Λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Λογίζομαι γαρ ότι ουκ άξια τα παθήματα
του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. 8,
18). Δηλαδή. Μη σας κάνη εντύπωση, ότι υποφέρουμε διωγμούς και θλίψεις.
Διότι δεν είναι άξια τα όσα πάσχουμε και υποφέρουμε κατά τον τωρινό
καιρό εν συγκρίσει προς την δόξα, η οποία μέλλει να αποκαλυφθή, για να
δοθή σε μας.
- Ένας Γέροντας ασκητής ζούσε στην έρημο, το δε κελλί του απείχε από το νερό δώδεκα μίλια περίπου. Κάποτε λοιπόν, καθώς πήγαινε να πάρη νερό από την πηγή, βαρυγκόμησε και είπε μόνος του. Ποιά η ανάγκη αυτού του κόπου; Θα έλθω να μείνω κοντά στην πηγή. Μόλις σκέφθηκε αυτό, αντιλήφθηκε να τον ακολουθή κάποιος. Γύρισε και είδε τον άγνωστο να μετρά τα βήματά του. Τον ερωτά ο Γέροντας:
– Ποιός είσαι;
– Άγγελος Κυρίου είμαι, απάντησε, και με έστειλε ο Θεός να μετρήσω τα βήματά σου και να σου δώσω τον ανάλογο μισθό.
Όταν άκουσε αυτό ο Γέροντας πήρε θάρρος, έγινε προθυμότερος και
ανεχώρησε βαθύτερα στην έρημο αλλά πέντε μίλια. Δηλαδή, αφού
εγκατεστάθηκε στην νέα του κατοικία, απείχε πλέον από την πηγή του νερού
δεκαεπτά μίλια.
- Αναφέρεται στον Ευεργετινό ότι κάποτε ένας γέροντας Ασκητής, που ζούσε εντελώς μόνος του στο κελλί, αρρώστησε. Επειδή δεν είχε κανένα να τον υπηρετή, παρέμενε μόνος του και όποτε του το επέτρεπαν οι δυνάμεις του σηκωνόταν από το κρεββάτι του λίγο και έτρωγε από ό,τι υπήρχε στο κελλί. Έτσι πέρασαν τριάντα ημέρες, χωρίς να καταλάβη κανείς από τους γείτονες τίποτα. Την δοκιμασία αυτήν την αντιμετώπισε χωρίς γογγυσμό. Τότε ο Θεός βραβεύοντας την αγόγγυστη υπομονή του, έστειλε Άγγελο να τον υπηρετή. Ο Άγγελος παρέμεινε να υπηρετή τον Μοναχό επτά ημέρες.
Εν τω μεταξύ τον θυμήθηκαν οι αδελφοί και ήλθαν στο κελλί του, για να
τον επισκεφθούν. Μόλις κτύπησαν την πόρτα του κελλιού, για να ανοίξη ο
Μοναχός, ανεχώρησε ο Άγγελος. Ο γέροντας Ασκητής λυπούμενος για την
αναχώρηση του Αγγέλου φώναζε από μέσα προς τους αδελφούς.
– Πηγαίνετε από εδώ, αδελφοί μου.
Εκείνοι όμως, επειδή ανησυχούσαν, άνοιξαν την πόρτα και μπήκαν.
Ρώτησαν δε τον Ασκητή, γιατί τους έδιωχνε και δεν άνοιγε; Ο γέροντας
Ασκητής με μεγάλη συγκίνηση τους απεκάλυψε το γεγονός. Για τριάντα
μέρες, τους έλεγε, υπέφερα πολύ άρρωστος και κανείς από σας δεν με
επισκέφθηκε. Και να πριν επτά μέρες ο Κύριός μας μου έστειλε Άγγελό του,
για να με υπηρετή. Μόλις λοιπόν ήλθατε, ανεχώρησε ο Άγγελος από το
κελλί μου. Όταν τελείωσε την αφήγησή του ο Γέροντας εκοιμήθη.
Κατάπληκτοι οι αδελφοί δόξασαν τον Θεό από θαυμασμό.
- Στο βιβλίο «Ανθολόγιο Συμβουλών» επισημαίνει ο Άγιος Πορφύριος: «Τι είναι χριστιανικός αγώνας; Να, η ψυχή είναι ένας κήπος χωρισμένος σε δύο μέρη. Στον μισό φυτρώνουν αγκάθια, στον άλλο μισό λουλούδια. Και έχουμε μία δεξαμενή νερού [τις δυνάμεις της ψυχής] με δύο βρύσες και δύο αυλάκια. Η μία κατευθύνει το νερό στα αγκάθια και η άλλη στα λουλούδια. Κάθε φορά μόνο μία βρύση μπορώ να ανοίξω. Αφήνω απότιστα τα αγκάθια και μαραίνονται, ποτίζω τα λουλούδια και ανθίζουν».
«Ήμουν στη σκήτη μας στο Άγιον Όρος. Εκεί μία μέρα, οι υποτακτικοί
μου βρίσκονταν σε εκνευρισμό, διότι ένας μάνταλος σφηνώθηκε στην πόρτα
και δεν μπορούσαν να τον απελευθερώσουν. Προσπαθούσαν, τον χτυπούσαν,
τον τραβούσαν, θύμωναν, τίποτα ο μάνταλος, εκεί σφηνωμένος. Τότε
σηκώθηκα και τους είπα να τον αφήσουν σε μένα. Τον πρόσεξα καλά, έκανα
μία απλή κίνηση και τον απελευθέρωσα. Οι μοναχοί με κοίταζαν με
θαυμασμό. Τους λέω… Τι με κοιτάτε έτσι, βρε ευλογημένοι; Δεν έκαμα
τίποτα σπουδαίο, μία κίνηση έκαμα, αλλά την έκαμα με προσευχή και
ηρεμία. Εσείς, έτσι που είχατε νευριάσει, δε θα ελευθερώνατε τον μάνταλο
ούτε μέχρι αύριο. Όταν η ψυχή είναι ταραγμένη, θολώνει το λογικό και δε
βλέπει καθαρά. Μόνον όταν η ψυχή είναι ήρεμη, φωτίζει το λογικό, για να
βλέπη καθαρά την αιτία κάθε πράγματος».
Πόσο θα μπορούσε το περιστατικό αυτό να μας βοηθήση στον καθημερινό μας αγώνα, στις σχέσεις μας με πρόσωπα και πράγματα! Πόσο θα μπορούσε να
μας βοηθήση στον πνευματικό μας αγώνα η ψυχική μας ηρεμία, που δεν
αποκτάται με ψυχολογικές οδηγίες και ψυχοφάρμακα, αλλά με την αγιότητα!
http://orthodoxostypos.gr/