Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

Μό­νο πρό­λα­βε καί ἔ­κρυ­ψε τό Εὐ­αγ­γέ­λιο στήν ρί­ζα ἑ­νός θά­μνου γι­ά νά μήν τό βε­βη­λώ­σουν οἱ ἄ­πι­στοι...

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – Διάσωση τοῦ Εὐαγγελίου[1]
ΕΝΟΤΗΤΑ Β’ – ΘΑΥΜΑΣΤΑ  ΚΑΙ  ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ζοῦ­σε πα­λαι­ά στό χω­ριό Ἄνω Πε­ρί­θεια Κερ­κύ­ρας μία εὐ­λα­βής γυ­ναῖ­κα παντρε­μέ­νη μέ παι­διά. Αὐ­τή ἡ εὐ­λο­γη­μέ­νη ψυ­χή ἔ­μα­θε ἀ­νά­γνω­ση καί ἀ­γα­ποῦ­σε πο­λύ νά δι­α­βά­ζη τό Εὐ­αγ­γέ­λιο. Ὅ­ταν εὕ­ρι­σκε λί­γο χρό­νο ἀ­πό τίς δου­λει­ές της με­λε­τοῦ­σε τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή.
Κά­ποι­α ἡ­μέ­ρα πῆ­ρε τό ἀ­γα­πη­μέ­νο της Εὐ­αγ­γέ­λιο, βγῆ­κε λί­γο ἔ­ξω ἀ­πό τό χω­ριό καί ἐ­κεῖ στήν ἡ­συ­χί­α τό με­λε­τοῦ­σε ἀ­μέ­ρι­μνη.
Ξαφ­νι­κά πα­ρου­σι­ά­στη­καν μπρο­στά της πει­ρα­τές καί δέν μπό­ρε­σε νά κρυ­φθῆ καί νά τούς ξε­φύ­γη.
Μό­νο πρό­λα­βε καί ἔ­κρυ­ψε τό Εὐ­αγ­γέ­λιο στήν ρί­ζα ἑ­νός θά­μνου γι­ά νά μήν τό βε­βη­λώ­σουν οἱ ἄ­πι­στοι. Τήν ἴ­δια τήν ἔ­πια­σαν καί τήν πῆ­ραν μα­ζί τους μέ ὅ,τι ἄλ­λα πράγ­μα­τα εἶ­χαν ἁρ­πά­ξει ἀ­πό τό χω­ριό.
Ἔκα­νε πολ­λά χρό­νια στήν σκλα­βιά. Ἦ­ταν νέα καί ὅταν κα­τώρ­θω­σε νά ξε­φύ­γη καί νά γυ­ρί­ση στό χω­ριό της εἶ­χε πιά γε­ρά­σει. Κα­νείς δέν τήν ἀ­να­γνώ­ρι­σε. Τούς εἶ­πε ποιά εἶ­ναι, μέ ποιόν ἦ­ταν παντρε­μέ­νη καί ποιά ἦ­ταν τά παι­διά της.
Τούς διη­γή­θη­κε πῶς τήν συ­νέ­λα­βαν. Ἀ­νέ­φε­ρε γιά τήν Ἁγία Γρα­φή καί ὅ­τι τήν ἔ­κρυ­ψε στήν ρί­ζα τοῦ θά­μνου. Πῆ­γαν μα­ζί της, ἀνα­κά­λυ­ψαν πραγ­μα­τι­κά τόν θά­μνο πού εἶ­χε με­γα­λώ­σει πο­λύ καί βρῆ­καν με­τά ἀπό τό­σα χρό­νια τό Εὐ­αγ­γέ­λιό της. Συγ­κι­νη­μέ­νη τό πῆ­ρε καί εἶ­δε ὅ­τι δι­ε­τη­ρεῖ­το σέ κα­λή κα­τά­στα­ση, καί­τοι στά μέ­ρη ἐκεῖ­να βρέ­χει πο­λύ, διό­τι τό χω­ριό βρί­σκε­ται στούς πρό­πο­δες τοῦ βου­νοῦ Πα­ντο­κρά­το­ρος. Ἦταν μό­νο λί­γο κα­ψα­λι­σμέ­νο στήν ἄκρη.
Τό­τε δι­η­γή­θη­καν οἱ βο­σκοί ὅ­τι σ᾽ ἐ­κεῖ­νο τό μέ­ρος ἔβα­ζαν φω­τι­ές κά­θε χρό­νο γι­ά νά καοῦν οἱ θά­μνοι, νά βγά­ζη χόρ­το γιά τά πρό­βα­τά τους, ἀλ­λά ὅταν ἡ φω­τιά ἔ­φθα­νε σ᾽ ἐκεῖ­νον τόν θά­μνο, πάντα ἔ­σβη­νε.
Τό Εὐ­αγ­γέ­λιο αὐ­τό κα­τά τήν μαρ­τυ­ρί­α τοῦ εὐ­λα­βε­στά­του ἱ­ε­ρο­μο­νά­χου Εὐ­δο­κί­μου, πού εἶ­χε δι­α­τε­λέ­σει Ἡ­γού­με­νος στήν Ἱ­ε­ρά Μο­νή τοῦ Ὑ­ψη­λοῦ Πα­ντο­κρά­το­ρος, πρίν ἀ­πό πολ­λά ἔ­τη τό εἶ­χαν πά­ρει στήν Μη­τρό­πο­λη καί μέ­χρι πρό­ τι­νος δι­ε­σώ­ζε­το. Τώ­ρα δέν γνω­ρί­ζει κα­νείς ποῦ βρί­σκε­ται.

[1]. Μαρ­τυ­ρί­α τοῦ παπ­ποῦ Θρα­συ­βού­λου ἀ­πό τό χω­ριό τῆς Ἄ­νω Πε­ρί­θειας Κερ­κύ­ρας (Βό­ρει­ο συγ­κρό­τη­μα) στόν γέ­ροντα Εὐ­φρό­συ­νο, ἁ­γι­ο­ρεί­τη.