Τετάρτη 12 Μαρτίου 2025

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΗΜΕΡΙΔΑΣ ΠΕΡΙ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ ΚΑΝΟΝΑ

Photo 19

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΙΔΑΣ ΠΟΥ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ Η ΕΣΤΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΙΣ 01.02.25 ΣΤΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ OTEACADEMY ME ΘΕΜΑ:
ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ: ΟΡΟΣ ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Στὸ πλαίσιο τῶν ἀποφάσεων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἡ ἐπιτευχθεῖσα ἑνότης στὴν Πίστη σφραγίσθηκε μὲ τὴν ἀπόφαση τοῦ καθορισμοῦ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ὑπὸ τῶν ὀρθοδόξων. Ἡ Ἐκκλησία ἔδωσε πρωταρχικὴ σημασία στὴ λειτουργικὴ ἑνότητα. Γι’αὐτὸ καὶ τὴ σχετικὴ της ἀπόφαση, ὅπως φαίνεται στὸν Α΄Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου τὴν ἐξύψωσε σὲ «Ὅρο» ποὺ ἐξισώνεται σὲ ἀξία μὲ τοὺς Ὅρους τῆς πίστεως. Ἔτσι καθόρισε νὰ συνεορτάζουν οἱ Ὀρθόδοξοι σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση τὸ Πάσχα τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, φροντίζοντας ἔτσι νὰ μὴν συμπίπτει αὐτὸ μὲ τὸ πάσχα τῶν Ἑβραίων. Ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ θέτει ὡς κριτήριο γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα τὸ ἀσυνταύτιστο τοῦ χριστιανικοῦ μὲ τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα. Τὸ νὰ μὴν ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ τὸ ‘ἐν μιᾷ καὶ τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τὴν ἁγίαν ἑορτὴν’ νὰ τελοῦμε, τὸ μὲν πρῶτο διασφαλίζει τὴν ἀκεραιότητα καὶ διαφοροποίηση τοῦ χριστιανικοῦ Πάσχα ἀπὸ τὸ Ἰουδαϊκὸ ὡς ἔκφραση πίστης, ἐνῶ τὸ δεύτερο τὴ λειτουργικὴ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν – χριστιανῶν διὰ μέσου τῆς ἀπὸ κοινοῦ τελέσεως τῆς ἑορτῆς τοῦ λαμπροφόρου Ἀναστάσεως ‘ἐν τῇ αὐτῇ ἡμέρα’.

Ἐξ ἄλλου ἡ Ἐκκλησία, ὅπως ἐπιτυχῶς ἐγράφη (π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος), φροντίζοντας γιὰ τὴν ἐν τῇ ὀρθοδόξῳ πίστει ἑνότητά της «οὐδέποτε διενοήθη νὰ προέλθῃ εἰς συνεννοήσεις» μετὰ τῶν αἱρετικῶν «πρὸς θέσπισιν κοινοῦ ἑορτασμοῦ εἴτε τοῦ Πάσχα εἴτε οἱασδήποτε ἄλλης ἑορτῆς». Ἔτσι ἀπομακρύνεται τὸ ἐνδεχόμενο θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. «Τὸν Ὅρο» αὐτὸν «τῆς ἁγίας αὐτῆς καὶ μεγάλης συνόδου…περὶ τῆς ἁγίας ἑορτῆς τοῦ Πάσχα» ποὺ ἀποφασίστηκε κατὰ τὴν Α’Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἕως καὶ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν ἁγιορείτη τὸν τήρησαν ἐπακριβῶς. Ἀκολούθησαν τὴν δογματικὴ συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀγνόησαν πλήρως τὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας. Ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος «καὶ αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, ὅπου μετὰ τὴν πρώτην ἔγιναν καὶ οἱ λοιποὶ Πατέρες, ἔβλεπον ναὶ καὶ αὐτοὶ …πῶς ἐκατέβη πολὺ ἡ ἰσημερία · ἀλλ΄ὅμως δὲν ἠθέλησαν νὰ τὴν μεταθέσουν ἀπὸ τὴν κα’ Μαρτίου, ὅπου τὴν ηὖρεν ἡ Α' Σύνοδος, προτιμῶντες περισσότερον τὴν συμφωνίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἕνωσιν ἀπὸ τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἰσημερίας» (Πηδάλιον σ…).

Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τοῦ λεγομένου Πανορθοδόξου Συνεδρίου στὴν Κωνσταντινούπολη (1923) μαζὶ μὲ τὴν καθιερωθεῖσα ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ὅπου διασπᾶται ἡ λειτουργικὴ-ἑορτολογικὴ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων τίθεται πλέον ἀνοικτὰ καὶ τό θέμα συνεορτασμοῦ μὲ τὶς αἱρετικὲς ὁμολογίες. Ἔτσι δὲν πρέπει νὰ ὑποτιμοῦμε τὸν λεπτομερῆ καθορισμὸ τῆς ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ὡς ἀσχολούμενο δῆθεν μόνο μὲ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ συγκεκριμένες ἡμερομηνίες. Κι αὐτὸ διότι  ἡ ἐνδεχομένη παράβαση τοῦ Πασχαλίου Κανόνος ἀπολήγει σὲ δύο κακὰ. Συνεορτασμὸ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καἲ διάσπαση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος

Προβάλλεται σήμερα ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ὁ συνεορτασμὸς τοῦ Πάσχα μεταξύ Ὀρθοδόξων καὶ τῆς «δυτικῆς χριστιανοσύνης» ὡς ἔνδειξη ἀγάπης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς κάθε χριστιανό. Παραγνωρίζεται ὅμως μιὰ βασικὴ προϋπόθεση γιὰ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ:  ἡ κοινὴ πίστη.  Ἡ ἀπὸ κοινοῦ τέλεση τῆς Θείας λατρείας ἐκφράζει καὶ σφυρηλατεῖ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑδράζεται στὴν κοινὴ πίστη, στὸ αὐτὸ φρόνημα τῶν πιστευόντων. Ἡ Δύση μὲ τὴν ὑπεροψία της δημιούργησε μιὰ θεολογία βασισμένη στὸν ὀρθολογισμὀ καὶ στὴν  περιφρόνηση πρὸς τὴν ἀποκεκαλυμμένη θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἐν προκειμένω ὑπάρχει πλήρης διάσταση μεταξύ ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν – προτεσταντῶν στό κορυφαῖο θέμα τῆς σωτηρίας ποὺ μᾶς χαρίσθηκε διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Παπικοὶ καὶ προτεστάντες πιστεύουν ὅτι μὲ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὶς ἁμαρτίες του προσεβλήθη ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι γιὰ νὰ συγχωρηθεῖ καὶ νὰ δικαιωθεῖ ὁ ἄνθρωπος χρειάστηκε νὰ πεθάνει στὸν Σταυρό ὁ Ὑἱὀς Του ὥστε νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἡ δικαιοσύνη Του καὶ νὰ δοθεῖ στὴν ἀνθρώπινη φύση ἡ λύτρωση ἀπὸ τὸν θάνατο. Πρόκειται γιὰ μιὰ λογικὴ κατασκευὴ ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὴν ἀπόδοση ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Ἀντιθέτως στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τῶν ἐν ἁγίῳ Πνεύματι θεολογούντων Πατέρων φανερώνεται ἡ ἀλήθεια τῆς σωτηρίας ὡς δῶρο τῆς θείας ἀγάπης, ὡς ὐπέρλογο μυστήριο ὅπου διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως θεραπεύεται καὶ ἀνακαινίζεται ἐν Χριστῷ καὶ τῇ Ἐκκλησίᾳ ἡ φθαρεῖσα ἀνθρωπίνη φύσις.  Καὶ οἱ δύο ἄκρως ἀντίθετες διδασκαλίες  ἐμφανίζονται μὲ ἐνάργεια στὶς ἀπεικονίσεις τῶν γεγονότων τῆς Σταυρώσεως καὶ τῆς Ἀναστάσεως ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ τοὺς παπικοὺς ἀντιστοίχως.         Ἀδύνατος λοιπὸν ὁ κοινὸς μὲ τὴν αἱρετικὴ Δύση ἑορτασμὸς καὶ ἀπαραίτητη ἡ διαφύλαξη τοῦ Ὅρου τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.  Ὑποταγμένος στὸν ὀρθολογισμό του ὁ Παπισμὸς διόρθωσε ἀστρονομικῶς τὴν ἰσημερία, ἀλλὰ συνεορτάζει πολλὲς φορὲς τὸ Πάσχα μὲ τοὺς Ἰουδαίους, ἐνῶ τὸ μὴ συνεορτάζειν μετὰ Ἰουδαίων ἦταν ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ἀκριβῆ καθορισμὸ τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα.

