Σήμερα, Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, εκκλησιαστήκαμε σ’ ένα όμορφο εξωκκλήσι, έξω από ένα χωριό.
Στο μικρό αυτό πανηγύρι συμμετείχαν και αρκετές νέες, μοντέρνες
γυναίκες, έφηβες κοπέλες και μικρά κορίτσια. Όλες ντυμένες απλά, με
παντελόνια μεν (τζιν), αλλά όμορφα και σεμνά. (σ. ΙΧΘΥΣ: Η απαγόρευση αντρικής ενδυμασίας σε γυναίκα ή το αντίθετο, δεν είναι ασήμαντη λεπτομέρεια ή αθώα πρακτική, επειδή το πράττουν όλες οι γυναίκες. Αντιθέτως, είναι εντολή του Θεού και γι' αυτό οντολογικής σημασίας, επομένως δεν δύναται να δικαιολογηθεί. Επίσης, δεν μπορεί να είναι όμορφο και σεμνό κάτι που δεν αρέσει στον Θεό!!!)
Βλέποντάς τις, ήθελα να τους πω κάτι. Όμως, αφού δε με γνώριζαν,
ντράπηκα να τους μιλήσω, μήπως παρεξηγηθώ. Θα το γράψω λοιπόν εδώ,
ελπίζοντας να φτάσει στους αποδέκτες του.
Οι σκέψεις που ήθελα να μοιραστώ μαζί τους είναι οι εξής:
– Κορίτσια, έτσι να ντύνεστε κάθε μέρα, όπως ήρθατε εδώ ντυμένες
σήμερα. Γιατί στην εποχή μας, εποχή παρακμής του πολιτισμού και διάλυσης
των ανθρώπινων σχέσεων, κάποιοι έχουν πείσει τις γυναίκες να
κυκλοφορούν ημίγυμνες, νομίζοντας ότι δήθεν γίνονται πιο όμορφες έτσι.
Ας μην υποκρινόμαστε: αυτό το ντύσιμο δεν οφείλεται στη ζέστη, αλλά
στην επιθυμία να γίνει η γυναίκα σεξουαλικά επιθυμητή από τους άντρες.
Ίσως δεν το καταλαβαίνετε, αλλά αυτό είναι το βάθος του «σέξι»
ντυσίματος, έστω και υποσυνείδητα.
Αυτό όμως (ας ξεκινήσουμε με αυτή τη διαπίστωση) δεν ταιριάζει σε
χριστιανές. Αφού ήρθατε στην εκκλησία, άρα είστε χριστιανές. Μια
χριστιανή δεν γδύνεται για να προσελκύσει τα αντρικά βλέμματα, ούτε
προσπαθεί να είναι «σέξι», αλλά αντίθετα προσπαθεί να είναι σεμνή και
απλή, για να αρέσει πρώτα στο Χριστό και την Παναγία και μετά στους
ανθρώπους. Η ομορφιά της χριστιανής γυναίκας είναι η σεμνότητά της και η
ίδια θέλει οι άντρες να τη βλέπουν ως αδελφή τους, όχι ως σεξουαλικό
αντικείμενο για εκμετάλλευση.
Χριστιανή, αδελφή μου, κόρη μου, δεν είσαι μόνο την ώρα που έχει πάει
σε μια εκκλησία ή σ’ ένα μοναστήρι ή σ’ έναν άγιο για προσκύνημα.
Χριστιανή είσαι κάθε μέρα, όλο το χρόνο, όλη σου τη ζωή. Αλλιώς πέφτουμε
σ’ αυτό που οι νέοι άνθρωποι διαρκώς καταγγέλλουν και αποστρέφονται,
στην υποκρισία. Αφού λοιπόν είσαι κάθε μέρα χριστιανή, ας ντύνεσαι
επίσης κάθε μέρα ως χριστιανή, όχι μόνον όταν πηγαίνεις στην εκκλησία.
Δείτε πώς ντύνονταν οι νέες γυναίκες της οικογένειάς σας στο παρελθόν
– ιδίως στα χωριά, που τα πράγματα ήταν πιο απλά και πρακτικά, γιατί
στις πόλεις συχνά υπήρχε και αρκετή υποκρισία. Δείτε επίσης στις εικόνες
πώς είναι ντυμένες οι αγίες και η Παναγία. Φυσικά, δε σας λέω να
ντύνεστε σαν αρχαίες γυναίκες, αλλά ούτε να μένετε σχεδόν γυμνές, δήθεν
επειδή είστε σύγχρονες.
