Κυριακή 27 Ιουλίου 2025

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ: ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΙΣ- Η ΠΤΩΣΙΣ ΤΗΣ (28)

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ» 

179. Ἄνθρωποι εἴμεθα ὅλοι· ἄνθρωπος ὅμως μόνο σιγά-σιγά γίνεται ἕνας: αὐτός πού δέν ἐντροπιάζει τήν θεία καταγωγή του· ἐνῶ Ἄνθρωπος (μέ μεγάλο τό Α) εἶναι μόνο ὁ μονογενής Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος γιά τούς ἀνθρώπους, ἐνῶ ἦτο Θεός, ἔγινε Ἄνθρωπος.

180. Ἐγνωρίζαμε ὅτι ἔχουμε μία θεία καταγωγή, ὅτι εἴμεθα ἀθάνατοι στήν ψυχή, ὅτι εἶναι ἕνας μόνο Θεός, πνευματικός, ἀόρατος-ἐγνώριζαν αὐτά καί οἱ Δᾶκες γιά τόν θεό τους Ζαλμωξῆ πού κατοικοῦσαν στά μέρη μας-ἀλλά μέ τήν ἔλευσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς Ἀνθρώπου ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων, στήν ἱστορία ἀνακαινίζεται ἐξ ὁλοκλήρου ἡ ἀνθρώπινη φύσις.

181. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα καί ὁμοίωσι Θεοῦ, ζοῦσε μέσα σ᾿ ὅλη τήν θαυμαστή κτίσι γιά τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἀντανακλοῦσε ἐπάνω του ὅπως ὁ ἥλιος τίς ἀκτῖνες του ἐπάνω σέ μιά σταγόνα δροσιᾶς.

Ὁ νοῦς, ἡ ἐπιθυμία, ἡ σκέψις, ἡ ἀγάπη, ἡ θέλησις ἦσαν ἑνωμένα τό ἕνα μέ τό ἄλλο καί μέ τήν ἴδια ματιά θεωροῦσαν τόν Θεό. Ἐνῶ τό σῶμα, ὄντας ἀπό τήν γῆ, μή ἔχοντας ἀπό μόνο του τήν ἐμπαθῆ ἐπιθυμία, συντροφευόταν, θά ἐλέγαμε σήμερα, μ᾿ αὐτή τήν θεία θεωρία. Αὐτό ἦτο τό ἀρχαῖο θεμέλιο στό ὁποῖο μποροῦσε νά τελειοποιηθῆ ἡ ὁμοίωσις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό.

182. Ὁ νοητός ἐχθρός ἔδωσε τόν πρῶτο πόλεμο μέ τόν Ἀδάμ στόν παράδεισο καί δι᾿ αὐτοῦ μέ ὅλους μας, δεδομένου ὅτι ὅλοι προερχόμεθα ἀπό τόν Ἀδάμ (Ρωμ.5,12). Εἶναι ὁ πρῶτος πόλεμος τόν ὁποῖον ἔχασε ὁ ἄνθρωπος. Τίς καταστρεπτικές του συνέπειες ὅμως δέχθηκε καί ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος, χιλιάδες χρόνια στήν σειρά· καί αὐτό πού ἔκανε ὁ Ἀδάμ, τό κάνουμε κι ἐμεῖς, ὁ καθένας.  Εἶναι γνωστόν ὅτι στό μέσον μπῆκε ἡ παρακοή, ὁ ἐξευτελισμός μιᾶς ἀξίας πού δόθηκε στόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό (ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής).

183. Ἰδού ὁ φαῦλος κύκλος, τόν ὁποῖον προκάλεσαν ἐπάνω στήν ἀνθρώπινη φύσι οἱ δυνάμεις καί ἐξουσίες τοῦ σκότους, πού ἐνδύθηκαν μυστικά τήν αἴσθησι τῆς φύσεώς μας καί ἀνέλαβαν  ἕνα ἔργο ἐναντίον τῆς φύσεώς μας καί ἐναντίον τῆς ὑπακοῆς πρός τόν Θεόν.

184. Ἡ πτῶσις τῆς φύσεώς μας στόν πειρασμό εἶναι τό ἴδιο μέ τήν συντριβή πού κάνει στόν ἄνθρωπο κατά μόνας. Μέ τόν παρακάτω τρόπο:

Ὁ νοῦς φθείρεται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί τήν κενοδοξία, πιστεύοντας στόν πειράζοντα, ὅτι θά εἶναι σάν θεός, γνωρίζοντας τό καλό καί τό κακό.

Ἡ αἴσθησις ἤ ἡ ἀγάπη πού ἐστράφη στό σῶμα καί ἄναψε ἀπό τήν ἐμπαθῆ ἐπιθυμία.

Ἡ θέλησις μέ φόβο καί ἐντροπή ἐπέστρεψε στόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος αἰσθανόμενος τόν ἑαυτό του γυμνό, κρύφθηκε ἀπό τόν Θεό.

Καί, ὅταν τόν ἐκάλεσε ὁ Θεός μέ τ᾿ ὄνομά του, ὁ Ἀδάμ δέν Τόν ἔβλεπε, ἀλλά μόνο Τόν ἄκουε, ἀφοῦ ἡ ματιά τῆς συνειδήσεώς του εἶχε τώρα στραφῆ ἀπό τόν Θεό στόν ἑαυτό του, πού τόν ἔβλεπε νά εἶναι γυμνός. Συνεπῶς, ὅταν ἀνεγνώρισε τό σφάλμα του, ὁ νοῦς του ἦτο ἀδύνατος, ἡ καρδιά τραυματισμένη μέ τήν φιλαυτία ὥστε ἡ ἀρρωστημένη πλέον γνῶσι του εἶχε βγάλει τό συμπερασμα ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἔνοχος γιά τήν ἐρήμωσί του.

