
Κωφίδης Ευάγγελος
Πρὸς Ἐλπίδα καὶ Στήριξιν τῶν Πιστῶν
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές,
Ὁ Κύριος μᾶς προείπε: «Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς μεθ᾿ ὑμῶν ἐστι… ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς» (Ἰω. 12:35-36). Στὴν ἐποχὴ μας, ποὺ ἡ σκοτία τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς ὑλιστικῆς τρέλας, καὶ τῆς πνευματικῆς τυφλότητος φαίνεται νὰ κυριαρχεῖ, καλούμαστε νὰ σταθοῦμε ἀκλόνητοι στὴ φλόγα τῆς πίστεως. Ὁ κόσμος, ὅπως καὶ στὶς ἡμέρες τοῦ Ἡσαΐα, «ἠδυνάτησε νὰ πιστεύσει» (Ἰω. 12:37 : Τοσαῦτα δὲ αὐτοῦ σημεῖα πεποιηκότος ἔμπροσθεν αὐτῶν οὐκ ἐπίστευον εἰς αὐτόν), γιατὶ ἐπιλέγει νὰ προσκυνήσει χρυσοὺς μόσχους — εἴτε εἶναι ἡ δύναμη τῶν στρατῶν, ἡ λατρεία τοῦ πλούτου, ἢ ἡ ὑποκρισία τῶν ψευδοποιμένων.
Ὁ Πειρασμὸς τῆς Ἰσχύος καὶ ἡ Προδοσία τῶν Ἀρχόντων
Ὁ Κύριος μᾶς προεῖπε: «Ἔσται καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιοῦς διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσιν διδασκάλους» (Β΄ Τιμ. 4:3). Σήμερα, ἡμέρα πένθους καὶ προβληματισμοῦ, βλέπουμε αὐτοὺς τοὺς καιροὺς νὰ ἐκπληρώνονται μὲ τραγικὴ ἀκρίβεια. Ὁ νέος Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, ποὺ ὁρκίσθηκε ἐπὶ τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου, καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ποὺ τὸν ἐχειροτόνησε, ἀμφότεροι προσκυνοῦν τὸ χρυσὸ μόσχο τῆς πολιτικῆς ὀρθότητας, καταπατοῦντας τὶς Εὐαγγελικὲς ἀρχὲς ποὺ δῆθεν ὁρκίστηκαν νὰ διαφυλάξουν.
Ὁ Χρυσὸς Μόσχος τῆς Σύγχρονης Ἀποστασίας
Ὅπως ὁ Ἀαρών σφυρηλάτησε τὸν μόσχο στὴν ἔρημο, ἔτσι καὶ σήμερα οἱ ἄρχοντες σφυρηλατοῦν νέους νόμους ποὺ βεβηλώνουν τὸν γάμο καὶ τὴν οἰκογένεια, μετατρέποντας τὸ δῶρο τῆς ζωῆς σὲ «ἔκτρωμα» ἀντιχριστιανικῆς ἰδεολογίας. Ὁ Πρόεδρος, ποὺ ὑπερασπίσθηκε τὸν «γάμο» ὁμόφυλων καὶ τὴν υἱοθεσία παιδιῶν ἀπὸ ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, καὶ ἡ προκάτοχός του, ποὺ ἐπίσημα γιόρτασε αὐτὸ τὸ βδέλυγμα, εἶναι οἱ νέοι προφῆτες τοῦ Βάαλ. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ τελευταία πράξη τῆς προκατόχου ἦταν νὰ ἀπαγγείλει τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως στὸν Καθεδρικὸ Ναό — μιὰ βλάσφημη προσποίηση, καθὼς τὸ ἴδιο στόμα ποὺ δοξολογεῖ τὸν Χριστὸ εὐωδιᾶται ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῆς ἀνομίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θὰ τοὺς ἔλεγε: «Τί κοινὸν φῶς πρὸς σκότος; Πῶς συμφωνήσει Χριστὸς πρὸς τὸν Βελίαλ;» (Β΄ Κορ. 6:15). Ἡ συμμαχία ἀνάμεσα στὴν κρατικὴ ἐξουσία καὶ στήν κρατική εκκλησία ποὺ σιωποῦν ἢ εὐλογοῦν τὰ ἀνοσιουργήματα, εἶναι ὁ σατανικὸς χορὸς ποὺ χορεύει γύρω ἀπὸ τὸν μόσχο τῆς ἀπιστίας.
