Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Η Παναγία μας κατά τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής

pa15
ΓεωργίουΧάλαρη, θεολόγου
Πολύ συχνά ὁμάδες πού σχετίζονται μέ ἤ προέρχονται ἀπό τό χῶρο τῆς θρησκευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 16ου αἰ. καί τοῦ προτεσταντισμοῦ, φανερά ἀγνοώντας τόσο τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὅσο καί τήν ἔννοια τῶν πηγῶν στίς ὁποῖες ἐνίοτε καταφεύγουν προκειμένου νά στηρίξουν τίς θέσεις τους, μέμφονται τήν Ἐκκλησία  καί τό λαό μας γιά τήν τιμή καί τό σεβασμό πού ἀποδίδουν  στήν Παναγία μας.  Μέ ὅσα ἀκολουθοῦν ἐπιχειροῦμε, ἀπευθυνόμενοι στό λαό μας, καί περιοριζόμενοι στά ὅρια ἑνός ἄρθρου, νά δώσουμε συνοπτικές ἀπαντήσεις, καί σέ βασικές μόνον τέτοιου εἴδους μομφές, ἐκθέτοντας τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως αὐτή ἐκφράζεται μέσα ἀπό τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἀποδίδει λατρεία στήν Παναγία, ἀλλά τήν τιμᾶ ὡς Μητέρα τοῦ Κυρίου,  ὄχι ἀνεξάρτητα ἤ αὐτόνομα ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐξάλλου ὑπῆρχε καί γιά Ἐκείνην Θεός καί Σωτήρας (Λουκ.1,47). Ἡ τιμή στό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἀποδόθηκε πρίν ἀπό ὅλους μας σέ Ἐκείνην παραδειγματικά ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό. Αὐτός  τήν ἐξέλεξε μεταξύ ὅλων τῶν γυναικῶν ὅλων τῶν αἰώνων  νά γίνει ὄχι μόνον σκεῦος ἐκλογῆς Του, ἀλλά καί συνεργός Του στό σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Μία ἀπό τίς  μομφές τῶν νέο-προτεσταντικῶν ὁμάδων πού προαναφέρθηκαν ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι ἀποκαλεῖ τή Μητέρα τοῦ Κυρίου Παναγία ἤ Θεοτόκο. Οἱ ὁμάδες αὐτές ἰσχυρίζονται μάλιστα ὅτι οἱ χαρακτηρισμοί αὐτοί τῆς Παναγίας μας ἀποτελοῦν λανθασμένη ὀνοματοθεσία, πού χρησιμοποιοῦν  ὅσοι ἔχουν ξεφύγει κατά σοκαριστικό τρόπο (sic!) ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἄς δοῦμε τώρα τίς μομφές αὐτές  ἀναλυτικότερα:
Α ) Εἶναι λάθος καί ἀντιβιβλικό νά ὀνομάζεται ἡ Μαρία Παν-αγία, ἐνῶ ὁ Θεός ἁπλά Ἅγιος;
Πράγματι, ὁ Θεός  ὀνομάζεται Ἅγιος (ἑβραϊστί καδώς) σέ πολλά σημεῖα τῆς Παλαιᾶς  (π.χ. Λευϊτ. 11,44 καί παράλ.), καθώς καί τῆς  Καινῆς  Διαθήκης (π.