Ψυχρότης καὶ ἀποστροφὴ μεταξὺ τῶν δύο παπίσκων.
Ἕνα ἄκυρον καὶ σκιῶδες βῆμα πρὸς τὴν προώθησιν τῆς ἑνώσεως τῶν ἐκκλησιῶν
ΦΑΝΑΡΙ, ΠΟΡΕΙΑ ΑΝΕΥ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΤΑ ΚΡΗΜΝΩΝ
Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί παρακολουθοῦν μέ ἐξαιρετική ἀγωνία τίς προκλητικές καί ἀντορθόδοξες δηλώσεις πού ἐκφωνήθηκαν, καί τίς ἀντικανονικές καί ἀσεβεῖς πράξεις πού διαδραματίσθηκαν κατά τήν παρουσία τοῦ πάπα Λέοντα στήν Τουρκία. Δηλώσεις καί πράξεις, τίς ὁποῖες πρέπει νά τίς θεωρήσουμε ὡς ἄλλο ἕνα σημαντικό βῆμα γιά τήν προώθηση τῆς ἕνωσης τῶν ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία δέν εἶναι κάτι πού προετοιμάζεται νά γίνη στό μέλλον, ἀλλά εἶναι πολύ πιθανόν ἡ ἕνωση νά ἔχη ἤδη πραγματοποιηθῆ, καί νά ἀποκαλύπτεται σταδιακά. Γεγονός τό ὁποῖο εἶχε παλαιότερα ἐπισημάνει ὁ μακαριστός θεολόγος Ἀθανάσιος Σακαρέλλος τό 2007, ὅταν εἶχε γράψει: «Ἡ Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν ἔγινε. Συμφωνήθηκε ἀπό τόν πάπα Παῦλο ΣΤ΄ καί τόν Ἀθηναγόρα, μέ τήν “Κοινή Δήλωσή” τους στίς 7.12.1965! Ἔκτοτε, ἡ Ἕνωση αὐτή, ὑλοποιεῖται καί ἀποκαλύπτεται σταδιακά, ὅπως οἱ ἐμπνευστές της προκαθόρισαν τίς ἐξελίξεις»· ὥστε νά μή ὑπάρξουν ἀντιδράσεις ἀπό τόν κλῆρο καί τόν λαό τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀγωνιοῦν γιά τόν κίνδυνο πού διατρέχει ἡ πίστη.
Δέν πρέπει νά περάση ἀπαρατήρητο ὅτι στίς παροῦσες συναντήσεις ἔγινε πολύ λόγος γιά κοινή πιστή μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Παπικῶν, τονίζοντας ὅτι οἱ Χριστιανοί εἶναι ἑνωμένοι στήν πίστη, ἡ ὁποία ὁμολογεῖται στό Σύμβολο τῆς Πίστεως τῆς Νίκαιας καί ὅτι ἡ κοινή υἱοθέτηση τοῦ Συμβόλου ἐπιτρέπει στίς ἐκκλησίες νά ἀντιμετωπίσουν τίς κοινές προκλήσεις «μέ ἀμοιβαῖο σεβασμό καί εἰλικρινῆ ἐλπίδα».
Ὁ πάπας Λέων στήν Ἀποστολική Ἐγκύκλιο “In unitate fidei” (Ἐν Ἑνότητι Πίστεως), ἡ ὁποία κυκλοφορήθηκε στίς 23 Νοεμβρίου 2025, λίγο πρίν ἀναχωρήση γιά τήν Τουρκία ἀναφέρει μεταξύ τῶν ἄλλων ὅτι «πρέπει νά βαδίσουμε μαζί γιά νά ἐπιτύχουμε τήν ἑνότητα καί τήν συμφιλίωση μεταξύ ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως τῆς Νίκαιας μπορεῖ νά ἀποτελέση τήν βάση καί τό σημεῖο ἀναφορᾶς γιά αὐτό τό ταξίδι. Μᾶς προσφέρει ἕνα μοντέλο ἀληθινῆς ἑνότητας στήν νόμιμη ποικιλομορφία. Ἑνότητα στήν Τριάδα, Τριάδα στήν ἑνότητα, ἐπειδή ἡ ἑνότητα χωρίς πολλαπλότητα εἶναι τυραννία(!), ἡ πολλαπλότητα χωρίς ἑνότητα εἶναι κατακερματισμός».
