Γράφει ὁ κ. Κωνσταντῖνος Παπαδόπουλος
Ὁ Τεκτονισμὸς καυχιέται πὼς βάζει στὸ ἐπίκεντρo τῆς κοσμοθεωρίας του τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὸν ὁποῖο πιστεύει πὼς μέσῳ τῆς γνώσης καὶ τῆς τεχνολογίας μπορεῖ νὰ γίνει ἕνας ἐγκόσμιος θεὸς καὶ νὰ δημιουργήσει μία παγκόσμια οὐτοπία. Ὅταν ἀναφέρονται στὴν γνώση ὅμως οἱ Μασῶνοι ἐννοοῦν ὄχι μόνο τὴν ἐπιστημονικὴ γνώση ποὺ μέσῳ τῆς τεχνολογίας καὶ τῆς ἐκβιομηχάνισης ἔφερε τὴν σύγχρονη ἐποχή, ἀλλὰ καὶ μία ἀπόκρυφη γνώση, αὐτὴ ποὺ μεταδίδονταν στὰ ἀρχαῖα παγανιστικὰ μυστήρια. Μία μυστικὴ γνώση ποὺ σήμερα ἔχει χαθεῖ, ἀλλὰ ποὺ αἰσιοδοξοῦν οἱ κεφαλὲς τῆς Μασωνίας ὅτι στὴν πορεία τῆς ἐξέλιξης τῆς ἀνθρωπότητας μποροῦν νὰ βρεθοῦν οἱ χαμένες κλεῖδες της καὶ νὰ ἀναγεννηθεῖ. Μία γνώση ποὺ μᾶς θυμίζει αὐτὴ τῶν Γνωστικῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπίσης τὰ δικά τους μυστήρια καὶ οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐλιτιστές, ὅπως καὶ οἱ Μασῶνοι, θεωρώντας ὅτι ἡ μυστικὴ γνώση προορίζεται γιὰ λίγους ἐκλεκτούς.
Οἱ Μασῶνοι δὲν παραδέχονται ὅτι στὶς Στοές τους διδάσκεται κάποια θρησκεία, ὡστόσο εἶναι φανερὸ ἀπὸ μασωνικὰ βιβλία πὼς ἡ κοσμοθεωρία τους εὐνοεῖ μία φυσιοκρατικὴ θρησκεία καὶ ὅτι θεωροῦν τὴν φύση, τὴν ὁποία συχνὰ γράφουν μὲ τὸ γράμμα φὶ κεφαλαῖο, σὰν μεγάλο διδάσκαλό τους. Ἀρκετοὶ ἀπὸ αὐτοὺς δείχνουν νὰ ἔχουν πανθεϊστικὲς τάσεις, ὅπως ἐξάλλου πολλὲς ἀρχαῖες παγανιστικὲς θρησκεῖες ποὺ θεοποιοῦσαν τὴ φύση. Ὁ πανθεϊσμὸς αὐτὸς ἦταν κυρίαρχος καὶ στοὺς Ροδόσταυρους, μία ἀναγεννησιακὴ μυστικὴ ὁμάδα, ποὺ λέγεται πὼς ἐπηρέασε τοὺς Μασώνους. Τὸ ροδοσταυρικὸ πῦρ ἦταν μία ἀπόκρυφη ἐνέργεια ποὺ ζωοποιοῦσε ὅλη τὴν φύση, ἀντίστοιχο μὲ τὸν αἰθέρα τῶν ἀρχαίων.
