
Γράφει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος Ζιόμπολας
Σήμερα εὑρισκόμεθα σὲ πρωτόγνωρα φαινόμενα τῶν δύο φύλων. Ἔχουν μηδενίσει κάθε σεβασμὸ ἀξιοπρέπειας ἐμπρὸς στὴ ροπή – ἕλξη, ποὺ ὁ μὲν αἰσθάνεται γιὰ τὴν δέ. Ὁ νεανικὸς κόσμος ἔτσι γεννήθηκε. Τὸ γενετήσιο ἔνστικτο εἶναι ἔμφυτο, εἶναι ὁ κύριος σκοπὸς τῆς ζωῆς, δι’ αὐτοῦ καὶ μόνον συνεχίζεται ἡ ζωὴ στὸν πλανήτη. Δὲν λέγεται τυχαῖα γενετήσιον, διατήρηση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὅμως τὸ ἔνστικτο διαρκῶς ἐκφυλίζεται ὡς τυραννικὴ δύναμη. Εἶναι ἰσχυρό, εἶναι ὁ ὑπηρέτης στὴν ὑπηρεσία τῆς ζωῆς. Σαρκολάτρες σεξουαλικοὶ τύποι ζητοῦσαν: «Ἀπαγορεύεται ἀπολύτως οἱαδήποτε ἀπαγόρευσις». Ἕνας στόχος ἡ σεξουαλικὴ ἀσυδοσία.
Ὄντως «τὴν κακίστην δουλείαν οἱ ἀκρατεῖς δουλεύουσιν» (Ξενοφῶν). Στὴν ξέφρενη ζωὴ πολλῶν ἡ σωφροσύνη, ἡ τιμὴ δὲν ἔχουν θέση. Τὸ τοῦ συγχρόνου ποιητῆ:
«Ὅλα τὰ βλέπουν ἐφήμερα,
ζοῦν μοναχὰ γιὰ τὸ σήμερα,
δὲν ἔχουν φραγμοὺς οὔτε ὅρια,
ὅλα γι’ αὐτοὺς ἐπιτρέπονται,
δὲν ξέρουν τὸ ἀπαγορεύεται.
«Μητρόπολις δὲ κακῶν ἡ ἡδονή»
Μὲ αὐτὸ κρούει τὸν κώδωνα ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Περὶ Πλατωνικοῦ λόγου: «Ἄνθρωποι κάτω ἀεὶ κύπτουσι, πρὸς δὲ τὰ ἀληθῆ ἄνω οὔτε ἀνέβλεψαν οὔτε ὑψώθησαν, οὐδὲ δικαίας τε καὶ καθαρᾶς ἡδονῆς ἐγέμισαν τὸν νοῦν». Ὄντως «τὰς ἡδονὰς θήρευε τὰς μετὰ δόξης», Ἀρχαῖος σοφός.
Πολὺς λόγος γιὰ τὸ γυναικεῖο κάλλος. «Κάλλος, ἤ νόσος ἀνήλωσε, ἤ χρόνος ἐμάρανε» (Ἰσοκράτης).
«Σκόπιμόν τι περί τούτου φησὶν ἡ «σοφία;» ἀποθέσει τις πῦρ ἐν κόλπῳ τὰ δὲ ἱμάτια οὐ κατακαύσει; Ἤ περιπατήσει τις ἐπ’ ἀνθράκων πυρὸς τοὺς πόδας οὐ κατακαύσει;». Ὅμως τὴν ζωντανὴ πυρὰ ποὺ λέγεται γυναίκα πῶς νὰ τὴν κάμνης διαφορετικὰ ἀπ’ ὅ,τι εἶναι, ὥστε νὰ μὴ διεγείρη τὸ σῶμα του, «φλογίζει ἀκάνθας ἐνοχῶν».
Περὶ Ναρκίσσου – ναρκισσισμοῦ: Νάρκισσος ὁ μυθικὸς υἱὸς τοῦ ποταμίου θεοῦ Κηφισσοῦ καὶ τῆς νύμφης Λειρώτης. Τὸ μυθικὸ πρόσωπο ἐγοητεύθη ἐκ τῆς ἰδίας αὐτοῦ μορφῆς, τὴν ὁποίαν εἶδεν ἀντικατοπτριζομένην εἰς τὸ ὕδωρ μιᾶς πηγῆς – λίμνης. Ἐκεῖ πλέον ἔκυπτε διὰ νὰ θαυμάζη τὸν ἑαυτό του. Τοῦτο συνεχίστηκε ἕως ποὺ πέθανε. Στὸν τόπο τοῦ θανάτου του ἐβλάστησε τὸ ὁμώνυμον ἄνθος νάρκισσος.
