Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Ἡ φοβερή Κρίσις τοῦ Χριστοῦ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Θά ἔλθη καιρός, πού ὅλοι ἐμεῖς θά κληθοῦμε σέ ἀνοικτή ἐξέτασι ἐνώπιον ὅλου τοῦ κόσμου. Δηλαδή στό φοβερό Βῆμα τοῦ Χριστοῦ, ὅπου ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος τώρα μᾶς καλεῖ ὅλους κοντά Του, τότε θά καλέση κι αὐτούς πού δέν ἦλθαν ἐδῶ στήν πρόσκλησί Του.

Νά φοβούμεθα ἐκείνη τήν ὥρα, διότι εἶναι πράγματι πολύ φοβερά, στήν ὁποία δέν θά μᾶς προστατεύσουν οὔτε ὁ ἀδελφός, οὔτε ὁ συγγενής, οὔτε ἡ ἐξουσία, οὔτε ὁ πλοῦτος, οὔτε ἡ κοσμική δόξα. Θά εἶναι μόνο: ὁ ἄνθρωπος καί τά ἔργα του.

Τί θά εἶναι μαζί μας τήν ἡμέρα τῆς φοβερᾶς κρίσεως; Νά σκεπτώ­μεθα καί νά δουλεύουμε γι᾿ αὐτήν τήν ἡμέρα, ἀρχίζοντας ἀπό τώρα, ὅσο εἴμεθα ἀκόμη μέ τό σῶμα. Ἐάν ἡ Κρίσις τοῦ Θεοῦ εἶναι φοβερά, ἄς φοβηθοῦμε τούς ἀδελφούς μας συναμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι γίνονται ἡ αἰτία νά γίνεται ἡ κρίσις φοβερώτερη γιά ἐμᾶς. Ποῦ θά εἴμεθα τότε; Τί θά συμβῆ μ᾿ ἐμᾶς τότε, ἐάν δέν κληθοῦμε στό δεξιό μέρος τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ;

Σκέψου κάθε πρωΐ, ὅταν σηκώνεσαι ἀπό τό κρεββάτι, τί θ᾿ἀπαν­τήσης στόν Θεό γιά ὅλα τά ἔργα σου καί δέν θ᾿ ἁμαρτάνης ἐνώπιόν Του, ἀλλά ὁ θεῖος φόβος  θά εἰσέλθη μέσα σου. Κράτησε καλά στόν νοῦ σου πώς ὅ,τι κάνεις, τήν στιγμή αὐτή θά περάση στήν αἰωνιότητα, στήν Κρίσι τοῦ Θεοῦ. Κοπίασε νά κάνης τώρα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὅπως θά ἐπιθυμοῦσες νά σταθῆς στήν Κρίσι. Ἐάν σ᾿ αὐτή τήν ζωή μάχεσαι νά ἀρνηθῆς τόν ἑαυτό σου, τότε στήν Κρίσι ὁ Χριστός θά σέ ὑπολογίση μέ τούς ἰδικούς Του.

Δέν θά φθάσης στήν φοβερά Κρίσι μέ  κανένα εἶδος ἐπιγείου θησαυροῦ, ἐκτός ἀπ᾿ αὐτά πού ἔδωσες στούς πτωχούς.

Ἐάν εἴμασταν σέ μία σκοτεινή καί στενή φυλακή καί θά μᾶς ἔβγαζε κάποιος καί θά μᾶς μετέφερε σέ μιά ὁλόφωτη αἴθουσα καί ἀπό ἐκεῖ σέ μία πιό λαμπρά κατοικία, περισσότερο ἀπό τόν ἥλιο πού μᾶς φωτίζει, τότε θά ἠμπορούσαμε νά καταλάβουμε καλλίτερα αὐτούς τούς καθορισμένους τόπους ἀπ᾿ ὅπου περνᾶ ὁ ἄνθρωπος. Αὐτοί οἱ τόποι εἶναι: Ἡ κοιλία τῆς μητέρας μας, αὐτός ὁ κόσμος καί ὁ οὐρανός, ὁ ὁποῖος μᾶς περιμένει. Στήν πρώτη  κατοικία περνοῦμε μόνο ἐννέα μῆνες, σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή 60-70 χρόνια περισσότερα ἤ ὀλιγώτερα, ἐνῶ στήν τρίτη μπαίνουμε ν᾿ ἀποκτήσουμε καί νά ζήσουμε ἐκεῖ τήν αἰώνια ζωή.

