«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά θεωρῆ ὅτι εὑρίσκεται ἀδιάκοπα μπροστά στήν Κρίσι τοῦ Θεοῦ. Οἱ ὧρες πού φεύγουν χωρίς νά σκέπτεσαι τόν Θεό, οὔτε βάζεις ἕνα καλό καί εὐλαβικό λογισμό στόν νοῦ σου, δέν ἁγιάζουν τήν ψυχή σου καί νά τίς θεωρῆς χαμένες γιά τήν σωτηρία σου. Λοιπόν, σκέψου ν᾿ ἀγαπᾶς χριστιανικά τόν χρόνο πού ἔχασες μέχρι τώρα.
Ζήτησε συγχώρησι ἀπό τόν Θεό γιά τόν χαμένο χρόνο σου καί ζῆσε στό μέλλον μέ περίσκεψι, χριστιανικά. Προσκύνησε τόν Θεό κάθε ἡμέρα καί κάθε νύκτα στήν προσευχή σου, εὐχαριστώντας Τον γιά τά περασμένα καί παρακαλῶντας Τον στό διάστημα τῆς ἡμέρας νά εὐλογῆ τό μέλλον σου.
Ἀγωνίσου κατά τήν δύναμί σου, ὅσο γίνεται περισσότερο, ἔστω καί μερικά λεπτά νά ἐνθυμῆσαι τόν Θεό ὑψώνοντας σ᾿ Αὐτόν, κατά τρόπο μυστικό μέσα στήν καρδιά σου ἕνα λογισμό εὐλαβείας, εὐχαριστίας καί ἱκεσίας.
Ἐνθυμοῦ πάντοτε τόν Θεό γιά νά σέ ἐνθυμηθῆ καί Αὐτός, ὅταν θά εὑρίσκεσαι ἰδιαίτερα σέ πτῶσι καί ἀποτυχία. Δέν θά σέ ἀφήση ὁ Θεός, ἀλλά φοβήσου ἐσύ μήν Τόν ἐγκαταλείψης κάποτε. Νά ἐπιστρέφης συχνά μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά σου πρός τόν Θεό - τήν Πηγή τῆς ζωῆς -καί θά κάνης μέ τήν βοήθειά Του καλά ἔργα καί τότε δέν θά φοβᾶσαι κανέναν καί τίποτε στόν κόσμο.
Ἐάν δέν αἰσθάνεσαι πάντοτε μέσα σου τήν ἐπιθυμία νά ἐπιτελῆς ὅ,τι εἶναι εὐάρεστον στόν Θεό, τότε εἶσαι τυφλός καί κωφός καί χωλός ἀπό χέρια καί πόδια.
Ἐγώ εἶμαι σκουλήκι καί ὄχι ἄνθρωπος. Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ κατορθώνει ὅλα τά καλά ἔργα.
Θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μόνο ὁ νόμος Του πού μᾶς ἦλθε ἐξ οὐρανοῦ, ἀλλά εἶναι καί τά καλά ἔργα πού ἔρχονται κι αὐτά ἀπό τόν οὐρανό. Ὅποιος ἐφαρμόζει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, αὐτόν τόν φυλάγει καί ὁ Θεός ἀπό κάθε κακό.
Ἡ ἀληθινή χαρά πηγάζει ἀπό τόν Θεό καί προσφέρεται μόνο σ᾿ αὐτόν πού ἀρνεῖται τό θέλημά του καί ἐφαρμόζει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα. Τί καλά θά ἦταν ἐάν ἐζούσαμε στόν κόσμο, ὄχι μέ τό θέλημά μας καί τίς ἰδέες μας, ἀλλά πάντοτε ἐρωτούσαμε τόν Κύριο, μέ τόν ἴδιο τόν λόγο Του: «Λέγε, Κύριε, πρέπει ἄραγε νά κάνω αὐτό τό ἔργο ἤ ὄχι; (Ἡσ.8,20 καί Δευτερ.12,8-22).
