Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2025

ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΟΠΛΟΝ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗΝ

Ἡ Ἁγία Ἑλένη ζωγραφισμένη ἀπὸ τὸν Φώτη Κόντογλου χωρὶς τὸν Μ. Κωνσταντῖνον δίπλα της, κατὰ παράβασιν τῆς βυζαντινῆς ἁγιογραφικῆς παραδόσεως, ἀλλὰ μὲ ἀπόλυτον σεβασμὸν πρὸς τὴν μορφὴν τῆς μεγάλης Ἁγίας. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν βλάσφημον Τέχνην ὑπάρχει καὶ ἡ Τέχνη, ἡ ὁποία ἀξιοποιεῖται, διὰ νὰ τιμηθῆ μία μεγάλη τραγωδός, ὅπως ἡ Ἑλένη Παπαδάκη, ἡ ὁποία ἐδολοφονήθη εἰς τὰ Δεκεμβριανὰ (21/12/1944).

«Αὐτὸ δὲν εἶναι τέχνη, ἀλλὰ ἱεροσυλία»

ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΟΠΛΟΝ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗΝ

«Ἡ ἀπάλειψη τῆς κακόβουλης βλασφημίας καὶ τῆς καθύβρισης θρησκευμάτων ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ Ποινικὸ Κώδικα ἰσοδυναμεῖ μὲ (συνειδητή;) σύμπραξη στὸν πόλεμο, πού διεξάγεται συντονισμένα κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ κορυφώνεται παγίως ὅσο πλησιάζει ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων».

Γράφει ὁ κ. Κωνσταντῖνος Βαθιώτης,

τέως Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς Νομικῆς Σχολῆς Δ.Π.Θ.

 

ΑΥΣΤΡΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΣΙΣ

  Τὴν Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025, ἡμέρα ἑορτασμοῦ τῆς Ἀμώμου Συλλήψεως τοῦ Χριστοῦ γιὰ τοὺς καθολικούς, πραγματοποιήθηκε προσευχὴ διαμαρτυρίας ἔξω ἀπὸ τὸ μουσεῖο τέχνης τῆς Βιέννης (Kunslterhaus) γιὰ τὴν βλάσφημη-ἀντιχριστιανικὴ ἔκθεση μὲ τίτλο «φτιάξε τὴν δική σου εἰκόνα» (“du sollst dir ein Bild machen”), ἡ ὁποία φιλοξενεῖται στὸ μουσεῖο αὐτό.

 Ἀξίζει ἐδῶ νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ τίτλος τῆς ἔκθεσης αὐτῆς κάθε ἄλλο παρὰ ἀθῶος εἶναι, ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἀντιστροφὴ τῆς δευτέρας ἐντολῆς πρὸς τὸν Μωυσῆ «οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον…»!

   Στὴν συγκεκριμένη ἔκθεση ἀπεικονίζονται, μεταξὺ ἄλλων, ἕνας βάτραχος πάνω στὸν σταυρὸ (τοῦ Γερμανοῦ καλλιτέχνη Μάρτιν Κίπνεμπεργκερ [Martin Kippenberger]) καὶ ἡ Παναγία ὡς βρεφοκρατοῦσα τρὰνς (τῆς καλλιτέχνιδος ἀπὸ τὸ Μπαγκλαντὲς Sumi Anjuman). Οἱ διοργανωτὲς τῆς διαμαρτυρίας, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν μέλη τῆς Αὐστριακῆς Ἑταιρείας γιὰ τὴν Προστασία τῆς Παράδοσης, τῆς Οἰκογένειας καὶ τῆς Ἰδιωτικῆς Ἰδιοκτησίας (Tradition, Familie und Privateigentum) στηλίτευσαν τὴν ἔκθεση αὐτὴ ὡς χριστουγεννιάτικη ἐπίθεση κατὰ τῆς καθολικῆς πίστης, προέβησαν δὲ στὴν ἑξῆς δήλωση ἔξω ἀπὸ τὸ μουσεῖο τῆς ντροπῆς: «Ἀπόψε στὴν Βιέννη, οἱ εὐσεβεῖς Καθολικοὶ παίρνουν θέση κατὰ τῆς βλασφημίας, μία θέση πρὸς δόξαν Θεοῦ».

Ἐπιπροσθέτως ἐξήγησαν ὅτι ἡ συγκεκριμένη ἔκθεση θίγει «τὴν καρδιὰ τῆς καθολικῆς πίστης μὲ ἀποτρόπαιες ἀπεικονίσεις, ὅπως ἕνα σταυρωμένο πράσινο βάτραχο ποὺ χλευάζει τὸν Κύριό μας καὶ ἕνα γενειοφόρο ἄνδρα ντυμένο ὡς Παναγία ποὺ κρατάει ἕνα μωρό, μία παρωδία τῆς Πιετὰ τοῦ Μιχαὴλ Ἀγγέλου». Ἕνας ἐκ τῶν συμμετεχόντων στὴν προσευχὴ διαμαρτυρίας συνόψισε τὴν κριτικὴ μὲ τὴν ἑξῆς φράση: «Αὐτὸ δὲν εἶναι τέχνη ἀλλὰ ἱεροσυλία».

Ὡστόσο, ἡ διεύθυνση τοῦ βιεννέζικου μουσείου τέχνης ὑπερασπίστηκε τὴν ἔκθεση ἐνάντια στὶς ἐκκλήσεις γιὰ τὸν τερματισμό της. Μὲ σχετικὴ δήλωσή τους, οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ μουσείου ἀπορρίπτουν τὴν κριτικὴ ποὺ τοὺς ἀσκεῖται ἐπικαλούμενοι τὴν ἔννομη προστασία τῆς καλλιτεχνικῆς ἐλευθερίας.

