Πρωτ. Βασιλείου Ἀ. Γεωργόπουλου
Ἀναπλ. Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
Ὁ Προτεσταντισμός καί ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Νίκαιας:
Β΄. Οἱ Μεταρρυθμισμένοι
Οἱ Μεταρρυθμισμένοι ἤ Καλβινιστές συνέταξαν ἐπίσης θεολογικά συμβολικά κείμενα, μέ ἐμφανῆ καί ἀναμφισβήτητη τήν ἐπίδραση τῆς θεολογικῆς σκέψης τοῦ Ἰωάννη Καλβίνου.1 Στά κείμενα αὐτά δέν διαφοροποιήθηκαν ἀπό τούς Λουθηρανούς ὡς πρός τήν ἀποδοχή τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Τριαδολογίας, δυστυχῶς καί αὐτός ὁ κλάδος μέ παράλληλη ἀποδοχή τῆς κακοδοξίας τοῦ Filioque.2 Φυσικά ἀκολούθησαν τήν ἴδια ἀπαράβατη ἀξιωματική ἀρχή τοῦ προτεσταντικοῦ χώρου, ὅτι γίνονται ἀποδεκτοί οἱ δογματικοί ὅροι τῶν τεσσάρων πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, γιατί εἶναι σύμφωνοι μέ τό περιεχόμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ Οἰκουμενικές σύνοδοι ἀπό μόνες τους, ὡς ἀνθρώπινες συνελεύσεις, ὑπόκεινται στήν πλάνη. Ἐξαιρεῖται μόνον ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς ὁ ἀπόλυτος καί μοναδικός κανόνας τῆς πίστης.3
Ι. Ἡ Γαλλική Ὁμολογία Πίστεως τοῦ 1559 εἶναι ἕνα δογματικό κείμενο πού ἐκφράζει τίς βασικές ἀρχές τῆς πίστης τῶν Γάλλων Προτεσταντῶν (Οὑγενότων). Συντάχθηκε μέ σκοπό νά παρουσιάσει μέ σαφήνεια τή δογματική βάση τῶν Μεταρρυθμισμένων τῆς Γαλλίας, πού βρίσκονταν ἀντιμέτωποι μέ τήν Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, ἐνῶ ἔθεσε τίς βάσεις γιά τήν περαιτέρω ἐξάπλωση τοῦ Καλβινισμοῦ στή Γαλλία. Ἡ Γαλλική Ὁμολογία Πίστεως στό ἄρθρο V ἀναφέρει σαφῶς ὅτι ἀποδέχεται τό Σύμβολο πίστεως τῆς Νίκαιας, μαζί μέ τά ἄλλα δύο ἀρχαῖα Σύμβολα Πίστεως. Ἐπίσης στό ἄρθρο VI, πού ἀφορᾶ τό μυστήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, μέ ἀποδοχή τῆς κακοδοξίας τοῦ Filioque, δηλώνεται: «ὁμολογοῦμε ὅ,τι καθιερώθηκε ἀπό τίς ἀρχαῖες συνόδους, καί ἀπεχθανόμαστε ὅλες τίς αἱρέσεις καί τίς κακοδοξίες πού ἀπέρριψαν οἱ ἅγιοι διδάσκαλοι, ὅπως ὁ Ἱλάριος, ὁ Ἀθανάσιος, ὁ Ἀμβρόσιος καί ὁ Κύριλλος».4
ΙΙ. Ἡ Βελγική Ὁμολογία Πίστεως τοῦ 1561 εἶναι ἄλλη μία σημαντική Ὁμολογία πίστεως τῶν Μεταρρυθμισμένων, πού ἐπίσης ἐκφράζει βασικές θεολογικές καλβινικές θέσεις. Γράφηκε σέ μία ἐποχή ἔντονων θρησκευτικῶν ἀντιπαραθέσεων στίς Κάτω Χῶρες, ὅπου οἱ Προτεστάντες βρίσκονταν ἀντιμέτωποι, ἐκτός ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, καί μέ διωγμούς ἀπό τίς ἱσπανικές πολιτικές ἀρχές. Ἔγινε ἡ ἐπίσημη Ὁμολογία πίστεως τῶν Μεταρρυθμισμένων Ἐκκλησιῶν στίς Κάτω Χῶρες καί ἐπικυρώθηκε ἀπό τή Σύνοδο τῆς Δορτρέχτης τό 1618-1619.