Ὅπου ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ὑψηλή ἀρετή, ἐνῶ, ὅπου ὑπάρχει ἀδιαφορία καί ἀθεοφοβία, ἐκεῖ ὑπάρχει συμμαχία μέ τό κακό.
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ ρίζα τῆς ἀνθρωπίνης εὐλαβείας. Τά πάθη δέν ἠμποροῦν νά νικήσουν αὐτόν πού ἔχει μέσα του τόν θεῖο φόβο. Ὅπως λειώνει ἡ φωτιά τό κερί, ἔτσι λειώνει τό ἀκάθαρτο πνεῦμα τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Φύλαττε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί δέν θά ἔχης τόν φόβο τῆς πτώσεώς σου.
Νά φοβᾶσαι τόν Θεό ὄχι σάν τιμωρό, ἀλλά ἀπό ἀγάπη. Ὅταν εἶναι παρών ὁ θεῖος φόβος, τότε δέν μᾶς φοβίζει τίποτε: οὔτε ἡ πτωχεία, οὔτε ἡ ἀσθένεια, οὔτε ἡ δουλεία, οὔτε ὁποιαδήποτε συμφορά.
Ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος, ἔτσι ὅπως Τόν ὀνομάζουμε ὅλοι, ὁπότε πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι φιλόθεος. Πῶς νά μήν ἀγαπᾶμε τόν Θεό; Μέ Αὐτόν ζοῦμε, ἀναπνέουμε καί κινούμεθα.
Ἡ ἀγάπη σου γιά τόν Θεό νά κατευθύνεται πάντοτε πρός τόν οὐρανό. Μέτρο τῆς ἀγάπης μας γιά τόν Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη, χωρίς μέτρο.
Ὁ εὐλαβής Μακάριος, μαθητής τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, πηγαίνοντας κάποτε μέ τούς ἀδελφούς του, εἶδε στόν δρόμο ἕνα παιδάκι, τό ὁποῖον εἶπε στήν μητέρα του: ἕνας πλούσιος ἄνθρωπος μέ ἀγαπᾶ, ἀλλά ἐγώ δέν ξέρω γιατί τόν μισῶ, ἐνῶ ἕνα πτωχός μέ μισεῖ καί ἐγώ τόν ἀγαπῶ! Ἀκούοντας τά λόγια αὐτά ὁ ἀββᾶς Μακάριος ἐθαύμασε καί ἔπεσε σέ συλλογισμό.
-Τί συμβαίνει μέ σένα; Τόν ἐρώτησαν οἱ Ἀδελφοί.
-Τά λόγια τά ὁποῖα ἄκουσα, τούς εἶπε, σημαίνουν τά ἑξῆς: Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι πλούσιος σέ ἔλεος καί μᾶς ἀποδεικνύει καθημερινά τήν πατρική του ἀγάπη, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ τρελλοί δέν ξέρουμε νά ἐκτιμοῦμε τά δῶρα Του. Ὁ πτωχός ἄνθρωπος πού μᾶς μισεῖ εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος μᾶς πληγώνει καί ζητεῖ σάν λιοντάρι νά μᾶς κατασπαράξη, κι ἐμεῖς οἱ τυφλοί τόν ἀγαποῦμε καί δέν ἐντρεπόμεθα νά εἴμεθα δοῦλοι του ἐνώπιόν του.
Ὅποιος ἔχει τόν νοῦ του δεμένον μέ κάτι τό ἐπίγειο, αὐτός δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό.
Ὅπως δύο ψυχές δέν ἠμποροῦν νά συνυπάρξουν στό ἴδιο σῶμα, ἔτσι καί δύο ἀγάπες -ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί πρός τόν κόσμο - δέν ἠμποροῦν νά συνυπάρξουν σέ μία ψυχή. Ἐπειδή ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς κάνει πολίτες τῆς Ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου μᾶς κάνει πολίτες τῆς Βαβυλῶνος, τῆς πόλεως ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν. Ἄς ἐρωτήσει ὁ καθένας τόν ἑαυτό του: Τί ἀγαπᾶ; Καί θά μάθη ποιᾶς πόλεως εἶναι πολίτης.