Ἐπίσης τόνισαν ὅτι «εἶναι σθεναρὰ ἀντίθετοι τόσο στὴν ἀπαίτηση γιὰ κλείσιμο τοῦ μουσείου ὅσο καὶ στὶς δηλώσεις ποὺ γίνονται μὲ ἐχθρικὸ πνεῦμα κατὰ τῆς τέχνης», μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι «στὴν Αὐστρία, ἡ καλλιτεχνικὴ ἐλευθερία εἶναι μία συνταγματικὰ προστατευόμενη θεμελιώδης ἀρχὴ ποὺ διαμορφώνει τὴ δημοκρατικὴ κουλτούρα, ἐπιτρέπει τὸν κριτικὸ κοινωνικὸ στοχασμὸ καὶ ὑποστηρίζεται ἐνεργὰ ἀπὸ τὸ κράτος».

  Συμπληρωματικά, οἱ ὑπεύθυνοι ἰσχυρίσθηκαν τὰ ἑξῆς: «ἡ ἔκθεση δὲν ἔχει σκοπὸ νὰ προσβάλει τὶς θρησκευτικὲς πεποιθήσεις τῶν πιστῶν. Σεβόμαστε τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ αἰσθάνονται ἐνοχλημένοι ἢ ἀκόμα καὶ προσβεβλημένοι ἀπὸ ἔργα τέχνης. Τὸ ἄν, ὅμως, ἕνα ἔργο τέχνης εἶναι προκλητικὸ ἐξαρτᾶται συχνὰ ἀπὸ τὸν θεατή. Πολλοὶ ἐπισκέπτες, συμπεριλαμβανομένων χριστιανῶν γυναικῶν καὶ ὑψηλόβαθμων καθολικῶν κληρικῶν, ἐντυπωσιάστηκαν πολὺ ἀπὸ τὴν ἔκθεση, ἡ ὁποία πυροδότησε οὐσιαστικὲς-βαθιὲς συζητήσεις καὶ συνομιλίες σὲ ἰσότιμη βάση».

  Λάδι στὴν φωτιὰ ἔριξε ἡ δήλωση τοῦ ἐπισκόπου τοῦ Ἴνσμπρουκ Χέρμαν Γκλέτλερ (Hermann Glettler). Σὲ μία ἀνάρτησή του στὸ Instagram ἔγραψε: «Ἡ ἔκθεση στὸ μουσεῖο τέχνης τῆς Βιέννης, ἡ ὁποία παρουσιάζει ὀπτικὰ πειράματα γεμᾶτα συγκρούσεις στὸ πλαίσιο τῆς χριστιανικῆς εἰκονογραφίας, δὲν ἐπικεντρώνεται σὲ σκανδαλώδεις ἱστορίες, ἀλλὰ παρουσιάζει τὸ συναρπαστικὸ εὖρος τῆς τέχνης».

  Σημειωτέον ὅτι ὁ «σταυρωμένος βάτραχος» εἶχε προκαλέσει ἀναστάτωση στοὺς κόλπους τῶν καθολικῶν ἤδη τὸ 2008, ὅταν εἶχε ἐκτεθεῖ στὸ μουσεῖο τοῦ Μπολζάνο (Νότιο Τιρόλο), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παρέμβει ὁ καταγόμενος ἀπὸ τὴν Βαυαρία Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄. Εἰδικότερα, μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Φράντς Πὰλ (Franz Pahl), Πρόεδρο τοῦ Περιφερειακοῦ Συμβουλίου τοῦ Νοτίου Τιρόλου, εἶχε διαμαρτυρηθεῖ ἐπισημαίνοντας ὅτι τὸ συγκεκριμένο ἔργο τέχνης προσέβαλε τὶς θρησκευτικὲς εὐαισθησίες πολλῶν ἀνθρώπων «ποὺ αἰσθάνονται τὸν σταυρὸ ὡς ἕνα σύμβολο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀπαιτεῖ δὲ γι’ αὐτὸ ἀναγνώριση καὶ θρησκευτικὴ εὐλάβεια». Παρὰ τὴν διαμαρτυρία τοῦ Πάπα, τὸ μουσεῖο ἀποφάσισε τότε νὰ διατηρήσει τὸ βλάσφημο ἔκθεμα, τὸ ὁποῖο τώρα ἐκτίθεται ξανὰ στὸ μουσεῖο τῆς Βιέννης.

Σύμφωνα μὲ τὴν εἰσαγωγικὴ περιγραφὴ ποὺ εἶναι ἀνηρτημένη στὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ βιεννέζικου μουσείου, ἡ βλάσφημη αὐτὴ ἔκθεση ὑποτίθεται ὅτι «ἐξερευνᾶ τὴν φανταστικὴ δύναμη τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας, τὴν ὀπτική της ἔκφραση στὴν χριστιανικὴ εἰκονογραφία καὶ τὴν ἑρμηνεία της ἀπὸ σύγχρονους καλλιτέχνες. Στὸ ἐπίκεντρό της βρίσκονται ἔργα, τῶν ὁποίων οἱ δημιουργοὶ προσεγγίζουν τὴν χριστιανικὴ εἰκονογραφία μὲ κριτικὴ ἀλλὰ καὶ στοργικὴ διάθεση, τόσο ἀπὸ χιουμοριστικὴ ὅσο καὶ ἀπὸ  φεμινιστικὴ πλευρά, προσφέροντας νέες ὀπτικὲς γιὰ εἰκονογραφικὰ μοτίβα ποὺ ἄντεξαν στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων. Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν σύλληψη καὶ τὴν σκηνοθεσία της, ἡ ἔκθεση δὲν ἀποβλέπει σὲ πρῶτο πλάνο νὰ προβοκάρει τὸν θεατὴ ἢ νὰ τὸν ὠθήσει σὲ μία ἔντονη διαμαρτυρία, ἀλλὰ περισσότερο νὰ δώσει τὴν εὐκαιρία γιὰ μία διαφοροποιημένη προσέγγιση, γιὰ μία ἀναζήτηση κοινῶν σημείων καθὼς καὶ γιὰ ἕνα διάλογο μεταξύ τῆς σύγχρονης τέχνης καὶ τῆς θρησκείας.