185. Ἀπό τότε ἡ φύσις μας εὑρίσκεται σέ διπλή ἔχθρα:

1. Ἐσωτερική ἔχθρα: μέ τόν Θεό καί μέ τόν ἑαυτό της

2.Ἐξωτερική ἔχθρα: μέ τόν συνάνθρωπο καί ὁλόκληρη τήν κτίσι.

Ἡ ἔχθρα αὐτή μᾶς ἀκολουθεῖ σάν ἕνας τιμωρητικός νόμος δοσμένος στήν φύσι μας· αὐτή σκοτίζει τήν μορφή μας ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἡ ψυχή δέν σκοτίζεται τελείως, διότι ἔχει ἀκόμη τήν συνείδησι. Σάν ἕνα ἄστρο τό ὁποῖο δέν σβήνει ἀπό τόν οὐρανό τοῦ Παραδείσου καί πάντοτε μᾶς ὁδηγεῖ τόν νοῦ στήν θεία μας καταγωγή καί μᾶς ὁδηγεῖ  σέ μία ἐσωτερική ἀναγέννησι.

186. Ἡ κακία εἶναι μία τιμωρία, ἕνας πρόωρος θάνατος, ὁ ὁποῖος βασανίζει τήν φύσι, ἀλλά δέν εἶναι θάνατος φυσικός, εἶναι μία ἀποξένωσις τῆς φύσεως. Αὐτήν τήν κακία θέλει ὁ Θεός νά τήν ἐκδιώξη ἀπό τήν φύσι μας, ἀλλά μέ τήν βοήθεια τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος καί τήν εἰσήγαγε στήν φύσι του. Ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήν ἀποστολή αὐτοῦ τοῦ ἔργου: «Ἰδού ἐγώ στέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων».

Φύσις διεστραμμένη καί φύσις καθαρή, πρωταρχική, ἁγνή στέκονται ἡ μία μέ τήν ἄλλη σέ ἀναφορά μπροστά σ᾿ ἕνα αμνό πού πίνει νερό σ᾿ ἕνα ποτάμι καί ἀπέναντι ἀπό τόν λόφο ἔρχεται ὁ λύκος γιά νά συλλάβη τόν ἀμνό. Εἶναι μεγάλος παραλογισμός καί ποικιλία παθῶν πού ἔχουν εἰσέλθη στήν φύσι.Τό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ, πού δόθηκε καί στούς ἀμνούς (μαθητές Του) εἶναι ἡ ἀπαλλαγή τῆς φύσεως ἀπό τόν παραλογισμό, ἀπό τήν ἀγριότητα, ἀπό τήν γελοιογραφία τῆς ὑπάρξεώς μας, ἡ ὁποία ἔχει καταντήσει νά εἶναι δαιμονική.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὑπολογίζει τό πρωταρχικό ἀνυπο­λόγιστο νόημα, πού ὑπάρχει ἀκόμη στήν φύσι, ὁπότε σημαίνει ὅτι εἶναι συμπιεσμένο, ἀλλά ἱκανό νά ἐπανακερδίση τίς διαστάσεις καί τήν παραδεισένια ἀξία: Τό ὑψηλό νόημα τῆς Χάριτος. Καθώς αὐτά εἶναι ἔτσι, ἐμεῖς μένουμε στίς μαρτυρίες τῶν ἀμνῶν τοῦ Θεοῦ, στούς ἁγίους, γύρω ἀπό τούς ὁποίους τά ἄγρια ζῶα ἐνημερώνοντο.

187. Ἡ ἁμαρτία ἤ ἡ πτῶσις τῆς φύσεώς μας μᾶς ἔκανε νά χάνουμε: τήν εἰρήνη μέ τόν Θεό, τήν ἐσωτερική μας εἰρήνη, τήν εἰρήνη μέ τούς ἀνθρώπους καί τήν εἰρήνη μέ ὁλόκληρη τήν φύσι. Μᾶς ἐξαγρίωσε ἀπό πάσης πλευρᾶς ἡ ἁμαρτία τόσο πολύ ὥστε νά μᾶς «φοβᾶται»ἀκόμη καί ὁ Θεός. Ἰδού, λοιπόν γιατί καί τά ζῶα φεύγουν ἀπό τόν ἄνθρωπο.

188. Ἡ ἀνθρώπινη φύσι μας ἐξωμοιώθηκε μέ τά γνάφαλλα (ἀπορρίματα ἐρίων, μαλλιῶν προβάτων) καί τά πάθη μας μέ τήν φωτιά. Ἐάν πλησιάσης τό ἔριο στήν φωτιά ἀνάβει ἀμέσως καί καίγεται, ἔτσι καί τά πάθη μέ μία λάγνα ματιά ἀνάπτουν.

189. Δέν καταγόμεθα ἀπό τόν πίθηκο, ἀλλά βαδίζουμε μέ πηδηχτά βήματα πρός αὐτόν.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ  ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (+1910-1989) «ΜΕΓΑΣ ΚΑΘΟΔΗΓΟΣ ΨΥΧΩΝ», ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΣΟΦΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΛΟΓΩΝ ΣΕ 500 ΚΕΦΑΛΑΙΑ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου