(Ασεβείς και κακόδοξες προσεγγίσεις του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως)
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Για μια ακόμη χρονιά αξιωνόμαστε να εορτάσουμε το μέγα και κοσμοσωτήριο γεγονός της Κατά Σάρκα Γεννήσεως του Λυτρωτή μας Ιησού Χριστού, την Θεία Ενανθρώπηση, δια της οποίας ο Θεός της αγάπης και της αμέτρου φιλανθρωπίας, «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄ Τιμ.3,16), έγινε άνθρωπος «ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται» (τροπάριο Χριστουγέννων). Κατά τον Μ. Αθανάσιο, «Αυτός ενηνθρώπησεν, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν», κατά τον ιερό Χρυσόστομο, «Άνθρωπος γαρ εγένετο ο Θεός και Θεός ο άνθρωπος». Και όλα αυτά, κατά τον Απόστολο Παύλο, «ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν...» (Γαλ.4,5), να ανακτήσουμε την χαμένη υιοθεσία μας.
Αυτό είναι το θεμελιώδες μήνυμα της μεγάλης εορτής, η πεμπτουσία της σωτηρίας μας, εντελώς ξέχωρη από την αιρετική αντίληψη γι’ αυτή και από τον ανούσιο κοσμικό «εορτασμό» της, όπου το «φως το της γνώσεως», που ανέτειλε για να «φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιωάν.1,9) και να τον οδηγεί στη θεογνωσία, αντικαταστάθηκε από κινέζικης κατασκευής λαμπιόνια και η μετοχή στο συμπόσιο της πίστεως, σε ρεβεγιόν! Αυτό σημαίνει πως ο σύγχρονος κοσμικός «εορτασμός» των Χριστουγέννων, είναι απόλυτα απογυμνωμένος από το πραγματικό σωτηριολογικό τους χαρακτήρα, μια εκφυλισμένη αρειανική και νεστοριανική εκδοχή του, μια ανούσια, στην ουσία και κουραστική εορτή. Για πολλούς η Γέννηση του Χριστού σημαίνει τη γέννηση ενός σημαίνοντος ανθρώπου και για άλλους τα «Χριστούγεννα» νοούνται και «εορτάζονται» χωρίς το Χριστό!
Ούτως ή άλλως ο Χριστός, είναι ο μεγάλος απών από τη μεγάλη εορτή. Ουδεμία σκέψη περνά από το νου, εν πολλοίς των αιρετικών και κύρια των κοσμικών, ότι ο Υιός του Θεού σαρκώθηκε για να αναδημιουργήσει την πτωτική εφθαρμένη φύση μας, να μας ελευθερώσει από την αιχμαλωσία του Σατανά, τη δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. Να προσλάβει Εκείνος την ανθρώπινη φύση, για να ενωθεί μαζί μας και να μας ενώσει έτσι με το θεανδρικό Του πρόσωπο και μαζί με το Θεό, να γίνουμε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β΄Πέτρ.1,3-4). Να είναι η σωτηρία μας πραγματικό γεγονός και όχι κάποιο θεωρητικό σχήμα, που επαγγέλλονται οι αιρέσεις και οι θρησκείες του κόσμου. Αυτόν τον ρεαλισμό διδάσκει και βιώνει μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η μοναδική Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού.
Οι άγευστοι του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως δεν μπορούν να δεχτούν Θεό Ενανθρωπήσαντα, θεωρώντας το «σκάνδαλο» και «μωρία» (Α΄Κορ.1,23) και γι’ αυτό πασχίζουν να Τον «από-σαρκώσουν». Ο άνθρωπος που εμμένει στην αμαρτία αυτο-βαυκαλίζεται ότι το πεπερασμένο μυαλό του μπορεί να χωρέσει όλα τα μυστήρια του κόσμου και έτσι δεν μπορεί να αντέξει αυτό το μέγιστο θαύμα της ανθρώπινης ιστορίας. Δεν μπορεί να αποκολληθεί από τον αρχαιοελληνικό φιλοσοφικό στοχασμό: «θεός ανθρώπω ου μείγνυται» (Πλάτων, Συμπόσιον 202d8-204b7), διότι σκέπτεται ανθρώπινα, δηλαδή πεπερασμένα, παραβλέποντας ότι «όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις» (Ύμνος από τον όρθρο των Χριστουγέννων), ότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστιν» (Λουκ.18,27). Σφραγίζει τα αφτιά του στον ιερό Χρυσόστομο, που συμβουλεύει: «Και μη ζήτει πώς· όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις. Ηβουλήθη γαρ, ηδυνήθη· κατήλθεν, έσωσε… Ουδέ γαρ κατ’ έκστασιν θεότητος γέγονεν άνθρωπος, ουδέ πάλιν κατά προκοπήν εξ ανθρώπου γέγονε Θεός· αλλά Λόγος ων, διά το απαθές σαρξ εγένετο, αμεταβλήτου μεν ούσης της φύσεως» (Χρυσ. Migne P.G. 56: 385-386).