  Ἡ θρησκεία, ὅπως καὶ ἡ τέχνη, εἶναι μία οὐσιαστικὴ πτυχὴ τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ἀντιμετωπίζει θεμελιώδη ἀνθρώπινα ἐρωτήματα σχετικὰ μὲ τὸ νόημα τῆς ζωῆς, τὸν κόσμο μας καὶ τὴν ὕπαρξή μας. Ἡ θρησκεία καθιστᾶ τὸ ἀνοίκειο οἰκεῖο, ἐνῶ ἡ τέχνη συχνὰ ἀντιπαραθέτει τὸν οἰκεῖο κόσμο σὲ ἕνα ἀνοίκειο πεδίο. Τόσο ἡ ἐκκλησία ὅσο καὶ ἡ τέχνη μοιράζονται τὴν σύνδεση μὲ τὸ παράλογο, τὸ μυστηριῶδες, ἀλλὰ προπάντων μὲ τὸ φανταστικὸ καὶ τὴν δύναμη τῆς σύλληψης ἑνὸς κόσμου ποὺ λειτουργεῖ μὲ τοὺς δικούς του κανόνες καὶ νόμους· ἕνας τέτοιος κόσμος ἀντανακλᾶ καὶ στὴν δική μας ζωή, προσφέροντας ἐξηγήσεις γιὰ τὴν ὕπαρξή μας».

  Ὅποιος ἔχει παρακολουθήσει τί συνέβη στὶς 10 Μαρτίου 2025 στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη (ὀρθότερα: Ἀντεθνικὴ Τερατοθήκη) τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου ἐκτέθηκαν τέσσερα βλάσφημα ἔργα τοῦ χαράκτη Χρ. Κατσαδιώτη, διὰ τῶν ὁποίων ἐπιχειρήθηκε ἡ κατασπιλωτικὴ μετάπτωση τῆς Παναγίας, τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου σὲ μία ὑπόσταση μὲ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετη ἰδιότητα, ἤτοι τὴν διαβολική, ἐνῶ διακωμωδήθηκε καὶ ὁ Ἅγιος Χριστόφορος, ἀπεικονισθείς ὡς ζωγράφος μὲ πινέλα καὶ μπογιὲς στὴν τσέπη του, δὲν πρέπει νὰ διατηρεῖ πλέον τὴν παραμικρὴ ἀμφιβολία ὅτι κάποιες διεστραμμένες, ἂν ὄχι δαιμονισμένες, ὀργανωτικὲς κεφαλὲς τῆς Εὐρώπης διεξάγουν συντονισμένα ἕνα ὕπουλο ἀντιχριστιανικὸ πόλεμο ποὺ χρησιμοποιεῖ ὡς προκάλυμμα τὸν μανδύα τῆς «καλλιτεχνικῆς ἐλευθερίας».

ΒΕΛΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΙΣ

  Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ποὺ ἐντάσσεται στὸ πλαίσιο τοῦ πολέμου κατὰ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διαβόητη φάτνη στὴν Γκράν Πλάς τῶν Βρυξελλῶν, ὅπου ἡ ἀναπαράσταση τῆς σκηνῆς τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιήθηκε μὲ ὑφασμάτινες-ἀπρόσωπες φιγοῦρες προσιδιάζουσες σὲ «ζόμπι».

  Ὡστόσο, ἡ καλλιτέχνις Βικτόρια-Μαρία Γκάιερ (Victoria-Maria Geyer) εἶχε ἕτοιμη τὴν ἐξήγηση: ὑποτίθεται ὅτι δημιούργησε τὶς φιγοῦρες μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὥστε «κάθε καθολικός, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν καταγωγή του, νὰ μπορεῖ νὰ ταυτιστεῖ μὲ τὴ ἱστορία τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ».

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΣΙΣ

  Ἀλλὰ καὶ στὴν γκαλερὶ τῆς Πάφου (Blue Iris Gallery), στὴν ἀτομικὴ εἰκαστικὴ ἔκθεση μὲ τίτλο «Ἀντισυστημικὴ Τέχνη» (“Antisystemic Art”) τοῦ ζωγράφου Γιώργου Γαβριήλ, ἐκτέθηκαν βλάσφημα καὶ χυδαῖα ἔργα (μεταξὺ ἄλλων, ἡ Παναγία ἐμφανίζεται νὰ κρατᾶ πορτρέτο τοῦ Τσὲ Γκεβάρα, ὁ δὲ Χριστὸς νὰ ἔχει στὸ πρόσωπό του ἀποτυπώματα φιλιῶν ἀπὸ κραγιόν).

  Ὡστόσο, μετὰ ἀπὸ σφοδρὲς ἀντιδράσεις τῶν πιστῶν, ἡ ἔκθεση ἀκυρώθηκε καὶ ἐξεδόθη ἀνακοίνωση τοῦ πολιτιστικοῦ χώρου τῆς Πάφου μὲ τὸ ἑξῆς περιεχόμενο: «Ἡ Blue Iris Gallery, ἀντιλαμβανόμενη ὅτι ἡ ἔκθεση Antisystemic Art ἔχει προκαλέσει τὴν ἀντίθεση μερίδας τῆς κοινωνίας, ἀποφάσισε τὴν ματαίωσή της. Σὲ καμιὰ περίπτωση δὲν ὑπῆρξε πρόθεση ἀπὸ πλευρᾶς τῆς Blue Iris Gallery νά προσβάλει ἢ νὰ δείξει ἀσέβεια πρὸς τὴν θρησκεία μας. Ἀπὸ τῆς ἱδρύσεώς της, ἡ Blue Iris Gallery ποὺ ἔχει τάξει ὡς σκοπὸ της τὴν προαγωγὴ τῆς Τέχνης καὶ τοῦ Πολιτισμοῦ, οὐδόλως ἐπιθυμεῖ νὰ καταστεῖ ἀγωγὸς περαιτέρω ἀναταραχῆς».