Γυμνά είναι τα πρόβατα που κρέμονται στα τσιγκέλια του κρεοπωλείου.
Πραγματική ζωή ή κρεοπωλείο;
Κι εδώ πάμε στο δεύτερο στοιχείο του θέματός μας, που δεν έχει
οπωσδήποτε σχέση με τη θρησκευτική πίστη, αλλά με το πώς θέλετε να σας
βλέπουμε εμείς, οι άντρες.
Ο Νίκος Ξυλούρης – ξέρετε ποιος ήταν και είναι – σε κάποια κρητική παραδοσιακή ηχογράφηση τραγουδούσε μια μαντινάδα:
Όλα σου είναι όμορφα, μα πιο πολύ μ’ αρέσει
ο κόσμος σου ο ψυχικός, που απ’ όλα υπερέχει.
Αυτή είναι η αληθινή ομορφιά, που κάνει όλες ανεξαιρέτως τις γυναίκες
να είναι όμορφες. Η «εμφάνιση μοντέλου», που προπαγανδίζεται στην εποχή
μας, κάνει τις γυναίκες αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης κάθε είδους
και μάλιστα πολλές, που δεν έχουν εμφάνιση ή σωματότυπο (μάθαμε όλοι
τώρα νέες λέξεις) παρόμοιο με αυτά τα πρότυπα, τις σπρώχνει προς την
κατάθλιψη ή τη νευρική ανορεξία.
Ο αισθησιασμός είναι η σημαία της εποχής μας. Αισθησιακό («σέξι»)
ντύσιμο, αισθησιακοί χοροί, αισθησιακά τραγούδια (όχι ερωτικά, όχι
τραγούδια αγάπης, αλλά τραγούδια σεξουαλικότητας), αισθησιακά αρώματα,
αισθησιακή συμπεριφορά… Όλα αυτά, εκείνοι που καθορίζουν τη ζωή και τη
σκέψη μας κατά το συμφέρον τους, τα ονομάζουν «θηλυκότητα».
Κατά τα άλλα όμως, ο σύγχρονος (κατευθυνόμενος) πολιτισμός σάς έχει
μετατρέψει σε άντρες – σας έχει πείσει ότι δεν είναι σημαντική και
συναρπαστική ζωή το να είσαι σύζυγος και μητέρα, αλλά μόνο το να κάνεις
καριέρα, και για την ερωτική και ψυχολογική σου ικανοποίηση να έχεις και
ένα «σύντροφο» (όχι σύζυγο) ή πολλούς συντρόφους, ενώ αργότερα, όταν
νιώσεις την ανάγκη, να επιδιώξεις να κάνεις με κάποιον κι ένα παιδί…
Παιδί, που θα σου το μεγαλώνουν επαγγελματίες, γιατί εσύ έχεις τη
δουλειά σου.
Και για ποιον θα εργάζεσαι; Για σένα φυσικά, όχι για κάποιον άλλο (ή,
άντε, «για την κοινωνία», όχι όμως για την οικογένειά σου).
Το ίδιο κι εμείς οι άντρες, έχουμε πέσει στην ίδια παγίδα:
να κάνουμε καριέρα και να εργαζόμαστε για τον εαυτό μας (ή, άντε, αν
και λίγοι το σκέφτονται αυτό, «για την κοινωνία»). Όχι για την
οικογένειά μας – δεν υπάρχει αυτό στην εποχή μας, η αξία του να ζω και
να εργάζομαι πρωτίστως για κάποιον άλλο, δεν υπάρχει πια στη σκέψη μας,
δεν μας το εξηγεί κανείς, ούτε οι γονείς μας, ούτε το σχολείο, ούτε
φυσικά η τηλεόραση, το διαδίκτυο και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης,
όπου πολλοί περνάνε το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους.
Αποτέλεσμα, η μοναξιά και η θλίψη, με επιφανειακές χαρές.