Ὁποιαδήποτε ψυχή πού ἀγαπᾶ κάτι ἄλλο περισσότερο ἀπό τόν Θεό πορνεύει. Αὐτός πού ἀγαπᾶ ἐκεῖνο πού ὁ Θεός ἀπαγορεύει, αὐτός δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό.
Τό καλλίτερο σημεῖο διά τοῦ ὁποίου φαίνεται ὅτι δέν ἀγαπᾶμε οὔτε μέ τήν ἀρχική ἀγάπη τόν Θεό εἶναι ἡ δυσκολία μας νά ὑπηρετήσουμε τόν Θεό καί ὅταν δέν θέλουμε νά ἐκπληρώσουμε τίποτε, παρά μόνο τά καθήκοντά μας πού ἔχουν σχέσι μέ τόν ἑαυτό μας. Κάποιος εἶπε στόν Ἀββᾶ Ἀγάθωνα: «Μοῦ δόθηκε ἐντολή, ἀλλά ἡ ἐκπλήρωσις της εἶναι στενά δεμένη μέ δυσκολίες· θέλω νά τήν ἐκπληρώσω, ἀλλά μέ συνέχει ὁ φόβος τῶν θλίψεων καί πειρασμῶν». Ὁ Γέροντας τοῦ ἀπήντησε: «Ἐάν εἶχες ἀγάπη, θά ἐξεπλήρωνες τήν ἐντολή καί θά νικοῦσες καί τούς πειρασμούς πού θά ἤρχοντο».
Μή μοῦ λέγης ὅτι ἀγαπᾶς τόν Θεό, διότι αὐτά εἶναι ἁπλᾶ λόγια. Δεῖξε μου τήν ἀγάπη σου μέ τό ἔργο.
Τίποτε δέν ἠμπορεῖ νά ἀντικαταστήση τήν ἔλλειψι τῆς ἀγάπης, διότι ἡ ἀγάπη κατοικεῖ μέσα σ᾿ ὅλες τίς δυσχέρειες τῆς ζωῆς.
Ἀγάπα καί θά ἐνεργῆς μέ δικαιοσύνη σέ κάθε περίπτωσι τῆς ζωῆς σου. Αὐτή ἡ πνευματική ἀρχή θά σέ διδάσκη πῶς νά ἐνεργῆς σ᾿ ὅλες τίς ἐνασχολήσεις σου.
Δέν φωτίζει τό καντήλι δίχως τό λάδι, οὔτε καί ἡ προσευχή χωρίς τήν ἀγάπη. Ὁ καπνός τοῦ θυμιάματος δέν ἀνεβαίνει ψηλά, χωρίς τό ἀναμμένο κάρβουνο, οὔτε καί ἡ προσευχή δέν ἀνεβαίνει στόν Θεό, χωρίς τήν ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τά ἐπαναφέρει ὅλα στό κέντρον γιά τήν σωτηρία καί πνευματική εὐτυχία μας.
Νά ἀποφεύγουμε τήν κακολογία, διότι εἶναι μεγάλη ἁμαρτία. Μή κατηγορῆς κανέναν, ἀλλά λέγε: «Ὁ Θεός γνωρίζει τόν καθένα μας».
Τό νά κρίνης τόν ἄλλον εἶναι μία ἀδιάντροπη ἁρπαγή τοῦ ἀξιώματος τοῦ Θεοῦ-Κριτοῦ.
Μήν ὀνειδίζης τόν πλησίον σου· ἴσως νά ξέρης μόνο τήν ἁμαρτία του, δέν ξέρεις ὅμως τήν μετάνοιά του. Δέν εἶναι τίποτε πιό βαρύ καί πιό κακό, ἀπό τήν καταδίκη τοῦ πλησίον. Νά μή κρίνουμε κανέναν γιά νά μήν εἴμεθα ἄξιοι κατακρίσεως. Ἡ γλῶσσα αὐτοῦ πού κατακρίνει εἶναι πιό πικρή καί κακή καί ἀπό τό δηλητήριο.