Ἀντιθέτως, στὴν Ἑλλάδα τὰ ἀποκαθηλωθέντα ἀντιχριστιανικὰ «εἰκονίσματα» ἐπανεκτέθηκαν στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη μὲ δρακόντεια μέτρα ἀσφαλείας, γεγονὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ μένος τῆς διεύθυνσης τοῦ Μουσείου, τοῦ ὑπουργείου πολιτισμοῦ καί, βεβαίως, τῆς κυβέρνησης κατὰ τοῦ Χριστοῦ.

ΚΟΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Δὲν ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερος κόπος, γιὰ νὰ ἐντοπίσει κανεὶς τὰ κοινὰ σημεῖα αὐτοῦ τοῦ ἀντιχριστιανικοῦ πολέμου ποὺ διεξάγεται μὲ ὅπλο τὴν Τέχνη:

ΓΚΑΝΖΟΥΦΙΣΜΟΣ

Πρῶτον, ἐπιστρατεύονται «ἀνὰ τὸν κόσμον διάφοροι “καλλιτέχναι” τῆς κακιᾶς ὥρας, οἱ ὁποῖοι, προφασιζόμενοι ὅτι δημιουργοῦν τὴν σχολὴν τὴν νέας νοοτροπίας», φτιάχνουν «κυριολεκτικῶς τερατουργήματα-ἐξαμβλώματα». Πρόκειται γιὰ τὸ φαινόμενο τοῦ «γκανζουφισμοῦ», τὸ ὁποῖο ἀναλύεται ἀπὸ τὸν μακαριστὸ ἀρχιμανδρίτη Χαράλαμπο Βασιλόπουλο στὸ βιβλίο του «Τέρατα καὶ Σημεῖα τῶν Σκοτεινῶν Δυνάμεων» (ἔκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθήνα 1968, σελ. 11 ἑπ.).

Τέτοια περίπτωση ἀποτελεῖ π.χ. ἡ εἰκονογράφηση τοῦ Ἰωσὴφ μέσα σὲ παρεκκλήσιο τοῦ Λονδίνου μὲ παντελόνι τοῦ γκὸλφ καὶ μὲ μία πίπα στὸ στόμα, καθὼς διαβάζει τὴν ἐφημερίδα «Τάιμς». Δίπλα του ὁ Χριστός, ντυμένος κι αὐτὸς μὲ σύγχρονα ἐνδύματα ἔπαιζε μὲ ἕνα ἠλεκτρικὸ τρενάκι. Ἡ Παναγία μὲ πολὺ τολμηρὸ ντεκολτὲ καὶ μοντέρνο φουστάνι, καθόταν σὲ μία πολυθρόνα καὶ ἔπλεκε ἕνα πουλόβερ.

ΦΘΗΝΟ ΑΛΛΟΘΙ

  Δεύτερον, οἱ δαιμόνιοι πολεμιστὲς τοῦ Χριστοῦ συνηθίζουν νὰ κατασκευάζουν ἕνα φθηνὸ ἄλλοθι, τὸ ὁποῖο περιβάλλουν μὲ περισπούδαστο-κουλτουριάρικο σελοφάν, ὥστε νὰ ἀποπροσανατολίσουν τὸν ἀνυποψίαστο πολίτη γιὰ τὴν ἀντιχριστιανικὴ ἐργαλειοποίηση τῆς τέχνης. Ἡ δικαιολογία βρίσκεται συνήθως καταγεγραμμένη στὴν εἰσαγωγικὴ περιγραφὴ τῆς ἑκάστοτε ἔκθεσης, ἡ ὁποία ὑποτίθεται ὅτι ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ συνδράμει τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο νὰ ἐπαναστοχασθεῖ «τὴν σχέση του μὲ τὸν κόσμο καὶ τὰ ὄντα ποὺ τὸν συν­αποτελοῦν» (ἔτσι π.χ. ἡ περιγραφὴ τῆς διαβόητης ἔκθεσης ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἡ Σαγήνη τοῦ Ἀλλόκοτου»).

ΑΥΤΟΘΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΩΝ

  Τρίτον, οἱ ἐπιτιθέμενοι κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ ὑπὸ τὸν μανδύα τῆς τέχνης κρύβονται πίσω ἀπὸ τὸ συνταγματικὰ κατοχυρωμένο δικαίωμα τῆς καλλιτεχνικῆς ἐλευθερίας (παρ’ ἡμῖν ἄρ. 16 παρ. 1 Συντ.), ἡ ὁποία προπαγανδίζεται ὡς δῆθεν ἀνεξέλεγκτη-ἀσύδοτη, ἐνῶ ἀληθὲς εἶναι ὅτι κανένας καλλιτέχνης δὲν εἶναι ὑπεράνω τοῦ νόμου (legibus solutus).

 Μὲ αὐτὴν τὴν στρεβλὴ λογική, οἱ βλάσφημοι καλλιτέχνες ἀπὸ θύτες ἐπιχειροῦν, παράλληλα, νὰ μετατραποῦν σὲ θύματα τῆς «θρησκοληψίας», τοῦ «σκοταδισμοῦ» καὶ τοῦ «κομματικοῦ λαϊκισμοῦ» ὅσων τολμοῦν νὰ ἀμύνονται στὴν ἀντιχριστιανικὴ προπαγάνδα ποὺ ἀσκεῖται μὲ τὴν μάσκα τῆς τέχνης. Χαρακτηριστικὸς ἐν προκειμένῳ εἶναι ὁ ἀνάποδος τίτλος τοῦ βιβλίου τοῦ Σταύρου Τσακυράκη «Θρησκεία κατὰ Τέχνης» (ἔκδ. Πόλις, Ἀθήνα 2011).

