
Αὐτοὺς τοὺς λόγους εἶπε πρὸ 4 ἐτῶν εἰς ἐποχὴν κορωνοϊοῦ ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Μακάριος καὶ προσέθεσε:
«Δὲν εἶναι κανένας πιὸ δραστήριος ἀπὸ τὸν Δεσπότη. Ὅσο δραστήριοι καὶ ὅσο πιστοὶ καὶ ἂν εἶναι, προηγεῖται ὁ Δεσπότης καὶ ἀκολουθοῦν ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι…».
Ὁμολογοῦμεν ὅτι ἡ «Ἀνοιχτὴ ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Μοναχὸ π. Δοσίθεο τῆς Ἱ.Μ. Ἁγίας Σκέπης Παραποτάμου», ἡ ὁποία ἀπεστάλη προσφάτως ἀπὸ τὸν Μητροπολίτην Σιδηροκάστρου, ἦτο εἰς πλεῖστα σημεῖα ἀκατανόητος. Ἀναφέρεται εἰς τὴν στάσιν τοῦ π. Δοσιθέου ἀπέναντι εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Βαρθολομαῖον, τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Κύπρου Γεώργιον καὶ τὸν Μητροπολίτην πρώην Πάφου Τυχικόν. Σταχυολογοῦμεν ὁρισμένα ἀπὸ τὰ ἀντιπροσωπευτικώτερα δείγματα τῆς ἐπιστολῆς ἀπὸ τὸ ἱστολόγιον «romfea.gr» τῆς 25ης Μαΐου 2025:
«Ποῦ ἀνακαλύψατε σεῖς ὅτι εἶναι (ἐννοεῖται ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως) Οἰκουμενιστὴς καὶ τόσες ἄλλες κατηγορίες, ποὺ ἐκτοξεύετε ἐναντίον του; Σὲ μᾶς δὲν ἔδωσε ποτὲ τέτοια εἰκόνα. Οὔτε εἶπε κάτι. Πάντοτε συνετός, συνεπής, πάντοτε προσεκτικός, πάντοτε πιστὸς στὶς παραδόσεις καὶ τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἑπόμενος τῶν Πατέρων. Πανταχοῦ παρὼν μὲ σύνεση καὶ ὑπευθυνότητα. Ποιὸν πρόδωσε καὶ ποιὸν καὶ πότε; … Γιατί τὸν σταυρώνετε πάλιν καὶ πολλάκις. Σεβαστεῖτε τὸ γεγονός, ὅτι ἀνέδειξε τὴν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία διὰ τῶν ἐνεργειῶν του, εἶναι πανσέβαστη παγκοσμίως, χωρὶς νὰ ἀλλάξει ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία».
Ἐν συνεχείᾳ ὑπογραμμίζει τὴν ἁπλότητα καὶ ταπεινὴ βιοτὴν τοῦ Πατριάρχου, διὰ νὰ καταλήξη:
«Δὲν βλέπετε ἀλήθεια ὅτι εἶναι πραγματικὸς πατέρας;»
καὶ ὅτι ὅλοι μας ὀφείλομεν:
«σεβασμὸ καὶ ὑπακοή… στὸν πολυσέβαστο Πατριάρχη μας.»
Μέμφεται τὸν π. Δοσίθεον διὰ «πολυλογία» καὶ «κορῶνες», προκειμένου νὰ πείση:
«ἐκφοβίζοντας τοὺς ἀκροατὲς … μὲ δῆθεν αἱρετικὲς διδασκαλίες καὶ ἰδεοληψίες καὶ ἐχθροὺς καὶ προδότες … ἀπὸ τοὺς Λατίνους, τὸ Βατικανό, τὸν Πάπα καὶ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ τοὺς μασόνους»,
τοὺς ὁποίους χρησιμοποιεῖ ὡς «ἄλλοθι» διὰ τὴν ὑποστήριξιν τῶν θέσεών του.
Γενικὰ μὲ τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας ἐπισημαίνεται εἰς τὴν ἐπιστολήν: Ἐνῶ ὁ ἴδιος «γιὰ τὸ ταπεινὸ μοναστηράκι» του, τὸ ὁποῖο «θὰ ἔπρεπε νά’ ναι τὸ κέντρον τοῦ ἐνδιαφέροντός» του, δὲν κάνει «οὔτε καὶ τὰ αὐτονόητα», γίνεται «ἱεροκατήγορος»:
«Εἴμαστε οἰκουμενιστές; Εἴμαστε ἀνήθικοι; Εἴμαστε μασόνοι; Πεῖτε μας. Μὲ στοιχεῖα καὶ ὄχι μὲ ἀερολογίες καὶ λόγους φανατισμοῦ καὶ ἀκροτήτων».
Τέλος καὶ ὡς πρὸς τὴν ἔκπτωσιν τοῦ Μητροπολίτου Πάφου Τυχικοῦ τονίζει, ὅτι:
«χθὲς ἀπεφασίσθη καὶ δικαίως ἡ ἔκπτωσή του ἀπὸ τὸν θρόνο τῆς Μητροπόλεως Πάφου».
Ὡς πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Κύπρου Γεώργιον ἀποφαίνεται ὅτι ἡ Μητρόπολις Σιδηροκάστρου τοῦ ὀφείλει εὐγνωμοσύνην διὰ τὴν περυσινήν του ἐπίσκεψιν καὶ τὴν ἀνάδειξιν τοῦ Κυπριακοῦ προβλήματος, διὰ νὰ ἀκολουθήση ἡ μομφὴ πρὸς τὸν π. Δοσίθεον:
«Σεῖς ὅμως τὸν κατηγορήσατε ὡς οἰκουμενιστή, ἀθεόφοβο καὶ μασόνο.» Καὶ λίγο παρακάτω σημειώνει, χωρὶς κανένα στοιχεῖο ἐπὶ τῆς οὐσίας: «μία Ἐκκλησία καὶ μία Σύνοδος εἶναι πλανεμένη καὶ ὄχι ἕνας Μητροπολίτης, ὁ νεότερος στὴν ἡλικία …; π. Δοσίθεε, δὲν γνωρίζετε πολλὰ πράγματα ἢ καὶ καθόλου. Ἀγνοεῖτε τὶς ἀλήθειες, τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων καὶ γίνεσθε κριτὴς καὶ κατακρίνετε τοὺς πάντες. Τυχαῖα ἀσχολήθηκε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Κύπρου μὲ ἕνα Μητροπολίτη της; Τυχαῖα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης; Τυχαία ἡ Ὑπουργὸς Παιδείας τῆς Ἑλλάδος; Τυχαῖα ἡ Πρεσβεία τῆς Κύπρου στὴν Ἀθήνα;»
Ἐπανερχόμεθα εἰς αὐτό, τὸ ὁποῖον ὡμολογήσαμεν εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ἀναφορᾶς μας εἰς τὴν ἀνοικτὴν ἐπιστολήν, ὅτι πολλὰ σημεῖα της μᾶς ἦσαν ἀκατανόητα, ἰδίως ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν εἰς τὸ ζήτημα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ Πατριάρχου Κων/πόλεως. Ἐδημιουργήθη ὁ προβληματισμός: Μήπως ἡ ἰδική μας ζωὴ ἐξελίσσεται εἰς ἕνα παράλληλον, εἰς ἕνα φανταστικὸν κόσμον; Τελικῶς τὸ βίντεο, τὸ ὁποῖον ἀνεκαλύψαμεν μὲ τὴν θέσιν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μακαρίου, ὅτι ὁ ἑκάστοτε Δεσπότης εἶναι τὸ μέτρον τῶν πάντων, μᾶς ἤνοιξε μίαν δίοδον εἰς τὴν κατανόησιν; Ἰδιαιτέρως εἰς αὐτά, τὰ ὁποῖα λέγονται διὰ τοὺς Λατίνους καὶ τὸν Πάπαν ἀπορεῖ ὁ ἁπλὸς πιστός: Δὲν λέγουν τίποτε οἱ Ἅγιοί μας Μέγας Φώτιος, Μᾶρκος Εὐγενικός, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Νεκτάριος Αἰγίνης, Ἰουστῖνος Πόποβιτς καὶ τόσοι ἄλλοι, εἰς τοὺς ὁποίους εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀναφερθῶμεν λόγῳ ἐλλείψεως χώρου, εἰς τὸν Σεβασμιώτατον Μακάριον; Τὸ μόνον ἐκκλησιαστικὸν κριτήριον εἶναι ὁ Παναγιώτατος Πατριάρχης Κων/πόλεως Βαρθολομαῖος; Ὡς πρὸς τὴν ἔκπτωσιν τοῦ Μητροπολίτου Πάφου Τυχικοῦ δὲν ὀφείλει νὰ ἴδη κανεὶς τὰς κατηγορίας καὶ τὴν διαδικασίαν, τὴν ὁποίαν ἠκολουθήθη. Ἐννοεῖται, ὅτι ζῶμεν εἰς κράτος δικαίου καὶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας ὄχι μόνον ὀφείλει νὰ τηρῆ τὰ τοῦ κράτους δικαίου, ἀλλά, οὖσα Σῶμα Χριστοῦ καὶ ἔχουσα ὡς Κεφαλὴν τὸν μόνον δίκαιον Κύριόν μας Ἰησοῦ Χριστό, ὀφείλει ἀπείρους φορὰς νὰ ὑπερβαίνη τὸ κοσμικὸν δίκαιον.