Ἀπό τή Βελγική Ὁμολογία Πίστεως ἀξίζει νά παραθέσουμε τό ἀκόλουθο ἀντιπροσωπευτικό ἀπόσπασμα ἀπό τό ἄρθρο ΙΧ: «Αὐτή ἡ διδασκαλία γιά τήν Ἁγία Τριάδα πάντα ὑπερασπίστηκε καί διατηρήθηκε ἀπό τήν ἀληθινή Ἐκκλησία ἀπό τήν ἐποχή τῶν ἀποστόλων μέχρι σήμερα, ἐνάντια στούς Ἰουδαίους, τούς Μωαμεθανούς καί ὁρισμένους ψευδοχριστιανούς καί αἱρετικούς, ὅπως ὁ Μαρκίων, ὁ Μάνης, ὁ Πραξέας, ὁ Σαβέλλιος, ὁ Σαμοσατέας, ὁ Ἄρειος καί παρόμοιοι, πού δίκαια καταδικάστηκαν ἀπό τούς ὀρθόδοξους πατέρες».
Καί συμπληρώνεται ὅτι ἀποδέχονται πρόθυμα τά τρία σύμβολα: «τῶν Ἀποστόλων, τῆς Νίκαιας καί τοῦ Ἀθανασίου, ὁμοίως αὐτό πού ἀποφασίστηκε ἀπό τούς ἀρχαίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γι᾽ αὐτό τό δόγμα μέ τήν ἔννοια αὐτῶν τῶν συμβόλων».5
ΙΙΙ. Ἡ Δεύτερη Ἑλβετική Ὁμολογία Πίστεως τοῦ 1566 εἶναι μία ἀπό τίς σημαντικότερες Ὁμολογίες πίστεως τῆς Μεταρρύθμισης. Μαζί μέ τήν Κατήχηση τῆς Χαϊδελβέργης ἐκφράζουν τή θεολογία τῶν Μεταρρυθμισμένων μέ αὐξημένο κῦρος. Ἀποτέλεσε ἐπίσημο κείμενο πίστης γιά πολλές Μεταρρυθμισμένες Ἐκκλησίες στόν εὐρύτερο εὐρωπαϊκό χῶρο. Ἡ Δεύτερη Ἑλβετική Ὁμολογία εἶναι ἐκτενέστερη ἀπό τίς ἄλλες. Λόγῳ τῆς σαφήνειας, τῆς θεολογικῆς της ἀκρίβειας, τῆς καθαρότητας καί τῆς συνοχῆς της παραμένει διαχρονικά ἕνα ἀπό τά βασικά δογματικά κείμενα τῶν Μεταρρυθμισμένων. Στό ἄρθρο ΙΙΙ τῆς ἐν λόγῳ Ὁμολογίας πού ἀναφέρεται στήν Ἁγία Τριάδα, ἀπορρίπτονται ὀνομαστικά ἀρχαῖοι ἀντιτριαδικοί αἱρετικοί, τοῦ Ἀρείου συμπεριλαμβανομένου. Στήν ἴδια συνάφεια στό ἄρθρο ΧΙ, πού ἀφορᾶ τή Χριστολογία, δηλώνεται μία ἀκόμη φόρα ὅτι καταδικάζονται «ἡ ἄθεος διδασκαλία τοῦ Ἀρείου καί ὅλων τῶν Ἀρειανῶν».
Ἀξίζει νά ἐπισημάνουμε ἐν
προκειμένῳ ὅτι στό ἴδιο ἄρθρο γίνεται ρητή καταδίκη τοῦ μεγαλύτερου
ἀντιτριαδικοῦ αἱρετικοῦ τοῦ 16ου αἰ., τοῦ Ἱσπανοῦ Μιχαήλ Σερβέτου, μέ τήν ἐπισήμανση ὅτι, μέσῳ τοῦ Μ. Σερβέτου, «οἱ δοξασίες τοῦ Ἀρείου κατά τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀνασύρθηκαν ἀπό τόν Σατανᾶ ἀπό τήν κόλαση καί διαδίδονται μέ ἀναίδεια καί ἀσέβεια». Στό ἴδιο ἄρθρο, τέλος, δηλώνεται ἡ ἀποδοχή τῶν τεσσάρων πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, γιατί ἡ θεολογική τους διδασκαλία εἶναι σύμφωνη μέ τήν Ἁγία Γραφή.
Παραλλήλως, γίνεται ὀνομαστική ἀναφορά στήν ἀποδοχή τοῦ λεγομένου
Ἀθανασιανοῦ Συμβόλου πίστεως καί τῶν ἄλλων πού συμφωνοῦν μαζί του, στήν
ὑπεράσπιση τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας σχετικά μέ τό πρόσωπο τοῦ
Χριστοῦ.6
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. 1. R. Seeberg, Grundriβ der Dog mengeschichte, σ. 155. 2. J. Rohls, Theologie reform iertrer Bekenntnisschriften, σ. 57-64. 3. Αὐτ., σ. 51-53. 4. P. Jacobs, Reformierte Bekenntnisschriften, σ. 112. 5. Αὐτ., σ. 158. 6. Αὐτ., σ. 181, 195, 198.
ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ Μάρτιος – Ἀπρίλιος 2025