Δεν εμποδίζει τον άνθρωπο μόνο η ψευδαίσθηση της «παντογνωσίας» του να δεχτεί την ανθρωποποίηση του Θεού, αλλά και η αμαρτία. Εξαιτίας της αιχμαλωσίας του σε αυτή ο άνθρωπος αρέσκεται να γλύφει το γλυκό περίβλημα του κρυμμένου δηλητηρίου, ρουφώντας ασυναίσθητα το θάνατο, απορρίπτοντας ό, τι μπορεί να τον αποκόψει από αυτή την θανατερή κατάσταση, αφού κατά τον Απόστολο Παύλο, «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος», σε αντίθεση με το «χάρισμα του Θεού», το οποίο είναι «ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίῳ ημών» (Ρωμ.6,18). Ο αμετανόητος αμαρτωλός, σύμφωνα με τους Πατέρες, είναι πνευματικά ψυχασθενής και ως εκ τούτου, όπως ο σωματικά ψυχασθενής, δεν θέλει να παραδεχτεί την πνευματική του νόσο, να μετανοήσει και να σωθεί. Ο πνευματικά ψυχασθενής δεν θέλει να δεχτεί την σωτηρία, η οποία απορρέει από την Θεία Ενανθρώπιση και γι’ αυτό είτε την απορρίπτει, είτε την υποβαθμίζει.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης επισημαίνει πως ο Χριστός «εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον» (Ιωάν.1,11), πολλοί δεν Τον δέχτηκαν, με πρώτους τους ομοφύλους Του Ιουδαίους και εν συνεχεία τους Εθνικούς. Ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι είναι πολλοί εκείνοι που δεν δέχονται την εν Χριστώ σωτηρία, διότι, «ου γαρ πάντων η πίστις» (Β΄Θεσ.3.2), η πίστη δεν είναι για όλους, αλλά, σε όσους έχουν ανοιγμένη την καρδιά να δεχτούν την χάρη της απολυτρώσεως. Όπως τονίζει και πάλι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, «Όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού…» (Ιωάν.1,12).
Παρατηρούμε με λύπη ότι στις τραγικές ημέρες μας προωθείται μια γιγαντιαία επιχείρηση να αποβληθεί ο Χριστός από τη ζωή της ανθρωπότητας. Προωθείται ακόμα και η αποβολή του από την μεγάλη εορτή της Γεννήσεώς του, όπως προαναφέραμε, να εορτάζουν τα Χριστούγεννα χωρίς το Χριστό!
Αλλά δεν είναι μόνον οι αμετανόητοι αμαρτωλοί και οι μη χριστιανοί, που απορρίπτουν, ή μεταλλάσσουν το πραγματικό και σωτήριο νόημα των Χριστουγέννων, αλλά και οι λογίς αιρετικοί, οι οποίοι το διαστρέφουν. Τα σπέρματα των αρχαίων αιρετικών αρειανών, νεστοριανών και μονοφυσιτών διαιωνίστηκαν στις σύγχρονες αιρέσεις, κυρίως του δυτικού χριστιανισμού, ο οποίος διδάσκει έναν άλλον «χριστιανισμό», παραλλαγμένο, απογυμνωμένο και αποδυναμωμένο από την γνησιότητά του. Δυτικοί «θεολόγοι», σκοτισμένοι από την στέρηση της Θείας Χάριτος και του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος, παραμέρισαν την αυθεντία της εκκλησιαστικής θεολογίας και διετύπωσαν δικής τους εμπνεύσεως θεωρίες.