Περὶ φεμινισμοῦ: Φεμινισμός, ἀπὸ τὸ Femina=γυναίκα, εἶναι ἡ διάθεση – πρόνοια – ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ὄντως βελτίωση τῆς θέσεως τῆς γυναικός. Εἶναι ἡ μέριμνα διὰ τὸ ἥμισυ καὶ πλέον τῆς ἀνθρωπότητος, καὶ τοῦ ἀνδρικοῦ φύλου. Ἐξίσωση δηλαδὴ αὐτῆς πρὸς τὸν ἀφέντη ἄνδρα: «Ἄνδρες ἦσαν οἱ νομοθετοῦντες καὶ κατὰ γυναικῶν ἡ νομοθεσία», τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἡ ἰσότητα τῶν δύο φύλων συνάντησε ἀντίδραση ὅτι ἡ γυναίκα ἦταν κατώτερο ὄν. Διατηρήθηκε γιὰ ἀρκετὸ χρόνο τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου. Ὑπῆρξαν δὲ χῶροι ὅπου παρέμεινε σκλάβα. Ὡς πρὸς τὸ διαζύγιο ἀποπομπῆς τῆς γυναίκας καὶ ὄχι τανάπαλιν. Τὰ λέει ὅλα ἡ πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ (η΄ 28). Ἀκούστηκε δὲ κάποτε ὅτι: «ἄνθρωποι εἶναι καὶ οἱ γυναῖκες».
Ἀπὸ τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα ἄρχισε νὰ καταστρώνεται ὁ προγραμματισμὸς τοῦ φεμινιστικοῦ κινήματος. Μᾶλλον ἡ ἀρχὴ ἔγινε πρὸ τοῦ 1940 στὸ δημόσιο ὡς δασκάλες, προϊσταμένες, νοσοκόμες κ.ἄ. Μὲ τὸν νόμο 3121 τοῦ 1956 θεσπίστηκε ὅτι οἱ γυναῖκες δύνανται νὰ ἀσκοῦν πάντα τὰ δημόσια λειτουργήματα.
Καὶ ταῦτα γιὰ τὶς φυσικὲς σχέσεις τῶν δύο φύλων. Βέβαια ὑπεύθυνες εἶναι στὶς σχέσεις γάμου, οἰκογενείας, παραβάσεις ἔχουμε τὶς πορνεῖες καὶ μοιχεῖες. Ἰσόβιο ψυχῆς φάρμακο εἶναι ἡ ὄντως ἰσόβια ΜΕΤΑΝΟΙΑ. Ἀκόμη περὶ γυναικῶν: Ὁ Εὐριπίδης ἀναφέρει ὅτι στὰ σκλαβοπάζαρα ἀγόραζες καὶ γυναῖκες, εἶχαν κρεμασμένη καὶ τὴν τιμή. Ὁ Φεμινισμὸς ἐπὶ τέλους ἔφερε ἐξασθένηση τῆς προίκας. Μηδένισε ἐπίσης τὴν τόση ἕως τότε κηδεμονία τοῦ ἀνδρός.
* * *
Πέραν αὐτῶν, πηγαίνουμε στὶς παρὰ φύσιν σχέσεις τοῦ αὐτοῦ φύλου, ὅπου ἀπὸ Ἄνωθεν πλέον εἶναι πέρα ὥς πέρα σχέσεις ἀφύσικες, ἀπόλυτα ἔνοχες, ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα ὡς θεομίσητες πράξεις. Μᾶλλον ἅπαξ ἀναφέρεται αὐτὸς ὁ χαρακτηρισμός.
«Ὅτι δὲν θὰ καταρασθῶ πλέον τὴν γῆν ἐξ αἰτίας τῶν πονηρῶν ἔργων τῶν ἀνθρώπων, μολονότι αὐτὰ ἔφεραν τὸν κατακλυσμὸ στὸν πλανήτη. Καὶ τοῦτο διότι ὁ ἄνθρωπος διάκειται «ἐπιμελῶς εἰς τὸ πονηρὸν ἐκ νεότητος αὐτοῦ».