Ἐπίσης, στήν Κοινή Δήλωση, τήν ὁποίαν ὑπέγραψαν ὁ πάπας Λέων καί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος μεταξύ τῶν ἄλλων τονίσθηκε ὅτι «τά ἱστορικά ζητήματα παραμένουν πρός ἀντιμετώπιση, καλοῦν τίς ἐκκλησίες νά ἐπικεντρωθοῦν σέ αὐτά πού τίς ἑνώνουν, ξεκινώντας ἀπό τήν πίστη πού ὁμολογεῖται στό Σύμβολο τῆς Πίστεως τῆς Νίκαιας. Οἱ Χριστιανοί εἶναι δεμένοι μεταξύ τους μέ τήν πίστη ἡ ὁποία ὁμολογεῖται στό Σύμβολο τῆς Νίκαιας, ἡ κοινή ἀποποδοχή τοῦ Θείου ἐπιτρέπει στίς ἐκκλησίες νά ἀντιμετωπίσουν κοινές προκλήσεις “μέ ἀμοιβαῖο σεβασμό…, ὁ αὐθεντικός διαθρησκευτικός διάλογος δέν εἶναι πηγή σύγχυσης, ἀλλά οὐσιαστικός γιά τήν συνύπαρξη λαῶν διαφορετικῶν παραδόσεων καί πολιτισμῶν”».
Γίνεται ἐμφανές ὅτι καί ἀπό τίς δύο πλευρές, τόσο ἀπό τούς αἱρετικούς παπικούς ὅσο καί ἀπό τό μονοσήμαντα ἑνωτικό Φανάρι, δίνεται ἰδιαίτερη ἔμφαση στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἐμφανίζει τό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὡς “ἐργαλεῖο” σύγκλισης, ὅμως τήν ἴδια στιγμή δέν γίνεται καμία ἀναφορά στίς ἀποφάσεις τῶν ὑπολοίπων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔτσι τίθεται τό ἐρώτημα, τί ὑποκρύπτεται πίσω ἀπό αὐτήν τήν οίκουμενιστική ἐργαλειοποίηση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου;
Ὁ μακαριστός Ἀρχιμ. Σπυρίδων Μπιλάλης στό ἔγκριτο βιβλίο του “Ὀρθοδοξία καί Παπισμός”, ἀναφερόμενος στήν κατάργηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἀπό τήν παπική ἐκκλησία γράφει ὅτι: «Τό Βατικανόν πρό πολλοῦ ἤδη ἀπέρριψε τούς πλείστους Ἱερούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἐμόρφωσεν ἴδιον Κανονικόν Δίκαιον, διά νά πορευθῆ ἐλεύθερον τήν ὁδόν τήν ἄγουσαν εἰς πᾶν εἶδος καινοτομίας. Ὁ οὐνίτης Π. Γρηγορίου ὁμολογεῖ ἐν προκειμένῳ: “Ἀνατολή καί Δύσις διεφώνουν ὡσαύτως ἐπ’ αὐτῶν τούτων τῶν πηγῶν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἀποδεχθεῖσα ἐπισήμως κατ’ ἀρχάς μόνον τούς κανόνας τῆς ἐν Νικαίᾳ Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τῆς Σαρδικῆς, ἠδιαφόρησεν ὡς πρός τήν νομοθεσίαν ἐν σχέσει πρός τήν ἐκκλησιαστικήν εὐταξίαν καί πειθαρχίαν τῶν λοιπῶν Ἀνατολικῶν Συνόδων, Οἰκουμενικῶν ἤ τοπικῶν, παρ’ ὅτι τινές τῶν διατάξεων καί τῶν κανόνων τῶν συνόδων τούτων ἐτηροῦντο ὑπό διαφόρων ἐπί μέρους Ἐκκλησιῶν τῆς Δύσεως. Ἀντιθέτως, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς διετήρησε τούς κανόνας ὅλων τῶν Συνόδων, ὡς καί τούς κανόνας τῆς ἐν Τρούλλῳ Συνόδου… Ἐκ τῆς διαφορᾶς ταύτης προέκυψεν πλεῖστα ἀκανθώδη ζητήματα, ἔχοντα ἄμεσον σχέσιν πρός τήν ἐκκλησιαστικήν εὐταξίαν καί πειθαρχίαν”». (Παρατηροῦμε στίς ἡμέρες μας, κατά παρ’ ὅμοιο τρόπο, τό Φανάρι καί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος νά ἀνατρέπουν τούς Ἱερούς Κανόνες καί νά προκαλοῦν πολλά προβλήματα, συνταράσσοντας ἔτσι τήν ἐκκλησιαστική εὐταξία καί πειθαρχία).