Εἶναι ἀδύνατον νά κυττάζουμε μέ τό ἕνα μάτι τήν γῆ καί μέ τό ἄλλο τόν οὐρανό.

Μήν ἐλπίζης ὅτι θά καταλάβης τόν οὐρανό δωρεάν, χωρίς νά ζήσης ἐδῶ μιά ζωή ἄξια γιά τόν οὐρανό. Εἶπαν οἱ ἀδελφοί σ᾿ ἕνα μεγάλο στάρετς, ὁ ὁποῖος εἶχε περάσει ἀπό μεγάλες ἀσκήσεις: «Ἀββᾶ, σταμάτα νά ἀγωνίζεσαι μέ τόσους καί μεγάλους ἀσκητικούς κόπους, διότι ἐξαντλήθηκες σωματικά»! Καί ἐκεῖνος τούς ἀπήντησε: «Πιστεύσατέ με, Ἀδελφοί, ὅτι καί ὁ Ἀβραάμ βλέποντας τά προετοιμασμένα μεγάλα δῶρα γιά τούς Ἁγίους, πού ἐκοπίασαν γιά τόν Θεό, λυπήθηκε διότι ἀγωνί­σθηκε ὀλιγώτερο γιά τόν Θεό σ᾿ αὐτή τήν ζωή.

Ὅσοι δέν περιμένουν μέ ἐλπίδα τήν αἰώνια ζωή, εἶναι νεκροί ἀπ᾿ αὐτήν ἀκόμη τήν ζωή.

Οἱ κόποι, ἀλήθεια, εἶναι ἐνίοτε δύσκολοι ἐδῶ, ἀλλά ἡ ἀνάπαυσις, μετά ἀπ᾿ αὐτά τά παροδικά, θά εἶναι γλυκειά καί αἰώνια. Ἄς κοπιάσουμε ὀλίγο γιά νά ἀναπαυώμεθα αἰώνια. Μή ζητᾶμε ἐδῶ τήν ἀνάπαυσι, γιά νά τήν εὕρουμε αἰωνίως στόν οὐρανό. Διότι κανείς δέν θά εἰσέλθη στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐάν δέν ἔχη τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά του. Νά ἐνθυμῆσαι σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς σου τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, διότι ἡ ἀνάμνησίς της σέ ἑλκύει λίγο-λίγο σέ ἀναζήτησί της.

Βάδιζε ἐδῶ στήν γῆ, ὄχι σάν θνητός, ἀλλά σάν οὐράνιος ἄνθρωπος. Ἄς κατευθύνης τά μάτια σου κάτω, γιά τίς ἀνάγκες πού ἀντιμετωπίζεις, ἀλλά μέ τήν ψυχή σου νά ταξιδεύης πρός τά ἐπάνω!

Ἐπειδή δέν ὑποφέραμε ποτέ τά βάσανα τοῦ ἄδου, νομίζουμε ὅτι οἱ ἐπίγειες δοκιμασίες εἶναι πολύ δύσκολες. Ὅμως ἑκατό φορές εἶναι καλλίτερα νά βασανιζώμεθα ἐδῶ σ᾿ ὅλη μας τήν ζωή μέσα στήν φωτιά, παρά νά χάσουμε τήν αἰώνια μακαριότητα καί νά τιμωρούμεθα παντο­τεινά. Εἶναι φοβερό καί ν᾿ ἀκούσωμε τά αἰώνια βάσανα, πόσο μᾶλλον καί νά τά ὑπομείνουμε! Ἐάν εἶναι δύσκολο νά ὑπομείνουμε μία σπίθα φωτιᾶς πού πέφτει ἐπάνω στό χέρι μας, τί θά γίνη μέσα στή πηγή τῆς φωτιᾶς, ἡ ὁποία εἶναι ἀναμμένη διαρκῶς σέ ὅλους τούς αἰῶνες;