χ. Ἀποκ. 3,7 καί παράλ.). Ὅμως αὐτό δέν ἐμποδίζει τή Γραφή νά ὀνομάζει καί νά χαρακτηρίζει ἅγια ἁγίων  δηλαδή ἁγιότατα (Ἑβρ. Κωδές καδασίμ) ὑλικά καί ἀντικείμενα ὅπως τό θυσιαστήριο ( Ἔξ. 29,37 καί 30,10), τά σκεύη πού χρησιμοποιοῦνταν στή λατρεία τοῦ Θεοῦ (Ἔξ. 30,20-26),  τά περισσεύματα τῶν θυσιῶν (Ἀριθ.4,4), κλπ. Μήπως τά ὑλικά αὐτά σκεύη καί ἀντικείμενα εἶναι πιό ἅγια ἀπό τό Θεό πού ὀνομάζεται ἅγιος, ὥστε νά χαρακτηρίζονται ἀπό τούς ἱερούς συγγραφεῖς ἁγιότατα; Φυσικά ἡ Ἁγία Γραφή ἀποκαλεῖ τά ἀντικείμενα αὐτά ἁγιότατα ὄχι σέ σύγκριση μέ τό Θεό, ἀλλά μέ τά ἄλλα δημιουργήματα! Παρομοίως, ἐνῶ ὁ Θεός ὀνομάζεται ἀγαθός ἀπό τόν εὐαγγελιστή Λουκά (18,19), ὁ ἴδιος εὐαγγελιστής ὀνομάζει τό Θεόφιλο κράτιστο (Λουκ. 1,3), ἕνα ἐπίθετο πού σημαίνει ἀγαθότατος! Μέ ποιά ἔννοια ἦταν ὁ Θεόφιλος κράτιστος ; ὄχι βέβαια συγκρινόμενος μέ τό Θεό πού καλεῖται ἀγαθός, ἀλλά μέ τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους.  Ἀκολουθώντας αὐτή τή βιβλική τακτική ἡ Ἐκκλησία μας ἀποκαλεῖ τή Μαρία Παναγία, ὄχι σέ σύγκριση μέ τό Θεό, ἀπό τόν Ὁποῖο ἀσφαλῶς κανείς δέν εἶναι ἁγιότερος, οὔτε καί ἡ Παναγία μας,  ἀλλά σέ σύγκριση μέ τούς ἀνθρώπους καί τούς ἀγγέλους. Καί τοῦτο διότι  εἶναι ὄντως ἁγιότερη ἀπό κάθε ἄλλο δημιούργημα, καί ἐπειδή μόνον Ἐκείνη δέχθηκε καί φιλοξένησε στή γαστέρα Της τόν μοναδικό Ἅγιο Σωτήρα μας, κάτι πού κανένα δημιούργημά Του οὔτε κἄν οἱ ἄγγελοι ἔκαναν!
Β) Εἶναι βιβλικά ὀρθός ὁ ὅρος  Μαρία  Θεοτόκος; τί διδάσκει γιαυτό ἡ Καινή Διαθήκη;
Ἡ Παναγία μας δέ γέννησε βέβαια τή Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά στά σπλάγχνα της ἔλαβε χώρα ἡ πραγματική ἕνωση τῆς Θείας μέ τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός  ἦταν ἕνα πρόσωπο καί ὄχι δυό ξεχωριστά,  ἕνας Θεός δηλαδή καί ἕνας ἄνθρωπος. Ἔτσι ἡ Ἐλισάβετ ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Λουκ. 1,41-43)  χαρακτηρίζει τήν Παναγία μας ὡς μητέραν τοῦ Κυρίου. Ὁ ἄγγελος βεβαιώνει τούς ποιμένες τῆς Βηθλεέμ (Λουκ. 2, 11). Ὅσοι ἀπορρίπτουν τήν ὀνομασία Θεοτόκος, συχνά ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Παναγία μας γέννησε μέν τόν ἄνθρωπο Χριστό, πού μετά τή γέννησή Του, μᾶλλον κατά τή στιγμή πού ἀνέλαβε τήν ἀποστολή Του ὑπέστη ἀλλαγή σέ Θεάνθρωπο. Ὅμως ἔτσι ἐκφράζουν  προσωπικές τους ἀπόψεις καί ὄχι τή βιβλική  διδασκαλία, πού εἶναι ξεκάθαρη,  ἀφοῦ τό ἐδάφιο αὐτό δέν ἀναφέρεται στό μέλλον τοῦ Υἱοῦ τῆς Παρθένου, ἀλλά στό παρόν. Ὁ Υἱός τῆς Θεοτόκου κατά τό Λουκ. 2,11 ἦταν ἤδη  κατά τή γέννησή Του Θεός καί ἄνθρωπος χωρίς καμμία νύξη ἤ ὑπόνοια  νά γίνει κάτι τέτοιο μελλοντικά. Τά παραπάνω μάλιστα δέν εἶναι μόνον βιβλική ἤ Ἐκκλησιαστική διδασκαλία. Ἀκόμη καί ὁ Λούθηρος ὀνόμαζε τή Μαρία Θεοτόκο! Ποῦ εἶναι λοιπόν τό ἀντιγραφικό σέ ὅλα αὐτά;
Γ) Ὁ σεβασμός, ἡ τιμή καί ἡ ἐπίκληση τῆς Παναγίας (καί συνεκδοχικά τῶν ἁγίων)  εἶναι ἀντίθετα πρός τό λόγο τοῦ Θεοῦ; προσβάλλουν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ;
Ὁποιαδήποτε τιμή καί ἄν προσφέρουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι στήν Παναγία δέ θά μπορέσουμε ποτέ νά φθάσουμε τήν τιμή πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός τῆς ἀπέδωσε: νά γίνει ἀληθινά Θεοτόκος, δηλαδή Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί τό μοναδικό ὄργανο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ! Ἡ πίστη στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ μας ὑποχρεώνει νά τιμᾶμε καί νά σεβόμεθα καί τό ὄργανο τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του. Ἡ Παναγία μας λοιπόν δέν ἦταν ἁπλῶς μία  εὐλογημένη γυναίκα τῆς Καινῆς Διαθήκης, οὔτε ἕνα ἁπλό σκεῦος ἐκλογῆς, ἦταν ἡ ὄντως Θεοτόκος πού μέ τή συγκατάθεσή Της διακόνησε τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μέ τρόπο καί σέ βαθμό πού δέν τό ἔκανε κανένα ἄλλο δημιούργημα! Οἱ νεο-προτεσταντικές ὁμάδες τῆς ἐποχῆς μας ἰσχυρίζονται ὅτι ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός Σωτήρας καί Λυτρωτής μας δέν πρέπει  νά ἐπικαλούμεθα τίς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας καί συνεκδοχικά τῶν ἁγίων. Θεωροῦν μάλιστα ὅτι τό νά δεόμαστε στήν Παναγία ἤ στούς ἁγίους εἶναι προσβολή στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί ἐκδήλωση εἰδωλολατρικοῦ περιεχομένου. Μήπως ὅμως ἐμεῖς ἀρνούμεθα σάν ὀρθόδοξοι χριστιανοί τή μοναδικότητα τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ μας ὡς Λυτρωτοῦ; Φυσικά ὄχι! Ἡ Ἐκκλησία μας διδάσκει σέ πλήρη συμφωνία μέ τήν Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ Χριστός εἶναι πράγματι ὁ μοναδικός Σωτήρας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης Τόν παρουσιάζει ὡς τή μοναδική ὁδό σωτηρίας διά τῆς ὁποίας μπορεῖ κάποιος νά πλησιάσει τόν Θεό (Ἰωάν. 14,6). Ἐπίσης ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δηλώνει ρητά στόν Τιμόθεο (Α΄ Τιμ. 2,5) ὅτι μοναδικός μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό ὅμως  δέν ἐμποδίζει τόν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν νά ἐκζητᾶ τίς προσευχές ἄλλων πιστῶν γιά τόν ἑαυτό του (Β΄ Θεσ. 3,1, Κολοσ. 4,3), χωρίς αὐτό νά θεωρεῖται ἀπό τόν ἴδιο προσβολή ἔναντι τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ ἤ νά σημαίνει εἰδωλολατρία.  Ἡ ἀντίληψη αὐτή, ὅτι δηλ. ὅταν ἅγιοι ἄνθρωποι  πρεσβεύουν  γιά μᾶς στό Θεό ἡ προσευχή τους εἰσακούεται, θεμελιώνεται σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή, ἀπό τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: ὁ Ἀβραάμ ὀνομάζεται μεσίτης στό Γεν.20,7· «ἄφησέ με νά τούς ἐξολοθρεύσω στή δίκαια ὀργή μου» λέει ὁ Θεός στό Μωϋσῆ γιά τό λαό τοῦ Ἰσραήλ στό Ἔξοδ. 32,10 «καί νά κάνω τούς δικούς σου ἀπογόνους ἔθνος μέγα»! Καί ὁ ἅγιος αὐτός ἄνθρωπος (ὁ Μωϋσῆς) δέεται (μεσιτεύει!) στό Θεό ὑπέρ τοῦ Ἰσραήλ, πράγμα πού ἀλλάζει τελικά τήν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ (32,14). Ἀνάλογη διδασκαλία ἔχουμε καί γιά τόν Ἰώβ (42,8-9) τοῦ ὁποίου ἡ δέηση ( μεσιτεία καί ἐδῶ !) καί ἡ θυσία στό Θεό κατεύνασε τή δίκαιη ὀργή Του ἀπέναντι στούς ἀπίστους φίλους τοῦ δικαίου.  Ἰδιαίτερα σημαντική εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου, ὅτι ἔχει μεγάλη δύναμη ἡ προσευχή τοῦ δικαίου στό Θεό καί φέρει ἀποτέλεσμα (Ἰακ.5, 16). Παρόμοια μέ τά παραπάνω πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε πώς στή Βίβλο γίνεται λόγος γιά ἀνθρώπους πού  σώζουν ἄλλους, παρά τό γεγονός ὅτι Σωτήρας εἶναι μόνον ὁ Χριστός. Ὁ Παῦλος ὁμολογεῖ τόν ἀγώνα του γιά νά σώσει κάποιους (Ρωμ.11,14 καί Α΄ Κορ. 9,22). Σέ ἄλλο σημεῖο λέγεται ὅτι μία γυναίκα μπορεῖ νά σώσει τόν ἄνδρα της καί ἕνας ἄνδρας τή γυναίκα του (Α΄Κορ7,16). Πῶς συμβιβάζονται μεταξύ τους αὐτές οἱ διδασκαλίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι στή Βίβλο γίνεται διάκριση μεταξύ ἀπολύτου καί σχετικοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός Μεσίτης καί Σωτήρας: μόνο μέ τό αἷμα Του πραγματοποιήθηκε ἡ συμφιλίωση Θεοῦ καί ἀνθρώπου καί ἐπιδαψιλεύθηκε στόν κόσμο ἡ δωρεά τῆς σωτηρίας. Ἡ Παναγία μας καί κατ’ἐπέκτασιν ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι μεσίτες καί σωτῆρες μέ τή σχετική ἔννοια· δέν μᾶς σώζουν ἀπό μόνοι τους, ἀλλά πρεσβεύουν γιά μᾶς, μᾶς ἐνδυναμώνουν, μᾶς προστατεύουν καί τέλος μᾶς ὁδηγοῦν στό Χριστό. Μήπως ὅμως μεσίτες ὑπάρχουν μόνον στή γῆ καί ὄχι στόν οὐρανό; Ὄχι. Τό βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης (5,8 -10. 6,9-11) ἀναφέρεται σέ 24 πρεσβυτέρους – ἐκπροσώπους τῆς θριαμβεύουσας  Ἐκκλησίας πού κρατοῦν στά χέρια φιάλες γεμάτες θυμίαμα – τίς προσευχές τῶν ἁγίων καί τίς προσφέρουν στό Θεό ἑνώνοντας τίς δικές μας μέ  τίς δικές τους προσευχές. Οἱ ἅγιοι αὐτοί ζητοῦν νά σταματήσει τό μαρτύριο τῶν ἀδελφῶν τους στή γῆ, πράγμα πού τελικά εἰσακούεται ἀπό τό Θεό. Εἶναι ἡ Παναγία μας καί οἱ ὑπόλοιποι ἅγιοι πανταχοῦ παρόντες ὥστε μποροῦν νά πληροφοροῦνται τά σχετικά μέ τούς ἀδελφούς τους στή γῆ; Ὄχι. Αὐτό γίνεται μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού μπορεῖ νά ὑπερβαίνει τούς περιορισμούς  τῆς κτιστῆς φύσεως ὅπως ἀκριβῶς καί οἱ ἄγγελοι πού δέν εἶναι πανταχοῦ παρόντες, πληροφοροῦνται τή μετάνοια κάθε ἁμαρτωλοῦ πάνω στή γῆ καί χαίρουν γιά τοῦτο μαζί μέ ὅλο τόν οὐράνιο κόσμο (Λουκ.15,10).
Λατρευτικές φράσεις μέ τίς ὁποῖες ἀπευθυνόμαστε στήν Παναγία ὅπως «Σύ γάρ εἶ ἡ σωτηρία τοῦ γένους τῶν χριστιανῶν», «Χαῖρε Παραδείσου θύρα ἀνοικτήριον»,  «Χαῖρε τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τόν ρύπον» καί πολλές ἄλλες, ἀποδίδονται στή Θεοτόκο μέ τή σχετική ἔννοια. Ἡ Παναγία μας δηλαδή δέχεται εὐχαριστίες ἀπό τό λαό τοῦ Θεοῦ ὄχι γιατί μόνη της, αὐτόνομα, ἀνταγωνιστικά πρός τόν Υἱό Της, ἤ  χωρίς τόν Υἱό της κατάφερε ὅτι λέγεται στίς φράσεις αὐτές, ἀλλά ἐπειδή ἔφερε στόν κόσμο τόν Χριστό, πού ποτέ δέν ἔπαψε νά εἶναι κατά τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας  ὁ μοναδικός Σωτήρας καί Λυτρωτής μας. Ἑπομένως δέν εἶναι ἀληθής ὁ ἰσχυρισμός ὅτι ἡ χρήση τέτοιων λειτουργικῶν ἐκφράσεων ἀπό τό λαό μας, εἶναι προσβολή, ἀνταγωνισμός ἤ καί εἶδος βλασφημίας στό πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ της. Ποιός συνειδητός ὀρθόδοξος χριστιανός πού ἀπευθύνεται στή Θεοτόκο μέ τίς προσευχές του τό κάνει αὐτό, ἀρνούμενος τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ;
Δ ) Πῶς ἐξηγοῦνται οἱ «μειωτικές ἐκφράσεις»  στά Λουκ. 11,28 καί Ἰωάν. 2,1-11;
Οἱ νεο-προτεσταντικοῦ χαρακτήρα ὁμάδες  ἰσχυρίζονται  ὅτι ἡ Θεοτόκος ἀντιμετωπίζεται μειωτικά ἀπό τόν Υἱό Της στά παραπάνω εὐαγγελικά περιστατικά. Ἄς τά δοῦμε ἀναλυτικότερα:
Στό Λουκ. 11,27-28 μία γυναίκα ἀπό τό πλῆθος ἀπευθύνεται στό Χριστό καί ἐκφωνεῖ τό  γνωστό «μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας», ἐκφράζοντας ἔτσι τό θαυμασμό της γιά τά θαύματα καί τή διδασκαλία Του. Αὐτό δέν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπό τήν ἔναρξη τῆς ἐκπλήρωσης τῆς προφητείας τῆς Θεοτόκου στό Λουκ. 1,48 «ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί».  Ὁ Χριστός ἀπάντησε στή γυναίκα αὐτή μέ τή φράση  «μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν».  Κατά τή νεο-προτεσταντική ἑρμηνεία ὁ Χριστός μέ τήν ἀπάντησή Του αὐτή ἀπέδωσε τό μακαρισμό σέ ὅσους ἀκοῦν καί τηροῦν τό λόγο Του, ὑποβαθμίζοντας ἔτσι τό πρόσωπο τῆς Μητέρας Του. Σέ αὐτή τήν ἐσφαλμένη κατανόηση καί ἑρμηνεία τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ καθοριστικό ρόλο  παίζει ἡ ἐπίσης ἐσφαλμένη μετάφραση τῆς λέξεως μενοῦνγε ὡς μᾶλλον. Ἔτσι τό νόημα τῆς παραπάνω φράσεως θά ἦταν «μακάριοι εἶναι μᾶλλον ὅσοι ἀκοῦνε τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν τηροῦν». Ὅμως ἡ λέξη μενοῦνγε  εἶναι σύνθετη, ἀποτελούμενη ἀπό τόν ἀντιθετικό σύνδεσμο μέν, τόν συμπερασματικό oὖν καί τό βεβαιωτικό μόριο γέ. Τό μενοῦν συνήθως χρησιμοποιεῖται στήν ἀρχή φράσεων καί δηλώνει βεβαίωση ἤ ἰσχυρή βεβαίωση, πού στήν περίπτωσή μας ἐπιτείνεται ἀπό τό γέ. Ἔτσι τό μενοῦνγε μπορεῖ νά μεταφραστεῖ σωστά ὡς «βεβαιότατα», «ναί μάλιστα», «ἀληθινά» καί ὄχι «μᾶλλον» ὅπως τό ἐκλαμβάνουν οἱ νέο-προτεστάντες. Αὐτή ἐξάλλου τή σημασία ἔχει  ἡ λέξη καί στά χωρία Ρωμ 9,20. 10,18 καί Φιλιπ. 3,8. Σέ ὅλες τίς παραπάνω περιπτώσεις τό μενοῦνγε ἐπιβεβαιώνει τήν ἔννοια τῆς προηγούμενης φράσης καί ἐπιτείνει τό νόημά της. Μέ βάση τά παραπάνω τό ὀρθό νόημα τῆς  φράσεως «μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν» εἶναι «ναί, βέβαια ! μακάριοι εἶναι ὅσοι ἀκοῦν τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν τηροῦν». Ἑπομένως ὁ Χριστός  στό ἐν λόγῳ περιστατικό κάθε ἄλλο παρά ὑποβαθμίζει τό πρόσωπο τῆς Μητέρας Του !
Στό Ἰωάν. 2,1-11 μέ τό θαῦμα στήν Κανά ἐγκαινιάζεται ἡ δημόσια ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ  λέξη γύναι μέ τήν ὁποία ὁ Χριστός ἀπευθύνεται στή Μητέρα Του δέν εἶναι ἔκφραση μειωτικοῦ χαρακτήρα, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ ποικίλες νεο-προτεσταντικές ὁμάδες γιατί ἁπλά δέν εἶχε τήν ἐποχή ἐκείνη ὑποτιμητικό περιεχόμενο (πρβλ. Ἰωάν. 4,21 καί 20,15). Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ἄν καί δέν εἶχε ἀκόμη ἔλθει ἡ ὥρα τῆς δημόσιας ἐμφάνισης τοῦ Χριστοῦ, κάτι πού ὁ Ἴδιος δηλώνει ρητά, ἐντούτοις ὑποκύπτει στήν παράκληση τῆς μητέρας Του, ἀλλάζει τά σχέδιά Του καί θαυματουργεῖ.
Ε ) Ἡ θέση τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου  Κύπρου σχετικά μέ τήν τιμή πρός τήν Παναγία
Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος ἔζησε τόν 4ο μ.Χ. αἰ. καί ἦταν ἐπίσκοπος στή Σαλαμίνα τῆς Κύπρου. Μεταξύ ἄλλων συνέγραψε περί τά τέλη τοῦ αἰώνα τό Πανάριον, ἀντιαιρετικό  σύγγραμμα πού ἀναφέρεται στήν ἀνασκευή τῆς διδασκαλίας τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς του. Ὅσοι μέμφονται τήν Ἐκκλησία μας γιά τήν τιμή πού ἀποδίδει στή Θεοτόκο, καταφεύγουν συχνά στό Πανάριον, προκειμένου νά θεμελιώσουν τίς θέσεις τους. Πιό συγκεκριμένα, ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ (κατ’αὐτούς ) λατρεία πού ἡ Ἐκκλησία ἀποδίδει στήν Παναγία στηλιτεύτηκε σάν πλάνη ἀκόμη καί ἀπό πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅπως ὁ Ἐπιφάνιος. Ἕνας ὅμως προσεκτικός ἔλεγχος στίς σελίδες τοῦ ἔργου τοῦ Ἐπιφανίου ἀποδεικνύει ὅτι ὁ ἱερός αὐτός πατήρ τῆς Ἐκκλησίας δέ στρέφεται ἐνάντια στήν τιμή οὔτε στό σεβασμό πρός τό πρόσωπο τῆς Παναγίας, τήν Ὁποία καί ὁ ἴδιος ἀποκαλεῖ ἀγία καί  ἀειπάρθενο. Καταδικάζει μάλιστα χαρακτηριστικά καί συμπεριλαμβάνει στούς αἱρετικούς τῆς ἐποχῆς του τούς ἀντιδικομαριανίτες, ὅσους ἀπέρριπταν δηλαδή τό ἀειπάρθενο τῆς Μαρίας. Οἱ αἱρετικοί αὐτοί ἀσεβοῦσαν διδάσκοντας  ὅτι τόλμησε μετά  τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ νά ἔλθει σέ σαρκική μίξη μέ ἄνδρα ὥστε νά ἀποκτήσει καί ἄλλα τέκνα, κάτι πού ταυτίζεται σαφῶς μέ τή διδασκαλία ἀπό νεο-προτεσταντικές ὁμάδες τῆς ἐποχῆς μας.
Γιατί ἀποκρύπτουν καί δέν ὁμολογοῦν τήν ὑπέρ τοῦ ἀειπαρθένου θέση τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου οἱ νεο-προτεστάντες τῆς ἐποχῆς μας, ἄν καί ἐπικαλοῦνται τόν ἅγιο ὡς δῆθεν ἐκφράζοντα τήν ὀρθή διδασκαλία τῆς ἐποχῆς του;
Ἐπίσης ὁ Ἐπιφάνιος στρέφεται κατά αἱρετικῶν πού εἶχαν ἀντικαταστήσει τή λατρεία τοῦ Θεοῦ μέ αὐτήν τῆς Μαρίας προσφέροντας  ἕνα εἶδος πίττας πού ὀνομαζόταν κολλυρίδα, καί μάλιστα μέσῳ θεσμικά ὀργανωμένου γυναικείου ἱερατείου, γιαυτό ὀνομάζονταν κολλυριδιανοί. Οἱ σύγχρονοι νεοπροτεστάντες αὐθαίρετα ταυτίζουν ὅσους τιμοῦν τήν Παναγία μας μέ τούς παραπάνω αἱρετικούς.  Τί σχέση ὅμως  μπορεῖ νά ἔχουν οἱ αἱρετικοί αὐτοί μέ τήν Ἐκκλησία; Μήπως ἡ Ἐκκλησία μας διδάσκει τή λατρεία τῆς Παναγίας μας, τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τό Θεό καί προσφέρει θυσίες μέσῳ εἰδικοῦ ἱερατείου πρός Αὐτήν; Ὄχι βέβαια! Ἡ ἀναφορά λοιπόν στό Πανάριον τοῦ Ἐπιφανίου μέ σκοπό τήν ἀπόρριψη τῆς τιμῆς πρός τή  Θεοτόκο μαρτυρεῖ ἄγνοια τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου καί τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξάλλου, ὁ Ἐπιφάνιος συνήθιζε, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ βιογράφος του Πολύβιος, νά ἐπισκέπτεται τίς νύχτες τόπους ὅπου βρίσκονταν λείψανα μαρτύρων καί νά παρακαλεῖ ἐκεῖ τόν Θεό γιά ὅσους θλίβονταν , χωρίς αὐτό νά τό θεωρεῖ ἀπομάκρυνση ἀπό τή λατρεία τοῦ Θεοῦ, οὔτε λατρεία ἁγίων. Τό τελευταῖο τοῦτο γεγονός ἀπό τή ζωή τοῦ Ἐπιφανίου  ἐπίσης τό ἀποκρύπτουν οἱ νεο-προτεστάντες τῆς ἐποχῆς μας, ἄν καί ἀποτελεῖ σημαντικό μέρος  τῆς λειτουργικῆς πρακτικῆς  τῆς Ἐκκλησίας μας, πού συνεχίζεται ζωντανά ἐδῶ καί αἰῶνες - νά τιμᾶ τούς ἁγίους, νά ἀπευθύνεται σέ αὐτούς καί νά τούς ἐπικαλεῖται, χωρίς αὐτό νά θεωρεῖται εἰδωλολατρία  ἤ ἄρνηση τῆς λατρείας πρός τόν Τριαδικό Θεό.
