
«ἵνα ὁµοθυµαδὸν ἐν ἑνὶ στόµατι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ πατέρα τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». (Δηλ.: διὰ νὰ δοξάζετε µὲ µίαν ψυχὴν καὶ µὲ ἕνα στόµα τὸν Ὕψιστον, ὁ ὁποῖος εἶναι Θεὸς τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην του φύσιν καὶ Πατὴρ αὐτοῦ κατὰ τὴν θείαν του φύσιν) (Ρωμ. 15, 6).
Ναὶ λέμε δόξα Σοι ὁ Θεὸς γιὰ τὰ πάντα καὶ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του.
«Σὲ εὐχαριστοῦμε Κύριε, γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες, ποὺ ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα παρέχεις σὲ ἐμᾶς τοὺς ἀναξίους. Σὲ εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅσα ξέρουμε καὶ γιὰ ὅσα δὲν ξέρουμε, γιὰ τὶς φανερὲς καὶ ἀφανεῖς εὐεργεσίες, ποὺ ἔγιναν μὲ ἔργο ἢ μὲ λόγο, σὲ ἐμᾶς τοὺς ἀναξίους. Σὲ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὶς θλίψεις, γιὰ τὶς ἀνέσεις, γιὰ τὸν φόβο τῆς γεέννης καὶ τῆς κολάσεως, γιὰ τὴν ἐλπίδα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν».
- Ἐπίσης ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης στὸ βιβλίο του Λόγοι ΣΤ΄: «Περὶ Προσευχῆς» μᾶς συμβουλεύει γιὰ τὴν ἀξία τοῦ «Δόξα Σοι ὁ Θεός»:
«Ἂν θέλης νὰ ζῆς παραδεισένια ἀπὸ αὐτὴν τὴ ζωή, δὲς τὶς εὐεργεσίες καὶ τὶς πλούσιες δωρεὲς ποὺ δίνει ὁ Θεὸς καὶ ἄρχισε τὸ “δόξα Σοι ὁ Θεός”. Νὰ δοξάζετε τὸ Θεό, γιατί σᾶς βοήθησε νὰ προοδεύσετε, ἔστω καὶ λίγο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος λέει “δόξα Σοι ὁ Θεός”, βοηθάει ὁ Θεός. Καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ τὸν φιλότιμο ἀγώνα, συνέχεια τραβάει οὐράνιες δυνάμεις καὶ εὐλογίες θεϊκές.
Τὸ θυμίαμα ποὺ καῖμε, τὸ ἀνάβουμε γιὰ δοξολογία στὸν Θεό. Τὸν δοξολογοῦμε καὶ Τὸν εὐγνωμονοῦμε γιὰ τὶς μεγάλες εὐεργεσίες Του σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Τὸ θυμίαμα εἶναι καὶ αὐτὸ μία προσφορά.
Στὴν Ἤπειρο γνώριζα δύο γεωργούς. Ὁ ἕνας ἦταν οἰκογενειάρχης καὶ εἶχε ἕνα-δυὸ χωραφάκια καὶ ἐμπιστευόταν τὰ πάντα στὸν Θεό. Ἐργαζόταν, ὅσο μποροῦσε, χωρὶς ἄγχος. «Θὰ κάνω ὅ,τι προλάβω», ἔλεγε. Μερικὲς φορὲς ἄλλα δεμάτια σάπιζαν ἀπὸ τὴν βροχή, γιατί δὲν προλάβαινε νὰ τὰ μαζέψη, ἄλλα τοῦ τὰ σκόρπιζε ὁ ἀέρας καὶ ὅμως γιὰ ὅλα ἔλεγε «δόξα Σοι ὁ Θεὸς» καὶ ὅλα τοῦ πήγαιναν καλά. Ὁ ἄλλος εἶχε πολλὰ κτήματα, ἀγελάδες κ.λπ., δὲν εἶχε καὶ παιδιά. Ἂν τὸν ρωτοῦσες «πῶς τὰ πᾶς;», «ἂσ’ τα, μὴ τὰ ρωτᾶς», ἀπαντοῦσε· ποτὲ δὲν ἔλεγε «δόξα Σοι ὁ Θεός», ὅλο γκρίνια ἦταν. Καὶ νὰ δεῖτε, ἄλλοτε τοῦ ψοφοῦσε ἡ ἀγελάδα, ἄλλοτε τοῦ συνέβαινε τὸ ἕνα, ἄλλοτε τὸ ἄλλο. Ὅλα τὰ εἶχε, ἀλλὰ προκοπὴ δὲν ἔκανε. Γι’ αὐτὸ λέω, ἡ δοξολογία εἶναι μεγάλη ὑπόθεση. Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται, ἂν γευθοῦμε ἢ ὄχι τὶς εὐλογίες ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεός.
Ὅποιος τὰ ἔχει ὅλα, καὶ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ὑγεία, καί, ἀντὶ νὰ εὐγνωμονῆ τὸν Θεό, ἔχει παράλογες ἀπαιτήσεις καὶ γκρινιάζει, εἶναι γιὰ τὴν κόλαση μὲ τὰ παπούτσια. Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχη εὐγνωμοσύνη, μὲ ὅλα εἶναι εὐχαριστημένος. Σκέπτεται τί τοῦ δίνει ὁ Θεὸς κάθε μέρα καὶ χαίρεται τὰ πάντα. Ὅταν ὅμως εἶναι ἀχάριστος, μὲ τίποτε δὲν εἶναι εὐχαριστημένος· γκρινιάζει καὶ βασανίζεται μὲ ὅλα. Ἄν, ἂς ποῦμε, δὲν ἐκτιμάη τὴν λιακάδα καὶ γκρινιάζει, ἔρχεται ὁ Βαρδάρης καὶ τὸν παγώνει… Δὲν θέλει τὴν λιακάδα, θέλει τὸ τουρτούρισμα ποὺ προκαλεῖ ὁ Βαρδάρης.
Ὅποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται τὴν Θεϊκὴ χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια εὐλογία. Τὸν εὐγνώμονα τὸν κυνηγάει ὁ Θεὸς μὲ τὶς εὐλογίες Του.… Νὰ ζεῖτε σὲ διαρκῆ δοξολογία καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸ Θεό, διότι μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀχαριστία καὶ μεγαλύτερος ἁμαρτωλὸς ὁ ἀχάριστος…
Ἡ ἀχαριστία εἶναι μεγάλη ἁμαρτία, τὴν ὁποία ἤλεγξε ὁ Χριστός. «Οὐχ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;», εἶπε στὸν λεπρὸ ποὺ ἐπέστρεψε νὰ Τὸν εὐχαριστήση. Ὁ Χριστὸς ζήτησε τὴν εὐγνωμοσύνη ἀπὸ τοὺς δέκα λεπροὺς ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἴδιους, γιατί ἡ εὐγνωμοσύνη ἐκείνους θὰ ὠφελοῦσε.
Πολὺ νὰ προσέχετε τὴν ἀχαριστία. Νὰ εὐχαριστῆτε τὸν Θεὸ γιὰ ὅλα ὅσα σᾶς δίνει.
Νὰ κρατήσετε γιὰ πάντα αὐτὸ τὸ τυπικό: Μετὰ ἀπὸ κάθε αἴτημά σας ποὺ γίνεται μὲ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ πόνο, μόλις ὁ Καλὸς Θεὸς τὸ ἐκπληρώση, νὰ κάνετε καρδιακὴ δοξολογία μὲ χαρὰ καὶ εὐχαριστία.
Νὰ κινηθῆτε στὴν πνευματικὴ σφαῖρα, στὴν δοξολογία. «Δόξα Σοι ὁ Θεός, δόξα Σοι ὁ Θεὸς» νὰ λέτε συνέχεια. Μετά ὅλα θὰ σᾶς συγκινοῦν, γιὰ ὅλα θὰ νιώθετε μεγάλη εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεό, καὶ ὁ Θεὸς θὰ σᾶς τρελλάνη μὲ τὶς πολλές Του εὐλογίες.
Ἡ δοξολογία εἶναι χαρούμενη εὐχαριστία. Εἶναι ξέσπασμα τῆς εὐχαριστίας, σκίρτημα.
* * *
– Γέροντα, ὁ Πάπα-Τύχων πῶς προσευχόταν;
– Ὁ Πάπα-Τύχων εἶχε φθάσει στὸν χῶρο τῆς δοξολογίας καὶ ἀντὶ γιὰ τὴν εὐχὴ εἶχε τὴν δοξολογία. Συνέχεια ἄκουγε κανεὶς ἀπὸ τὸ στόμα του τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεός, δόξα Σοι ὁ Θεός», καὶ ὅλες σχεδὸν οἱ ἡμέρες τοῦ χρόνου ἦταν γι’ αὐτὸν Διακαινήσιμες, ἀφοῦ ζοῦσε πάντα τὴν πασχαλινὴ χαρά.
Ὅσοι βρίσκονται στὴν προχωρημένη αὐτὴ κατάσταση ἔχουν συνέχεια Πάσχα, Ἀνάσταση! Καμπάνες, σήμαντρα, τάλαντα, ὅλα μαζὶ κτυποῦν χαρμόσυνα. «Αἰνεῖτε Αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε Αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ». Ὅλη τὴν ἡμέρα δοξολογοῦν τὸν Θεὸ καὶ κτυπᾶ σὰν καμπάνα ἡ καρδιά τους.
* * *
– Γέροντα, αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ λέω περισσότερο τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεὸς» παρὰ τὸ «Κύριε ἐλέησον». Μήπως δὲν εἶναι σωστό;
– Καλὸ εἶναι αὐτό, εὐλογημένη. Ἐγώ μπορεῖ νὰ περάσω ὁλόκληρη μέρα κάνοντας ἐργόχειρο καὶ λέγοντας «Δόξα Σοι ὁ Θεός. Δόξα Σοι ὁ Θεός, γιατί ζῶ. Δόξα Σοι ὁ Θεός, γιατί θὰ πεθάνω καὶ θὰ πάω κοντὰ στὸν Θεό. Δόξα Σοι Θεός, ἀκόμη καὶ ἂν μὲ βάλη στὴν κόλαση καὶ πάρη ἕνα κολασμένο στὸν Παράδεισο. Καὶ ἐὰν θέλη νὰ μὴ μὲ θυμᾶται στὴν κόλαση καὶ λυπᾶται, ἂς πάρη πολλοὺς κολασμένους στὸν Παράδεισο, ὥστε ἡ χαρά Του γι’ αὐτοὺς νὰ εἶναι περισσότερη καὶ νὰ λιγοστέψη ἡ στενοχώρια Του γιὰ μένα».
Τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεὸς» νὰ μὴ λείπη ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη σας. Ἐγώ, ὅταν πονάω, τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεὸς» ἔχω γιὰ χάπι τοῦ πόνου, τίποτε ἄλλο δὲν μὲ πιάνει. Τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεὸς» εἶναι ἀνώτερο καὶ ἀπὸ τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ἔλεγε ὁ Πάπα- Τύχων: «Τὸ “Κύριε ἐλέησον” ἔχει ἑκατὸ δραχμές, τὸ “δόξα Σοι ὁ Θεός” ἔχει χίλιες δραχμές· εἶναι δηλαδὴ πολὺ πιὸ ἀκριβό». Ἤθελε νὰ πῆ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ἀνάγκη ,ἐνῶ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ ἀπὸ φιλότιμο, καὶ αὐτὸ ἔχει μεγαλύτερη ἀξία. Συνιστοῦσε μάλιστα νὰ λέμε τὸ «δόξα Σοι ὁ Θεός», ὄχι μόνον ὅταν εἴμαστε καλά, ἀλλὰ καὶ ὅταν περνᾶμε δοκιμασίες , γιατί καὶ τὶς δοκιμασίες τὶς ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς γιὰ φάρμακα τῆς ψυχῆς.
– Γέροντα, μερικὲς φορὲς , ὅταν λέω «δόξα τῷ Θεῷ», νιώθω μέσα μου ἕνα φτερούγισμα. Τί εἶναι αὐτό;
– Ἀγαλλίαση πνευματικὴ εἶναι. Τώρα, ἐπειδὴ μοῦ ἔδωσες χαρὰ ποὺ λὲς «δόξα τῷ Θεῶ», ἀπὸ τὴν χαρά μου θὰ ἀρχίσω νὰ γράφω «δόξα τῷ Θεῶ, δόξα τῷ Θεῶ», καὶ θὰ γεμίσω μία κόλλα χαρτὶ μὲ τὸ «δόξα τῷ Θεῷ». Ὁ Θεὸς νὰ σὲ ἀξιώση στὴν ἄλλη ζωὴ νὰ εἶσαι μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους ποὺ δοξολογοῦν συνέχεια τὸν Θεό. Ἀμήν».