Στὴν ὑπὸ διαμόρφωση θρησκεία τῶν Παγκοσμιοποιητῶν φαίνεται ὅτι ἡ Μασωνία θὰ συνεισφέρει μὲ δύο βασικὰ πιστεύω της. Πρῶτον, μὲ τὴν πίστη στὴν δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νὰ γίνει θεός. Δὲν σχετίζεται αὐτὴ μὲ τὴν κατὰ χάριν καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θέωση, ποὺ πιστεύουν οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἀξιώθηκαν οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἅγιοι, ἀλλὰ γιὰ μία θέωση ποὺ θὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ τὴ βοήθεια τῆς ἐγκόσμιας καὶ τῆς ἀπόκρυφης γνώσης (νεογνωστικισμός). Καὶ δεύτερον μὲ τὴν θεοποίηση τῆς φύσης μέσῳ τῆς ἀποδοχῆς τοῦ πανθεϊσμοῦ. Ἔτσι στὴν παγκοσμιοποιητικὴ θρησκεία θεοὶ θὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ ἡ φύση, ἐνῶ δὲν θὰ ὑπάρχει ἔδαφος γιὰ τὸν χριστιανικὸ Θεό. Ὑπάρχουν σημάδια ὅμως ποὺ δείχνουν πὼς μία ἀκόμη θεότητα θὰ λατρεύεται ἀπὸ τοὺς Παγκοσμιοποιητὲς καὶ πὼς ἡ λατρεία της ξεκίνησε ἤδη ἀπὸ μασωνικοὺς κύκλους στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα μέσῳ συμβόλων, ἀλλὰ καὶ μέσῳ ἐμβληματικῶν μνημείων ποὺ κατασκευάστηκαν τὸν 19ο αἰώνα σὲ Εὐρώπη καὶ Ἀμερική. Μνημεῖα ποὺ ἀποθεώνουν τὸν φορέα τοῦ φωτός, ἑνὸς φωτὸς ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴ Γνώση (ἐπιστημονικὴ καὶ μυστική), ποὺ ὑποτίθεται θὰ ἀνυψώσει σὲ θεὸ τὴν ἀνθρωπότητα.
Τὸ Πνεῦμα τῆς Βαστίλης εἶναι ἕνα νὰ ἐπιχρυσωμένο ἄγαλμα ποὺ φιλοτέχνησε ὁ Ὀγκουστὶν Ντιμὸν καὶ τοποθετήθηκε στὴν κορυφὴ μίας στήλης ὕψους 47 μέτρων, στὴν πλατεία τῆς Βαστίλης τὸ 1840. Ὀνομάστηκε «Πνεῦμα τῆς Ἐλευθερίας» καὶ παρουσιάζει ἕνα χρυσαφένιο φτερωτὸ ἄγγελο ποὺ κατεβαίνει στὴ γῆ κρατώντας στὸ ἕνα του χέρι ἕνα πυρσὸ μὲ φλόγα καὶ στὸ ἄλλο μία σπασμένη ἁλυσίδα. Κάποιοι θεωροῦν πὼς τὸ συγκεκριμένο ἄγαλμα παριστάνει τὸν Ἑωσφόρο ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴν γῆ. Τὸ χρυσό του χρῶμα συμβολίζει τὸ φῶς τοῦ Ἑωσφόρου, ὁ πυρσὸς συμβολίζει τὴν ἑωσφορικὴ γνώση καὶ ἡ σπασμένη ἁλυσίδα τὴν ἀνταρσία τοῦ Πεπτωκότος Ἀγγέλου κατὰ τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ὑποψίες ὅτι τὸ συγκεκριμένο ἄγαλμα σχετίζεται μὲ τὸν Ἑωσφόρο ἐπιβεβαιώνονται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Βίκτορα Οὐγκώ. Ὁ Οὐγκὼ στὸ ἔργο του, «Τὸ τέλος τοῦ Σατανᾶ» (1886), ἀναφέρει πὼς ἕνα ἀπὸ τὰ φτερὰ τοῦ ἀρχαγγέλου Ἑωσφόρου πέφτει ἀπὸ τὸν Παράδεισο στὸν κόσμο μας καὶ γίνεται ἡ Ἐλευθερία. Μία Ἐλευθερία ποὺ ὡς ἀγγελικὴ κόρη τοῦ Ἑωσφόρου κατεβαίνει στὴν Γῆ, τὴν ἐποχὴ τῆς πτώσης τῆς Βαστίλης τὸ 1789, ἡ ὁποία ξεκίνησε τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάσταση. Γιὰ τὸν Οὐγκώ, ὁ Ἄγγελος τῆς Ἐλευθερίας ὄχι μόνο ὑποκινεῖ ἐπίγειες ἐξεγέρσεις, ἀλλὰ θεσπίζει τὴν κοσμικὴ συμφιλίωση μεταξὺ Θεοῦ καὶ Σατανᾶ.
Τὸ Ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας ἢ ἀλλιῶς ἡ Ἐλευθερία ποὺ διαφωτίζει τὸν κόσμο, εἶναι ἕνα ἄγαλμα ὕψους 92 μέτρων ποὺ διακοσμεῖ τὴν εἴσοδο τοῦ λιμανιοῦ τῆς Νέας Ὑόρκης. Ὅπως καὶ στὸ «Πνεῦμα τῆς Ἐλευθερίας», ποὺ εἴδαμε πὼς σχετίζεται μὲ τὸν Ἑωσφόρο, ἡ φιγούρα στὸ Ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας κρατάει ἐπίσης ἕνα πυρσὸ καὶ ἔχει μία σπασμένη ἁλυσίδα. Ὁ θεμέλιος λίθος στὸ Ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας τοποθετήθηκε στὶς 5 Αὐγούστου τοῦ 1885 ἀπὸ τὴν μασωνικὴ Μεγάλη Στοὰ τῆς Νέας Ὑόρκης μὲ τὸν Γουίλιαμ Μπρόντι, Μεγάλο Διδάσκαλο τῶν Μασώνων τῆς Νέας Ὑόρκης, νὰ προΐσταται στὴν τελετή. Τὸ ἴδιο τὸ ἄγαλμα κατασκευάστηκε ἀπὸ τὸν Γάλλο Μασῶνο Φρεντερὶκ Μπαρτολντὶ καὶ ἦταν μία σύλληψη τοῦ ἐπίσης Γάλλου Μασώνου Ἐντουὰρ ντὲ Λαμπουλέ, ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ χορηγὸς τῆς κατασκευῆς. Ὅπως τὸ «Πνεῦμα τῆς Ἐλευθερίας» τοποθετήθηκε στὴν Βαστίλη σηματοδοτώντας τὴ σχέση τῆς Ἐλευθερίας μὲ τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάσταση (ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1830), τὸ Ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας ἦταν μία δωρεὰ τῶν Γάλλων Μασώνων πρὸς τοὺς Ἀμερικανοὺς ἀδελφούς τους, γιὰ νὰ τιμηθεῖ ἡ Ἀμερικανικὴ Ἐπανάσταση. Τόσο στὴν Γαλλικὴ ὅσο καὶ στὴν Ἀμερικανικὴ Ἐπανάσταση πρωταγωνίστησαν κορυφαῖοι Μασῶνοι πολιτικοὶ καὶ διανοούμενοι καὶ οἱ σύγχρονοι ἀπόγονοί τους περηφανεύονται γιὰ τὸν ρόλο ποὺ ἔπαιξαν στὶς δύο ἐπαναστάσεις.
Ὁ Πύργος τοῦ Ἄιφελ ποὺ ἔχει ὕψος 324 μέτρα καὶ ἔχει καθιερωθεῖ σὰν τὸ σῆμα κατατεθὲν τῆς πόλης τοῦ Παρισιοῦ, εἶναι ἐπίσης μία κατασκευὴ μασωνικῆς ἔμπνευσης καὶ ἐκτέλεσης. Κατασκευάστηκε ἀπὸ τὸν Γάλλο Μασῶνο Γκουστὰβ Ἄιφελ (ποὺ ἦταν ὁ μηχανικός του Ἀγάλματος τῆς Ἐλευθερίας) τὸ 1889, γιὰ νὰ τιμηθοῦν τὰ 100 χρόνια τῆς ἐπετείου τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης. Ὁ Πύργος ἦταν γιὰ δεκαετίες τὸ ὑψηλότερο κτίριο στὸν κόσμο καὶ συμβόλιζε τὸ θρίαμβο τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς βιομηχανικῆς τεχνολογίας ποὺ σύμφωνα μὲ τοὺς Μασώνους προκάλεσε ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση. Ὅμως ἡ πλειοψηφία τοῦ γαλλικοῦ λαοῦ εἶχε σοβαρὲς ἀντιρρήσεις στὸ νὰ καπελωθεῖ ἡ ὀμορφιὰ τῆς πόλης τους ἀπὸ αὐτὸ τὸ βιομηχανικὸ τερατούργημα ποὺ πολλοὶ τὸ παρομοίαζαν μὲ τὸν Πύργο τῆς Βαβέλ.
Τὸ 1887 δημοσιεύθηκε στὸν γαλλικὸ τύπο ἡ “Διαμαρτυρία κατὰ τοῦ Πύργου τοῦ κυρίου Ἄιφελ” ὑπογεγραμμένη ἀπὸ δεκάδες ἐπώνυμους Γάλλους, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ὁ Ἀλέξανδρος Δουμᾶς (υἱὸς) καὶ ὁ Γκὶ ντὲ Μοπασάν. “Ἐρχόμαστε, ἐμεῖς οἱ συγγραφεῖς, οἱ ζωγράφοι, οἱ γλύπτες, οἱ ἀρχιτέκτονες, οἱ λάτρεις τῆς ὀμορφιᾶς τοῦ Παρισιοῦ ποὺ ἦταν μέχρι τώρα ἄθικτη, γιὰ νὰ διαμαρτυρηθοῦμε μὲ ὅλη μας τὴν δύναμη καὶ ὅλη μας τὴν ἀγανάκτηση, στὸ ὄνομα τοῦ ὑποτιμημένου γούστου τῶν Γάλλων, στὸ ὄνομα τῆς ἀπειλουμένης γαλλικῆς τέχνης καὶ ἱστορίας, ἐνάντια στὴν ἀνέγερση στὴν καρδιὰ τῆς πρωτεύουσάς μας, τοῦ ἄχρηστου καὶ τερατώδους Πύργου τοῦ Ἄιφελ, τὸν ὁποῖον ἡ λαϊκὴ δυσαρέσκεια, ποὺ τόσο συχνὰ λειτουργεῖ σὰν κριτὴς ὑπὲρ τῆς κοινῆς λογικῆς καὶ τῆς δικαιοσύνης, ἔχει ἤδη βαπτίσει σὰν Πύργο τῆς Βαβέλ”.
Πολὺ εὔστοχα συσχέτισε ὁ παρισινὸς λαὸς τοῦ 19ου αἰώνα τὴν μεταλλικὴ κατασκευὴ τοῦ Ἄιφελ μὲ τὸν Πύργο τῆς Βαβέλ. Τὸ ὑψηλότερο τότε κτίριο στὸν κόσμο συμβόλιζε τὴν ἐπιθυμία κάποιων κύκλων νὰ ὑπερυψωθοῦν στὸν οὐρανὸ μέσῳ τῆς γνώσης καὶ τῆς τεχνολογίας, δηλαδὴ νὰ καταστοῦν θεοί. Ἔτσι ὁ Πύργος τοῦ Ἄιφελ εἶναι τὸ μνημεῖο τῆς νεογνωστικῆς ἀνταρσίας ἀπέναντι στὸ χριστιανικὸ Θεό, τὸν “ἐν τοῖς οὐρανοῖς”. Ὑπάρχει ὅμως καὶ ὁ συσχετισμὸς αὐτοῦ τοῦ σύγχρονου Πύργου τῆς Βαβὲλ μὲ τὸ “Πνεῦμα τῆς Ἐλευθερίας” στὴ Βαστίλη καὶ τὸ “Ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας” στὴ Νέα Ὑόρκη. Στὸν τελευταῖο ὄροφο τοῦ Πύργου τοῦ Ἄιφελ λειτουργοῦσε ἀπὸ τὸ 1889 ἕνας Φάρος ποὺ εἶχε τὸν ἴδιο συμβολισμὸ μὲ τοὺς Πυρσοὺς ποὺ κρατοῦσαν οἱ φιγοῦρες τῶν ἀγαλμάτων τῆς Ἐλευθερίας. Φάρος καὶ Πυρσὸς εἶναι σύμβολα τοῦ φωτὸς τοῦ Ἑωσφόρου (καὶ τοῦ Προμηθέα) ποὺ ὑποσχέθηκε στοὺς Πρωτόπλαστους πὼς θὰ γίνουν θεοί, ἂν γευτοῦν τὸν καρπὸ τῆς γνώσης.