Συμπερασματικῶς ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, κρατεῖ μὲ εὐλάβεια τὸν Ὅρο τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπὸ τῆς θεσπίσεώς του ὥς σήμερα καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν δύναται καὶ δὲν ἐπιθυμεῖ συνεορτασμὸ τοῦ Πάσχα, οὔτε μὲ τοὺς Ἰουδαίους οὔτε μὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Ἀκολουθεῖ τὸν Ὅρο τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ποὺ ὁρίζει ὅτι  «ἁπάσας τὰς ἐκκλησιαστικὰς ἐγγράφως ἢ ἀγράφως τεθεσπισμένας ἡμῖν παραδόσεις ἀκαινοτομήτους φυλάττομεν». Ὅπως εἰπώθηκε «ὁ Πασχάλιος Κανὼν δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ἀλλαγῆ διότι αὐτὸ ἀποτελεῖ βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῆς θεοπνευστίας τῆς Ἐκκλησίας». 

 Τό μέλημα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐξασφάλιση τῆς λειτουργικῆς της ἑνότητος  καὶ τῆς ἀδιασπάστου κοινωνίας τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.   Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἔνδειξη ἀγάπης τῆς Ἐκκλησίας πρὸς κάθε ἄνθρωπο εἶναι ἡ διὰ παντὸς μέσου φανέρωση τῆς Ἀληθείας, τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ὅπως μᾶς παραδόθηκε ἀπὸ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ διὰ τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων.  Ἀπέναντι στὸ λεγόμενο «σκάνδαλο» τοῦ «διῃρημένου χριστιανικοῦ κόσμου» ποὺ προβάλλουν οἱ οἰκουμενιστὲς γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὸν κοινό ἑορτασμὸ μὲ τήν πανσπερμία τῶν αἱρέσεων, ἀντιπαραβάλλουμε τὸ πραγματικὸ  σκάνδαλο τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Διότι σὲ περίπτωση τοῦ ἀπευκταίου συνεορτασμοῦ, ὅπως ἔγραφε ὁ ἅγιος Φιλόθεος τῆς Πάρου  θὰ ἀκολουθήσει «σύγχυσις, ταραχὴ, διαμάχες, φιλονεικίες, ἔχθρες, μίση καὶ τὰ λοιπὰ εἴδη τῆς κακίας, δι’ἅ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ».

Ἐπιθυμοῦμε καὶ ἐλπίζουμε ὅτι μὲ τὴν κραταιὰ παρέμβαση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μόνο μετὰ πασῶν τῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν θὰ ἑορτάσουμε τὰ 1700 χρόνια ἀπὸ τὴν σὐγκληση τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐκφράζοντας τὴν εὐγνωμοσύνη μας καὶ ἀπονέμοντας ἀληθινὴ τιμὴ στοὺς θεοφόρους Πατέρες της οἱ ὁποῖοι καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη ἐκράτυναν καὶ τήν ὀρθόδοξη λατρεία διὰ τοῦ Πασχαλίου Κανόνος χάρισαν ὡς ἑνοποιὸ κρῖκο τοῦ Σώματος τῆς μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.