Ὁ Προδομένος Ὅρκος καὶ ἡ Σιωπὴ τῆς Ἐκκλησίας
Ὁ ὅρκος ἐπὶ τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι σύμφωνο μὲ τὸν Θεό, ὄχι θεατρικὴ πράξη. Ὁ Κύριος προειδοποίησε: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10:34). Ἐνῶ οἱ ἄρχοντες προσποιοῦνται ὅτι «προστατεύουν» τοὺς ἀδύνατους, ἀδημονοῦν τὰ ἀδύνατα πνεύματα τῶν ἀθώων παιδιῶν, κατακρίνοντας αὐτοὺς σὲ μία ζωὴ χωρὶς μητέρα ἢ πατέρα.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ἀντὶ νὰ σταθεῖ ὡς νέος Ἠλίας καὶ νὰ φωνάξει «ἕως πότε χωλαίνετε ἐπ’ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις;» ( Γ’ Βασ. 18:21), προτιμᾶ τὴν σιωπὴ τῆς συνεργασίας μὲ τὰ πνεύματα τοῦ αἰῶνος τούτου.
Ὅπως ὁ λαὸς στὴν ἔρημο ἐγύρισε στὸν μόσχο τοῦ Ἀαρών, ἔτσι καὶ σήμερα οἱ ἄρχοντες λατρεύουν τὰ εἴδωλα τῆς ὑλιστικῆς ὑπερηφάνειας. Ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁ θεωρῶν ἐμὲ θεωρεῖ τὸν πέμψαντά με» (Ἰω. 12:45), ἀλλὰ αὐτοὶ ἐπιλέγουν νὰ θεωροῦν μόνο τὰ ὁρατά: «την πρωτοκαθεδρία, τὰ χρήματα την δόξα». Ἡ καρδιὰ τους πεπώρωκεν (Ἰω. 12:40), γιατὶ «ἠγάπησαν τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων μᾶλλον ἤπερ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 12:43). Ὁ Γέρων Παΐσιος προείδε: «Ἄν οἱ ποιμένες δειλιάσουν, ὁ λαὸς θὰ πάρῃ τὸ σταυρό». Ἡ σημερινὴ πτώση τῶν Ἀρχόντων —καὶ ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικῶν— εἶναι ἡ πτώση τῶν Φαρισαίων ποὺ φοβοῦνταν νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστό, μήπως «ἀποσυνάγωγοι γένωνται» (Ἰω. 12:42).
Ὁ Χρυσὸς Μόσχος καὶ ἡ Πνευματικὴ Ἀναισθησία
Ἡ σύγχρονη πνευματικὴ πτώση τῶν ποιμένων, ποὺ «φλερτάρουν» με τὴν ψευδο-ἀγάπη ποὺ «δὲν κρίνει», εἶναι ἡ ἴδια μὲ τὴν πλάνη τοῦ λαοῦ στὴν ἔρημο. Ὅπως τότε ὁ Ἀαρών, ἀντὶ νὰ ὁδηγήσει στὸν Θεό, δημιούργησε εἴδωλο «σύμβολο ἑνότητας», ἔτσι καὶ σήμερα κάποιοι ποιμένες, τυφλωμένοι ἀπὸ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων, κτίζουν χρυσοὺς μόσχους διαλόγων ποὺ θυσιάζουν τὴν ἀλήθεια στὰ βωμολόχια τῆς πολιτικῆς καλῆς συνύπαρξης. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς προεῖπε: «Θὰ ἔρθουν καιροὶ ποὺ οἱ ἱερεῖς θὰ γίνουν λύκοι, καὶ ὁ λαὸς θὰ κλαῖγει γιὰ νὰ εὕρει ἕναν ἅγιο».
Ἡ ρητορικὴ «ἀγαπῶμε ὅλον τὸν κόσμο» χωρὶς ζῆλο γιὰ τὴν πίστη και την ἀλήθεια εἶναι δηλητήριο. Ὁ Κύριος εἶπε: «ἦλθα βαλεῖν πῦρ ἐπὶ τὴν γῆν» (Λουκ. 12:49), ὄχι νὰ κηρύξει ψευδο-εἰρήνη μὲ τοὺς φονιάδες τῆς ψυχῆς. Οἱ σημερινοὶ ποιμένες, ὅμως, μιμοῦνται τοὺς Λαοδικεῖς ποὺ «οὔτε ψυχροὶ οὔτε ζεστοί» ἦσαν (Ἀποκ. 3:16), προτιμῶντας νὰ «ἀγκαλιάζουν» τους ἄρχοντες παρὰ νὰ ὁμολογοῦν τὸν Σταυρό. Ὁ Γέρων Παΐσιος ἔκλαιγε: «Ὅταν οἱ κληρικοὶ φοβοῦνται νὰ ποῦν τὴν ἀλήθεια, ὁ σατανᾶς γελᾷ».
Ἡ συνέπεια; Ὁ πιστὸς αἰσθάνεται ἀτιμασμένος, σὰν πρόβατο χωρὶς ποιμένα. Οἱ ποιμένες, ἀφοσιωμένοι στὰ «δικά τους σχέδια» — συνεδρίων, διακηρύξεων, καὶ ψηφοθηριῶν πολιτικῶν — ξεχνοῦν ὅτι ἡ πίστη «ἐσταυρώθη γιὰ νὰ ζήσει», ὄχι γιὰ νὰ διαπραγματεύεται. Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητὴς θὰ τοὺς ρώταγε: «Ἂν ἡ ἀλήθεια σὲ πονέσει, ποιὸς σὲ γιάτρεψε;».
Ἡ Φωτιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας: Ὑπομονὴ καὶ Μαρτυρία
Ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ἁγία καὶ Ὀρθόδοξος, δέν εἶναι «ἕνα καΐκι» ποὺ κυβερνιέται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι «τὸ σκάφος τοῦ Χριστοῦ», ποὺ πλέει μὲς στὶς ἀνησυχίες τῆς ἱστορίας, ὁδηγούμενο ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας. Ὅπως ὁ Κύριος εἶπε: «Ἐγὼ φῶς εἰς τὸν κόσμον ἐλήλυθα» (Ἰω. 12:46), ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία παραμένει ἡ μόνη φλόγα ποὺ μπορεῖ νὰ φωτίσει τὴν ἀνθρώπινη ἀβύθιστη σκοτεινιά.