«Δὲν θὰ πλήξω ἄλλην φορὰν κάθε ζωντανὴν ὕπαρξιν ἐπὶ τῆς γῆς» (Γέν. η΄ 21-22).
Καὶ ὅμως παρὰ τὴν δήλωση αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, δὲν τηρήθηκε ὁ λόγος του, ἀφοῦ συνέβησαν τὰ Σοδομογόμορρα. Οὐδὲν σχόλιον ἐκ μέρους μας.
Πλέον ἡ θεία φωνὴ ἐπὶ Σοδόμων καὶ Γομόρρας «ὅτι πεπλήθυνται πρός με αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα» (Γέν. ΙΗ΄ 22-24).
Οἱ κυβερνῶντες αὐτοῦ τοῦ θεομίσητου εἶναι ἄμεσα ὑπέρ του, ἕως στὸ γραφεῖο Μαξίμου τοῦ Πρωθυπουργοῦ μὲ ἕνα Πατέλη. Οὔτε ἀντέδρασε ὁ Μητσοτάκης ὅτι ἔχει γνωρίσει τὸν ξένον «σύζυγόν του» καὶ τὸν ἀποδέχεται. «Ὁ κόσμος μὲ τὸν ὁποῖον συνεργάζομαι στὴν κυβέρνηση ξέρει ὅτι εἶμαι γκέϊ καὶ δὲν τοὺς νοιάζει». Ζητούμενο ἄν μεταξὺ τῶν κυβερνώντων Εὐρωπαίων εἶναι ὁ Μ. πρῶτος.
Ὁ ὄντως ἀρσενοκοίτης: «Καὶ ἀνδροφόνων χείρους, ὄντως ναδὶρ πωρώσεως. Οὐδὲ γὰρ τοῦτο ὅτι γέγονας γυνή, ἀλλ’ ὅτι ἀπώλεσας καὶ τὸ εἶσαι ἀνήρ. Τί γὰρ ἀνδρὸς πεπορνευομένου; Ὤ τῆς μανίας! Ὤ καὶ τῶν ἀλόγων ἀνοητότεροι, καὶ κυνῶν ἀνεδέστεροι! (οὐδαμοῦ μίξις παρ’ ἐκείνοις. Ὑμεῖς καὶ τῶν ἀλόγων ἀτιμότερον τὸ γένος» (Ἰ. Χρυσ. P.G. 606 411, 696).
Ἀπὸ τὰ ἠθικὰ Εὐδήμεια τοῦ Ἀριστοτέλους: «πολλὰ γὰρ οὔτε κατὰ φύσιν οὔτε μαθοῦσιν, ἀλλ’ ἐθισθεῖσιν ὑπάρχει τοῖς ἀνθρώποις, φαῦλον μὲν τοῖς φαύλοις ἐθισθεῖσιν, χρηστὰ δὲ τοῖς χρηστοῖς».
Κίναιδος ὁ κινῶν τὴν Αἰδῶ. Κιναιδεία ἡ παρὰ φύσιν ἀσέλγεια. Εἰς τὴν ἀκμάζουσα ἀρχαιότητα ἡ λέξη ἦταν δυσφημιστική, ἔθιγε τὴν αἰδῶ, ὁ κίναιδος ἦτο ὡς κακοήθης καὶ αἰσχρός: «Ὁ τῶν κιναίδων βίος, βίος δεινὸς καὶ αἰσχρὸς καὶ ἄθλιός ἐστιν» (Νόμοι Πλάτωνος 636 c, Πλάτωνος Γοργίας 4941.
Μιὰ πονεμένη πληγὴ τοῦ ὅλου θέματος, ποὺ δὲν ἔχει περάσει, εἶναι τὰ μαράζια τῶν μητέρων, ποὺ ξέφυγαν τὰ παιδιά των πρὸς τὸ πάθος. Ἀξεπέραστος ὁ ψυχικός των πόνος, ἀγιάτρευτη ἡ «πληγὴ» καὶ ἰσόβιο τὸ μαράζι. Πόνος μέχρι δακρύων. Ὅταν δὲ σημαίνει νὰ ὑπάρχουν καὶ ἄλλα ἀδέλφια στὴν οἰκογένεια, ποὺ ἀντιδροῦν, τότε ἡ φαγωμάρα ἴσως καὶ ἰσόβια.
