“Πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες” (Β΄ Κορινθ. 4,10).
Οι πιστοί διδάσκονται να έχουν συχνή την μνήμη του θανάτου. Η Εκκλησία μας συνιστά να ενθυμούμεθα τακτικά ότι είμεθα θνητοί.
Οι Απόστολοι είχαν εξοικειωθή με τον θάνατο “καθ’ ημέραν αποθνήσκω”
(Α΄ Κορινθ. 15,31). Είναι μεγάλη η ωφέλεια από την μνήμη του θανάτου.
Αποφεύγεις την αμαρτία. Δεν προσκολλάσαι σε γήϊνα και εφήμερα.
Ενισχύεσαι στην απόκτηση αρετών. Άλλωστε ο θάνατος για τον χριστιανό
είναι μετάβαση “εκ των λυπηρών επί τα θυμηδέστερα”. Από τα βάσανα στην
πραγματική και αιώνια ζωή.
Τι εκήρυττε ο Κύριός μας: “Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων
εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται (Ιωάν. 11, 25) και “πας ο πιστεύων εις εμέ
ου μη αποθάνη εις τον αιώνα” (Ιωάν. 11,26).
Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας μεταχειρίζονταν διάφορα μέσα, για να θυμούνται τον θάνατο.
- Ο Μέγας Βασίλειος λέγει: “Εάν η ελπίδα των Χριστιανών περιοριζόταν στην παρούσα ζωή, εύλογα θα νομιζόταν τρομερό το να διαζευχθή γρήγορα η ψυχή απ’ το σώμα. Εάν δε το να λυθή η ψυχή απ’ τα σωματικά αυτά δεσμά είναι αρχή της αληθινής ζωής για τους ζώντες κατά Θεόν, γιατί λυπούμαστε “ως και οι μη έχοντες ελπίδα” (Α Θεσ. 4,13). Δέξου λοιπόν την παρηγοριά μου, για να μη πέσης στα πάθη, αλλά να δείξης ότι είσαι υπεράνω αυτών κι ότι τα έχεις ξεπεράσει.
Να θυμάσαι τον Κύριο και να έχης πάντοτε προ των οφθαλμών σου την απ’
τον κόσμο αυτόν έξοδο και να ρυθμίζης τη ζωή σου με κατεύθυνση την
ενώπιον του μη εξαπατωμένου Κριτή απολογία, ώστε απ’ τα αγαθά σου έργα
ν’ αποκτήσης παρρησία μπροστά στον μέλλοντα ν’ αποκαλύψη τα κρυφά των
καρδιών μας κατά την ημέρα της επισκέψεώς Του.
- Ο Όσιος Ιωάννης ο Ελεήμων (12 Νοεμβρίου) άκουσε να λέγουν ότι σε κάποια χώρα είχαν την εξής συνήθεια. Όποτε ψήφιζαν, για να εκλέξουν βασιλέα, έφερναν μπροστά του τέσσερις με διαφορετικό χρώμα λίθους, και του έλεγαν να διαλέξη από ποιό λίθο επιθυμούσε να κτίσουν τον ταφό του. Και αυτό το έκαναν, για να του υπενθυμίσουν ότι ήταν φθαρτός άνθρωπος και ότι επρόκειτο να αποθάνη.
Αυτή η συνήθεια άρεσε πολύ στον Όσιο και έδωσε εντολή να του κτίσουν
το μνήμα του και να μη το τελειώσουν μέχρι το θάνατό του. Να πηγαίνη δε
ένας άνθρωπος σε κάθε μεγάλη εορτή μπροστά σε όλο τον κλήρο και τους
επισήμους και να του λέγη: “Δέσποτα, πρόσταξε να τελειώσουν τον τάφο
σου, διότι δεν γνωρίζεις ποιά ώρα έρχεται ο θάνατος”.
Αυτό το έκανε ο Όσιος, για να ενθυμήται τον θάνατο, να φοβάται την μέλλουσα κρίση και να το έχουν ως παράδειγμα οι υπόλοιποι.
- Ο Αγ. Εφραίμ ο Σύρος τονίζει: Αλλοίμονον! Πως θα υποφέρω την γέενναν του πυρός και το σκότος το εξώτερον; Αλλοίμονον! Πως θα υποφέρω τον τάρταρον και τα αιώνια βασανιστήρια, που υπάρχουν εκεί, και τον σκώληκα που χύνει το δηλητήριον και ποτέ δεν πεθαίνει; Αλλοίμονον! Πως θα υποφέρω την φοβεράν απειλήν των Αγγέλων που επιβλέπουν τας τιμωρίας, διότι είναι φοβεροί και σκληρόκαρδοι; Ποίος θα χύση νερόν εις την κεφαλήν μου και πηγάς δακρύων εις τους οφθαλμούς μου, δια να καθήσω και να κλαύσω νύκτα και ημέραν, δια να εξευμενίσω τον Θεόν, που τον παρώργισα;
Αμάρτησες, ψυχή μου, αμάρτησες; Μετανόησε διότι αι ημέραι μας περνούν
ωσάν τας σκιας. Ολίγον ακόμη και θα φύγης από τον κόσμον αυτόν.
Πρόκειται να περάσης φοβερούς τόπους· δεν είναι δυνατόν, ψυχή μου, να μη
περάσης από τους τόπους αυτούς. Κανένας από τον κόσμον αυτόν δεν θα σε
συνοδεύση, δια να σε βοηθήση· ούτε πατέρας ούτε μητέρα ούτε αδελφός ούτε
φίλος ούτε κανείς άλλος άνθρωπος. Αλλά μοναχή σου, ψυχή μου, με τα έργα
σου θα περάσης εμπρός από τους άρχοντας του σκότους. Εκείνοι ούτε
βασιλέα φοβούνται ούτε δυνάστην τιμούν ούτε μικρόν ούτε μεγάλον
σέβονται, εκτός από εκείνον, που έζησε θεοσεβώς και έχει ενδυθή, με τας
καλάς του πράξεις, την σκέπην του Θεού- υποχωρούν εμπρός από αυτόν,
διότι τον φοβούνται και του κάνουν τόπον να περάση. Διότι εμπρός από
αυτόν θα πορεύεται η αρετή του και η δόξα του Θεού θα τους περιφρουρή.
Κύριέ μου, όταν σκεφθώ εκείνην την ώραν προσπίπτω εμπρός εις την
καλωσύνην Σου και Σε παρακαλώ να μη παραδοθώ εις αυτούς, που με αδικούν
(τους δαίμονας)· ας μη καυχηθούν οι εχθροί Σου εναντίον του δούλου Σου,
αγαθέ Κύριε, με το να τρίζουν τα δόντια των και να φοβερίζουν την
αμαρτωλήν μου ψυχήν. Ας μη είπουν: έπεσες εις τα χέρια μας.