«Ἐγὼ ὅμως ὅσο αὐτοὶ μὲ ἐνοχλοῦσαν φοροῦσα τὸν τρίχινο σάκο τοῦ πένθους καὶ ζητοῦσα τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ γι΄ αὐτοὺς. Μὲ ἀσιτία, ταπείνωσα τὴν ψυχή μου... τόσο πολὺ ταπεινωνόμουνα καὶ παρουσιαζόμουνα σὲ αὐτοὺς συντετριμμένος».
(Ψαλμ. λδ΄13)
Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι συνεχὴς προσευχὴ μὲ δάκρυα καὶ πόνο. Αὐτή, καθὼς πάντοτε ζητᾶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἔχει ἀνόητα θάρρος στὴ δική του δύναμη καὶ σοφία, οὔτε νὰ φέρεται ἀλαζονικὰ ἀπέναντι σὲ ἄλλον, ποὺ καὶ τὰ δυὸ εἶναι φοβερὲς ἀρρώστιες τοῦ πάθους τῆς ὑπερηφάνειας.
Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