Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018

Δε σε είδα στην Εκκλησία. Τα ρούχα σου έβλεπα. Εσένα δε σε έβλεπα!


-Μάνα, Ταμάμα, που ήσουνα εσύ και σε βλέπω τώρα;
-Καλά Γέροντα, δε με είδες; Εχθές στον εσπερινό ήμουνα, σήμερα στη λειτουργία. Δε με είδες;

-Δε σε είδα στην Εκκλησία. Τα ρούχα σου έβλεπα. Εσένα δε σε έβλεπα.
-Πάτερ άφησα μια κλώσα με δώδεκα πουλάκια στο σπίτι κι ο νους μου ήταν εκεί!
Όταν ο Άγιος Γεώργιος Καρσλίδης έβγαζε την Θεία Κοινωνία, δεν ακουγόταν ούτε ψίθυρος, τίποτε. Και αν κάτι ήθελε να πει, ακουμπούσε το Άγιο Ποτήριο στην Αγία Τράπεζα, έβγαινε έξω, έκανε τις παρατηρήσεις και μετά το ξαναέπαιρνε.
Ένιωθες μία μεγάλη ευλάβεια και ένα δέος, όταν ερχόσουν εδώ κοντά του, ζούσες κάτι διαφορετικό.
από διήγηση πνευματικού τέκνου του Αγίου.
«Να μην κάθεσθε την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Ο νους σας να μην πετάει εδώ κι εκεί. Όσο θα είσθε στην εκκλησία να το πάρετε απόφαση, να διαθέσετε όλο τον χρόνο στην προσευχή».
Είπε σε μια γυναίκα που τον συνάντησε στο μοναστήρι: «Τι; πηγαίνεις κάθε ημέρα στην Εκκλησία και δεν έχεις συγχωρεθεί με τα παιδιά σου;».
Ο πατήρ Γεώργιος Καρσλίδης,έλεγε κάποτε:»Κανένας σας νά μήν μπαίνει στήν εκκλησία μέ βιοτικές μέριμνες, φροντίδες καί ταραγμένη συνείδηση.Προπαντός δέ νά μήν μπαίνετε μέ ταραγμένη συνείδηση.
Κατά τον Χερουβικό Ύμνο ο π,Γεώργιος χανοταν μεσ’ τήν ασύλληπτη ωραιότητα του ουρανίου θυσιαστηρίου.
Αυτόπτες μάρτυρες διηγούντο ότι κατά τήν Μεγάλη Είσοδο υποβασταζόταν από Αγγέλους, διότι μερικές φορές ήταν τόσο αδύνατος, έτοιμος νά καταρρεύση.
Άλλοτε πάλι, λόγω της αδυναμίας τόν βοηθούσαν .Αυτοί πού τόν βαστούσαν ένοιωθαν νά καίγωνται.
Καί ένας σύγχρονος ιερέας λέει:
Ενώ πλησίαζε η φρικτή ώρα της μεταφοράς των προσκομισθέντων Τιμίων Δώρων, της Μεγάλης Εισόδου, έβλεπα τόν εαυτό μου σάν πύρινη φλόγα.Μιά πυρακτομένη ανθρακιά μαζί μέ τά Τίμια Δώρα τά οποία κρατούσα «οι τά Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες καί τη ζωοποιώ Τριάδι τόν Τρισάγιον Ύμνον προσάδοντες,πάσαν τήν βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν,ως τόν Βασιλεα των όλων υποδεξάμενοι……»