«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
ΙΛΑΡΙΩΝΟΣ ΦΕΛΕΑ
ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
(+1940)
ΕΓΚΟΛΠΙΟ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΤΡΟΣ
καί περί Μετανοίας
Μετάφρασις: Μοναχός π.Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
2008
Πρόλογος
Πρίν ἀπό πολύ καιρό τώρα σκέπτομαι νά γράψω ἕνα ἔργο περί μετανοίας. Ἐδῶ καί 12 χρόνια εἶμαι καί ἐξομολόγος καί ἔχω καταλάβει ὄχι μόνο τήν ὄντως λυτρωτική σημασία τοῦ Μυστηρίου τῆς ἱερᾶς ἐξομολόγησης, ἀλλά καί τίς ἐλλείψεις καί τίς δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζει ὁ Πνευματικός ἱερέας στήν ἐπιτέλεσι αὐτοῦ τοῦ θείου ἔργου.
Στήν ρουμανική γλῶσσα ἔχουμε ἀρκετά βιβλία περί τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας τῆς μετανοίας, ἀλλά εἶναι ἐλάχιστα αὐτά πού ἱκανοποιοῦν τίς πνευματικές ἀνάγκες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς τῆς ἐποχῆς μας. Ἕνα μεγάλο μέρος τῶν πιστῶν ἔχουν ἀρκετές ἀμφιβολίες σχετικά μέ τήν ἐξομολόγηση. Γι᾿αὐτό δέν προσέρχονται μέ τήν πρέπουσα προετοιμασία, ἐνῶ ἄλλοι ἔχουν ἀπομακρυνθῆ τελείως ἀπ᾿αὐτήν. Τήν χρησιμοποιοῦν ὅμως μέ φανατισμό οἱ αἱρέσεις–μέ τόν τρόπο τους βέβαια,- σάν ἕναν νεωτερισμό κι ἔτσι προκαλοῦν ἀμφιβολίες καί συγχύσεις, οἱ ὁποῖες ἀνοίγουν τήν πόρτα τοῦ προσηλυτισμοῦ.
Συνάντησα ἀκόμα καί ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδή δέν καταλαβαίνουν ἐπαρκῶς τό νόημα τοῦ ὅρου μετάνοια, τόν ἀντικατέστησαν, ὅπου ἦταν δυνατόν, στίς ὁμιλίες τους καί στά ἀναγνώσματα τῶν λειτουργικῶν τους βιβλίων, μέ τόν ὅρο μεταμέλεια, γιά νά μή μπορέσουν νά τόν ἐκμεταλλευτοῦν οἱ αἱρετικοί, λόγῳ τάχα τῶν μεταμελημένων αἱρετικῶν. Ὁπότε θά ἦταν κἄπως ἐπικίνδυνο νά μιλᾶμε πιά περί ἐξομολόγησης.
Ἡ πιό δύσκολη καί σημαντική διακονία τοῦ ἱερέως εἶναι τό πνευματικό του ἔργο, τό ὁποῖο εἶναι δυστυχῶς παραμελημένο τόσο στίς θεολογικές σχολές ὅσο καί στήν ποιμαντική ζωή τῶν ἐνοριῶν. Ἐπί πλέον τό ἱερό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης παρουσιάζει μεγάλες διαχριστιανικές διαφορές, ἀπό τίς ὁποῖες μερικές εἶναι πολύ σοβαρές γιά τήν χριστιανική ἱστορία καί τήν Ἐκκλησία. Ἐννοοῦμε ἐδῶ τά συγχωροχάρτια. Ποιά εἶναι ἡ στάση καί ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι αὐτῶν τῶν διαφορῶν; Τί νά πιστεύουμε καί νά διδάσκουμε τούς ἄλλους περί τῆς μετανοίας, πῶς νά συμπεριφέρεται καί νά ἐργάζεται ὁ Πνευματικός πατήρ; Τί ζητεῖ ο εὐσεβής λαός καί ποιό τό κῦρος καί ἡ σπουδαιότης τῆς ἱερωσύνης; Εἶναι ἐρωτήσεις στίς ὁποῖες ζητοῦνται συγκεκριμένες ἀπαντήσεις ἀπό ἐμᾶς.
Σχετικά μ᾿ αὐτές τίς διαπιστώσεις ἐπεσήμανα τήν ἀνάγκη μιᾶς ὅσο τό δυνατόν εὐρείας μελέτης περί τῆς μετανοίας στά πλαίσια τῆς ὀρθοδόξου σωτηριολογίας. Ἐρεύνησα στόν τομέα τῆς ἱστορίας τῶν θρησκειῶν καί τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στά ἔργα τῶν Ἁγίων Πατέρων, στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, στά λειτουργικά βιβλία τῆς Ὀρθοδοξίας ἀκόμη καί στήν ἐπιστήμη τῆς ψυχολογίας καί στήν ἐμπειρία τῶν Πνευματικῶν.
Πρέπει νά διαπιστώσουμε ὅμως καί τό ἑξῆς: Ἡ παπική ἀντίληψη τῆς μετανοίας φτάνει σέ κάποια συμπεράσματα, τά ὁποῖα εἶναι ἀντίθετα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Πατερική γραμματεία, ἐνῶ ἡ προτεστάντικη δέν βασίζεται ἀντικειμενικά στίς ἀληθινές πηγές τοῦ Χριστιανισμοῦ. Θά παρουσιάσουμε πιό κάτω τίς πλάνες περί τῆς μετανοίας καί τῶν δύο αὐτῶν μή ὀρθοδόξων ὁμολογιῶν.
Πέρα ἀπ᾿ αὐτές τίς ἐκτιμήσεις ἡ μετάνοια εἶναι μία θρησκευτική ἀνάγκη καί μία ἠθική εὐεργεσία γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν κοινωνία συνολικά. Ἡ καλύτερη διδασκαλία τῶν ἠθῶν γίνεται στήν σχολή τῆς μετανοίας, στήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης.
Ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων εἶναι μεστή ἀθλιοτήτων, πόνων καί ἀγνώστων θλίψεων. Ἡ ἁμαρτία εἶναι μία θλιβερή ἐμπειρία, μία ἀκατάπαυστη ἀνησυχία. Ἡ μετάνοια εἶναι ὄντως μέσον καί εὐκαιρία καθάρσεως τῆς συνείδησης καί πνευματικῆς ἀναγεννήσης, διακοπῆς τῶν ἁμαρτωλῶν συμπεριφορῶν καί λογισμῶν καί ἐπιστροφή στήν ἀγνότητα τοῦ βαπτίσματος. Ἡ μετάνοια εἶναι τό καλύτερο σχολεῖο ἠθικῆς καί ἐθνικῆς ἀναγεννήσης.
Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, στίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, διέταξε νά γραφτοῦν στούς τοίχους τοῦ σπιτιοῦ του οἱ ψαλμοί τῆς μετανοίας, γιά νά τούς ἔχει πάντοτε μπροστά του καί νά τούς ἀπαγγέλει. Τόσο ζωντανό ἦταν μέσα του τό συναίσθημα τῆς μετάνοιας καί ὁ πόθος τῆς σωτηρίας.
Στίς πνευματικές ἀσκήσεις καί στήν ζωή κάθε ἀνθρώπου ἡ μετάνοια εἶναι χρήσιμη καί ἀναγκαία γιά τήν συντριβή τῶν παθῶν, γιά τήν ἀποκάλυψη τῶν πόνων καί τήν ἀπαλλαγή τῆς ψυχῆς ἀπό τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν.
Ἰδού ἀρκετοί λόγοι πού μέ ὤθησαν στήν συγγραφή αὐτῆς τῆς ἐργασίας, πέραν ἀπό τό γεγονός ὅτι αὐτή ἀποτελεῖ τήν διδακτορική μου διατριβή στόν τομέα τῆς Θεολογίας.
Εἰσαγωγή
Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα ἀπό τά μέσα τά ὁποῖα προσφέρει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στούς πιστούς γιά τήν κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν τους. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας τρόπος ψυχικοῦ ἁγιασμοῦ. Ὅπως τά μικρόβια τῶν νόσων φαρμακώνουν τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί τά μικρόβια τῶν ἁμαρτιῶν φαρμακώνουν τήν ψυχή του. Ὅπως τό σῶμα δέν μπορεῖ νά συμβιβάζεται μέ τήν ἀσθένεια, οὔτε καί ἡ ψυχή δέν θέλει νά συμφιλιωθεῖ μέ τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Τό γιατρικό κάθαρσης καί ἐξιλασμοῦ τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ μετάνοια.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κακό σέ κάθε μορφή του – εἶναι ἡ ἀσυμφωνία μέ τούς νόμους τῆς φύσεως, τῆς ζωῆς καί τῆς ἀνθρώπινης καί θεϊκῆς εὐτυχίας. Παντοῦ, θρησκευτικά καί ἠθικά, μία κακή πράξη εἶναι μία ἁμαρτία. Ὁ χριστιανικός μας βασικός νόμος εἶναι ἡ ἀγάπη. Τό ἰδανικό τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ σχέσις τέλειας ἀγάπης μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους. Ὅποιος δέν ὑπηρετεῖ αὐτό τό ἰδανικό, δέν βοηθάει καθόλου στήν ὁμόνοια, στήν ἰσορροπία καί στήν πρόοδο ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀντίθετα, ὑπηρετεῖ τήν ἁμαρτία καί δι᾿ αὐτῆς αὐξάνει τό κακό στόν κόσμο, ἐπειδή τό κοινωνικό κακό προέρχεται ἀπό τό προσωπικό μας κακό.
Λίγο ἤ πολύ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἁμαρτωλοί. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ μοναδική ἐξαίρεση. Ὅλοι ἁμαρτάνουμε καί ὅλοι πρέπει νά ὁμολογοῦμε εἰλικρινά τήν ἁμαρτωλότητά μας, διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι παγκόσμια καί ἔχει μία ψυχολογική πραγματικότητα, τήν ὁποία δέν μπορεῖ κανείς νά τήν ἀμφισβητήσει. Ἄς ἀκούσουμε ἔστω καί λίγο πῶς στενάζουν καί πάσχουν ὅλα τά ὄντα τῆς γῆς «...πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν· οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ τὴν ἀπαρχὴν τοῦ Πνεύματος ἔχοντες καὶ ἡμεῖς αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς στενάζομεν υἱοθεσίαν ἀπεκδεχόμενοι, τὴν ἀπολύτρωσιν τοῦ σώματος ἡμῶν»(Ρωμ. 8, 22, 23).
Αὐτός ὁ ἐκ βάθους στεναγμός εἶναι ἕνας μυστηριώδης ἦχος τῆς ἀνήσυχης συνείδησης ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας. Ὅπου κι ἄν ζήσουμε, εἴτε σέ παλάτια εἴτε σέ καλύβια, οἱ τύψεις τῆς συνείδησης μᾶς ἐλέγχουν καί δέν μποροῦμε νά γλυτώσουμε ἀπό τά ἀποτελέσματα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἔτσι γεννιέται μέσα στόν ἄνθρωπο μιά ψυχική δυσαρέσκεια καί ἡ ἐπιθυμία μιᾶς πνευματικῆς ἀνάστασης.
Ἡ ἀνησυχία τῆς συνείδησης πηγάζει ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς ἁμαρτίας καί ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀνάστασης ἀπό τήν ἀνάγκη τῆς κάθαρσης καί τόν πόθο τῆς σωτηρίας. Θέλουμε νά εἴμαστε ἐλεύθεροι. Ἐπιδιώκουμε τήν ἐλευθερία μέ ὅλες τίς ψυχικές μας δυνάμεις, ὅπως γέρνουν τά λουλούδια πρός τό φῶς καί ἀγωνιζόμαστε μέ αἰσιοδοξία γιά μεγαλύτερες θυσίες, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε τήν ἐλευθερία. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ἐλευθερία;
Εἶναι ἡ ἱκανότητα νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, χωρίς φόβο Θεοῦ, ἀνεμπόδιστοι ἀπό ἄλλους καί χωρίς ἀπολύτως καμμία εὐθύνη; Ἀσφαλῶς, ὄχι, διότι αὐτή ἡ ἱκανότητα περιορίζεται ἀπό νόμους. Κι ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτός ο περιορισμός, θά ταυτιζόταν μέ τήν ἀναρχία. Τότε τί εἶναι ἐλευθερία;
Ἡ ἐλευθερία εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό τά πάθη, ἀπό τίς ἐπιθυμίες κι ἀπό τίς ἁμαρτίες. Ἐλεύθερος εἶναι μόνο ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν ὑποδουλώνεται ἀπό κανένα κακό λογισμό ἤ ἔνοχο συναίσθημα. Εἶναι ἐλεύθερος ὅποιος ἔχει καθαρή συνείδηση καί ἁγνή ψυχή. Αὐτός πού πράττει τήν ἁμαρτία – εἶπε ὁ Χριστός – εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. (Ἰω. 8,34 - ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλος ἐστιν τῆς ἁμαρτίας). Ἡ λύτρωση ἀπό τήν σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας σημαίνει πραγματική ἀπελευθέρωση. Γι᾿ αὐτό λέμε καί ὁμολογοῦμε μέ πολλές προσευχές ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Λυτρωτής καί ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων. Διότι, διά τῆς ἀλήθειας καί τῆς πλούσιας χάριτός Του, καθαρίζει τίς ἁμαρτίες μας καί ἔτσι γινόμαστε ἐλεύθεροι. Στήν ὑπηρεσία αὐτῆς τῆς καθάρσης καί ψυχικῆς λύτρωσης εἶναι ἡ χριστιανική μετάνοια, μέ τά βασικά της στοιχεῖα – τήν μεταμέλεια, τήν ἐξομολόγηση, τήν ἐξιλέωση καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.
Αἰσθήματα μετανοίας καί πρακτικές ἐξομολόγησης, ἐξιλέωσης καί κάθαρσης τῶν ἁμαρτιῶν βρίσκονται σ᾿ ὅλες τίς ἀρχαῖες θρησκεῖες. Στίς φυλές τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἀσίας, τῆς Μαλαισίας καί τῆς Βόρειας Ἀμερικῆς συναντιοῦνται διάφορες μορφές ἐξομολόγησης τῶν ἁμαρτιῶν, εἴτε δημόσιες, εἴτε μυστικές, ἄλλοτε ἀτομικές καί ἄλλοτε ὁμαδικές. Ἡ ἐξομολόγηση γινόταν μπροστά σ᾿ ἕναν φίλο, στούς γονεῖς, στούς ἱερεῖς ἤ στούς μάγους, σέ ὅλο τόν λαό ἤ στούς συζύγους μεταξύ τους, σέ περιπτώσεις ἀρρωστιῶν, κινδύνων ἤ σέ διάφορες θρησκευτικές τελετές. Οἱ ἁμαρτίες πού ἐξομολογοῦνταν ἦταν συνήθως ἐκεῖνες πού εἶχαν σχέση μέ τήν ἠθική, μέ τήν ἐπαφή ὡρισμένων ἱερῶν ἀντικειμένων ἤ σέ περίπτωση μιᾶς κλοπῆς, ἑνός σκοτωμοῦ ἤ ἰδιαίτερα τῶν σεξουαλικῶν ἁμαρτιῶν, μέ ὅλες τίς ἄθλιες μορφές τους.
Οἱ τελετουργίες, οἱ χειρονομίες καί οἱ καθαρτήριες πράξεις οἱ ὁποῖες συνώδευαν τήν ἐξομολόγηση ἦταν: τό πλύσιμο, τό μπάνιο στήν θάλασσα ἤ στό ποτάμι, τό ράντισμα μέ νερό, τό κάψιμο, τό φτύσιμο, ἡ αἱματοχυσία καί ἡ ἐξαγωγή αἵματος. Ὅλα αὐτά γίνονταν γιά νά διώκεται τό κακό ἀπό τό σῶμα, τήν οἰκογένεια ἤ τήν φυλή.
Ἡ μετάνοια στήν Παλαιά Διαθήκη
Ἐμᾶς ὅμως μᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερο τί μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει ὁ Θεός σχετικά μέ τήν πορεία μας πρός Αὐτόν καί ποιά εἶναι ἡ σημασία τῆς μετάνοιας στήν ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Πρῶτα νά δοῦμε κάποια στοιχεῖα πού τά περιέχει ἡ Παλαιά Διαθήκη, χρήσιμα στήν παροῦσα μελέτη. Ἡ αἴσθηση τῆς μετανοίας στήν Παλαιά Διαθήκη ἐμφανίζεται σχετικά μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα. Οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι πού ἁμάρτησαν εἶναι ὁ Αδάμ καί ἡ Εὔα. Σ᾿ αὐτούς συναντοῦμε καί τήν πρώτη μετάνοια στήν ἱστορία τῆς δημιουργίας. Διότι ἡ ἁμαρτία, φυσικά, κρύβει μέσα της μία βαθειά ἀνησυχία, πού πηγάζει ἀπό τήν ντροπή τῆς διάπραξης της κι ἀπό τήν ἐπιθυμία καθάρσης ἀπ᾿αὐτήν.
Ἡ πτῶση τῶν πρωτοπλάστων καί ἡ ἀπώλεια τῆς ἁγνότητας τῶν πρώτων ἀνθρώπων συνεπάγεται τό συναίσθημα τῆς ντροπῆς, τήν μετάνοια καί τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Ντροπή ἐπειδή κάλυψαν τήν γυμνότητά τους μέ φύλλα συκιᾶς, μετάνοια, διότι ἐννόησαν τό σφάλμα πού ἔπραξαν καί φόβος Θεοῦ, ἐπειδή ἤθελαν νά κρυφτοῦν. Λοιπόν, ἡ πρώτη ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων, τό πρῶτο γνώρισμα τῆς μετάνοιας.
Στήν περίπτωση τοῦ πρώτου ἀδελφοκτόνου καί ἀνθρωποκτόνου, δηλαδή τοῦ Κάϊν, παρατηροῦμε ἐπίσης ἕνα παραλληλισμό μεταξύ ἁμαρτίας καί μετανοίας. Ἐπειδή σκότωσε τόν ἀδελφό του, ὁ Κάϊν εἶναι καταραμένος νά εἶναι φυγάδας καί ταλαίπωρος σέ ὅλη τήν ζωή του ἐπί τῆς. Ζητεῖ νά ἐξιλεωθεῖ γιά ἕνα ἔγκλημα. Δέν μπορεῖ νά θανατωθεῖ ἀπό κανέναν, διότι ἡ ζωή του ἔχει ἀκόμα ἕνα νόημα στήν γῆ – νά τρέχει, νά ἐξαγοράσει τό πταῖσμα του. Ποιός θἀ ἐμποδίσει τήν θεϊκή ἀπόφαση, ἑπτὰ ἐκδικούμενα παραλύσει (Γεν. 4,15). Νά λοιπόν ὅτι ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ φωνή τῆς ἁμαρτίας καλεῖ σέ μετάνοια. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κινεῖται τραγικά μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο ἐναλλαγῶν–τήν τάση ἐξιλασμοῦ καί τήν ἀδυναμία συγκράτησης καί ὑπομονῆς.
Οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν οἱ πιό πιστοί ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ. Ἀπέδειξαν μέ τήν ζωή τους, τό κήρυγμά τους, τήν δράση καί τά συγγράμματά τους, τήν ἀπόλυτη ἀγάπη τους γιά τόν Θεό. Ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ σέ μιά ἐποχή, ὅταν οἱ ἄλλοι Ἰσραηλίτες προσκυνοῦσαν τά εἴδωλα. Ἰδού ποιά ἦταν ἡ ἀποστολή τῶν προφητῶν: «ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου· ἰδοὺ καθέστηκά σε σήμερον ἐπὶ ἔθνη καὶ ἐπὶ βασιλείας ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολλύειν καὶ ἀνοικοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν. (Ἱερ.1,9-10). Ἡ κλήση τοῦ προφήτου εἶναι παρόμοια μ᾿ἐκείνη τῶν κηπουρῶν καί τῶν οἰκοδόμων–νά ξεριζώσουν τά ζιζάνια καί νά ξεφυτρώσουν ἀντί αὐτῶν τά ἄνθη τῶν ἀρετῶν, νά γκρεμίσουν τούς οἴκους τῶν ἁμαρτιῶν καί ἀντί αὐτῶν νά ἀνεγείρουν ναούς γιά τόν Θεό. Ἔτσι ὑποδεικνύεται ὅτι, σέ μιά τέτοια ἀποστολή, τό κάλεσμα τῶν ἁμαρτωλῶν πρός μετάνοια εἶναι ἡ πιό σημαντική πλευρά της.
Οἱ προφῆτες φέρνουν στόν Ἰουδαϊσμό ἕνα καινούργιο στοιχεῖο–τήν ἐξωτερική, ἠθική ἀνάβλεψη, δηλαδή τήν ἐπιστροφή στόν ἀληθινό Θεό. Ὁ πρῶτος προφήτης, ὁ Μωϋσῆς, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν (Ἑβρ.11, 25). Πνευματοφόρος ὄντας, αὐτός δέν εἶναι μόνο ὁ λυτρωτής, ὁ νομοθέτης, ὁ διοργανωτής καί ὁ φωτισμένος ἡγέτης τοῦ λαοῦ, ἀλλά καί γιά κάθε στιγμή ὁ διδάσκαλός του. Ὁ Μωϋσῆς φέρνει ἀπό τόν Θεό τό νόμο Του, συγκεντρωμένο στίς Δέκα Ἐντολές, καί θέτει μπροστά στόν λαό «τὴν ζωήν καὶ τὸν θάνατον, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν» (Δευτερ. 30, 15). Ἡ ζωή καί τό καλό εἶναι εὐλογία, ἐνῶ ὁ θάνατος καί τό κακό εἶναι κατάρα. Ἡ ἐπιλογή δέν εἶναι καθόλου δύσκολη. Κι ὅταν ἕνας ἀπό τούς υἱούς τοῦ λαοῦ θ᾿ ἁμαρτήσει ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του καί ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί θά σκανδαλίσει τούς ἄλλους, ὁ προφήτης θέτει μπροστά του τό χρέος τῆς ἐξομολόγησης – «ἐξαγορεύσει τὴν ἁμαρτίαν, περὶ ὧν ἡμάρτηκε κατ᾿ αὐτῆς» (Λευ. 5, 5).
Τό πιό πλούσιο ὑλικό στήν Παλαιά Διαθήκη σχετικά μέ τήν μετάνοια περιέχεται στό Ψαλτήρι. Γιά τήν θρησκευτική καί ἠθική ζωή αὐτό τό βιβλίο τοῦ βασιλέως Δαβίδ ἔχει μοναδικό ρόλο καί σημασία. Γενικά, οἱ Ψαλμοί εἶναι ποιήματα, προσευχές καί θρησκευτικά ἄσματα. Ἡ μορφή καί τό περιεχόμενό τους τούς ἀναδεικνύουν σάν ἕνα μεγάλο καί πολύτιμο θησαυρό βιβλικῆς σκέψεως. Οἱ Ψαλμοί ἀποτελοῦν μία ὄντως πνευματική δύναμη, ἡ ὁποία φανερώνει πιό σαφῶς τήν ἀντίθεση μεταξύ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου καί τοῦ ἀνόμου καί ὠθεῖ τήν ψυχή πρός ἐπιστροφή στήν μετάνοια. Θά παρουσιάσουμε μερικές ἰδέες ἀπό τούς ψαλμούς μετανοίας ὅπως τόν 6ον, τόν 31ον, τόν 37ον, τόν 50ον, τόν 101ον, τόν 129ον καί τόν 142ον.
Ὁλόκληρος ὁ 6ος ψαλμός εἶναι μία ὁμολογία ἀδυναμίας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνίσχυρος μπροστά στόν Θεό, λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του. Μέ δάκρυα στά μάτια, ὁ ἄνθρωπος ἀνυψώνει τήν φωνή τῆς δεήσεώς του πρός τόν Κύριο. «λούσω καθ᾿ ἑκάστήν νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω» στιχ.7) Ἐκτός ἀπό τό ἔλεός του, δέν ἔχει καμμία ἄλλη ἐλπίδα. Καί ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός καί φιλάνθρωπος, διότι εἰσακούει «τῆς φωνῆς τοῦ κλαυθμοῦ του» (στιχ.9). Τό ἀποτέλεσμα τῆς εἰλικρινοῦς μεταμέλειας εἶναι ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς του. Τό τέλος τοῦ ψαλμοῦ εἶναι ἕνα ξέσπασμα χαρᾶς, πού πηγάζει ἀπό τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Κύριος ἄκουσε τήν δέησή του κι ἀπάντησε στήν αἴτησή του, θεραπεύντας τήν ψυχή του ἀπό τήν πληγή τῆς ἁμαρτίας «Κύριος τὴν προσευχήν μου προσεδέξατο» (στιχ. 10).
Ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν φέρνει μαζί της τήν ἡσυχία τῆς συνείδησης, τήν συγχώρηση, τήν εὐτυχία καί τήν προσέγγιση στόν Θεό, ὅπως φαίνεται στόν 31ον ψαλμό «εἶπα· ἐξαγορεύσω κατ᾿ ἐμοῦ τὴν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῳ· καὶ σὺ ἀφῆκας τὴν ἀσέβειαν τῆς καρδίας μου» (στιχ. 5). Τό βάρος τῆς ἁμαρτίας πού ἔφυγε ἀπό τήν ψυχή ἀντικαθίσταται μέ τήν χαρά τῆς εὐτυχίας.
Στόν 37ον ψαλμό ἔχουμε τήν εἰκόνα καί τήν ἐξομολόγηση ἑνός ἀνθρώπου τοῦ ὁποίου τό σῶμα ὑποφέρει ἀπό τίς συνέπειες τῶν ἁμαρτιῶν του «προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου· ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους, ὅλην τὴν ἡμέραν σκυθρωπάζων ἐπορευόμην. Ὅτι αἱ ψόαι μου ἐπλήσθησαν ἐμπαιγμάτων, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τῇ σαρκί μου» (στιχ. 6-8). Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅλος σάπιος. Δέν ἔχει οὔτε φίλους, οὔτε γνωστούς, οἱ ἐχθροί τόν κακολογοῦν καί καταφέρονται ἐναντίον του, ἔχει χάσει ὅλες τίς δυνάμεις του, ἀκόμα καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν του. Καί, σ᾿ αὐτή τήν ἀξιοθρήνητη κατάσταση τοῦ ἔμεινε μόνο μία ἐλπίδα καί ἀγαλλίαση, στήν ὁποία προστρέχει μέ ὅλη τήν καρδιά του. Εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἰσακούει τούς στεναγμούς καί τήν προσευχή του πού ἀνυψώνει μέ τήν φλόγα τῆς ψυχῆς του – «Κύριε· ὁ Θεός μου, μὴ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ· πρόσχες εἰς τὴν βοήθειάν μου, Κύριε τῆς σωτηρίας μου» (στιχ. 22-23).
Τήν ὡραιότατη ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν τήν κάνει ὁ προφήτης Δαβίδ στό γνωστό 50ον ψαλμό. Μία ἄλλη κραυγή γιά βοήθεια τήν συναντοῦμε στόν 101ον ψαλμό. Ἐδῶ βλέπουμέ τόν ἁμαρτωλό πού ὑποβάλλει τό σῶμα του σέ ὡρισμένες αὐστηρές ἀσκήσεις καθάρσης. Γιά τήν ἐξιλέωση τῶν ἁμαρτιῶν, τό σῶμα πρέπει νά ὑποφέρει θλίψεις καί πόνους «ὅτι ἐξέλιπον ὡσεὶ καπνὸς αἱ ἡμέραι μου, καὶ τὰ ὀστᾶ μου ὡσεὶ φρύγιον συνεφρύγησαν … ἀπὸ φωνῆς τοῦ στεναγμοῦ μου ἐκολλήθη τὸ ὀστοῦν μου τῇ σαρκί μου» (στιχ. 4 καί 6). Ἡ ἁμαρτωλή ζωή δέν ἔχει κανένα νόημα καί εἶναι καταστρεπτική. Ἀκόμη εἶναι περικυκλωμένη μέ θλίψεις, μέ ἐχθρούς κι ὁ θάνατος καιροφυλακτεῖ. Μόνο ὁ Κύριος, μέ τό ἔλεός του, μπορεῖ νά εὐλογεῖ τίς ψυχές.
Ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρυσμένος ἀπό τόν Θεό, ζεῖ σέ μοναξιά καί ὕστερα ζητεῖ βοήθεια· «ἐκ βαθέων ἐκέκραξά σοι, Κύριε· Κύριε, εἰσάκουσον τῆς φωνῆς μου» (Ψαλμός 129, 1-2). Ὅταν πλησιάσει τόν Θεό εἶναι πολύ εὐτυχής, ἐκφράζει τήν χαρά του μέ ἀλαλαγμούς καί ὠδές μέ ὅλες τίς φωνητικές καί ὀργανικές του δυνάμεις καί δυνατότητες. Αὐτές εἶναι, πολύ σύντομα, οἱ κύριες ἰδέες οἱ ὁποῖες ὑπάρχουν στούς ψαλμούς τῆς μετανοίας. Παντοῦ οἱ Ψαλμοί ἀρχίζουν μακαρίζοντας τόν ἄνδρα πού ἀκολουθεῖ τον νόμο τοῦ Θεοῦ, συνεχίζουν μέ τήν εὐλογία τῶν πιστῶν, θυμίζουν τήν ἁγιότητα καί ὑμνολογοῦν τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, δείχνουν τήν τιμωρία τῶν κακῶν καί καταλήγουν μέ μία κλήση πρός μετάνοια, ὥστε ὅλη ἡ πνοή κι ὅλα τά ὄντα νά κάνουν τό θέλημα τοῦ ἀγαθοῦ καί παντοδύναμου Θεοῦ «πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον» (Ψαλμός 150, 6)
Στούς προφῆτες Ἱερεμία καί Ἰεζεκιήλ ἡ διαβίωση σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, σημαίνει μία καινούργια σκέψη καί ζωή, μία νέα καρδιά, ἡ ὁποία ὅμως θά εἶναι τό προνόμιο τῆς μεσσιανικῆς ἐποχῆς «δώσω αὐτοῖς καρδίαν ἑτέραν καὶ πνεῦμα καινὸν δώσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐκσπάσω τὴν καρδίαν τὴν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτῶν καὶ δώσω αὐτοῖς καρδίαν σαρκίνην» (Ἱεζ. 11, 19).
Τό ὡραιότατο κείμενο τῆς προφητείας τοῦ Ἰεζεκιήλ περί μετανοίας βρίσκεται στό 18ο κεφάλαιο. Κάθε ψυχή εἶναι στό χέρι τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τήν δικαιοσύνη θά ζεῖ, ὅποιος πράττει τήν ἀνομία θά πεθάνει. Κάθε ἄνθρωπος ἀπαντᾶ προσωπικά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά τίς πράξεις του. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι κανένας νά μήν πεθάνει, ἀλλά ὅλοι νά ζήσουν (ἡ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα ἀποθανεῖται·… δικαιοσύνη δικαίου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται, καὶ ἀνομία ἀνόμου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται. Καὶ ὁ ἄνομος ἐὰν ἀποστρέψῃ ἐκ πασῶν τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε, καὶ φυλάξηται πάσας τὰς ἐντολάς μου καὶ ποιήσῃ δικαίοσύνην καὶ ἔλεος, ζωῇ ζήσεται καὶ οὐ μὴ ἀποθάνῃ» (Ἰεζ. 18, 20-21).
Ὁ προφήτης Ὡσηέ ὄχι μόνο συμβουλεύει τόν λαό πρός μετάνοια, ἀλλά τοῦ δίνει χαρακτηριστικά κι ἕνα παράδειγμα προσευχῆς: «ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν· εἴπατε αὐτῷ, ὅπως μὴ λάβητε ἀδικίαν καὶ λάβητε ἀγαθά, καὶ ἀνταποδώσομεν καρπὸν χειλέων ἡμῶν» (Ὡσηέ 14, 3).
Ἐκτός ἀπό τό πλῆθος ἐσωτερικῶν προσκλήσεων γιά τήν μετάνοια, συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη καί πολυάριθμες συμβολικές πράξεις, καθαρμούς καί θυσίες, οἱ ὁποῖες εἶχαν σκοπό ἀφ᾿ ἑνός νά ἐκφράζουν τήν στάση μετανοίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀφ᾿ ἑτέρου νά μεσιτεύουν γιά τήν κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἔτσι συναντοῦμε συμβολικές πρακτικές μέ χαρακτῆρα μετανοίας, ὅπως τήν ἀπόσχιση τῶν ἐνδυμάτων, τήν ἔνδυση μέ σάκκο, τό πασπάλισμα μέ στάχτη ἐπάνω στό κεφάλι, τό ξεμάλλιασμα, τήν νηστεία, τήν προσευχή, τά δάκρυα τῆς μετανοίας κλπ–οἱ ὁποῖες ὑποδήλωναν μία πνευματική κατάσταση κατάθλιψης, ἀνάνηψης καί καθάρσης, ἡ ὁποία ἦταν χαρακτηριστική γιά τούς μετανοοῦντες.
Ἕνα σκοπό εἶχαν οἱ θυσίες νά βοηθήσουν γιά τήν συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἄγνοια, ἀπό τίς διάφορες ἐνοχές. Ἰδιαίτερη σημασία εἶχε ἡ θυσία τήν «ἡμέρα τῆς συμφιλίωσης» μέ τόν Θεό, ὅταν θυσιάζονταν δύο ἐξιλαστήριοι τράγοι, ὥστε μέσῳ αὐτῶν ὁ ἐκλεκτός λαός νά καθαρίσει τίς ἁμαρτίες του. Ὁ πρῶτος τράγος θυσιαζόταν ἐπάνω στό βῆμα καί μέ τό αἷμα του ραντιζόταν τότε, μία φορά τόν χρόνο, ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἐνῶ ὁ δεύτερος στελνόταν στήν ἔρημο γιά τήν ἐξιλέωση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ. Ἔτσι γινόταν ἡ ἐξομολόγηση καί ὁ ἐξιλασμός τῶν ἁμαρτιῶν στήν Παλαιά Διαθήκη.
Μερικά παραδείγματα μετανοίας καί ἀμετανοησίας στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι τά ἑξῆς· τό πρῶτο εἶναι ἡ μετάνοια τοῦ Ἀδάμ. Ὕστερα ἔχουμε τό παράδειγμα τοῦ δικαίου Ἐνώχ, ὁ ὁποῖος «εὐηρέστησε Κυρίῳ καὶ μετετέθη, ὑπόδειγμα μετανοίας ταῖς γενεαῖς» (Σοφία Σειρ. 44, 16). Ὁ Ἰώβ μετανοιώνει καί σκεπάζεται μέ χῶμα καί στάχτη. Στήν ἐποχή τῶν Κριτῶν οἱ Ἰσραηλίτες ζοῦν εἴτε βυθισμένοι στήν ἀπιστία εἴτε στήν μετάνοια. Στό τέλος αὐτῆς τῆς ἐποχῆς τά περισσότερα μέλη τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ ζοῦσαν σέ θρησκευτική, ἠθική καί ἐθνική κατάπτωση. Ὁ Θεός ἔγειρε ἀπ᾿ αὐτούς τόν Σαμουήλ, ὁ ὁποῖος ἀναγέννησε πραγματικά τόν Ἰσραήλ. Αὐτός ἱδρύει στήν Ραμμᾶ τό σχολεῖο τῶν προφητῶν, κέντρο θρησκευτικοῦ, ἠθικοῦ καί ἐθνικοῦ συναγερμοῦ ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ. Ἕνεκα αὐτοῦ τοῦ σχολείου γρήγορα διωρθώθηκαν οἱ λανθασμένες ἐνέργειες τῆς ἰουδαϊκῆς νεολαίας, ἀναγέννησαν τήν ἠθική ζωή καί τήν ἑνότητα τῆς πίστεως τοῦ λαοῦ, ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τόν ξενικό ζυγό καί ἐνισχύθηκαν τά σύνορα τῆς χώρας, ὅπου ρέει γάλα καί μέλι. Ὅλα αὐτά εἶναι καρποί τοῦ σχολείου τοῦ Σαμουήλ, ὁ ὁποῖος ἔδωσε καί πάλι τήν πνευματική δύναμι στόν λαό του, τοῦ ἔδωσε τήν ρωμαλεότητα διά τῆς ὁποίας εἶχε μεγαλουργήσει στά δοξασμένα χρόνια τοῦ Δαβίδ καί τοῦ Σολομῶντος.
Ὁ σοφός Σολομών οἰκοδόμησε τόν Ναό τοῦ Κυρίου, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἐξιλεώνονται καί νά ἐξὁμολογοῦνται τίς ἁμαρτίες τους. Ὁ Κύριος εἰσακούει τήν προσευχή του καί ὑπόσχεται στόν βασιλιᾶ, στά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ, ὅτι ἄν μετανοήσει ὁ λαός εἰλικρινά, θά συγχωρεθεῖ «ἐὰν ἐντραπῇ ὁ λαός μου ἐφ᾿ οὓς ἐπικέκληται τὸ ὄνομά μου ἐπ᾿ αὐτούς … ἐγὼ εἰσακούσομαι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἵλεως ἔσομαι ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν καὶ ἰάσομαι τὴν γῆν αὐτῶν»
( Β΄Παραλειπομένων 7,14). Ὁ ἴδιος ὁ βασιλιᾶς γράφει καί τἀ ἀκόλουθα «ὁ ἐπικαλύπτων ἀσέβειαν ἑαυτοῦ οὐκ εὐοδωθήσεται, ὁ δὲ ἐξηγούμενος ἐλέγχους ἀγαπηθήσεται» (Παροιμίαι Σολομῶντος 28, 13)
Εἶναι περίφημη ἡ μετάνοια τῶν κατοίκων τῆς πόλεως Νινεϋῆ, διότι ὑποτάχθηκαν στήν συμβουλή καί στήν κραυγή τοῦ προφήτου Ἰωνᾶ «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινεϋῆ καταστραφήσεται! (Ἰωνᾶ 3, 4). Αὐτά τά λόγια ἔπεσαν σάν κεραυνός στίς καρδιές τῶν κατοίκων τῆς πόλεως. Τότε ὁλόκληρος ὁ λαός, μαζί μέ τόν αὐτοκράτορα-ἀκόμη τά μικρά καί τά μεγάλα ζῶα–ὑποβλήθηκαν στίς πιό αὐστηρές πράξεις μετανοίας· «οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ κτήνη καὶ οἱ βόες καὶ τὰ πρόβατα μὴ γευσάσθωσαν μηδὲ νεμέσθωσαν μηδὲ ὕδωρ πιέτωσαν. Καὶ περιεβάλλοντο σάκκους οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ κτήνη, καὶ ἀνεβόησαν πρὸς τὸν Θεὸν ἐκτενῶς (στιχ. 7-8). Ἔτσι μετανοεῖ ἡ ἄπιστη πόλη καί γλυτώνει τήν τιμωρία τοῦ ἀφανισμοῦ.
Ἀσφαλῶς στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ μετάνοια δέν ἔχει τόν χαρακτῆρα ἑνός Μυστηρίου, ἐπειδή ἔλειπε τό κύριο καί οὐσιαστικό στοιχεῖο γιά τήν ἀποτελεσματικότητα μιᾶς ἱερῆς πράξεως, δηλαδή ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ὅμως ἀλήθεια, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Ε. Amann, ὅτι δέν ὑπῆρχε ἐκείνη τήν ἐποχή οὔτε ἡ ἐσωτερική μετάνοια, οὔτε ἡ ἀρετή τῆς εἰλικρινοῦς ἀνάνηψης. Ἄν ἦταν ὄντως ἔτσι, τότε ὅλη ἡ προφητική γραμματεία καί εἰδικά οἱ Ψαλμοί θά ἦταν ἄχρηστοι καί ἡ μετάνοια τοῦ Δαβίδ, τοῦ Μανασσῆ κτλ, τήν ὁποίαν ἐπαινοῦν τόσο πολύ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, θά ἦταν ἁπλά ἕνα ψέμμα. Τό συναίσθημα καί ἡ ἀρετή τῆς μετανοίας ὑπῆρχαν, ἀλλά ἔλλειπε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ μετάνοια στήν Παλαιά Διαθήκη καί στίς ἀρχαῖες θρησκεῖες ἦταν μία πρακτική τελετουργία καί ἕνα θρησκευτικό σύμβολο πού ἀνήγγειλε, ὅπως καί οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου τά ξημερώματα, τήν ἐμφάνιση ὁλόκληρου τοῦ ἡλιακοῦ δίσκου. Καί στήν περίπτωση τῆς μετανοίας ἐπιβεβαιώνονται τά περίφημα λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν «παιδαγωγὸς ἡμῶν εἰς Χριστόν (Γαλ. 3, 24).
Μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ, τό ἀρχαῖο σύμβολο καί ἡ πρακτική τελετουργία ἀποκτοῦν μία μόνιμη καθιέρωση. Αὐτό πού μέχρι ἐδῶ εἶχε περισσότερο ἕνα ἐξωτερικό καί τυπικό χαρακτῆρα, τώρα γίνεται ἐσωτερικό καί ἱερό.