Προσοχή: στον πολιτισμό μας, πάντα η γυναίκα εργαζόταν (όχι
οι «αριστοκράτισσες»). Εργαζόταν είτε ως αγρότισσα, είτε ως βιοτέχνιδα,
και παράλληλα ήταν σύζυγος, νοικοκυρά και μητέρα. Εργαζόταν και
μοχθούσε για την οικογένειά της. Και οι άντρες, όταν ήταν σωστοί και
ηθικοί, εργάζονταν για την οικογένειά τους, όχι για τον εαυτό τους. Και
οικογένεια για τον άντρα και τη γυναίκα δεν ήταν μόνο τα παιδιά τους,
αλλά και ο/η σύζυγος (τώρα λέμε «σύντροφος», γιατί φοβόμαστε τη
δέσμευση), οι γονείς τους (δυο μανάδες και δυο πατεράδες, που έτσι τους
αποκαλούσαν, όχι τον πεθερό «κύριε Γιάννη» και την πεθερά «κυρία Μαρία»,
ή σκέτο «Γιάννη» και «Μαρία») και κατ’ επέκτασιν τα αδέρφια και όλοι οι
συγγενείς (που είχαν αλληλεγγύη, είτε σε οικονομικά θέματα, είτε σε
θέματα προστασίας από εχθρούς, κατακτητές, εκμεταλλευτές κ.λ.π.).
Μέσα σε πολλές από αυτές τις οικογένειες βέβαια συνέβαιναν και
παρατράγουδα, και καταπίεση και μίση και αντιπαραθέσεις για την
κληρονομιά και πολλά άλλα, αλλά, όταν λειτουργούσαν σωστά και
ισορροπημένα, ήταν ο χώρος προστασίας και ψυχοσωματικής ανάπτυξης του
ανθρώπου, εφ’ όρου ζωής.
Τα αρνιά στα τσιγκέλια του χασάπη δεν έχουν οικογένεια. (Συγχωρέστε
με, φίλοι κρεοπώλες, η βολή δεν είναι για εσάς, αλλά για εκείνους που
έχουν μετατρέψει το σύγχρονο άνθρωπο σε σφαχτό για τα δικά τους
τσιγκέλια).
Από πού ξεκινήσαμε και πού πήγαμε, ε; Τέλος πάντων, κορίτσια, αν
θέλετε, ακούστε έναν άντρα (παντρεμένο και πατέρα κόρης)… Θηλυκότητα δεν
είναι ο υπερτονισμός της σεξουαλικότητας. Ούτε σας κάνει όμορφες αυτό –
όμορφες είστε από μόνες σας, δε χρειάζεται να βλέπετε εκπομπές (ή
«ριάλιτι») μόδας, ούτε να παρακολουθείτε τι κάνει η μία και η άλλη
διάσημη, που ίσως στο βάθος υποφέρει από εθισμούς, μοναξιά και
ψυχολογικά προβλήματα. Περισσότερο ισορροπημένα θα σας καθοδηγήσει το να
παρακολουθείτε τι κάνει η μητέρα σας ή – αν έχετε – η γιαγιά σας, παρά
οι «celebrities» (άλλη μια λέξη που μάθαμε και μηρυκάζουμε όλοι τώρα)…
Κι αν συναντήσετε ποτέ καμιά διασημότητα («celebrity»), ίσως
χρειαστεί να την παρηγορήσετε με δυο λόγια αγάπης και μια αγκαλιά (να,
αυτή η συμπαράσταση είναι όντως στοιχείο θηλυκότητας), γιατί εκείνη
μπορεί να έχει χάσει το δρόμο της και να βουλιάζει στη δυστυχία και την
αυτοκαταστροφή, ενώ η μητέρα σας και η γιαγιά σας είναι σπάνιο να έχει
πάθει κάτι τέτοιο.
Κάποτε (δε θυμάμαι πού το διάβασα αυτό) ρώτησαν ένα ηλικιωμένο
ζευγάρι πώς κατάφεραν να μείνουν ενωμένοι τόσες δεκαετίες. Εκείνοι
απάντησαν: «Ζήσαμε σε μια εποχή, που, όταν κάτι χαλούσε, το φτιάχναμε.
Δεν το πετούσαμε».
Αυτά είναι σκέψεις που ξεκίνησαν από μερικά κομψά, αλλά ταπεινά
φούτερ, ένα μπλουτζίν χωρίς τρύπες και ένα ζευγάρι απλά αθλητικά
παπούτσια, στην αυλή μιας μικροσκοπικής εκκλησούλας του Αγίου Πνεύματος.
Μάλλον όλα τα ωραία εκεί αρχίζουν, στην εκκλησία…
Ευχαριστώ.