Αγιολόγιον - Πρόσωπα

ΕΟΡΤΑΖΕΙ 28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

ΟΣΙΟΣ ΜΩΥΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΠΑΣ

Φήσεις τὸ ῥητὸν καὶ θανών, Μωσῆ μέλα.
«Ἄνθρωπος ὄψιν, καὶ Θεὸς τὴν καρδίαν».
Θάψαν ἐν εἰκάδι Μωσῆν ὀγδόῃ Αἰθιοπῆα.

σημ.entaksis:    Ο Άγιος Μωυσής ο Αιθίοπας στέκει σαν ζωντανή απόδειξη ότι η χάρη του Θεού δεν γνωρίζει όρια φυλής, χρώματος ή κοινωνικής θέσης. Από δούλος και ληστής, με βίο σκοτεινό και γεμάτο αμαρτίες, έγινε με τη δύναμη της μετάνοιας φωτεινός ασκητής, πατέρας μοναχών και πρότυπο πνευματικής ανόρθωσης. Η Εκκλησία τον τιμά όχι επειδή είχε κάποια ανθρώπινη καταγωγή ή προνόμια, αλλά επειδή έδειξε έμπρακτα ότι η μετάνοια μπορεί να αλλάξει ακόμη και την πιο διεφθαρμένη καρδιά. Το παράδειγμά του είναι απάντηση σε κάθε λογής ρατσιστικές αντιλήψεις που κρίνουν τον άνθρωπο από το εξωτερικό του χρώμα ή την κοινωνική του θέση. Ο Θεός βλέπει την καρδιά, και εκεί που οι άνθρωποι βλέπουν μόνο σκιές, Εκείνος αναδεικνύει αγίους. Ο Μωυσής ο Αιθίοπας φανερώνει ότι η αληθινή αξία του ανθρώπου δεν βρίσκεται στην εμφάνιση ή στην καταγωγή, αλλά στη δύναμη να συντρίψει την αμαρτία και να στραφεί με όλη του την ύπαρξη στον Χριστό.

 

Ο όσιος Μωυσής ήταν αγορασμένος δούλος κάποιου πλούσιου κτηματία. Είχε χαρακτήρα σκληρό και δύστροπο και καθημερινά δημιουργούσε πολλά προβλήματα, ώσπου το αφεντικό του αγανάκτησε και τον πέταξε στον δρόμο. Ο Μωυσής βρήκε καταφύγιο σε μια ληστοσυμμορία και με την τεράστια σωματική του δύναμη δεν άργησε να επιβληθεί και να γίνει ο αρχηγός της.

Κάποτε, κυνηγημένος από τα όργανα της εξουσίας, για τα πολλά του εγκλήματα, πήγε να κρυφτεί βαθειά στην έρημο όπου ζούσαν οι πιο ονομαστοί ασκητές. Η συναναστροφή του με τους αγίους τον έκανε σιγά – σιγά να ημερεύσει. Τον επισκίασε η Χάρη του Θεού, γιατί η μετάνοια είναι ώρα Χάριτος, μαλάκωσε η καρδιά του, μετανόησε πραγματικά και ζήτησε την λύτρωση. Η αλλαγή του ήταν ριζική και σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε στα μέτρα των μεγάλων Πατέρων της ερήμου. Μετά το βάπτισμα αξιώθηκε να λάβει και την Χάρη της Ιεροσύνης.

Σε ηλικία 75 ετών έφυγε από την πρόσκαιρη αυτή ζωή με τρόπο βίαιο και μαρτυρικό. Ειδωλολάτρες ληστές εισέβαλαν στο σπήλαιο που ασκήτευε και τον σκότωσαν με μαχαίρια. Και στο σημείο αυτό επαληθεύθηκε, για άλλη μια φορά, ο λόγος του Χριστού προς τον Απόστολο Πέτρο: «πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀποθανοῦνται» (Ματθ. κστ, 52).

Οι δύο μεγάλες αρετές που τον κοσμούσαν ήταν η αληθινή μετάνοια και η βαθειά ταπείνωση. Μέχρι την τελευταία του αναπνοή «έκλαιε πικρώς» για τις αμαρτίες του και θεωρούσε τον εαυτό του κατώτερο όχι μόνον από τους ανθρώπους, αλλά και από αυτήν την άλογη κτίση. «Η συναίσθησις της αμαρτίας ημών είναι μέγα δώρον του Ουρανού, μεγαλύτερον και της οράσεως των αγγέλων… Η μετάνοια είναι ανεκτίμητον δώρον προς την ανθρωπότητα… Δια της μετανοίας συντελείται η θέωσις ημών. Τούτο είναι γεγονός ασυλλήπτου μεγαλείου» (Αρχιμ. Σωφρονίου, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, σελ. 40 και 46). Ο Μωυσής αξιοποίησε κατά τον καλύτερο τρόπο το ανεκτίμητο αυτό δώρο και έφθασε στην θέωση, στην όραση του Θεού.

Αρκετά περιστατικά από τον βίο και την πολιτεία του φανερώνουν την ριζική αλλαγή του τρόπου της ζωής του. Άλλωστε αυτό σημαίνει μετάνοια. Αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής. Αξίζει να αναφέρουμε ένα από αυτά: «Κάποτε, τέσσερεις ληστές, παλιοί σύντροφοί του, μπήκαν στην καλύβα του για να την ληστέψουν, χωρίς να φαντάζονται ποιόν μπορούσαν να βρουν μέσα. Όταν τον είδαν σάστισαν. Εκείνος, με μεγάλη ευκολία, τους έπιασε, τους έδεσε και τους οδήγησε στην συνάθροιση των Γερόντων και τους ερώτησε να του πουν τί πρέπει να κάνει με τους ληστές, λέγοντας συγχρόνως: “Σε μένα δεν αρμόζει πια να τιμωρήσω άνθρωπον”» (Γεροντικόν, Εκδ. Ρηγοπούλου, σελ. 111). Όταν τα άκουσαν αυτά οι ληστές εξομολογήθηκαν, μετανόησαν και έγιναν Μοναχοί.

Άλλο χαρακτηριστικό περιστατικό που φανερώνει την ταπείνωση του Οσίου είναι και το ακόλουθο: «Την ημέρα που τον χειροτονούσε Πρεσβύτερο ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και μάλιστα την ώρα που του φορούσε τα ιερά άμφια του είπε φιλικά ότι έγινε λευκός σαν περιστέρι. Ο Μωυσής ερώτησε ταπεινά τον Πατριάρχη αν κρίνει από το εξωτερικό ή το εσωτερικό, επειδή και τα άμφια ήσαν λευκά. Ο Πατριάρχης θέλοντας να τον δοκιμάσει αν έχει πραγματική ταπείνωση, είπε κρυφά στους κληρικούς να τον διώξουν από το σκευοφυλάκιο. Έτσι, όταν παρουσιάστηκε εκεί μετά την θεία Λειτουργία, τον έδιωξαν βρίζοντας τον. Ο Μωυσής έφυγε αμέσως χωρίς καμιά αντιλογία. Ένας από αυτούς, που τον ακολούθησε κρυφά για να δει αν του κακοφάνηκε, τον άκουσε να μονολογεί μεμφόμενος τον εαυτό του: “Καλά σού κάνανε, σποδόδερμε μελανέ”. Αφού δεν είσαι άνθρωπος, τί γυρεύεις με τους ανθρώπους;» (Γεροντικόν, σελ. 252 -253).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τον τρόπο ζωής που προσφέρει μεταμορφώνει και μετασκευάζει τα τσακάλια και τους λύκους σε πρόβατα και αρνιά άκακα. Μεταβάλλει τους υπερήφανους σε ταπεινούς, τους πόρνους και μοιχούς σε σώφρονες, τους φονιάδες, τους τρομοκράτες και τους ληστές σε Οσίους.

Σημείωση: Σύμφωνα με τον Συναξαριστή του Άγιου Νικόδημου, ο Όσιος Μωυσής απεβίωσε ειρηνικά.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν παθῶν καταλείψας Πάτερ τὴν Αἴγυπτον, τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ ὄρει ἀνῆλθες πίστει θερμή, τὸν Σταυρὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἄρας ἐπ’ ὤμων σου, καὶ δοξασθεῖς περιφανῶς τύπος ὤφθης Μοναστῶν, Μωσῆ Πατέρων ἀκρότης, μεθ’ ὧν ἀπαύστως δυσώπει ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Μωϋσῆ· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Αἰθιόπων πρόσωπα, ἀπορραπίσας, νοητῶν ἀνέλαμψας, καθάπερ ἥλιος φαιδρός, φωταγωγῶν τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν, τῶν σὲ τιμώντων, Μωσῆ παμμακάριστε.

Μεγαλυνάριον
Ἔργοις διαλάμψας ἀσκητικοῖς, ἐχθρῶν νοουμένων, ἀπημαύρωσας τὴν ἰσχύν, καὶ τῆς ἄνω δόξης ἐδείχθης κληρονόμος, συνὼν τοῖς Ἀσωμάτοις, Μωσῆ μακάριε.

Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Φέγγος ἄδυτον εἰσδεδεγμένος, ἀπημαύρωσας τῶν νοουμένων, Αἰθιόπων θεοφόρε τὰ πρόσωπα, καὶ τὰς αὐτῶν κακουργίας διέλυσας, ταὶς πρὸς τὸ θεῖον ἀπαύστοις σου νεύσεσι Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.  Ορθόδοξος Συναξαριστής :: Όσιος Μωυσής ο Αιθίοπας

Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου

Μωυσέως Οσίου του Αιθίοπα.
Την αυτή ημέρα 28, μνήμη του Οσίου Πατρός μας Μωυσέως του Αιθίοπα.

   Αυτός ο μακάριος Μωυσής ήταν Αιθίοπας και πολύ μαύρος στο χρώμα, δούλος ενός άρχοντα, ο οποίος τον έδιωξε εξαιτίας της πολλής κακίας του και της κλεφτικής και κακότροπης διάθεσής του. Αυτός λοιπόν, επειδή κράτησε κακία μια φορά σε έναν βοσκό, διότι τον εμπόδισε και δεν τον άφησε να κάνει μια κακή πράξη, αποφάσισε να σκοτώσει εκείνον τον βοσκό. Έμαθε λοιπόν ότι ο βοσκός βρισκόταν απέναντι, στην άλλη όχθη του Νείλου, την ώρα που ο ποταμός ήταν πλημμυρισμένος. Τότε δάγκωσε με το στόμα του το μαχαίρι του, τύλιξε το πανωφόρι του γύρω από το κεφάλι του και πέρασε τον ποταμό κολυμπώντας. Ο βοσκός όμως κατάλαβε τον ερχομό του, άφησε τα πρόβατά του και έφυγε. Ο Μωυσής τότε διάλεξε τέσσερα κριάρια από το μαντρί του φτωχού εκείνου και τα έσφαξε. Έπειτα τα έδεσε με σχοινί, και τα κρατώντας πέρασε πάλι τον ποταμό κολυμπώντας. Αφού έφαγε τα κρέατα των κριαριών και πούλησε τα δέρματά τους, πήγε στους φίλους του. Αυτά τα διηγήθηκα για τον Όσιο αυτόν, για να δείξω ότι μπορούν να σωθούν με τη μετάνοια όσοι θελήσουν, ακόμα και αν έκαναν πριν αμέτρητες αμαρτίες.

Αυτός ο Όσιος, αφού κάποια περίσταση τον συγκλόνισε πολύ, έδωσε τον εαυτό του σε ένα μοναστήρι και μετανόησε τόσο βαθιά, ώστε μάλιστα έφερε στον Χριστό με τη μετάνοια και τους συντρόφους του κλέφτες. Μια φορά ήρθαν κλέφτες στο κελί του Οσίου, χωρίς να ξέρουν ότι ήταν ο περίφημος κλέφτης Μωυσής. Ο Μωυσής τότε τους έπιασε και τους έδεσε με σχοινιά, με την ίδια ευκολία που δένει κανείς ένα σακί άχυρα. Τους φόρτωσε λοιπόν στον ώμο του και τους πήγε στο Κυριακό, δηλαδή στον κοινό ναό της Σκήτης, και είπε στους Πατέρες: «Επειδή σε μένα, που μετανοώ, δεν επιτρέπεται να αδικήσω κανέναν, αυτούς που βρήκα να έρχονται εναντίον μου, τι διατάζετε να τους κάνουμε;». Οι κλέφτες, όταν κατάλαβαν ότι αυτός είναι ο περιβόητος αρχιληστής και ανίκητος Μωυσής, εξομολογήθηκαν, μετανόησαν στον Θεό και αφού αποτάχθηκαν τα πράγματα του κόσμου, έγιναν μοναχοί με μεγάλη πρόοδο. Έτσι ο Όσιος αυτός πέρασε θεάρεστα τη ζωή του και κοιμήθηκε στην άσκηση, σε ηλικία εβδομήντα ετών, αφήνοντας εβδομήντα μαθητές και μιμητές της ασκητικής του πολιτείας.

Σημείωση
Στον άγιο αυτόν Μωυσή σώζεται ελληνικό υπόμνημα στη Μεγίστη Λαύρα και στο Κοινόβιο του Διονυσίου, που αρχίζει: «Όπως είναι αδύνατο κατά την παροιμία». Σημείωσε ακόμη ότι άσκοπα γράφεται εδώ στα Μηναία η μνήμη του μάρτυρα Ακακίου του νέου, διότι αυτή προεγράφη μαζί με το Συναξάριό του την εικοστή όγδοη του Ιουλίου.

 

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, Τόμος Γ΄, Εκδόσεις Δόμος, 2005) Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού – Συναξαριστής μεταφορά στα νέα ελληνικά από την ιστοσελίδα

 https://www.entaksis.gr/agios_moisis_aithiopas/