Ἡ μετάνοια στήν Καινή Διαθήκη
Ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι τό βιβλίο τῆς ἐπιστροφῆς στόν Θεό, στόν παράδεισο τῆς χαμένης εὐτυχίας. Δέν ὑπάρχει κεφάλαιο στό περιεχόμενό της πού νά μήν ἀποβλέπει σ᾿ αὐτό τόν ἱερό σκοπό, πού εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ ἐπιστροφή καί ἡ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μόνο μέ τήν Καινή Διαθήκη ἀρχίζει ἡ μελέτη περί τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας.
Βρισκόμαστε στό κατώφλι τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἐδῶ συναντοῦμε τόν Πρόδρομο Ἰωάννη κηρύττοντας τήν μετάνοια «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2). Ἡ κραυγή του, ἡ πρόσκλησή του εἶχε μία προπαρασκευαστική ἀποστολή. Ἦταν ἡ φωνή τῆς ἐρήμου ἡ ὁποία ἤθελε νά γίνει ἕνα εὔφορο περιβόλι. Ἦταν μία μεγάλης σημασίας πράξη διακοπῆς τοῦ παρελθόντος, μέ τήν ὁποία ὁ προφήτης Ἰωάννης ἀνακόπτει τήν πορεία τῆς πεσμένης ἀνθρωπότητας, καί κατευθύνει τά βήματά της πρός τόν Κύριο. Ὁ Ἅγιος Πρόδρομος ἔχει τό ὄραμα μιᾶς ἀναγεννημένης διά τῆς μετανοίας ἀνθρωπότητας. Γι᾿ αὐτό κηρύττει «βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μαρκ.1,4) Δέν ὑπάρχει τίποτε μυστηριακό σ᾿αὐτή τήν τελετουργία. Εἶναι μόνο μία προετοιμασία γιά ἕνα πολύ ἱερό σκοπό: τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.
Τό ἔργο τοῦ Προδρόμου ἔχει ὅμως ἕνα μέγιστο ρόλο, τήν ἀνακήρυξη τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία. Γιά νά τόν ὑποδεχθεῖ εὐπρεπῶς πρέπει νά προϋπάρχει μία σχέση εἰλικρίνειας μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ἡ ὁποία σημαίνει μία ἠθική συμπεριφορά, ἐστεμμένη μέ καλές πράξεις «ποιήσατε οὖν καρπὸν ἄξιον τῆς μετανοίας» (Ματθ.3,8). Τούς διδάσκει ὁ Προφήτης νά πράττουν ἔτσι ὥστε νά ἐπιβεβαιώνουν τήν ὕπαρξη καί τήν γνησιότητα τῆς μετανοίας (π.χ. μή ὑπερηφανεύεστε μέ τά ἀγαθά καί τά προνόμιά σας, μή παίρνετε ἀπό κανένα περισσότερα ἀπό ὅσα δικαιοῦσθε, μή καταδυναστεύετε κανέναν καί νά εἶσθε εὐχαριστημένοι μέ τό κέρδος σας. Ὅποιος ἔχει δύο ἐνδύματα, τό ἕνα νά τό χαρίσει σ᾿ αὐτούς πού δέν ἔχουν καθόλου καί ἐκεῖνος πού ἔχει τρόφιμα νά κάνει τό ἴδιο. Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα πραγματικό σύστημα κανόνων μετανοίας – τό πρῶτο τέτοιου εἴδους στήν Καινή Διαθήκη.
Συναντοῦμε στήν δραστηριότητα τοῦ Προδρόμου ἀκόμα μία σπουδαία πλευρά. Ὅσοι βαπτίζονταν ἀπ᾿αὐτόν στόν Ἰορδάνη ἐξομολογοῦνταν τίς ἁμαρτίες τους.(Ματθ. 3,6). Εἶναι τό ἴδιο σχῆμα γενικῆς ἐξομολόγησης ἁμαρτιῶν πού τό συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη καί στίς ἀρχαῖες θρησκεῖες. Ἡ λέξη ἐξομολόγηση, χρησιμοποιημένη ἀπό τόν Προφήτη, θά γίνει ἀργότερα ὁ τεχνικός ὅρος γιά τό συγκεκριμένο ἱερό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τοῦ Σωτήρα περί τῆς μετανοίας βρισκόμαστε σ᾿ ἕναν καινούργιο κόσμο. Τό ἱερό Εὐαγγέλιο ἀναγγέλλεται στήν ἀνθρωπότητα. Αὐτό πού μέχρι τώρα ἦταν μόνο σκιά καί σύμβολο, τώρα γίνεται πραγματικότητα, πραγματικό ἔργο κάθαρσης ἀπό τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Εἴμαστε ὑπό τήν σκέπη τῆς Χάριτος καί τῆς ἀληθείας (Ἰω. 1,17).
Ἡ ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου συμπίπτει μέ τήν ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ περί τῆς μετανοίας. Ὁ νόμος τοῦ Μωϋσῆ, οἱ Ψαλμοί, οἱ προφῆτες ὁδεύουν παράλληλα πρός αὐτό τό νέο σημεῖο στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Μέ τό «πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ» (Μαρκ.1,15) Ἐγκαινιάζεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός τοῦ κόσμου. Ἐκπληρώθηκαν οἱ ὑποσχέσεις καί οἱ βιβλικές προφητεῖες. Γυρίστε πρός τόν μοναδικό, ἀληθινό Θεό διά τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας καί πιστέψτε στό Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ πίστη καί ἡ μετάνοια ἐπικαλοῦνται ἀλλήλες. Βέβαια, δέν ὑπάρχει ἀληθινή πίστη, χωρίς γνήσια μετάνοια, οὔτε οὐσιαστική μετάνοια, χωρίς ζωντανή πίστη. Ἡ μία οἰκοδομεῖται ἐπάνω στήν ἄλλη. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ γιατρός τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά βρεῖ τούς πεπλανημένους καί τούς ἀρρώστους καί νά τούς θεραπεύσει μέ τό φάρμακο τῆς μετανοίας. Ὁ σκοπός τοῦ ἐρχομοῦ Του εἶναι ἡ μετάνοια – ὁ μεγάλος νόμος τῆς ἄφεσης τῶν ἁμαρτιῶν. Στήν Κυριακή προσευχή μᾶς ὠθεῖ πρός μετάνοια καί ἡ καθημερινή δέηση γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Ἐκτός ἀπό τίς προτροπές, ὁ Χριστός μᾶς δίνει καί παραδείγματα γιά τήν σημασία τῆς μετανοίας. Ἔτσι, λοιπόν, εἶναι καί ἡ παραβολή τοῦ χαμένου προβάτου (Λουκ.15,4-7). Σ᾿ αὐτήν ἡ σπουδαιότητα τῆς μετανοίας εἶναι ὁλοφάνερη. Δέν ἀξίζει ἕνας ἁμαρτωλός περισσότερο ἀπό 99 δικαίους, ἀλλά κι ἕνας μετανοημένος ἁμαρτωλός προκαλεῖ πιό πολλή χαρά στήν γῆ καί στόν οὐρανό ἀπό τούς 99 δικαίους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν περιπλανηθεῖ. Γιατί; Ἐπειδή διά τῆς μετανοίας ἔχει σωθεῖ μία ψυχή ἀπό τόν θάνατο καί μία ψυχή ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὅλον τόν κόσμο. Ἀπό τήν στιγμή πού χάθηκε, αὐτή ἡ ἀμετανόητη ψυχή, δέν μπορεῖ ν᾿ ἀντικατασταθεῖ μέ τίποτε.
Ἠ μετάνοια εἶναι ἀναγκαία σ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς. Ὁ Χριστός ἔστειλε τούς Ἀποστόλους νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι δέν τούς δεχτοῦν στό σπίτι τους καί δεν ἀκούσουν τό Εὐαγγέλιο τῆς μετανοίας, θά τιμωρηθοῦν φοβερά «λέγω ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ» (Λουκ. 10, 12).
Πῶς θά γίνει ἡ μετάνοια διδασκόμαστε ἀπό τόν ἴδιο τόν Σωτήρα. Ὁ Ἴδιος ἐσύχναζε στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων ἀπό 12 χρονῶν, τό Πάσχα καί στίς ἰουδαϊκές γιορτές. Ἐνήστευε καί προσευχόταν. Μᾶς λέει πῶς νά προευχόμαστε, ἀνυψώνει τά μάτια πρός τούς οὐρανούς, γονατίζει καί πέφτει μέ τό πρόσωπο στήν γῆ, ψέλνει πνευματικές ὠδές μαζί μέ τούς Ἀποστόλους. Ὅλα αὐτά τά παραδείγματα μᾶς τά ἄφησε ὁ Ἀναμάρτητος Ἐνσαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς ἀναγκαῖες πνευματικές καταστάσεις τῶν μετανοούντων. Γιά νά δεχθεῖ ὁ Θεός τήν προσευχή μας πρέπει πρίν νά συγχωρεθοῦμε μεταξύ μας.
Ἕνα σημαντικό παράδειγμα μετανοίας εἶναι ὁ τελώνης Ζακχαῖος. Πλουτισμένος μέσω τῆς ἀπάτης στάθηκε κάποια ἡμέρα μπροστά στό Κύριο. Βλέποντας τήν ἐνσαρκωμένη Ἁγιότητα αἰσθάνθηκε ἀμέσως τήν ἐνοχή τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς του καί τήν ἀνάγκη νά ξεφορτώσει τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν του πού τόν πίεζαν στήν καρδιά καί τόν ἀνησυχοῦσαν. Ἡ παρουσία τοῦ Ἰησοῦ στό σπίτι τοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά ξεκοπεῖ ἀπό τό ἄτιμο παρελθόν του. Ἔμμεσα ἐξομολογεῖται καί ἀποφασίζει ποιό θά εἶναι τό μελλοντικό του πιστεύω καί ἡ συμπεριφορά τῆς ζωῆς του. «Τὰ ἡμίσειά μου τῶν ὑπαρχόντων, κύριε, τοῖς πτωχοῖς δίδωμι, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα ἀποδίδωμι τετραπλοῦν» (Λουκ.19,8) Μπροστά σ᾿ αὐτή τήν εἰλικρινῆ καί ξαφνική μετατροπή, ὁ Χριστός ἀπαντᾶ: «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο». (στιχ. 9)
Ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ ἀπάρνηση τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ κύρια στιγμή τῆς μετανοίας. Τό ἰδανικό τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἁγιότητα, ἡ ὁποία δέν ἔχει τίποτε τό κοινό. Αὐτό τό πρᾶγμα τό ἔχει καταλάβει τόσο ὁ Ζακχαῖος, ὅσο καί ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, στήν ὁποία ὁ Χριστός εἶπε: «Πορεύου καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε» (Ἰω. 8,11). Ὁ ἀνώτατος σκοπός τῆς μετανοίας εἶναι ἡ ἠθική καί πνευματική τελειότητα «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὡς ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5, 48).
Το κλασικό παράδειγμα μετανοίας στό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου. Σημειώνουμε μόνο τά ἑξῆς: ὁ υἱός (ὁ ἄνθρωπος γενικά) φεύγει ἀπό τό σπίτι τοῦ πατρός του (εἶναι ὁ Θεός) νά ζήσει στόν κόσμο τῶν ἁμαρτιῶν. Ἐκεῖ χάνει ὅλη τήν κληρονομία του. Τοῦ ἀπομένει μόνο ἡ ἀνάμνηση τῆς παλαιότερης εὐτυχισμένης ζωῆς του. Γεύεται τήν πικρία τῶν δεινῶν, ἀλλά συνέρχεται. Γεννιέται μέσα του μία καινούργια σκέψη, ἡ ὁποία ξεσπᾶ καί γίνεται ἐξομολόγηση. Καί ὅπως εἶπε, ἔτσι ἔπραξε κατόπιν. Πηγαίνει στό πατέρα του, ἐξομολογεῖται καί κλαίει γιά τίς ἁμαρτίες του. Ὁ πατέρας του ἀπό μακριά τόν βλέπει, τρέχει, τόν ἀγκαλιάζει, χαίρεται, τόν φιλεῖ καί τόν ντύνει μέ βασιλικό ἔνδυμα.
Ἔχουμε στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου ὅλα τά στοιχεῖα μιᾶς πλήρους μετάνοιας: Βλέπουμε τόν ἁμαρτωλό, τήν συναίσθηση, τήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν του, τήν ἐπιστροφή, τήν συγχωρητική εὐχή, τήν ἀνάνηψη, τήν ἀπόφαση διορθώσεως, τόν πατέρα πού τόν δέχεται, τήν μετάνοια καί τήν σύγχώρησή του ἀπό τόν πατέρα. Αὐτή ἡ παραβολή ἀπεικονίζει αὐτό πού θά μπορούσαμε νά ὀνομάσουμε πλήρη εὐαγγελική μετάνοια.
Ἀπό τά παραπάνω παραδείγματα μαθαίνουμε πῶς γίνεται ἡ μετάνοια. Δέν βρισκόμαστε στό σκότος τῆς δεισιδαιμονίας καί τῆς τυπολατρείας τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν τοῦ παρελθόντος, ἀλλά στό ἐπίπεδο τῆς ἀληθινῆς καί ἀγνῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι μία ψυχολογική πραγματικότητα. Ἡ συνέπειά της εἶναι ὁ θάνατος. Ὅποιος θέλει νά ζήσει, πρέπει νά μετανοήσει. Πῶς; Ὅπῶς μᾶς ὑπέδειξε ὁ Χριστός. (μέ τόν ἐκκλησιασμό,τήν νηστεία καί τήν προσευχή) ἤ σάν τόν τελώνη, μέ ταπείνωση, σάν τήν πόρνη, μέ τά δάκρυα τῆς ἀπέραντης ἀγάπης της, σάν τόν Πέτρο μέ λυγμούς καί μέ πόνο, σάν τόν ληστή μέ φλογερή προσευχή καί μέ ἀληθινή μετάνοια.
Ὁ Χριστός συγχωρεῖ τήν ἁμαρτία «ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἁμαρτίας ἐπὶ τῆς γῆς» (Μαρκ. 2,10). Εἶναι ἡ μεγάλη ἀγγελία, τό μέγα θαῦμα, ἡ ἐπανάσταση καί ἡ θεϊκή ἀποκάλυψη τήν ὁποία ἔφερε πρῶτος καί γιά πρώτη φορά στόν κόσμο ὁ Χριστός. Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἡ ἀποστολή τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο.
Ὅλες οἱ ἁμαρτίες συγχωροῦνται ἐκτός ἀπό τήν βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι αἰώνια ἁμαρτία. Εἶναι μία λογική καί ἠθική ἀδυναμία νά συγχωρεθεῖ ἕνας ἁμαρτωλός, ὁ ὁποῖος ἀντιστέκεται, ἐνσυνείδητα, στό φῶς τῆς ἀληθείας.
Ἡ ψυχολογία τῆς μετανοίας
Ἡ ψυχή τοῦ ἐνόχου ἀνθρώπου ἐπιδιώκει καί ποθεῖ τήν μετάνοια, νά ἐξαλείψει διά τῶν ἀσκήσεων του τίς ἁμαρτίες του καί ν᾿ ἀποκτήσει, μέσω τῆς χάριτος τῆς μετανοίας, τήν ἀθωότητα καί τήν εἰρήνη τῆς συνείδησης του.
Περισσότερο ἀπό κάθε ἐξωτερικούς τύπους καί κανόνες, ἡ ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας ταράζει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί τόν προτρέπει νά διψᾶ τήν ἐλευθερία καί τό φῶς τῆς σωτηρίας. Ὅποιος πράττει τήν ἁμαρτία γίνεται δοῦλος της.
Κάποιος παρατηροῦσε ὅτι ὑπάρχουν δύο εἴδη μετανοίας: ἐσωτερική καί ἐξωτερική. Ἡ πρώτη εἶναι ἐκείνη πού μᾶς βοηθᾶ νά κλαῖμε γιά τήν ἁμαρτία πού διαπράξαμε. Αὐτή διαρκεῖ γιά ὅλη τήν ζωή μας... Ἡ δεύτερη ἐκδηλώνεται μέ ἐξωτερικά γνωρίσματα ἀνάνηψης, μέ τήν ἐξομολόγηση ἁμαρτιῶν καί μέ συναισθήματα λύπης γιά νά μήν ἁμαρτάνουμε ξανά.
Ἡ μετάνοια εἶναι ἀναγκαία καί ψυχολογικά. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά πορεύεται στό σκοτάδι καί νά μήν ποθεῖ τό φῶς. Τό σκότος προκαλεῖ ἀνησυχία, φόβο, τρομάρα, θάνατο. Ἡ πατρίδα τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ οὐρανός, δηλαδή τό φῶς, ἡ εὐτυχία καί ἡ αἰώνια ζωή. Βυθισμένη στήν ἁμαρτία, ἡ ψυχή ζεῖ σέ μιά ἀνώμαλη κατάσταση, ἀπομακρύνεται καί περιπλανιέται ἀπό τήν φυσική καί θεϊκή της πορεία. Ἀπ᾿ἐδῶ πηγάζουν ἀφ᾿ ἑνός ἡ ἀνησυχία καί ἡ σύγχυση καί ἀφ᾿ ἑτέρου ὁ πόθος γιά τόν Θεό καί ὁ μεγάλος ἀγώνας γιά νά ἐλευθερωθεῖ, μέσω διαφόρων ἐξιλαστήριων πράξεων, ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν κι ἀπό τήν σφίγξιμο τοῦ θανάτου, γιά νά φτάσει καί πάλιν στήν κανονική της κατάσταση, δηλαδή στήν ἀγνεία.
Συναντοῦμε, βέβαια τήν μετάνοια καί στούς βίους τῶν Ἁγίων. Συχνά οἱ πιό ἀγνές ψυχές νοιώθουν περισσότερο τήν ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας. Αὐτό τό γεγονός δικαιολογεῖται:
α) Ζῶντας σέ περισσότερο θεϊκό φῶς καί ἀγάπη, οἱ Ἅγιοι βλέπουν καλύτερα ἀπό τούς ἀμετανοήτους ἀνθρώπους τήν πραγματικότητα τῶν ἁμαρτιῶν καί τήν ἀναγκαιότητα κάθαρσης τους
β) Οἱ Ἅγιοι νοιώθουν περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους ἁμαρτωλούς τήν ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας, γιά νά προφυλαχτοῦν οἱ ψυχές τους ἀπό μελλοντικές πτώσεις καί ἁμαρτίες.
Πρίν ὑπάρξει ἡ ψυχολογία σάν ἐπιστήμη τῶν ψυχικῶν φαινομένων καί ἡ ψυχανάλυση σάν προσπάθεια ἐπεξήγησης τῶν μυστηρίων τοῦ ὑποσυνείδητου τῆς ψυχῆς, οἱ μεγάλοι διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ἔδειξαν σαφῶς τήν ψυχολογική ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας γενικά καί τῶν στοιχείων της εἰδικά. Θά παρουσιάσουμε λόγια τοῦ Ὠριγένη, τοῦ Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου καί τοῦ Γρηγορίου τοῦ Μεγάλου σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα, γιά νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ψυχολογία τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς δέν ἦταν ἕνα ἄγνωστο θέμα γιά τήν Ἀποστολική καί πατερική ἐποχή τῆς Ἐκκλησίας.
Σύμφωνα μέ τόν Ὠριγένη, ἡ μετάνοια καί ὁ ὁρισμός της, ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν, ἔχει μία λογική αἰτιολόγηση καί μία βαθειά ψυχολογική ἀναγκαιότητα. Κάθε ψυχή πού ἁμαρτάνει, λεκιάζει, ἀρρωσταίνει καί μαυρίζει ἀλλά, διά τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσης, ἀποκαθίσταται πνευματικά.
Βυθισμένη στήν ἁμαρτία, ἡ ψυχή εἶναι μαύρη. Διά τῆς μετανοίας καθαρίζεται καί διά τῆς ἱερᾶς ἐξὁμολογήσης ὁ ἁμαρτωλός ἀποβάλλει ἀπό μέσα του ὅλο τό κακό τῆς ἁμαρτίας καί ἀνακουφίζεται, ὅπως τό στομάχι, ὅταν ἀποβάλλει τά τρόφιμα, τά ὁποῖα δέν μποροῦν νά χωνευτοῦν.
Ὅπως οἱ ἀσθενείς χρειάζονται γιατρό, ἔτσι καί οἱ ἁμαρτωλοί ἔχουν ἀνάγκη τόν Πνευματικό γιά νά τοῦ ἐμπιστευτοῦν τά μυστήρια τῆς συνειδήσεώς τους, νά θεραπευτοῦν μέ τίς σοφές του νουθεσίες καί τίς λειτουργικές του προσευχές.
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πωρωμένοι στίς κακίες τους, οἱ ὁποῖοι δέν μετανοιώνουν καί θεωροῦν ὅτι ἡ ἐξομολόγηση δέν ἔχει κανένα νόημα ἤ ὄφελος. Ἐδῶ ὁμιλοῦμε γιά τόν ἄνθρωπο, πού θέλει νά ἐξομολογεῖται τίς ἁμαρτίες του γιά νά δεχτεῖ τήν Θεία Χάρη τῆς θεϊκῆς συγχώρησης. Ὅσο πιό εἰλικρινά μετανοιώνει κι ὅσο περισσότερο καίει τό πῦρ τῆς ψυχικῆς μεταμέλειας, τόσο πιό σίγουρο εἶναι ὄντως τό ἔλεος καί ἡ συγχώρηση τοῦ Θεοῦ (βλπ. Δεύτερη ὁμιλία τοῦ Ὠριγένη στούς Ψαλμούς, 37, Ε. Π. 12, 1381-1382).
Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος λέει ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας καλός γιατρός ὁ ὁποῖος φέρνει ἀγαλλίαση καί ἀνάπαυση. Τό δῶρο τῆς μετανοίας ξαλαφρώνει τήν ψυχή καί τήν προτρέπει πρός τήν σωτηρία της. Ἡ μετάνοια παρηγορεῖ σάν μία μητέρα καί ξεπλένει τήν ψυχή σάν μία καθαρή πηγή. Ἡ μετάνοια γίνεται μέ δάκρυα, μέ λυγμούς καί ἰδιαίτερα μέ ἐξομολόγηση. Ἡ μετάνοια εἶναι τό χυτήριο τῆς ἁμαρτίας, ὅπου ὁ «μόλυβδος» γίνεται «χρυσός». Αὐτή σκοτώνει καί ἀνίσταται, τό σκοτάδι ἀντικαθίσταται μέ τό φῶς, τούς ἁμαρτωλούς τούς κάνει ἀποστόλους καί τήν ἔρημο οἶκο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος, κατά φύση (βέβααα, μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ), εἶναι ὑποδουλωμένος στά πάθη, τά ὁποῖα σκεπάζουν τά μάτια τῆς ψυχῆς σάν κάποιες τσίμπλες τῆς κακίας. Ἡ μετάνοια ξεπλένει τά μάτια τῆς ψυχῆς, κυριαρχεῖ στήν ἀδύνατη φύση καί τιθασσεύει τά πάθη. Γκρεμίζει τήν ἀλαζονεία καί οἰκοδομεῖ ἐν ἀγάπη. Νικᾶ τά τερτίπια τοῦ ὄφεως καί ἐνισχύει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ἡ μετάνοια καταστρέφει τήν εἰδωλολατρία καί πλησιάζει τόν Θεό, εἶναι ἑνωμένη μέ τήν Ἐκκλησία. Ἀλλοίμονο στούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια (βλπ. Ἀσκητικά τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, σ. 87-110).
Ἡ ἁμαρτία πού ἐνοχλεῖ τήν σάρκα κυριαρχεῖ στόν νοῦ καί στήν καρδιά σάν ἕνας τύραννος. Ἡ ψυχή μέσα στό σῶμα τοῦ ἁμαρτωλοῦ εἶναι σάν ἕνα πουλί στό κλουβί ἤ σάν ἕνα ἕτοιμο καί σφαγμένο πρόβατο. Τό σῶμα καίει προκαλώντας τήν γλυκύτητα τῆς ἁμαρτίας καί ὁ ἄνθρωπος σκλαβώνεται σάν ἕναν δέσμιος λεοντόκαρδος, σάν ἕνας γίγαντας μέ κομμένα τά χέρια καί τά πόδια. Ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ἕνας ζωντανός νεκρός, ἕνας τυφλός ὁ ὁποῖος δέν βλέπει τίποτε. Εἶναι ἕνα ἀποβλακωμένο πλάσμα, στό ὁποῖο ἡ σκληρά τυραννία τῶν παθῶν προετοιμάζει τήν αἰώνια καταδίκη του.
Ἡ μετάνοια πολλές φορές γίνεται δοῦλος τῶν παθῶν. Πῶς; Στήν πορεία της, ξεφυτρώνει ἡ ντροπή. «εἶναι πολλοί οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῆς ντροπῆς ἀφήνουν ἀθεράπευτα τά κρυμμένα μέσα τους πάθη. Ἐγώ ὅμως δέν κρύβω τό πλῆθος τῶν ἀδικιῶν πού βρίσκονται μέσα μου. Δέν κρύβω τήν ντροπή μου. Ξέρω ὅτι καλύτερα εἶναι γιά μένα ζητιανεύοντας νά ζῶ, παρά ντροπιασμένος νά πεθάνω ἀπό πεῖνα καί ἀτιμία. (σ. 224).
Ἐναντίον τοῦ συναισθήματος τῆς ντροπῆς γιά τήν μετάνοια ὁμιλεῖ λαμπρά ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δείχνοντας ὅτι ὄχι ἡ μετάνοια, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ντροπιάζει. «Ὑπάρχουν δύο πράγματα· ἡ ἁμαρτία καί ἡ μετάνοια· ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ πληγή, ἐνῶ ἡ μετάνοια εἶναι τό φάρμακο. Ὅπως στό σῶμα ὑπάρχουν πληγές καί γιατρικά, ἔτσι καί στήν ψυχή ὑπάρχουν ἁμαρτίες καί μετάνοια. Ἀλλά ἡ ἁμαρτία συνδέεται μέ τήν ντροπή, ἐνῶ ἡ μετάνοια φέρνει ἐμπιστοσύνη καί θάρρος. Σέ παρακαλῶ, νά τό προσέξεις, μή τυχόν, μπερδεύοντας μέ τό κατεστημένο, χάσεις τό κέρδος. Εἶναι πληγή καί γιατρικό, στήν πληγή ὑπάρχει τό πῦον, μέ τό γιατρικό γίνεται ἡ θεραπεία της. Στήν ἁμαρτία εἶναι πύον, ρεζίλι, περίγελως, στήν μετάνοια ὑπάρχει ἐμπιστοσύνη, ἐλευθερία, καθαρισμός τῶν ἁμαρτιῶν. Πρόσεξε αὐτό πού σοῦ λέω· ἡ ντροπή ἀκολουθεῖ τήν ἁμαρτία, ἡ ἐμπιστοσύνη τήν μετάνοια. Κατάλαβες τί λέω; Ὁ σατανᾶς ἄλλαξε αὐτή τήν τάξη καί ἔδωσε τήν ἐμπιστοσύνη στήν ἁμαρτία καί τήν ντροπή στήν μετάνοια … (Ὁμιλία 8, 2).
Πῶς ἀλλάζει τό πονηρό πνεῦμα τήν ἠθική τάξη τῶν πραγμάτων; Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς λέει ἕνα παράδειγμα· Ἕνας, ἔχοντας τρελλά τό πάθος, ἀκολουθεῖ μία πόρνη σάν ἕνας δοῦλος καί μπαίνει στό χαμαιτυπεῖο. Χωρίς νά ντρέπεται, πράττει μαζί της τήν ἁμαρτία. Δέν ντρέπεται καθόλου καί πουθενά. Βγαίνει ἀπό ἐκεῖ καί ντρέπεται νά μετανοήσει. Ταλαίπωρε, ὅταν ἔκανες τήν ἁμαρτία δέν ντρεπόσουν, ἀλλά τώρα ντρέπεσαι νά μετανοήσεις; Ὁ διάβολος σέ ὠθεῖ σέ δύο κακίες· ν᾿ἁμαρτάνεις καί νά μή μετανοεῖς. Κι ἔτσι θ᾿ ἁμαρτάνεις καί ἄλλη καί ἄλλη φορά.
Στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ἕνας συνεχής πόλεμος. Οἱ αἰσθήσεις ἀνάβουν τόν πόθο τῶν ἡδονῶν καί τά συναισθήματα ἀνάβουν γιά ἀπολαύσεις, οἱ ὁποῖες προσπαθοῦν νά σβήσουν τήν δύναμι τῆς ἀρετῆς καί τήν φωνή τῆς συνείδησης. Ἔτσι τό σῶμα καίει σάν νά πάσχει ἀπό βασκανία καί καταλήγει στό δίχτυ τῆς ἀπώλειας, ἄν δέν μετανοήσει. Ἡ καρδιά κολακεύεται ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό σῶμα μολύνεται σάν ἀπό μία βρώμικἡ πηγή ἀπ᾿ ὅπου τρέχουν ἀκάθαρτοι λογισμοί. Αὐτός, ὅμως πού σκέφτεται τόν Θεό σβήνει γρήγορα τό κακό μέσα του διά τῆς ἐξομολόγησης, διότι ἡ ἐξομολόγηση τῶν παθῶν εἶναι ἡ καρδιά τῆς μετανοίας. Ἡ Χάρη αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου σβήνει τήν φλόγα τῶν παθῶν καί προσφέρει στήν ἀρετή καί στήν συνείδηση μία νικηφόρα δύναμη.
Ἡ βαθειά μετάνοια τοῦ βασιλέως Δαβίδ παρέχει στόν ἱερό Χρυσόστομο τήν εὐκαιρία τῆς ὡραίας ἀκόλουθης ψυχολογικῆς παρατήρησης: «Ὁ προφήτης ἦταν στήν φθορά, τό μαργαριτάρι ἦταν στήν λάσπη, ἀλλά δέν καταλάβαινε ὅτι εἶχε ἁμαρτήσει, τόσο τυφλωμένος ἦταν ἀπό τό πάθος του. Ὅταν ὁ ἁμαξᾶς εἶναι μεθυσμένος, ἡ ἅμαξα προχωρᾶ ἄτακτα. Ἔτσι, ὅ,τι εἶναι ἡ ἅμαξα καί ὁ ἁμαξᾶς, τό ἴδιο εἶναι καί τό σῶμα καί ἡ ψυχή. Ἄν ἡ ψυχή εἶναι φυλακισμένη, τότε καί τό σῶμα σέρνεται στόν βόρβορο. Ἐφ᾿ ὅσον ὁ ἁμαξᾶς κρατάει καλά τά ἡνία, καί ἡ ἅμαξα προχωρᾶ καλά. Ὅταν, ὅμως, ὁ ἁμαξᾶς χάνει τίς δυνάμεις του καί δέν μπορεῖ πιά νά κρατήσει τά ἡνία, οὔτε ἡ ἅμαξα δέν πάει καλά. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τόν ἄνθρωπο. Ἐφ᾿ὅσον ἡ ψυχή ἀγρυπνεῖ, καί τό σῶμα παραμένει καθαρό, ἀλλ᾿ ὅταν ἡ ψυχή εἶναι πολύ σκοτισμένη, τότε καί τό σῶμα μολύνεται μέ τίς ἡδονές. Καί τί ἔκανε ὁ βασιλιᾶς Δαβίδ; Πόρνεψε μέ τήν γυναίκα τοῦ ἄλλου, ἀλλά δέν καταλάβαινε τήν ἁμαρτία του, οὔτε τοῦ τήν εἶπε κανείς. Κι αὐτό γινόταν ὅταν ὁ Δαβίδ ἦταν σέ πολύ μεγάλη ἡλικία. Γιά νά καταλάβεις, ἄν τυχόν πιαστεῖς ἀπό τήν ἀβουλία, ὅτι δέν σέ ὠφελοῦν τά ἄσπρα σου μαλλιά γιά νά γλυτώσεις τήν ἁμαρτία. Τά ἤθη δέν τά κάνει ἡ ἡλικία, ἀλλά οἱ καλές πράξεις οἱ ὁποῖες πηγάζουν ἀπό τήν σοφία τῆς ψυχῆς. (Ὁμιλία 2, 2)
Λοιπόν, ἡ πηγή τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἐντός τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ θεραπεία της εἶναι ἡ ἀρετή καί ἡ χάρη τῆς μετανοίας. Ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ἕνας νεκρός, σάν τόν Λάζαρο, ὅπως μᾶς λέγει τό Εὐαγγέλιο. Ἐξομολόγηση σημαίνει ἐπιστροφή στήν ζωή, μᾶς τό ἐπιβεβαιώνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Μέγας: «Βλέπετε, οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου λύνουν τόν δεμένον μέ λωρίδες πρώην νεκρό καί τώρα ἀναστημένο Λάζαρο. Ἄν ἔλυον ἀπό τά δεσμά του ἕναν νεκρό Λάζαρο, θά προκαλοῦσαν τήν δυσωδία καί δέν θά φανερωνόταν ἡ δύναμις τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Ἰησοῦς, μπροστά στό τάφο τοῦ Λαζάρου, δέν λέει «ἔλα στήν ζωή, ἀλλά ἔλα ἔξω. Κάθε ἁμαρτωλός, ἐφ᾿ ὅσον κρύψει τήν ἁμαρτία του στό βάθος τῆς συνείδησής του, εἶναι ἀκόμα ἐνταφιασμένος στό βάθος τοῦ τάφου. Ὁ ἁμαρτωλός ὅμως πού ἔρχεται στό φῶς μέ τήν θέλησή του ἐξομολογεῖται τίς ἀθλιότητες του… Ὁ νεκρός ἀνασταίνεται! Ὁ ἁμαρτωλός ἀναγνωρίζει τό σφάλμα του. Ἐφ᾿ ὅσον ἀναστήθηκε, οἱ μαθητές τόν ἀπολύουν, δηλαδή οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ἀκυρώνουν τήν ποινή, πού θά τοῦ ἄξιζε, διότι δέν ντράπηκε νά ὁμολογήσει αὐτά πού εἶχε κάνει … (Ὁμιλία 26 στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο 20, 19-21, Migne 86, 1200)
Δέν εἶναι εὔκολο πρᾶγμα νά πείθεις τούς ἀνθρώπους νά ὁμολογήσουν ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί. Κι ἄν γίνει αὐτό εἶναι ἀκόμη πιό δύσκολο νά τούς βοηθήσης νά μήν ἁμαρτήσουν πλέον. Ἡ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας γίνεται ὅλο καί πιό ἀπρόσιτη καί ἡ ἠθική συνείδηση πολλῶν ἀνθρώπων εἶναι κοιμισμένη. Ἡ πίστη καί τό ἠθικό συναίσθημα ἀντιμετωπίζονται ἀπό πολλές ψυχές μέ ἀμφιβολίες, ἀδιαφορία, σκεπτικισμό, ἀτομικισμό καί ἀθεϊσμό. Τό πρῶτο ἀποτέλεσμα τῆς ἀπιστίας εἶναι ἡ κατάπτωση τοῦ ἠθικοῦ φραγμοῦ. Μία πτώση σέ θρησκευτικό ἐπίπεδο ἀκολουθεῖται ἀπό μία ὑποβάθμιση τῶν ἠθῶν κι ἀπό ἕνα πλῆθος ἀλληλοσυγκρουόμενων συναισθημάτων, τά ὁποῖα ἀποσταθεροποιοῦν τήν ψυχή. Ἡ ἐσωτερική ἁρμονία ὑποκύπτει μπροστά στήν δυσαρμονία, ἡ ἡσυχία μπροστά στήν ἀνησυχία, ἡ χαρά μπροστά στόν πόνο.κτλ. Ἕνα πλῆθος μαρτυριῶν μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ψυχική ἡσυχία τῶν ἀπίστων καί ἁμαρτωλῶν δέν εἶναι καθόλου πραγματική, ἀλλά φαινομενική. Στό βάθος τῆς ψυχῆς τους ὑπάρχει εἴτε ταραχή, εἴτε θλίψη, εἴτε τύψη. Αὐτή ἡ κατάσταση κρίσης, μπερδέματος καί ἐσωτερικοῦ σκότους εἶναι μία ἀρρώστια, μία ὄντως ἀνώμαλη κατάσταση. Αὐτή ἐγείρει μέσα στόν ἄνθρωπο τήν ἐπιθυμία ἀπελευθέρωσης καί καθάρσης. Ὄντας κάτω ἀπό τήν ἐξουσία της, ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται, ψάχνει ἀπαντήσεις, ξέφωτα, καθησυχαστική ἀσφάλεια, πρός τήν ὁποία τόν προτρέπει ἡ μυστική ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς, γιά νά ἐξηγήσει καί νά ἀντέξει τήν ἀθλιότητα τῆς ζωῆς του.
Ἡ ψυχρή λογική μερικές φορές μπορεῖ νά δώσει στόν ἄνθρωπο τήν ψευδαίσθηση μιᾶς ἀθεϊστικῆς καί ἀντιθρησκευτικῆς πεποίθησης. Ἀλλά αὐτή δυσαρεστεῖ καί δέν ἱκανοποιεῖ τήν οὐράνια δίψα τῆς ψυχῆς. Πόσες φορές οἱ θρησκευτικά ἀναίσθητοι καί ἄπιστοι κραυγάζουν μ᾿ ἕναν τρόπο ἤ μέ τόν ἄλλο τόν πόθο γιά ἡσυχία καί ἀγνότητα τῆς ψυχῆς; Πόσοι πνευματικοί ἄρα δέν ἔχουν δεχτεῖ ἤ δέχονται ἀκόμα μπροστά στό Ἱερό Βῆμα καί στήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης ἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι ἀναφωνοῦν καί προσεύχονται, νικημένοι ἀπό τήν ἀδυναμία τους: «Πάτερ, δώσε μου τήν ἡσυχία τῆς ψυχῆς!
Ἕνας στοχαστής, ὁ J.J. Rousseau, ὁμολογοῦσε, δυσαρεστημένος ἀπό τήν ἀθεϊστική φιλοσοφία: «αὐτή δέν μ᾿ ἔπεισε, ἀλλά μέ στενοχώρησε. Τά ἐπιχειρήματά της μοῦ θόλωσαν τό μυαλό, χωρίς ποτέ νά μπορέσουν νά με πείσουν (Reveries, στό H. Delacroix, La religion et la foi, σ. 324).
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνα μυστήριο, ἕνα αἴνιγμα τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ἀποκρυπτογραφηθεῖ μέ τούς κανόνες τῆς κοινῆς λογικῆς. Οἱ προϋποθέσεις τῶν λογικῶν συλλογισμῶν ἔχουν στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων ἕνα πολύ σημαντικό ρόλο, ἀλλά δέν εἶναι ἐπαρκεῖς γιά νά εἰρηνεύσουν καί νά ἡσυχάσουν τίς ψυχές. Αὐτές ἀπαιτοῦν καί τήν ἔγκριση τῆς καρδιᾶς, ἐπειδή οἱ συναισθηματικοί λόγοι ἱκανοποιοῦν πιό πολύ ἀπό τούς γνωστικούς. Ἡ καρδιά εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀγάπης καί τό πνεῦμα τοῦ νοῦ, ἄν μπορούσαμε νά τό ποῦμε ἔτσι. Ὅταν ἡ καρδιά ἰσχυρίζεται ὅλα τά δικαιώματα της, ὁ ἄνθρωπος διανύει μία πορεία βαθειᾶς ἠθικῆς καί διανοητικῆς μεταβολῆς.
Τί σημαίνουν ὅλες αὐτές οἱ διαπιστώσεις καί οἱ ἰσχυρισμοί; Σημαίνουν ὅτι στήν θρησκευτική πίστη καί στήν ἠθική ζωή δημιουργοῦνται ἐμπειρίες οἱ ὁποῖες ἐπαναστατοῦν καί ἀναμορφώνουν τήν ψυχή, γίνονται ἀνανήψεις καί ἀναδιπλώσεις, θάνατος καί ἀναγέννηση. Αὐτές οἱ ἐμπειρίες ὀνομάζονται θεολογικά καί ψυχολογικά μετατροπές ἤ μεταβολές.
Ἡ ἁμαρτία γεννᾶ στόν ἄνθρωπο τήν θλίψη, ἀντιθέσεις, ἠθική διαταραχή καί τήν ἀνάγκη μιᾶς ἐπιλογῆς μεταξύ ζωῆς καί τοῦ μηδενός, τῶν Ἱεροσολύμων καί τῆς Βαβυλῶνος, τοῦ Θεοῦ καί τοῦ διαβόλου. Δύο ἑαυτοί, δύο καρδιές, δύο θελήσεις, οἱ ὁποῖες βρίσκονται σέ μιά δεινή μάχη, πού ἔχει σκοπό τήν ἀποκατάσταση τῆς ψυχικῆς ἑνότητας.