Ὁ Γέρων Παΐσιος μᾶς ὑπενθυμίζει: «Ἡ παρουσία τῶν Χριστιανῶν εἶναι ὁμολογία πίστεως». Ναί, οἱ πιστοὶ καλοῦνται νὰ «διορθώνουν τοὺς ἱερεῖς», ἀλλὰ μὲ ταπείνωση καὶ ἀγάπη, ὄχι μὲ πείσμα. Νὰ θυμοῦνται: Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μητέρα ποὺ γεννᾷ Ἁγίους, ὄχι οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὴν διαχειρίζονται. Ὅπως στὴν ἔρημο, ἔτσι καὶ σήμερα, ὁ Θεὸς δοκιμάζει τὴν πίστη μας: «Ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς»
Ὁ Λαὸς τῶν Μαρτύρων Δὲν Παραιτεῖται
Ἀδελφοί, μὴ διστάζουμε. Ὁ κόσμος μπορεῖ νὰ μᾶς κοροϊδεύει σὰν «σκοταδιστές» ἢ «θρησκολήπτους», ἀλλὰ ἡ δόξα τῶν πονηρῶν «ἐσβέσθη» (Ψαλμ. 111:10). Ἡ πράξη τοῦ βουλευτῆ Νίκου Παπαδόπουλου, ἡ κραυγὴ τῶν πιστῶν ποὺ ἀπαιτοῦν νὰ κατεβοῦν οἱ βλάσφημοι πίνακες, καὶ ἡ θυσία τῶν ταπεινῶν ποὺ προσεύχονται στὶς σκοτεινὲς ὧρες, εἶναι οἱ σπινθῆρες τοῦ φωτός. Ὅπως οἱ Μάρτυρες, ἔτσι καὶ ἐμεῖς καλούμαστε νὰ «ἀγωνισθοῦμε ὑπὲρ τῆς πίστεως» (Ἰούδας 1:3), νὰ στεκόμαστε δίπλα στὴν Ἐκκλησία, καὶ νὰ μὴ δίνουμε τροφὴ στὰ τέρατα τῆς δυσφήμησης.
Ἀδελφοί, μὴ ἀπελπίζεσθε. Ὁ Θεὸς ἀνασταίνει Πνευματικοὺς Ὁσίους καὶ σήμερα, κρυμμένους στὰ βουνά, στὶς φυλακές, καὶ στὶς σιωπηλὲς προσευχὲς τῶν χηρῶν. Ὅπως στὶς ἡμέρες τοῦ Ἠλία, «ἑπτακισχίλιοι» μένουν πιστοί (Βασ. 19:18). Ἡ Ἐκκλησία δὲν πεθαίνει· κοιμᾶται, καὶ θὰ ξυπνήσει μὲ τὴ φωνὴ τῶν νέων ὁμολογητῶν.
Συνεχίζουμε, λοιπόν, νὰ κρατοῦμε τὸ φῶς:
– Νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ποιμένες, ἵνα «ἀνοίξουν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν καρδιῶν τους» (Ἐφεσ. 1:18).
– Νὰ ἀρνούμαστε κάθε «χρυσὸ μόσχο» οἰκουμενικῆς ἀπάτης, θυμωμένοι μὲ ζῆλο, «καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐζήλωσεν» (Ιω. 2:17).
– Νὰ μνημονεύουμε: «Ἡ πίστη μας νίκησε τὸν κόσμο» (Α Ἰω. 5:4) ὅτι πᾶν τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Θεοῦ νικᾷ τὸν κόσμον· καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν.). Ἂν οἱ ποιμένες διστάσουν, ἐμεῖς — ὁ λαός — θὰ κρατήσουμε ἀσβεστη τὴν φλόγα.
Νὰ θυμόμαστε: «Ὁ Θεὸς εἶναι μὲ ἐκείνους ποὺ τὸν φοβοῦνται» (Ψαλμ.
33:18). Ἂν οἱ ἄρχοντες τῆς γῆς παραμερίσουν τὸ φῶς, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
θὰ ἀνθήσει ἀπὸ τὰ δάκρυα τῶν ταπεινῶν. Ἄς μὴ ντρεπόμαστε νὰ ζητήσουμε
τὸ φῶς, νὰ προσκυνήσουμε τὴν Ἁγία Τριάδα, καὶ νὰ φωνάξουμε μὲ παρρησία: «Δόξα Σοι, ὁ Θεός, δόξα Σοι!»
Μετὰ εὐλαβείας καὶ ἐλπίδας,
† Ὑπηρέτης τῶν Δούλων τοῦ Θεοῦ τῆς Ἀληθείας
Κωφίδης Ευάγγελος
—
Ψαλμικὴ Ἐπισφράγιση:
«Κύριε, τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου ἐσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς· ἔδωκας εὐφροσύνην τῇ καρδίᾳ μου» (Ψαλμ. 4:7-8).