὐτὴ στὰ αὐτιά σας ἀπὸ μένα, στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ προφητεία αὐτή. Καί ὅλοι ὅσοι ἄκουσαν τήν ἐξήγηση τῆς προφητείας πού στή συνέχεια ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, ὁμολογοῦσαν ὅτι κήρυξε ἐξαίρετα. Καί ἀποροῦσαν γιά τά λόγια πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα του καί ἦταν γεμάτα μέ θεία χάρη καί γλυκύτητα· κι ἔλεγαν: Περίεργο! Δέν εἶναι αὐτός ὁ γιός τοῦ Ἰωσήφ, πού μέχρι χθές ἐργαζόταν σάν ἕνας ἀπό μᾶς;