Ἡ κανονική ἐξέλιξη ἑνός χαρακτήρα ἔγκειται στήν ἑνοποίηση τῆς ἐσωτερικῆς του ζωῆς, στήν ἑνοποίηση τοῦ πραγματικοῦ ἐγώ καί τοῦ ἰδανικοῦ «Ἐγώ». Εἶναι κλασική ἡ διαδικασία αὐτῆς τῆς ψυχικῆς ἑνοποίησης στήν περίπτωση τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, μέ τόν πόλεμο τῶν δύο διηρημένων θελήσεων, διαδικασία ἡ ὁποία συναντιέται στίς ψυχές ὅλων τῶν μετανοημένων, σ᾿ ἕνα μεγαλύτερο ἤ μικρότερο βαθμό. «Ἡ νέα θέληση ἡ ὁποία εἶχε ἀρχίζει νά ὑπάρχει μέσα μου … δέν μποροῦσε νά νικήσει τήν ἄλλη, πολύ πιό παλαιά καί πιό ἰσχυρή. Οἱ δύο θελήσεις μου πολεμοῦσαν μεταξύ τους καί ὁ διχασμός τους μοῦ κατασπάραζε τήν ψυχή. Τώρα καταλάβαινα διά τῆς δικῆς μου ἐμπειρίας ἐκεῖνο πού τό εἶχα διαβάσει ὅτι τά πάθη τοῦ σώματος εἶναι ἐνάντια τοῦ Πνεύματος καί ἡ θέληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀντίθετη μέ τήν τοῦ σώματος . «ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός» (Γαλ. 5,17). Οἱ σκέψεις πού τίς ἀνύψωνα πρός Σέ ἦταν σάν τούς κόπους ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά ξυπνήσουν καί βυθίζονται ξανά στόν ὕπνο πού τούς αἰχμαλωτλιζει … Δέν ἤξερα πῶς ν᾿ ἀπαντήσω στήν πρόσκλησή Σου. Ἔγειρε, ὁ καθεύδων, καὶ ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, καὶ ἐπιφαύσει σοι ὁ Χριστός (Ἐφεσ. 5, 14). Ἀργοῦσα νά πλησιάσω στόν θάνατο γιά νά ἐπανέλθω στήν ζωή. Τό ριζωμένο μέσα μου κακό μ᾿ ἐξουσίαζε περισσότερο ἀπό τό καλό, πού ἐλάχιστο ἦταν μέσα μου. Ὅσο κι ἄν ἔβλεπα πλησιάζοντας τήν κρίσιμη στιγμή, ὅτι ἔπρεπε νά γίνω καινή κτίση, τόσο αὐτή ἡ στιγμή μέ ἐφόβιζε. (Ἐξομολογήσεις, Confessiones, VIII, κεφ. 5, 7 καί 11)
Αὐτή ἡ εἰκόνα τῆς διαιρημένης ἀπό ἀμφιταλαντεύσεις ψυχῆς εἶναι τέλειας ψυχολογικῆς ἀκρίβειας. Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ζεῖ δύο ταὐτόχρονες ζωές. Ψάχνει συνεχῶς γιά μία νέα ἐσωτερική ἑνότητα. Καί ὅσο αὐξάνει ἡ θλίψη καί ἡ τύψη γιά ἁμαρτίες, τόσο αὐτή ἡ ἑνότητα πρέπει νά πραγματοποιηθεῖ. Ἡ νέα ζωή ἀρχίζει μέ τόν θάνατο τοῦ παλαιοῦ ἐγώ, ὅταν δηλαδή οἱ καινούργιες ἰδέες ὡριμάζουν στήν σκιά καί ὕστερα λάμπουν στό φῶς τῆς συνείδησης. Τήν διάσπαση τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου ἀκολουθεῖ ἡ συναρμολόγηση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς μέ τήν ἐξομολόγηση. Ὕστερα ἔρχεται ἡ σταθεροποίηση καί ἡ ἐμφάνιση ἑνός καινούργιου τρόπου ζωῆς. Αὐτό τό ψυχικό φαινόμενο ὀνομάζεται ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς. Εἶναι δηλαδή ἡ ἐπιστροφή διά τῆς ἐσωτερικῆς ἐπανάστασης στήν ὑπηρεσία ἑνός ἰδανικοῦ χριστιανικῆς τελειότητας, πού εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό.
Σ᾿ αὐτό τό ἔργο ἐνεργεῖ καί ἕνας μυστήριος δάκτυλος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ πατρική του ἐπέμβαση στήν ἐπιστροφή αὐτή. Ἡ Θεία Χάρη γκρεμίζει ἀργά ἐνίοτε καί ξαφνικά τό παλαιό ἐγώ μας, καθώς ἕνα σπίτι γκρεμίζεται τοῦβλο μέ τοῦβλο ἤ ξαφνικά μέ κάποιο δυναμίτη. Πολύ σπουδαία εἶναι ἡ στιγμή ὅταν φτάνει ὁ ἄνθρωπος στήν πεποίθηση τῆς ἁμαρτίας καί στήν ἀναγκαιότητα τῆς θείας Χάριτος. Ἡ ἁμαρτία τυραννᾶ τήν ψυχή, ὅπως ἕνας φυσικός πόνος βασανίζει τό σῶμα. Προκαλεῖ μέσα μας τήν ἐπιθυμία καί τήν ἀναγκαιότητα τῆς σωτηρίας καί δέν ἡσυχάζει μέχρι νά ἀποκτήσει ἡ ψυχή τήν ἐμπειρία καί τήν βεβαιότητα μιᾶς ἄνωθεν βοήθειας, πού τῆς ἔχει δοθεῖ. Ἡ ψυχική ἀνακαίνηση ἀποβλέπει στήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅπως καί ἡ μετάνοια.
Στήν ἀνακαίνιση ἑνώνονται ὁ νοῦς μέ τήν καρδιά, ἀναδύεται μία καινούργια πίστη, γεννιέται μία νέα ζωή. Τά παλαιά ἔχουν περάσει καί ὅλοι οἱ λογισμοί καί οἱ αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρώπου ἀποκαλύφθηκαν καί εἶναι ἄδολοι καί ἀγνοί.
Ἡ ἀνακαίνιση εἶναι ἡ συντριβή τῆς ὑπερηφάνειας καί τό τέλος τῆς ἐσωτερικής ἀναρχίας. Εἶναι μία ἀναγέννηση μέσα στήν χαρά τῆς ἐλευθερίας, μία μεταμόρφωση τῆς ψυχῆς, μία ἐπιστροφή στό σπίτι. Ὅπως τά πάθη ἀλλάζουν τήν εὐαισθησία καί ἡ ἀγριότητα τῶν ἐνστίκτων θανατώνει τήν τρυφερότητα τῶν συναισθημάτων, ἔτσι καί ἡ μεταμόρφωση τῆς ψυχῆς ἀλλάζει τήν οὐσία τῆς ζωῆς, ξεσκεπάζει τό κακό καί διοργανώνει τήν πνευματική ζωή σύμφωνα μέ μία νέα ἀρχή καί χριστιανική διδασκαλία. Ἡ ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς βγάζει τίς ψυχές ἀπό τήν φαυλότητα τοῦ κακοῦ καί δίνει ἕνα θρησκευτικό χαρακτῆρα. Ἡ ἀνακαίνιση εἶναι ἕνας θρίαμβος ἐπάνω στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, εἶναι μία ἐσωτερική ἐλευθερία, ἕνας καινός οὐρανός καί μία καινή γῆ. Ἡ ζωή διά τῆς μετάνοιας λαμβάνει μία νέα ἀξία. Ἡ πίστη διά τῆς μετανοίας, αὐξάνεται καί φωταγωγεῖται διανοητικά καί ἠθικά.
Ὁ νεοφώτιστος διά τῆς μετανοίας εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἐπιστρέφει στήν χριστιανική ζωή. Ἡ διάνοιά του, ἡ θέληση καί τά αἰσθήματα του πνευματικά ἐνισχύονται καί ἐμποτίζονται μέ τήν εὐαγγελική Θεία Χάρη. Ἡ ἠθική φυσιογνωμία τοῦ νεοφωτίστου ἀλλάζει οὐσιαστικά καί διαποτίζεται ἀπό τά νάματα τῆς ζωῆς τοῦ Εὐαγγελίου. Τώρα καταλαβαίνει ἀλήθειες, οἱ ὁποῖες μέχρι τότε τοῦ ἦταν ἀκατάληπτες, εἶναι ἱκανός γιά ἀνώτερους κόπους πού δέν κατέβαλλε πρίν μετανοήσει. Βλέπει τόν κόσμο σάν νά εἶναι ντυμένος μέ τήν αἴγλη μιᾶς πρωτοφανοῦς ὀμορφιᾶς.
Ἡ πρώτη μέριμνά του εἶναι ἡ ἀπελευθέρωσή του ἀπό τά δεσμά τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν του. Ἡ αἰτία τῆς μετάνοιας εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ἁμαρτία, δέν θά χρειαζόταν ἡ μετάνοια. Τό κακό θολώνει τήν ἡσυχία τῆς ψυχῆς. Ὁ πόνος τῆς ἁμαρτίας ἀνησυχεῖ καί βασανίζει τήν ψυχή σάν νά εἶναι ἕνας τροχός. Αὐτή ἀπαιτεῖ τήν ἐξομολόγηση τοῦ κακοῦ, τήν ἐνεργητική καί ἀπόλυτη. Ἔτσι ἡ οὐσία τῆς μεταμόρφωσής του εἶναι μία ἐξομολόγηση. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἡ ἐπιστροφή στόν Θεό εἶναι μία μετάνοια καί ἡ μετάνοια εἶναι μία ἐπιστροφή στόν Θεό, διότι ὅποιος μετανοιώνει, καλεῖται νά ἐπιστρέψει στόν Χριστό καί ν᾿ ἀλλάξει τήν ζωή του. Ὅμως ἡ ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς, σάν ψυχικό φαινόμενο δέν μπορεῖ νά ταυτιστεῖ μέ τήν μετάνοια ὡς Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί εὐαγγελική ἀρετή. Ἀπό τήν ἀρχή ὁ ὅρος ἐπιστροφή στόν Θεό ἔχει μιά πιό περιορισμένη ἔννοια ἀπό τήν μετάνοια. Ἡ ἐπιστροφή ἀρχίζει μέ τήν μετάνοια, ἀλλά δέν τήν περιέχει.
Κάθε μετάνοια θά ἦταν καλό νά εἶναι πρῶτα μία ἐπιστροφή καί κάθε μετανοημένος νά γυρίσει στό σπίτι του σάν ἕνας νέος ἄνθρωπος. Μόνο ἔτσι αὐτό τό ἱερό Μυστήριο μπορεῖ νά καρποφορήσει ὁλοκληρωτικά στήν ζωή του.
Ὁ προτεσταντισμός καί οἱ προερχόμενες ἀπ᾿ αὐτόν αἱρέσεις ἔχουν κρατήσει ἀπό τήν μετάνοια μόνο μία ἀόριστἡ ἐξομολόγηση, πού τήν κάνουν ἀπευθείας στόν Θεό, χωρίς καμία ἐξομολόγηση ὡς μυστήριο καί χωρίς καμμία μυστηριακή μεσιτεία.
Παρότι οἱ προτεστάντες προφασίζονται ὅτι δέν χρειάζεται ἐξομολόγηση στόν ἄνθρωπο, ἀλλά ἀπευθείας ἐξαγόρευση στόν Θεό, ὅμως ἡ ἐξομολόγηση εἶναι κάτι φυσικό καί ἀναγκαῖο στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι μία ἠθική θεραπευτική λεπτῆς ψυχολογίας. Αὐτή ἐλαφρώνει τήν ψυχή καί τά δάκρυα τῶν μετανοημένων προκαλοῦν τίς εὐεργεσίες αὐτῆς τῆς ψυχικῆς ἐλευθερίας καί ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν δυσμένεια τῶν παθῶν.
Ἡ ἐξομολόγηση ἀνταποκρίνεται στίς ἀνάγκες τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς, ἐπειδή εἶναι μία ἀπό τίς μορφές ἐξαγνισμοῦ πού τίς ἔχει ἀνάγκη ὁ πιστός, ὅταν θέλει νά πλησιάσει τήν θεότητα. Ὁ ἐξομολογούμενος ἀποβάλλει τήν ὑποκρισία καί βλέπει τόν ἑαυτό του, ὅπως εἶναι πραγματικά, διότι ἡ φαυλότητα τῆς ψυχῆς του φανερώνεται.
Ἡ πρακτική τῆς ἐξομολόγησης ἔχει ἐξαφανιστεῖ στούς προτεστάντες χωρίς ὅμως νά μποροῦν νά τό δικαιολογήσουν αὐτό σάν ἱστορικό φαινόμενο παρόλο πού ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀντικαταστήσει τήν δημόσια ἐξομολόγηση μέ τήν ἀτομική, γιά ν᾿ αὐξήσει τό θάρρος τῶν μετανοημένων χριστιανῶν.
Ὑπάρχουν πολλοί πιστοί, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν ὅτι τό ἱερό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης εἶναι μία μεγάλη εὐεργεσία καί μία ἀπόλυτη ἀναγκαιότητα. Δέν μποροῦν νά ἡσυχάσουν μέχρι νά ἐξομολογηθοῦν ὅλες τίς ἁμαρτίες τους ἤ ἀκόμη πιέζονται νά ποῦν σέ κάποιον τήν δυστυχία τῆς ψυχικῆς τους ζωῆς. Πόσοι μετανοημένοι δέν κραυγάζουν δημόσια τίς ἁμαρτίες τους καί ψάχνουν μέ πολλή ἐπιμονή ἕνα λόγο πνευματικῆς παρηγοριᾶς! Στίς πνευματικές συνάξεις παλαιά, ἀκόμα καί σήμερα σέ ὡρισμένους τόπους, ἀκούγονταν ἐντυπωσιακές δημόσιες ἐξομολογήσεις ἁμαρτιῶν, κυρίως ἀπό τό στόμα κάποιων ἁμαρτωλῶν, οἱ ὁποῖοι ἐγύριζαν στήν Ἐκκλησία, μετά ἀπό μία βυθισμένη σέ ἁμαρτίες ζωή. Παρουσιάζουμε ἐδῶ μία τέτοια ἐξομολόγηση, τήν ὁποία ἄκουσα πρόσφατα ἀπό τό στόμα τοῦ Ἰωάννου Ἀρντελέαν ἀπό τήν πόλη Ἀράντ, ὁ ὁποῖος τώρα εἶναι ἱερεύς.
«Ἤμουν ὁ πιό ἁμαρτωλός ἄνθρωπος· τίς Κυριακές καί τίς γιορτές πάντα γύριζα ὅλες τίς ταβέρνες, ἔχοντας τό μαχαίρι δεμένο στήν μπότα. Βλασφημοῦσα τά Ἅγια καί ἔπραττα ὅλες τίς ἁμαρτίες. Ἀλλά σιγά-σιγά μπῆκε μέσα μου καί ὁ καλός λογισμός, νά πάω στήν ἐκκλησία καί νά ἐξομολογηθῶ. Πλησίασα τό ψαλτήρι καί ἄρχισα νά ψάλω καί νά διαβάζω τά λειτουργικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξμολογήθηκα καί ὁ ἱερέας μοῦ εἶπε, ὅτι θά πρέπει νά πολεμήσω πολύ τά πάθη μου. Ἔτσι κι ἔγινε. Δέν ἤξερα πῶς νά ξεμπλέξω ἀπό τίς κακές μου συνήθειες. Ὁ πονηρός, δέν μέ ἄφηνε ποτέ ἥσυχο κι ἐγώ δέν μποροῦσα ν᾿ ἀπαλλαγῶ ἀπ᾿ αὐτόν. Τότε, τί νά κάνω; Παρεκάλεσα τόν Κύριο κι Αὐτός μέ βοήθησε διά τῶν νηστειῶν καί τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν οἱ ἄλλοι πήγαιναν τήν Κυριακή σέ γλέντια, ἐγώ ἐπαίδευα τό σῶμα μου μέ νηστεῖες καί χαιρόμουν νά προσεύχομαι στόν Κύριο. Κι ἔτσι, ἔχω φτάσει νά θέλω ν᾿ ἀκούω μόνο συνεχῶς τίς εὐχές, τίς ψαλμωδίες τῆς Ἐκκλησίας καί τά κηρύγματα τά ὁποῖα βγαίνουν ἀπό τό στόμα τῶν ἱερέων. Τώρα ἀγαπῶ τήν Ἐκκλησία, διότι ξέρω ὅτι ἡ διδασκαλία της εἶναι ἁγία καί σωτηριώδης. Ξέρω ὅτι οἱ παπποῦδες μας ἦταν καλύτεροι χριστιανοί ἀπό ἐμᾶς καί θά ἤθελα νά εἴμαστε κι ἐμεῖς σάν αὐτούς.
Ἰδού ἕνα πάρα πολύ διδακτικό παράδειγμα δημόσιας ἐξομολόγησης τῶν ἁμαρτιῶν, πού πηγάζει ἀπό τήν ψυχολογική ἀνάγκη τῆς συγχώρησης. Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἕνας νόμος τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Ὁ ψυχοσωματικός ὀργανισμός μας ἀναζητεῖ φυσικά καί ἐπιτακτικά τήν ἀποβολή τοῦ κακοῦ καί τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς.
Ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι μία συστηματική διαδικασία πού ἀνακαλύπτει καί διατηρεῖ τήν πνευματική αἰσιοδοξία καί ταὐτόχρονα ἀπομακρύνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν τυραννική ἐξουσία τοῦ κακοῦ. Ἡ ἐξομολόγηση φέρνει μία ἐκκένωση τῆς ἔνοχης συνειδήσης, μία ἀπαλλαγή καί μία ψυχική ἀγαλλίαση. Διά τῆς συγχώρησης τῶν ἁμαρτιῶν του, ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὄντος ἀπελευθερωμένος, ἁγνισμένος καί λυτρωμένος.
Ἡ ἁμαρτία προξενεῖ πόνο καί κάθε πόνος χρειάζεται νά ἐξομολογηθεῖ καί ὅπως μία συγκεκριμένη χαρά αὐξάνει, ἔτσι κι ἕνας ἐξὁμολογούμενος πόνος θεραπεύεται.
Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν ψυχολογική ἀξία τῶν κανόνος τῆς μετανοίας. Τό ἰδανικό τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἕνα μέ τήν ἁγιότητα. Γιά τήν προαγωγή τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀναίρεση τῆς ἀνηθικότητας, ἡ Ἐκκλησία προτρέπει στά μέλη της νά ὑπακούουν σέ μερικούς κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἐπιβάλλουν τήν πειθαρχία καί ἀποβλέπουν στήν διαφύλαξη τοῦ νέου πνεύματος. Ὁ σκοπός τῆς πειθαρχίας δέν εἶναι νά καταστέλλει ἤ νά τιμωρεῖ, ἀλλά νά ἐγείρει τούς πεσμένους, νά διδάσκει τά ἰδανικά τῆς Ἐκκλησίας καί νά κυρώνει τήν παράβαση τῶν ἀρχῶν ἤ τῶν δογμάτων της. Ἡ πειθαρχία ἀποβλέπει στήν ἐπανόρθωση τῶν ἁμαρτωλῶν, στήν ἀφύπνιση τῆς μεταμέλειας, στήν ἐκπαίδευση καί στήν τήρηση τῆς ἠθικῆς συνείδησης σέ ἐγρήγορση. Δηλαδή ἔχει ἕνα παιδαγωγικό σκοπό, νά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μέ τό ἰδανικό στό ὁποῖο ἔχει μεταμορφωθεῖ. Ἡ ἐκπλήρωση ἑνός κανόνα ἔχει τόν ἴδιο σκοπό, τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς. Ἡ παιδαγωγική του ἀξία προκύπτει ἀπό τήν ψυχική ἀνάγκη τῶν μετανοημένων νά διορθώσουν καί νά ἐξαγοράσουν τά πραττόμενα λάθη. Δέν ὑπάρχει τίποτε πιό φυσικό καί πιό ὠφέλιμο ἀπό τήν μεταμέλεια γιά ἁμαρτίες καί τήν εὐμένεια νά ἐκπληρώσει ἕνα κανόνα, ὁ ὁποῖος νά βοηθήσει στήν ἐξάλειψή τους. Ἔτσι, λοιπόν, εἶναι ἀδιανόητο γιατί ὁ προτεσταντισμός ἔχει καταργήσει αὐτό τό Μυστήριο τῆς μετανοίας, τοῦ ὁποίου ἡ ἀναγκαιότητα καί εὐεργεσία προέρχεται καί μέ βιβλικά ἐπιχειρήματα καί μέ ψυχολογικά.
Στό ἔργο τῆς ἐν Χριστῶ μεταμόρφωσης καί στήν μετάνοια παντοῦ παίζει ἕνα σημαντικό ρόλο τό θρησκευτικό συναίσθημα. Ὑπάρχουν ἱεραπόστολοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν ὅτι ὁ Κύριος σκοπός τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος εἶναι νά προκαλέσει στίς ψυχές τῶν ἀκροατῶν δυνατά συναισθήματα κι ἔτσι νά τούς πείσει πιό εὔκολα νά πιστεύσουν καί νά μετανοήσουν.
Κανένας δέν ἀμφισβητεῖ τήν σπουδαιότητα τοῦ συναισθήματος καί τήν ἀναγκαιότητα του στήν θρησκευτική ζωή. Ἕνα ἔντονο συναίσθημα προκαλεῖται ἀπό μία ζωντανή θρησκευτική ἐμπειρία, ἐνισχύει τήν πίστη καί μᾶς κάνει νά αἰσθανόμαστε κοντά μας τόν Θεό. Μᾶς ὠθεῖ σέ μιά ταπεινή προσκύνηση καί ἀφυπνίζει μέσα μας τό συναίσθημα τοῦ ὑψηλοῦ. Πρέπει ἀκόμη νά μήν ξεχνᾶμε ὅτι τά συναισθήματα προκαλοῦν ὑποβολές, ἀλλά χωρίς διάρκεια. Περνᾶνε γρήγορα καί οἱ μεταστροφές παραμένουν φαινομενικές καί ἀσταθεῖς. Τό συναίσθημα εἶναι ἕνα τεχνητό μέσο πού προξενεῖ χειρονομίες καί λόγια τά ὁποῖα τίς πιό πολλές φορές δέν ἀνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα.
Ἡ ἔξαρση τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος καί οἱ εὐλαβικές φράσεις πολλές φορές κρύβουν φαρισαϊκούς τύπους καί προξενοῦν ἐπιζήμιες ἐκτροπές. Μετά ἀπό ἕνα συναίσθημα ἀκολουθεῖ καί μία εὐαρέσκεια ἤ μία ἔξαρση τρυφερότητας. Τό ἔντονο συναίσθημα προκαλεῖ ἀκόμη καί ἐντυπώσεις πού δημιουργοῦν ἀόριστους, ἀλλά ἔντονους πόθους. Κι ἔτσι φτάνει μία εὐλαβής σύναξη ν᾿ ἀρχίσει μέ πνευματικά θέματα καί νά καταλήξει στά θέματα τῆς σάρκας. Οἱ συναισθηματικές διεγέρσεις δελεάζονται καί εὔκολα συμφιλιώνονται μέ τήν ἀνηθικότητα. Δέν ὑπολογίζουν πολύ τήν λογική. Λοιπόν, εἶναι λάθος νά καλλιεργεῖται μόνο τό συναίσθημα πού προκαλεῖ πνευματική κρίση καί μετά τήν συγκατάθεσι. Τό συναίσθημα εἶναι ἕνα πολύ ἀσταθές φαινόμενο, διότι εἶναι εὔκαμπτο καί τυφλό. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά διαρρυθμίζεται καί νά φωτίζεται διά τῆς δογματικῆς διδασκαλίας καί τοῦ ἠθικοῦ κηρύγματος. Οἱ ἀρχές κυβερνοῦν τήν ζωή. Τά συναισθήματα μόνο ὅταν συνδέονται μέ ἀρχές, μέ πεποιθήσεις καί μέ πραγματικές γνώσεις εἶναι εὐεργετικά.
Ἐδῶ ἐπεμβαίνει ὁ σημαντικός ρόλος τῆς θεολογίας στήν ἐπιστροφή καί στήν μετάνοια. Διότι ἡ θεολογία, διά τῶν βιβλικῶν, πατερικῶν καί λογικῶν ἀποδείξεων, ἀνοίγει τίς θύρες τῆς μετανοίας καί δι᾿ αὐτοῦ συντείνει στήν ἐπανόρθωση καί στήν βελτίωση τῶν ἠθῶν. Ἡ θρησκευτική γνώση ὁδηγεῖ στήν ἐπιστροφή στόν Χριστό πρόσωπα καί ὁλόκληρες κοινωνίες. Σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση τό συναίσθημα πορεύεται παράλληλα μέ τήν λογική ἐπίδειξη, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἕνα καλό πού δέν χρειάζεται πιά νά τονιστεῖ.
Μία ἀπό τίς μεγάλες ἔννοιες τῆς μετανοίας εἶναι ἡ συγκράτηση τῆς ἀλαζονείας καί ἡ αὐτογνωσία. Ὁ δρόμος διά τοῦ ὁποίου φτάνουμε στήν ὀρθή γνώση τῆς δικῆς μας ἀξίας εἶναι ἡ ἐξέταση τῆς συνείδησης. Κάθε μετανοημένος καλεῖται, πρίν νά πάει στήν ἐξομολόγηση, νά κάνει μία αὐστηρή ἐξέταση τῆς συνείδησής του, νά ἀντικρύσει διά τοῦ συλλογισμοῦ του τήν θρησκευτική καί ἠθική του ζωή ὑπό τό φῶς τῆς πίστεως καί τῶν βιβλικῶν διδασκαλιῶν. Ὅταν αὐτή ἡ ἐξέταση γίνεται ἐπισταμένως, ἡ δουλειά τοῦ ἱερέως διευκολύνεται πάρα πολύ. Ὁ ἴδιος ὁ μετανοημένος πιστός αἰσθάνεται ὅτι ἡ ψυχή του εἶναι πιό ἐλαφρά καί εἰρηνική, ὅταν προετοιμαστεῖ πολύ σοβαρά γιά τήν ἐξομολόγηση, οὕτως ὥστε νά μή ἀφήσει τίποτε ἀνεξομολόγητο ἀπό κάθε κακό πού τοῦ περισφίγγει τήν καρδιά.
Ἡ αὐτογνωσία τοῦ χριστιανοῦ
Ἀναφέρουμε ἐδῶ ἕνα πίνακα ἐρωτήσεων, δανεισμένο ἀπό ἕνα εὐχολόγιο, πού διευκολύνει πάρα πολύ τήν ἐξέταση τῆς συνείδησης:
1. Ὁ μετανοημένος πιστός θά ἐξετάσει τόν ἑαυτό του σχετικά μέ τήν προηγούμενη του ἐξομολόγηση καί τήν Θεία Κοινωνία. Ἄν τότε ξέχασε ἤ ἔκρυψε κάτι στήν ἐξομολόγηση του. Τί εἶναι ἀκριβῶς καί γιά ποιό λόγο τό ἔκανε αὐτό.
Ἄν ἐξωμολογήθηκε, χωρίς συντριβή, λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του καί χωρίς τήν ἀπόφαση νά μήν ἁμαρτήσει ξανά.
Ἄν κοινώνησε, χωρίς τήν κατάλληλη περισυλλογή καί εὐλάβεια.
Ἄν ἐξεπλήρωσε ἤ ἐπετέλεσε «στραβά» τόν κανόνα του, πού τοῦ δόθηκε.
Ἄν ξανάπεσε στίς ἴδιες ἁμαρτίες, ὅπως στό παρελθόν, ἐπειδή δέν προσπάθησε ἀρκετά νά τίς ἀποφύγει.
2. Ἄν ἔσφαλε ἐναντίον τῆς πρώτης καί τῆς δεύτερης ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν τήν Πιστη σ᾿ Αὐτόν.
Ἄν ἀπαρνήθηκε ἤ ἀρνήθηκε νά πιστέψει σέ ὅλα τά ἄρθρα τοῦ Σύμβολου τῆς Πίστης ἤ καί σ᾿ ἕνα ἀπ᾿ αὐτά, τά ὁποῖα διδάσκει ἡ Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ποιό εἶναι συγκεκριμένα αὐτό τό ἄρθρο.
Ἄν ἐξετέθηκε στό κίνδυνο νά χάσει τήν πίστη του, ὑπακούοντας τούς ἀκολαστους, τούς ἀπίστους ἤ τούς αἱρετικούς, συνομιλῶντας μαζί τους ἤ διαβάζοντας τά βιβλία τους, χωρίς τήν ἄδεια τοῦ Πνευματικοῦ του καί χωρίς νά ἔχει τίς κατάλληλες γνώσεις γιά ν᾿ ἀποφύγει τόν μεγάλο κίνδυνο νά ξεγελαστεῖ ἀπό τό περιεχόμενο τους.
Ἄν ἔχει ἀμφιβολίες σχετικά μ᾿ ἕνα ἄρθρο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Ἄν ἔχει γνωρίσει ὅτι ὑπάρχει μόνο ἕνας Θεός σέ Τρία Πρόσωπα, ὅτι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος ἔγινε ἄνθρωπος, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ταυτόχρονα εἶναι Θεός καί ἄνθρωπος, ὅτι ὑπέστη τόν σταυρικό θάνατο γιά τίς ἁμαρτίες μας, ὅτι ἀναστήθηκε καί ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς.
Ἄν γνωρίζει τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τήν Κυριακή Προσευχή (τό Πάτερ ἡμῶν), τίς δέκα ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τούς Μακαρισμούς τῆς Ἐκκλησίας, τίς ὑποχρεώσεις του ἕναντι τοῦ κράτους, τά ἱερά μυστήρια τά ὁποῖα ἔχει δεχτεῖ ἤ τά δέχθηκε τώρα.
3. Σχετικά μέ τήν ΕΛΠΙΔΑ.
Ἄν, ἐνῶ ἦταν ἀπελπισμένος γιά τήν σωτηρία του, ἀνέβαλλε νά μετανοήσει.
Ἄν καθυστέρησε στήν ἐπιστροφή του στόν Θεό, ἔχοντας μεγάλη ἐμπιστοσύνη στήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καί στίς δικές του δυνάμεις (ὅτι, δηλαδή, θά μπορέσει νά μετανοήσει ὅποτε θέλει, ὅσο ἀργά καί νά εἶναι).
Ἄν περιμένει ἀπό τόν ἑαυτό του καί ὄχι ἀπό τόν Πανάγαθο Θεό ἤ μόνο ἀπό τήν δική του ἀπασχόληση τήν ἐπίτευξη τῶν ἐπιχειρήσεων καί τῶν ἐργασιῶν του, εἴτε τίς πνευματικές, εἴτε τίς ἀνθρώπινες.
Ἄν ἀπέδωσε μόνο στόν ἑαυτό του τά πνευματικά ἤ τά πρόσκαιρα ἀγαθά τά ὁποῖα ἔλαβε κι ἄν ἄργησε νά εὐχαριστήσει γι᾿ αὐτά τόν Θεό.
4. Η ΑΓΑΠΗ
Ἄν κράτησε μέσα του, ἀπό τήν τελευταία του ἐξομολόγηση, κάποια συναισθήματα μίσους, ἀηδίας ἤ περιφρόνησης ἐνάντια στόν Θεό ἤ στά δημιουργήματά του.
Ἄν ἐξεπλήρωσε μέ λύπη, μέ ἀδιαφορία, μέ ραθυμία καί τεμπελιά τά καθήκοντα του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἄν προτίμησε τήν δική του ἀπόλαυση, τήν ὑγεία, τά ἀγαθά του, τούς φίλους ἤ ὅ,τιδήποτε ἄλλο πρᾶγμα περισσότερο ἀπό τήν ἀγάπη του πρός τόν Θεό.
5. Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Ἄν λάτρεψε τόν Θεό μέ ὅλη τήν καρδιά καί τήν ψυχή του καί προσεύχεται καθημερινά, ἰδιαίτερα τό πρωΐ καί τό βράδυ.
Ἄν βλασφήμησε τὁ ἅγιο Ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Ἄν βεβήλωσε τά ἱερά πράγματα, τά μυστήρια, τά ἱερά λείψανα καί τίς εἰκόνες τῶν Ἁγίων κτλ.
Ἄν ἐμίανε τούς ναούς ἤ ἔκανε ὁποιαδήποτε ἁμαρτία μέσα τους.
Ἄν διακωμόδησε τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς μέ ἀστεῖα, μέ κοσμικά τραγούδια καί συζητήσεις.
Ἄν προσέτρεξε στούς δαίμονες, ἄν χρησιμοποίησε μαγεῖες, βασκανίες κτλ.
Ἄν ἐπῆγε στούς χαρτομάντες γιά νά τοῦ μαντέψουν τό μέλλον.
Ἄν ὑποσχέθηκε μέ εὐκολία νά κάνει κάτι καί μετά, χωρίς νά τό θέλει ἀρνεῖται νά τό ἐκπληρώσει. Ἄν ἐξεπλήρωσε ἤ ἄργησε πολύ νά ἐκπληρώσει ὅ,τι εἶχε ὑποσχεθεῖ στόν Θεό νά κάνει.
6. Σχετικά μέ τήν τρίτη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου
Ἄν ὡρκίσθηκε μέ ὁποιοδήποτε ὅρκο, ἐναντίον τῆς ἀλήθειας γιά νά ἐνισχύσει ἕνα ψεῦδος ἤ κάτι γιά τό ὁποῖο ἀμφιβάλλε. Ἀκόμα ἄν ὡρκίσθηκε σύμφωνα μέ τήν ἀλήθεια, ἀλλά χωρίς νά ὑπάρχει ἡ ἀνάγκη νά τό κάνει αὐτό.
Ἄν ὡρκίσθηκε μέ κατάρα ἐναντἰον τοῦ ἑαυτοῦ του ἤ τοῦ πλησίον του, ἐπιθυμώντας τήν τιμωρία του, τόν θάνατο του κτλ.
Ἄν ξέχασε αὐτό πού εἶχε ὑποσχεθεῖ μέ ὅρκο νά ἐκτελέσει.
7. Σχετικά μέ τήν τέταρτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ
Ἄν ἐργάσθηκε ἤ ἀνάγκασε κάποιον νά ἐργάζεται τήν Κυριακή αὐτά πού ἀπαγορεύονται.
Ἄν ἐπέρασε τήν Κυριακή ἤ ἕνα μέρος αὐτῆς τῆς ἁγίας ἡμέρας μέ ἀνώφελες συναντήσεις, βόλτες, γλέντια, παιχνίδια κτλ.
Ἄν χρησιμοποίησε τήν Κυριακή γιά πορνεία ἤ τήν βεβήλωσε μέ ἐγκληματικές καί σκανδαλώδες πράξεις.
Ἄν ἀπουσίασε τήν Κυριακή ἀπό τίς ἱερές ἀκολουθίες τῆς ἐνορίας του.
8. Σχετικά μέ τήν πέμπτη ἐντολή
(τά παιδιά, ὑπηρέτες καί ἄλλοι ὑφιστάμενοι)
Ἄν δέν πειθαρχοῦν ἤ πειθάρχησαν μέ ἀντιδράσεις στό πατέρα, στήν μητέρα, στό Κύριο ἤ στόν προϊστάμενο τους.
Ἄν τούς ἐμίσησε, ἄν ἐπεθύμησε τόν θάνατό τους ἤ νά τούς συμβεῖ κάποιο ἄλλο κακό.
Ἄν ἐτόλμησε νά σηκώσει τό χέρι κατ᾿ ἐπάνω τους.
Ἄν ἀντιστάθηκε στίς παρατηρήσεις τους καί στίς ποινές τους ἤ δέν τούς ἔδωσε σημασία.
Ἄν ἤθελε νά τούς νευριάσει ἐπίτηδες.
Ἄν δέν τούς ἔδειξε τόν πρέποντα σεβασμό.
Ἄν δέν τούς βοήθησε στίς ἀνάγκες τους.
Ἄν ἄργησαν νά ἐκπληρώσουν τίς τελευταίες τους ἐπιθυμίες.
Ἄν τούς ὑπάκουσαν σέ πράγματα, τά ὁποῖα ἀντίκεινται στόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Πατέρες, μητέρες καί ἄλλοι ἀνώτεροι
Ἄν ἔχουν μισήσει ἕνα ἀπό τά παιδιά τους.
Ἄν ἔχουν δώσει προβάδισμα σ᾿ ἕνα ἀπό τά παιδιά τους εἰς βάρος τοῦ ἄλλου, χωρίς δίκαιο.
Ἄν χρησιμοποίησαν τήν βία γιά νά μάθουν κάτι στούς ὑποτακτικούς τους.
Ἄν δέν ἐφρόντισαν γιά τήν διατροφή καί τήν διατήρηση τους.
Ἄν τούς ἐζήτησαν πράγματα πού εἶναι ἀντίθετα ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ἄν δέν τούς ἄφησαν ἀρκετό χρόνο γιά νά ἐκπληρώσουν τά πρός τόν Θεόν καθήκοντα τους. Ἄν ἐζήτησαν ἀπ᾿ αὐτούς πράγματα τά ὁποῖα δέν ἦταν ἱκανοί νά τά κάνουν κι ἔτσι τούς ἔβλαψαν στήν ὑγεία τους.
Ἄν δέν τούς βοήθησαν στούς πόνους, στίς θλίψεις καί στίς ἀνάγκες τους.
Ἄντρας καί γυναίκα
Ἄν δέν ὑπάρχει ἡ ἀμοιβαία ἐμπιστοσύνη μεταξύ τους, ἡ ἀγάπη, ὁ σεβασμός καί ἄλλα καθήκοντα, τά ὁποῖα εἶναι ὑποχρεωμένοι νά τά ἐκπληρώνουν ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο.
Ἄν ἐχώρισαν μή ἔχοντας σοβαρούς λόγους γι᾿ αὐτό.
Ἄν ζοῦν μέ ζηλοτυπία, δίχως ἀφορμή.
Ἄν συμπεριφέρονται μέ ὀνειδισμούς, μέ περιφρόνηση καί μῖσος ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου.
Ἄν δέν δέχονται νά βοηθοῦνται μεταξύ τους στίς ἀδυναμίες καί στίς ἀνάγκες τους.
Ἄν ἡ γυναῖκα ἀρνεῖται νά ὑπακούει ἤ ἤθελε νά κυβερνᾶ καί νά κουμαντάρει τά πάντα στό σπίτι.
Ἄν ἡ γυναῖκα ἔχει τόν ἄνδρα της σάν σκύβαλο μπροστά της, χωρίς τιμή καί ἀνοχή στίς δικές του ἀδυναμίες.
9. Σχετικά μέ τήν ἕκτη ἐντολή
Ἄν ἀφήρεσε τήν ζωή κάποιου, ἄν ἤθελε νά τόν σκοτώσει ἤ νά αὐτοκτονήσει.
Ἄν τόν ἔχει πληγώσει ἤ τόν συκοφάντησε.
Ἄν εἶχε μῖσος, ἐκδικητικότητα ἤ περιφρόνηση γιά τό πλησίον του.
Ἄν κυριεύθηκε ἀπό μίσος. Ἄν τό ἐξεδήλωσε καί πῶς.
Ἄν ὕβρισε, βλασφήμησε, ἤ προκάλεσε ὁποιοδήποτε κακό στό πλησίον.
Ἄν ἐκδικήθηκε ἤ ἔψαξε νά βρῆ τρόπους ἐκδίκησης ἤ τοῦ ἄρεσε νά σκέφτεται αὐτά.
Ἄν ἀρνήθηκε νά συγχωρέσει, νά συμφιλιωθεῖ, νά κοιτάξει ἤ καί νά ὑπηρετήσει τά πρόσωπα, τά ὁποῖα τοῦ εἶχαν προκαλέσει κάποια ἀδικία.
Ἄν ἐγόγγυσε γι᾿ αὐτές τίς ἀδικίες μέ πίκρα καί μῖσος.
Ἄν ἀρνήθηκε νά ζητήσει συγγνώμη καί νά κάνει τό πρῶτο βῆμα γιά συμφιλίωση, ὅταν ἀδικήθηκε.
Ἄν χάρηκε γιά τό κακό πού ἔπαθε ὁ πλησίον του.
Ἄν ἀρέσκεται νά προκαλεῖ διχόνοιες στούς ἀνθρώπους.
Ἄν ὡδήγησε κάποιον σέ ἁμαρτία, μέ τό κακό του παράδειγμα, μέ κακές συμβουλές ἤ ἀκόμα καί μέ ὁποιοδήποτε ἄλλο τρόπο.
Ἄν δέν ὑποδέχθηκε τόν πλησίον του, ἐνῶ ἦταν ὑποχρεωμένος νά τό κάνει αὐτό· ἄν τόν ξεγέλασε κατά τίς πρώτες ἐπαγγελματικές του ἐνασχολήσεις.
Ἄν δέχθηκε κάποιον μέ κακία ἤ χωρίς προφύλαξη.
10. Σχετικά μέ τήν ἕβδομη ἐντολή τοῦ Θεοῦ
Ἄν ἔκανε κάποια ἁμαρτία ἐναντίον τῆς ἀγνότητας καί τῆς σεμνότητας μέ τούς δικούς του λογισμούς, τίς ἐπιθυμίες του, τά βλέμματά του, τά λόγια, τά τραγούδια ἤ κάποιες ἄλλες πράξεις του κτλ.