Καὶ τέλος μία φράση τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου: «διὰ τοῦ πάθους αὐτοῦ τὸ ἀνθρώπινο γένος στασιάζει». Πανεπιστημιακὸς δηλώνει ὅτι: διατρέχουν κίνδυνο κατάθλιψης, ἀγχώδους διαταραχῆς. Ἄνδρες καὶ γυναῖκες εἶναι νευρωτικοί, καταθλιπτικοὶ καὶ στὴν ταυτότητα καὶ τὸ ρόλο τοῦ φύλου.
Καὶ τέλος γιὰ τὸ ἄγνωστον σπερματικὸν ὑγρόν: «Μὲ τὴν διατήρησιν αὐτοῦ στὸν ὀργανισμὸν καὶ τὴν ἀπορρόφησίν του ἀπὸ τὸ αἷμα ἀναπτύσσονται καὶ αὐξάνονται ὅλα τὰ ὄργανα τοῦ σώματος, στερεώνονται τὰ ὀστᾶ καὶ οἱ μῦς καθὼς καὶ τὸ νευρικὸν σύστημα ἰδιαιτέρως ἐνισχύονται αἱ διανοητικαὶ δυνάμεις. Τὸ σῶμα διατηρεῖται ἀπὸ τὸ ὑγρὸν ἀνθηρὸν καὶ ρωμαλέον προπαντὸς ὁ νοῦς. Ἐχαρακτηρίσθη τοῦτο ὡς «συγκεντρωμένη ζωτικότης». Ὡς πρὸς τὸ γενικὸ ὑπὲρ παραμένει στὸν ὀργανισμό».
«Κορυφαῖοι ἰατροὶ βεβαιώνουν ὅτι μία οὐγγιὰ τὸ δωδεκατημόριον τοῦ ἀσσαρίου, τοῦ ζωτικοῦ αὐτοῦ ὑγροῦ, ἰσοδυναμεῖ πρὸς 40 οὐγγιὲς αἵματος. Ὁ Ἱπποκράτης τονίζει ὅτι ἀποτελεῖ τὸ σπερματικὸν ὑγρόν: τὸ ἰσχυρότατον. Ὁ Γαληνὸς λέγει: Ὁ χυμὸς αὐτὸς εἶναι ὁ εὐγενέστερος ὅλων τῶν ἄλλων καὶ ἔχει τὰς φλέβας καὶ τὰ νεῦρα του ποὺ τὸ μεταφέρουν ὅλων τῶν μελῶν τοῦ σώματος εἰς τὰ γεννητικά μόρια. Ὁ Ἀριστοτέλης τὸ ἀποκαλεῖ ἄνθος τῶν χυμῶν μας, ποὺ ἔχει δύναμιν νὰ παράγει σώματα, ὅμοια τοῦ παράγοντος αὐτά: Ὁ Πυθαγόρας λέγει ὅτι: εἶναι τὸ ἄνθος τοῦ καθαρωτέρου αἵματος: Ὁ Πλάτων τὸ χαρακτηρίζει ὡς ἐκροὴν τοῦ μυελοῦ σπονδυλικῆς στήλης. Ὅλοι τὸ σπέρμα αὐτὸ τὸ θεωροῦν ὡς ἕν ἰδιάζον ρευστὸν ὑπὸ τὸ ὄνομα. Ζωτικῆς δύναμις. Ὁ Μονὲν λέγει ὅτι τὸ σπέρμα τοῦτο εἶναι σταγὼν τοῦ ἐγκεφάλου. Ὁ Ὄφφαν ὅτι εἶναι στενὴ σχέσις μεταξὺ τοῦ ἐγκεφάλου καὶ τῶν γεννητικῶν μορίων.
Εἴθε ὁ Μέγας καὶ ἔνδοξος Ἀλέξανδρος, ὅπου τὸ γραφόμενο αὐτὸ ἀφιερώθηκε νὰ ἔχει πετύχει τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς. Παρότι ἔφυγε τόσο νέος, ἄφησε τὴν τόσο καλὴ καὶ ἔνδοξη φήμη, μάλιστα «τί δεῖ πράττειν», ὁ ἄνθρωπος. Παραμένει πρότυπο ἀνθρωπίνης ζωῆς, ὡς καὶ Ἕλληνας, ὅπου διαπαντὸς καὶ ὡς ἐγκρατὴς νέος, τιμᾶ τὴν ἔνδοξη Ἑλλάδα μας.