Η αποκοπή της Δυτικής Εκκλησίας, τον 11ο αιώνα, από τον ενιαίο και αδιαίρετο κορμό της Εκκλησίας, την οδήγησε σε οικτρές πλάνες και κακοδοξίες, οι οποίες εκτόπισαν τις σωτήριες αλήθειες της Εκκλησίας, τις διατυπωμένες από την καθοδήγηση του Παναγίου Πνεύματος «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν,16,13). Φράγκοι ημιμαθείς «θεολόγοι», πλήρως άγευστοι της πατερικής διδασκαλίας της Εκκλησίας και χρησιμοποιώντας λανθασμένες φιλοσοφικές αναφορές, διατύπωσαν δικής τους εμπνεύσεως «θεολογία». Πρόκειται για τους σχολαστικούς «θεολόγους» και την σχολαστική «θεολογία», το σάβανο του δυτικού χριστιανισμού.
Αν για την ορθόδοξη πίστη η σάρκωση του Θεού Λόγου είναι η αναδημιουργία της βαρύτατα τραυματισμένης από την αμαρτία ανθρωπίνης φύσεως, η απολύτρωση του ανθρώπου από την αιχμαλωσία του Σατανά, τη δουλεία της αμαρτίας και η κατάργηση της φθοράς και του θανάτου, η ανάκτηση της θεόσδοτης δυνατότητας της κατά χάριν θεώσεώς του, η αιρετική δυτική «θεολογία» την υποβίβασε σε νομική -δικανική υπόθεση, με το «δόγμα», «Περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης»! Πρόκειται για μια άκρως μυθώδης και βλάσφημη πίστη, την οποία κατασκεύασαν οι Φράγκοι, δια του σχολαστικού «θεολόγου» Ανσέλμου Καντερβουρίας (1033-1109). Στο έργο του «Cur Deus homo?», προσπάθησε να υποστηρίξει την αναγκαιότητα της Ενανθρωπήσεως του Θεού με βάση τη νομική σχέση Θεού - ανθρώπου. Σύμφωνα με αυτή, όπως τόνισε ο μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, «Ο Θεός-Λόγος σαρκούται, διά να σταυρωθεί-θυσιασθεί και δώσει έτσι ικανοποίηση στην προσβολή που προξένησε στο Θεό η ανθρώπινη αμαρτία! Τα κρατούντα τότε στη φραγκική φεουδαρχική κοινωνία προβάλλονται (μυθολογικά) στο Θεό, που παίρνει τη θέση στη φραγκογερμανική φαντασία ενός υπεραυτοκράτορα»!
Σύμφωνα με αυτή την μυθώδη και αντιχριστιανική θεωρία, οι πρωτόπλαστοι με την παρακοή τους, προσέβαλλαν τον Θεό και την δικαιοσύνη Του, προκαλώντας Του θηριώδη θυμό, ο οποίος, για να καταλαγιάσει, έπρεπε να γίνει θυσία ανάλογης βαρύτητας με αυτή την ύβρη. Ο Υιός και Λόγος του Θεού ανάλαβε να κατευνάσει τον «θείο θυμό», γενόμενος άνθρωπος, ανεβαίνοντας στο σταυρό και προσφέροντας θυσία τον εαυτό του. Αφού λοιπόν «ικανοποιήθηκε» η θεία δικαιοσύνη, γενόμενη δεκτή η θυσία του Υιού Του από τον οργισμένο Θεό Πατέρα, συντελέστηκε και η σωτηρία! Η Ανάσταση του Χριστού θεωρείται γεγονός, ήσσονος σημασίας και γι’ αυτό παραμένει υποβαθμισμένο στον δυτικό χριστιανισμό, ο οποίος δίνει βάρος στην Γέννησή Του και η οποία έγινε με αποκλειστικό σκοπό την «ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης». Στην ουσία, η Σάρκωση έγινε για το Θεό και όχι για τον άνθρωπο! Απόλυτη διαστροφή της εκκλησιαστικής διδασκαλίας! Παρενθετικά αναρωτιόμαστε γιατί δεν έχει τεθεί ως τώρα και η φρικτή αυτή πλάνη, η οποία στρεβλώνει πλήρως το χαρακτήρα της Θείας Οικονομίας, στους λεγομένους «θεολογικούς διαλόγους», με τους δυτικούς αιρετικούς;
Οι αιρετικοί δυτικοί εορτάζουν με πομπώδη χαρακτήρα τα Χριστούγεννα, επειδή ακριβώς η σάρκωση του Λόγου «καταλάγιασε» την «θεία οργή» και «συμφιλίωσε» το Θεό με το άνθρωπο! Αγνοεί ο δυτικός χριστιανισμός ότι η αρχαία Εκκλησία δεν εόρταζε τα Χριστούγεννα, αλλά, άρχισε να τα εορτάζει από τα μέσα του 2ου μ. Χ. αιώνα, τα Επιφάνεια, δηλαδή την φανέρωση του Θεού στη γη, μαζί με τα Θεοφάνεια. Και είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι ο διαχωρισμός των δύο εορτών καθιερώθηκε στην μεν Δύση στα τέλη του 4ου αιώνα, στην δε Ανατολή στις αρχές του 5ου αιώνα.