Ἄν ντύθηκε ἀνάρμοστα. Ἄν ἔχει στό σπίτι του ὑβριστικούς καί σκανδαλώδεις πίνακες.
Ἄν ἐδιάβασε ἤ ἀνάγκασε κάποιον νά διαβάσει ἄχρηστα καί ἐπικίνδυνα βιβλία.
Ἄν ἔφαγε καί ἤπιε ὑπέρμετρα.
Ἄν ἐπῆγε σέ ταβέρνες καί ἔκανε ἐκεῖ ἀσέλγειες καί ἀδιαντροπιές.
11. Σχετικά μέ τήν ὄγδοη καί τήν δέκατη ἐντολή τοῦ Θεοῦ
Ἄν ἐπῆρε τά ὑπάρχοντα τοῦ ἄλλου διά τῆς ἀπάτης ἤ τοῦ ἐξαναγκασμοῦ.
Ἄν βοήθησε ἤ συμμετεῖχε σέ μιά ἁρπαγή.
Ἄν ἔκρυψε ἤ ἀγόρασε κάτι, τό ὁποῖον ἤξερε ὅτι ἦταν κλεμμένο.
Ἄν ἀρνήθηκε ἤ ἄργησε ν᾿ ἀποδώσει τ᾿ ἀγαθά τοῦ ἄλλου, νά πληρώσει τά χρέη, τά ἐνέχυρα ἤ τούς μισθούς τῶν ὑπηρετῶν ἤ τῶν ἐργαζομένων.
Ἄν δέν ἤθελε νά ἐργαστεῖ γιά νά μπορέσει νά πληρώσει τίς ὀφειλές του.
Ἄν, βρῆκε ἕνα πρᾶγμα, τό κράτησε γιά δικό του καί δέν ἔσπευσε καθόλου νά μάθει ποιός ἦταν ὁ κάτοχός του.
Ἄν ἐδἀνεισε, ξέροντας ὅτι δέν θά μπορέσει νά ἐκπληρώσει τό χρέος του.
Ἄν κατέκλεψε πουλώντας ἤ ἀγοράζοντας.
Ἄν ἀγόρασε ἀπό ἄτομα ἀπό τά ὁποῖα δέν ἔπρεπε ν᾿ ἀγοράσει.
Ἄν ἐζήτησε τοκογλυφία.
Ἄν ἦταν φιλάργυρος, ποθώντας γιά πλούτη καί κάνοντας τά πάντα γιά νά τά αὐξήσει ἤ νά τά κρατήσει.
Ἄν ἔπαιξε ἀνεπίτρεπτα παιχνίδια.
Ἄν ἐξώδεψε χρήματα, χωρίς κανένα ὑπολογισμό.
Ἄν ἀδιαφόρησε νά κάνει ἐλεημοσύνη ἀπό τά ὑπαρχοντα του ἤ σύμφωνα μέ τίς ἀνάγκες τῶν φτωχῶν.
Ἄν ἐζήτησε ἐλεημοσύνη, ἔξω ἀπό ἐκκλησίες, χωρίς πράγματι νά τήν χρειάζεται, μόνο καί μόνο γιά νά ζήσει μέ ραθυμία καί μέ ἀναίδεια, μή θεωρώντας καί τά ἄλλα πρόσωπα πού ἔχουν ἀνάγκη καί χωρίς σεβασμό πρός τούς ἱερούς τόπους.
12. Σχετικά μέ τήν ἐνάτη ἐντολή
Ἄν ψευδομαρτύρησε, ὁρκιζόμενος εἰς βάρος τῆς ἀλήθειας ἐνώπιον τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν ἤ τῶν λαϊκῶν δικαστῶν.
Ἄν παρεπλάνησε τούς μάρτυρες καί συνέταξε ψεύτικα ἔγγραφα, ἤ ἔκλεψε τούς τίτλους ἰδιοκτησίας κτλ.
Ἄν εἶπε ψέματα καί γιά ποιό λόγο.
Ἄν κατέκρινε ἤ πονηρεύθηκε κάποιον, δίχως ἀφορμή.
Ἄν κατέκρινε κάποιον, ἀνακαλύπτοντας κάποιο μυστήριο πρός ζημίαν τοῦ πλησίον.
Ἄν κακολόγησε κάποιον, ἀποδίδοντάς του ψεύτικα πράγματα.
Ἄν ἄκουσε εὐχαρίστως τήν κατάκριση ἤ τήν συκοφαντία ἐναντίον κάποιου ἄλλου.
Ἄν τραγούδησε ἤ ἐπρότεινε νά τραγουδίσουν τραγούδια ἐναντίον τῆς τιμῆς τοῦ πλησίον. Ἄν ἀπεκάλυψε κάποιο μυστικό πού κάποιός τοῦ τό ἐμπιστεύθηκε.
Ἄν ἐδιάβασε ἀπό δυστροπία γραμμένες γιά ἄλλον ἐπιστολές.
13. Ἐρωτήσεις πού ἀφοροῦν τίς 9 ἐντολές τῆς Ἐκκλησίας κκκκκκκκκ
Ἄν περιφρόνησε ἤ ἐβεβήλωσε τίς ὀρθόδοξες γιορτές ἀγοράζοντας, πουλώντας ἤ ἐργαζόμενος ἀνεπίτρεπτα ἔργα ἤ ἄν χρησιμοποίησε αὐτές τίς ἡμέρες γιά νά ὑπηρετήσει καί νά δοξάσει τόν Θεό.
Ἄν ἀπουσίασε ἀπό τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς καί τῶν μεγάλων γιορτῶν.
Ἄν παρακολούθησε τήν Θεία Λειτουργία, χωρίς προσοχή καί σεβασμό.
Ἄν πέρασαν δώδεκα μῆνες χωρίς νά ἐξομολογηθεῖ.
Ἄν, εἶχε πνευματική προετοιμασία, γιατί δέν μετάλαβε στήν ἐνορία του πρίν τό Πάσχα.
Ἄν ἡ ἐξομολόγησή του ἦταν ἀνειλικρινής ἡ πασχαλινή του κοινωνία ἦταν μία ἱεροσυλία.
Ἄν ἐτήρησε τίς καθιερωμένες ἀπό τήν Ἐκκλησία νηστεῖες.
Ἄν ἔφαγε κρέας ἤ αὐγά τίς ἡμέρες τῆς νηστείας, χωρίς κάποια δικαιολογημένη αἰτία καί χωρίς τήν ἄδεια τοῦ ἐφημερίου τῆς ἐνορίας.
Ἡ χρησιμότητα μιᾶς τέτοιας ἐξέτασης τῆς συνείδησης εἶναι ἀναγκαία πάνω ἀπό κάθε ἀμφιβολία γιά ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο. Ὅταν ὁ μετανοημένος πιστός κατεβαίνει εἰλικρινά στό βάθος τῶν μυστηρίων τῆς καρδιᾶς του καί συνομιλεῖ μέ τόν ἑαυτό του, μέσα στήν ἡσυχία καί στήν μοναξιά, ἔκανε τό πρῶτο του βῆμα πρός μία εἰλικρινῆ μετάνοια καί τήν ἐξεπλήρωσε. Ἔτσι τό πιό σπουδαῖο πρᾶγμα πρίν τό Μυστήριο εἶναι ἡ πνευματική του προετοιμασία.
Ἀπό τήν διερεύνηση τῆς συνείδησής μας πηγάζει ἡ ταπείνωση, ἡ νίκη τῆς ντροπῆς καί ἡ σωστή γνώση τῆς ἀξίας ἤ τῆς προσωπικῆς μας ἀναξιότητος. Αὐτή ἡ διερεύνηση ἑτοιμάζει τό ἔδαφος γιά τήν ὑποδοχή μέ ἀληθινή ἐκτίμηση τῆς θεϊκῆς Χάρης καί τοῦ λόγου τῆς πνευματικῆς καθοδήγησης. Εἶναι μία ἀπό τίς ἱερές ὑποχρεώσεις τῶν μετανοημένων πιστῶν, πρίν νά πλησιάσουν στήν Ἱερά Ἐξομολόγηση.
Ἄν γιά τόν πιστό, ἡ διερεύνηση τῆς συνείδησης εἶναι ἕνα μεγάλο καθῆκον, γιά τόν Πνευματικό ἱερέα ἡ καθοδήγηση καί ἡ ἐπανόρθωση τῆς συνείδησης τῶν ἐνοριτῶν του εἶναι τό πιό δύσκολο χρέος. Ἐδῶ φαίνεται ἡ ἀξία του ἡ ὁποία καί τόν ἀνυψώνει καί ἡ μεγάλη εὐθύνη τήν ὁποία ἔχουν γιά τούς πιστούς οἱ Πνευματικοί ἱερεῖς. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερο λειτούργημα ἀπό τήν πνευματικότητα. Ἐδῶ εἶναι ὅλη ἡ δύναμη στό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης, διότι ὁ ἱερεύς ἐκδηλώνει τό πνευματικό του ὕψος καί τήν ἐξαιρετική του ἱκανότητα ὡς μεσίτου μεταξύ ἀνθρώπου καί Θεοῦ.
Αὐτή εἶναι μία ἀνώτατη στιγμή, ὅπου ὁ μετανοημένος χριστιανός παραδίδεται στήν φροντίδα τοῦ Πνευματικοῦ του καί περιμένει ἀπ᾿αὐτόν νά τόν νουθετήσει, νά τόν καθοδηγήσει πῶς νά πολεμᾶ τήν ἁμαρτία, πῶς νά θεραπευτεῖ ἀπό τά πάθη του καί πῶς νά ἐνισχύεται στήν εὐαγγελική ζωή.
Τί θά κάνει ὁ Πνευματικός ἐκείνη τήν στιγμή τῆς ἀνεκτίμητης ψυχολογικῆς ἀξίας, πῶς θά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο καί τί θεραπεία θά χρησιμοποιήσει γι᾿ αὐτόν δέν ἀποτελεῖ θέμα τῆς παρούσης μας μελέτης. Ὑπογραμμίζουμε μόνο ὅτι γιά νά εἶναι προετοιμασμένος καί ἀντάξιος τῶν περιστάσεων, ὁ Πνευματικός πρέπει νά ἔχει ὁ ἴδιος μία πραγματική χριστιανική ζωή, νά καταλάβει τήν μυστική δύναμη τῶν προσευχῶν τῆς ἐξομολόγησης, νά τηρήσει ὅλες τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, νά ἔχει πολύ μεγάλη πνευματική ἐμπειρία, ποιμαντική διακριτικότητα καί μία πλούσια παιδεία ἀπό τά πνευματικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας.
Κάθε ἁμαρτία ἔχει τήν αἰτία της καί τήν θεραπεία της. Ἄν κάθε ἁμαρτία ἀντιμετωπίζεται σωστά καί μέ ψυχολογική δεξιοτεχνία, μπορεῖ νά θεραπευτεῖ ὅπως μία σωματική ἀσθένεια, φυσικά μόνο ἄν γνωριστεῖ πολύ καλά. Γι᾿ αὐτό θεωροῦμε ὅτι ἕνας Πνευματικός δέν μπορεῖ νά εἶναι στό ὕψος τοῦ λειτουργήματός του ἄν δέν ζήσει στήν ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς κι ἄν δέν εἰσπνέει καθημερινά ἀπό πολλά πνευματικά βιβλία ἤ τουλάχιστον ἀπό τήν Ἁγία Γραφή κι ἀπό τά ἔργα τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἀπό τό ἱερό Μυστήριο τῆς Μετανοίας πηγάζει πλῆθος εὐεργεσιῶν, γιά τήν κοινωνία (ἠθική καί ποιοτική καλυτέρευση τῶν μελῶν της), γιά τήν Ἐκκλησία (ἡ ἐκπλήρωση τῶν λυτρωτικῶν καί ἁγιαστικῶν σκοπῶν της) καί γιά τούς ἴδιους τούς ἀνθρώπους οἱ καρποί τῆς μετανοίας εἶναι οἱ ἑξῆς·
α) Ἀπομάκρυνση ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ἡ διακοπή τους.
β) Ἐλεύθερη ἡ ὁδός τοῦ παραδείσου.
γ) Ἐπιστροφή τῆς ψυχῆς στήν πρώτη καί ἀληθινή της κατάσταση καί ἀνάπαυση.
δ) Ἐπιστροφή τῆς προηγούμενης τιμῆς πού τήν ἐχάσαμε διά τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ἔγινε μέ τόν ἄσωτο υἱό τοῦ Εὐαγγελίου.
ε) Ἡ φαιδρότητα καί ἡ χαρά τῆς ψυχῆς.
στ) Ἡ καινούργια ζωή τῆς ἀναστημένης ψυχῆς.
ζ) Ὑποδοχή ὅλων τῶν δωρεῶν πού εἶχαν χαθεῖ διά τῆς ἁμαρτίας.
Ὤ, πόσα ἀγαθά! Πόσους πνευματικούς καρπούς ἔχει ἐνεργήσει καί ἐνεργεῖ πάντα γιά μᾶς, τούς ἁμαρτωλούς, ἡ ἁγία καί θεία μετάνοια! Τί ἔβαλε τόν σταυρωμένο ληστή στόν παράδεισο; Ὄχι ἡ μετάνοια; Ποιός ἔδωσε στόν Δαβίδ καί στό Ἀπόστολο Πέτρο τήν συγχώρηση, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ μετάνοια; Ποιός ἔβαλε τόν ἄσωτο υἱό στό πατρικό του σπίτι, ποιός βοήθησε τούς ἁμαρτωλούς ὅλων τῶν ἐποχῶν ν᾿ἀποφύγουν τήν ἐπαγγελλόμενη ἐξαφάνισή τους, ἄν ὄχι ἡ μετάνοια; Ὤ, ἁγία μετάνοια! Διά τῆς ἐξομολόγησης τῶν ἁμαρτιῶν γίνεται ἄξιο τό στόμα νά δοξάζει καί νά ψάλλει μέ παρρησία τόν Θεό. Καί διά τῆς συντριβῆς τῆς καρδιᾶς συμφιλιώνεται μέ τόν Θεό ἐκεῖνον τοῦ ὁποίου εἶχε παραβιάσει τίς ἅγιες ἐντολές Του. Καί διά τῆς ἐκπλήρωσης τοῦ θελήματος Του βγαίνει ὄντως ἀπό τήν κόλαση ὁ ἄνθρωπος.
Ἡ μετάνοια προσφέρει τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς, τήν ἐπανόρθωση τῆς ζωῆς καί τήν διαβεβαίωση τῆς πρόσκαιρης καί τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἡ μετάνοια μᾶς μεταφέρει ἀπό τήν χώρα τῆς ἁμαρτίας στήν βασιλεία τῆς Χάρης, αὐξάνει τόν ἐνθουσιασμό τῆς ζωῆς, ἐγείρει τά συναισθήματα τοῦ ὑψηλοῦ καί ἐντείνει τήν πνευματική ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Οἱ πιό ὡραῖοι ἐνθουσιασμοί ζωῆς, ἀγάπης, ἀφοσίωσης, ἐμπιστοσύνης καί παρρησίας, σέ ὅλη τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, ἔχουν ἐμπνευστεῖ ἀπό κάποιο θρησκευτικό ἰδανικό.
Ἡ μετάνοια τρέφει τήν πνευματική ζωή καί μᾶς ἀνοίγει τήν θύρα τῆς ἠθικῆς τελειότητας. Ὅλες οἱ ἀρετές βρίσκουν στήν μετάνοια τήν καλύτερη μητέρα της.
Ἡ μετάνοια
στήν λειτουργική καί ποιμαντική ἐμπειρία
τῶν Πνευματικῶν ἱερέων
Ἡ πιό προσφιλής ποιμαντική ἐνέργεια τοῦ ἱερέως εἶναι ἡ πνευματική πατρότητα. Τίποτε ἄλλο δέν ἀνυψώνει καί δέν τιμωρεῖ πιό εὔκολα ἕναν ἱερέα ἀπ᾿ αὐτό τό ἱερό λειτούργημα. Εἶναι ἐξίσου ἀληθινό ὅτι τίποτε ἄλλο δέν εἶναι τόσο περιφρονημένο στίς θεολογικές σχολές ἀπό τήν πνευματικότητα. Μολονότι στήν Ἐκκλησία αὐτή ἡ διακονία ὑπερβαίνει ὅλες τίς ὑπόλοιπες. Γι᾿ αὐτό τόν λόγο, ὅταν ἔγραψα αὐτή τήν ἐργασία, ἡ πρώτη μου σκέψη ἦταν ν᾿ ἀπευθυνθῶ στούς πνευματικούς, γιά ν᾿ ἀποκομίσω ἀπ᾿ αὐτούς ποιμαντικές ἐμπειρίες καί μετά, ἐπεξεργασμένες καί μελετημένες, νά τίς προσφέρω πάλιν σέ ὅλους τούς Πνευματικούς. Χαρακτηριστικά ἔχω κάνει ἕνα ἐρωτηματολόγιο, τό ὁποῖο ἔστειλα σέ πάνω ἀπό 100 ἱερεῖς τοῦ Ρουμανικοῦ Πατριαρχείου, μέ τό ἑξῆς περιεχόμενο:
1. Πῶς ἐξομολογεῖς ἐσύ; Πῶς καί ποῦ κάθεσαι στό ναό τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης; Τί ρωτᾶς; Tί γνώμη ἔχεις περί τῶν ἐρωτήσεων τοῦ Εὐχολογίου καί ποιές ἀπ᾿ αὐτές χρησιμοποιεῖς; Ποιές ἔπρεπε νά εἶναι οἱ ἐρωτήσεις τίς ὁποῖες θέτει στόν μετανοημένο χριστιανό κάθε ἱερέας; Πῶς κάνεις τήν ἐξομολόγηση τῶν παιδιῶν;
2. Τί γνώμη ἔχεις περί τοῦ Πνευματικοῦ; Πῶς μπορεῖ νά μορφωθεῖ ἕνα πνευματικό μοντέλο; Διά ποίων μέσων καί σπουδῶν γίνεται αὐτό; Ποιός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ στήν χριστιανική Κοινότητα; Γνωρίζεις παραδείγματα καλῶν Πνευματικῶν; Ποιά εἶναι; Ἀπό ποιά βιβλία ἐδιάβαζες ἤ ποιούς ἁγίους Πνευματικούς γνωρίζεις;
3. Τί γνώμη ἔχεις περί τῶν ἐπιτιμίων; Τί συμβουλές δίνεις ἐσύ στά πνευματικά σου τέκνα; Μέ ποιό ἀποτέλεσμα; Ποιοί εἶναι οἱ πιό κατάλληλοι κανόνες, οἱ ὁποῖοι θά ἔπρεπε νά τούς χρησιμοποιήσει ὁ Πνευματικός στήν ἐξομολόγηση στήν ἐποχή μας;
Ἰδού παρακάτω ἀπαντήσεις ἀπό μερικούς ἱερεῖς:
1. Ἐγώ τούς ἐξομολογῶ μ᾿ αὐτό τόν τρόπο: Φορῶ τό ἐπιτραχήλιο καί τό φαιλόνιο, στέκομαι μπροστά στήν εἰκόνα μέ τό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης, στήν ὁποία κάθεται ὁ Πνευματικός καί εἶναι παρών ὁ ἀόρατος Θεός-Πατήρ. Κυττάζοντας τήν εἰκόνα μέ τό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης, συλλογίζομαι πῶς ἔρχεται ὁ διάβολος καί φέρνει ντροπή στόν χριστιανό γιά νά μήν πεῖ τήν ἁμαρτία, πῶς κάθε ἐξομολογημένη ἁμαρτία βγαίνει σάν ἕνα φίδι ἀπό τό στόμα τοῦ μετανοημένου, πῶς ὁ ἄγγελος εἶναι παρών καί σβήνει κάθε ἐξομολογημένη ἁμαρτία...Καί ἄλλες εἰκόνες μέ τά βάσανα τῆς κόλασης γιά κάθε ἁμαρτία ξεχωριστά. Πρῶτα ὁμιλῶ, δείχνοντας πόσο μεγάλο καί οὐράνιο πρᾶγμα εἶναι τό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Δίνω παραδείγματα...Δείχνω τίς εἰκόνες τοῦ Μυστηρίου τῆς μετανοίας καί μετά ἀφοῦ τόν ἔχω πείσει ὅτίι πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ δάκρυα, ὅπως ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα στά πόδια τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀρχίζω τήν ἐξομολόγηση.
Ἡ ἐξομολόγηση γίνεται ἐντός τοῦ ναοῦ, μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος. Ἄν εἶναι ἀνάγκη, θά γίνει καί ἐντός σπιτιοῦ, ἀλλά μέ τό παραπάνω τρόπο, μέ τό φῶς καί τό κανδήλι ἀναμμένο.
Χρησιμοποιῶ καί τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου καί ἄλλες, ἀνάλογα μέ τίς περιπτώσεις. Πρῶτα, τοῦ προτείνω νά πεῖ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τίς Δέκα Ἐντολές καί τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας στά ὁποῖα πρέπει νά πιστεύει...
Στίς ἁμαρτίες χρησιμοποιῶ καί τίς ἑπτά αἰτίες τῆς ἁμαρτίας: Ποῦ; Πῶς; Πότε; Ποιός; Μέ ποιόν; Μέ ποιές συνθῆκες; Γιά ποιό σκοπό; Ἐπειδή ὅλα αὐτά εἶναι σημαντικά γιά τήν βαρύτητα τῆς ἁμαρτίας, διότι εἴτε τήν αὐξάνουν, εἴτε τήν περιορίζουν, ὅπως γίνεται καί στά κοσμικά δικαστήρια.
Πῶς γίνεται ἡ ἐξομολόγηση τῶν μαθητῶν; Πρῶτα διαβάζω ὅλες τίς καθιερωμένες εὐχές. Μετά ὁμιλῶ δείχνοντας πῶς πρέπει νά ἐξομολογηθοῦνε. Στό τέλος τῆς ἐξομολόγησης ἀκόμα λέω μερικά πράγματα περί τοῦ πῶς πρέπει νά φυλαχτοῦμε μετά τήν ἐξομολόγηση καί ἐπίσης τί λέγει ἡ πέμπτη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου, πῶς πρέπει τά παιδιά νά ὑπακούουν στούς γονεῖς (μέ παραδείγματα), τούς διδασκάλους τους καί ποιό εἶναι τό ὄφελος τῆς παιδείας στήν κοινωνία καί στό σχολεῖο, μεταξύ τους καί πῶς πρέπει νά συμπεριφέρονται...
2. Οἱ ἐρωτήσεις ποικίλουν ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία, τό φῦλο, μέ τήν κοινωνική κατάσταση, ἀκόμη καί μέ τήν διάθεση τοῦ ἐξομολογουμένου. Γενικά καθωδηγήθηκα ἀπό τίς συμβουλές τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ. Πάντα ἀρχίζω μέ τήν ἐξέταση τῆς συνείδησης, νά παρατηρήσω πόση πίστη ἔχει αὐτός ὁ ἄνθρωπος κι ἄν θέλει νά βγῆ ὠφελημένος καί μεταμορφωμένος ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἐξομολόγηση.
Οἱ ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου ἔχουν ἕνα γενικό χαρακτήρα. Χρησιμοποιῶ μόνο ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες μοῦ φαίνονται ὅτι εἶναι οἱ πιό κατάλληλες κι ἄν μπορέσω νά πείσω τόν ἁμαρτωλό νά μ᾿ ἐμπιστευτεῖ, ὁ ἴδιος θά με βοηθήσει νά εἰσδύσω καί στά ἐσώτερα ψυχικά του προβλήματα, γιά τά ὁποῖα ἔχει τύψεις συνείδησης. Ἐπιμένω νά πείθω τόν μετανοημένο ὅτι τοῦ προσφέρω τήν εἰλικρινῆ μου φιλία καί ὄντως ἐπιθυμῶ νά τόν ἐξυπηρετήσω...
Οἱ πιό κατάλληλες ἐρωτήσεις στήν ἐξομολόγηση εἶναι ἐκεῖνες πού ταιριάζουν στήν πνευματική κατάσταση τοῦ πιστοῦ καί ἀποβλέπουν, ὅπως ἤδη ἔχει εἰπωθεῖ, νά διαπιστωθεῖ ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη του πρός τόν Θεό καί οἱ ἀδυναμίες πού τόν σκλαβώνουν καί, ἄν εἶναι δυνατόν, νά δοθεῖ σ᾿ αὐτόν ἕναν διεγερτικό γιά νά πράττει τό καλό καί νά τόν πείσει γιά τήν ἀηδία πού πρέπει νά τήν ἔχει γιά κάθε εἶδος ἁμαρτίας.
Τά παιδιά ἐξὁμολογοῦνται εὔκολα, προσπαθώντας νά προσαρμόζουν τήν ψυχή τους γιά προσευχή, γιά ὑπακοή στούς γονεῖς καί διδασκάλους, γιά προφύλαξη ἀπό τούς κακούς, γιά ν᾿ ἀγαποῦν τήν ἐκμάθηση. Στήν ἐξομολόγησή τους ὁ ἱερέας προσπαθεῖ νά καταδικάσει ὑπερβολικά τήν ροπή τῆς ἁρπαγῆς, ψέματος, αἰσχρολογιῶν, πείσματος κλπ, οὕτως ὥστε νά τούς ἀπομακρύνει ἀπ᾿ αὐτά τά πάθη ἐγκαίρως.
3. Ἐάν ἐξομολογεῖς στό ναό, κάτσε στήν μέση τοῦ ναοῦ, φορώντας τό ἐπιτραχήλιο καί τό φαιλόνιο. Ὅταν ρωτᾶς καί ἀκοῦς τήν ἐξομολόγηση, λόγῳ τῆς κούρασης καί γιά νά μπορέσεις ν᾿ ἀκούσεις καλύτερα τήν ἐξομολόγηση, μπορεῖς νά καθίσεις σ᾿ ἕνα καρεκλάκι καί μετά νά σηκωθεῖς.
Κάνεις ἐρωτήσεις ἀνάλογα μέ τήν κατάσταση τοῦ μετανοημένου. Ἄν εἶναι παιδί, νέος, παντρεμένος, ἀνύπαντρος, ἄνδρας ἤ γυναῖκα, τά ὑπολογίζεις ὅλα αὐτά, καθώς καί τήν κοινωνική του κατάσταση. Τί ἁμαρτία ἔχει κάνει, μέ ποιόν, ποῦ, πόσος καιρός ἐπέρασε ἀπό τότε πού σταμάτησε νά κάνει αὐτή τήν ἁμαρτία. Ὅλα αὐτά τἀ ἐξετάζει ὁ Πνευματικός γιά νά δεῖ τήν βαρύτητα τῆς ἁμαρτίας καί νά ξέρει τί συμβουλές νά τοῦ δώσει γιά τήν θεραπεία του. Π.χ., οἱ νέοι πού πέφτουν στίς ἁμαρτίες τῆς νεότητας, πάντα τούς συμβουλεύει ὁ Πνευματικός νά παντρευτοῦν, μή τυχόν καί γίνουν ἄχρηστοι γιά τήν κοινωνία. Ὅταν ἐρωτᾶς, νά εἶσαι πολύ λεπτός γιά νά μή προσβάλλεις τόν χριστιανό.
Οἱ ἐρωτήσεις ἀπό τό Εὐχολόγιο εἶναι πολύ χρήσιμες καί κατάλληλες, ἀλλά πάντα θά χρησιμοποιεῖς μόνο τίς ἀναγκαῖες καί ἐκεῖνες πού ταιριάζουν στόν μετανοημένο. Δέν χρειάζεται νά τηρεῖς τήν σειρά τοῦ βιβλίου, ἀλλά καλύτερα εἶναι νά ψάξεις τήν συγγένεια τῶν ἁμαρτιῶν, διότι διευκολύνουν πολύ τόν ἱερέα, καί τό πνευματικό του παιδί.
Ἄν ὁ ἱερέας εἶναι καλός ψυχολόγος, ξέρει τί ἐρωτήσεις νά κάνει στόν χριστιανό, ὥστε νά βγάλει κάθε ἀμφιβολία ἀπό τήν καρδιά του, καί νά ἐμπνεύσει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τό μῖσος κατά τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἀγάπη γιά τήν καρδιακή μετάνοια.
Ἡ ἐξομολόγηση τῶν παιδιῶν γίνεται σύμφωνα μέ τόν ἴδιο κανόνα, ὅπως καί τῶν ὡρίμων ἀνθρώπων, μόνο πού οἱ ἐρωτήσεις νά εἶναι πιό κατάλληλες γιά τήν παιδική τους ἡλικία. Δηλαδή θά ρωτήσει μόνο τίς ἁμαρτίες πού κάνουν συνήθως τά παιδιά καί θά προσπαθήσει νά τά ἀποδεσμεύσει ἀπό τίς κακές τους συνήθειες. Ὅλα αὐτά γίνονται μέ μεγάλη προσοχή γιά νά μήν μάθεις ἐσύ, ὦ Πνευματικέ, τήν τάδε καί τήν τάδε ἁμαρτία στά παιδιά, διεγείροντάς τους τήν περιέργεια.
4. Στό ναό, τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, νά εἶσαι στόν πρόναο ἤ στήν εἴσοδο τοῦ ναοῦ. Ρωτᾶς, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι γραμμένο στό βιβλίο. Χωρίς ἐξαίρεση (ἐννοεῖ τίς ἐρωτήσεις ἀπό τό Εὐχολόγιο). Νά τίς χρησιμοποιήσεις ὅλες. Ἔχω τήν ἴδια γνώμη, ὅπως τήν εἶχε ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἀνά τούς αἰῶνες. Εἶμαι σίγουρος ὅτι ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά σφάλει στήν σύνταξη τῆς διάταξης αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου. Ἑπομένως, κάθε ἱερέας θά πρέπει νά θέτει στόν χριστιανό τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου.
Τήν ἐξομολόγηση τῶν παιδιῶν, ἀπό ἑπτά ἕως καί δέκα ἐτῶν, τήν κάνω ὁμαδικά (4-5 παιδιά μαζί), ὅπως γίνεται καί στό σχολεῖο τους, μέ ἐρωτήσεις καί συμβουλές γιά νά συνηθίσουν τόν ἱερέα, ὥστε στό μέλλον νά ἔχουν σεβασμό, θεῖο φόβο καί ἀγάπη γι᾿αὐτόν, διότι εἶναι ὁ Πνευματικός τους πατέρας καί γιατρός, στόν ὁποῖο μποροῦν ὅποτε θέλουν νά ἐξὁμολογηθοῦν τά κρυπτά τῶν καρδιῶν τους σέ κάθε περίπτωση καί ἀνάγκη. Ἀπό 10 χρονῶν καί ἄνω τήν ἐξομολόγηση τήν κάνω, ὅπως καί στούς ὥριμους ἀνθρώπους, σύμφωνα μέ τό βιβλίο καί ὅπως παρουσιάζεται στήν κάθε περίπτωση.
5. Τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου, ὅπου γράφονται ἐκεῖ δέν τίς χρησιμοποίησα ποτέ, ἀλλά μόνο ἐκεῖνες πού ἔμαθα ὅτι ἔχουν σχέση μέ τίς ἐξομολογούμενες ἁμαρτίες τοῦ πιστοῦ. Εἶναι σχεδόν ἀδύνατον καί νομίζω ὅτι οὔτε χρήσιμο εἶναι νά συνομιλήσεις μέ τόν μετανοῦντα ἄνθρωπο περί τόσων καί τόσων ἁμαρτιῶν, τίς ὁποῖες οὔτε αὐτός τίς γνωρίζει. Ἄλλωστε θά μποροῦσα ἔτσι νά τόν μάθω νά ἀσχοληθεῖ μ᾿ ἕνα καινούργιο τρόπο ἁμαρτίας.
Μέ τούς ἁπλούς πιστούς, πού προϋποτίθεται ὅτι δέν μποροῦν νά ἐξετάσουν τήν δική τους συνείδηση μέ τά διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου, συνήθως τούς ἐρωτῶ τά ἑξῆς: «Πότε ἐξωμολογήθηκες τελευταία φορά; Εἶχες κάποια ἐπιτίμια καί τά ἐξεπλήρωσες ἤ ὄχι; Σκέφθηκες τήν κατάσταση τῆς ψυχῆς σου ἀπό τήν τελευταία σου ἐξομολόγηση μέχρι τώρα; Τί ἁμαρτίες αἰσθάνεσαι ὅτι σοῦ βαρύνουν τήν ψυχή; Τί πράξεις ἔκανες ἤ τί ἐντολές δέν ἐτήρησες; Ἀπό τί εἶσαι δυσαρεστημένος μέ τόν Θεό;
Μετά ἀπ᾿ αὐτές τίς εἰσαγωγικές ἐρωτήσεις τόν ἀφήνω νά πεῖ ὁ ἴδιος τίς ἁμαρτίες του πού τίς ἀναγνωρίζει καλά. Ἄν καταλάβω ὅτι ἀκόμα χρειάζεται βοήθεια γιά νά συμπληρώσει τήν ἐξομολόγησή του, τοῦ κάνω ἐρωτήσεις σχετικά μέ τίς θεῖες καί ἐκκλησιαστικές ἐντολές περί ἐκείνων τῶν ἁμαρτιῶν τίς ὁποῖες ἄλλοι ἁπλοί ἄνθρωποι, ὅπως κι αὐτός, ἔχουν συνηθίσει νά τίς κάνουν. Ἀπ᾿ αὐτά πού ἄκουσα μαθαίνω ποιά εἶναι ἡ πνευματική κατάσταση καί ἡ ἐνοχή τοῦ πιστοῦ καί ἐπιμένω νά διεγείρω σ᾿ αὐτόν τήν λύπη καί τόν πόνο γιά τόν παροργισμό τῆς ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ πού προκάλεσε. Μετά τοῦ δίνω συμβουλές πῶς νά πολεμήσει τίς κακές του συνήθειες καί νουθεσίες γιά νά ἐνισχυθεῖ ἡ πίστη του καί νά ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν Θεό, ἀπό τόν Ὁποῖο θά βρεῖ συγχώρηση, διορθώνοντας τήν ζωή του ὕστερα, σύμφωνα μέ ὅλα αὐτά, τοῦ δίνω καί ἐπιτίμιο, ἄν χρειασθεῖ.
6. Ἐγώ δέν ἐξομολογῶ κανέναν. Ἑτοιμάζω τόν πιστό μέ τό παράδειγμα τῆς καθημερινῆς μου ζωῆς, διά τῶν ὁμιλιῶν, κατηχήσεών μου καί ὅταν ἔλθει νά ἐξὁμολογηθεῖ, τόν ἀφήνω χωρίς νά τόν ρωτήσω τίποτε ἄλλο. Τόν βοηθάω ὅταν τόν βλέπω ἔκπληκτο, τόν ἐγκαρδιώνω, τόν παρηγορῶ μέ τήν γλυκειά αὐστηρότητα καί καλωσύνη τοῦ πνευματικοῦ πατέρα καί χριστιανοῦ. Ἀπευθύνομαι ὄχι στόν νοῦ, ἀλλά στήν πίστη του. Τόν νοῦ τόν θεωρῶ ὅπλο προστασίας γιά θέματα πού ἔχουν σχέσι μέ τόν βιολογικό ἄνθρωπο. Ἡ πίστη εἶναι τό βασικό στοιχεῖο κι ἐγώ ἀπευθύνομαι στόν ἄνθρωπο χωρίς νά κυττάζω τό πρόσωπο του. Ἐκθέτω τήν ψυχική κατάσταση τοῦ μετανοοῦντος, τήν ὁποία παρουσιάζω γενικά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, χωρίς διαφορά λόγω τῆς κοινωνικῆς τους κατάστασης. Δέν ἀπορῶ γιά τίποτε, οὔτε γιά τίς παρασιωπήσεις του, οὔτε γιά τήν ἀσθενική του πνευματική κατάσταση. Ἄν ὁ μετανοημένος χριστιανός δέν εἶναι γνωστός μου, πρῶτα συζητῶ μαζί του κοιτώντας τον στά μάτια. Ἔτσι τρυπώνω στά βάθη τῆς ψυχῆς του, ἀφήνω νά τόν νικήσει μέσω ἐμοῦ ὁ Χριστός καί μετά τόν βάζω νά γονατίσει καί ἀναπτύσσω χωρίς δειλία ὅλο τό ψυχικό του περιεχόμενο, ἐρωτώντας τον, ὅπως μέ διατάζει ὁ Θεός, ἀπό ψηλά καί ἡ συνείδησής μου ἀπό μέσα μου. Δέν ντρέπομαι κανέναν, ὅποιος καί νά εἶναι ὁ ἐξὁμολογούμενος.
Ἄν εἶναι γνωστός μου, πάλι συνομιλοῦμε πρόσωπο πρός πρόσωπο. Μετά διερευνῶ τά βάθη τῆς ψυχῆς του καί κατόπιν τόν προσκαλῶ νά γονατίσει καί νά ἐξομολογηθεῖ. Τίποτε τό ἀνειλικρινές, τίποτε τό δύστροπο δέν προκαλῶ, τίποτε πού θά μποροῦσε νά καταλάβει ὅτι ἐγώ ξέρω περισσότερα ἀπ᾿ αὐτόν, ἔστω κι ἄν εἶμαι σίγουρος γιά ὡρισμένες πράξεις του καί παρατηρῶ ὅτι ἀρνεῖται τήν φανέρωσή τους. Ἄλλωστε δέν ἐξομολογοῦμε ἐγώ, αὐτός ἐξομολογεῖται. Φροντίζω νά τοῦ ἔχω διαφωτίσει τήν συνείδηση καί μετά τόν ἀφήνω στήν ἡσυχία του. Τοῦ λύω, ὅσα ἁμαρτήματα ἔχει ἐξομολογηθεῖ, καί σύμφωνα μέ τήν ἐξομολόγησή του τόν δέχομαι ἤ ὄχι στά Ἄχραντα Μυστήρια. Δέν γίνομαι ἐγώ ἀφεντικό, ἀφοῦ εἶμαι ὑπηρέτης Του. Ὁ καλός Θεός θά κρίνει τελικά. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ποτέ ἐγώ δέν θά γνωρίσω τό ἀπέραντο βάθος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Θέλει αὐτός νά κοινωνήσει; Γνωρίζει τά ἐντός του. Ἐγώ φρόντισα νά τόν ὁδηγήσω στήν πορεία τῆς γνώσεως καί ὁ ἴδιος θ᾿ ἀπαντήσει κατόπιν γιά τόν νυμφικό του χιτῶνα. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού μπορεῖ νά τόν δεχθεῖ στό δεῖπνο τοῦ ἀκτίστου φωτός ἤ νά τόν βγάλει ἔξω ἀπ᾿ αὐτόν.
Ἐγώ ἐξομολογῶ μόνο στό παρεκκλήσι τοῦ ἱεροῦ ναοῦ, τό ὁποῖο βρίσκεται δίπλα στό ἱερό Βῆμα, μέ τό ὁποῖο ἐπικοινωνεῖ μέσω μιᾶς πόρτας. Μόνο σέ περίπτωση ἀσθένειας ἤ γιά κάτι ἄλλο πολύ σοβαρό δέχομαι νά ἐξομολογῶ ἐκτός τοῦ ναοῦ, ἀλλά καί πάλι σύμφωνα μέ ὅλη τήν προβλεπόμενη ἀπό τό ὀρθόδοξο τυπικό προετοιμασία. Στήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ὅταν ἐξομολογοῦνται τό 99% τῶν πιστῶν τῆς ἐνορίας, διαβάζω στό ναό κάθε Κυριακή καί γιορτή ὅλες τίς εὐχές πρό τῆς ἐξομολογήσης. Πρίν ἐξομολογήσω ξαναδιαβάζω ὅλες τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου, τίς ὁποῖες θεωρῶ ἐπαρκεῖς καί κατάλληλες. Μετά ἐξετάζω καί τόν ἑαυτό μου, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν αὐτούς πού ξέρω ὅτι θά ἔλθουν νά ἐξομολογηθοῦν, καί προετοιμάζομαι καί γιά ἄλλους πού μπορεῖ νά ἔρθουν κι ἔτσι βαδίζω ἤρεμος, ἀποφασισμένος, χωρίς βιασύνη καί μέ ἱερότητα ἀπό τήν τέταρτη Κυριακή τῆς Νηστείας μέχρι καί τήν Μεγάλη Πέμπτη. Στίς ἄλλες νηστεῖες τῆς χρονιᾶς, ὅταν ἔρθουν γιά ἐξομολόγηση μόνο περίπου 10-30%, διαβάζω τίς εὐχές πρό τῆς ἐξομολογήσης στούς Ἑσπερινούς τῶν Κυριακῶν καί τῶν γιορτῶν, ὅταν ἐκκλησιάζονται, ὅσοι θά ἤθελαν νά κοινωνήσουν. Συνομιλῶ μέ τόν καθέναν ξεχωριστά, ἀνάλογα μέ τήν προσωπικότητα του, καί δέν θεωρῶ ὅτι ὑπάρχει κάτι κοινό ἀνάμεσά μας.
7. Ποτέ δέν πῆγα νά ἐξομολογήσω μέ τεμπελιά, οὔτε ἄφησα νά παρατηρήσουν ἄλλοι σέ μένα κάποια ἀηδία καί δυσάρεστη διάθεσι. Μέ ὅλους ἤμουν σάν ἕνας στοργικός πατέρας, ὁ ὁποῖος ξοδεύει τόν λίγο χρόνο του μέ πολλή ἀγάπη γιά νά συζητήσει μέ τό πνευματικό του παιδί, νά τό παρηγορήσει, νά τό ἐνισχύσει στήν πίστη του, νά τοῦ ἐμπνεύσει ἀγάπη πρός τόν Θεό, τόν πλησίον, τήν Ἐκκλησία καί τό ἔθνος του. Ποθοῦσα ὁ κάθε ἐξομολογούμενος νά φεύγει ἀπό τήν ἐξομολόγηση παρηγορημένος καί εὐχαριστημένος καί νά περιμένει μέ λαχτάρα τήν Θεία Κοινωνία.
Οἱ ἐρωτήσεις ἀπό τό Εὐχολόγιο δέν εἶναι ὅλες κατάλληλες, διότι ζητοῦν μία ἀρνητική ἀπάντησι. Ὁ ἐξεταζόμενος ἀπό ἐμᾶς ὁμολογεῖ ὅτι δέν ἔκανε καί δέν ἐξομολογεῖται τί κακό ἔχει κάνει. Ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς ἠμποροῦμε νά συμβουλευτοῦμε ἀπ᾿ αὐτές τίς ἐρωτήσεις, ἀλλά ὄχι νά τίς χρησιμοποιοῦμε κατά τόν ἴδιο τρόπο.
8. Συνήθως κάθομαι σ᾿ ἕνα στασίδι, μέσα στό ναό. Νοιώθω πολύ τήν ἔλλειψη μιᾶς καρέκλας τῆς ἐξομολόγησης. Ἀφ᾿ ἑνός γιά νά κάτσει καί ὁ ἱερέας πιό ἄνετα, ἀφ᾿ ἑτέρου γιά τόν πιστό, ὁ ὁποῖος ἔτσι θά γονάτιζε καί, μέ τό ἐπιτραχήλιο στό κεφάλι του, θ᾿ ἀπαντοῦσε ἤρεμα στίς ἐρωτήσεις μου.
Ἡ πρώτη ἐρώτηση πού θέτω εἶναι: Ἐξὁμολογήθηκες ποτέ; Ἄν ναί, πότε ἀκριβῶς; Στήν τελευταία σου ἐξομολόγηση ἄφησες κάτι πού δέν τό ἐξωμολογήθηκες, τό ὁποῖο μετά σοῦ ἔφερε τύψεις τῆς συνείδησης; Τί σοῦ βαρύνει τώρα τήν ψυχή;
Σέ περίπτωση πού εἶχε ἐξομολογηθεῖ καί ἄλλη φορά, τώρα τοῦ ἐξηγῶ τά περί τῆς οὐσίας αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου. Οἱ περισσότεροι ἐξομολογοῦνται σέ κάθε μεγάλη νηστεία. Μ᾿αὐτούς συνήθως ἀναφέρομαι πιό σύντομα συνοψίζοντας τά τρία σημεῖα: τήν ἀναζήτηση τῶν ἁμαρτιῶν, τήν συντριβή γι᾿ αὐτές καί τήν μετάνοια διά τῆς ἐκπλήρωσης καί τοῦ ἐπιτιμίου. Οἱ ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου δέν μποροῦν νά ἐφαρμοστοῦν στήν πράξη. Αὐτές εἶναι καλές μόνο συμβουλευτικά. Τό ἴδιο καί οἱ συγκεντρωμένοι ἐκεῖ παρόμοιοι κανόνες.
Προτείνω σάν πραγματικές ἐρωτήσεις τίς ἑξῆς: Λυπᾶσαι γι᾿ αὐτά πού ἔκανες; Νομίζεις ὅτι στό μέλλον θά εἶσαι ἀρκετά ἀνθεκτικός γιά ν᾿ ἀποφύγεις τέτοιες πράξεις; Ὑπόσχεσαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ νά ἐξετάσεις τήν ψυχή σου ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα μέ περισσότερη αὐστηρότητα; Θά ὁμολογεῖς τόν Χριστό μπροστά στούς ἀνθρώπους; Θά ζεῖς σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία Του;
9. Τήν ἐξομολόγηση τήν κάνω ἐντός τοῦ ναοῦ, φορώντας ἐπιτραχήλιο καί φαιλόνι. Τούς ἀρρώστους τούς ἐξομολογῶ στό σπίτι τους, φορώντας μόνο τό ἐπιτραχήλιο. Ἕνα κερί θεωρῶ ὅτί πρέπει νά εἶναι ἀναμμένο. Στό ναό κάθομαι, συνήθως, μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἐπάνω στόν σολέα, ὅταν διαβάζω τίς εὐχές, ἐνῶ οἱ πιστοί εἶναι δίπλα στόν σολέα. Ὅταν ἐξομολογοῦμε περισσότεροι ἱερεῖς, ἀπομακρύνονται ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο. Οἱ ἐρωτήσεις εἶναι σχετικές μέ τίς θεῖες ἐκκλησιαστικές ἐντολές καί ἀφοροῦν τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί μέ τούς συνανθρώπους του, πρῶτα μέ τούς γονεῖς του καί μέ τούς συγγενεῖς του. Ἄν συνηθίζει νά προσεύχεται κάθε μέρα, εἶναι ἔνδειξη ὅτι ἔχει πίστη στόν Θεό. Ἡ εἰρήνη ἐντός τῆς οἰκογένειας εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς εἰρήνης ὁλόκληρου τοῦ κόσμου. Οἱ ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου περιλαμβάνουν ὅλες τίς δυνατότητες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ὅλων τῶν καταστάσεων καί τῶν ἡλικιῶν.
Ἡ ἐπιλογή τῶν κατάλληλων ἐρωτήσεων εἶναι δύσκολη, ἀλλά εἶναι ἐνδεδειγμένη ἀπό τίς συνθῆκες τοῦ ἐξομολογουμένου. Ἐκεῖνες πού ἀφοροῦν τήν ἕβδομη καί τήν ὄγδοη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου δέν μποροῦν νά τεθοῦν ὅπως τίς παρουσιάζει τό βιβλίο, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρχουν. Ἐγώ ἐρωτῶ τούς νέους, συνήθως πρίν ἀπό τόν γάμο ὡς ἑξῆς: Εἶσαι ὑγιής, καθαρός ψυχικά καί σωματικά; Ἔχεις κάνει κακό σέ κάποιον; Πῶς; Τί; Περί τῆς πίστεως δεν ἐρωτῶ τίποτε. Ὅποιος ἔρχεται νά ἐξομολογηθεῖ, ἔχει πίστη. Ἄν ἔχει ἀμφιβολίες, θά τίς πεῖ καί θ᾿ ἀρχίσω ἀπό ἐκεῖ.
10. Ὁ ὑπογραφόμενος κάνω τήν ἐξομολόγηση μέ τόν ἑξῆς τρόπο: Πρίν τήν ἐξομολόγηση τούς λέω μερικά πράγματα σχετικά μ᾿ αὐτό τό Μυστήριο, ὅτι ἱδρύθηκε ἀπό τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν σωτηρία μας, δίνοντας στούς Ἀποστόλους καί στούς διαδόχους τους, δηλαδή στούς ἐπισκόπους καί στούς πρεσβυτέρους, τήν δύναμη ἄφεσης καί ἀπόλυσης τῶν ἁμαρτιῶν, λέγοντάς τους: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο κτλ. Μετά λέω τί πρέπει νά κάνει ὁ χριστιανός ὅταν δεχθεῖ αὐτό τό ἱερό Μυστήριο· νά θυμᾶται τήν ψυχή του, ἡ ὁποία πρέπει νά καθαριστεῖ ἀπό τίς ἁμαρτίες, νά λυπᾶται γιά τίς πεπραγμένες του ἁμαρτίες, νά τίς ἐξὁμολογηθεῖ καί μετά νά διορθωθεῖ. Ἔτσι προετοιμασμένος, τόν βάζω νά γονατίσει κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιό μου. Ἐπάνω στό τραπέζι ἔχω τόν σταυρό καί ἕνα ἀναμμένο κερί. Ὕστερα τόν ρωτάω: Πότε ἐξὁμολογήθηκες τελευταία φορά; Ἀπό τότε μέ ποιές ἁμαρτίες αἰσθάνεσαι ὅτι εἶσαι ἔνοχος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ;
Τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου δεν τίς χρησιμοποιῶ. Ἀφήνω καθέναν νά πεῖ τίς ἁμαρτίες του. Ἔτσι μοῦ ἔχει εἰπεῖ ὁ Ἐπίσκοπός μου, ὁ ὁποῖος μ᾿ ἐξωμολόγησε μέ τήν εὐκαιρία τῆς χειροτονίας μου ὡς ἱερέα ὅτι δέν εἶναι σωστό νά ἐρωτοῦμε ἄν ἔχεις κάνει τήν τάδε ἤ τήν τάδε ἁμαρτία, ἀλλά νά φέρουμε τόν πιστό ν᾿ ἀναγνωρίσει μόνος του ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, ὅπως κάθε ἄνθρωπος καί ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος νά εἶναι ζωντανός καί νά μή ἔχει σφάλει. Ὁ κάθε πνευματικός ἱερέας πρέπει νά μή βιάζεται στήν ἐπιτέλεση αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου καί νά τό κάνει μέ μέγιστη χριστιανική εὐλάβεια. Νά ἔχει πάντα μαζί του κι ἕνα βιβλιάριο μέ τούς ἐξὁμολογουμένους, βέβαια μόνο γιά τήν προσωπική του χρήση.
11. Ἀπ᾿ ὅλα τά Μυστήρια πού ἐπιτελῶ, αὐτό τῆς ἐξομολόγησης μοῦ φαίνεται τό πιό δύσκολο, διότι καταλαβαίνω ὅτι ὁ χριστιανός πού βαδίζει πρός τήν ἐξομολόγηση ἀσφαλῶς θέλει νά γυρίσει δικαιωμένος στό σπίτι του καί τότε πρέπει νά ἐνεργήσω μέ ὅλη τήν προθυμία μου.
Εἶναι πολύ δύσκολο πρᾶγμα νά περιέχεται σέ μερικές ἐρωτήσεις καί σέ λίγα λεπτά ὅλο τό θέμα, κυρίως ὅταν ὁ ἐξομολογούμενος δέν λέει μόνος του τίς ἁμαρτίες, ἀλλά μόνο ἀπαντᾶ στίς ἐρωτήσεις τοῦ Πνευματικοῦ. Παρόλα αὐτά καί αὐτός πού μόνο ἀπαντᾶ στίς ἐρωτήσεις πρέπει νά φύγει ἐλαφρωμένος, ὅπως κι ἐκεῖνος πού θεληματικά καί μέ δάκρυα μετανοίας χύνει ὅλη τήν πικρία τῆς ψυχῆς του. Μοῦ συνέβη πολλές φορές τό φαινόμενο νά ἔχω πιστούς οἱ ὁποῖοι νά μή μποροῦν νά ἐξομολογηθοῦν λόγω τῶν συνεχῶν δακρύων τους. Ἀπ᾿ ἐδῶ προκύπτει ὅτι ὑπάρχουν δύο τάξεις μετανοημένων· αὐτοί πού προσέρχονται στήν ἐξομολόγηση μέ τήν ἀπόφαση νά πάρουν συγχώρηση γιά τίς ἁμαρτίες τους καί ν᾿ ἀλλάξουν οὐσιαστικά τόν τρόπο ζωῆς τους καί ἐκεῖνοι πού ἔρχονται ἀπό συνήθεια, δηλαδή ὄχι πάντα μέ μία σκέψη ἐπανόρθωσης.
Ὅσοι ἔχουν βαρειές ἁμαρτίες – στά χωριά εἶναι συνήθως λιγώτεροι ἀπό τίς πόλεις – δέν ἔρχονται νά ἐξομολογηθοῦν παρά μόνο ὅταν περάσει ἕνα μεγάλο διάστημα. Ὅταν ξέρουν ὅτι σίγουρα δέν εἶναι ἄξιοι νά κοινωνήσουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου.
Ἄν ἔπρεπε νά χρησιμοποιοῦμε ὅλες τίς ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου, δέν θά χρειαζόταν ν᾿ ἀσχοληθοῦμε μόνο καί μόνο μέ τήν ἐξομολόγηση. Ἐκεῖ ὑπάρχουν πολλά ἐρωτήματα τά ὁποῖα δέν μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν στήν πρωτότυπη μορφή τους, διότι θά καλλιεργοῦσαν τό ἐνδιαφέρον γιά τήν ἁμαρτία.
12. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἔχω ἀκούσει ὅτι γίνεται ἡ ἐξομολόγηση δέν μέ ἱκανοποιεῖ καθόλου. Ἐγώ θεωρῶ τήν ἐξομολόγηση ὡς κλειδί μέ τό ὁποῖο, ἀνοίγοντας τήν ψυχή τοῦ πιστοῦ μου, εἰσδύω μέσα της νά καθαρίσω τά πάντα ἐκεῖ μέσα, γιά νά μπορέσω θά βάλω μετά ἐκεῖ τόν Σωτῆρα Χριστό. Εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος μέ τόν ὁποῖο μπορῶ ν᾿ ἀναγεννήσω τόν πλησίον μου. Δι᾿ αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου πλησιάζω τήν ψυχή τοῦ πιστοῦ, τόν ὁποῖον, μετά ἀπό μία θερμή προετοιμασία, ἐμπνέοντάς του ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη, τόν βοηθῶ ν᾿ ἀποκαλύψει τά πάντα. Δίνοντάς του τήν ἀπόλυση τῶν ἁμαρτιῶν του, τόν ἔχω πάντα ὑπ᾿ ὅψιν μου καί μέ πραότητα τοῦ ὑπενθυμίζω–ἄν χρειαστεῖ–τήν σημαντική στιγμή στήν ὁποία εἶχε ὑποσχεθεῖ στόν Κύριο, ὁ ὁποῖος θυσιάσθηκε γιά ὅλους ἐμᾶς, ν᾿ ἀλλάξει τήν ζωή του. Κι ἔτσι, ἔχοντάς τον πάντα κοντά μου (καί δι᾿ ἐμοῦ μέ τόν Χριστό), θά τόν ἀποδεσμεύσω τελικά ἀπό τίς ἁμαρτίες του.
Πρό τῆς ἐξομολόγησης τούς ὁμιλῶ θερμά καί ἐπιθυμῶ νά ξυπνήσω μέσα τους συναισθήματα θρησκευτικοῦ δέους, νά τούς κάνω νά αἰσθανθοῦν τήν ἀναγκαιότητα αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου, παρουσιάζοντάς τους μία ζωντανή εἰκόνα τῆς ἁμαρτωλῆς κατάστασης καί τήν μεγάλη σημασία τῆς ἀγνότητας, χωρίς νά ξεχάσω βέβαια καί μερικά παραδείγματα σχετικά μέ ὅλα αὐτά. Προχωράω, τελώντας μ᾿ ἕνα πανηγυρικό τρόπο τήν ἀκολουθία τῆς ἐξομολόγησης, σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Εὐχολογίου …
Σχετικά μέ τίς ἐρωτήσεις πού μπορεῖς νά κάνεις στόν μετανοημένο χριστιανό πρέπει νά εἶσαι πάρα πολύ προσεκτικός. Ἀναμφίβολα, ἐμεῖς γνωρίζουμε τούς ἐνορίτες μας, ὕστερα ἀπό τόση διαβίωση μαζί τους καί ξέροντας τήν ζωή τους καί σχεδόν ὅλες τίς συμπεριφορές τους, δεν θά κάνουμε ἐρωτήσεις οἱ ὁποῖες, μπορεῖ νά διεγείρουν περιέργειες καί νά ὁδηγήσουν σέ πειρασμούς. Μία ἀνασκόπηση τῶν δέκα ἐντολῶν, μαζί μέ τούς Μακαρισμούς καί ἄλλες πού ἀναφέρει τό Εὐχολόγιο, μέ τήν ἐλπίδα ὁ μετανοημένος νά σκεφτεῖ καλά καί νά μή ἀποκρύψει τίποτε, θεωρῶ ὅτι θά ἦταν ἀρκετή γιά νά ἐξετάσει τήν ψυχή του. Κάποιες ἐρωτήσεις, ὅμως, τοῦ Εὐχολογίου, ὅπως προανέφερα, δέν ἔχουν κανένα νόημα.
13. Ἡ θέση τοῦ μετανοημένου, εἶναι κανόνας νά εἶναι γονατισμένος. Σπάνια συνηθίζω νά τόν σηκώσω ὄρθιο, μετά τήν ἐξομολόγηση, κυρίως ὅταν θέλω νά τοῦ μιλήσω πειστικά ἤ ἔχει καμία ἀμφιβολία, ἀπορία κτλ. Κάνω αὐτό κοιτώντας ἀκριβῶς στά μάτια καί μιλώντας του θερμά καί μέ πολύ ἀγάπη. Νομίζω ὅτι ὁ λόγος ἔχει περισσότερη δύναμη ἔλξης καί πεποίθησης.
Ἐρωτήσεις, ὅπως: Αἰσθάνεσαι ὅτι εἶσαι ἔνοχος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Τί ἔχεις νά ἐξομολογηθῆς; Τί σοῦ ἐπιβαρύνει τήν ψυχή; Κάνω ἐρωτήσεις πού νά ἀναφέρονται στίς θεολογικές καί ἠθικές ἀρετές. Ἔμπρακτα, αὐτές τίς ἐρωτήσεις τίς δανειζόμεθα ἀπό τό Εὐχολόγιο. Στό τέλος συνηθίζω νά ρωτάω: Δέν ἔχεις τίποτε ἐξαιρετικό νά ἐξομολογηθῆς; Ἤ δέν ἔχεις κάτι ἄλλο νά πεῖς, καμμία μεγαλύτερη ἁμαρτία τῆς ζωῆς σου ἤ ἀπό τήν νεότητα σου; Καί τότε ἐμφανίζονται πιό βαρειές ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες ντρέπονται νά τίς ποῦν.
Σ᾿ ἐμᾶς οἱ λόγιοι δέν ἐξομολογοῦνται. Γιατί; Ὄχι ἐπειδή ἦταν ἄθεοι ἤ δέν ἀγαποῦσαν τήν Ἐκκλησία. Ἀντίθετα, ἐκκλησιάζονται καί τήν στηρίζουν καί εἶναι καλοί χριστιανοί καί πιστοί. Τότε; Νά, ἔχουν ἕνα φόβο, μία ἀηδία καί δέν θέλουν ν᾿ ἀπαριθμήσουν λεπτομερειακά τίς ἰδιαίτερες ἁμαρτίες τους, μέ τά ἄλλα ψυχικά τους χαρίσματα.
Ἄν ἔρθουν λόγιοι, νά μήν ἐπιμένεις νά τούς ἐρωτᾶς γιά ἰδιαίτερες ἁμαρτίες, ἀλλά καλύτερα νά τούς διδάσκεις. Νά κάνεις ἕνα σχετικό μάθημα μαζί τους, ν᾿ ἀπαριθμήσεις ἁμαρτίες, λέγοντας: Κύριε, ἁμάρτησα, κακίες διέπραξα, δέν Σέ τίμησα, δέν πίστεψα στήν ἀγαθότητά Σου, δέν ἐτήρησα τίς γιορτές Σου κτλ. Φυσικά ἀπαριθμεῖς ἀνθρώπινες ἁμαρτίες σάν νά βάζεις μιά πιατέλα μέ κάποια φροῦτα μέσα, τά ὁποῖα τοῦ τά προσφέρεις ἕτοιμα, μόνο νά δεχθεῖ νά τά πάρει. Βλέπεις, αὐτά καί μεγαλύτερα ἀπ᾿ αὐτά ἔχω πράξει.
Συνήθως θά λένε ναί, ναί! Εἶναι εὔκολα σάν διδαχές ὅλα αὐτά. Καί γιά τόν Πνευματικό σάν ἀρχή εἶναι ἀρκετά αὐτά. Τά ἄλλα μέ ἄλλες εὐκαιρίες θά ἔρθουν μόνα τους.
14. Ἐγώ κάνω τήν ἐξομολόγηση ὡς ἑξῆς: Διαβάζω ἀπό τόν ἄμβωνα τίς εὐχές τοῦ Εὐχολογίου, ἐνῶ οἱ ἐξομολογούμενοι γονατίζουν. Τήν ἐξομολόγηση τήν κάνω σ᾿ ἕνα ξεχωριστό μέρος, ὅπου βρίσκονται μόνο ὁ Πνευματικός καί ὁ μετανοημένος. Τήν κάνω ὄρθιος. Ὁ πιστός κάνει τόν σταυρό του, χαιρετᾶ τόν Τίμιο Σταυρό, πού βρίσκεται στό χέρι τοῦ Πνευματικοῦ, στέκεται κι αὐτός σεμνός, μέ τά χέρια του ἑνωμένα σάν σέ προσευχή καί θά γονατίσει μόνο ὅταν ὁ ἱερέας τοῦ διαβάσει τήν συγχωρητική εὐχή. Νά στέκεται ὁ πιστός κατά τήν ἐξομολόγηση εἶναι πολύ πρακτικό, διότι τόν κυττάω στά μάτια καί βεβαιώνομαι γιά τήν εἰλικρίνεια τῆς ἐξομολόγησής του. Ἄν ἐξωμολογιόταν γονατισμένος, σκεπασμένος μέ τό ἐπιτραχήλιο, δέν θά μποροῦσα νά ἔχω κι αὐτήν τήν ψυχολογική ἀπόδειξη.
Πρίν τόν ἐρωτήσω, τόν προετοιμάζω μέ μερικά λόγια πού τά λέω μέ ὅλη τήν ἀγάπη μου, ἐπιβεβαιώνοντάς τον ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός εἶναι παρών ἀόρατα καί ἀκούει τήν ἐξομολόγηση του κτλ. Τόν πείθω γιά τό μυστικό τῆς ἐξομολόγησης καί μέ κατάλληλα καί εἰλικρινά λόγια τόν πείθω νά ἔχει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Πνευματικό ἱερέα.
Ἀκολουθοῦν ἐρωτήσεις πού τοῦ κάνει ὁ ἱερέας. Αὐτές πρέπει νά εἰπωθοῦν μέ πολύ δεξιότητα, ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία, τό φῦλο, τήν παιδεία καί τήν κοινωνική κατάσταση τοῦ μετανοημένου. Αὐτές οἱ ἐρωτήσεις πρέπει νά εἶναι συγκεκριμένες, στίς ὁποῖες νά μπορέσει ὁ μετανοημένος ν᾿ ἀπαντήσει μόνο μέ ναί ἤ μέ ὄχι. Νά μήν ξεσκαλίζουν ἄλλες ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες ὁ χριστιανός ὄχι μόνο δέν τίς εἶχε διαπράξει, ἀλλά οὔτε ἤξερε ὅτι γίνονται. Οἱ πρῶτες ἐρωτήσεις ἀφοροῦν τήν χριστιανική πίστη. Π. χ., ἄν προσεύχεται καθημερινά μέ πίστη, ἄν ἐκφωνεῖ κάθε μέρα τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί πιστεύει ὅλα ὅσα περιέχει αὐτό. Μετά, ἄν εἶναι συνεχῶς ἕτοιμος νά ὁμολογήσει μέ ἀνδρεία τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας ὅποτε πολεμεῖται ἀπό κάποιον.
Ἕνας λόγιος θά ρωτηθεῖ ἄν εἶχε ἀμφιβολίες σχετικά μ᾿ ἕνα ἄρθρο (μία ἀλήθεια) τῆς πίστεως ἤ ἄν εἶχε ποτέ κάποιες ἀντεγκλήσεις μέ κάποιον. Μήπως ἄρχισε νά περιπλανιέται ἀπό τίς μέχρι τότε ὀρθόδοξες πεποιθήσεις του;
Οἱ ἐρωτήσεις τοῦ Εὐχολογίου δέν ταιριάζουν πάντοτε μέ τίς συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ἐγώ ἔβγαλα ἀπ᾿ αὐτές περίπου δέκα, τίς ὁποῖες τίς συγκράτησα, ἀλλά σέ μιά νέα μορφή καί τίς πρόσθεσα στό σύνολο τῶν ἐρωτήσεων πού συγκέντρωσα μέ τόν συνδυασμό τῶν θεϊκῶν καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐντολῶν, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν νά θέτω ἐρωτήσεις καί ἀπό τό τομέα τῶν θανάσιμων ἁμαρτιῶν κι αὐτῶν πού εἶναι ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἄλλων πολύ σοβαρωτέρων. Αὐτές οἱ ἐρωτήσεις ἔχουν σάν σκοπό νά ὑπογραμμίσουν τήν μεγάλη ἀνάγκη ἐκπλήρωσης τῆς χριστιανικῆς ἐλεημοσύνης, ἡ ὁποία εἶναι τόσο θεάρεστη καί ταυτόχρονα ὠφελιμώτατη γιά κάθε ψυχή χριστιανοῦ.
Ὅταν ὁ μετανοημένος δηλώσει ὅτι δέν ἔχει κάτι ἄλλο νά ἐξομολογηθεῖ, ὁ Πνευματικός, ἔχοντας ὑπ᾿ὄψιν τίς πιό βαρειές ἁμαρτίες τοῦ πνευματικοῦ του παιδιοῦ, μέ ἀγάπη τό συμβουλεύει, οὕτως ὥστε νά ἐξευμενίσει τήν θέληση καί τήν ἀπόφαση του ν᾿ ἀπομακρυνθεῖ στό μέλλον ἀπό τίς ἁμαρτίες. Ὁ ἱερέας ὁ ὁποῖος ξέρει νά μιλήσει μ᾿ αὐτήν τήν ἀγάπη, ὄχι σπάνια θά βγάλει καί δάκρυα ἀπό τά μάτια τοῦ μετανοημένου. Ὕστερα θά τοῦ δώσει καί τό κατάληλο ἐπιτίμιο...
Ὁ μετανοημένος γονατίζει, ὁ Πνευματικός βάζει τό ἐπιτραχήλιο ἐπάνω στό κεφάλι καί διαβάζει τήν συγχωρητική εὐχή. Μετά αὐτός φιλεῖ τόν Τίμιο Σταυρό, τό ἐπιτραχήλιο καί τό χέρι τοῦ ἱερέως ...
15. Σύμφωνα μέ τήν ἐκκλησιαστική μας τάξη, στήν ἀκολουθία τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐξομολόγησης, προηγεῖται τό μέρος τῆς ἐξέτασης τῆς συνείδησης, κι αὐτό πρέπει νά γίνεται γιά κάθε πιστό ξεχωριστά. Σήμερα εἶναι συνήθεια νά ἔχει εἰσαχτεῖ ἡ πρακτική τοῦ ὁμαδικοῦ διαβάσματος γιά ὅλους πού ἔχουν παρουσιαστεῖ ταυτόχρονα μέ τήν πρόθεση νά ἐξομολογηθοῦν. Λόγω τῆς κούρασης, τήν θεωρῶ κατάλληλη. Ἀλλά νά μήν διαβαστεῖ μέ χαμηλή φωνή. Κι ἄν ἕνας πιστός ζητήσει νά διαβαστεῖ μόνο γι᾿ αὐτό ξεχωριστά, ἄς γίνει ἔτσι. Χωρίς αὐτήν τήν ἀκολουθία ἤ τήν εὐχή γιά ὅλη τήν ἐνορία (ἡ ὁποία γίνεται στήν ἀρχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστής ἤ κάθε Κυριακή τό ἀπόγευμα κτλ) νά μήν γίνει ἡ ἐξομολόγηση.
Ἡ ἐξομολόγηση νά γίνεται μόνο καί μόνο ἐντός τοῦ ναοῦ, στό καθολικό, κι ἄν ὑπάρχει μέρος, μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Κυρίου τοῦ τέμπλου, οὕτως ὥστε ὁ μετανοημένος νά ἔχει μπροστά του τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Ὁ ἱερέας νά φορέσει τό ἐπιτραχήλιο καί τό φαιλόνιο. Δίπλα του νά εἶναι τοποθετημένα τό Εὐαγγέλιο καί ὁ Σταυρός κι ἕνα κηροπήγιο μ᾿ ἕνα ἀναμμένο κερί.
Ὁ πιστός νά στέκεται, μπροστά στόν ἱερέα, κατά τήν διάρκεια τῆς ἐξομολόγησης. Ὁ Πνευματικός κάθεται μέ μία ἤρεμη στάση, μ᾿ ἕνα πρόσωπο καί ὕφος πού νά ἐμπνέει ἀγάπη, σοφία, πραότητα, ὑπομονή καί συγχώρηση. Ὅταν διαβάσει τήν συγχωρητική εὐχή, καί κάνει τήν ἀπόλυση, ὁ ἱερέας σηκώνεται καί ὁ πιστός γονατίζει κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο.
Γιατί συνιστῶ νά εἶναι ὄρθιος ὁ πιστός; Γιά δύο λόγους. Κάνοντας μία εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση θά ἔχεις μία συνομιλία μεγάλης διάρκειας. Ἄν τόν κρατήσεις στά γόνατα, κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο, θά τόν κουράσεις τόσο πολύ ὥστε θά τοῦ προκαλέσεις πόνους, οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦν ἀντιπερισπασμό ἀπό τά λεγόμενά σου, ἐνῶ ἐσύ, ὡς Πνευματικός, πρέπει νά κάτσεις μέ τό αὐτί σκυφτός πλάγια γιά ν᾿ ἀκούσεις τούς ἤχους κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο κι αὐτό μετά σιγά-σιγά ἀρχίζει νά σ᾿ ἐνοχλεῖ.
Τόν δεύτερο λόγο μου τόν ἔχουν ὑποβάλει οἱ ἐνορίτες μου μέ τά λόγια τους: Σ᾿ αὐτόν τόν ἱερέα πρέπει νά τά λές ὅλα ὀρθά καί ἴσια, ἐπειδή σέ κυττάζει στά μάτια κι ἄν δέν τόν κυττᾶς κι ἐσύ, σοῦ λέγει ἐκεῖνος νά τόν κυττᾶς. Δέν ξέρω ἄν τό κάνω ἔτσι ἀκριβῶς, ἀλλά μοῦ λέγουν ὅτι εἶναι καλό νά τό κάνω αὐτό.
Ἡ ἐξέταση τῆς συνείδησης εἶναι μία πράξη διακριτικότητας, μεθόδου, ἀγχίνοιας, ζωντανῆς παρουσίας διάφορων δογματικῶν, ἠθικῶν, νομικῶν, ἰατρικῶν, ψυχολογικῶν, κοινωνιολογικῶν κτλ γνώσεων ἀπό τήν πλευρά τοῦ Πνευματικοῦ. Ἐδῶ ἐξετάζεται καί ὁ ἱερέας, πόση παιδαγωγική δύναμη διαθέτει μέσα του, κατά πόσο εἶναι Πατέρας. Διότι ἐσύ ἔχεις νά προκαλέσεις τήν ἀναγνώριση τῆς ἐνοχῆς καί τῆς ψυχικῆς νόσου καί νά διεγείρεις τήν συντριβή, τήν μεταμέλεια, τήν ἐπιθυμία ἐπανόρθωσης καί νά τοῦ δώσεις τήν συνταγή, τό φάρμακο. Ὀφείλεις νά τόν εἰσαγάγεις πάλι μέσα στήν κοινωνία, νά τόν κάνεις ὠφέλιμο γιά τούς ἄλλους καί γιά τόν ἑαυτό του, νά τόν ὁδηγήσεις πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά τόν συμφιλιώσεις μέ τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος θά τοῦ πεῖ: «Πάρε τό κρεβάτι σου καί ὕπαγε στό σπίτι σου καί κοίταξε νά μήν ξανά σφάλεις, γιά νά μήν πάθεις χειρότερα». Διά τῶν ἐρωτήσεών σου καί τῶν ἀπαντήσεων του, ἐσύ μπαίνεις σ᾿ ἕνα νέο κόσμο. Βλέπεις κάθε τι πού ὑπάρχει στήν καρδιά του, πῶς ζεῖ στό σπίτι του, στήν αὐλή του, στήν γειτονιά του. Ξαφνικά σοῦ ἔδωσε τό δικαίωμα νά τακτοποιήσεις τόν ρυθμό τῆς προσωπικῆς του ζωῆς. Καί πόσες φορές δέν φρίττεις γι᾿ αὐτά πού ἔχεις ἀκούσει στήν ἐξομολόγηση καί ἄρα δέν χαίρεσαι ὅταν ξέρεις ὅτι μέ τήν συμβουλή σου κατάφερες νά ἀποφύγεις τόσα ἀτυχήματα! Κι ἔρχεται ἡ σύζυγός του κι ἔρχεται ὁ συνένοχός του κι ἔρχεται ὁ ἐχθρός του! Κι ἐσύ, σάν νά μήν ἤξερες τίποτε, μέ προσοχή τόν ὁδηγεῖς πρός τήν ἴδια χριστιανική ζωή καί συμφιλιώνεις ἰσόβιους ἐχθρούς! Πῶς νά μή σ᾿ εὐλογεῖ ὅλος ὁ κόσμος καί ὁ Θεός! ὅταν ἔτσι ἐνεργεῖ ὁ Πνευματικός, νά ξέρεις ὅτι ἔφτασε νά εἶναι ἀπαραίτητος γιά τήν ἐνορία του σάν τό καθημερινό ψωμί. Εἶναι ἕνας πραγματικός πατέρας μιᾶς μεγάλης χριστιανικῆς οἰκογένειας. Θά νοιώθει τήν χαρά τῆς ἱερωσύνης του.
Ἄλλα εἶναι κουραστικά καί δύσκολα. Πρέπει νά μιλᾶς πολύ καί συγκεντρωμένος. Πρέπει νά ξέρεις νά σιωπᾶς σάν τήν γῆ, νά κρατᾶς ὁλόκληρο τό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Πρέπει νά προσέξεις μέ τί εἴδους ἄνθρωπο ἔχεις ν᾿ ἀσχοληθεῖς. Δέν ἀντιμετωπίζεται ἐξ ἴσου μία πολύ αἰσθηματική καί εὐσυνείδητη ψυχή ἤ μία κυνική καί ἀναίσθητη φύση, ἡ ὁποία ἐξομολογεῖται μόνο ἀφοῦ ἔτσι ἔτυχε νά γίνει.
Αὐτή ἡ πλευρά τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσης εἶναι ἕνα πραγματικό μάθημα κατηχήσης, τό ὁποῖο τό διδάσκεις σέ κάθε πρόσωπο ξεχωριστά, σύμφωνα μέ τήν φύση καί τῶν ψυχικῶν του ἀναγκῶν.
Θά πρέπει νά καταστρώσεις γιά σένα μία σειρά ἐρωτήσεων, οὕτως ὥστε νά συνοψίσεις τά κύρια σημεῖα τῆς δογματικῆς καί τῆς ἠθικῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Τό πιό κατάλληλο μοῦ φάνηκε νά εἶναι τό σχέδιο τοῦ Δεκαλόγου. Σχετικά μέ τίς ἐντολές του ἔχω προσαρμόσει τίς ἐρωτήσεις μου, τίς ὁποῖες ἤθελα νά τίς χρησιμοποιῶ γενικά μέ τόν καθένα, ἰδιαίτερα ἐμβαθύνοντας μόνο ἐκεῖ πού ἔπρεπε. Διότι, σύμφωνα μέ τούς ἱερούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, δεν συγχωρεῖται ὁ ἱερέας πού ντρέπεται νά ρωτήσει, ἀλλά ταυτόχρονα πρέπει νά προβαίνει μέ πολύ μεγάλη προσοχή, μή τυχόν ὁ ἴδιος πειράξει τόν ἐξομολογοὐμενο πρός μία ἄγνωστη μέχρι τότε ἁμαρτία γιά τόν συγκεκριμένο πιστό. Ἡ ἐρώτηση θ᾿ ἀρχίσει ἀπό μακριά καί θά προχωρήσει σταδιακά πρός τήν ὑποψία πού ἔχει ψυχολογικά ὁ ἱερέας. Π. χ., σχετικά μέ τήν πορνεία, θ᾿ ἀρχίσεις ἀπό κενολογίες, περνᾶς στά νερόβραστα ἀστεῖα καί ἄν ὁμολογήσει ὅτι κι αὐτός κάνει τέτοια ἀστεῖα, προχωρᾶς ἀκόμα ἕνα βῆμα: Ποῦ, μέ ποιόν ἀστειεύεται καί μόνο ὕστερα ρώτησε ξάστερα (προϋποθέτοντας ὅτι μπροστά σου βρίσκεται ἕνας νέος, παληκάρι ἤ μία δεσποινίδα). Τό ἴδιο κάνε το καί μέ τούς παντρεμένους γιά νά τούς μάθεις νά εἶναι εὐπρεπεῖς καί ν᾿ ἀποφεύγουν τίς διαστροφές, πού σήμερα γίνονται ὄχι μόνο στίς πόλεις, ἀλλά πλέον καί στά χωριά. Κι ἄν, παρόλο πού ἔκανες αὐτό μέ πολλή προσοχή καί σύνεση, ἔσφαλες μνημονεύοντας ἕνα κακό, νά ἔχεις ὅλο τό ὁπλοστάσιο (τήν πανοπλία) ἐπιχειρημάτων, στοιχείων καί παραδειγμάτων, τά ὁποῖα ν᾿ ἀποδείξουν ἀληθοφανῶς τήν βαρύτητα τῆς καταδικασμένης ἁμαρτίας. Γιά κάθε ἐξομολόγηση (ἐννοώντας σέ κάθε νηστεία μεγάλης διάρκειας) καλό εἶναι νά συζητηθεῖ ἕνα πρόβλημα στό ὁποῖο νά ἐπιμένει ὁ Πνευματικός. Ἔτσι, λοιπόν, π.χ. μία φορά θά ἐπιμένει ἐκτενῶς στό θέμα τοῦ ὅρκου ἤ τῆς ἀγάπης πρός τούς γονεῖς ἤ τῆς πορνείας, τῆς μέθης, τῆς χαρτοπαιξίας, τῶν αἰρέσεων, τῶν κοινωνικῶν ἰδεολογιῶν, τῆς ὡραιότητας κάποιων ἀρετῶν, τῆς φροντίδας τῶν γονέων γιά τήν καλή καί πνευματική διαμόρφωση τῶν παιδιῶν ἤ τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας ἤ τῆς σωστῆς προσευχῆς, τῆς ἀληθινῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ, τῆς νηστείας κτλ. Ὁ Πνευματικός, ὅμως, νά εἶναι πολύ προσεκτικός στό τί ἰσχυρίζεται τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, νά μήν τό διαψεύσει διά τῶν ἔξω πράξεών του.
Ποτέ νά μή ἱκανοποιηθεῖ μόνο μέ τήν ἁπλῆ ἐξομολόγηση τοῦ πιστοῦ, ὅτι δηλαδή ἔχει κάνει τήν τάδε ἤ τήν τάδε ἁμαρτία, ἀλλά νά τήν ἀναλύει μέ τόν πιστό γιά νά τοῦ ἀποδείξει τήν κακία της. Ἐπίσης νά τοῦ δείξει τά μέσα ἐξυγίανσης καί τόν δρόμο στό ὁποῖο νά πορεύεται γιά νά φτάσει στό σκοπό του.
Ἡ συγχώρηση μπορεῖ, ὅμως, νά εἶναι μερικές φορές καί ἐπιτίμιο. Ἄν κάποιος ἔχει κάνει μεγάλες ἁμαρτίες καί σοῦ λέγει ὅτι θέλει νά τίς ξανακάνει, γιά ὡρισμένους λόγους του, νά τοῦ ἀρνηθεῖς τήν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του μέχρις ὅτου ἀποφασίσει νά μή τίς ξανακάνει. Αὐτό ἔχει ἀποτέλεσμα μόνο μέ μία προϋπόθεση· νά μή τοῦ δώσει τήν συγχώρηση ἄλλος Πνευματικός. Κανένας νά μήν ἐπιτρέπει στό ποίμνιο του τά πρόβατα ἄλλου τσοπάνη. Μόνο στήν δικαιολογημένη περίπτωση ἄν ὁ πιστός βρίσκεται σέ μεγάλη ἐχθρότητα μέ τόν ἐφημέριο τῆς ἐνορίας του.
Ἡ συγχωρητική εὐχή πάντα διαβάζεται μέ γονατισμένο τόν μετανοημένο, κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο. Ὁ Πνευματικός θά σηκωθεῖ. Στό σημεῖο αὐτό θά κάνει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ἐπάνω στό κεφάλι τοῦ ἐξομολογούμενου. Ὕστερα θά τόν βάλει νά ἀσπαστεῖ τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί τόν Τίμιο Σταυρό.
Ἔτσι νομίζω ὅτι εἶναι πιό κατάλληλα νά φτάσουμε στόν ποθούμενο σκοπό μας. Κάνοντας ἔτσι δέν διατείνομαι ὅτι τά ἔκανα ὁ ἴδιος ὅλα καλά, ἀλλά ἕνα πρᾶγμα ξέρω. Θέρισα τούς πνευματικούς καρπούς καί γέμισα μέσα μου μέ χαρά. Ἄλλοι θά φωτιστοῦν ἀπό τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ ἄλλο τρόπο, διότι ἡ Χάρη ἐνεργεῖ μέ ποικίλους τρόπους καί θά παραχθοῦν ἀκόμα πιό καλά ἀποτελέσματα ἀπό τά δικά μου. Γι᾿αὐτό θά ἦταν καλό νά τά λένε καί σέ ἄλλους, νά μάθουν κι αὐτοί πῶς μπόρεσαν νά λύσουν αὐτό τό ποιμαντικό πρόβλημα.
16. Οἱ ἐξομολογήσεις εἶναι πραγματικές, ἀληθινές μόνο ὅταν γίνουν τό ζῶν ὕδωρ τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο ὁδηγεῖ τούς πιστούς σέ μία πνευματική ἀνάρρωση καί ὄχι ὅταν αὐτή εἶναι μόνο μία συνήθεια, ἀνανεώνεται χωρίς καμμία ἐμψύχωση.
Πῶς μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ ἡ πνευματική ἀνασταση; Ἕνας ἱερέας ἔλεγε ὅτι ὁ Πνευματικός πρέπει νά ρωτήσει τόν μετανοημένο λεπτομερειακά ὅλες τίς συνθῆκες μέ τίς ὁποῖες ἔπραξε τίς ἁμαρτίες, οὕτως ὥστε διά τῶν ἐκτενῶν ἐρωτήσεων καί ἀπαντήσεων ὁ ἐξομολογούμενος νά συνειδητοποιήσει πραγματικά τήν ἐνοχή του. Ἡ μέθοδος ἀναγράφεται στό τυπικό, ἄρα εἶναι καλή καί ἀκριβής. Ξυπνᾶ τίς ψυχές στήν θρησκευτική συνείδηση, διότι οἱ ἐρωτήσεις καί οἱ ἀπαντήσεις εἶναι σάν κάποιες ἀναμοχλεύσεις οἱ ὁποῖες κινοῦν τά κοιμισμένα συναισθήματα τά ὁποῖα στεροῦνται τῆς συνείδησης ὅτι ζοῦν σέ ἁμαρτίες.
Ὅταν οἱ ἐξομολόγοι ἱερεῖς ξέρουν νά προκαλοῦν στίς ψυχές τῶν ἐξομολογουμένων τήν ἀηδία γιά τίς ἁμαρτίες τῆς ζωῆς τους μειώνεται ἡ ἐπιμονή τους ν᾿ ἁμαρτάνουν περαιτέρω καί γεννιέται μία νέα σκέψη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν ἐπανόρθωση τῆς ζωῆς. Μία εὐαίσθητη καρδιά πάντοτε παρακινεῖται πρός ἀγαθότερες πράξεις. Αὐτή ἡ καρδιά εἶναι, ἑπομένως, ἡ ἀρχή μιᾶς καινούργιας ζωῆς. Οἱ ἐξομολογήσεις οἱ ὁποῖες μποροῦν νά πραγματοποιήσουν τέτοιες πνευματικές ἐπιτυχίες εἶναι πραγματικές ἐξομολογήσεις. Καί μακάριοι οἱ Πνευματικοί οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά ἐπιτύχουν τέτοια κατορθώματα, ἀλλά μακάριοι καί οἱ ἐνορίτες οἱ ὁποῖοι μποροῦν ν᾿ ἀποφασίσουν κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο τοῦ ἱερέως νά γκρεμίσουν τόν ἐνδιάμεσο τοῖχο μεταξύ τοῦ ἁμαρτωλοῦ τους παρελθόντος καί τοῦ ἀφιερωμένου στήν χριστιανική ζωή μέλλοντός τους.
Ὅταν τά πρόσωπα δέν εἶναι σκληρόκαρδα, πείθονται εὔκολα καί ἐκτιμοῦν τά μαθήματα τοῦ ἱερέως, μέσω τῆς ἐξομολόγησης. Ἄν οἱ ἐξομολογήσεις μέ πολλές ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις θά μποροῦσαν νά φέρουν καλά ἀποτελέσματα, οἱ ἐξομολογούμενοι θά ἔπαιρναν μέσα στήν ψυχή τους τά διδάγματα τῶν Πνευματικῶν τους καί θά τά ἐφάρμοζαν ὅλα καί στήν καθημερινή τους ζωή.
Δυστυχῶς, ὅμως, ἄν ὄχι ὅλοι, οἱ περισσότεροι ἐξομολογούμενοι ἔχουν σχηματισμένες ἤδη τίς προσωπικότητές τους καί τά λόγια τῶν ἱερέων χάνονται στόν ἀέρα ἤ μιλᾶνε στούς κωφούς. Ὑπάρχουν μεταξύ τῶν ἐξομολογουμένων κάποιοι μέ σκληρό χαρακτῆρα, οἱ ὁποῖοι ἄν δέν ἀντιδράσουν τότε, ἐπειδή δέν τολμοῦν κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο, μέσα τους σκέφτονται: Γιατί θέλει ὁ ἱερέας νά ξέρει ἀπό μένα περισσότερα ἀπ᾿ὅσα τοῦ λέω ἐγώ; Εἶμαι σέ δύσκολη θέση ν᾿ ἀπαντήσω σ᾿ ὅλες τίς ἐρωτήσεις του, διότι ντρέπομαι ὁ ἴδιος γιά πολλές ἀπό τίς πράξεις μου. Ἄρα γε πῶς θά μποροῦσα νά τά πῶ αὐτά καί σέ ἄλλον, ἔτσι ὅπως ἔχουν γίνει;
Ἐδῶ φτάνουμε ἄν ρωτήσουμε πολλά πράγματα στήν ἐξομολόγηση. Ἐγώ τό ἔχω πάθει καί μποροῦν νά μοῦ τό ποῦν κατάμουτρα μερικοί ἐξομολογούμενοι. Τήν τάδε ἤ τήν τάδε πράξη τήν ἔκανα στά νειᾶτα μου, ἀλλά κάθε φορά πού ἤθελα νά τήν πῶ στόν Πνευματικό ἔφριττα καί ντρεπόμουνα τόσο πολύ γι᾿ αὐτήν ὥστε, μολονότι ἤξερα ὅτι σφάλω, δέν μπόρεσα νά τήν δηλώσω στήν ἐξομολόγηση. Τέτοιες ἐνσυνείδητες ἤ ἀσυνείδητες παραβλέψεις δεν λείπουν. Σφάλλει ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν δηλώνει ρητά καί κατανοητά ὅλες τίς ἁμαρτίες του; Σφάλλει ὁ Πνευματικός, ὁ ὁποῖος δέν ἐξετάζει ἀρκετά λεπτομερειακά τούς ἐξομολογουμένους Χριστιανούς; Μπορεῖ νά σφάλουν καί οἱ δύο πλευρές. Κρίνοντας ὅμως πραγματικά, τό σφάλμα καί τῶν δύο δικαιολογεῖται. Ὁ ἐξομολογούμενος–προϋποθέτοντας ὅτι εἶναι ἄνθρωπος μέ καλό χαρακτῆρα καί ἀπόλυτα συνεπής – δέν θεωρεῖ τήν ἀνεξομολόγητη ἁμαρτία ὡς συγχωρημένη· αὐτή ἡ ἁμαρτία τοῦ βαρύνει τήν ψυχή καί μετά τήν ἐξομολόγηση τοῦ εἶναι σάν ἕνα βαρύ φορτίο ἀπό τό ὁποῖο θέλει νά γλυτώσει, ὅσο σύντομα γίνεται, χωρίς νά τόν πιέζει κανένας ἐξωτερικά νά κάνει αὐτό. Διά τοῦ γεγονότος ὅτι λέει τώρα αὐτά πού τά ἔχει πράξει παλαιά, διορθώνει ὅ,τι ἔμεινε ἀδιόρθωτο στήν τελευταία του ἐξομολόγηση. Ἕνα, δύο λόγια ἐπίπληξης ἤ καλύτερα ἐνθάρρυνσης ἀπό τήν πλευρά τοῦ Πνευματικοῦ, ὥστε ἄλλη φορά νά μή σφάλει καί νά εἶναι φοβητσιάρης – τοῦ ἐπαναφέρουν τήν ψυχική του ἡσυχία καί τήν συγχώρηση, ἄρα ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά σωθεῖ. Ὁ Πνευματικός δικαιολογεῖται νά πεῖ στούς πιστούς νά προσέξουν νά μή κρύψουν τίς πράξεις τους, διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τίς κρύβει ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ, ψεύδεται στόν Θεό, δέν ξεγελᾶ τόν Πνευματικό, ἀλλά τόν Θεό.
Οἱ ἀναλυτικές ἐξετάσεις τῆς συνείδησης βάζουν ὅμως εὔκολα τούς ἐξομολόγους σέ μιά δύσκολη θέση. Ὁ ἐξομολογούμενος δηλαδή πιστεύει ὅτι ὁ ἱερέας θέλει νά χρησιμοποιήσει τῆς πληροφορίες πού θά μάθει μέσῳ τῆς ἐξομολόγησης γιά νά τόν ψυχολογεῖ, ὅταν ξανακάνει ἁμαρτίες, ἔχοντας βέβαια καί συνεργούς νά βοηθήσουν σ᾿ αὐτή τήν προσπάθεια.
Ἔτσι ὁ ἱερέας ἀπομακρύνει τούς πιστούς ἀπό τήν ἐξομολόγηση ἤ τούς ἀναγκάζει νά πᾶνε σέ ἄλλους ἱερεῖς. Τό μεγαλύτερο λάθος τους εἶναι ὅτι καθυστεροῦν καί κουράζουν τούς ἄλλους πιστούς, πού περιμένουν τήν σειρά τους στήν ἐξομολόγηση, ὅπως εἶναι τό ἔθιμο κατά τήν διάρκεια τῶν νηστειῶν. Ἄν ἔχει μόνο ἕναν ἐνορίτη νά ἐξομολογήσει, τότε τέλος πάντων γίνεται νά τόν ἐρωτήσει λεπτομερῶς. Στίς νηστεῖες, ὅμως, οἱ ἐπιθυμοῦντες νά ἐξομολογηθοῦν εἶναι δεκάδες καί περιμένουν μπροστά στίς θύρες τοῦ ναοῦ. Πρέπει νά δοθεῖ καί σ᾿ αὐτούς ἡ κατάλληλη εὐκαιρία νά ἐξομολογηθοῦν.
Ἡ πολλή λεπτομερειακή ἐξέταση τοῦ πιστοῦ μπορεῖ νά καταλήξει καί σέ κάτι ἀπρόοπτο. Ὅπως εἶναι γνωστό, στίς ἀρχές τοῦ Χριστιανισμοῦ οἱ ἐξομολογήσεις ἦταν δημόσιες. Ἀργότερα αὐτό ἄλλαξε καί ἡ ἱερά ἐξομολόγηση εἶναι μία πράξη πού γίνεται προσωπικά μπροστά στόν ἐξομολόγο. Γιατί αὐτή ἡ ἀλλαγή; Ἦταν δύσκολο γιά τούς τότε χριστιανούς ν᾿ ἀνακαλύπτουν τίς ἁμαρτωλές τους πράξεις ἐνώπιον ὅλου τοῦ κόσμου. Ἔλεγαν: καλύτερα νά μή ἐξομολογηθοῦμε παρά νά ρεζιλευτοῦμε διά τῆς δημόσιας ἐξαγόρευσης τῶν ἐλεεινῶν πράξεων, τίς ὁποῖες ἐκάναμε. Καί εἰσακούστηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τό ἴδιο μπορεῖ νά κάνει καί σήμερα κάποιος καί νά ἔρθει σ᾿ ἐμᾶς, στούς ἱερεῖς, καί νά μᾶς πεῖ: Συγκεντρώνουμε στόν νοῦ μας τίς ἁμαρτίες μας, ὅταν βρεθοῦμε κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο, ἀλλά θά τίς λέμε μόνο καί μόνο στόν Θεό, ὁ ὁποῖος οὕτως ἤ ἄλλως ξέρει τίς καρδιές μας. Ἀπό τόν Πνευματικό περιμένουμε μόνο τήν συγχωρητική εὐχή.
Τούς κανόνες, ἀνάλογα μέ τό βαθμό ἐνοχῆς πού νοιώθουμε, νά τούς βάλουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ἐγώ ὁ ἴδιος εἶχα μία τέτοια περίπτωση. Μία, ἀλήθεια, ὄχι περισσότερες. Τί θά κάνει ὁ ἱερέας σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις ἀντιδράσεως; Δέν θά τόν ἐνδιαφέρει ἐκεῖνος στόν ὁποῖον δέν θέλει νά πεῖ τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά ἀναγνωρίζει τήν ἐνοχή του καί νοιώθει τήν ἀνάγκη τῆς πνευματικῆς συγχώρησης; Δέν εἶναι καλό νά μήν ἐνδιαφέρει τόν ἱερέα, ἐπειδή ὁ ποιμένας πάντα ψάχνει νά βρῆ τό πλανημένο πρόβατό του καί νά τό φέρει ὑγιές πίσω στό ποίμνιο;
Δέν θέλω νά καταργήσω τούς ἱερούς κανόνες, οὔτε τό τυπικό, ὅμως λέω ὅτι ὁ ἱερέας μπορεῖ καί ὀφείλει νά δεχτεῖ ἀπό τούς πιστούς πιό περιληπτικές ἐξομολογήσεις. Ὅταν κάποιος μοῦ λέει: εἶμαι οἰνοπότης, πόρνος, ἔχω βάλει φωτιά, ἔχω κλέψει, δέν τήρησα τίς χριστιανικές γιορτές, δέν ἔχω ἐκκλησιαστεῖ κτλ, μπορεῖ πιό εὔκολα νά καταλάβει τήν ἐνοχή του, χωρίς νά τόν ἀναγκάσω ἐγώ σέ ἄλλες πιό ἐκτενεῖς ἐξομολογήσεις. Ἔτσι μπορεῖ νά δεχτεῖ καί ἐπίτιμιο, χωρίς πρόβλημα. Ἄρα δέν ἔπραξε τό ἴδιο καί ὁ Χριστός; Σέ πόσους καί πόσες φορές δέν ἔλεγε: ἡ πίστη σου σ᾿ ἔσωσε, χωρίς νά τούς ὑπενθυμίσει στούς θεραπευμένους ὅτι ἐσύ ἔκανες αὐτό κι αὐτό, νά μή ξανακάνεις τέτοιες ἁμαρτίες! Ἀκόμα καί στόν ἐσταυρωμένο ληστή, ὅταν ἐκεῖνος παρακαλοῦσε: «Μνήσθητί μου ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου (Λκ. 23, 42), παρόλο πού τά λόγια τῆς μετάνοιάς του ἦταν πολύ περιληπτικά, τοῦ συγχώρησε τίς ἁμαρτίες καί τόν πῆρε μαζί του στόν παράδεισο.
Εἶναι ἀποδεδειγμένο, λοιπόν, ὅτι ἡ σωτηρία κρέμεται ὄχι σέ πολλά λόγια, ἀλλά στήν μετάνοια μέ βαθειά μετάνοια καί μέ ψυχική περισυλλογή. Ἡ ἀληθινή μεταμέλεια ἀκολουθεῖ αὐτόματα ὅταν ὁ ἐξομολογούμενος δηλώνει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός καί αἰσθάνεται ἔνοχος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί χωρίς πολλές μπροστά στόν Πνευματικό λεπτομέρειες. Ἔτσι καταλαβαίνω καί κάνω ἐγώ.
Γιά νά μή θεωρηθῶ ὡς ἐλαφρόμυαλος σᾶς ὁμολογῶ ὅτι οἱ ἀναγκαῖες ψυχικές προετοιμασίες προηγοῦνται ἀπό τήν ἐξομολόγηση. Δέν ὑπάρχει μία φορά νά μιλήσω στόν λαό καί νά μή τοῦ ἐπισημάνω τά ἠθικά του καθήκοντα. Ὅσες κακίες μποροῦν νά γίνουν στήν καθημερινή ζωή, ὅλες ἐγώ τίς μεταχειρίζομαι, δείχνοντας μάλιστα καί τήν θεραπεία τους. Πάντα χρησιμοποιῶ τήν ἠπιότητα, προσπαθῶ νά ἐγείρω τήν θρησκευτική συνείδηση καί νά συμβουλέψω γιά τήν τήρηση τῶν νόμων, πού κυβερνοῦν τήν χριστιανική ζωή. Πρό τῶν μεγάλων νηστειῶν τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοί ἔρχονται συνήθως ὅλοι νά ἐξομολογηθοῦν, τότε ἔχω μία σειρά ὁμιλιῶν, διά τῶν ὁποίων ἐξηγῶ λεπτομερῶς ὅλα τά καθήκοντα αὐτοῦ πού προετοιμάζεται γιά τήν ἐξομολόγηση. Σ᾿ αὐτά ἀναφέρω ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ συμπεριφορά τῶν ἐνοριτῶν τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, ἀκόμα καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐρωτᾶται ὁ πιστός καί πῶς πρέπει νά δοθοῦν οἱ ἀπαντήσεις, ὥστε ὁ καθένας νά ἔρθει στήν ἐξομολόγηση ἕτοιμος καί ὄχι βιαστικά καί ἀκατήχητος. Ὁ πιστός πού ξέρει καλά τά καθήκοντά του, τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης δέν περιμένει οὔτε πολλές ἐρωτήσεις, οὔτε πολλά διδάγματα περί τῶν ἁμαρτιῶν του. Πλησιάζει στενάζοντας τόν ἱερέα καί μέ δάκρυα στά μάτια τοῦ λέει ὅλα ὅσα τόν βαρύνουν. Σέ πέντε λεπτά ὁ Πνευματικός μπορεῖ νά τελειώσει τήν ἐξομολόγηση τέτοιου ἀνθρώπου, ἀκόμα κι ὅταν θέλει νά τόν διδάξει καί μερικά πράγματα. Ὅποιος δέν ἔρχεται μέ καλή σκέψη καί μέ ἀκλόνητη ἀπόφαση νά καθαρίσει τήν ψυχή του καί νά ἀλλάξει τήν ζωή του, οὔτε μία ἐξέταση ὁλόκληρης ἡμέρας δέν μπορεῖ νά τόν κάνει καλύτερο, παρόλο πού ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι παρών καί ἀκούει τήν ἐξομολόγησή του. Οἱ ἐγωισμοί μόνο μέ ἐπιμονή μεγάλης διάρκειας – μηνῶν καί ἐτῶν – μπορεῖ νά μαλακώσουν.
Βάση τῶν προαναφερθέντων πνευματικῶν στοιχείων, μελετῶν καί ποιμαντικῶν ἐμπειριῶν μποροῦμε νά κάνουμε τίς ἀκόλουθες διαπιστώσεις:
Τό πρῶτο ποιμαντικό στοιχεῖο στήν πράξη τῆς ἐξομολόγησης εἶναι οἱ προετοιμασία τῶν πιστῶν. Ἡ ἀγεώργητη καί ἄσπαρτη μέ καλούς σπόρους γῆ δέν παράγει ἀπό μόνη της παρά ζιζάνια. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ διάφορες πρῶτες ὕλες, ἄν δέν ἐπεξεργαστοῦν σέ διάφορα ἐργαστήρια καί διαδικασίες, δέν θά γίνουν χρήσιμα πράγματα. Τό ἴδιο καί ὁ ἄνθρωπος. Πρέπει νά προετοιμαστεῖ κατάλληλα ἐνωρίς γιά νά κάνει μία πολύ καρποφόρα ἐξομολόγηση. Εἶναι γνωστό ὅτι διά τῆς σκέψεώς του, ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ τίς περισσότερες φορές νά δικαιολογήσει τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες του. Εἶναι μία κακόγουστη κατάσταση γιά τόν ἱερέα, ὅταν ἔλθει στήν ἐξομολόγηση ἕνας πιστός, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἀθῶο ἀπό κάθε ἁμαρτία. Σ᾿ αὐτήν τήν περίπτωση ἡ ἐξέταση μέσω ἐρωτήσεων εἶναι ἀναπόφευκτη. Γιά ν᾿ ἀποφευχθοῦν, ὅσο τό δυνατόν, αὐτές οἱ περιπτώσεις, χρειάζεται ὁπωσδήποτε καί πάντα μία προηγούμενη ἀγωγή τῶν χριστιανῶν γιά τήν ἱερά ἐξομολόγηση. Πῶς; Βάζοντάς τους νά ἐξετάσουν τήν συνείδηση τους ὑπό τοῦ φωτός τῶν δογμάτων τῆς πίστεως καί τῶν ἐντολῶν τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς. Χωρίς τήν ἀφύπνιση καί τήν ἐξέταση τῆς συνείδησης τῶν μετανοημένων, ἡ πρᾶξη τῆς ἐξομολόγησης παραμένει ἄκαρπη.
Εἶναι πολύ σημαντικό νά ἔχει ὁ πιστός στήν διάθεσή του ἕναν μεγάλο πίνακα ἐρωτήσεων περί τῶν ἁμαρτιῶν, πρίν τήν ἐξομολόγηση. Ἔχοντας μπροστά στά μάτια του τόν Δεκάλογο, τίς ἐννέα ἐκκλησιαστικές ἐντολές,(Μακαρισμούς) τίς θανάσιμες ἁμαρτίες καί τίς πράξεις τῆς ψυχικῆς καί σωματικῆς ἐλεημοσύνης, ὁ μετανοημένος μπορεῖ πιό εὔκολα ν᾿ ἀναγνωρίσει τίς ἀκαθαρσίες τῆς ψυχῆς του κι ἔτσι νά ἔλθει νά ἐξομολογηθεῖ.
Μία ἄλλη μέθοδος ἐξερεύνησης τῆς συνείδησης εἶναι μέ τό μολύβι καί τό χαρτί. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς συμβουλεύουν: Ἄν ξέρεις νά διαβάσεις, σημείωσε πάντα τίς ἁμαρτίες σου σ᾿ ἕνα χαρτί, γιά νά μήν τίς ξεχάσεις. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, συγγραφέας τῆς Κλίμακας, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι στήν ἐποχή του μερικοί μοναχοί βαστοῦσαν στήν ζώνη τους ἕναν μικρό πίνακα ἐπάνω στό ὁποῖο σημείωναν καθημερινά τούς κακούς τους λογισμούς.
Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος συνιστᾶ μία ὅσο πιό προσεκτική ἐξέταση τῶν κακῶν μας πράξεων καί λογισμῶν. «Μή πιστέψεις ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μικρά πράγματα, ἀλλά μάζεψέ τα ὅλα καί γράψε τα ὅπως σ᾿ ἕνα βιβλίο. Ἄν τά γράψεις ἐσύ στήν μνήμη σου, ὁ Θεός θά τά σβήσει ἀπό τήν δική Του. Ἀντίθετα, ἄν δέν τά σημειώσεις, θά τά γράψει ὁ Θεός καί θά σέ τιμωρήσει. Ἑπομένως, εἶναι πολύ καλύτερο νά γραφτοῦν ἀπό ἐμᾶς καί νά σβηστοῦν ἄνωθεν, παρά νά κρύβονται ἀπό ἐμᾶς καί ν᾿ ἀνακαλυφτοῦν ἀπό τόν Θεό ἐνώπιον τῶν ματιῶν μας τήν ἡμερα ἐκείνη.
Ἐκτός ἀπ᾿ αὐτόν τόν τρόπο ἐξέτασης τῆς συνείδησης, πολύ ἐπωφελής γιά ἐκείνους, πού ξέρουν ἔστω καί λίγο τά μυστήρια τῆς ψυχικῆς παιδείας εἶναι καί ἄλλος, τόν ὁποῖον θά τόν χρησιμοποιήσει ὁ Πνευματικός ἀπό τόν ἄμβωνα –τό κήρυγμα. Ἡ περί μετανοίας ὁμιλία εἶναι τό πύρινο ξῖφος πού διασχίζει καί ἡ ράβδος, πού διαχωρίζει τά στοιχεῖα τοῦ φωτός καί τοῦ σκότους. Κάθε ἐξομολογητική πράξη πρέπει νά ἕπεται ἀπό μία καλή καί κατάλληλη γιά ἐκείνη τήν στιγμή ὁμιλία. Παρουσιάζουμε ἐδῶ ἕναν σύντομο λόγο ἀπό ἕνα σλαβονικό παλαιό Εὐχολόγιο, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά προσαρμοστεῖ ἀνάλογα μέ τήν περίπτωση.
Ἀγαπητό μου τέκνο! Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο σ᾿ ἔφερε σήμερα ἐδῶ! Καλά ἔκανες πού ἦλθες στήν ἱερά ἐξομολόγηση, διότι δι᾿ αὐτῆς θά ξεπλύνεις τήν ψυχήν σου ἀπό κάθε ἁμαρτία καί ἐσύ μ᾿αὐτό τό οὐράνιο φάρμακο θά θεραπευτεῖς, θά καθαρίσεις τήν ψυχή σου ἀπό κάθε θανατηφόρα πληγή. Φρόντισε, τέκνο μου, νά μετανοήσεις μέ ὅλη τήν καρδιά σου γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες πού ἔχεις κάνει καί πές τα ὅλα στόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀόρατος παρών ἀνάμεσά μας. Νά τά πεῖς ὅλα ἐνώπιον μου, διότι ἐγώ, ὁ ταπεινός δοῦλος Του, ἔχω δεχτεῖ ἀπ᾿ Αὐτόν τήν δύναμη ἄφεσης ἁμαρτιῶν. Μή κρύψεις καί μή δικαιολογήσεις τίποτε, ἀλλά ὅ,τι καί ὅπως τά ἔχεις κάνει ὅλα, ἐξομολόγησέ τα ἀνάλογα πώς θά τά θυμηθεῖς κιόλας, διότι ἡ ἀπόκρυψη τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι μία παραπλάνηση τῆς ψυχῆς, ἕνα πλήγωμά της, μία βεβήλωση καί ἡ ἁμαρτία σου δέν θά συγχωρεθεῖ. Δι᾿ αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας γεννιέται μία ἄλλη ἁμαρτία, ἐπειδή τό ἱερό αὐτό μυστήριο τελειοποιεῖται μόνο ἐν ἀληθείᾳ. Μή κρύψεις ἀπό ντροπή καμμία ἁμαρτία, διότι κι ἐγώ εἶμαι ἄνθρωπος πού συλαμβάνομαι ἀπό τίς ἴδιες ἀδυναμίες καί μπορῶ νά πέσω στίς ἴδιες ἁμαρτίες μέ σένα, ἐφ᾿ ὅσον κι ἐγώ ἔχω τόν πειρασμό τῶν ἀνθρώπινων ἀδυναμιῶν. Ἀφήνοντας τήν ντροπή, θ᾿ ἀποκαλύψεις μόνος σου τόν ἑαυτό σου ἐνώπιον μου, δέν θά τιμωρηθεῖς ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἄν κρύψεις, ὅμως, κάτι ἀπό μένα, τότε θά λογοδοτήσεις γιά ὅλα ἐνώπιον ὁλόκληρου τοῦ οὐράνιου κόσμου καί δέν θά γλυτώσεις τήν αἰώνια τιμωρία. Μή κρύψεις κάτι οὔτε ἀπό φόβο, διότι ἐγώ δέν θά σέ καταγγείλω ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ποτέ, ἀλλά μέ τό πνεῦμα τῆς πραότητας θά προσπαθήσω νά σέ διορθώσω. Στήν ἐξομολόγηση μή δικαιολογεῖσαι, ἀλλά ἀνακάλυψε τίς ἁμαρτίες σου καί ὄχι τῶν ἄλλων. Τά συνένοχα στό παρελθόν πρόσωπα μή τά μνημονεύεις, διότι ὁ ἐξευτελισμός τοῦ πλησίον εἶναι ἀκόμα μία ἁμαρτία. Ἐξομολογήσου τίς δικές σου ἁμαρτίες, ὄχι ἀραδιάζοντάς τες σάν τά μυθιστορήματα, ἀλλά μέ μεγάλη λύπη καί ἀπόφαση νά φυλάγεσαι στό μέλλον ἀπό τέτοιες ἁμαρτίες. Χωρίς αὐτές τίς προϋποθέσεις, μία πραγματική ἐξομολόγηση εἶναι ἀδύνατη. Μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο ἑτοιμάζοντας τήν ψυχή σου, τιμᾶς, ὅπως πρέπει τόν Θεό. Ἀναγνώρισε τίς ἁμαρτίες σου ὥστε, δεχόμενος τήν ἄφεση τους, νά εἶσαι ἐλεύθερος ἀπό κάθε δεσμόν τῆς ἁμαρτίας, καθαρός καί θεραπευμένος ψυχικά διά τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι σημαντικό ἐδῶ νά παρατηρηθεῖ ὅτι σπάνια οἱ μετανοημένοι ἔχουν μία τέτοια διάθεση γιά πνευματικές ὁμιλίες, ὅπως τώρα, πρίν τήν πράξη τῆς ἐξομολόγησης. Αὐτή τήν στιγμή πρέπει νά τήν ἐκμεταλλευτεῖ ἀναμφίβολα ὁ ἱερέας.
Τό ἴδιο καί στήν περίπτωση τῶν εὐχῶν τοῦ Εὐχολογίου (κατά τήν ἀκολουθία τῆς ἐξομολόγησης). Μερικοί ἱερεῖς κάνουν τό μεγάλο λάθος νά συντομεύουν ἤ νά διαβάζουν βιαστικά αὐτές τίς εὐχές κι ἔτσι οἱ μετανοημένοι δέν μποροῦν ἤ ἐλάχιστα ἀντιλαμβάνονται τό περιεχόμενο καί τίς πνευματικές τους ὠφέλειες. Ὑπάρχει ἐδῶ ἕνας βασικός κανόνας: ἡ βιασύνη δέν ἔχει καμμία δικαιολογία στήν ἐπιτέλεση τῆς ἱερᾶς ἐξομολόγησης. Καί ὁ δεύτερος γενικός κανόνας: νά γίνουν ὅλα κατά τάξη, δηλαδή σύμφωνα μέ τό τυπικό τοῦ Εὐχολογίου. Μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο πολλές ποικιλίες λειτουργικῶν πρακτικῶν θά ἐξαφανιστοῦν μόνες τους, ἐπειδή οἱ ὁδηγίες τοῦ Εὐχολογίου εἶναι σαφεῖς καί δέν ἔχουμε κανένα δικαίωμα νά τίς παραβλέπουμε.
Τό γονάτισμα –σέ μιά ἐποχή πού ἐφαρμόζεται ὅλο καί λιγώτερες φορές-, τώρα στήν ἐξομολόγηση γίνεται μέ εὐχαρίστησι. Κανένας δέν θυμώνει ἐπειδή προσεύχεται καί ἀκούει γονατισμένος τίς εὐχές τῆς ἐξομολόγησης, διότι τό γονάτισμα, τά δάκρυα καί ἡ εὐπρεπής ἐνδυμασία εἶναι κατεξοχήν στοιχεῖα μετανοίας, ὅπως καί τό ράσο τοῦ ἱερέως.
Γενικά οἱ Πνευματικοί συμφωνοῦν – ὅπως καί ὅλη ἡ Ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας – ὅτι ἡ ἐξομολόγηση, ἡ ἐξέταση, ἡ νουθεσία καί ἐπιβολή τοῦ ἐπιτιμίου γίνονται σωστά, πρόσωπο πρός πρόσωπο. Τό πρόσωπο εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς ψυχῆς. Σύμφωνα μέ τήν μορφή τοῦ μετανοημένου, ὁ Πνευματικός μπορεῖ νά διαβάσει τίς διαθέσεις του καί ὁ μετανοημένος, κυττώντας κατάματα τόν Πνευματικό, νοιώθει πιό εὔκολα τήν καλωσύνη καί τήν εὐμένεια του.
Τό πιό δύσκολο κεφάλαιο τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολόγησης εἶναι σχετικά μέ τίς ἐρωτήσεις. Τό Εὐχολόγιο περιέχει ἕνα πίνακα πολυάριθμων ἐρωτήσεων, τίς ὁποῖες ὁ Πνευματικός ὀφείλει νά τίς βάλλει στούς μετανοημένους, ἰδιαίτερα σχετικά μέ τόν Δεκάλογο, μέ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, μέ τίς ἀρετές καί τίς ὑποχρεώσεις τοῦ χριστιανοῦ. Στά πάρα πάνω κείμενα εἴδαμε ὅτι ἐλάχιστοι ἱερεῖς τίς χρησιμοποιοῦν στήν ἐξομολόγηση. Οἱ περισσότεροι Πνευματικοί προσανατολίζονται ἀπό τό πνεῦμα, καί ὄχι ἀπό τό γράμμα τους. Μερικοί μάλιστα ζητοῦν μία γρήγορη ἀναθεώρηση κι ἕναν ἀνασχηματισμό τῆς διατύπωσής τους ἀντίστοιχα μέ τίς πνευματικές ἀναγκαιότητες τῆς σύγχρονης χριστιανικῆς κοινωνίας. Ἀφ᾿ ἑνός ἐπειδή θά ἀργοῦσαν πολύ καί μάλιστα ἄσκοπα στήν ἐξομολόγηση, ἀφ᾿ ἑτέρου ἐπειδή πολλές ἀπ᾿ αὐτές τίς ἐρωτήσεις δέν ταιριάζουν σέ κάθε ἡλικία καί σέ κάθε μετανοημένο χριστιανό.
Τήν πιθανότητα περιορισμοῦ καί προσαρμογῆς αὐτῶν τῶν ἐρωτήσεων ἀνάλογα μέ τίς περιπτώσεις τήν ἐγκρίνει τό ἴδιο τό Εὐχολόγιο, ὅταν ἐπισημαίνει στόν Πνευματικό γιά τίς κατηγορίες τῶν μετανοημένων, πού προσέρχονται σ᾿ αὐτόν.
Νά προσέξεις ποιοί εἶναι αὐτοί πού ἐξομολογοῦνται σέ σένα, ἄν εἶναι ἄρχοντες ἤ ἁπλοί ἄνθρωποι, ἄν εἶναι ἄρρωστοι ἤ ὑγιεῖς, μορφωμένοι ἤ ἀμόρφωτοι. Ἡ ποικιλία τῶν κατηγοριῶν τῶν μετανοημένων χριστιανῶν συνεπάγεται τήν προσαρμογή τῶν ἐρωτήσεων σύμφωνα μέ τήν ἡλικία, μέ τό φῦλο, μέ τήν κοινωνική τους κατάσταση κτλ. Λοιπόν, ἐξ ἀρχῆς δικαιολογεῖται ἐδῶ μία στάση ἀνεξαρτησίας ἀπό τό γράμμα τῶν ἐρωτήσεων τοῦ Εὐχολογίου. Οἱ ἐρωτήσεις αὐτές μποροῦν νά μειωθοῦν ἤ ν᾿ αὐξηθοῦν, ἀνάλογα μέ τίς περιπτώσεις καί τίς ἀνάγκες. Μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξει μόνο ἡ ἐξωτερική μορφή τους, ὄχι ὅμως τό πνεῦμα καί τό περιεχόμενο τους.
Τό πῶς μποροῦν αὐτά νά συγκεφαλαιωθοῦν καλύτερα καί νά προσαρμοστοῦν εὐκολώτερα στίς ἀνάγκες κάθε μετανοημένου, αὐτό τό μεγάλο βάρος εἶναι ἐπάνω στούς ὤμους τοῦ κάθε Πνευματικοῦ. Ἕτοιμο ὑλικό, ἐκτός τοῦ Εὐχολογίου, δέν μπορεῖ νά δοθεῖ. Νομίζουμε ὅτι οἱ προαναφερόμενες ἀπαντήσεις εἶναι χρήσιμες καί ἀπό τήν παράθεσή τους κάθε Πνευματικός μπορεῖ νά ἐξαγάγει τήν διδασκαλία καί τόν πιό κατάλληλο πρακτικό κανόνα.
Γενικά θεωροῦμε ὅτι ἡ καλύτερη ἐξομολόγηση γίνεται σχετικά μέ τίς ἐρωτήσεις πού μᾶς ἐμπνέουν τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, οἱ Δέκα θεϊκές ἐντολές, οἱ ἐννέα Μακαρισμοί, οἱ κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἁμαρτίες, οἱ θανάσιμες καί ἄλλες ἁμαρτίες καί ὅλες οἱ πράξεις τῆς σωματικῆς καί ψυχικῆς ἐλεημοσύνης. Σ᾿ αὐτό τό ὑλικό περιέχεται ὅλη ἡ χριστιανική δογματική καί ἠθική καί αὐτό πλεονεκτεῖ στό ὅτι ἔχει μία κλασική, ἁπλῆ καί συνθετική μορφή ἡ ὁποία εἶναι στήν διάθεση ὅλων τῶν πιστῶν καί μπορεῖ ἀκόμα καί νά μαθευτεῖ εὔκολα.
Χρειάζεται μία ἰδιαίτερη προσοχή σχετικά μέ τήν ἐξομολόγηση τῶν προετοιμασμένων γιά γάμο νέων καί τῶν παιδιῶν. Οἱ ὑποψήφιοι γιά γάμο πρέπει πρῶτα νά περάσουν μία πνευματική ἐξέταση καί μετά νά ἐξομολογηθοῦν καί νά κοινωνήσουν. Αὐτό τό γεγονός ἔχει πολύ μεγάλη σπουδαιότητα. Γι᾿ αὐτό θά ἐπιμένουμε περισσότερο σ᾿ αὐτό ἐδῶ.
Εἶναι γνωστό ὅτι ἕνα ἀπό τά μεγάλα προβλήματα τοῦ ρουμανικοῦ ἔθνους, τό ὁποῖο περιμένει μία γρήγορη καί σοβαρή λύση, εἶναι τό βιολογικό πρόβλημα, δηλαδή ἡ ὑγιεινή, ἡ ὑγεία καί ἡ ρωμαλεότητα τοῦ ρουμανικοῦ λαοῦ. Τί κάνει ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία, τί κάνουμε ἐμεῖς, οἱ ἱερεῖς, μπροστά σ᾿ αὐτά τά προβλήματα; Μέ τί μποροῦμε νά βοηθήσουμε στήν ὑγιεινή τοῦ ἔθνους καί ποιά θά ἦταν ἡ συνεισφορά τῶν Πνευματικῶν στό ἔργο ἀνάπλασης τῆς ὑγείας τοῦ ρουμανικοῦ λαοῦ;
Οἱ τρόποι καί τά μέσα εἶναι πολλά, νομοθετικά, μορφωτικά, παιδαγωγικά, ἰατρικά κτλ. Ἔχοντας ὅμως ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι ἡ ἀνύψωση καί ἡ πτώση ἑνός ἔθνους ἀρχίζει ἀπό τήν νεολαία καί τό κύτταρο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι ἡ οἰκογένεια, πρέπει ν᾿ ἀναρωτηθοῦμε μέ πολλή σοβαρότητα: τί πνευματική βοήθεια προσφέρουμε ἐμεῖς, οἱ ἱερεῖς, στούς νέους πρίν ἀπό τόν γάμο τους;
Εἶναι γνωστό ὅτι ἔχει συστηθεῖ σέ μερικά κράτη ἡ ὑποχρεωτική προγαμιαία ἰατρική ἐξέταση. Συγκεκριμένα στό Βέλγιο, στήν Γερμανία καί στήν Τουρκία. Δέν ἔχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες γιά νά μπορέσουμε νά διαπιστώσουμε τί ἀποτελέσματα εἶχαν. Ὑποτίθεται ὅμως ὅτι τά ἀποτελέσματα δέν ἀνταποκρίνονται στίς προσδοκίες ἀφ᾿ ἑνός ἐπειδή δεν διαφημίζονται πολύ καί ἀφ᾿ ἑτέρου ἀφοῦ σ᾿ ἕνα χωρίς εὐσυνειδησία κόσμο τό ὁποιοδήποτε πιστοποιητικό – ἀκόμα καί τά πτυχία μερικές φορές – βρίσκονται χωρίς πολύ μεγάλα ἔξοδα. Γι᾿ αὐτό νομίζουμε ὅτι ἡ πρώτη καί ἡ πιό σημαντική ἐξέταση ἑνός νέου πρίν τόν γάμο εἶναι μία τέτοιου εἴδους.
Πρέπει νά τεθεῖ το πρόβλημα πρῶτα καί μέ μεγάλη σοβαρότητα καί εἰλικρίνεια στό θρησκευτικό καί ἠθικό ἐπίπεδο, διότι χωρίς νά ἔχουμε μία ἄγρυπνη, εὐαίσθητη συνείδηση, τό πρόβλημα δέν μπορεῖ νά λυθεῖ εὐνοϊκά. Εἶναι ἀναγκαῖο νά δοθεῖ στούς νέους πρίν τόν γάμο μία προσεκτική πνευματική, μορφωτική καί παιδαγωγική ἀγωγή καί ὕστερα ν᾿ ἀκολουθήσει ἡ ἰατρική περίθαλψη. Γιατί; Τό εἴπαμε ὅτι τά πιστοποιητικά δέν εἶναι πάντοτε ἡ ἔκφραση τῶν ἀληθινῶν ὅρκων. Ἔστω κι ἄν ἦταν, αὐτά ὅμως εἶναι μόνο ἐξωτερικές, τυπικές ἀποδείξεις. Τά ἐντός τοῦ ἀνθρώπου δέν τούς ἐνδιαφέρουν.
Ἡ Ἐκκλησία δέν παραμένει στά ἐπιφανειακά μέσα καί μέτρα. Αὐτή πάντα θεωρεῖ τά πράγματα καί τά προβλήματα μέ ὅλη τήν σοβαρότητα, στό βάθος καί στήν οὐσία τους. Ἡ Ἐκκλησία προβλέπει καί προαναγγέλλει τά κοινωνικά προβλήματα πρίν ἡ κοινωνία καί τό κράτος ν᾿ ἀντιληφτοῦν τήν βαρύτητά τους. Ἔτσι εἶναι καί στήν περίπτωση τῶν νέων ἐνώπιον τοῦ γάμου. Πρίν νά συζητηθεῖ ἡ θεσμοθέτηση τῆς προγαμιαίας ἰατρικῆς ἐξέτασης τῶν νέων, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας εἰσήγαγε ὑποχρεωτικά τήν πνευματική ἐξέταση, ἀκόμα ἀπό τά μισά τοῦ δεκάτου ἐνάτου αἰῶνος.
Σέ τί ἔγκειται αὐτή ἡ ἐξέταση; Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ νέοι ὑποψήφιοι γιά γάμο καλοῦνται ἐνώπιον τοῦ ἱερέως ν᾿ ἀνακαλύψουν τό μυστήριο τῆς συνείδησής τους. Ἐδῶ εἶναι ὑποχρεωμένοι νά δώσουν λόγο γιά τήν πίστη καί τίς πράξεις τους.
Σωστό εἶναι αὐτή ἡ ἐξέταση νά γίνεται σύμφωνα μέ τούς ὁρισμούς. Σέ μερικές συναντήσεις, τόσο ἀτομικά, μέ κάθε νέο ξεχωριστά, ὅσο καί μέ τούς δύο ταυτόχρονα. Προσωπικά συζητοῦνται τά μυστικά καί ἐσωτερικά προβλήματα. Ὁμαδικά συζητοῦνται τά σχετικά μέ τά χριστιανικά καθήκοντα τους σάν γαμβρός καί νύμφη καί σάν μέλλοντες σύζυγοι, ἱδρυτές μιᾶς οἰκογένειας καί μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τῆς κοινωνίας καί τοῦ κράτους. Ἔτσι εἶναι τό ἰδανικό.
Δέν εἶναι κακό ἄν ἡ ἐξέταση αὐτή γίνεται μόνο τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, ἀλλά μέ δύο ἀπαραίτητες προϋποθέσεις: νά μή γίνεται βιαστικά καί νά γίνει προετοιμασία σύμφωνα μέ τούς παρακάτω κανόνες. Τό πλεονέκτημα αὐτῆς τῆς ἐξέτασης τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης εἶναι ἀναμφισβήτητο. Ἡ ἱερότητα τοῦ ναοῦ, ἡ δύναμη τῶν εὐχῶν τῆς μετανοίας καί ἰδιαίτερα ἡ τελετή τῆς ἀκολουθίας προσφέρουν μία τέλεια ἀξιοπρέπεια σ᾿ αὐτή τήν στιγμή, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ βαθειά στίς ψυχές τῶν δύο νέων.
Τώρα τίθενται μπροστά μας δύο ἐρωτήσεις: Τί ἀκριβῶς σημαίνει αὐτή ἡ πνευματική ἐξέταση καί τί συμβουλές, τυχόν ἐπιτίμια, εἶναι ἀνάγκη νά δώσει ὁ Πνευματικός στούς μετανοημένους τήν ὥρα τῆς ἱερᾶς ἐξομολόγησης;
Τό περιεχόμενο τῆς πνευματικής ἐξέτασης μπορεῖ νά συνοψιστεῖ σέ μιά λέξη: Ὑγεία. Καί ἐπειδή ἡ ὑγεία εἶναι δύο εἰδῶν, ψυχική καί σωματική, ἡ ἐξέταση ἔχει καί στίς δύο πλευρές. Ἡ μία ἀφορᾶ τήν πνευματική ὑγεία καί ἡ ἄλλη τήν σωματική ὑγεία.
Ἡ ἐξέταση τῆς ψυχικῆς ὑγείας περιέχει μία ἔκθεση περί:
1. Τῶν προσευχῶν τίς ὁποῖες ἀναλαμβάνει νά γνωρίζει ὁ κάθε χριστιανός, ὅπως τό «Βασιλεῦ Οὐράνιε, τό Παναγία Τριάς, τό Πάτερ ἡμῶν, Θεοτόκε Παρθένε κι ἀκόμη τόν 50ον Ψαλμό, τά τροπάρια τῆς μετανοίας καί τίς εὐχές πρό καί μετά τό φαγητό.
2. Τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, μέ πολύ σύντομες διευκρινήσεις καί ἐπεξηγήσεις.
3. Τῶν θεολογικῶν καί ἠθικῶν ἀρετῶν, μέ πολύ ἁπλές καί πολύ σύντομες ἐξηγήσεις, τῶν θεϊκῶν καί ἐκκλησιαστικῶν ἐντολῶν, τῶν κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βλασφημιῶν, τῶν θανατηφόρων ἁμαρτιῶν καί ὅλα ὅσα περικλείονται στήν χριστιανική ἠθική.
Ἡ περί σωματικῆς ὑγείας ἐξέταση ἀναφέρεται στίς ἐξομολογούμενες ἀπό τόν ὑποψήφιο γάμου ἀρετές, πράξεις καί ἁμαρτίες, καθώς καί στίς κανονικές καί νομικές δυσχέρειες τοῦ γάμου. Αὐτή ἡ ἐξέταση γίνεται πιό ἁπλᾶ καί φυσικά μέ τήν ἐρώτηση, ἡ ὁποία ἔχει σχέση μέ τήν ἕβδομη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου: Εἶσαι ὑγιής; Ἄν ὁ μετανοημένος ἀπαντᾶ ρητά: Ναί, καί δέν ὑπάρχουν ὑποψίες ἀνειλικρίνειας, τότε ἡ δουλειά τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι εὔκολη. Ὅταν ὅμως δέν ἔχουμε σαφές ἀπαντήσεις, ἡ κατάσταση εἶναι πιό δύσκολη. Σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση ὁ ἱερέας ἀναγκάζεται νά μιλήσει στόν πιστό πνευματικά γιά αἰτίες τῶν συγχρόνων νόσων, τῶν ξενόφερτων καί μεταδοτικῶν, πού ἔχουν ὀλέθριες συνέπειες ἐπάνω στόν ἄνθρωπο, στήν οἰκογένεια, στήν κοινωνία, στό κράτος καί στό ἔθνος. Τό ἄρρωστο ἄτομο τό ὁποῖο παντρεύεται, ἐγκληματεῖ, ἐπειδή πηγαίνει τό μικρόβιο τῆς ἀρρώστιας στήν οἰκογένεια κι ἔτσι μολύνει τήν σύζυγο καί καταστρέφει τήν εὐτυχία τῶν μελλόντων παιδιῶν του. Πόσες γενεές παιδιῶν δέν πληρώνουν πικρά τίς ἁμαρτίες καί τίς νόσους τῶν γονέων;
Τό κακό προχωρεῖ. Ἡ κοινωνία καί τό κράτος ὑποφέρουν βαρέως ἀπό ἕνα νοσηρό γάμο, διότι θά πρέπει στό μέλλον νά φροντίσουν καί νά ξοδέψουν πολλά λεφτά γιά νά προστατέψουν καί νά βοηθήσουν τούς ταλαίπωρους ἀπογόνους τῶν ἀσθενῶν γονέων. Πόσα νοσοκομεῖα, ἄσυλα, φυλακές καί τρελλοκομεῖα – ζωντανές εἰκόνες ἐνόχων οἰκογενειῶν–δέν εἶναι γεμάτα μέ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι πάσχουν ἀπό τίς συνέπειες κάποιων κρυφῶν νόσων...
Μιλώντας ἔτσι στόν μετανοημένο χριστιανό, θά καταλάβει κι αὐτός τήν ἐνοχή ἑνός γάμου μεταξύ δύο νοσηρῶν μελῶν καί θά συγκατανεύσει νά κάνει μία εἰλικρινή καί ὁλική ἐξομολόγηση.
Ἐφ᾿ὅσον τελείωσε ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ ἐξέταση, ἀκολουθεῖ ἡ νουθεσία κι ἄν χρειαστεῖ, ἡ ἐπιβολή ἐπιτιμίου στούς ὑποψηφίους γιά γάμο. Εἶναι δύσκολο καί οὔτε ἀναγκαῖο νά παρουσιάσουμε ἐδῶ ὅλες τίς νουθεσίες καί κανόνες, πού πρέπει ἐμεῖς νά δώσουμε σ᾿ αὐτούς τήν ὥρα τῆς ἱερᾶς ἐξὁμολογήσης. Αὐτοί προκύπτουν φυσικά ἀπό τό περιεχόμενο τῆς ἐξομολόγησής τους κι ἀπό τό ἀποτέλεσμα τῆς πνευματικῆς τους ἐξέτασης.
Γενικά, ὁ Πνευματικός καλεῖται νά μιλήσει πατερικά στούς ὑποψηφίους γάμου:
1. Περί τῆς οὐσίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ ὁποία εἶναι: ὁ Θεός, ἡ Ἐκκλησία, τά Ἱερά Μυστήρια, οἱ ἐντολές, οἱ ἀρετές καί τά χριστιανικά καί πολιτικά καθήκοντα, τά ὁποῖα ἀφοροῦν τήν ψυχική μας ὑγεία.
2. Περί τῶν παθῶν, τῶν ἁμαρτιῶν καί περί τῶν σοβαρῶν συνεπειῶν πού ἔχει μία νόσος γιά τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, γιά τόν (τήν) σύζυγο, γιά τά παιδιά, τήν κοινωνία καί τό κράτος, πού ὅλες ἀφοροῦν τήν σωματική μας ὑγεία. Εἶναι κρῖμα νά ντυθεῖ μέ νυμφικό ἔνδυμα ἕνα νοσηρό καί ἁμαρτωλό σῶμα. Καί ὅπως φροντίζουμε νά ἔχουμε ἕνα γάμο καθαρό, πανηγυρικό, ἔντιμο, ἔτσι εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά κάνουμε γιά τήν ὑγεία μας, ψάχνοντας τόν Πνευματικό ἤ τόν γιατρό τούς συμβουλευόμεθα γιά τήν ψυχική ἤ τήν σωματική μας ὑγεία.
3. Περί τῆς ἀποστολῆς τῶν συζύγων νά γίνουν μεθαύριο γονεῖς. Σ᾿ αὐτή τήν διδασκαλία θά πρέπει νά τονίσουμε, μέ ὅλη τήν προσοχή μας καί τήν πνευματική αὐθεντία πού ἔχουμε, ὅτι ἡ προσπάθεια νά μή κάνουν παιδιά εἶναι θανάσιμη ἁμαρτία, ἕνα κακούργημα ἐναντίον τῆς φύσεως καί τοῦ σώματος, τῆς συζύγου καί τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἔθνους καί τῆς ἀνθρωπότητας, ἐναντίον τῆς ἠθικῆς, τοῦ μυστηρίου καί τῆς ἱερότητας τοῦ γάμου, κατά τῶν νόμων καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔχει εὐλογήσει καί μᾶς ἔχει δώσει μία ἀναπαραγωγική ἀποστολή, ὅταν μᾶς διέταξε: Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε...(Γεν.1,28)
4. Περί τῆς ὑποχρεώσεως τῶν ὑποψήφιων γάμου νά ἔχουν στό σπίτι τους ἕνα Προσευχητάριο καί νά προσεύχονται ἀπ᾿ αὐτό. Κάθε ἐνορία θά ἔπρεπε νά ἔχει μία ἀποθήκη Προσευχηταρίων, γιά κάθε τέτοια ἀνάγκη.
Ἡ εὐκαιρία εἶναι μοναδική καί ἡ στιγμή εἶναι πανηγυρική. Δεύτερη τέτοια εὐκαιρία δεν θά παρουσιαστεῖ. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι σέ ὅλη τήν ζωή τους θυμοῦνται μέ χαρά τίς νουθεσίες τοῦ ἱερέως σ᾿ αὐτήν τήν ἱερή καί πανηγυρική στιγμή τῆς ζωῆς τους. Ὁ Πνευματικός ἔχει τήν μεγαλύτερη ἐπίδραση στήν ἀνθρώπινἡ ψυχή.
Γενικά, τά παιδιά ἐξὁμολογοῦνται ὁμαδικά ἤ σέ κατηγορίες ἡλικίας. Καλύτερα εἶναι ὅμως νά ἐξεταστοῦν ἀτομικά καί ὁπωσδήποτε ἐντός τοῦ ναοῦ. Ἄν παρουσιαστεῖ ἐνώπιον τους μ᾿ ἕνα ἤπιο, χαρούμενο καί ἀγαπημένο πρόσωπο, ὁ Πνευματικός, θά μπορέσει νά κάνει μία ἐξαιρετική ἐξομολόγηση, ἡ ὁποία θά καρποφορήσει πολύ.
Ἔχει εἰπωθεῖ δικαίως ὅτι τό παιδί εἶναι ἕνα μεταφυσικό ὄν, ἕνας μικρός φιλόσοφος ὁ ὁποῖος ἀναζητεῖ τό νόημα τῶν πραγμάτων. Ἡ ψυχή του εἶναι φυσικά ἀγνή καί θρησκευτική, διά τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος,. Στήν ἀγνεία βλέπουμε τόν οὐρανό μέ τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ. Αὐτή βαστᾶ ἄδολη τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί στήν ἀθωότητα ἔχουμε τό μέγεθος τοῦ τέλειου ἀνθρώπου.
Ἀπ᾿αὐτή τήν ἀξιόλογη διαπίστωση περί τῆς θρησκευτικῆς φύσεως τοῦ παιδιοῦ, ἡ ὁποία πολύ εὔκολα μπορεῖ νά ἐλεγχτεῖ, προκύπτουν πολύ σπουδαῖες συνέπειες τόσο σχετικά μέ τήν παιδεία καί τήν ἀγωγή γενικά, ὅσο καί μέ τήν κατήχηση καί τήν ἐξομολόγηση ἰδιαίτερα. Ἡ ψυχή τοῦ παιδιοῦ, ἐπειδή εἶναι ἐκ φύσεως θρησκευτική, εἶναι πολύ εὐαίσθητη. Διακρίνει ἀπό μικρή ἡλικία πολύ καλά τό καλό ἀπό τό κακό, ὅ,τι εἶναι ἐπιτρεπτό καί ὅ,τι ἀνεπίτρεπτο. Κανένας δέν φωνάζει τόσο αὐθόρμητα καί ἀποφασιστικά ὅπως τό παιδί: Δέν εἶναι καλό! Ὅταν κάτι εἶναι κακό καί κανένας δέν ἔχει τό θάρρος τῆς προσωπικῆς γνώμης του, τῆς παρατήρησης καί τῆς ἀντιλογίας.
Ὅλες αὐτές οἱ διαπιστώσεις μᾶς ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι τά παιδιά νοιώθουν ἐνωρίτερα τήν εὐθύνη γιά τίς πράξεις τους καί τίς πράξεις τῶν ἄλλων. Ἔχουν τήν αἴσθηση τῆς ἠθικότητας στό αἷμα τους, ἔτσι ὅπως ἔχουν καί τήν γνώση γιά τήν ψυχή τους. Ἀλλιῶς ἡ εκπαίδευση καί ἡ ἀγωγή θά ἦταν ἀδύνατες.
Ἡ θρησκευτική φύση τῶν παιδιῶν, ἡ αἰσθητικότητα καί ἡ ἠθική τους εὐθύνη φέρνουν μαζί τους τήν ἀναγκαιότητα τῆς κατηχήσεως καί τῆς ἐξομολόγησης τῶν ἁμαρτιῶν τους. Ἡ ἀτομική ἐξομολόγηση ἔχει ὑψηλό ρόλο καί μορφωτικό σκοπό, νά συνηθίζουν μέ τήν ἐξέταση τῆς συνείδησής τους. Καθώς μεγαλώνουν, τά παιδιά ἔχουν τίς ἁμαρτίες, τά λάθη καί τίς ἐνοχές τους, οἱ ὁποῖες αὐξάνουν καί πληθύνονται σταδιακά, σέ σχέση μέ τό περιβάλλον καί τίς οἰκογενειακές καί κοινωνικές συνθῆκες στίς ὁποῖες διαβιώνουν. Ἄν δέν συνηθίζουν ἀπό μικρή ἡλικία νά ἐξερευνοῦν τήν συνείδησή τους καί νά ὁμολογοῦν τήν ἐνοχή τους, ἀργότερα πολύ δύσκολα θά μποροῦν νά κάνουν μία τέτοια ἐξέταση.
Τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης τά παιδιά βρίσκονται κἄπως στήν ἀγκαλιά τοῦ Πνευματικοῦ. Αὐτή ἡ στιγμή, χρησιμοποιούμενη προσεκτικά, μέ διακριτικότητα καί ὑπομονή, ἔχει μία κρίσιμη σπουδαιότητα στήν ψυχική διαμόρφωση, στήν ἀνατροφή του καί στόν θρησκευτικό προσανατολισμό τῶν παιδιῶν, γιά ὅλη τήν ζωή τους. Κι αὐτό ἀκόμα περισσότερο ἐφ᾿ ὅσον τά παιδιά δίνουν μεγαλύτερη σημασία στήν ἐξομολόγηση ἀπό τούς μεγάλους καί ἐνήλικους. Οἱ ἐντυπώσεις καί τά βιούμενα τώρα συναισθήματά τους δεν θά σβήσουν ποτέ.
Οἱ ἄρρωστοι θά ἐξὁμολογηθοῦν περιληπτικά, μέ προσοχή νά διευκολυνθοῦν ν᾿ ἀνακαλύψουν τίς τυχόν μή ἐξομολογούμενες ἁμαρτίες τους, οἱ ὁποῖες τούς πιέζουν τίς ψυχές. Οἱ κουφοί καί οἱ ἄλαλοι ἐξομολογοῦνται γραπτῶς ἤ διά νοημάτων καί χειρονομιῶν.
Τέλος, νά ποῦμε κάτι καί γιά τίς ἑπτά αἰτίες τῆς ἁμαρτίας: Ποιός τήν ἔκανε; Τί ἔκανε; Γιατί τήν ἔκανε; Μέ ποιό μέσο; Πότε; Ποῦ; Πόσες φορές; Μερικοί Πνευματικοί ἐξασκοῦν καί συνιστοῦν αὐτό τό εἶδος λεπτομερειακῆς ἐξετάσεως τῶν ἁμαρτιῶν. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι, ἐξετάζοντας προσεκτικά τίς συνθῆκες καί τίς αἰτίες τῶν ἁμαρτιῶν, αὐτές θά γίνουν μεγαλύτερες ἤ μικρότερες, ἀνάλογα μέ τήν φύση, τήν θέληση, τό ἐπάγγελμα, τήν ἡλικία ἤ τήν θέση στήν κοινωνία τοῦ χριστιανοῦ. Ἀπ᾿αὐτήν τήν ἄποψη ἡ λεπτομερειακή ἐξέταση συνιστᾶται.
Ἀλλά αὐτό τό πρᾶγμα πρέπει νά γίνει μέ μεγάλη προσοχή καί μόνο σέ ἐξαιρετικές περιπτώσεις, γιά βαρειές ἐνοχές. Μιά πολύ ἐκτενής ἐξέταση μπορεῖ νά εἶναι καί βλαβερή. Διότι περνώντας στό πεδίο διερεύνησης ὁ Πνευματικός εὔκολα μπορεῖ ν᾿ ἀποξενώσει τόν μετανοημένο χριστιανό ἀπό τήν ἐξομολόγηση. Γι᾿ αὐτό καλό εἶναι ὁ ἱερέας ν᾿ ἀποφύγει κάθε περιττή ἐρώτηση καί λόγο.
Ὁ γενικός κανόνας εἶναι ἡ ἐξομολόγηση νά παραμένει μόνο στό τομέα τῶν προβλημάτων τῆς συνείδησης καί σ᾿ αὐτό τό πλαίσιο νά εἰπωθοῦν ὅλες οἱ ἁμαρτίες, μικρές ἤ μεγάλες, ὁρατές ἤ κρυπτές, ὅπως μᾶς διδάσκει καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Μή μοῦ ἐξομολογηθεῖς μόνο τήν πορνεία, τήν μοιχεία ἤ μόνο τίς ὁρατές καί γνωστές ἀπ᾿ ὅλους ἁμαρτίες, ἀλλά καί οἱ πιό κρυφοί λογισμοί καί οἱ κακολογίες καί οἱ κακογλωσσιές καί οἱ ἀλαζονείες καί οἱ ζήλιες, εἶναι ἁμαρτίες.
Ἡ γνώμη περί τοῦ Πνευματικοῦ
Πρέπει πρῶτα ὁ ἴδιος νά εἶναι καλό καί ζωντανό παράδειγμα σέ ὅλα. Ὡς ἱερέας ν᾿ ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Τιμοθέου καί Τίτου. Καί ὡς πρότυπο Πνευματικοῦ πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἔχει καί νά διαβάζει τό βιβλίο τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου Αγιορείτου πού εἶναι πολύ ὠφέλιμο βιβλίο γιά τήνψυχή, χωρίς τό ὁποῖο κανένας δέν μπορεῖ νά εἶναι καλός καί ἱκανός Πνευματικός. Ἐκεῖ γράφει πῶς πρέπει νά διδάσκει τούς μετανοημένους πρό τῆς ἐξομολόγησης, πῶς νά γίνει ἡ ἐξομολόγηση καί ποιές εἶναι οἱ συμβουλές μετά ἀπ᾿ αὐτήν. Συνιστῶ αὐτό τό βιβλίο ὡς τό καλύτερο, διότι ὑπάρχουν ἐκεῖ ὅλες οἱ ἀναγκαῖες συμβουλές. Ὅ,τι ἔργο θέλετε νά ἐπιτελέσετε, ἀπ᾿ αὐτό νά πάρετε τά περισσότερα παραδείγματα. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος γράφει περί τοῦ Πνευματικοῦ: Ἡ δεξιοτεχνία τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι ἡ τέχνη ὅλων τῶν τεχνῶν καί τῶν φιλοσοφιῶν σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Εἶναι τό πῶς νά βγάλει ἀπό τά βάσανα τῆς κόλασης τίς ψυχές ὅλων τῶν ἐξομολογουμένων ἁμαρτωλῶν καί νά τίς ὁδηγήσει στήν Βασιλεία τῶν οὐρανών.
Λοιπόν, οἱ Πνευματικοί πρέπει πρῶτα νά ξέρουν ὅτι τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης ἐργάζονται μέ τρεῖς ἰδιότητες:
α) Πατέρας,. Εἶναι ἕνας πατέρας γιά ὅλους.
β) Κριτής. Εἶναι ἕνας δίκαιος καί ἀμερόληπτος γιά ὅλους κριτής.
γ) Ἰατρός. Εἶναι ἕνας καλός ἰατρός, ἱκανός νά θεραπεύσει τό πλῆθος τῶν ψυχικῶν πληγῶν.
Ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ στήν χριστιανική Κοινότητα εἶναι πάντα ὁ ἴδιος. Κάθε Σάββατο βράδυ, νά ἐξομολογηθεῖ ὁ ἴδιος σ᾿ ἕναν ἄλλο Πνευματικό, νά τοῦ διαβάσει τήν συγχωρητική εὐχή καί μετά νά λειτουργήσει. Καί τούς χριστιανούς νά τούς συμβουλέψει νά τηρήσουν τίς τέσσερεις μεγάλες νηστεῖες, νά ἐξομολογοῦνται καί νά κοινωνοῦν τά Ἄχραντα Μυστήρια, χωρίς τά ὁποῖα κανένας δέν μπορεῖ νά εἶναι οὔτε καλός Πνευματικός, οὔτε ἀληθινός χριστιανός. Ἔτσι ὅλα τά ἄλλα διδάγματα δέν ἔχουν ἀξία, ἄν λείψουν οἱ πράξεις μας. Γνωρίζω πολλούς Πνευματικούς, ἀλλά τί τό κέρδος, ἐφ᾿ ὅσον λείπουν οἱ πράξεις, δηλαδή ἡ ἐφαρμογή τῶν λόγων τους.
2. Ὁ Πνευματικός εἶναι πατέρας, φίλος καί τέλειος εὐεργέτης ὅλων τῶν πιστῶν. Νά μή παρατηροῦν οἱ χριστιανοί ἀδυναμίες του οὔτε στήν ἐπίσημη ζωή του, οὔτε στήν προσωπική, ἀκόμα καί στήν ἐσώτερη ζωή του, γιά νά δέχεται ὄχι μόνο τόν σεβασμό τῶν πιστῶν, ἀλλά νά ἔχει ἀπείραχτη καί τήν ἠθική του ἀξιοπρέπεια.
Ἄν ἕνας ἐνάρετος χαρακτήρας καταφέρει νά νικήσει τόν ἑαυτό του καί ν᾿ ἀφιερωθεῖ στήν πνευματικότητα, μέ προσπάθεια νά σώσει τίς ψυχές καί νά μή τίς χάσει, μπορεῖ νά ἐλπίζει ὅτι θά φθάση στήν ἐπιθυμητή τελειότητα νά γίνη ἕνας καλός καί ἅγιος Πνευματικός.
Τί χρειάζεται γιά τό ἔργο αὐτό; Νά διαβάζει πολύ γιά τήν κατάκτηση τῆς πνευματικότητας, νά ἔχει ἐπαφή μέ ἔμπειρους καί ὄντως ἁγίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν νά διδάξουν πολλά περί αὐτοῦ τοῦ θέματος καί βιώνουν ἐκεῖνα τά ὁποῖα θέλουν νά τά ἐφαρμόζουν ἄλλοι. Νά εἶναι ταπεινός, δίκαιος καί ἀποφασιστικός κριτής.
Πολλοί εἶναι οἱ διδάσκαλοι, ἀλλά λίγοι οἱ Πατέρες, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι μεγάλος, ἀλλά δέν κατανοεῖται. Ἕνα γνώρισμα ἔχει ὅτι ἀγρυπνεῖ γιά τά πνευματικά του παιδιά. Ἡ ἐπιτυχία του ἔγκειται ὅταν στήν ἐνορία μειώνονται οἱ οἰκογενειακές ἀσυμφωνίες, σταματοῦν οἱ ἁρπαγές, οἱ μέθες, οἱ πορνεῖες, πληθύνονται τά εὐαγῆ καί πολιτιστικά ἱδρύματα, κλείνουν τά ποτοπωλεῖα, τά μπάρ καί ἄλλα τέτοια κέντρα ὄχι τόσο τῆς διασκέδασης, ὅσο περισσότερο τῆς ψυχικῆς καταστροφῆς τῶν ἐνοριτῶν. Ὅταν ἐπικρατεῖ εἰρήνη καί ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Ἄρα αὐτός ὁ ρόλος εἶναι πολύ μεγάλος καί πιθανός νά ἐκπληρωθεῖ, ἀλλά δέν φαίνεται καί δέν αἰσθάνεται ἐπειδή κι ἐμεῖς, οἱ Πνευματικοί, εἴμαστε ἐξίσου σαρκικοί, ὅπως οἱ πιστοί, τούς ὁποίους καλούμαστε νά τούς ὁδηγοῦμε.
Ὑπάρχουν καί στά μοναστήρια Πνευματικοί οἱ ὁποῖοι ἐνθουσιάζουν τούς πιστούς. Ὑπάρχουν καί παντρεμένοι ἱερεῖς, προσπαθοῦν νά κάνουν ἕνα θεάρεστο ἔργο ἀλλά, πολλές φορές, μερικοί ἀπό τούς συναδέλφους ἱερεῖς τούς κουτσομπολεύουν καί τούς περιφρονοῦν. Οἱ καλοί κάνουν τό καθῆκον τους πολύ καλά καί βλέπουν τό ἀποτέλεσμα τῆς προσπάθειάς τους.
3. Ὁ Πνευματικός εἶναι ὁ ψυχικός ἰατρός καί ἀπ᾿ αὐτόν ἐξαρτᾶται περισσότερο ἡ σωτηρία τῶν χριστιανῶν. Ὁ Πνευματικός πρέπει νά εἶναι καί ἕνας καλός ψυχολόγος, γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Πρέπει νά ἔχει ἐμπειρία καί μακροχρόνια παρατηρητικότητα καί νά συμβουλευτεῖ γιά τό ἔργο του κι ἄλλους πιό ἔμπειρους Πνευματικούς.
Ὁ Πνευματικός ἔχει στήν χριστιανική Κοινότητα τόν ἴδιο ρόλο μέ τόν ἰατρό στήν κοινωνία. Ἐκεῖνος θεραπεύει σώματα κι αὐτός σώζει ψυχές. Ὁμοιάζει ἐπίσης μέ τόν πλοίαρχο, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ τό πλοῖο στό λιμάνι, προφυλάγοντάς το ἀπό κάθε ἐμπόδιο καί κίνδυνο.
4. Νομίζω ὅτι μερικοί ἄνθρωποι δέν μποροῦν μέ τίποτε νά εἶναι Πνευματικοί. Κάποιος μπορεῖ νά γίνει καλός Πνευματικός μόνο ὅταν ἔχει γίνει πνευματικός ἄνθρωπος. Ὅταν ὁ ζῆλος καί ἡ ἄσκησή του ἔχουν δωρίσει τήν ἐσωτερική γαλήνη, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά εἰσδύει στά μυστήρια τῆς ἐρχομένης πρός αὐτόν ψυχῆς, γιά νά βρεῖ παρηγοριά. Γιά νά φτάσει σ᾿ αὐτήν τήν ψυχική γαλήνη βοηθάει πολύ ἡ μαθητεία καί ἡ διαβίωση κοντά σ᾿ ἕναν πνευματικό ἄνθρωπο. Ἐπίσης ἡ μελέτη ἀσκητικῶν καί πατερικῶν βιβλίων, τά συγγράμματα τῶν Ἁγίων: Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Ἰωάννου τοῦ Κλίμακος, Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τό Γερροντικό, ἡ Φιλοκαλία καί ἄλλα.
Χωρίς τήν κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων δέν μπορεῖ κανένας ἄνθρωπος νά εἶναι ἀληθινός χριστιανός. Ἡ κοινωνία τοῦ Τιμίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κυρίου δέν εἶναι δυνατή, χωρίς τήν ἐξομολόγηση. Ἡ ἐξομολόγηση γίνεται μόνο στόν Πνευματικό. Νά, ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ στήν χριστιανική Κοινότητα. Εἶναι ὁ μεσίτης – ὁ μοναδικός μεσίτης – τῶν ἀνθρώπων στόν Χριστό.
5. Νομίζω ὅτι ἕνας Πνευματικός δέν καταρτίζεται μόνο μέσω σπουδῶν, ἀλλά περισσότερο διά μιᾶς μακροχρόνιας ἐμπειρίας, διά μιᾶς τέλειας γνώσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ὅλων τῶν ἀποφάσεων τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν Ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων μέ ἕνα ἤπιο, ταπεινό καί ὑπομονετικό χαρακτῆρα καί, πάνω ἀπ᾿ ὅλα, διά μιᾶς ἁγίας καί σωστῆς ζωῆς. Ἔχω γνωρίσει πολλούς Πνευματικούς μέ ἁγία ζωή.
6. Ὁ Πνευματικός πρέπει νά κάνει πολλές ἀγαθές πράξεις καί νά ἔχει μία ἐξαιρετική ἁγιότητα, νά ζεῖ ἀκόμα πιό πνευματικά ἀπό τούς ἱερεῖς μέ τούς ὁποίους συλλειτουργεῖ καί διαβιώνει μαζί. Νά ζεῖ μία πνευματική ζωή, νά ἔχει θεραπευμένα καί νικημένα τά πάθη του, συμβουλευόμενος μόνο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅτι μόνο ἔτσι μπορεῖ νά θεραπεύσει τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Ὅπως ἕνας ἰατρός εἰδικεύεται σ᾿ ἕνα ὡρισμένο τομέα, ἔτσι καί ὁ ἱερέας πρέπει ν᾿ ἀποκτήσει τίς γνώσεις τῆς πνευματικότητας.
Πῶς μπορεῖ νά διαμορφωθεῖ ὁ πρωτότυπος Πνευματικός; Στήν Θεολογική Σχολή δίχως ἄλλο θά ἔπρεπε νά λειτουργεῖ καί ἕνα εἰδικό μάθημα, τό ὁποῖο νά εἰδικεύει τόν ὑποψήφιο ἱερωσύνης στό ἔργο τῆς πνευματικότητας (πνευματτικῆς πατρότητας), τό ὁποῖο μάθημα νά τό ἀκολουθοῦν μόνο ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀποδείξει ὅτι συνειδητοποιοῦν πλήρως τήν ἀποστολή τους. Ν᾿ ἀποκλειστοῦν ἀπό τήν θεολογία ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, μέ τήν συμπεριφορά τους, δέν καταλαβαίνουν τόν ὑψηλό βαθμό πού θά πρέπει νά κατέχουν στήν κοινωνική ζωή. Νά μή ἐπιτρέπεται νά εἶναι μέλη ὁποιουδήποτε κόμματος – ἐπειδή ἔτσι λέει καί ὁ Κύριος – πολλοί οἱ κλητοί, ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί.
7. Σάν Πνευματικός πρέπει νά εἶναι ἕνας ἡλικιωμένος, σεβαστός ἱερέας, ὁ ὁποῖος ζεῖ μόνο μέ καί γιά τόν Θεό, δέν εἶναι εὐτρἀπελος, ἐριστικός, πλεονέκτης, διότι μόνο ἄν εἶναι ἐνάρετος μπορεῖ νά ἐπηρεάσει καλά τόν χριστιανό. Ξέρω μία ἐπαρχία ὅπου οἱ ἱερεῖς γίνονται καί πνευματικοί δέκα χρόνια μετά τήν χειροτονία τους.
8. Ἡ γνώμη μου περί τοῦ Πνευματικοῦ; Εἶναι τό μαγικό κλειδί. Θεωρῶ ὅτι ὁ καλός Πνευματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ξέρει ἀπ᾿ ὅλα. Ἡ ζωή εἶναι πολύπλοκη καί ὅποιος δέν τήν γνωρίζει σέ ὅλα τά μυστήρια της, δέν μπορεῖ νά ἐπιλύσει οὔτε τά προβλήματα τοῦ μετανοημένου χριστιανοῦ. Ὁ Πνευματικός πρέπει νά εἶναι ἁγιασμένος καί τελειωμένος ἄνθρωπος διά τῆς πίστης στόν Θεό. Χρειάζεται πολλή μελέτη, πολλή προγύμναση, νά εἶναι ἔμπειρος γνώστης πολλῶν ἐπιστημῶν, νά καταλαβαίνει τήν ζωή σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις της, ἀπό τό κύτταρο καί τό ἠλεκτρόνιο μέχρι τόν ἥλιο, ἀπό τίς κρυφές καταστάσεις τοῦ ἠλίθιου χριστιανοῦ μέχρι τήν ἐπιστημονική αἴγλη τῶν εὐφυϊῶν ἀνθρώπων.
Ἄν ὑπῆρξαν μεταξύ μας πνευματικοί, ἱερεῖς καί ἐπίσκοποι, γιά ὅλους τούς πλανεμένους σύγχρονους λόγιους πού ζοῦν στόν κοινωνικό λαβύρινθο ἑνός ἀπνευμάτιστου κόσμου, δέν μποροῦμε νά φανταστοῦμε πῶς θά ἐσπέρναμε στό ἀγρό τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἔθνους.
Ἡ ἀπασχόληση νά εἶναι ἡ φύση καί ἡ ψυχή, ἀλλά σέ ὅλα νά εἶναι νικητής ὁ Τριαδικός Θεός. Μόνο ἔτσι ὁ Πνευματικός θά νικήσει τά στοιχεῖα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, δίνοντας στόν χριστιανό τήν δυνατότητα τῆς ψυχικῆς του ἐλευθερίας. Ὅμως νά μήν ὑπερηφανευτεῖ, νά μήν εἶναι κενόδοξος, διότι ὁ πιό τέλειος ἄνθρωπος εἶναι μέσα του ἕνας ταλαίπωρος ἁμαρτωλός. Ἄρα ἡ ζωή μας συμβουλεύει νά εἴμαστε ἀνεξίκακοι. Ὅποιος γνωρίζει καλύτερα τήν ζωή εἶναι ὁ πιό συγχωρητικός ἄνθρωπος. Ἐδῶ εἶναι τό κρίσιμο σημεῖο.
Ὁ Πνευματικός, μέ τήν εὐθύνη πού ἔχει, πρέπει νά χρησιμοποιεῖ μέ τέτοιο τρόπο τίς ψυχικές καταστάσεις, ὥστε κάθε χριστιανό νά τόν ἀνυψώνει πρός τόν Θεό. Ἔτσι ὅλοι οἱ πιστοί του θά ἔχουν ἕνα ἀνυψωμένο ἠθικό στό πόλεμο τους μέ τόν σατανᾶ. Ὁ καλός Θεός νά θριαμβεύσει πάντα διά τοῦ ἱερέα.
Ἔχουμε τήν δύναμη νά τούς διαμορφώσουμε; Ναί. Ὁ Χριστός, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Μάρτυρες καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ζωντανά παραδείγματα γιά μᾶς. Σύμφωνα μέ τέτοια ἱερά παραδείγματα πρῶτα εἶναι ὁ ἐπίσκοπος. Δικό του εἶναι τό καθῆκον νά κάνει Πνευματικό τόν ἱερέα. Ἡ ζωή δέν εἶναι διήγημα ἤ μυθιστόρημα, ἀλλά εἶναι πραγματικότητα. Εἶναι εὔκολο νά γράψεις ἐξιδανικεύοντας μία ποθητή καί περισσότερο φανταστική κατάσταση. Ὁ ἐπίσκοπος εἶναι ἕνας σέ μιά ἐπαρχία κι ἔχει ὅλα τά μέσα νά μορφωθεῖ ὡς Πνευματικός κι, ἀφοῦ ἀποκτήσει τήν πληρότητα τῆς θείας Χάριτος, νά δώσει ἀπ᾿ αὐτό τό δῶρο σέ ὅλους τούς ἱερεῖς, ὄχι μόνο διά τῆς χειροτονίας τους (μία φορά στήν ζωή τους), ἀλλά διά μιᾶς ἀδιάλειπτης προσωπικῆς ἐπαφῆς! Κάθε ἡμέρα νά δίνει ἀπό τήν Χάρη τῆς πνευματικῆς του πατρότητας στούς ἱερεῖς του.
Ὤ! Πόσο ἐσφαλμένα ἑρμηνεύεται ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου - εὐκαίρως ἀκαίρως (Β΄ Τιμ. 4, 2), ὅταν ἐλέγχεις τήν ζωή τῶν ἱερέων! Δέν θέλω νά κατακρίνω. Ἔχω τήν πεποίθηση ὅτι τό Ἱερατεῖο εἶναι ἔτσι ὅπως εἶναι, ἐπειδή ἔτσι τό θέλει ἡ κοινωνία. Αὐτό ἀκολουθεῖ πιστά τήν κοινωνία. Ἀλλά δέν εἶναι σωστό. Ὁ Πνευματικός εἶναι τά πάντα γιά ὅλους, ὅταν βρεῖ διά τῆς πίστεώς του τόν δρόμο πρός τήν καρδιά τοῦ καθενός, προσφέροντας στόν μετανοημένο χριστιανό τήν λυτρωτική λύση, σέ ὁποιαδήποτε ἄθλια κατάσταση νά βρεθεῖ ἐκεῖνος. Γι᾿αὐτό ἀπαιτεῖται πειθαρχία τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς καί ὁ Πνευματικός νά βρίσκεται κάθε λεπτό ὑπό τήν καθοδήγηση τῆς μεγάλης ψυχῆς τοῦ ἐπισκόπου, ὁ ἄρχοντας τῆς πειθαρχίας στήν ἐπαρχία του. Ὅταν γνωρίσει καλά τήν χριστιανική δογματική διδασκαλία καί ὑπακούει στήν πειθαρχία τοῦ ἐπισκόπου του, ἐνῶ ἐκεῖνος εἶναι καλός ποιμένας καί καθοδηγητής, τότε ὁ Πνευματικός ἔχει πολύ δύναμη καί μπορεῖ νά ἐπιτελεῖ στήν ἐνορία του τό θέλημα τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ. Ναί χρειάζεται βέβαια προσωπική ἐλευθερία, ἀλλά στά πλαίσια τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς ποιμαντικῆς διακριτικότητας, τῆς καθαρῆς συνείδησης καί τῆς ἀληθινῆς ὑπακοῆς. Ὅλα αὐτά μπορεῖ ὁ ἐπίσκοπος νά τά οἰκειοποιηθεῖ ἀπό τήν ζωή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί μετά νά τά δώσει ἀποφασιστικά στούς ἱερεῖς του. Ἀλλιῶς τά πράγματα θά χειροτερεύσουν ὅλο καί περισσότερο.
9. Ὁ Πνευματικός μπορεῖ νά μορφωθεῖ διά τῆς γνώσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ συνεχοῦς διαβάσματος τῶν πνευματικῶν καί πατερικῶν κειμένων. Σ᾿ ἐμᾶς οἱ μετανοημένοι χριστιανοί εἶναι κυρίως ταλαίπωροι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐπιζητοῦν τήν παρηγοριά. Ἄν εἶναι ἁμαρτωλοί, χρειάζονται ἕνα στήριγμα γιά τήν γρήγορη ἐπανόρθωσή τους. Τά παραδείγματα ἀπό τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη εἶναι τά πιό κατάλληλα γιά τήν δικαίωση καί τήν παρηγοριά τους. Ὁ Ἰωσήφ, ὁ Ἰώβ, ὁ Δαβίδ, ὁ Ἠλίας καί οἱ υἱοί αὐτοῦ, ὁ Σαούλ κτλ εἶναι παραδείγματα τά ὁποῖα δέν ἔχουν παρομοίωση στήν παγκόσμια λογοτεχνία. Συνιστῶ, μετά ἀπό τήν ἁγία Γραφή, τό Συναξάρι (τουλάχιστον αὐτό πού βρίσκεται στά Μηναῖα).
Ἡ λαϊκή διεθνής λογοτεχνία, τά πασίγνωστα μυθιστορήματα, ἰδιαίτερα τά λεγόμενα ψυχολογικά, μποροῦν νά διαβαστοῦν. Ἡ γνώμη μου εἶναι ὅτι κάθε ἱερέας θά ἔπρεπε πρῶτα νά διαβάσει ἀπό τά συγγράμματα τοῦ Ντοστογιέβσκυ, τουλάχιστον τά ἀδέλφια Καραμαζώβ, Ἔγκλημα καί ποινή, καί ὁ ἠλίθιος. Προσφέρουν περισσότερα ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη ψυχολογική μελέτη. Στίς ἱερατικές συνάξεις θά ἤθελα νά βάλλω ὡς θέμα– ὁ χαρακτηρισμός του…(τάδε) ἀπό τό μυθιστόρημα … τοῦ Ντοστογιέβσκυ. Θά συνιστοῦσα ἀκόμα κάτι, ἀλλά φοβᾶμαι νά μή παραξηγηθῶ. Οἱ πτυχιοῦχοι νά χειροτονοῦνται μόνο μετά ἀπό ἕνα χρόνο στό στράτευμα. Πουθενά ἀλλοῦ δέν γνωρίζονται καλύτερα οἱ ἄνθρωποι ὅσο στόν στρατό, ὅπου δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρξει ἀλλοῦ καλύτερη ψυχολογία.
Ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι νά φέρει στόν κόσμο, ὅσο γίνεται, περισσότερη εἰρήνη. Τήν εἰρήνη τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἑαυτό του, μέ τόν Θεό, μέ τούς οἰκείους του καί μέ τόν κόσμο ὁλόκληρο. Διά τοῦ ἐπιτιμίου, ὁ Πνευματικός μπορεῖ νά εἶναι κι ἕνας καλός σύμβουλος στά οἰκονομικά θέματα τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν τῆς ἐνορίας του.
10. Οἱ σύγχρονοι Πνευματικοί δέν εἶναι ἐκπαιδευμένοι, ὅσο θά ἔπρεπε. Ἡ ἀγωγή τους περισσότερο εἶναι μία αὐτοεκπαίδευση, χωρίς καμία θεολογική μεθόδευση. Ἔχω παρατηρήσει πολλές ἀποκλίσεις στό τρόπο τῆς ἐξομολόγησης στόν ἕνα καί στόν ἄλλο ἱερέα.
11. Ὁ μακαριστός ἐπίσκοπος Ρωμανός Τσιορογκαρίου, ὅταν ἦταν διευθυντής καί καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Ἀράντ εἶχε ὡς γνωμικό, τό ὁποῖο ἐπαναλάμβανε συχνά, τήν ἑξῆς ὡραία φράση: ὁ ἀληθινός ἱερεύς φαίνεται τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης. Ἔχω υἱοθετήσει κι ἐγώ αὐτήν τήν πεποίθηση, διότι πραγματικά τήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης ὁ ἱερέας πρέπει νά ἐνδιαφερθεῖ μέ ὅλη τήν ψυχή του γιά τήν σωτηρία τῶν πνευματικῶν του τέκνων, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη πλευρά τῆς θείας διακονίας του. Γι᾿ αὐτό νομίζω ὅτι ἕνας ὄντως καλός Πνευματικός δέν μπορεῖ νά μορφωθεῖ, ἄν δέν εἶναι γεννημένος γι᾿ αὐτό τό πρᾶγμα. Μπορεῖ νά εἰδικευτεῖ σχετικά διά τῆς θεολογικῆς ἐκπαίδευσης σ᾿ αὐτή τήν κατεύθυνση, ἀλλά μόνο ἄν τόν ἔχει πλάσει ὁ Θεός μέ μία κατάλληλη ψυχή γιά τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης. Ὅπως «ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ» (Α΄Κορ.15,41), ἔτσι διαφέρουν μεταξύ τους καί οἱ ἱερεῖς, ἰδιαίτερα οἱ Πνευματικοί. Πρέπει, ὅμως, ὅλοι νά μελετοῦν αὐτή τήν βασική πλευρά τῆς ἱερωσύνης τους, γιά νά ἐξοπλίσουν τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης καί τῆς πνευματικής πατρότητας μέ ψυχολογικές γνώσεις καί μέ διδάγματα χριστιανικῆς ἠθικῆς. Καί ἀκόμα μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τόν Πνευματικό. Ὅπως ὁ καλός παιδαγωγός δέν μπαίνει ἀδιάβαστος στό μάθημά του, οὔτε κι ὁ Πνευματικός ἀρχίζει νά ἐξομολογεῖ χωρίς νά συλλογισθεῖ μέσα του, τί πάει νά κάνει καί πῶς νά ἑτοιμάζεταιγιά τήν ἐξομολόγηση τῶν πιστῶν.
12. Ἔχω δεῖ πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐπῆγαν στά μοναστήρια θέλοντας νά ἐξομολογηθοῦν τίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά ἐγύρισαν στό σπίτι τους ἀπαρηγόρητοι, διότι πολλές φορές κι ἐκεῖ ἡ ἐξομολόγηση γίνεται πρόχειρα καί ἄκριτα.
Πῶς μπορεῖ νά διαμορφωθεῖ ὁ πρωτότυπος Πνευματικός; Διά θεολογικῆς ἐκπαίδευσης ἀπό πολύ καταρτισμένους καθηγητές καί διά πραγματικῆς, ὄχι ψεύτικης πνευματικότητας, πού νά βασίζεται στό Εὐαγγέλιο καί στήν πατερική παράδοσι τῶν Ἁγίων καί ἀσκητῶν μας. Τό λέω εἰλικρινά ὅτι στήν θεολογική σχολή δέν ἄκουσα κάτι περί τοῦ Πνευματικοῦ καί τοῦ ἔργου του, οὔτε ἤξερα ὅτι ὑπάρχει καί πῶς πρέπει νά εἶναι αὐτός, ἀλλά ἔμαθα μετά τήν χειροτονία μου, ἀπό ἡλικιωμένους ἱερεῖς, μέ λιγώτερες σπουδές ἀπό τούς σημερινούς, ἀλλά μέ πίστη τουλάχιστον ὡς κόκκον σινάπεως (Ματθ. 17, 20). Μορφωμένος μ᾿ αὐτό τόν τρόπο, ὁ Πνευματικός θά κατηχήσει καί τούς πιστούς του. Ὁ ρόλος τοῦ Πνευματικοῦ στήν χριστιανική Κοινότητα εἶναι πολύ σπουδαῖος, διότι καταρτίζει τόν χαρακτῆρα τους πού θά εἶναι οἱ αὐριανοί πολίτες καί χριστιανοί τῆς κοινωνίας καί Ἐκκλησίας μας.
13. Ἐγνώρισα μόνο ἕνα πρότυπο Πνευματικοῦ στήν ζωή μου. Καί ἡ ἐξομολόγηση σ᾿ αὐτόν εἶναι ἕνα πραγματικό χριστιανικό πανηγύρι γιά μένα καί γιά τούς συμφοιτητές μου. Ἦταν ὁ Πνευματικός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου τοῦ Σιμπίου, ὁ πατήρ Δημήτριος Κουντσάνου. Σέ καθήλωνε μέ τήν δύναμη τοῦ λόγου του καί τίς συμβουλές του πῶς νά πράττεις τό καλό. Εἶχε τήν δύναμη νά βοηθήσει τόν μετανοημένο χριστιανό νά διαλέξει τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ἀπ᾿ αὐτόν ἔμαθα πολλά γιά τό πῶς νά ἐξομολογῶ τούς πιστούς μου.
14. Ἔχω τήν ἀκράδαντη πεποίθηση ὅτι ἡ ἐπιτέλεση τῆς ἱερατικῆς ἀποστολῆς εἶναι πιό δύσκολη ἀκριβῶς σ᾿ αὐτό τό σημεῖο, δηλαδή νά εἶσαι Πνευματικός. Εἶναι ὁ ἄξονας τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τοῦ ἱερέως.
Ἔχω καί τήν θλιβερή πεποίθηση ὅτι τό σύγχρονο ἱερατεῖο δέν καταρτίζεται ἱκανοποιητικά σ᾿αὐτό τό σημεῖο τῆς ποιμαντικῆς μας κλίσης, λόγῳ τῆς ἀπειρίας καί τῆς βιασύνης μέ τήν ὁποία ἐξὁμολογοῦμε.
Ὁμολογῶ ὅτι δέν μπορῶ νά ὑποδείξω ἕνα σύγχρονο πρότυπο Πνευματικοῦ. Παρότι κι ἐγώ ἐξομολογοῦμαι μία φορά τόν χρόνο, ποτέ δέν αἰσθάνθηκα ἐκείνη τήν ψυχική ἀγαλλίαση καί εὐχαρίστηση τήν ὁποία φανταζόμουν ὅτι πρέπει νά αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος μετά τήν ἐξομολόγηση, σάν ἕνα ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου.
Γι᾿ αὐτό σχεδόν πάντα ἔμεινα μέ τό συναίσθημα ὅτι κάτι λείπει, ὅτι δέν εἰσέδυσα στήν οὐσία αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου, ὅτι ἡ ἐπιτέλεσή του δέν ἦταν ὁλοκληρωτική. Μήπως ἔφταιγα ἐγώ ἤ ἦταν καί λάθος τῶν Πνευματικῶν μου; Μᾶλλον καί τά δύο. Θυμᾶμαι μέ νοσταλγία τόν Πνευματικό μου ἀπό τήν θεολογική σχολή, τόν π. Δημήτριο Κουντσάνου, καθηγητή μουσικῆς, συγχωρεμένος τώρα, ὁ ὁποῖος μέ μαγνήτισε ἀπό τήν ἀρχή μέ μία καλωσύνη πού δέν συνάντησα ἀλλοῦ πουθενά. Εἶχε πατερική σοβαρότητα, κατανόηση γιά τά λάθη τῆς νεότητας, οἱ νουθεσίες του ἔμπαιναν μέσα στήν καρδιά μας. Ἀπό τότε δέν συνάντησα ἄλλο τέτοιον Πνευματικό.
Ἡ ἔλλειψη ἑνός τέτοιου Πνευματικοῦ ἔχει συντελέσει στό γεγονός ὅτι κι ἐγώ εἶμαι ἀβέβαιος κι ἔχω πολλές ἀμφιβολίες, ὅταν ἐξομολογῶ τούς πιστούς. Ἔχω τό συναίσθημα ὅτι δέν γνωρίζω πῶς νά εἰσδύω, πῶς νά μπαίνω πιό βαθειά στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ. Παρατηρῶ μερικές φορές μία ψυχρότητα, μία δυσπιστία ἤ ἀκόμα κι ἕναν φόβο ν᾿ἀνοίγουν διάπλατα μπροστά στήν καρδιά μου! Καί ἀναρωτιέμαι ποιά εἶναι ἡ αἰτία; Εἶναι ὅτι ἐμένα κανένας δέν μ᾿ἔμαθε νά ἐξομολογῶ! Ἄρα γε κάνω καλό; Κάνω κακό; Προσπαθῶ νά χρησιμοποιῶ αὐτό τό ἱερό Μυστήριο πρός σωτηρίαν τοῦ πιστοῦ, ἀλλά μερικές φορές αἰσθάνομαι ὅτι ἡ ἐξομολόγηση παραμένει στήν ἐπιφάνεια καί ὅτι ἀλλιῶς θά ἔπρεπε νά ἐπιτελεστεῖ γιά νά ἔχει τά ποθούμενα ἀποτελέσματα. Πῶς; Νομίζω ὅτι ἐδῶ ἔχουμε ἕνα πρόβλημα αὐτοεκπαίδευσης.
Ἡ ψυχική προετοιμασία τοῦ Πνευματικοῦ, πρίν ἀρχίσει τήν ἐξομολόγηση τῶν πιστῶν, ἔγκειται: Σέ διαλογισμούς σχετικά μ᾿ αὐτό τό μυστήριο, σέ βαθειές σκέψεις περί τῆς κατάλληλης διαδικασίας, στήν μελέτη τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἀκόμα καί μία κωδικοποίησή τους γιά τήν καλύτερη χρῆση τους, στίς θεῖες ἐντολές καί σέ ἄλλους κανόνες.
Συμπεράσματα
Τό πιό δύσκολο καί περιφρονημένο πρόβλημα στήν θεολογική παιδεία εἶναι ἡ πνευματική πατρότητα. Ἔχω συγκεντρώσει ἐδῶ τίς γνῶμες μερικῶν ἀπό τούς συγχρόνους Πνευματικούς. Εἶναι διαφωτιστικές ὄχι μόνο διά τῆς ποικιλίας τους, ἀλλά ἰδιαίτερα διά τῆς ὁμοφωνίας τους σχετικά μέ τόν ἐξαιρετικό ρόλο τόν ὁποῖο πρέπει νά παίζει ὁ Πνευματικός στήν χριστιανική Κοινότητα.
Ὁ Πνευματικός εἶναι ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος. Ἡ Ἐκκλησία τόν καλεῖ μέ τό ὄνομα Πνευματικό Πατέρα καί πνευματικό ἄνδρα καί Οἰκονόμο τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἔργου τῆς μετανοίας. Ἡ ἀνώτερη κλῆση του εἶναι πρῶτον νά εἶναι ὁ ἴδιος γεμᾶτος ἀπό Πνεῦμα Ἅγιον καί δεύτερον αὐτό τό πνεῦμα νά τό μεταδίδει καί στούς πνευματικούς του μαθητές.
«Δὴ διπλᾶ ἐν πνεύματί σου ἐπ᾿ ἐμέ» (Βασιλειῶν Δ΄ 2, 9), εἶπε ὁ Ἐλισσαῖος πρός τόν πνευματικό του Πατέρα, τόν Ἠλία. Σ᾿ αὐτά τά λόγια ἐκφράζεται κἄπως ἡ ἀρχή τῶν ἐπικοινωνούντων δοχείων. Τό νερό ἀνεβαίνει στό ἴδιο ἐπίπεδο σέ ὅλα τά δοχεῖα μέ τά ὁποῖα συγκοινωνεῖ. Τό ἴδιο καί τό πνεῦμα, μεταβιβάζεται διά μαθητείας καί ξεχύνεται ἀπό τήν μία ψυχή στήν ἄλλη, ὅπως τό νερό σέ τέτοια δοχεῖα. Σ᾿ αὐτήν τήν ἀρχή περιέχεται καί κρύβεται τό μυστήριο τῆς πνευματικῆς πατρότητας. Δέν μπορεῖς νά δώσεις κάτι πού δέν κατέχεις καί ὅ,τι ἔχεις πρῶτα τό δέχθηκες καί τό ἐγκολπώθηκες ἐσύ...
Ποιά εἶναι τά καθήκοντα τοῦ Πνευματικοῦ πρίν, κατά τήν ὥρα καί μετά τήν ἐξομολόγηση;
Πρίν τήν ἐξομολόγηση ὁ Πνευματικός πρέπει νά ἑτοιμαστεῖ τουλάχιστον, ὅπως ἑτοιμάζεται γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, γιά τό κήρυγμα καί ἀκόμη περισσότερο ἀπ᾿ αὐτά. Γιά τό κήρυγμα φτάνει μία προετοιμασία διά τοῦ διαβάσματος καί τοῦ συλλογισμοῦ. Γιά τήν Θεία Λειτουργία χρειάζονται ὡρισμένες εὐχές καί ἐγκράτεια. Ἡ ἁγία ἐξομολόγηση ἀπαιτεῖ ὅλα αὐτά καί ἰδιαίτερα τήν νηστεία καί τήν προσευχή. Ἡ πνευματική πατρότητα εἶναι ἀποκόλληση ἀπό ὅ,τι τό ἐφήμερο καί σαρκικό. Εἶναι ἐμπειρία μέσα στήν αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο ἁγιάζει τά πάντα τά ἔχοντα σχέσι τόν Θεό. Γιά νά φτάσουμε στόν βαθμό τῆς ἁγιότητας, δηλαδή στήν πνευματική τελειότητα χρειαζόμαστε τίς ἀσκήσεις τῆς νηστείας καί τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς.
Πρίν ἐξομολογήσει τούς πιστούς, ὁ Πνευματικός ὀφείλει νά ἐξασκήσει τίς πνευματικές ἀσκήσεις στίς ὁποῖες ὑποβάλλει τούς πνευματικούς του υἱούς. Ὁ ἴδιος πρέπει πρῶτα νά ἐξομολογηθεῖ, νά νηστέψει καί νά προσεύχεται ὅσο περισσότερο γίνεται, ὥστε ἡ πνευματική ζωή νά πηγάζει ἀπ᾿ ὅλη τήν φύση του. Ὁ ἀνέτοιμος Πνευματικός δέν μπορεῖ νά ἐξομολογήσει, οὔτε μπορεῖ νά κηρύξει ἤ νά τελέσει τήν Θεία Λειτουργία, χωρίς νά ὑποστῆ πνευματική πτῶσι.
Τήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως ὁ Πνευματικός ἔχει τήν ἀποστολή τοῦ ἱερέα-κριτή, ἱερέα-διδασκάλου καί ψυχικοῦ ἰατροῦ. Ὡς κριτής, ἀκούει μέ προσοχή, ὑπομονή, ἀγάπη καί εὐλάβεια τήν ἐξομολόγηση τῶν μετανοημένων πιστῶν. Διά καταλλήλων ἐρωτήσεων τούς βοηθεῖ νά βγάλουν τό κακό ἀπό τήν ψυχή τους κι ἔτσι νά ἀνακτήσουν τήν ἐσωτερική τους ἐλευθερία.
Ἰδιαίτερη προσοχή χρειάζεται νά ἔχει ὁ Πνευματικός στήν ἐξέταση μέσω ἐρωτήσεων, γιά νά γίνει αὐτή φιλικά, μέ πνεῦμα πραότητας καί καλωσύνης, μέ σύνεση καί σεμνότητα. Ἀκόμη νά μήν ἐρωτᾶ λεπτομέρειες οἱ ὁποῖες δέν ὑπάγονται στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Νά φυλάγεται ἀπό δύο ἀκρότητες: τήν ἐπιφανειακή καί βιαστική ἐξομολόγηση καί τήν πολύ ἀναλυτική ἐξομολόγηση, γιά νά μή γίνει αὐτή οὔτε κενολογία, οὔτε βάσανο. Σ᾿ αὐτούς τούς πιστούς, πού ἔχουν ἐξομολογηθεῖ εἰλικρινά, τούς συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες. Στούς ἀνάξιους ὅμως ἀρνεῖται τήν συγχώρηση ἤ τήν ἀναβάλλει.
Ὡς διδάσκαλος ὁ Πνευματικός ἱερέας ἔχει καθῆκον νά συμβουλεύει, νά παρηγορεῖ καί νά μαθαίνει τούς χριστιανούς, ὅσα διδάσκει ἡ Ἐκκλησία καί εἶναι ἀναγκαῖα γιά τήν σωτηρία. Νά τούς ἀπαλλάττει ἀπό τυχόν ἀμφιβολίες καί νά τούς ὑποδεικνύει ποιές εἶναι οἱ ὑποχρεώσεις τους σάν χριστιανῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τοῦ πλησίον καί τοῦ ἑαυτοῦ τους. Γενικά θά ἐκτελεῖ τήν προφητική ἀποστολή ἔτσι, ὅπως πρέπει, σύμφωνα μέ τά δόγματα καί τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Ὡς ἰατρός ψυχῶν ὁ Πνευματικός ἱερέας πρέπει νά εἶναι κι ἕνας καλός ψυχολόγος. Νά γνωρίζει τά μυστήρια καί τά πάθη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, τίς αἰτίες τῶν νόσων καί τούς τρόπους θεραπείας τους. Ἡ πειθαρχία καί ἡ ψυχοθεραπευτική εἶναι τό πιό σπουδαῖο κεφάλαιο κοινωνικῆς ὑγιεινῆς σέ ποιμαντικό ἐπίπεδο.
Δι᾿ ἀσκήσεων, συζητήσεων, διαλογισμῶν καί πνευματικῶν ἀναγνωσμάτων, διά προσευχῆς καί νηστείας, μέσω τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καί τῆς προσωπικῆς του πνευματικῆς πάλης, ὁ Πνευματικός πρέπει νά ἐλευθερώσει τήν ἠθική προσωπικότητα τοῦ πιστοῦ ἀπό τήν τυραννία τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς του καί νά τόν βοηθήσει νά μεταμορφωθεῖ. Νά ἐξασφαλίζει τήν ψυχική καί σωματική ὑγεία τῶν πνευματικῶν του τέκνων, ἰδού ἡ διακονία καί ἀποστολή τοῦ ἁγίου Πνευματικοῦ.
Μετά τήν ἐξομολόγηση ὁ Πνευματικός ὀφείλει νά θεωρεῖ ἀπαράβατο τό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσης καί ν᾿ ἀγρυπνεῖ, ὥστε τά πρόβατα τοῦ πνευματικοῦ του ποιμνίου νά μήν πλανηθοῦν ξανά.
Περί τοῦ ἐπιτιμίου
1. Ἐφ᾿ ὅσον ἐξωμολογήθηκε ἀπό καρδίας, ὁ μετανοημένος πιστός συγχωρήθηκε ἀπό τόν Θεό. Παραμένει ὅμως ἡ ροπή τῆς ἁμαρτίας (δηλαδή ἡ συνήθεια) καί πρέπει νά δεχτεῖ ἕνα ἐπιτίμιο, διά τοῦ ὁποίου ν᾿ ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ροπή ἡ ὁποία τόν σπρώχνει ξανά στήν ἁμαρτία.
Ὁ πιστός πρέπει νά ὑποχρεωθεῖ νά κάνει μετάνοιες, νά διαβάσει εὐχές, νά νηστέψει στίς καθωρισμένες ἀπό τήν Ἐκκλησία ἡμέρες, νά κάνει ἐλεημοσύνη, νά ἐκκλησιάζεται συχνά, ν᾿ ἀπαγορευθεῖ νά κοινωνήσει γιά ἕνα διάστημα καί ν᾿ ἀποφύγει, ὅσο μπορεῖ, τίς παλαιές του ἁμαρτίες.
Τό ἀποτέλεσμα τοῦ ἐπιτιμίου εἶναι νά βγάλει τήν κακή ροπή ἀπό τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει σέ ὁμόνοια μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πνευματικός πού θά ἐπιβάλλει τό ἐπιτίμιο, δέν ἐπιτρέπεται ν᾿ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τούς καθιερωμένους ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες Κανόνες, ὥστε μή τυχόν βλέποντας ὁ πιστός ὅτι τό τάδε ἐπιτίμιο εἶναι εὔκολο, πιστέψει ὅτι καί ἡ ἁμαρτία δέν ἔχει μεγάλη βαρύτητα καί θά μποροῦσε ἔτσι νά παραμένει στίς ἴδιες κακές του πράξεις.
Ὑπάρχουν καί χριστιανοί πού ἔπεσαν σέ φοβερές ἁμαρτίες καί τούς βασανίζει σκληρά ἡ συνείδησή τους. Ἄν ἐξομολογηθοῦν, δέν αἰσθάνονται ἐσωτερική ἐλάφρωση ἐάν δέν κάνουν κι ἕνα ἐπιτίμιο. Ὅσο πιό μεγάλη εἶναι ἡ γάγγραινα τῆς ἁμαρτίας, τόσο καί ἡ ἐγχείριση εἶναι πιό δύσκολη καί ἡ τομή βαθειά. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀποφύγει τόν θάνατο εἶναι ἀναγκαία ἡ ἐγχείριση. Ὁ πιστός πού μετενόησε μέ θερμή καρδιά δέχεται καί ἐλαφρώτερο ἐπιτίμιο.
2. Τό μεγαλύτερο ἐπιτίμιο πού πρέπει νά δεχθεῖ ὁ μετανοημένος πιστός εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία τοῦ προκαλεῖ τύψεις ἐπειδή τήν εἶχε κάνει. Πιστεύω ὅτι ἡ πίστη καί ἡ ὑπακοή τῶν πιστῶν εἶναι ἀσθενική μπροστά στόν Πνευματικό, γι᾿ αὐτό δέν μπορῶ νά εἶμαι πολύ αὐστηρός ἀπέναντί τους. Ἀντίθετα φορτώνω βάρος στήν ψυχή μου κι αὐτό δέν ὠφελεῖ καθόλου τόν χριστιανό. Δίνω ἐλαφρά ἐπιτίμια μέ μεγάλη διάρκεια, γιά νά ὑπάρχει ἡ σχέση μεταξύ Θεοῦ καί ψυχῆς τοῦ πιστοῦ, ὅπως λίγες μετάνοιες καί σύντομες προσευχές, τά ὁποὶα μοῦ φάνηκαν ἀποτελεσματικά.
Συμβουλεύω κατάλληλα τόν πιστό, τοῦ παρουσιάζω τήν φρικαλεότητα τῆς ἁμαρτίας καί, ὅταν σιγουρευθῶ ὅτι θέλει εἰλικρινά νά μετανοήσει μέ τήν δική του τήν συγκατάθεση, τοῦ δίνω ἕνα ἐπιτίμιο.
3. Τό ἐπιτίμιο συνήθως εἶναι προσευχές, ἀνάγνωσμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, σχετικό μέ τά θέματα τὼν ἁμαρτιῶν του. Π. χ., στούς διαπληκτισμένους μέσα στήν οἰκογένεια καί στούς συζύγους δίνω νά διαβάσουν τό 13ο κεφάλαιο τῆς πρώτης πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς. Γιά τό ἁμάρτημα τῆς πορνείας τούς δίνω τόν 50ον Ψαλμό ἤ ἀπό τό Β΄ Βασιλειῶν, κεφ. 11-18. Γιά τήν ἔκτρωση δίνω τήν ἐντολή ἀγορᾶς ρούχων γιά τήν ἔνδυσι ἑνός παιδιοῦ. Καί ἄλλα. Τά πιό κατάλληλα ἐπιτίμια εἶναι:
α) στίς πόλεις: προσευχές, διάβασμα, πολλή ἐλεημοσύνη (ντύσιμο πτωχῶν παιδιῶν, ξύλα γιά θέρμανση, χρήματα) γιά φτωχούς, δωρεές γιά τό ναό κλπ.
β) στα χωριά: προσευχές, ἐργασία (ὄργωμα, σπορά, τό κουβάλημα τῶν καρπῶν) γιά τούς φτωχούς κτλ. Προσπαθῶ μέ τόν τρόπο αὐτό νά μάθω τούς ἀνθρώπους νά εὐεργετοῦν καί νά δίνουν δῶρα σέ ἄλλους πού δέν τούς γνωρίζουν.
4. Το ἐπιτίμιο νά εἶναι σύμφωνα μέ τίς δυνάμεις τοῦ χριστιανοῦ γιά τήν ἐκτέλεσή του. Σέ ἐξομολογήσεις πού ἔκανα σέ μοναστήρια ἔλυσα ἕνα βαρύ ἐπιτίμιο μέ κάποιο ἐλαφρό, διότι ἦταν ἀδύνατον νά ἐκτελεσθεῖ ἀπό τόν χριστιανό, λόγῳ ἀδιακρισίας τοῦ Πνευματικοῦ του. Τά ἐπιτίμια πού δέν ἐκτελοῦνται πλήρως πληγώνουν τήν καρδιά τοῦ πιστοῦ, ἀντί νά τήν θεραπεύουν καί κάνουν πολύ κακό στήν θρησκευτικότητά του. Γι᾿ αὐτό εἶμαι τῆς γνώμης τά ἐπιτίμια νά δίνωνται γιά τήν πνευματική πρόοδο τοῦ πιστοῦ, ὅπως νηστεῖες, προσευχές, μετάνοιες, μικρές πράξεις ἀγαθοεργίας καί εὐλάβειας, κεριά στό ναό, χρήματα γιά τούς ζητιάνους, μία ἐλεημοσύνη ἡ ὁποία δέν ἐπιβαρύνει τόν δωρητή. Ἀντίθετα τόν βοηθεῖ νά θυμᾶται μέσα του γιατί τήν κάνει καί νά προσεύχεται μυστικά στόν Θεό νά τήν δεχτεῖ. Ἄν ἐκτελέσει αὐτή τήν ἐντολή (ἐπιτίμιο) ὁ πιστός θά αἰσθανθεῖ πολύ ἐλαφρωμένος ὅτι τόν βοήθησε ὁ Θεός καί θά πλησιάσει κι ἄλλη φορά μέ πολλή ἀγάπη τό Μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης.
5. Πρέπει νά μνημονεύσω ὁπωσδήποτε ἕνα πρᾶγμα ἐδῶ: Σχετικά μέ τό ἐπιτίμιο καλόν εἶναι οἱ ἱερεῖς νά μή τά παραβλέπουν. Νά μήν τό καταργοῦν, ὅπως παρετήρησα τοῦτο σέ ὡρισμἕνα μεγάλα χωριά. Ἀκόμη καί σ᾿ ἕνα μοναστήρι πού πῆγα, πιστοί πού εἶχαν ἐξομολογηθεῖ πολλές φορές, δέν ἤξεραν τί εἶταν τό ἐπιτίμιο.
6. Θεωρῶ ὅτι κατάλληλα ἐπιτίμια εἶναι τά ἑξῆς: Θά λαμβάνει τήν Θεία Κοινωνία, σύμφωνα μέ τούς ἐκκλησιαστικούς νόμους. Σέ κάθε περίοδο μεγάλης Νηστείας, ὑποχρεώνεται νά ὁδηγήσει κι ἄλλους νά πλησιάσουν τήν Ἐκκλησία καί κατόπιν τά Ἅγια Μυστήρια. Ὑποχρεώνεται νά συνομιλήσει μέ ἑτεροδόξους ἤ ἀλλοθρήσκους γιά τά Μυστήρια τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
7. Μεταξύ ἄλλων ἐπιτιμίων συνηθίζω νά δίνω τήν ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί διαφόρων προσευχῶν. Ἔμμεσα τούς παροτρύνω νά ἀγοράζουν τήν Ἁγία Γραφή ἤ τουλάχιστον τήν Καινή Διαθήκη, τήν Ἱερά Σύνοψη, τό Ὠρολόγιο ἤ ἕνα βιβλίο τῶν Χαιρετισμῶν. Στήν ἐνορία μου, μ᾿ αὐτό τόν τρόπο, πολλοί πιστοί ἀπέκτησαν τήν Ἁγία Γραφή καί τήν διαβάζουν τακτικά. Περισσότεροι ἔχουν τήν Καινή Διαθήκη καί τούς διατάζω νά διαβάζουν δύο Εὐαγγελιστές, τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἄλλη φορά τίς Ἐπιστολές κτλ κι ἔτσι, σταδιακά, τούς συνήθισα στήν ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἔτσι αὐτή ἡ συνήθεια παραδίδεται ἀπό τήν μία γενεά στήν ἄλλη, διότι οἱ γονεῖς διδάσκουν τά παιδιά καί ἐγγόνια τους ἀπ᾿ αὐτά πού εἶχαν παλαιότερα διαβάσει. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἔχω δώσει σέ 60 οἰκογένειες κι ἀπό ἕνα Προσευχητάριο. Νά μή δίνουμε ἕνα πολύ ἐλαφρό ἐπιτίμιο. Ἀκόμη νά ὁρίζουμε καί τόν χρόνο διαρκείας του.
8. Ἐμεῖς δέν δίνουμε ἐπιτίμια τυχαία, ὅπως μᾶς ἀρέσει, γιά νά νοιώσουμε ἀνακούφιση ἀπό τό καθῆκον μας σάν Πνευματικοί, ἀλλά τά χρησιμοποιοῦμε γιά νά θεραπεύουν καί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν δημόσια καί στήν προσωπική ζωή του. Εἶναι φανερόν ὅτι κατά τρόπο διακριτικό χρησιμοποιοῦμε τό Πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου περιέχονται οἱ θεῖοι Κανόνες Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ἡ χρῆσις τῶν Κανόνων τοῦ Πηδαλίου κατ᾿ οἰκονομίαν δέν σημαίνει κατάργηση τῆς ἀξίας τους οὔτε πράξεις πού εἶναι ἁμαρτωλές τίς ἀμνηστεύουμε καί τίς θεωροῦμε ἀθῶες καί μή καταδικάσιμες. Οἱ ἀνθρώπινες ἁμαρτίες καλῶς προσδιορίζονται διά τῶν Κανόνων καί τῆς Ἁγίας Γραφῆς· καί κανένας δέν ἔχει δικαίωμα ν᾿ ἀλλάξει αὐτούς τούς ὁρισμούς. Σάν Πνευματικοί ἐφαρμόζουμε τό πνεῦμα καί ὄχι τό γράμμα τῶν Κανόνων, διότι πολλοί δέν ἀνταποκρίνονται πιά στίς ἡμέρες μας ὁπότε καί δέν ἀποτελοῦν φάρμακα θεραπείας τῶν νόσων τῶν μετανοημένων πιστῶν. Ἐάν ἐφαρμόσουμε τήν ἀκρίβεια τῶν Κανόνων, θά ὁμοιάζουμε μέ τούς γιατρούς πού ἔδιναν φάρμακα πρίν ἀπό ἑκατοντάδες χρόνια. Ἐπειδή ἀκόμα δέν ὑπάρχει ἕνας κατάλογος Κανόνων, σχετικά μέ τήν ἐπιβολή ἐπιτιμίων στήν σημερινή ἐποχή, θά ἐκθέσω ἐδῶ μερικές κρίσεις μας: Π.χ. ἔχουμε τούς μέθυσους. Τί ἐπιτίμιο ἀξίζει αὐτός πού καταστρέφει τήν περιουσία του καί τήν ὑγεία του ὁδηγεῖ σέ πτώχευση τήν σύζυγο καί τά παιδιά του καί ὅλους τούς διαδόχους του, μέσα στούς ὁποίους μεταφέρεται τό σαράκι τῆς φθορᾶς; Εἶναι ἀρκετά σάν ἐπιτίμια μερικές εὐχές καί μετάνοιες, οἱ ὁποῖες δέν τόν συγκινοῦν καθόλου τήν στιγμή πού ὁ ἴδιος ἔχει γίνει δήμιος τῆς οἰκογένειάς του, χωρίς νά τό καταλαβαίνει; Θά τόν βοηθήσουν νά κάνει μετάνοιες; Ἴσως νά τοῦ προκαλέσουν μία λύπη γιά τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά ἡ ἐπιρρεπής φύση του θά παραμείνει ἡ ἴδια. Ὅταν τοῦ τύχει κάποια εὐκαιρία, θά τρέξει νά σβήσει τήν φλόγα τοῦ πάθους του, μπαίνοντας ξανά στό ποτοπωλεῖο. Ἡ ἐπανόρθωση μπορεῖ νά ἔλθει, λοιπόν, μόνο μέσω ἑνός ἐπιτιμίου τό ὁποῖο μειώνει ἤ ξεριζὠνει ἐξ ὁλοκλήρου τό πάθος. Ὁ Πνευματικός, τοῦ ἐξηγεῖ τίς καταστροφικές συνέπειες τοῦ ποτοῦ, τήν διάλυση τῆς οἰκογένειάς του καί τοῦ ἀπαγορεύει γιά ἕνα μικρότερο ἤ μεγαλύτερο διάστημα νά μπαίνει στό ποτοπωλεῖο. Ταυτόχρονα τοῦ συνιστᾶ νά πίνει τά ἀναψυκτικά, τά ὁποῖα περιορίζουν κἄπως τήν φλόγα τοῦ κρασιοῦ καί νά γίνει μέλος ἑνός συλλόγου τῶν ἀντιαλκοολικῶν. Αὐτός ὁ σύλλογος, ἄν δέν ὑπάρχει στό χωριό ἤ στήν πόλη, πρέπει νά ἱδρυθεῖ ἀμέσως, ἔχοντας ἕνα πιό αὐστηρό ἤ πιό χαλαρό πρόγραμμα, ἀνάλογα μέ τίς περιπτώσεις. Ἡ ἀρχή αὐτῆς τῆς προσπάθειας δέν εἶναι νά ἀποφύγουμε τό ποτό ξαφνικά ἀλλά ν᾿ ἀπομακρυνθοῦμε σταδιακά, μή κυττάζοντας καθόλου πίσω μας. Ὅπως οἱ κακές συνήθειες εἰσάγονται διά τῆς πρακτικῆς, ἔτσι καί μέσω ἐλαφρᾶς καί μακροχρόνιας πρακτικῆς μποροῦν νά ξεκληριστοῦν, ἄν ὑπάρχει θέληση. Καί μέσα στήν ψυχή του πρέπει νά καλλιεργοῦνται ἀκριβῶς αὐτά: τό ἐπιτίμιο, ἡ ἄσκηση θέλησης καί ἡ σταδιακή πρόοδος.
Ἡ κακή συνήθεια τῶν βλασφήμων θά διακοπεῖ μέ τό ἐπιτίμιο ἐκεῖνο πού ἀποβλέπει νά τόν διαφυλάττει ἀπό ψυχικές ἐκρήξεις. Ποιό ὅμως μπορεῖ νά εἶναι αὐτό τό φρένο; Τό φρένο πού ἐμποδίζει τίς βλασφημίες εἶναι τό ξύπνημα τῆς συνείδησης, ὅταν βλασφημεῖ τά Θεῖα Πρόσωπα καί ὅλα τά Ἱερά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ βλασφημίες εἶναι πολλῶν βαθμῶν, μεγαλύτερες ἤ μικρότερες. Ἡ βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας, τῶν ἱερῶν Μυστηρίων κτλ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν ἁμαρτία τοῦ φόνου καί τῆς βλασφημίας κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά τήν ὁποία ὁ Χριστός μας εἶπε ὅτι δέν συγχωρεῖται οὔτε στόν οὐρανό, οὔτε στήν γῆ.
Τό ἐπιτίμιο τῶν βλασφήμων, λόγω τῆς μεγάλης του βαρύτητας, πρέπει νά εἶναι μεγάλο καί βαρύ. Οἱ βλασφημίες πρέπει νά ὁδηγήσουν τόν ἁμαρτωλό στό δάκρυ τοῦ Τελώνου, ὁ ὁποῖος δέν τολμοῦσε οὔτε τά μάτια του νά σηκώσει πρός τόν οὐρανό. Στούς βλασφημοῦντες θά τούς ἐπιβάλλουμε νά λένε ἀδιάλειπτα τήν προσευχή: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, τόν ἁμαρτωλό! καί τήν ἀπαγόρευση νά κοιτᾶνε πρός τόν ὄμορφο οὐρανό γιά ἕνα ὡρισμένο διάστημα. Ἐπίσης τόν συχνό ἐκκλησιασμό μέ τήν κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τά ὁποῖα εἶναι πῦρ καί πρέπει νά κάψουν ὅλες τίς ἁμαρτίες ἐκείνου πού βλασφημεῖ, ρυπαίνοντας μέ τίς ἀκαθαρσίες του τά ἱερά Πρόσωπα καί πράγματα τά ὁποῖα ἐμεῖς ἀγαπᾶμε μέ ὅλη τήν ψυχή μας.
Χωρίς μετάνοια ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Τό μήνυμα αὐτῆς τῆς μελέτης τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρα Ἱλαρίωνα Φέλεα εἶναι σαφές. Ὁ Χριστός, μέσω τοῦ Πνευματικοῦ πατέρα κάθε χριστιανοῦ, περιμένει τόν μετανοημένο ἄνθρωπο νά γυρίσει στήν ἀγκαλιά τῆς ἀγάπης Του καί νά εἶναι πάντα ζωντανό καί ἀληθινό μέλος τῆς Ἐκκλησίας Του.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου