Τρίτη 7 Ἰανουαρίου 2025
Συντάκτης (†) ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
«Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,34)
Λέμε λοιπόν, ὅτι Θεοφάνεια εἶνε ἡ φανέρωσις τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ξέρουμε, ὅτι πρὸ Χριστοῦ ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἦταν ἄγνωστος. Καὶ ὄχι μόνο στοὺς ἀγρίους· κι αὐτὸς ὁ εὐγενὴς λαὸς τῶν Ἑλλήνων ἀγνοοῦσε τὸν ἀληθινὸ Θεό, γι᾽ αὐτὸ στὸ «κλεινὸν ἄστυ» οἱ Ἀθηναῖοι πρόγονοί μας εἶχαν καὶ βωμὸ μὲ ἐπιγραφὴ «ἀγνώστῳ Θεῷ» (Πράξ. 17,23). Λάτρευαν οἱ ἄνθρωποι ὅ,τι φανταστῇς· ἀπίστευτο καὶ ὅμως ἀληθινό.
Μὰ σὰν χθὲς οἱ οὐρανοὶ σχίστηκαν καὶ
ἔγινε ἡ φανέρωσις τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τῆς ἁγίας Τριάδος· ὁ Πατὴρ
ἐφώναξε «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ.
3,17), ὁ Υἱὸς βαπτίσθηκε στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο
μὲ τὴ μορφὴ περιστερᾶς «ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές», βεβαίωνε
δηλαδὴ ὅτι ὁ βαπτιζόμενος εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (ἀπολυτ.).
Ἀφήσαμε πιὰ τὴν περίοδο τοῦ Δωδεκαημέρου, ποὺ ἄρχισε τὴ νύχτα τῶν
Χριστουγέννων καὶ ἔκλεισε χθές. Δώδεκα ἡμέρες, δώδεκα σκαλιά· ἕνα
πνευματικὸ ἀσανσέρ, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει ἀπὸ τὴ γῆ πρὸς τὸν οὐρανό.
Χθὲς Θεοφάνεια. Καὶ σήμερα πάλι ἑορτή· ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς καλεῖ νὰ
τιμήσουμε τὸ πρόσωπο ποὺ ὑπηρέτησε στὴ βάπτισι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Συνεπῶς ὁ λόγος θὰ εἶνε γιὰ τὸν ἱερὸ Βαπτιστή.
* * *
Τί ἦταν ὁ ἅγιος Ἰωάννης; Ἄνθρωπος μὲ
ὑλικὸ σῶμα ὅπως κ᾽ ἐμεῖς. Σωματικῶς δὲν διαφέρουμε μεταξύ μας τόσο
ὅσο διαφέρουμε ψυχικῶς· ἐκεῖ ἡ διαφορὰ ποὺ μᾶς χωρίζει εἶνε χαώδης.
Ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει πίστι καὶ ἔννοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν πατάει στὴν
ἐκκλησία, δὲν προσεύχεται, δὲν συναισθάνεται τ᾽ ἁμαρτήματά του, δὲν
μετανοεῖ, ἀλλ᾽ ἀντιθέτως βλαστημάει τὸ Θεὸ καὶ κυλιέται σὰν τὸ χοῖρο
στὸ βόρβορο, αὐτὸς κακῶς ὀνομάζεται ἄνθρωπος· εἶνε ἕνα δίποδο κτῆνος μὲ
μορφὴ ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτὸν ὁ προφήτης Δαυῒδ εἶπε· «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν
οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη
αὐτοῖς (=ἔγινε σὰν τὰ ἄλογα ζῷα, ὅμοιος μ᾽ αὐτά)» (Ψαλμ. 48,13,21). Καὶ ὁ
πρόγονός μας Διογένης πῆρε φανάρι μέρα μεσημέρι καὶ γύριζε τὴν Ἀθήνα
λέγοντας «Ἄνθρωπον ζητῶ». Τί ἐννοοῦσε; δὲν ὑπῆρχαν ἄνθρωποι; Ὑπῆρχαν,
ἀλλὰ εἶχαν ἐκπέσει ἀπὸ τὸ ὕψος τους.