Ἡ φωτιά τοῦ ἄδου θά εἶναι ὁπωσδήποτε μυστική· αὐτή θά καίη μέ μία ἀνεξήγητη ἰδιότητα τά σώματα τῶν ἁμαρτωλῶν καί ταυτόχρονα θά διατηροῦνται ὁλόκληρα. Ἡ δύναμίς της ὄχι μόνο δέν θά μειώνεται, ὅπως γίνεται μέ τήν ἐπίγεια φωτιά, ἀλλά ἀντιθέτως, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἡ αἰώνια φωτιά καίει, ἀλλά δέν φωτίζει, κατατρώγει, ἀλλά δέν δαπανᾶται, βασανίζει ἀλλά δέν θανατώνει.

Μία σπίθα φλόγας τῆς κολάσεως θά εἶναι βασανιστικώτερη γιά ἕνα ἁμαρτωλό, ἀπό ὅ,τι χίλια χρόνια πόνων καί βασάνων μιᾶς γυναίκας πού γεννᾶ.

Ἄς φανταζώμεθα, ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν, τά φοβερά βάσανα τοῦ ἄδου: Τό ἀδιαπέραστο σκοτάδι, τό ὁποῖον θερμαίνει μέ τήν φλόγα καί τήν πίσσα καί μέ τά ἀκοίμητα σκουλήκια καί θά εἶναι γεμᾶτο ἀπό τόν θόρυβο τριξίματος τῶν ὀδόντων καί τούς στεναγμούς ἐκ τῶν πόνων. Τά λεπτά ἐκεῖ περνοῦν σάν τά χρόνια, ἐνῶ τά χρόνια δέν περνοῦν εὔκολα καί δέν ὑπάρχει παρά μόνο ἡ ἀρχή τῶν ὠδίνων. Θά περάσουν τόσες χιλιάδες χρόνια, ὅσο συνεχίσει νά ὑπάρχη σκόνη στόν παρόντα κόσμο καί δέν θά εἶναι παρά ἡ ἀρχή τῶν βασάνων.

Σκέψου ὅτι στόν ἄδη τά βάσανα δέν ἔχουν τέλος, ἐκεῖ οἱ ἁμαρτωλοί ὑποφέρουν ἀπό παντός εἴδους βάσανα καί αἰωνίως. Θά περάσουν ἑκατοντάδες καί χιλιάδες καί ἑκατομμύρια καί δισεκατομμύρια χρόνια βασάνων κι αὐτά θά εἶναι ἀκόμη στήν ἀρχή. Πῶς μπορεῖ κατόπιν ἕνας ἁμαρτωλός, γνωρίζοντας ὅλα αὐτά, νά συνεχίση νά ζῆ στήν ἁμαρτία;

Ἐάν ἔχουμε πέτρινη καρδιά καί ἐπιμένουμε στά κακά μας ἔργα, σταυρώνοντες τόν Ἰησοῦν, κατά τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου, γιά δεύτερη φορά, ὁ Ὁποῖος ἔχυσε τό Πανακήρατο αἷμα Του γιά χάριν μας, δέν θά εἶναι ἄραγε τά αἰώνια βάσανα τιμωρία γιά ἐμᾶς;  Πόσο θά λυπηθοῦμε στήν ὥρα τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἀπό τοῦ σώματός μας,  διότι δέν  ἐκμεταλλευθήκαμε τήν κάθε ὥρα γιά τήν ὠφέλεια καί  τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καί ἐχάσαμε, κάθε εὐκαιρία τήν ὁποία εἴχαμε γιά τήν ἐνίσχυσι στίς ἀρετές καί τήν ὁποία ἐχάσαμε ἀλλοῦ. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός, πού εἶναι ὁ μόνος Πάγκαλος καί δίκαιος Κριτής, δέν θά δεχθῆ ποτέ στήν οὐράνια Βασιλεία Του ἀνθρώπους μέ πεισματώδη καί κακότροπη θέλησι.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ  ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (1910-1989), ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μ.Δ.Γ., 2003

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου