Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

Μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου ἤ μεταξύ λογικῆς καί πίστεως

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ» 

Ὅλος ὁ κόσμος ἐπικρέμαται ἀπό τόν Δημιουργό του. Ὁ κόσμος τῶν ἔργων κρέμεται ἀπό τόν Θεό χωρίς νά τό ξέρη. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί τό ξέρουμε.

Ἀκόμη κι ἄν δέν θέλουμε, εἴμεθα κρεμασμένοι ἀπό τόν Θεό, διότι πρός διάκρισι ἀπό ὅλο τόν κόσμο τῶν κτισμάτων, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πού εἴμεθα ἀκόμη ἐδῶ μέ τό σῶμα, δέν ἔχουμε τήν ὁριστική μας κατοικία.

Εἴμεθα ἀκόμη σέ ἐργασία, πού σημαίνει ὅτι αἰσθανόμεθα τίς δυσχέρειές μας, τίς ἐπιπολαιότητές μας καί τίς ἐντάσεις μας γιά πνευματική τελειοποίησι.

Ἡ θέσις τοῦ ἀνθρώπου στήν κτίσι εἶναι μοναδική, εἴμεθα κτίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ὀντότητες πραγματικές.

Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς καταστάσεως ἀκούγεται συχνά ἡ τραγική διαπίστως: ὅτι «δέν ἔκανα τίποτε» στήν ζωή. Γίνεται αὐτή ἡ διαπίστωσις διότι δέν ἔδωσες στήν ζωή σου τήν σωστή ἔννοια καί τόν προορισμό της.

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα ἀποτέλεσμα τῆς θείας δημιουργίας.

Ἐμεῖς δέν εἴμεθα μόνο κτίσματα γιά νά ἀνήκουμε στούς νόμους τῆς ἀναγκαιότητος, ἀλλά εἴμεθα καί πνευματικές ὑπάρξεις, προικισμένες μέ συνείδησι καί συνεπῶς πηγαίνουμε στήν ἀρετή τῶν νόμων τῆς ἐλευθερίας. Ὁπότε ἀναζητοῦμε τήν ἀλήθεια, ἄρα ἀναζητοῦμε τόν Θεό.

Γιά τόν προσανατολισμό μας στόν ὁρατό κόσμο μᾶς δόθηκε ἡ πίστις καί ἕνα πρότυπο ἀνθρώπου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Στίς πόρτες τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς μας ὁ Θεός παύει νά κυριαρχεῖ καί θέλει τήν ἀγάπη μέ δική μας συγκατάθεσι. Ὁ Ἰησοῦς θέλει νά γίνεται δεκτός μέ δική μας πρωτοβουλία. Ἑπομένως, στήν ἐκπλήρωσι τοῦ στόχου ἤ τοῦ σκοποῦ μας μέσα στήν δημιουργία ὁ Θεός μᾶς περιμένει σάν κτίσματά του καί ἐμεῖς συνειδητοποιοῦμε τήν συγγένεια πού ἔχουμε μαζί Του.

Πρέπει ἐμεῖς νά πραγματοποιοῦμε μέσα μας αὐτή τήν θεία εἰκόνα: τό πρότυπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Χωρίς αὐτό τό εἶδος προτύπου ἀπό τό ὁποῖον κρέμονται ὅλες οἱ ἀποφάσεις μας γιά κάθε ἡμέρα καί στιγμή, συνίσταται ἕνας ἄνθρωπος χωρίς σκοπό, ἕνας ἄνθρωπος χωρίς τροφή μπροστά στό χάος, τό ὁποῖο ἐπιθυμεῖ νά σέ ρουφήξη στήν τραγωδία τῆς ἀνυπαρξίας, πού εἶναι μία ἀπό τίς ἐπιδιώξεις τοῦ κακοῦ στόν κόσμο.

Ὁ προσωπικός σου προορισμός περιμένει ἀπό σένα τήν ἀπόφασι  αὐτῆς τῆς μεταθέσεώς σου, στήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, μετάθεσις ἡ ὁποία γίνεται μέ ἰδανικό πρότυπο τήν ζωή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.

Ἰδού γιατί θέλουν νά σᾶς παρασύρουν: στήν πτῶσι τοῦ θρη­σκευτικοῦ μηχανισμοῦ τῆς ψυχῆς.

Ἡ ψυχή γνωρίζει τόν Πατέρα της καί τόν ἀκολουθεῖ. Ἐπειδή εἶναι ἐντός τοῦ σώματος, τό ὁποῖον συμμετέχει τοῦ κόσμου, καί ἡ ψυχή συμμετέχει τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου πιστεύοντας ὅτι μέσα σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο θά εὕρη τήν ἡσυχία της. Ἀλλά δέν τήν εὑρίσκει, γι᾿ αὐτό ὅλη ἡ ἄσκησις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ἔχει αὐτή τήν λογική: νά μήν ἀφήνη τήν ψυχή νά προσκολλᾶται δυνατά στά ὁρατά πράγματα τοῦ κόσμου, παρά μόνο στά ἀόρατα μυστήρια καί ἐνεργήματα τοῦ Θεοῦ.

Ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι Πνεῦμα, ἀγάπη καί ἀλήθεια, δέν ἠμποροῦμε νά Τόν ἰδοῦμε, δέν ὑπάρχουν ἀπεικονίσεις Του, σάν κινηματογραφικές ταινίες, γι᾿ αὐτό ἔχουμε τήν ἐντύπωσι ὅτι ἡ πίστις στόν Θεό εἶναι ἕνας κίνδυνος ἤ ἕνα στοίχημα λογικῆς.

Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ πίστις εἶναι μία συνέχεια ἀσκήσεως ζωῆς ἐν Χριστῷ, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἄλλη φύσις καί ὄχι δημιουργημένη ὕπαρξις καί ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ ζητεῖ καί ἡμᾶς καθ᾿ ὁλοκληρίαν νά ζοῦμε σ᾿ ἕνα ἄλλο τρόπο ζωῆς.

Ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ὅποιος θέλει νά τήν ἔχη - καί δέν εἶσαι ἥσυχος, μέχρι νά τήν ἀποκτήσης - ἀσκεῖται σ᾿ ὁλόκληρη τήν ὕπαρξί μας μέ ὅλες τίς ρίζες τῆς ὑπάρξεώς της. Εἴμεθα  ἀκαταμάχητοι κυνηγοί αὐτῆς τῆς μεταφυσικῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί συνεπῶς φυλαχθῆτε ἀπό τίς δυσκολίες καί ἐμπόδια πού ὀρθώνουν μπροστά σας οἱ ἄνθρωπι τοῦ κόσμου.

Ἰδού ἡ τραγικότης καί ἡ ταπείνωσις τῆς γνώσεώς μας.

Ἀπ᾿ ὅλα ὅσα εἴπαμε μέχρι τώρα θά πρέπει νά κρατήσουμε στό νοῦ μας ὅτι ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξίς μας πρέπει ν᾿ ἁγιασθῆ, γιά νά ἠμπορέση νά πλησιάση τόν Θεό. Θεωρητικοί γνῶσι τοῦ Θεοῦ ἔχουν καί οἱ δαίμονες, ἀλλά αὐτή δέν ἁγιάζει. Ὁ Θεός θέλει νά λαμβάνη μέρος στόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ψυχή μας παραμένει ἀνήσυχη μέχρις ὅτου ἀναπαυθῆ στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.

Γι᾿ αὐτό, ὅταν λείπη ἡ ἀπασχόλησίς μας γιά τήν σωτηρία τῆς ὑπάρ­ξεώς μας, αὐτό εἶναι μία αἰώνια ἀπώλεια, ἡ ὁποία κι αὐτή (ἀπώλεια) ἐξαπατᾶται μέ μία «ἀνάπαυσι».

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ  ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (1910-1989), ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μ.Δ.Γ., 2003

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου