ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

ΝΑ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Εισαγωγικό από entaksis: Σήμερα, πολλοί, από αγάπη προς την Εκκλησία, εκφράζονται με λόγια που ίσως ξεφεύγουν από το πνεύμα της ενότητας και της ταπείνωσης, που είναι η καρδιά της αληθινής πίστης. Οι έντονες εκφράσεις και οι κρίσεις για την Εκκλησία ή για μέρη της, πολλές φορές κρύβουν την αγωνία για το καλό της, αλλά κινδυνεύουν να διχάσουν αντί να ενώσουν. Ο άγιος Πορφύριος μας καλεί να δούμε την Εκκλησία με τα μάτια της αγάπης και της πίστης. Για εκείνον, η Εκκλησία είναι το ζωντανό σώμα του Χριστού, όπου «είμαστε όλοι ένα, και ο Χριστός κεφαλή». Δεν είναι ένας θεσμός με ατέλειες, αλλά η πηγή της ζωής και της αθανασίας, όπου «ο Χριστός είναι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος, η βάση, το παν». Η στήριξη του θεσμού της Εκκλησίας είναι απαραίτητη και δεν πρέπει να συγχέεται με τα σφάλματα ή τις πράξεις ορισμένων μελών της. Ο Θεσμός αυτός διατηρεί την ενότητα, τη διδασκαλία και τη Χάρη που μας μεταφέρει ο Χριστός, και μας καλεί να πορευόμαστε με πίστη και εμπιστοσύνη, παρά τις ανθρώπινες αδυναμίες που μπορεί να υπάρξουν.

Ας μελετήσουμε τα λόγια του αγίου Πορφύριου, που μας διδάσκουν να αγαπάμε την Εκκλησία με όλη μας την ψυχή και να προχωρούμε με ειρήνη, κρατώντας πάντα το Χριστό ως κεφαλή μας και δύναμη μας. Όπως λέει ο Μέγας Χρυσόστομος, «Γιατί άραγε τη θεμελίωσε μεγαλύτερη από τον ουρανό; Επειδή η Εκκλησία είναι πιο πολύτιμη από τον ουρανό. Γιατί υπάρχει ο ουρανός; Για την Εκκλησία, και όχι η Εκκλησία για τον ουρανό. Και ο ουρανός έγινε για τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος για τον ουρανό.» Αυτό φαίνεται και από όσα έκανε ο Χριστός, ο οποίος δεν έλαβε ουράνιο σώμα, αλλά προσέλαβε την ανθρώπινη φύση για να ενωθεί με τον άνθρωπο και να θεμελιώσει την Εκκλησία. Με αυτή την πίστη και αφοσίωση, η Εκκλησία γίνεται το σταθερό θεμέλιο της ζωής μας και η πηγή της αληθινής χαράς και σωτηρίας.

 

ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (αποσπάσματα)

 «Μπαίνοντας στὴν ἄκτιστη Ἐκκλησία, ἐρχόμαστε στὸν Χριστό, μπαίνομε στὸ ἄκτιστον.»

 

   Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄναρχη, ἀτελεύτητη, αἰώνια, ὅπως ὁ Ἰδρυτής της, ὁ Τριαδικὸς Θεός, εἶναι ἄναρχος, ἀτελεύτητος, αἰώνιος. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄκτιστη, ὅπως καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἄκτιστος. Ὑπῆρχε πρὸ τῶν αἰώνων, πρὸ τῶν ἀγγέλων, πρὸ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. «Πρὸ καταβολῆς κόσμου», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι θεῖο καθίδρυμα καὶ σ’ αὐτὴν «κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος». Εἶναι ἔκφραση τῆς πολυποίκιλης σοφίας τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων. Ὑπῆρξε ἀφανέρωτο καὶ ἐφανερώθη «ἐπ’ ἐσχάτων τῶν χρόνων». Ἡ Ἐκκλησία παραμένει ἀπαρασάλευτη, γιατί εἶναι ῥιζωμένη στὴν ἀγάπη καὶ στὴ σοφὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ σῶμα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ χριστιανοί. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς Ἐκκλησίας». Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνα. Τὸ σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ χωρὶς τὴν κεφαλὴν του. Τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τρέφεται, ἁγιάζεται, ζῇ μὲ τὸν Χριστόν. Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος, ὁ παντοδύναμος, ὁ παντογνώστης, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ στηριγμὸς μας, ὁ φίλος μας, ὁ ἀδελφὸς μας. Ὁ στῦλος καὶ τὸ ἑδραίωμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι τὸ Ἄλφα καὶ τὸ Ὦ, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ἡ βάσις, τὸ πᾶν. Χωρὶς Χριστόν, Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει. Νυμφίος, ὁ Χριστός· νύμφη, ἡ καθεμία ψυχή.

Ὁ Χριστὸς ἕνωσε τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν. Μὲ τοὺς ἀγγέλους, τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλα τὰ δημιουργήματα, μὲ ὅλη τὴν κτίσιν τοῦ Θεοῦ, μὲ τὰ ζῷα καὶ τὰ πουλιὰ, μὲ κάθε μικρὸ ἀγριολούλουδο, μὲ κάθε μικρὸ ἔντομο. Ἔγινε ἔτσι ἡ Ἐκκλησία «πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου», δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ. Πάντα ἐν Χριστῷ καὶ σὺν Χριστῷ, μέσα καὶ μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Χριστὸς φανερώνεται μέσα στὴν ἐνότητα τὴ μεταξὺ μας καὶ στὴν ἀγάπη Του, τὴν Ἐκκλησίαν. Ἐκκλησία δὲν εἶμαι μόνον ἐγώ, ἀλλὰ μαζὶ καὶ εσείς. Ἐκκλησία εἴμαστε ὅλοι. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ὅλοι ἐνσωματώνονται. Εἴμαστε ὅλοι ἕνα καὶ ὁ Χριστὸς κεφαλή. Ἕνα σῶμα, σῶμα Χριστοῦ· «Ὑμεῖς δὲ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Εἴμαστε ὅλοι ἕνα, γιατί ὁ Θεὸς εἶναι Πατέρας μας κι εἶναι παντοῦ. Ὅταν τὸ ζήσουμε αυτό, εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὕτη εἶναι ἡ εὐχὴ τοῦ Κυρίου μας στὴν Ἀρχιερατικὴ Του Προσευχή, «ἵνα ὦσιν ἕν», γιὰ όλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἐ, τοῦτο μόνον διὰ τῆς χάριτος τὸ καταλαβαίνει κανείς. Ζούμε τὴ χαρὰν τῆς ἑνότητας, τῆς ἀγάπης. Καὶ γινόμεθα ἕνα μὲ ὅλους. Δὲν ὑπάρχει πιὸ ὡραῖο πράγμα!

Τὸ σπουδαῖο εἶναι νὰ μποῦμε στὴν Ἐκκλησία. Νὰ ἐνωθοῦμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες ὅλων. Νὰ τοὺς νιώθωμε δικοὺς μας, νὰ προσευχώμαστε γιὰ ὅλους, νὰ πονάμε γιὰ τὴν σωτηρία τους, νὰ ξεχνάμε τοὺς ἑαυτοὺς μας. Νὰ κάνουμε τὸ πᾶν γι’ αὐτούς, ὥσπερ ὁ Χριστὸς δι’ ἡμᾶς. Μέσα στὴν Ἐκκλησία γινόμαστε ἕνα μὲ κάθε δυστυχισμένο καὶ πονεμένο κι ἁμαρτωλό.

Κανεὶς δὲν πρέπει νὰ θέλῃ νὰ σωθῇ μόνος του, χωρὶς νὰ σωθοῦν καὶ οἱ ἄλλοι. Εἶναι λάθος νὰ προσεύχεται κανεὶς γιὰ τὸν ἑαυτὸ του, γιὰ νὰ σωθῇ ὁ ἴδιος. Τοὺς ἄλλους πρέπει ν’ ἀγαπάμε καὶ νὰ προσευχώμαστε νὰ μὴ χαθῇ κανείς· νὰ μποῦν ὅλοι στὴν Ἐκκλησία. Αυτό ἔχει ἀξία. Καὶ μ’ αὐτὴν τὴν ἐπιθυμία πρέπει νὰ φεύγῃ κανεὶς ἀπὸ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ πάῃ στὸ μοναστήρι ἢ στὴν ἔρημο.

Ὅταν ξεχωρίζουμε τὸν ἑαυτὸ μας, δὲν εἴμαστε χριστιανοί. Ἀληθινοὶ χριστιανοὶ εἴμαστε, ὅταν αἰσθανόμαστε βαθιὰ ὅτι εἴμαστε μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, μὲ μίαν συνεχή σχέση ἀγάπης.

Ν’ ἀγαπᾶμε πολύ τὴν Ἐκκλησία   Γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν ἐνότητά μας, θὰ πρέπει νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία, στοὺς ἐπισκόπους της. Ὑπακούοντας στὴν Ἐκκλησία, ὑπακοῦμε στὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς θέλει νὰ γίνομε μία ποίμνη μ’ ἕναν ποιμένα.
Νὰ πονάμε γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Νὰ τὴν ἀγαπᾶμε πολύ. Νὰ μὴ δεχώμαστε νὰ κατακρίνουν τοὺς ἀντιπροσώπους της. Στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ πνεῦμα ποὺ ἔμαθα ἦταν ὀρθόδοξο, βαθύ, ἅγιο, σιωπηλό, χωρὶς ἔριδες, χωρὶς καυγάδες καὶ χωρὶς κατακρίσεις. Νὰ μὴν πιστεύουμε τοὺς ἱεροκατηγόρους. Καὶ μὲ τὰ μάτια μας νὰ δοῦμε κάτι ἀρνητικὸ νὰ γίνεται ἀπὸ κάποιον ἱερωμένο, νὰ μὴν τὸ πιστεύωμε, οὔτε νὰ τὸ σκεπτόμαστε, οὔτε νὰ τὸ μεταφέρωμε. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ λαϊκὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Ὅλοι εἴμαστε Ἐκκλησία. Ὅσοι κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὰ λάθη τῶν ἐκπροσώπων της, μὲ σκοπὸ δήθεν νὰ βοηθήσουν γιὰ τὴ διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αὐτοὶ δὲν ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία. Οὔτε, βέβαια, τὸν Χριστό. Τότε ἀγαπᾶμε τὴν Ἐκκλησία, ὅταν μὲ τὴν προσευχὴ μας ἀγκαλιάζουμε κάθε μέλος της καὶ κάνουμε ὅ,τι κάνει ὁ Χριστός. Θυσιαζόμαστε, ἀγρυπνοῦμε, κάνουμε τὸ παν, ὅπως Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει».

Από το βιβλίο: Βίος και Λόγοι Αγίου Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου 

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

https://www.entaksis.gr/na_agapame_tin_ekklisia/