Πέφτει ὁ ἄνθρωπος, κατρακυλάει. Αὐτὸ εἶνε τὸ μεγάλο δρᾶμα του. Πέφτει
στὴν ἁμαρτία, καὶ ἡ πτῶσι του εἶνε μεγάλη. Ἀπὸ τὸ βάθος ἐκεῖνο, στὸ
ὁποῖο φτάνει, δὲν μπορεῖ νὰ τὸν σηκώσῃ οὔτε ἡ φιλοσοφία, οὔτε ἡ τέχνη,
οὔτε ἡ ποίησις, οὔτε τὰ δράματα, οὔτε τὰ θέατρα, οὔτε οἱ κινηματογράφοι,
οὔτε τὰ δικαστήρια, οὔτε οἱ ποινές. Ἐὰν μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ σωθῇ
μόνος του, μὲ τ᾽ ἀνθρώπινα μέσα, δὲν θὰ κατέβαινε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο.
Γιὰ νὰ κατεβῇ, σημαίνει, ὅτι ἡ φθορὰ ἦταν ἀθεράπευτη καὶ ἦταν ἀνάγκη ὁ
Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «νὰ «κλίνῃ (=κάμψῃ τοὺς) οὐρανοὺς» (Ψαλμ. 17,10) γιὰ νὰ
κατεβῇ ἐδῶ καὶ νὰ τὸν σώσῃ.
Ξέρετε πῶς μοιάζει ὁ ἄνθρωπος; Παρατηροῦσα κάποτε σ᾽ ἕνα λιμάνι, ποὺ
εἶχε βυθιστῆ ἀπὸ τὸ βομβαρδισμὸ ἕνα μικρὸ πλοῖο καὶ ἔμενε στὸν
πυθμένα. Οἱ δῦτες δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ βγάλουν. Χρειάστηκε νὰ ἔρθῃ
ἰσχυρὸς γερανός. Ἔρριξε γάντζους στὸ βάθος τῆς θαλάσσης καὶ μετὰ ἀπὸ
κοπιώδη προσπάθεια, –ἔτριζε ὅλος ὁ γερανός– κατώρθωσε σιγὰ – σιγὰ ν᾽
ἀνασύρῃ τὸ σκάφος καὶ νὰ τὸ βγάλῃ ἐπάνω. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος· εἶχε
πέσει σὲ βάθος διαφθορᾶς, κ᾽ ἕνας γερανὸς οὐράνιος κατέβηκε ἐκεῖ
βαθειά, τὸν σήκωσε, βαρὺ σὰν μολύβι, καὶ τὸν ἔβγαλε ἐπάνω· εἶνε ὁ
Κύριός μας. Ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, ποὺ προσεύχεται,
μετανοεῖ, ἐξομολογεῖται, τρέχει στὴν ἐκκλησιά· ἄνθρωπος ποὺ ζῇ τίμια μὲ
τὴ γυναῖκα του καὶ δὲν ἀθετεῖ τὸν ἱερὸ γάμο του, ποὺ ἔχει συνείδησι τῶν
ὑποχρεώσεών του ἀπέναντι στὸν ἑαυτό του, στὴν οἰκογένειά του, στὴν
πατρίδα, στὸ Θεό, αὐτὸς σιγὰ – σιγὰ ἀνεβαίνει ψηλά, γίνεται
πραγματικὸς ἄνθρωπος, ἀγγίζει τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ.
Ἐδῶ εἶνε τὸ μυστήριο. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ καταντήσῃ χειρότερος ἀπὸ τὰ
ζῷα, ἀκόμα κι ἀπὸ τὸ σατανᾶ· γιατὶ ὁ σατανᾶς κάνει πολλὰ ἁμαρτήματα,
ἀλλὰ ἕνα δὲν τὸ κάνει ποτέ του· δὲν ὑβρίζει τὸ Χριστό· ἀκούει τὸ
ὄνομά Του καὶ τρέμει. Ἄνθρωπος λοιπὸν ποὺ βλαστημάει γίνεται κτῆνος
καὶ χειρότερος ἀπὸ τὸ δαίμονα. Καὶ σήμερα πολλοὶ δὲν διαφέρουν ἀπὸ τὰ
κτήνη καὶ λίγο διαφέρουν ἀπὸ τοὺς δαίμονες τῆς κολάσεως, μὲ τοὺς
ὁποίους πάλεψε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος. Ὁ ἄπιστος εἶνε σαρκωμένος δαίμονας,
καὶ χειρότερος· γιατὶ ὁ δαίμονας πιστεύει ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἐνῷ ὁ
ἄπιστος καὶ ἄθεος δὲν πιστεύει (βλ. Ἰακ. 2,19).
Ἐπανέρχομαι στὸ θέμα. Ἐνῷ λοιπὸν πολλοὶ ἄνθρωποι κατρακυλοῦν, πέφτουν
καὶ λίγο διαφέρουν ἀπὸ τοὺς δαίμονες, ἀντιθέτως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Βαπτιστὴς μᾶς δείχνει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ νικήσῃ τὴ διαφθορὰ καὶ
τὰ πάθη καὶ νὰ φτάσῃ – σὲ τί ὕψος; Ἐνῷ ὁ Ἰούδας κατρακύλισε στὴν
καταστροφή, ὁ ἅγιος Ἰωάννης πέταξε ψηλά, πολὺ ψηλά. Κοιτάξτε τὴν εἰκόνα
του! Εἶνε ὁ μόνος ἅγιος ποὺ ζωγραφίζεται μὲ φτερά. Ἐνῷ εἶνε ἄνθρωπος μὲ
σάρκα, ἐν τούτοις οἱ ζωγράφοι ἀπὸ πολὺ παλιὰ τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά.
Θέλουν νὰ ποῦν· μολονότι ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ, δὲν ἦταν πλέον ἄνθρωπος·
ἦταν ἄγγελος. Ὁ ἄπιστος λοιπὸν εἶνε σαρκωμένος δαίμονας, ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶνε ἔνσαρκος ἄγγελος.
Πῶς ἔζησε; Πρῶτα – πρῶτα ἦταν δοτός, οἱ γονεῖς του δηλαδὴ τὸν
ὑποσχέθηκαν στὸ Θεὸ καὶ μικρὸς ἔφυγε στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Ἔζησε ζωὴ
ἁπλῆ, λιτή, ἀσκητική. Στρῶμα του εἶχε τὴν ἀμμουδιὰ τῆς ὄχθης, στέγη
του τὰ ἄστρα, ποτό του νερὸ ἀπ᾽ τὸ ποτάμι, τροφή του ἀκρίδες (τρυφερὲς
ἄκρες χόρτων ἢ τὰ γνωστὰ ἔντομα). Σύντροφοί του ἦταν οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ
θηρία. Ἐκεῖ ἔμεινε χρόνια.
Ἔπειτα πῆρε ἐντολή, ἄρχισε νὰ διδάσκῃ στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου καὶ νὰ
βαπτίζῃ. Στεκόταν πάνω σ᾽ ἕνα βράχο, ποὺ ἀκόμα τὸν δείχνουν, καὶ
κήρυττε· ὄχι ὅπως κηρύττουμε ἐμεῖς, κολακεύοντες τὰ ἀνθρώπινα πάθη,
ἀλλὰ ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ. Ὅλο τὸ κήρυγμά του ἦταν μία λέξι, ποὺ
ἔχει βάθος καὶ πλάτος, μῆκος καὶ ὕψος· «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 3,2). Ἐὰν ὁ
ἄνθρωπος τὴν τηρήσῃ, θὰ θεραπεύσῃ τὰ ἕλκη του. Τὴν ἴδια λέξι
ἐπανέλαβε καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός (ἔ.ἀ. 4,17). Δηλαδή, τί νὰ
κάνῃς; Ὅπως πᾶμε, ψυχικῶς καὶ ἠθικῶς, πᾶμε κατὰ κρημνῶν. Εἶνε σὰν ἕνα
πλοῖο ποὺ ὁ καπετάνιος μέθυσε κ᾽ ἔχασε τὴν πορεία του.
Ἔζησα στὴ ζωή μου αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ταξίδευα στὶς Κυκλάδες. Συνέβη λοιπὸν
νὰ μεθύσῃ ὁ καπετάνιος καὶ τὸ πλοῖο κινδύνευε νὰ πέσῃ ἔξω. Τότε
κάποιος ναύτης ἔξυπνος κατάλαβε ὅτι θὰ πέσουμε σὲ βράχια, ἔτρεξε
ἀνέβηκε στὴ γέφυρα καὶ πρόλαβε νὰ ξυπνήσῃ τὸν ὐποπλοίαρχο φωνάζοντας·
Στροφή! στροφὴ 180 μοιρῶν! Καὶ ἱκανὸς ἐκεῖνος, μόλις κατώρθωσε νὰ κάνῃ
τὴ στροφὴ καὶ ν᾽ ἀποφύγῃ τὸ ναυάγιο.
Ἡ μετάνοια λοιπὸν εἶνε ἡ στροφὴ 180 μοιρῶν. Καὶ ἂν ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου,
καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς οἰκογένειες καὶ ὡς ἔθνος δὲν κάνουμε τέτοια στροφή,
θὰ χαθοῦμε.
Τέλος ἐμφανίστηκε ξαφνικὰ κ᾽ ἔπεσε σὰν κεραυνὸς μέσα στὴ διεφθαρμένη κοινωνία.
Ὅταν ἔμαθε, ὅτι ὁ ἀνάξιος βασιλιᾶς Ἡρῴδης γλεντοκοποῦσε μὲ παλλακίδα
καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν ἐλέγξῃ, ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα καὶ ἔρριξε
τὸν κεραυνό του φωνάζοντας· Βασιλιᾶ, «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα
τοῦ ἀδελφοῦ σου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ συζῇς παρανόμως μὲ τὴ νύφη σου
(Μάρκ. 6,18). Τὸ τέλος του ἦταν μαρτυρικό, τοῦ πῆραν τὸ κεφάλι, τὸν
ἔσφαξαν.
* * *
Αὐτὸς ἦταν ὁ Βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου. Ἀνώτερη φυσιογνωμία, οὐρανομήκης ψυχή. Καὶ ἔψαλα τὸ ἐγκώμιό του γιὰ νὰ τονίσω τὰ ἑξῆς.
Στὸν Ἰορδάνη ἔλεγε πρὸς ὅλους τὸ «Μετανοεῖτε»· καὶ βαπτίζονταν κατὰ
χιλιάδες. Ἔμπαιναν μέσα στὸ ποτάμι μέχρι τὸ λαιμὸ γυμνοί. Κι ὅσο ἔλεγαν
τ᾽ ἁμαρτήματά τους, ἔμεναν βουτηγμένοι στὸ νερό, ἄλλος δέκα λεπτά,
ἄλλος εἴκοσι, ἄλλος μιὰ ὥρα, ἄλλος δυὸ ὧρες, ἄλλος τρεῖς, ἀναλόγως τῶν
ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐνῷ ὅλοι ἔμεναν στὸ νερὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ἕνας
μόνο, ὁ Ἰησοῦς, δὲν ἔμεινε καθόλου. Τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο μὲ μία λέξι·
«καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Τί
σημαίνει τὸ «εὐθύς»· ὅτι μόλις μπῆκε ἀμέσως βγῆκε. Δὲν εἶχε νὰ πῇ
καμμιά ἁμαρτία. Εἶνε ὁ μόνος ἀναμάρτητος.
–Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίστηκε;
Βαπτίστηκε, τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ δημοσία ζωή του, γιὰ νὰ δοθοῦν, ἐπισήμως
καὶ ἐνώπιον ὅλων, οἱ ἀπαιτούμενες βεβαιώσεις γιὰ τὸ πρόσωπό του.
• Γίνεται ἡ φανέρωσις τοῦ μυστηρίου τῆς ἁγίας Τριάδος κ᾽ ἐκεῖ μαρτυρεῖ
γι᾽ αὐτὸν ὁ οὐράνιος Πατέρας φωνάζοντας· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ
ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17). Ὁ Ἰησοῦς εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ
Πατρός.
• Γίνεται ἡ βάπτισις καὶ κατ᾽ αὐτὴν μαρτυρεῖ γι᾽ αὐτὸν ὁ Βαπτιστής, ποὺ
δὲν εἶπε ποτέ ψέμα, κ᾽ ἐκεῖ λέει σὲ ὅλους· Μαρτυρῶ, δίνω κατάθεσι, ὅτι ὁ
Ἰησοῦς εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ· «κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός
ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,34).
Στὶς δύο αὐτὲς θὰ προστεθοῦν ἔπειτα κι ἄλλες ὅπως π.χ.·
• Στὴ σταύρωσι τοῦ Ἰησοῦ ὁ εὐγνώμων λῃστὴς φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Θεὸ τὸν
ἀναγνωρίζει βασιλέα καὶ τοῦ ζητάει· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν
τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).
• Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐκπνέει καὶ γίνεται σεισμὸς καὶ ἄλλα συγκλονιστικὰ
γεγονότα, τότε ὁ ῾Ρωμαῖος κεντυρίων (ἑκατόνταρχος) ὁμολογεῖ· «Ἀληθῶς
Θεοῦ Υἱὸς ἦν οὖτος» (Ματθ. 27,54).
• Καὶ στὴ διάρκεια τῆς καινῆς διαθήκης ἑκατομμύρια μάρτυρες δίνουν τὴ ζωή τους γιὰ τὸ Χριστό, γιατὶ πιστεύουν ὅτι εἶνε Θεός.
• Καὶ στὸ τέλος, ὅπως λέει ὁ Τζοβάννι Παπίνι στὴν Ἰστορία τοῦ Χριστοῦ,
κ᾽ ἐκεῖνοι οἱ ἄπιστοι, ποὺ ὑβρίζουν καὶ βλαστημοῦν τὸ Χριστό, θά ᾽ρθῃ ἡ
ὥρα ποὺ θὰ γονατίσουν μπροστά του. Ἡ νίκη θὰ εἶνε τοῦ Χριστοῦ, καὶ κάθε
γλῶσσα θὰ ὁμολογήσῃ, «ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός»
(Φιλ. 2,11).
Μὴν κλονίζεσθε, ἀδελφοί μου! Καὶ ἂν ἀκόμα ἔρθουν χρόνια ἄπιστα, καὶ
κυβερνήσουν ἄθεοι, καὶ γκρεμίσουν θυσιαστήρια, καὶ σφάξουν κληρικούς,
καὶ ἐξοντώσουν πιστούς, καὶ ἂν ὅλοι ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, σύ, καὶ ἕνας νὰ
μείνῃς, νὰ λές· Πιστεύω, Κύριε· σὺ εἶσαι ὁ Θεός μου, ὁ λυτρωτής μου, ὁ
βασιλεύς μου· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς
αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε
στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Κων/νου & Ἑλένης Ἀμυνταίου- Φλωρίνης τὴν Κυριακὴ
7-1-1968 πρωί, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 14-12-2024.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς συντομεύσεις στὸ cd …΄Φ τῆς σειρᾶς «ΣΚΟΠΟΝ ΔΕΔΩΚΑ ΣΕ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)