Αυτή η αντιβιβλική, βλάσφημη και απόλυτα αντίθετη με το όλο πνεύμα θυσιαστικής αγάπης της χριστιανικής πίστεως, θεωρία της «ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης», υπήρξε ολέθρια για την πνευματική πορεία του δυτικού κόσμου. Η θεώρηση του ανελέητου, οργίλου, εκδικητικού και μισάνθρωπου Θεού, ο οποίος διψά για ικανοποίηση της προσβεβλημένης δικαιοσύνης του, είναι η βάση πάνω στην οποία δομήθηκε η σύγχρονη άρνηση της ύπαρξής Του και το όλο οικοδόμημα της αντιχριστιανικής πολεμικής. Αυτά είναι τα ολέθρια αποτελέσματα της αίρεσης, της αποκοπής από την χάρη του Θεού, η οποία βρίσκεται αποκλειστικά μέσα στην Εκκλησία, την αδιαίρετη και αδιάσπαστη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, την Ορθόδοξη. Ο μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός έγραψε και ετούτα, για την βλάσφημη αυτή θεωρία, ότι ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να πάρει καμιά εκδίκηση, και να αποκαταστήσει καμία διασαλευμένη ηθική τάξη και προσβεβλημένη δικαιοσύνη. Αντίθετα, με βάση αυτή, «πλάσθηκε ένας “Χριστιανισμός” άλλου είδους, που δεν διαφέρει από μυθοπλασία, αφού προβάλλει στο Θεό τη φαντασία και τις προλήψεις μας. Η εκλογίκευση και η εκνομίκευση του μυστηρίου του Θεανθρώπου είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος του Χριστιανισμού στην ιστορία». Υπάρχουν βεβαίως και χειρότερα. Ακραίες ομάδες του ευρύτερου προτεσταντικού χώρου αρνούνται να εορτάσουν καν τα Χριστούγεννα και κάποιες τα θεωρούν «παγανιστική εορτή» (Μάρτυρες του Ιεχωβά)!
Για την ανόθευτη ορθόδοξη πίστη μας, η σάρκωση του Λόγου είναι το ξεχείλισμα της ακένωτης πλημμυρίδας της θείας αγάπης για τον άνθρωπο. Ο ευαγγελικός λόγος είναι απόλυτα σαφής: «ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν...» (Ιωάν.3,16) και ο απόστολος Παύλος συμπληρώνει: «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην προς ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων
ημών, Χριστός υπέρ ημών απέθανεν» (Ρωμ.5,8). Μάλιστα είναι τόσο μεγάλη, μανιακή όπως λέγουν οι Πατέρες, η αγάπη του για τον άνθρωπο, ώστε ο Θεός «του ιδίου Υιού ουκ εφήσατο» (Ρωμ.8,32), δεν λυπήθηκε τον Υιό Του τον Μονογενή να τον στείλει στον κόσμο να γίνει «λύτρον αντί πολλών» (Μαρκ.10,45). Ο Χριστός «ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ.3,13). Και «Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν … ώστε ουκέτι ει δούλος, αλλ’ υιός, ει δε υιός, και κληρονόμος Θεού δια Χριστού» (Γαλ.4,4-7).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι σαφής, ο Χριστός ήρθε στον κόσμο και έγινε αληθινός άνθρωπος, «δια την οικονομίαν και το χρήναι αγιασθήναι τω ανθρωπίνω του Θεού τον άνθρωπον», από την ανάγκη να αγιασθεί ο άνθρωπος από την πρόσληψη της ανθρωπότητας από το Θεό! Σε άλλο λόγο του ο ιερός πατέρας δίνει και το έναυσμα της ορθής προσεγγίσεως της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων και δείχνει τον τρόπο του σωστού εορτασμού: «Τοίνυν εορτάζομεν μη πανηγυρικώς, αλλά θεϊκώς. Μη κοσμικώς, αλλά υπερκοσμίως. Μη τα ημέτερα, αλλά τα του ημετέρου μάλλον δε τα του Δεσπότου. Μη τα της ασθενείας, αλλά τα της ιατρείας. Μη τα της πλάσεως, αλλά τα της αναπλάσεως» (Ε.Π. 36,516)!
