Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λογοθέτης, θεολόγος
Στὰ τέλη τοῦ 20οῦ αἰῶνος καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 21ου, ποὺ διανύουμε τώρα, μεγάλη ἔκταση ἔχει ἀρχίσει νὰ λαμβάνῃ τὸ θέμα τῆς δευτερογαμίας τοῦ κλήρου μέσα στὰ ἐκκλησιαστικὰ γίγνεσθαι καὶ τὰ διαδικτυακὰ φόρουμ. Ἡ κοσμικότης, μὲ τὶς φιλελεύθερες τάσεις της καὶ τὴν ἀτομικιστικὴ νοοτροπία της, ἔχει ἀρχίσει νὰ κερδίζῃ ἔδαφος ἔναντι τῆς πνευματικότητος, κάτι ποὺ καθιστᾶ δυστυχῶς τοὺς νέους κληρικοὺς εὐάλωτους σὲ τέτοιου εἴδους ἐπιθέσεις, μὲ τοὺς παλαιότερους νὰ ἀδυνατοῦν νὰ συγκρατήσουν τὰ γκέμια, ἔτσι ὥστε νὰ ἀποφευχθῇ ἡ ὁποιαδήποτε ἀλλοίωση, ποὺ συμβαίνει στὴν κοινωνία, νὰ εἰσχωρήσῃ καὶ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ μία ἐποχὴ ὅπου ἡ πίστη δοκιμάζεται ἀπὸ τὴν ὑλιστικὴ κουλτούρα, ἡ συζήτηση αὐτὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς θεολογική, ἀλλὰ ὕψιστη ποιμαντικὴ πρόκληση.
Δὲν ἀποτελεῖ μυστικό ὅτι τὰ διαζύγια στὶς ἡμέρες μας ἔχουν δεῖ δραματικὴ ἄνοδο, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ πρόσφατες ἔρευνες τοῦ 2024 ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Παρατηρητήριο Οἰκογένειας, τὸ 70% αὐτῶν πυροδοτεῖται ὑπὸ τῶν γυναικῶν. Ἀνικανοποίητες, διὰ τὸν οἱονδήποτε λόγο (οἰκονομικό, συναισθηματικὸ ἢ ἄλλον), ἐγκαταλείπουν τὸ σπίτι τους, πολλὲς φορὲς καὶ τὰ παιδιὰ τους, καὶ τραβοῦν τὸν δρόμον τους. Αὐτὴ ἡ ἀπόφαση, ὅμως, ἀφήνει πίσω ἕνα σύζυγο μόνο, ποὺ δὲν ἐπεθύμει νὰ μείνῃ μόνος του, καὶ εἶναι πολὺ φυσικὸ νὰ σκέπτεται ξανὰ νὰ παντρευθῇ καὶ νὰ φτιάξῃ μία νέα οἰκογένεια. Ἄλλες φορὲς πάλι ἕνας ξαφνικὸς θάνατος, ἕνα ἀτύχημα ἢ μία ἀσθένεια δύναται νὰ ἀφήση ἕνα ἄνθρωπο μόνο του στὴν ζωή, κάτι ποὺ οὔτε εὐχάριστο εἶναι, ἀλλὰ οὔτε καὶ εὔκολο νὰ βασταχθῇ. Καὶ παρ’ ὅλο ποὺ ὅλα αὐτὰ ἀκούονται ρεαλιστικὰ σὰν προσέγγιση, ἡ βαρύτητα αὐτῶν αὐξάνεται δραματικῶς, ὅταν ἡ συζήτηση παίρνη ἄλλη στροφὴ καὶ τὸ πρόσωπο ποὺ ἔχει μείνει μόνο του ἔχει ἤδη λάβει τὸ ἱερατικὸ σχῆμα.
Ἡ Ἐκκλησία στὸ Κανονικὸ Δίκαιο δὲν ἀφήνει τίποτε πρὸς παρεξήγηση ἢ παρερμηνεία. Ὁ 3ος κανὼν τῆς Πενθέκτης ῥητῶς ὁρίζει ὅτι οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ διάκονοι δύνανται νὰ εἶναι ἔγγαμοι μόνο ἂν ὁ γάμος εἶχε τελεσθῆ πρὶν ἀπὸ τὴν λῆψιν τοῦ ἱερατικοῦ σχήματος καί, ἂν ἐπιθυμοῦν διὰ τὸν οἱονδήποτε λόγο νὰ νυμφευθοῦν καὶ πάλι, θὰ πρέπῃ νὰ παραδώσουν τὸ ράσο των, διὰ νὰ τὸ πράξουν, διότι ἡ δευτερογαμία [μετὰ τὴν χειροτονία] λογίζεται ὡς μοιχεία. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάλι μᾶς λέγει ὅτι ἡ ἁμαρτία τῆς μοιχείας εἶναι ἀπὸ τὶς σοβαρώτερες, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὴν διαπράττει δὲν ἁμαρτάνει μόνον ἔξωθεν τοῦ σώματος ἀλλὰ καὶ μέσα σὲ αὐτό:
«Φεύγετε τὴν πορνείαν. Πᾶν ἁμάρτημα ὅ ἐάν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει.»
Πῶς, λοιπόν, δύναται κάποιος νὰ ἔλθῃ σὲ δεύτερο γάμο τὴν στιγμὴ αὐτὴ καὶ μετὰ ποίων ἐπιχειρημάτων νὰ ἀλλάξῃ τὴν παραδεδομένη αὐτὴ ἀρχὴ στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν Θεὸν χιλιάδες ἔτη τώρα; Δὲν ἀντιλαμβάνεται ὁ Θεὸς τὶς κοινωνικὲς ἀλλαγὲς καὶ τὶς ἑκάστοτε ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς; Βεβαίως καὶ τὶς ἀντιλαμβάνεται, ἀλλὰ ἡ λύση δὲν εἶναι ἡ προσαρμογὴ πρὸς τοὺς ἀνθρωπίνους συμβιβασμούς, ἀλλὰ ἡ πνευματικὴ ὡρίμανση!
Ὁ ἱερεὺς δὲν ἀποτελεῖ στὴν Ἐκκλησίαν ἕνα ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ σκοπὸς αὐτοῦ εἶναι νὰ ὁδηγῇ μετὰ τοῦ παραδείγματος αὐτοῦ, νὰ ποιμαίνῃ τὸν λαὸν καὶ νὰ ποδηγετῇ τὸ ποίμνιο, ὥστε νὰ ἀντέχῃ τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Τὴν στιγμὴ ποὺ κάποιος ἀναλαμβάνει τὸ ράσο, ταὐτοχρόνως ἀναλαμβάνει καὶ εὐθύνες πέραν τοῦ ἑαυτοῦ του. Δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ πῇ ὅτι οἱ ἱερεῖς εἶναι τέλειοι οὔτε ὅτι θὰ εἶναι ἀλάνθαστοι, ἀλλὰ τὸ ἓνα δὲν καταργεῖ τὸ ἄλλο. Ἡ προσπάθεια τοῦ ἱερέως πρέπει νὰ εἶναι πολλαπλάσια ἐκείνης τῶν λαϊκῶν, ἀφοῦ αὐτοὺς κοιτᾷ ἡ κοινωνία καὶ αὐτοὶ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων ἐκπροσωποῦν τὴν Ἐκκλησία. Ἡ περίπτωση, λοιπόν, τῆς δευτερογαμίας ἑνὸς ἱερέως τί φανερώνει ἀκριβῶς διὰ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν διδασκαλίαν της, πῶς δύναται νὰ συγκρατήσῃ καὶ νὰ παραδειγματίσῃ τοὺς νέους διὰ τὴν μοναδικότητα τοῦ γάμου, διὰ τὴν ἀγάπη τοῦ ζευγαριοῦ καὶ διὰ τὴν ἐν Χριστῷ ἕνωση διὰ τοῦ μυστηρίου;
Ἡ ὅλη συζήτηση γύρω ἀπὸ τὴν δευτερογαμίαν τῶν κληρικῶν ἔλαβε μείζονα προσοχὴν μετὰ καὶ ἀπὸ τὴν σύνοδον στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης. Ἄν καὶ ἀρχικῶς φαίνεται ὅτι ἀποδέχονται τὸν 3ο κανόνα τῆς Πενθέκτης, προστίθεται στὸ σημεῖο τοῦτο ἡ «Οἰκονομία», λέξη ποὺ φαίνεται νὰ χρησιμοποιῆται αὐθαιρέτως στὴν θέση ὁποιασδήποτε παραχωρήσεως καὶ παρεκτροπῆς ἀπὸ τὸν σωστὸ δρόμο. Ἡ Σύνοδος ἀνεγνώρισε τὶς σύγχρονες αὐτὲς προκλήσεις, ὅπως τὴν κρίση τῆς οἰκογενείας, τὰ διαζύγια καὶ τὴν πίεση γιὰ νέες μορφὲς συμβιώσεως, καὶ εἰσήγαγε μία κρισίμη πρόβλεψη: Τὴν ἐφαρμογὴ οἰκονομίας ὑπὸ τῶν τοπικῶν Συνόδων στὰ ἐμπόδια τοῦ γάμου, μὲ στόχο τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ποιμαντικὴ διάκριση. Τοῦτο τὸ ἄνοιγμα, ὅπως σημειώνεται σὲ ἀναλύσεις, ἐπέτρεψε στὶς Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες νὰ προσαρμόζουν τὴν πρακτικὴ τῆς δευτερογαμίας τοῦ κλήρου ἀνάλογα μὲ τὶς τοπικὲς ἀνάγκες, μία καινοτομία ποὺ ὑπερβαίνει τὴν ἄκαμπτη μοναστικὴ ἐπιρροή. Λὲς καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔζησε ποτέ στὴν ἐποχὴν της, λὲς καὶ ἔζησε κολλημένη σὲ μία ἄλλη πραγματικότητα καὶ ἕνα ἄλλον κόσμο, ἔρχονται τώρα οἱ «προοδευτικοί» καὶ βγάζουν τὶς παρωπίδες ἀπὸ τὰ μάτια ὅλων μας, γιὰ νὰ μᾶς ἀποκαλύψουν σὰν νέοι Διαφωτιστές, δύο χιλιάδες ἔτη ἀργότερα, τὴν ἀλήθεια.
Ἡ ἄκαμπτη αὐτὴ μοναστικὴ ἐπιρροὴ φανέρωσε ἀμέτρητα παραδείγματα ταπεινοφροσύνης καὶ πνευματικῆς ὑπερβάσεως. Διατί νὰ μὴ παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ αὐτὰ τὰ πρότυπα καὶ τοῦ εἴδους αὐτοῦ τὴν οἰκονομία, παρὰ ἀπὸ τὰ κοινωνικὰ καὶ ὑλιστικὰ πρότυπα, ὥστε νὰ ἐνισχύσουμε τὸ μυστήριο τοῦ γάμου, ἀλλὰ ἀκόμα περισσότερο νὰ ὀχυρώσουμε πνευματικῶς καὶ ἠθικῶς τοὺς ἱερεῖς διὰ τὴν ἐπιλογὴ τους νὰ φορέσουν τὸ ράσο;
Ἡ ἱερωσύνη δὲν εἶναι ῥοῦχο ποὺ μπαίνει καὶ βγαίνει ἐπάνω στὸ σῶμα. Μόλις κάποιος τὴν ἀναλάβῃ, φέρει καὶ τὴν ἀνάλογο εὐθύνη καὶ θὰ ὑποστῇ καὶ τὶς ἀντίστοιχες συνέπειες. Οὔτε οἱ λαϊκοὶ γνωρίζουν τὸ τί θὰ συμβῇ εἰς τὸ μέλλον, δὲν ἀναλαμβάνουν, ὅμως, εὐθύνες τὶς ὁποῖες ἀργότερα δὲν δύνανται νὰ ὑποστηρίξουν. Τὸ ἐπιχείρημα τῆς ἐλλείψεως τῶν ἱερέων διὰ τὴν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν ἢ οἱ κοινωνικὲς συνθῆκες ποὺ ἀλλάζουν, δὲν ἀλλάζει τὸ ἠθικὸ πέπλο, τὸ ὁποῖο καλύπτει τὴν Ἐκκλησία, ἀλλιῶς τότε ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὄντως ἡ Ἐκκλησία ἢ κάτι ἄλλο; Καὶ ἔτσι προκύπτει τὸ ἐρώτημα ποιὸς ἔχει ἀνάγκη ποιόν: ἡ Ἐκκλησία τὴν κοινωνία ἢ τὸ ἀνάποδο;
Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἔχει ἀρχίσει ἤδη ἀρκετὰ ἔτη τώρα νὰ ἐγκρίνῃ περιπτώσεις δευτερογαμίας, οἱ ὁποῖες δυστυχῶς γίνονται καὶ ἀντικείμενα προβολῆς. Ἄνθρωποι ἀγράμματοι ἐκκλησιαστικῶς ὁμιλοῦν περὶ προόδου, χωρὶς νὰ δύνανται νὰ ξεχωρίσουν ὅτι ἡ ἐκκοσμίκευση σημαίνει τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο, δηλαδὴ ὑλιστικὴ κατολίσθηση. Ἡ κίνηση αὐτὴ μοιάζει μὲ κίνηση προτεσταντικῆς ὁμάδας, ἡ ὁποία στὴν προσπάθειά της νὰ συμπεριλάβῃ καὶ ἄλλους μέσα στοὺς κόλπους της, ἀπεμπολεῖ τὶς ἀρχὲς ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐστηρίχθη ἡ ὕπαρξή της. Στὶς Η.Π.Α., ἐπίσης, σὲ μία προσπάθεια νὰ δικαιολογήσουν τὴν δευτερογαμία, ὑπεστηρίχθη ὅτι ἄξιοι ποιμένες καλὸ θὰ ἦταν νὰ μὴ χαθοῦν ἀπὸ τὸ ποίμνιο λόγῳ χηρείας ἢ συζυγικῆς ἐγκαταλείψεως. Τὰ προβλήματα, ἄν καὶ ὑπαρκτά, θὰ πρέπη νὰ μᾶς βάλουν σὲ προβληματισμό: Δυνάμεθα νὰ θυσιάσουμε τὴν Ἐκκλησιαστικὴ παράδοση πάνω στὴν ὁποία ἔχει πορευθῆ τόσα ἔτη ἡ Ἐκκλησία γιὰ χάρη τῆς οἰκονομίας ἢ ὀφείλει ἡ παράδοση νὰ συντηρηθῇ ἔναντι τῆς προσκαίρου καὶ μὴ σίγουρης ποιμαντικῆς ἐπιτυχίας;