Θὰ πρέπει, ὅμως, ἅπαντες νὰ γνωρίζουν ὅτι τὸ δικαίωμα στὴν καλλιτεχνικὴ ἐλευθερία ὑπόκειται καὶ αὐτὸ σὲ ἐγγενεῖς συντα­γματικοὺς περιορισμούς, ὅπως αὐτοὶ καθορίζονται ἀπὸ τὴν ἀνάγκη προστασίας ἄλλων κατοχυρωμένων ἐννόμων ἀγαθῶν-δικαιωμάτων, π.χ. τῆς νεότητας ἢ τῆς ἐλεύθερης ἀνάπτυξης τῆς προσωπικότητας, τῆς δεύτερης νοουμένης εἴτε ἀτομικῶς εἴτε ὡς μέλους ἐθνικῆς, θρησκευτικῆς κ.λπ. ὁμάδας (Βλαχόπουλος, εἰς: Βλαχόπουλος / Κοντιάδης / Τασόπουλος [ἐπιμ. ἔκδ.], Σύνταγμα. Ἑρμηνεία κατ’ ἄρθρο, Ἄρ. 16, 2023, ἀριθμ. περ. 8· Π. Παπανικολάου, Ἐλευθερία τῆς Τέχνης καὶ Δικαίωμα τῆς Προσωπικότητας, 2008, σελ. 20).

ΔΗΘΕΝ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΣ ΠΡΟΘΕΣΙΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ

  Τέταρτον, μόλις οἱ πιστοὶ ξεσηκωθοῦν ἐναντίον μίας ἔκθεσης μοντέρνας τέχνης, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι «συνομιλεῖ» μὲ τὴν θρησκεία, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἐπιτίθεται σὲ θεμελιώδη σύμβολα καὶ δόγματα τῆς πίστεως, οἱ διοργανωτὲς διαρρηγνύουν τὰ ἱμάτιά τους ὅτι «δὲν ἦταν στὶς προθέσεις τους» νὰ προσβάλουν τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τῶν πιστῶν.

  Φυσικά, τέτοιες ὑποκριτικὲς δηλώσεις διαψεύδονται ἐκ τῶν πραγμάτων, ἀφοῦ εἶναι ἔκδηλο τὸ βλάσφημο μήνυμα ποὺ πέμπεται πρὸς τοὺς τρίτους. Ἐπὶ παραδείγματι, στὴν περίπτωση τῆς αὐστριακῆς ἔκθεσης, ἀπεικονίζοντας τὴν Παναγία ὡς τρὰνς καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο ὡς βάτραχο, ὁ σατανικὸς ψευδοκαλλιτεχνικὸς ἐγκέφαλος ὑπονοεῖ ὅτι τὸ Θεῖο πρόσωπο ἐπιτρέπεται νὰ συγκρίνεται ἐν ὅλῳ ἢ ἐν μέρει μὲ ἕνα διεμφυλικὸ ἢ μὲ ἕνα ζῶο καὶ ἄρα νὰ τοῦ ἀποδίδονται ἰδιότητες συμβατὲς μὲ τὶς ἀπεικονιζόμενες μορφές!

ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΩΣ «ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΕΧΘΡΟΙ»

  Πέμπτον, ἡ ἀντίδραση τῶν ἱερωμένων στὴν ἀντιχριστιανικὴ ἐπίθεση ποὺ ἐξαπολύεται μὲ ὅπλο τὴν Τέχνη εἶναι πενιχρὴ ἕως ἀνύπαρκτη, γεγονὸς ποὺ δικαιώνει ἀπόλυτα τὴν πρόβλεψη τοῦ π. Χριστόφορου Καλύβα, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Αὐγουστίνου Καντιώτη, εἶχε προφητεύσει τὸν τρόπο δράσης τοῦ σατανᾶ στὰ ἔσχατα καὶ αἴσχιστα χρόνια:

   «Θὰ ντύση παπάδες καὶ δεσποτάδες πρόσωπα τῆς ἐξουσίας του· θὰ τοὺς φορέση ἐγκόλπια καὶ θὰ τοὺς δώση πατερίτσες. Καὶ διὰ μέσου αὐτῶν τῶν ἀρχιερέων θὰ διαλύση τὴν Ἐκκλησία. Ὁ σατανᾶς θὰ ἐμφανισθῆ μὲ ράσα, μὲ ἄμφια, μὲ πατερίτσες καὶ μπαστοῦνες» (Σωτήρια σαλπίσματα γιὰ Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλλάδα, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2017, σελ. 44). Συν­αφὴς εἶναι καὶ ἡ προφητεία τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ὅτι «οἱ κληρικοὶ θὰ γίνουν οἱ χειρότεροι καὶ οἱ ἀσεβέστεροι ὅλων». Μὲ ἄλλα λόγια, στὰ ἔσχατα χρόνια οἱ ἱερεῖς θὰ μετεξελιχθοῦν σὲ «ἐσωτερικοὺς ἐχθρούς» τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

ΑΡΧΙΜ. ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

  Ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς γιὰ «πόλεμο κατὰ τοῦ Χριστοῦ» μιλοῦσε ἤδη πρὶν ἀπὸ μισὸν περίπου αἰώνα ὁ μακαριστὸς ἀρχιμανδρίτης Λεωνίδας Κ. Δημόπουλος στὸ μελέτημά του μὲ τίτλο «Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς ὡς ἱστορικὴ προσωπικότης» (ἔκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1978, σελ. 5 ἑπ.). Ἀφοῦ σημειώνει ὅτι «στὴν ἐποχή μας ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μόνον “σημεῖον ἀντιλεγόμενον” (Λουκ. β΄ 34)» ἀλλὰ καὶ «σημεῖον πολεμούμενον μὲ μανίαν καὶ μὲ διάθεσιν ἀφανισμοῦ ἀπὸ πολλοὺς» (σελ. 9), ὁ συγγραφέας ἀναφέρεται σὲ ἔργα Τέχνης, μέσῳ τῶν ὁποίων ἐκδηλώνεται ὁ ἐν λόγῳ πόλεμος. Ἐδῶ ἐντάσσεται ἡ βλάσφημη κινηματογραφικὴ ταινία «Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς Super Star», ἡ ὁποία εἶχε προβληθεῖ τὸ 1974 στοὺς ἑλληνικοὺς κινηματογράφους.

  Ὁ συγγραφέας ἐπικαλεῖται ἀκολούθως ἀπόσπασμα ἀπὸ ὁμιλία τοῦ καθηγητῆ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Κωνσταντίνου Μουρατίδη, ὁ ὁποῖος σημείωνε ὅτι «ὑφίσταται σήμερον […] μία συνωμοσία τῶν σκοτεινῶν καὶ καταχθονίων δυνάμεων εἰς παγκόσμιον κλίμακα, ἡ ὁποία ἀποσκοπεῖ εἰς τὴν ἀποκτήνωσιν τῶν λαῶν καὶ ἰδίᾳ τῆς νεότητος, διὰ τῆς ὠργανωμένης, τῆς συστηματικῆς χρησιμοποιήσεως ὅλων τῶν μέσων τῆς τεχνοκρατούμενης ἐποχῆς μας καὶ ἰδίᾳ τῶν μαζικῶν μέσων δημοσιότητος (θέατρον, κινηματογράφος, τηλεόρασις, λογοτεχνία καὶ ἀπεριγράπτου ρυπαρότητος καὶ αἰσχρότητος βιβλία καὶ περιοδικά)».

ΠΙΤΕΡ ΛΑΛΟΝΤΕ

  Σὲ «ὁλοκληρωτικὸ πόλεμο κατὰ τοῦ Χριστοῦ» μέσω τῆς τέχνης εἶχε ἀναφερθεῖ καὶ ὁ Πίτερ Λαλόντε (Peter Lalonde) στὸ βιβλίο του «Ἕνας κόσμος κάτω ἀπὸ τὸν Ἀντίχριστο» (μτφ.: Χαρίκλεια Ἀρβανιτίδου, ἔκδ. Στερέωμα, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 162). Ὁ συγγραφέας εἶχε ἐπισημάνει τὰ ἀκόλουθα:

  «Ὁ ὁλοκληρωτικὸς πόλεμος ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Χριστιανῶν ἔχει διοχετευτεῖ καὶ στὰ κανάλια τῆς τέχνης. Δημιουργήθηκε κάποια ἀναταραχὴ στὴ χριστιανικὴ κοινότητα, ὅταν πληροφορήθηκε γιὰ ἕνα ὑποτιθέμενο ἔργο τέχνης τοῦ Andres Serrano. Τέχνη κατὰ τὴν ἄποψη τοῦ Serrano εἶναι μία παραστατικὴ φωτογραφία τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸ σταυρό, ὁ ὁποῖος βυθίζεται σὲ ἕνα δοχεῖο ποὺ περιέχει τὰ σωματικὰ ὑγρά τοῦ καλλιτέχνη. Ὡς ἔνδειξη τῆς ἐπίσημης ἀναγνώρισης, ἡ ἔκθεση ἦταν μέρος ὀργάνωσης ποὺ στηρίχτηκε καὶ ἔλαβε χρηματοδότηση ἀπὸ τὴν Ἐθνικὴ Ἐπιχορήγηση Τεχνῶν. Καὶ ὁ “καλλιτέχνης” τιμήθηκε μὲ βραβεῖο 15.000 δολλαρίων».

ΦΙΛΟΛΑΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

  Τέλος, στὸ βιβλίο τοῦ Φιλολάου Δημητρίου «Σύγχρονοι πολέμιοι τοῦ Χριστιανισμοῦ» (ἐκδ. «Τῆνος», Ἀθήνα 2018, σελ. 18) τεκμηριώνεται μὲ δεξιοτεχνικὸ τρόπο ἡ θέση ὅτι ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του μαίνεται ἀδυσώπητος, καί, μάλιστα, διεξάγεται ἀπὸ ποικιλώνυμους καὶ ἑτερόκλητους ἐχθρούς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως πού, μεταξὺ τῶν ἄλλων, κάνουν τὰ ἀκόλουθα:

  «Καταργοῦν τὸν Θεόν! Βλασφημοῦν τὸν Χριστόν! Πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησίαν! Θεοποιοῦν τὴν ὕλην! Εἰρωνεύονται ἀξίες αἰώνιες καὶ ἤθη ἀτίμητης προγονικῆς κληρονομίας. Ἀγωνίζονται συντονισμένα γιὰ νὰ ἀνατρέψουν συνταγματικῶς κατοχυρωμένους καὶ δοκιμασμένους, θεσμούς, ὅσους ἔχουν ἀπομείνει, ἐνῶ μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς δὲν διστάζουν, παρότι εἶναι ἀγράμματοι καὶ πυγμαῖοι, νὰ “ἀκυρώνουν” καὶ γελοιοποιοῦν τὸ αἰωνόβιον τρίπτυχον: “Πατρὶς – Οἰκογένεια – Θρησκεία”».

  Δὲν θὰ πρέπει, λοιπόν, νὰ μᾶς ἐκπλήσσει τὸ γεγονὸς ὅτι τὰ εὐρωπαϊκὰ μουσεῖα τέχνης ἀπο κοιτίδες πολιτισμοῦ μεταλλάσσονται σέ ἀνίερους τόπους ἀντιχριστιανικῆς λατρείας καί, ταυτοχρόνως, σέ Γολγοθάδες ἔντεχνης καθημερινῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

  Ὁ Δημητρίου (ὅ.π., σελ. 213, 227) θέτει τὸν δάκτυλον εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων: Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἐμπόδια τῶν Νεοταξιτῶν-παγκοσμιοποιητῶν, ποὺ ἐπιδιώκουν τήν μονομορφοποίηση-μαζοποίηση ὅλων τῶν λαῶν, δηλαδὴ τῆς κατάργησης τῶν ἰδιαιτεροτήτων κάθε ἔθνους, εἶναι ἡ θρησκεία καὶ εἰδικότερα, ὁ Χριστιανισμός. Ἡ πολυδιαφημισμένη παν-θρησκεία τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου, ποὺ ὁδηγεῖ στήν ἀ-θρησκεία καί, ἀντιστοίχως, στόν ἀποχριστιανισμό, εἶναι τὸ πρελούδιο τῆς παγκόσμιας δικτατορίας τοῦ Ἀντιχρίστου.

  Γιὰ νὰ τὸν δοῦμε νὰ ἔρχεται, θὰ πρέπει ὁ Χριστὸς νὰ βλασφημεῖται καὶ ξανασταυρώνεται ὅσο συχνότερα καὶ ὅσο πιὸ συντονισμένα γίνεται. Γνωρίζουμε, ὅμως, ἄριστα ὅτι ὁ Ἀντίχριστος θὰ ὑποστεῖ πανωλεθρία ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸν θὰ συντριβοῦν κι ὅποιοι τόλμησαν νὰ τὸν ὑπηρετήσουν ἢ προσκυνήσουν.

  Ὡστόσο, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ἐπαναπαυόμαστε στήν γνώση τῆς ταυτότητας τοῦ Νικητῆ. Ἀντιθέτως, εἰδικὰ αὐτὴν τήν τρίτη δεκαετία τοῦ 21ου (ἀπατ)αἰώνα, ὅπου τά ἀποτυπώματα τοῦ Ἀντιχρίστου φαίνεται νὰ ταιριάζουν περισσότερο παρὰ ποτὲ στὶς προαιώνιες περιγραφὲς τῶν προσφιλῶν μεθόδων του, ἀπαιτεῖται ἐπαυξημένη πνευματικὴ ἐπαγρύπνηση ἀπό τὴν πλευρά μας, ὥστε νά μή πλανηθοῦμε.

ΤΟ «ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΝ ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ» ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΟΣ

  Μείζονα θλίψη γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ ἐν Ἑλλάδι νομικοῦ πολιτισμοῦ ἀποτελεῖ τὸ «θρησκευτικὸ ξεπουπούλιασμα» τοῦ Ποινικοῦ Κώδικα ποὺ ὑλοποιήθηκε ἀπὸ τὴν κυβέρνηση Τσίπρα καὶ ἐπισφραγίσθηκε ἀπὸ τὴν κυβέρνηση Μητσοτάκη: Τὸ μόνο ἔγκλημα ποὺ ἔχει ξεμείνει στὸ ἐξαϋλωμένο κεφάλαιο τοῦ Ποινικοῦ Κώδικα περὶ ἐπιβουλῆς τῆς θρησκευτικῆς εἰρήνης εἶναι ἡ διατάραξη θρησκευτικῶν συναθροίσεων!

   Στὸ πλαίσιο τῆς (ὑποτίθεται) ἐξορθολογιστικῆς φιλοσοφιας ποὺ χαρακτηρίζει τὸν «μοντέρνο» Ἕλληνα νομοθέτη, ἀποφασίστηκε μὲ συνοπτικὲς διαδικασίες ἡ κατάργηση τῶν ἄρθρων 198 ΠΚ (“Κακόβουλη βλασφημία”) καὶ 199 ΠΚ (“Καθύβριση θρησκευμάτων”), τὰ ὁποῖα κρίθηκαν ἀπὸ τοὺς ὀλετῆρες τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων ὡς ἐγκλήματα ἥσσονος ἠθικῆς καὶ ποινικῆς ἀπαξίας, ποὺ δὲν ἐναρμονίζονται μὲ τὸ δόγμα τῆς πολιτικῆς ὀρθότητας καὶ ἀντίκεινται στὴν ὑλοποίηση τῶν σχεδίων τῆς Πανθρησκείας.

  Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων, ἡ βλασφημία ἐξακολουθεῖ ἀπαραδέκτως νὰ εἶναι ἀποποινικοποιημένη, μολονότι ἔχει ἐνταθεῖ ἰδίως ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὀρθόδοξης πίστης ἀπὸ ἀντίχριστους «καλλιτέχνες» πού, μὲ τὶς θεσμικὲς πλάτες τοῦ ὑπουργείου πολιτισμοῦ καὶ ἐν γένει τῆς κυβέρνησης, ἐπικαλοῦνται φαρισαϊκῶς τὸ δικαίωμα τῆς ἐλευθερίας (ὀρθότερα: ἀσυδοσίας) τῆς τέχνης. Ἆραγε, ὁ Γερμανὸς νομοθέτης, τὸν ὁποῖο κατὰ τὰ ἄλλα ἀξιοποιοῦμε συχνὰ ὡς νομοθετικὸ πρότυπο, εἶναι ὀπισθοδρομικός, ἐπειδὴ ἔχει διατηρήσει στὸν Ποινικό του Κώδικα τὰ παρ’ ἡμῖν καταργηθέντα ἐγκλήματα;

  Δεδομένου ὅτι στὸ Προοίμιο τοῦ ἑλληνικοῦ Συντάγματος γίνεται ἐπίκληση τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος (ὁ καθηγητὴς Συνταγματικοῦ Δικαίου Θεμιστοκλῆς Τσάτσος στὶς «Μελέτες Συνταγματικοῦ Δικαίου» ποὺ εἶχε δημοσιεύσει τὸ 1958 [ἐκδ. Νικ. Α. Σάκκουλα, σελ. 85 ἑπ., 90], ἀπέρριπτε τὸν ἰσχυρισμὸ κάποιων ὅτι «ἡ χρησιμοποίησις τοιαύτης ἐπικλήσεως εἰς κείμενον πολιτεύματος ἀποτελεῖ ἀπαράδεκτον ἀναχρονισμόν», τονίζοντας ὅτι πρόκειται γιὰ ἀπόδειξη ὅτι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς «ἔχει βαθεῖαν τὴν συνείδησιν τῆς ἱστορικῆς ἑνότητος τοῦ ἠθικοῦ του κόσμου»· βλ. καὶ Ν. Σταυριανίδη, Θρησκευτικὴ ἐλευθερία, 1996, σελ. 23 ἑπ.· Ἀν. Μαρίνο, Οἱ διακριτοὶ ρόλοι Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, Ἐπιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ 52/2008, σελ. 561 ἑπ., 565· Γ. Πουλῆ, Τὰ δύο ὁριακὰ θέματα ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου. Ἡ ἔννοια τοῦ ὅρου “ἐπικρατοῦ­σα θρησκεία” καὶ ἡ ἰσχὺς τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, περ. «Σύναξη», Ἀπρ.-Ἰούν. 2009, σελ. 79 ἑπ.· Β. Νικόπουλο, «Ἀγαπημένο μου… Σύνταγμα ἢ ἀντιΣυνταγματικοὶ παραΛογισμοί. Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴν σημερινὴ ἀντισυνταγματικὴ κατάσταση τῆς Ἑλλάδας, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2014, σελ. 48· Ἀπ. Τζαρό, Ἡ νομικὴ σημασία τῆς ἐπίκλησης τῆς Ἁγίας Τριάδος ὡς προοίμιο τοῦ Συντάγματος, Ἐπιστημ. Ἐπετηρ. Ἀρμενόπουλου 2017-2018, σελ. 47 ἑπ.) καὶ ὅτι στὸ ἄρθρο 3 ἑλλ. Συντ. ὡς ἐπικρατοῦσα ὁρίζεται ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, δὲν χωρεῖ καμία ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἀπάλειψη τῆς κακόβουλης βλασφημίας καὶ τῆς καθύβρισης θρησκευμάτων ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ Ποινικὸ Κώδικα ἰσοδυναμεῖ μὲ (συνειδητή;) σύμπραξη στὸν πόλεμο πού, τὰ τελευταῖα χρόνια, διεξάγεται συντονισμένα κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ κορυφώνεται παγίως ὅσο πλησιάζει ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Συνεπῶς, τὰ δύο αὐτὰ ἐγκλήματα εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἐπαναθεσπισθοῦν, καὶ δὴ τὸ συντομότερο δυνατόν.

ΜΟΝΑΧΟΣ ΝΕΙΛΟΣ

  Ὁλοκληρώνοντας τὸ παρὸν κείμενο, τὸ ὁποῖο, στὴν οὐσία ἀποτελεῖ ἕνα χριστουγεννιάτικο μάθημα μὲ ἀντικείμενο τὴν ἀντιχριστιανικὴ προπαγάνδα ποὺ ἀσκεῖται ὕπουλα μέσῳ τῆς τέχνης, ἀξίζει νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι: Στίς 19 Μαΐου 1974, ἕνας 22χρονος σπουδαστὴς τεχνικῆς σχολῆς, ὁ Νίκος Ρέππας, εἶχε εἰσβάλει στὴν καμπίνα κινηματογράφου, ὅπου παιζόταν τὸ βλάσφημο ἔργο «Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς Super Star», καὶ μὲ σιδεροπρίονο ἐπιχείρησε νὰ καταστρέψει τὴν κινηματογραφικὴ μηχανή, προξενώντας φθορὲς στὸ σελιλόιντ· γιὰ τὴν πράξη του αὐτὴ καταδικάσθηκε σὲ ποινὴ φυλακίσεως 10 μηνῶν.

  Λίγα χρόνια μετὰ τὴν καταδίκη του, ὁ γενναῖος αὐτὸς σπουδαστής, ὁ ὁποῖος εἶχε λοιδορηθεῖ, μεταξὺ ἄλλων, ὡς «πριονιστής» καὶ «θρησκόληπτος» ἀπὸ τὸν «προοδευτικὸ» Τύπο τῆς ἐποχῆς (βλ. π.χ. τοὺς χαρακτηρισμοὺς τοῦ Γ. Παπαχριστοφίλου, συντάκτη τῆς ἐφημερίδας «Ἀκρόπολις», στὸ σχετικὸ δημοσίευμα τῆς 28ης Μαΐου 1974, σελ. 7), ἀφοῦ ἔλαβε τὴν εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, ἐκάρη μοναχός τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας μὲ τὸ ὄνομα «Νεῖλος».

  Δυστυχῶς, ὁ ἐπίγειος βίος του τερματίσθηκε μὲ τρόπο μαρτυρικὸ (16/5/2022), ἀφοῦ ἔπεσε θῦμα ληστείας μέσα στὸ κελλί του, ὅπου εὑρέθη νεκρὸς ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες (εὐχαριστῶ ἐκ βάθους καρδίας τὴν εὐλογημένη ἀδελφή τοῦ μακαριστοῦ μοναχοῦ Νείλου Λαυριώτη γιὰ τὴν παροχὴ τῆς ἐδῶ καταγραφομένης πληροφορίας). Ἔτσι, εἶναι βέβαιον ὅτι ὁ πρόωρα κεκοιμημένος δοῦλος τοῦ Κυρίου (σὲ ἡλικία 69 ἐτῶν) ἐκέρδισε περίοπτον θέσιν στὸν οὐράνιο θόλο τῆς αἰωνιότητος. Ὁ μεγάλος πόνος ἑνὸς ἀνθρώπου πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο δὲν πρέπει νὰ νοηθεῖ ὡς κατάφωρη ἀδικία, ἀλλ’ ἀντιθέτως ὡς ἐμπειρία ποὺ τὸν φέρνει ἀκόμη πιὸ κοντὰ στὸν Θεάνθρωπο, ὁ ὁποῖος, προτοῦ πεθάνει ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, βίωσε τὸν μεγαλύτερο πόνο (βλ. καὶ Καράση, Αἰσθήσεις καὶ ψευδαισθήσεις τῆς προόδου, Μελέτες καὶ δοκίμια, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2010, σελ. 214).

https://orthodoxostypos.gr