
Πρωτ. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου
Ἐπίκουρου Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΣΟΦΙΑΣ
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ἡ παρουσία τοῦ ἐν λόγῳ ἀποκρυφιστικοῦ καί συγκρητιστικοῦ συστήματος στόν ἑλληνικό χῶρο, γιά πρώτη φορά, μαρτυρεῖται τόν 19ο αἰώνα μέ τήν ἵδρυση, τό ἔτος 1879, στήν Κέρκυρα τῆς πρώτης Θεοσοφικῆς Στοᾶς μέ τήν ὀνομασία «Ἰονική Στοά».
Τά πρώτα μέλη τῆς «Ἰονικῆς Στοᾶς» θά εἶναι Ἕλληνες καί ἀλλοδαποί. Τή συγκεκριμένη περίοδο ὁ ἀριθμός τῶν μελῶν της ὑπῆρξε ἐξαιρετικά μικρός καί ἄν κρίνουμε ἀπό τό ἀποτέλεσμα, ἡ διάδοση τῆς Θεοσοφίας στήν Ἑλλάδα δέν προχώρησε ἱκανοποιητικά μέ ἀποτέλεσμα ἡ ἐν λόγῳ Στοά νά παρακμάσει καί νά κλείσει.
Ἡ δεύτερη συστηματική προσπάθεια γιά νά διαδωθεῖ περαιτέρω ἡ Θεοσοφία στήν Ἑλλάδα ἀρχίζει τόν εἰκοστό αἰώνα τήν περίοδο τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τό 1914 θά ἱδρυθεῖ στήν Ἀθήνα ἡ Στοά «Ἑρμῆς» καί τό 1915 ἡ Στοά «Ἀπόλλων». Ὁ ἀριθμός τῶν μελῶν καί αὐτή τήν περίοδο θά παραμείνει μικρός πλήν ὅμως θά συμμετέχουν καί ἄνδρες καί γυναῖκες. Καί αὐτή ὅμως ἡ προσπάθεια δέν τελεσφόρησε ἐπί μακρόν καθώς ἤδη τό 1920 καί οἱ δύο αὐτές Στοές εἶχαν ἀδρανοποιηθεῖ.
Ἡ τρίτη προσπάθεια ἡ ὁποία εἶχε καλύτερα ἀποτελέσματα γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς Θεοσοφίας στήν Ἑλλάδα ἀρχίζει τή δεκαετία τοῦ 1920. Τήν περίοδο αὐτή θά ἱδρυθοῦν νέες Στοές, ὁ «Πλάτων» τό 1923, «Πυθαγόρας» τό 1924, «Ἀθηνᾶ» τό 1924, «Μπλαβάτσκυ – Ὄλκοττ» τό 1925, «Ὀρφεύς» τό 1927, «Μαϊτρέγια» τό 1928, «Σωκράτης» τό 1928.
Τήν ἴδια δεκαετία οἱ ἑλληνικές θεοσοφικές στοές θά συσχετιστοῦν μέ τή Θεοσοφική Ἑταιρεία τῆς Γαλλίας, θά ἀρχίσουν μεταφράσεις βασικῶν θεοσοφικῶν ἔργων, θά ἱδρυθεῖ τό 1925 ἡ «Ἕνωσις τῶν Ἑλληνικῶν Θεοσοφικῶν Στοῶν» ἐνῶ ἐπισήμως τό ἑλληνικό τμῆμα ὡς παράρτημα μέ ἀναγνωριστεῖ διεθνῶς ἐπισήμως τό 1928.
Μετά τόν Β’ Παγκόσμιο πόλεμο κάποιες Στοές θά ἀδρανοποιηθοῦν, ἐνῶ θά δημιουργηθοῦν νέες, ὅπως «Ἐλευθέρα Σκέψις», «Ἀλκυών», «Ἄρτεμις», «Νιρβάνα», «Μπεζάντ», καί «Πυθαγόρας» στή Θεσσαλονίκη, «Ἥλιος», «Κων. Μελισσαρόπουλος». Τό 1956 θά ἐκδοθεῖ γιά πρώτη φορά τό ἰδεολογικό ὄργανο τῆς Ἑλληνικῆς Θεοσοφικῆς Ἑταιρείας τό περιοδικό «Ἰλισός».
Τό τελευταῖο τέταρτο τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα θά ὑπάρξει μία διάσπαση μεταξύ τῶν ὀπαδῶν τῆς Θεοσοφίας στήν Ἑλλάδα δημιουργώντας ἕνα ἐπιπλέον δικό τους θεοσοφικό κλάδο. Δέν εἶναι ἐπίσης τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι τόν εἰκοστό αἰώνα, ἐπιφανεῖς Τέκτονες, ὑπῆρξαν βασικά στελέχη τῶν θεοσοφικῶν Στοῶν τῆς Ἑλλάδος.