ΣΤ ) Ἡ τιμή στή Μητέρα τοῦ Κυρίου παραπέμπει σέ τιμή πρός εἰδωλολατρικές θεότητες;
Πρόκληση εἶναι γιά τή συνείδηση κάθε συνειδητοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ ἡ συσχέτιση τῆς  τιμῆς πού  ἀποδίδουμε στή Θεοτόκο μέ τή βδελυρή λατρεία εἰδωλολατρικῶν θεοτήτων ἀπό τόν Ἰσραήλ κατά τήν περίοδο τοῦ 7ου καί 6ου π.Χ. αἰ. Τό σχετικό γεγονός περιγράφεται  ἀπό  τόν προφήτη Ἱερεμία στό 44 (O΄ 51),15-18 ὄπου ὁ λαός φαίνεται νά θυσιάζει σέ μία θεότητα, τή βασίλισσα τῶν οὐρανῶν, προσφέροντάς της σπονδές καί γλυκιές πίττες. Οἱ λάτρεις τῆς βασίλισσας τῶν οὐρανῶν εἶχαν ἀρνηθεῖ τή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί ἀπέδιδαν τή γονιμότητα τῆς γῆς καί τήν εὐφορία της σέ αὐτήν. Μάλιστα στό σχετικό κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τοῦ Ἱερεμία φαίνεται ξεκάθαρα ἡ ἄρνηση τῶν εἰδωλολατρῶν αὐτῶν νά διακόψουν τή λατρεία τῆς βασίλισσας  τῶν οὐρανῶν καί  νά ἐπιστρέψουν στόν ἀληθινό Θεό, παρά τίς προτροπές τοῦ προφήτη: Ἱερ. 51,16-17: ¨ὁ λόγος, ὃν ἐλάλησας πρὸς ἡμᾶς τῷ ὀνόματι Κυρίου, οὐκ ἀκούσομέν σου, ὅτι ποιοῦντες ποιήσομεν πάντα τὸν λόγον, ὃς ἐξελεύσεται ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν, θυμιᾶν τῇ βασιλίσσῃ τοῦ οὐρανοῦ καὶ σπένδειν αὐτῇ σπονδάς, καθὰ ἐποιήσαμεν ἡμεῖς καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν καὶ οἱ βασιλεῖς ἡμῶν καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν ἐν πόλεσιν Ἰούδα καὶ ἔξωθεν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐπλήσθημεν ἄρτων καὶ ἐγενόμεθα χρηστοὶ καὶ κακὰ οὐκ εἴδομεν¨.
Τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ βδελυρή αὐτή πράξη μέ τήν τιμή καί τήν ἐπίκληση τῆς  Παναγίας ἀπό τούς ὀρθοδόξους ; Μήπως ἐμεῖς ἀφήσαμε τή λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ καί προσφεύγουμε σέ ψεύτικες θεότητες ; Καί πῶς μπορεῖ νά παραλληλιστεῖ ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας μέ τή βασίλισσα τῶν οὐρανῶν, πού εἶναι δαιμόνιο; [ Ψαλμ. 96 (Ὀ’95), 5 ]. Μήπως ὁ τίτλος « Βασίλισσα τῶν οὐρανῶν» πού ἐμεῖς ἀποδίδουμε στήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας ἔχει εἰδωλολατρική προέλευση; Ὄχι ! ὁ τίτλος αὐτός ἀποδίδεται στή Θεοτόκο γιατί ὁ Υἱός Της εἶναι ὁ πραγματικός Βασιλέας τῶν οὐρανῶν, συνεπῶς καί Ἐκείνη ὡς Μητέρα Του εἶναι Βασίλισσα ! Σημαντική παράλειψη ἐπίσης θά ἦταν νά μήν ἀναφερθοῦμε στό συκοφαντικό ἰσχυρισμό ὅτι ἡ Ἐκκλησία υἱοθέτησε τήν κατά τούς νεο-προτεστάντες λατρεία τῆς Παρθένου κατ’ ἐπίδραση εἰδωλολατρικῶν θεοτήτων πού ἀπεικονίζονται ὡς μητέρες μέ βρέφη ὅπως Ἴσιδα-Ὧρος, Σεμίραμις – Θαμμούζ   κλπ
Κατακλείοντας  τή μικρή ἀπολογητική μας προσπάθεια ἐπιθυμοῦμε ἐν ἀγάπῃ νά παροτρύνουμε τό λαό μας σέ συνειδητή συμμετοχή στή λειτουργική ζωή καί σέ προσεκτική  μελέτη τῆς Γραφῆς , καί τῆς θεοπνεύστου διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, πού θά μᾶς θωρακίσει ὡς ὀρθοδόξους, θά μᾶς στηρίξει ὡς πιστούς καί θά μᾶς ὁδηγήσει στή Βασιλεία τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτός ὡς τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά!