Σάββατο 29 Μαρτίου 2025

Τεκνα οργης και καταρας

π. Αυγουστινος Κ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2663
Κυριακὴ Δ΄ Νηστειῶν
30 Μαρτίου 2025

«Ἦμεν τέκνα φύσει ὀργῆς» (Ἐφ. 2,3), «κατάρας τέκνα!» (Β΄ Πέτρ. 2,14)

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Τετάρτη (Δ΄) Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν. Λίγο ἀκόμη καὶ μπαίνουμε στὴ Μεγάλη Ἑ­βδομάδα, ν᾽ ἀκούσουμε τὸ «Ἐκ νυκτὸς ὀρ­θρίζει τὸ πνεῦ­μά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, δι­ότι φῶς τὰ προσ­τά­­γμα­τά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9). Θὰ ἑορτάσουμε τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου καὶ θὰ πανηγυρίσουμε τὴν δοξασμένη ἀνάστασί του.

Εἴμαστε ὅμως ἄξιοι καὶ ἕτοιμοι γι᾽ αὐτά; Ἤ­θελα νὰ εἶχα ἕνα δάκρυ πραγματικῆς μετανοίας, ἀ­πὸ ἐκεῖνα ποὺ λέει τὸ σημερινὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου συγγραφέως τῆς Κλίμακος. Διαβάστε τὴν ὁμιλία του Περὶ μετανοίας «μεμεριμνημένης», ὅτι δηλα­δὴ ἡ μετάνοια πρέπει νά ᾽νε ἡ ἰσόβια φροντίδα μας.
Ὁ ἐλεγκτικὸς καὶ ὁ οἰ­κοδομητικὸς λόγος ἐδῶ συνυφαίνονται. Τὸ θέμα μας θὰ εἶνε ἡ ἁμαρτωλότης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἂν κάποιος δὲν εἶνε ἁμαρτωλός, τὰ λόγια αὐ­τὰ δὲν τοῦ χρειάζον­ται. Ἐμεῖς πάν­τως νιώθουμε ὅτι τὰ πόδια μας εἶνε κολλημένα στὴ λάσπη τῆς ἁμαρτίας.

* * *

Ὑπάρχει, ἀδελφοί μου, μία ἰδέα ἐσφαλμέ­νη, μιὰ πλάνη καρφωμένη στὸ νοῦ πολλῶν – μακάρι νὰ μποροῦσα νὰ τὴν ξερριζώσω. Ἐνῷ θεμέλιο τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας εἶ­νε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε πεπτωκώς, ἔπεσε· ὅτι δὲν εἶ­νε καρπὸς ὑγιής, ἔχει μέσα του σκουλή­­κι, εἶνε ἁμαρτωλός, φέρει τὸ προπατορικὸ ἁ­μάρ­τημα, ἐν τούτοις ἀκούγεται φωνὴ ἑνὸς Γάλλου ψευτοφιλόσοφου· Ὄχι, ὁ ἄν­θρω­πος εἶ­νε φύσει ἀγαθός… Αὐτὴ εἶνε ἡ αἵρεσι τοῦ ἀν­­θρωπι­σμοῦ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἀνάγ­κη τὸ Θεό· μόνος του μπορεῖ ν᾽ ἀνορθωθῇ, νὰ σω­θῇ. Τὴν ἰδέα αὐτὴ ὅλοι οἱ καθηγηταὶ τὴ δέχονται. Εἶ­νε οἱ λεγόμε­νοι ἀνθρωπισταί· ἡ ἰ­δέα τους λέγεται ἀν­θρωπισμός, κ᾽ ἔχει ἐπηρεάσει πολλούς. Ἀκοῦς νὰ λένε· Καλὸς ὁ ἕ­νας, καλὸς ὁ ἄλλος…, καλοὶ ὅλοι. Ἐλάχιστοι ἐξαιροῦνται καὶ ὀρθοφρονοῦν, μεταξὺ τῶν ὁ­ποίων πρυτα­νεύει ὁ Τωμαδάκης.
Ὄχι, ἀδελφοί μου· εἴμαστε «τέκνα φύσει ὀρ­γῆς» , εἴμαστε «κα­τά­ρας τέκνα», αὐτὸ λένε οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι (Ἐφ. 2,3. Β΄ Πέτρ. 2,14). Εἶ­νε κακὸς ὁ ἄνθρωπος, γεννιόμαστε κακοί· αὐ­­τὴ εἶνε ἡ βά­σι τῆς σωτηρίας. Ἂν ζυγιστοῦμε, θὰ βρε­θοῦ­με κ᾽ ἐμεῖς σκάρτοι, ἐλ­λιπεῖς. «Μανή, θεκέλ, φάρες»· ζυγίστηκες, μετρήθηκες, βρέ­θηκες ἐλλιπής (Δαν. 5,25). Μᾶς χρειάζεται ζυγαριά.

* * *

Ὑπάρχουν 3 ζυγαριές. Τὴν πρώτη τὴ φοβᾶ­μαι, τὴ δεύτερη τὴ φοβᾶμαι ἐπίσης· ἀλλὰ τὴν τρίτη δὲν τὴ φοβᾶμαι, αὐτὴ τὴν …τρέμω.
Ἡ πρώτη ζυγαριὰ εἶνε ἡ κρίσις ποὺ ἔχει ὁ κόσμος γιὰ μᾶς. Δὲν πρέπει νά ᾽μαστε ἀ­φιλότιμοι. Μὴ λέμε, Δὲν μ᾽ ἐνδιαφέρει τί λέει ἡ κοινωνία… Αὐτὸς ὁ Κύριός μας ῥωτοῦσε· «Τί­να με λέ­γου­σιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;» (Ματθ. 16,13).
Ὡς ἱεροκήρυκας, σ᾽ ἕνα χωριὸ κοντὰ στὰ Σερβικὰ σύνορα, εἶπα σὲ κάποιον· Καλησπέρα, συναμαρτωλὲ ἀδελφέ… Θίχτηκε καὶ θύμωσε. Καὶ ὅ­μως, ὅπως ἔμαθα κατόπιν, δὲν ὑ­πῆρχε κα­κὸ ποὺ αὐτὸς δὲν τό ᾽χε κάνει.
Μὴ μένεις στὴ γνώμη ποὺ ἔ­χεις σὺ ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό σου καὶ νομίζεις πὼς εἶ­σαι καλός. ῾Ρώτα τί λένε γιὰ σένα ἡ γειτονιά σου, ἡ οἰ­κογένειά σου, ὁ ὑπηρέτης σου, ὁ στρα­­τιώτης σου, ὁ φρου­ρὸς ἀστυνομι­κός. Ὁ Ναπολέ­ων εἶπε· «Οὐδείς μέγας καὶ οὐδείς τέλει­ος μετα­ξὺ τῶν θαλαμηπόλων του». Κι ὁ Γέρος τοῦ Μοριὰ ἔλεγε· «Καλύτερα νὰ μᾶς ἀ­κοῦνε παρὰ νὰ μᾶς βλέπουν»· γιατὶ ὅ­λοι, ἀπὸ κοντά, κάτι «χά­νουμε». Οὔτε αὐτὸς ὁ ἥ­λιος δὲν εἶνε καθαρὸς ἀπὸ κηλῖδες.
Ἡ δεύτερη ζυγαριὰ εἶνε τὸ θεάρεστο «Ἑαυτοὺς πειράζετε» (νὰ ἐξετά­ζετε δηλαδὴ τὸν ἑ­αυτό σας) τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Β΄ Κορ. 13,5), τὸ σοφὸ «Ἔνδον σκάπτε» τῶν ἀρ­χαίων, καὶ τὸ ·περίφημο «Γνῶ­θι σαυτόν» τοῦ Σω­­κράτη.
Ἔχουν συμβῆ στὴν ἱστορία δύο κατακλυσμοί. Ὁ ἕνας εἶνε ὁ φυσικός, στὰ χρόνια τοῦ Νῶε, τὸν ὁποῖο κακῶς ὡρισμένοι ἀμφισβητοῦν· ἔχουμε τεκμήρια, ὅτι π.χ. βρίσκον­ται σὲ κορυ­φὲς ἀπολιθώματα θαλασσίων ὀρ­γανισμῶν. Ὁ ἄλλος κατακλυσμὸς εἶνε ὁ ἠθικός, ποὺ γιὰ νὰ βροῦμε τὰ ἴχνη του πρέπει νὰ κάνουμε ἐνδοσκόπησι. Στρέφον­τας πρὸς τὰ ἐν­τός μας τὸν προβολέα τῆς αὐτοεξετάσεως ἐ­κεῖνο ποὺ θὰ διακρίνουμε εἶνε οἱ συνέπειες τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος.
Στὴν Τοσκάνη ἕνας ζωγράφος βρῆκε ἕνα παιδάκι σωστὸ ἀγγελούδι, τὸ ζωγράφισε καὶ κράτησε τὸ πορτραῖτο του· ὅταν τὸν τάρα­ζε κάτι δυσά­ρεστο, τὸ ἀτένιζε καὶ ἠ­ρεμοῦ­σε. Μετὰ ἀπὸ χρόνια χρειάστηκε πάνω στὴ δουλειά του ν᾽ ἀναζητήσῃ μιὰ πολὺ ἄσχημη μορφή· βρῆκε λοιπὸν ἕναν ἄντρα –ποῦ ἀλλοῦ– στὶς φυλακές. Ποιός ὅ­μως μπορεῖ νὰ φανταστῇ τὴν ἔκπληξί του ὅταν δι­απίστωσε ὅτι ἐ­πρόκειτο γιὰ τὸν ἴδιο ἄν­θρωπο! τὸ ἀ­θῷο παιδὶ εἶ­χε γίνει ἕνας σκληρὸς ἐγκληματί­ας. Ποιός ἔ­φταιγε γι᾽ αὐτὴ τὴ φοβερὴ ἀλλοίωσι; Ποιός ἄλλος, ὁ ἴ­διος, ἡ συνείδησί του. Ἔβαλε δίπλα – δίπλα τὰ δύο πορτραῖ­τα καὶ ἔ­γραψε· στὸ ἕνα «Τὸ κάλλος τοῦ οὐρανοῦ», στὸ ἄλλο «Ἡ ἀ­σχημία τῆς κολάσεως».
Ἀθῷο πλάσμα θεωροῦμε τὸ παιδί. Πλησίασε ὅμως καὶ ἐρεύνησε τὴν παιδικὴ ψυχή. Θὰ δῇς ἰδιοτέλεια (γι᾽ αὐτὸ μαζεύει κον­τά του τὸ φαῒ κι ὅ,τι ἄλλο τοῦ ἀρέσει), πεῖσμα (πέφτει κάτω, χτυπιέται, φωνάζει), μανία καταστρο­φῆς. Ἕνα μικρὸ ἀρεσκόταν νὰ βασανίζῃ μὲ σα­δισμὸ ζῷα· κι ὅταν μεγάλωσε, ἡ μικρὴ κοινω­νία τοῦ νησιοῦ τους συν­ταράχτηκε ἀπὸ ἕ­να ἔγκλημά του· αὐτὸς δηλαδή, ποὺ μικρὸς κρεμοῦ­σε τὰ γατιὰ ἀπὸ τὰ δέν­τρα, τώρα κρέμασε τὸν …πατέρα του! (ἐδῶ πιθανὲς συνυπεύ­θυνοι εἶνε οἱ ταινίες). Ἕνα ἄλλο νήπιο ζήλευε τόσο φθονερά, ὥστε βλέπον­τας τὴ μητέρα του νὰ θηλάζῃ τὸ μικρότερο ἀ­δελφάκι του κιτρίνισε ἀπ᾽ τὸ κακό του καὶ ἔ­σκασε!
Ὁ ῾Ρουσὼ λέει, ὅτι τὸ παιδὶ ἔ­χει φιλαυτία καὶ φθόνο. Εἶνε τιγράκι. Τὸ μεγαλώνουν μὲ ἐ­παίνους, τὸ ἐκθειάζουν ὡς προσωπικότητα, τὸ διαμορφώνουν ἐγωιστικά, τὸ μαθαίνουν νὰ δικαιολογῇ τὸν ἑαυτό του, νὰ μὴν παραδέ­χεται σφάλμα του, νὰ λέῃ καὶ ἀνόητα ψέματα· (ἐνῷ ὁ μικρὸς ἔφαγε κρυφὰ τὸ γλυκό, στὴ μάνα ποὺ ῥωτάει ποιός τό ᾽φαγε, λέει· Ἡ γάτα).
Γονεῖς, ἀπὸ σᾶς ἐξαρτᾶται ὁ χαρακτήρας τοῦ παιδιοῦ. Εἶστε διατεθειμένοι νὰ κοπιάσετε γιὰ τὴ σωστὴ ἀ­γωγή του; νὰ ἀξιώσετε ἀπὸ τὴν πολιτεία νὰ κλείσουν τὰ φθοροποιὰ θεάματα; Εἴμαστε ὑπαίτιοι ἂν αὔριο μᾶς διαδεχθῇ μία γενεὰ κατώτερη, ἀνάξια νὰ πρεσβεύῃ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἀντὶ νά ᾽μαστε ἑνωμέ­νοι στὸν ἀγῶνα, διαιρεθήκαμε σὲ φα­τρίες, ὁ ἕ­νας τοῦ τάδε κι ὁ ἄλλος τοῦ τάδε· δὲν μαζευ­όμαστε νὰ στήσουμε μιὰ ἀγωγὴ ὀρθόδοξη.
Πρὸ ἐ­τῶν ὁ ῾Ρῶσος Κροῦσ­τσεφ, παρὰ τὴν ἀ­θεΐα τῆς Μόσχας, ὅταν τοῦ ἔ­δειξαν στὸ Χόλλυγουντ πορνικὲς ταινίες, ­κάλυψε τὰ μάτια του ἀρ­νούμενος νὰ δῇ – ὑπάρχει φωτογραφία του. Στὴν περίπτωσι ἐκείνη ὁ ἄ­­θε­­ος τήρησε τὸ θεϊκὸ ῥητὸ «Ἀπόστρεψον τοὺς ὀ­φθαλ­­μούς μου τοῦ μὴ ἰδεῖν μα­ταιότητα» (Ψαλμ. 118,37), «ἔβαλε τὰ γυαλιά» σὲ «Χριστιανούς».
Ὅσο κανεὶς προχωρεῖ στὴν ἐπίγνωσι τῆς ἀ­ληθείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀθλιότητος, δι­ακρίνει καλύτερα. Ἂς ῥωτήσουμε λοιπὸν αὐ­τοὺς ποὺ εὐρέστησαν στὸ Θεό, πῶς ἔνιωθαν ἐνώπιόν Του. ῾Ρωτᾶμε τὸν ᾽Αβραὰμ καὶ μᾶς λέει· «Ἐγώ εἰμι γῆ (=χῶμα) καὶ σποδός (=στάχτη)» (Γέν. 18,27). Ἀνοίγουμε τὸ βιβλίο τοῦ Ἰώβ, καὶ διαβάζουμε· «Ἔα δέ, ἄν­θρωπος σαπρία (=σαπίλα) καὶ υἱὸς ἀνθρώπου σκώ­ληξ (=σκουλήκι)» (Ἰὼβ 25,6). ῾Ρωτᾶμε τὸν προφήτη Ἠ­σα­ΐα καὶ μᾶς λέει· «Ὡς ῥάκος ἀποκαθημένης πᾶ­σα ἡ δι­καιοσύνη ἡμῶν» (Ἠσ. 64,6), ὅτι ὅλη ἡ ἀρετή μας εἶνε σὰν ἕνα βρωμερὸ κουρέλι. Καὶ ἂν ῥωτήσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο, στὴν ἀρχὴ λέει ὅτι εἶνε «ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων» (μικροῦ κύκλου· ·Α΄ Κορ. 15,9)· μετὰ λέει ὅτι εἶνε «ὁ ἐλαχιστότερος πάν­των τῶν ἁγίων» (κατώτερος ἀπὸ ὅλους τοὺς Χριστιανούς· Ἐφ. 3,8)· καὶ πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του λέει, ὅτι εἶνε ὁ πρῶτος ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλοὺς τοῦ κόσμου (βλ. Α΄ Τιμ. 1,15). Ἔτσι ἔνιωθαν οἱ ἅγιοι.

* * *

3η ζυγαριά. Ἡ μία ζυγαριά, ἀδελφοί μου, εἶνε ἡ γνώμη τοῦ κόσμου, ἡ δεύτερη εἶνε ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς μας. Καὶ τρίτη εἶνε ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ· τί θ᾽ ἀποφασίσῃ γιὰ μᾶς ὁ Θεός; Αὐτὸ εἶνε τὸ σπουδαιότερο ἀπὸ ὅλα. Θὰ μᾶς κρίνῃ ἀξίους τῆς βασιλείας του, ἢ θὰ μᾶς πῇ ὅτι εἴμαστε τέκνα ὀργῆς καὶ κατάρας.
Τὸ χαρακτηριστικὸ ποιό εἶνε· ὅσο κανείς προχωρεῖ στὴν ἀρετὴ καὶ γίνεται Χριστιανός, τόσο ἀποκτᾷ συνείδησι τῆς ἁμαρτωλῆς του φύσεως.
Ἕ­να ποτήρι νερὸ φαίνεται καθαρό· ἂν ὅμως τὸ πᾶμε στὸ χημεῖο, ἔχει ἑκατομμύρια ζουζούνια.
Ἔτσι εἶνε ὁ ψυχικός μας κόσμος. Ὅσο προχωρεῖ κανεὶς στὴν ἁγιότητα, τόσο λαμβάνει ἐπίγνωσιν τῆς ἁμαρτωλότητός του καὶ λέει· «Ἐκ τῶν κρυ­φίων μου καθάρισόν με» (Ψαλμ. 18,13).
Ἰδού τὸ μυστήριο. Ὁ κόσμος μπορεῖ νὰ σὲ ἐ­παι­­νέσῃ καὶ ἐγκωμιάσῃ, ἀλλὰ μὴν ὑπολογίζεις οὔτε στὴν κρίσι τοῦ κόσμου οὔτε στὴν κρίσι τῆς συνειδήσεώς σου. Μόνο ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἐν­διαφέρῃ, ἐκείνου ποὺ θὰ μᾶς δικάσῃ στὸ τέλος.
Ξερω ὅτι πολλοὶ καὶ ἀπὸ σᾶς βλέπετε ἄ­θλια θεάματα, καὶ στὸ βάθος τῆς συνειδήσεώς σας παίζεται κωμῳδία καὶ θεομπαιξία. Ἐ­ρωτῶ λοιπόν· θ᾽ ἀντέξουμε στὸν ἄλλο κόσμο βλέποντας νὰ προβάλλεται σὰν ἕνα φὶλμ μπροστὰ σὲ ὅλους ἡ ἀτομική μας ζωή, ἀπὸ τὰ μικρά μας χρόνια μέχρι τέλους, ὅτι κάναμε, εἴπαμε, σκεφτήκαμε;
Κόσμε, δὲν σὲ λογαριάζω. Μόνο τὴν κρίσι τοῦ Θεοῦ φοβᾶμαι. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἀνοῖξτε βουνὰ καὶ πελάγη νὰ μὲ κρύψετε ἀπὸ τὴν ὀρ­γὴ τοῦ Ἀρ­νίου τοῦ ἐσφαγμένου· ᾯ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνα αἰῶνος· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(12-4-1964 Κυριακὴ Δ΄ Νηστειῶν, αἴθουσα ὁδ. Ζωοδ. Πηγῆς 44 βράδυ) Τρεῖς ζυγαριὲς
Ἀπομαγνητοφωνημένη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα ὁδ. Ζωοδ. Πηγῆς 44 βράδυ τὴν 12-4-1964. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις …-2-2025.

augoustinos-kantiotis