Στόν φίλο σου, ὁ ὁποῖος σφάλλει νά τοῦ ὑπενθυμίσης τήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὠφελεῖς καί αὐτόν, ταυτόχρονα καί τόν ἑαυτό σου. Διότι αὐτό τό ἔργο, ὅταν κοινοποιεῖται, ὠφελεῖ τούς ἄλλους, ἀλλά καί τόν ἴδιον πού τό λέγει.
Ὅταν ἰδῆς τόν πλησίον σου ν᾿ ἁμαρτάνη, στρέφου μέ τόν νοῦ σου στόν Θεό καί εἰπέ Του μέ εὐγνωμοσύνη: «Ἀλλοίμονό μου, Κύριε, ἐάν ἐσύ δέν μέ ἀνεχόσουν, ἐγώ θά ἔκανα περισσότερα κακά ἀπ᾿ αὐτόν». Ἐάν ὁ Θεός δέν ἐνισχύση τόν ἄνθρωπο, θά πέση ὁπωσδήποτε. Δέν ἠμποροῦμε νά σταθοῦμε, χωρίς τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Δέν πρέπει νά κρίνουμε κανέναν, καθώς μᾶς λέγει καί ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «Μή κρίνετε καί οὐ μή κριθῆτε· μή καταδικάζετε, καί οὐ μή καταδικασθῆτε· ἀπολύετε καί ἀπολυθήσεσθε»(Λουκ.6,37). Πρέπει νά ἀναγνωρίζουμε ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμεθα περισσότερο ἁμαρτωλοί ἀπ᾿ ὅλους τούς ἄλλους καί νά βλέπουμε τά σφάλματα τοῦ ἀδελφοῦ μας πολύ μικρότερα ἀπό τά δικά μας καί νά μή μισοῦμε αὐτόν, ἀλλά τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος τόν ἐξηπάτησε.
Μή σκέπτεσαι τό κακό γιά κανέναν. Ὅταν θά ἰδῆς ἤ θ᾿ ἀκούσης κάτι κακό γιά τόν ἀδελφό σου, τότε σφράγισε τό στόμα σου μέ τήν σιωπή καί στέναξε πρός τόν Θεό νά τόν διορθώση Ἐκεῖνος καί προσευχήσου καί γιά τόν ἑαυτό σου γιά νά μή πέσης στό ἴδιο πάθος.
Μήν ἐπιδιώκης νά μάθης τά ἔργα τῶν ἄλλων, διότι θά εὕρης καί στόν ἑαυτό σου πολλά ἀπό τά ἴδια ἔργα, τά ὁποῖα βλέπεις στόν πλησίον σου. Νά εἴμεθα προσεκτικοί στόν ἑαυτό μας καί νά μή περιγελοῦμε τόν πλησίον μας, διότι καί στόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας ὑπάρχουν πολλά, τά ὁποῖα περιγελοῦμε στά πρόσωπα τῶν ἄλλων.
Ὁ καλός ἄνθρωπος βλέπει ὅλους τούς ἀνθρώπους καλούς, ἐνῶ ὁ κακός καί πονηρός κατηγορεῖ, καταδικάζει καί κακολογεῖ ὄχι μόνο αὐτούς πού περπατοῦν στραβά, ἀλλά κι αὐτούς πού βαδίζουν τόν ἴσιο δρόμο. Ὅποιος ἔχει καθαρή καρδιά βλέπει καί πιστεύει ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι καθαροί, ἀλλά ὅποιος ἔχει καρδιά βουτηγμένη στά πάθη, δέν βλέπει κανέναν καθαρό, ἀλλά θεωρεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὁμοίους του, δηλαδή ἀκαθάρτους καί ἁμαρτωλούς.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (1910-1989), ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μ.Δ.Γ., 2003
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου