Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης – Διηγήσεις: να΄. Ναρκομανεῖς, αἱρετικοί, ματαιόδοξοι

να΄. Ναρκομανεῖς, αἱρετικοί, ματαιόδοξοι

     Πρό ἡ­με­ρῶν, ἦρ­θαν δύ­ο παι­διά πε­ρί­που 23 ἐτῶν καί μοῦ εἶ­παν ὅ­τι παίρ­νου­νε χα­σί­σι.

— Τί εἶ­ναι αὐ­τό; τούς ρώ­τη­σα.

— Νά, παίρ­νου­με χα­πά­κια ἀ­πό τό φαρ­μα­κεῖ­ο, ἀλλά ὑ­πάρ­χει καί χόρ­το πού τό κά­νου­με τσι­γά­ρα καί τά κα­πνί­ζου­με.

— Πό­σο δί­νεις σέ αὐ­τό τό τσι­γά­ρο;

— 2.000 δραχ­μές, πά­τερ. (Πε­ρί­που τό 1985).

— Πῶς τά οἰ­κο­νο­μεῖς αὐ­τά τά λε­φτά;

— Νά, πά­τερ μου, μέ ψέ­μα­τα καί ἀ­λή­θει­ες…

— Για­τί, παι­δά­κι μου, νά πῆς τό ψέ­μα; “Δι­καιοσύνην ἠ­γά­πη­σεν ὁ Θε­ός”. Για­τί νά μήν ἐρ­γα­σθῆς δί­και­α, νά εὐ­λο­γῆ ὁ Χρι­στός τά ἀ­γα­θά σου, νά πά­ρης κά­τι νά φᾶς, ἕ­να ρου­χά­κι;… Καί ἐ­άν ἔ­χης πε­ρίσ­σευ­μα, νά κά­νης καμ­μιά ἐ­λε­η­μο­σύ­νη, καμ­μιά Λειτουρ­γί­α γιά τήν ψυ­χή σου καί πᾶς τά δί­νεις σέ αὐτό τό ναρ­κω­τι­κό;… Τώ­ρα τί κά­νεις;

— Τώ­ρα, ὅ­λο μου τό σῶ­μα πο­νά­ει.

— Ὅ­ταν τό παίρ­νης αὐ­τό τό χά­πι, τί αἰ­σθά­νε­σαι;

— Ζα­λί­ζο­μαι καί τό κε­φά­λι μέ πο­νά­ει. Καί τώ­ρα, δέν αἰ­σθά­νο­μαι τόν ἑ­αυ­τό μου κα­λά.

»Βλέ­πε­τε, ἀ­δελ­φοί μου, εὐ­σε­βεῖς χρι­στια­νοί (πρός τούς πα­ρευ­ρι­σκο­μέ­νους πού τούς δι­η­γεῖ­ται), τί κα­κές συ­νέ­πει­ες ἔ­χουν τά ναρ­κω­τι­κά; αὐ­τά τά δι­α­βο­λε­μέ­να πράγ­μα­τα; Καί ξε­νυ­χτοῦν καί κά­νουν πρά­ξεις, πού δέν λέ­γον­ται».

«Νά προ­σέ­χε­τε τούς αἱ­ρε­τι­κούς! Ἐ­μεῖς, παι­διά μου, ἐ­κεῖ­νο πού βρή­κα­με ἐ­κεῖ­νο νά τη­ροῦ­με, εἴ­τε ἐκ πα­ρα­δό­σε­ως, εἴ­τε ἐν λό­γῳ, εἴ­τε διά ἐ­πι­στο­λῆς, ὅ­πως λέ­ει καί ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος. Πρό ἐ­τῶν εἶ­χε πε­ρά­σει ἕ­να παλ­λη­κά­ρι φοι­τη­τής ἀ­πό τήν Θεσ­σα­λο­νί­κη, καί τό παι­δί αὐ­τό πή­γαι­νε σέ μιά με­γά­λη αἴ­θου­σα μέ ἄλ­λους φοι­τη­τές καί τούς μι­λοῦ­σαν αἱ­ρε­τι­κά πράγ­μα­τα. Καί τό παι­δί ἦ­ταν μαῦ­ρο στό πρόσω­πο καί ἔ­βγα­ζε ἀ­πό τό στό­μα του φλό­γες. Μοῦ ἔλε­γε:

— Πά­τερ μου, φω­τι­ές βγά­ζω ἀ­πό τό στό­μα μου!

— Μά, ἀ­φοῦ ἀρ­νή­θη­κες τόν Θε­ό, παι­δί μου;…

— Πά­τερ μου, μᾶς πλα­νή­σα­νε. Ἤ­μα­σταν παι­διά τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας… Τί νά κά­νω τώ­ρα, πά­τερ, γιά νά σω­θῶ;

  • Νά με­τα­νο­ή­σης, παι­δί μου, καί νά μήν ξα­να­πᾶς σέ τέ­τοι­ες πόρ­τες καί τέ­τοι­ες συν­τρο­φι­ές νά μήν κά­νης. Καί νά πη­γαί­νης στήν ἐκκλη­σί­α. Στήν ἐκκλησί­α ὑ­πάρ­χει ἡ σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς μας. Στήν ἐκκλησί­α βρί­σκου­με ὑ­γεί­α, πα­ρη­γο­ριά, σω­τη­ρί­α ψυχῆς».

«Τίς προ­άλ­λες, πέ­ρα­σε ἕ­νας νέ­ος καί ἦ­ταν σάν τόν Φα­ρι­σαῖ­ο. Μοῦ λέ­ει:

— Πά­τερ, γιά κοί­τα­ξέ με τί μπρά­τσα ἔ­χω! Τί νειᾶτα πού ἔ­χω!

— Τί νά σέ δῶ, παι­δί μου!

— Κοίτα­ξέ με, τί ντρέ­πε­σαι; Τόν κοίτα­ξα μιά μα­τιά.

— Ἔ­χω, πά­τερ μου, 5–6 πτυ­χί­α. Ἔ­χω πλού­τη, οἰκό­πε­δα, χρή­μα­τα, σπί­τια. Ἕ­να μό­νο δέν ἔ­χω. Δέν πι­στεύ­ω στόν Χρι­στό σας. Τοῦ λέ­ω, λοι­πόν, καί ᾽γώ:

— Ἄ­κου­σε, παι­δί μου, ἐφ᾽ ὅ­σον τόν Χρι­στό δέν πι­στεύ­εις, τί­πο­τα δέν ἔ­χεις. Αὐ­τά πού ἔ­χεις σοῦ τά ἔ­δω­σε ὁ Θε­ός. Δέν σοῦ τά ἔ­δω­σε μό­νο γιά τόν ἑ­αυ­τό σου. Τά ἔ­δω­σε γιά τούς φτω­χούς, τούς πο­νε­μέ­νους ἀν­θρώ­πους. Πό­σα φτω­χά, πό­σα ὀρ­φα­νά παιδιά ὑ­πάρ­χουν… Αὐ­τά (πού ἔ­χεις) σέ ἀ­κο­λου­θοῦν μέ­χρι τόν τά­φο. Με­τά ἀ­πό τόν τά­φο ἀρ­χί­ζει νέ­α ζωή! Καί τοῦ εἶ­πα τό ἑ­ξῆς πε­ρι­στα­τι­κό: “Ἦ­ταν μιά παπαδιά ἐ­δῶ στά μέ­ρη μας πού ἦ­ταν καί δα­σκά­λα. Ἐ­κοι­μή­θη καί μᾶς φώ­να­ξαν στήν κη­δεί­α. Πή­γα­με ἐ­κεῖ καί εἶ­δα εἶ­χαν στά χέ­ρια της ἕ­να χαρ­τά­κι διπλω­μέ­νο. Ρω­τά­ω:

— Τί εἶ­ναι αὐ­τό;

— Ἦ­ταν δα­σκά­λα! μοῦ λέ­νε.

— Καί ἄν ἦ­ταν δα­σκά­λα, τί εἶ­ναι αὐ­τό τό χαρ­τά­κι;

— Τό πτυ­χί­ο της! μοῦ εἶ­παν μέ θαυ­μα­σμό.

— Ἀ­κοῦ­στε με, τούς λέ­ω. Τά πτυ­χί­α, τά ἀ­ξι­ώ­μα­τα, οἱ τι­μές, μέ­χρι τόν τά­φο ἀ­κο­λου­θοῦν. Τό χαρτά­κι αὐ­τό θά μπῆ στό χῶ­μα, θά σα­πί­ση, πά­ει. Τά ἔρ­γα μας θά ἐ­ξε­τά­ση ὁ Θε­ός».

κε΄. ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ   ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ  4
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ  ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 76-79