Καί συνεχίζει ὁ ἀείμνηστος πατήρ Σπυρίδων: «Ὅλως αὐθαιρέτως, οἱ πάπαι, χάριν τῶν κυριαρχικῶν βλέψεών των ἐπί πάσης τῆς Ἐκκλησίας, ἀπέρριψαν τούς Ἱερούς Κανόνας τῶν ἕξ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τούς Κανόνας τῶν τοπικῶν Συνόδων καί τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι προσέλαβον οἰκουμενικόν κῦρος, ἐφ’ ὅσον ἐπεκυρώθησαν ὑπό τοῦ Β΄ κανόνος τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.» (Νά μή μᾶς διαφεύγη ὅτι καί ὁ Πατριάρχης Βαρολομαῖος, ἀναφερόμενος στούς ἱερούς Κανόνες τούς χαρακτήρισε ὅτι “εἶναι τείχη τοῦ αἴσχους, τά ὁποῖα πρέπει νά γκρεμίσουμε”, λόγος ὁ ὁποῖος καταδεικνύει ὅτι, ὅπως καί οἱ πάπες, ἔχει κυρίαρχες βλέψεις ἐπί πάσης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γιά αὐτό καί ἀπορρίπτει τούς Ἱερούς Κανόνες). Καί συνεχίζει ὁ μακαριστός πατήρ Σπυρίδων: «Εἰδικώτερον, τό Βατικανόν ἀπεχθάνεται τούς Κανόνας τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διότι τινές ἐξ αὐτῶν στρέφονται κατά τῶν καινοτομιῶν τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας». (Κατ’ ἀνάλογο τρόπο καί ὁ Πατριάρχης ἀπεχθάνεται τούς Κανόνες, διότι ἀντιστρατεύονται τίς ὅποιες καινοτομίες του, μέ ἀπώτερο στόχο τήν ἐπιβολή πρωτείου ἐξουσίας ἐφ’ ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας). «Οἱ Κανόνες ΙΓ΄ καί ΝΕ΄ στηλιτεύουν συγκεκριμένως καινοτομίας τῆς Δύσεως. Ὁ Β΄ κανών τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπαιτεῖ τήν ἀπόλυτον προσήλωσιν πάντων εἰς πάντας τούς Ἱερούς Κανόνας. Τήν πιστήν τήρησιν πάντων ἀνεξαιρέτως τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἀπαιτεῖ καί ἡ Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος διά τοῦ Α΄ Κανόνος. Ὁ Α΄ Κανών τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπαγορεύει πᾶσαν προσθήκην ἤ ἀφαίρεσιν ἐπί τοῦ περιεχομένου τῶν Ἱερῶν Κανόνων.
Ἀπέρριψε τούς πλείστους τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἡ “τήν ἀλήθειαν καπηλεύειν ἐπιχειρήσασα” παπική Ἐκκλησία καί ἐμόρφωσεν ἴδιον Κανονικόν Δίκαιον». (Κάτι ἀνάλογο κάνει καί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος μέ τό ἔκκλητο, τήν χορήγηση Αὐτοκεφαλίας στήν σχισματική ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, τήν εἰσπήδηση σέ ξένες δικαιοδοσίες, τήν ἀνάδειξή του σέ πρῶτον ἄνευ ἴσο). «Ἐάν ἡ ρωμαϊκή Ἐκκλησία ἔμενε πιστή εἰς τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα, τό ὁριζόμενον ὑπό τῶν Ἱερῶν Κανόνων, οὐδέποτε θά ἐδέχετο τόν πάπαν πρῶτον καί ἀλάθητον καί οὐδέποτε θά παρεσύρετο εἰς τήν ἀέναον δίνην τοῦ ρεύματος τῶν καινοτομιῶν». Γιά αὐτό ἄλλωστε ὀφείλουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, κλῆρος καί λαός, νά προστατεύσουμε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τίς καινοτομίες τοῦ Πατριάρχου, πού στόχο ἔχουν τήν ἀλλοίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί φρονήματος.
Ἕνα δεύτερο σημεῖο στό ὁποῖο πρέπει νά σταθοῦμε σχετικά μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα Λέοντα εἶναι ἡ ἀπουσία ὅλων τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πλήν ἐκείνης τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Εἰδικά ἡ ἀπουσία τῶν δύο πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων, τῆς Ἀντιοχείας καί τῶν Ἱεροσολύμων, μπορεῖ νά χαρακτηριστῆ ὡς καθοριστικός παράγοντας γιά τόν μή καθορισμό τοῦ κοινοῦ Πασχαλίου. Ἡ παρουσία μόνον δύο Ἐκκλησιῶν, Κωνσταντινουπόλεως καί Ἀλεξανδρείας, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ μία χωρίς ποίμνιο, καί μιᾶς αἱρετικῆς ἐκκλησίας (αὐτή τῆς Ρώμης), εἶναι λογικό νά μή καθιστᾶ ἔγκυρη οἱανδήποτε ἀπόφαση, πόσο μᾶλλον τοῦ καθορισμοῦ τοῦ κοινοῦ Πασχαλίου.
Εἶναι προφανές ὅτι δέν εἶχαν κληθῆ οἱ Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, πλήν τῶν πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων, κάτι πού κάνει φανερό ὅτι ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καί τό Φανάρι, μέ τήν ἀπόφασή τους νά μή τίς καλέση, ἀποσκοποῦσαν στήν ἀνάδειξη τοῦ συστήματος τῆς πενταρχίας (4+1). Ἕνα σύστημα, στό ὁποῖο ἡ παπική ἐκκλησία θά ἔχη τήν πρωτοκαθεδρία, καί θά ἀκολουθῆ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μέ ἴσα “πρεσβεῖα τιμῆς”, καί δεύτερο τῇ τάξει τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, στοχεύοντας ἔτσι στήν de facto ἀνακήρυξη τῶν δύο παγκόσμιων πρώτων (Δύσης καί Ἀνατολῆς).
Ἐπίσης, τίθεται τό ἐρώτημα, ἐφόσον δέν εἶχαν κληθῆ οἱ λοιπές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, μήπως ἡ “μητέρα” Ἐκκλησία, τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, θεωρεῖ τίς “θυγατέρες” της, ὑποδεέστερες Ἐκκλησίες, ἐκφράζοντας μέ αὐτό τό τρόπο μύχιες ἐπιθυμίες, περί “ἐπιστροφῆς” σέ αὐτήν, καθώς βρισκόμαστε σέ ἕνα περιβάλλον ἰσχυρῶν γεωπολιτικῶν ἀνακατατάξεων, ὁπότε καί ὅλα μποροῦν νά συμβούν (ὁ νοῶν νοείτω); Θεώρησε δηλαδή τό Φανάρι, ὅτι ἦταν περιττή ἡ παρουσία τους, καθώς ἐκπροσωπήθηκαν ἀπό αὐτό, ὁπότε δέν ὑπῆρχε κανείς λόγος νά παρευρίσκωνται; Ἀποδεικνύεται ἔτσι ἡ ἐπικινδυνότητα τῶν περί πρωτείου ὀνείρων τοῦ Φαναρίου, καί τῶν ἐνοικούντων ἐν αὐτῷ.
Ἀκόμα, καθώς δέν εἶχαν κληθῆ οἱ Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἐγείρεται τό ἐρώτημα, πῶς εἶναι δυνατόν νά μή παρευρίσκωνται οἱ Ὀρθόδοξοι καί νά ἔχη τό δικαίωμα νά συμμετέχη μόνον οἱ αἱρετικοί (Μονοφυσίτες, καί κάθε λογῆς Προτεστάντες); Αὐτό δέν καταδεικνύει ὅτι, γιά τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο καί τό Φανάρι, ἡ ὀρθόδοξη ἑνότητα εἶναι ἀμελητέος παράγοντας καί αὐτό στό ὁποῖο ἀποκλειστικῶς ἀποβλέπουν εἶναι ἡ οίκουμενιστική ἑνότητα μέ κάθε αἱρετικό;
Εἶναι ἐμφανές ὅτι οἱ δηλώσεις καί πράξεις τῶν δύο προκαθημέρων φανερώνουν τήν πλήρη ταύτισή τους στό οἰκουμενιστικό ὅραμα. Ἕνα ὅραμα ὅπου ἀνατρέπεται ἄρδην ἡ ἐν Χριστῷ Ἀλήθεια καί πίστη, ἡ ἐκκλησιαστική εὐταξία, καί προωθεῖται ἡ σχετικοποίηση τῆς ἴδιας τῆς ἐκκλησίας καί τῆς πίστεως· ἡ σχετικοποίηση τῶν δογματικῶν διαφορῶν καί ἀντιθέσεων καί προωθεῖται μία “ἐκκλησία” πού θά λειτουργῆ μέσα σέ ἕνα εὐλύγιστο ὀργανωτικό πλαίσιο, τό ὁποῖο θά ὑπηρετῆ τήν “ἑνότητα”, ὅπου θά συνδυαστῆ ἡ ἀναφορά στήν μία “πίστη”, μέ τήν ἑνότητα/ἑτερότητα τῶν διατυπώσεών της.
Εἶναι ἀναγκαῖο σήμερα νά ἀναλογισθῆ ὁ κάθε Ὀρθόδοξος πιστός, εἴτε κληρικός εἶναι, εἴτε μοναχός, εἴτε λαϊκός, τίς εὐθύνες του, νά ἀποφασίση ἄν θέλη νά κριθῆ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως ὡς Ὀρθόδοξος, μαζί μέ τούς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἤ ὡς αἱρετικός Λατινόφρων, μαζί μέ τόν πάπα καί τούς Λατίνους, μαζί μέ τόν Βαρθολομαῖο καί τούς ἄλλους Λατινόφρονες τοῦ Φαναρίου καί ὅλης τῆς Οἰκουμένης!
Γεώργιος Κ. Τραμπούλης
